Το μεγάλο παιχνίδι της Τουρκίας και της Αιγύπτου στην Μ. Ανατολή
Το χάος στην Μέση Ανατολή έχει δοκιμάσει πολλές σχέσεις, ιδιαίτερα εκείνη μεταξύ της Αιγύπτου και της Τουρκίας. Λίγο μετά την πτώση του Χόσνι Μουμπάρακ το 2011, η Τουρκία έγινε ένας από τους βασικούς περιφερειακούς υποστηρικτές της Αιγύπτου. Όταν ο νέος πρόεδρος, Mohammad Morsi, εκδιώχτηκε κι αυτός από την θέση του το 2013, η Τουρκία άλλαξε πορεία. Με τον στρατηγό Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι στην εξουσία στην Αίγυπτο, η Τουρκία έγινε γρήγορα ένας από τους βασικούς αντιπάλους της χώρας στο Λεβάντε.
Τον Αύγουστο του 2013, η Τουρκία ζήτησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να επιβάλει κυρώσεις στον Σίσι. Την επόμενη χρονιά, η Αίγυπτος άσκησε ανοιχτά πιέσεις κατά της τουρκικής υποψηφιότητας για ανάληψη έδρας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δήλωσε επίσης στο Al Jazeera ότι η κυβέρνησή του «δεν δέχεται το καθεστώς [του Σίσι] που έχει επιβάλει στρατιωτικό πραξικόπημα». Ακόμα, αποκάλεσε τον Σίσι «παράνομο τύραννο».
Τα πράγματα μεταξύ της Αιγύπτου και της Τουρκίας επιδεινώθηκαν ακόμη περισσότερο στον απόηχο της απόφασης της Αιγύπτου να ξεκινήσει αεροπορικές επιδρομές κατά των στόχων του Ισλαμικού Κράτους του Ιράκ και της αλ-Σαμ (ISIS) στην Darna, στην Λιβύη στις 16 Φεβρουαρίου. Η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Λιβύης και ο στρατός στο Τομπρούκ υποστήριξαν την κίνηση, αλλά οι φατρίες, πολλές από τις οποίες ήταν ισλαμιστικές, που έχουν καταλάβει την Τρίπολη υπό την επωνυμία Νέο Γενικό Εθνικό Κογκρέσο (NGNC) ήταν κατηγορηματικά αντίθετες. Η Τουρκία έχει δώσει στο NGNC διπλωματική στήριξη, με το να αρνηθεί να αναγνωρίσει την επίσημη κυβέρνηση της Λιβύης. Από την πλευρά της, η Άγκυρα καταδίκασε τις αεροπορικές επιδρομές, λέγοντας ότι «Αυτές οι επιθέσεις επιδεινώνουν τα προβλήματα που υπάρχουν στην Λιβύη και την ατμόσφαιρα της σύγκρουσης, ενώ σαμποτάρουν τις προσπάθειες επίλυσης της κρίσης με ειρηνικά μέσα». Οι Ηνωμένες Πολιτείες, εν τω μεταξύ, ούτε έχουν επικροτήσει, ούτε έχουν επικρίνει τις επιθέσεις.
Στο άμεσο μέλλον, είναι πιθανό η περιφερειακή αντιπαλότητα μεταξύ της Αιγύπτου και της Τουρκίας να επιδεινώσει τον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο. Επιπλέον, θα μπορούσε να ρίξει ολόκληρη την περιοχή σε χειρότερο χάος.
ΑΣΠΟΝΔΟΙ ΦΙΛΟΙ-ΕΧΘΡΟΙ
Η Αίγυπτος και η Τουρκία είναι οι δύο μεγαλύτερες μουσουλμανικές χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Κι οι δύο θεωρούν τους εαυτούς τους περιφερειακές δυνάμεις, και πλέον, ηγέτες του σουνιτικού Ισλάμ. Οι εντάσεις μεταξύ τους χρονολογούνται από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επαρχία της οποίας ήταν η Αίγυπτος μέχρι το 1867 που έγινε ημι-ανεξάρτητη.
Ήταν πάντα δύσκολο για τους Οθωμανούς να ελέγχουν την Αίγυπτο ˑ παρόλο που ήταν υπό την ηγεσία ενός κυβερνήτη που διοριζόταν από την Κωνσταντινούπολη και πλήρωνε φόρους στους σουλτάνους, η χώρα της κοιλάδας του Νείλου απολάμβανε ντε φάκτο αυτονομία από το μεγαλύτερο μέρος της οθωμανικής κυριαρχίας. Η Αίγυπτος διατηρούσε τόση δύναμη κατά τον δέκατο ένατο αιώνα, που προσπάθησε ακόμα και να καταλάβει την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κατά την δεκαετία του 1830, υπό την ηγεσία του πασά Μοχάμεντ Αλή, αλβανικής καταγωγής Οθωμανού διοικητή της Αιγύπτου και του γιου του, διοικητή του στρατού, η αιγυπτιακή δύναμη κατέλαβε την Παλαιστίνη και την Συρία κι απείλησε να ανατρέψει τον Οθωμανό σουλτάνο. Πράγματι, ο Ιμπραήμ Πασάς διείσδυσε στα βάθη της Ανατολίας, φθάνοντας στην πόλη της Κιουτάχειας, 200 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη. Μόνο η παρέμβαση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας έσωσε τον θρόνο του σουλτάνου και περιόρισε την αιγυπτιακή απειλή (αν κι οι απόγονοι του Μοχάμεντ Αλή αποτέλεσαν βασιλική οικογένεια της Αιγύπτου). Μετά την εξέγερση, οι Βρετανοί έγιναν οι κυρίαρχοι παίκτες στην Αίγυπτο και τελικά την απέκοψαν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου Με την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Τουρκική Δημοκρατία στράφηκε δυτικά προς την Ευρώπη και το Αιγαίο κι όχι ανατολικά προς την Αίγυπτο και τον αραβικό κόσμο, με αποτέλεσμα οι δύο χώρες να ακολουθήσουν διαφορετικούς δρόμους. Πολλοί από τους αντιπάλους του Κεμάλ Ατατούρκ, του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, όπως ο ποιητής, Mehmet Akif Ersoy, κατέφυγαν στην Αίγυπτο για να ξεφύγουν από τις μεταρρυθμίσεις εκκοσμίκευσης του Ατατούρκ. Μετέτρεψαν το Κάιρο σε κομβικό σημείο της δραστηριότητας κατά της Τουρκίας στην περίοδο του μεσοπολέμου.
Η ανατροπή της αιγυπτιακής μοναρχίας το 1953 κλόνισε περαιτέρω τις σχέσεις Τουρκίας-Αιγύπτου. Η ανατροπή του βασιλιά Φαρούκ και της ελίτ που προερχόταν από την οθωμανική Τουρκία, η οποία διοικούσε την χώρα, εξόργισε την Άγκυρα. Και όταν ο νέος κυβερνήτης της Αιγύπτου, Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, συμπαρατάχθηκε με τους Σοβιετικούς στον Ψυχρό Πόλεμο, το χάσμα μεταξύ Άγκυρας και Καΐρου απλά μεγάλωσε. Η Άγκυρα είχε ενταχθεί στο ΝΑΤΟ πριν από έναν χρόνο και πήρε τον ρόλο της ως πυλώνας της Δυτικής ισχύος στην Μέση Ανατολή πολύ σοβαρά.
Στην δεκαετία του 1970, η Αίγυπτος μεταστράφηκε υπέρ των Η.Π.Α. υπό τον πρόεδρο Ανουάρ Σαντάτ. Στην δεκαετία του 1980, η Τουρκία έκανε την δική της «στροφή» υπέρ της Μέσης Ανατολής υπό τον πρωθυπουργό Τουργκούτ Οζάλ. Αλλά οι εξελίξεις αυτές, αντί να διευκολύνουν τις θερμές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, εξέθεσαν απλά τον ανταγωνισμό τους σε ότι αφορά την Ανατολική Μεσόγειο. Για παράδειγμα, η Τουρκία ήταν απογοητευμένη που η Αίγυπτος δεν υποστήριξε την Άγκυρα στο θέμα της Κύπρου, ενώ το Κάιρο, από την πλευρά του, ήταν δυσαρεστημένο από την στενή συνεργασία της Τουρκίας με το Ισραήλ, η οποία επισκίασε τις σχέσεις μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ.
ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗ
Ο «φιλικός» ανταγωνισμός διήρκεσε μέχρι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Στην συνέχεια ήρθε ο Ερντογάν. Όταν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξής του (AKP) ανέλαβε την εξουσία στην Άγκυρα το 2002, η Τουρκία ξεκίνησε μια επιθετική πολιτική υπέρ της Μέσης Ανατολής, εγκαταλείποντας τον προσανατολισμό του Ατατούρκ υπέρ της Ευρώπης. Η Άγκυρα παρενέβη στην σύγκρουση ανάμεσα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Οικοδόμησε, επίσης, δεσμούς με διάφορα μέρη της Μέσης Ανατολής που συνδέονταν με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, από την Χαμάς ως την ίδια την Αδελφότητα στην Λιβύη και την Αίγυπτο. Ο Μουμπάρακ, ο κυβερνήτης της Αιγύπτου εκείνη την εποχή, ενοχλήθηκε από τον πρωτόγνωρο ακτιβισμό της Άγκυρας στην Μέση Ανατολή, ο οποίος, όπως ο ίδιος πίστευε, γίνεται σε βάρος του αιγυπτιακού κύρους στην περιοχή, καθώς και της παρέμβασης στην εσωτερική πολιτική της Αιγύπτου. Ο οικονομικός τομέας, όμως, επωφελήθηκε. Μεταξύ του 2002 και 2013, το εμπόριο μεταξύ της Αιγύπτου και της Τουρκίας αυξήθηκε από 301 εκατομμύρια δολάρια σε 5 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι Turkish Airlines, η ναυαρχίδα αερομεταφορών της Τουρκίας, προσέθεσε την Αλεξάνδρεια, την Χουργκάντα και το Σαρμ αλ Σέιχ στον κατάλογο των απευθείας πτήσεών της από Κωνσταντινούπολη.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών φαίνεται να ενισχύθηκαν όταν ο Μουμπάρακ παραιτήθηκε εν όψει των μαζικών διαδηλώσεων τον Φεβρουάριο του 2011. Ο Ερντογάν παρουσίασε την Τουρκία ως μοντέλο μιας σύγχρονης ισλαμικής δημοκρατίας. Κατά την επίσκεψή του στο Κάιρο τον Σεπτέμβριο του 2011, τα πλήθη της Αιγύπτου τον υποδέχτηκαν σαν ήρωα. Μεγάλες αφίσες με το πρόσωπο του Ερντογάν κοσμούσαν την εθνική οδό από το αεροδρόμιο του Καΐρου ως το κέντρο της πόλης. Οι αιγυπτιακές εφημερίδες εκείνης της περιόδου υπαινίχθηκαν ότι μια νέα ευθυγράμμιση με την Τουρκία θα ασκούσε πίεση στο Ισραήλ, ενώ ο Ερντογάν άφησε να εννοηθεί ότι εξέταζε μια επίσκεψη στην Γάζα ως ένδειξη τουρκικής υποστήριξης τόσο προς την Χαμάς, όσο και προς τον πληθυσμό της Γάζας.
Τελικά, η επίσκεψη στην Γάζα δεν πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες λόγω της αντίθεσης από το τότε ηγετικό Ανώτατο Αιγυπτιακό Συμβούλιο των Ενόπλων Δυνάμεων. Αν και ένα σχόλιο του Ερντογάν που προέτρεπε τους Αιγυπτίους να υιοθετήσουν την τουρκική εκκοσμίκευση προκάλεσε σημαντικές επικρίσεις μεταξύ των ισλαμιστών Αιγυπτίων, η έκκληση του Ερντογάν να αναζητηθεί από τους Αιγύπτιους μια νέα προσέγγιση στην πολιτική παρέμεινε ισχυρή. Η οικονομική επιτυχία της Τουρκίας ενέτεινε την έλξη ˑ αν και τόσο η Αίγυπτος, όσο και η Τουρκία έχουν πληθυσμό περίπου παρόμοιο σε μέγεθος, με εκείνον της Αιγύπτου να υπολογίζεται σε περίπου 88 εκατομμύρια και της Τουρκίας στα 78 εκατομμύρια, η Τουρκία έχει κατά κεφαλήν ΑΕΠ περίπου 18.500 δολάρια και ξεπερνά της Αιγύπτου που εκτιμάται στα 3.800 δολάρια.
ΑΡΑΒΙΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ
Μέχρι τον Νοέμβριο του 2013, ωστόσο, οι σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και την Αίγυπτο ήταν υπό κατάρρευση, καθώς το αιγυπτιακό Υπουργείο Εξωτερικών κάλεσε τον κάποτε μεγάλης επιρροής Τούρκο πρεσβευτή για να τον ενημερώσει πως είχε 48 ώρες για να εγκαταλείψει την χώρα. Η άνοδος και η εξίσου αιφνίδια πτώση των σχέσεων Αιγύπτου-Τουρκίας είναι άμεσα συνδεδεμένες με την υποστήριξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας από τον Ερντογάν και την έντονη αντίθεσή του προς το στρατιωτικό καθεστώς.
Ο Morsi, ένα ανώτερο στέλεχος του Γραφείου Προσανατολισμού της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, έγινε πρόεδρος της Αιγύπτου τον Ιούνιο του 2012. Ο Morsi γρήγορα αποζήτησε την τουρκική υποστήριξη σχετικά με τις βασικές πρωτοβουλίες του για την εξωτερική πολιτική, δημιουργώντας μια περιφερειακή ομάδα που επικεντρώθηκε στην κρίση της Συρίας, η οποία θα περιελάμβανε την Τουρκία, το Ιράν, και την Σαουδική Αραβία, μαζί με την Αίγυπτο. Η ομάδα απέτυχε λόγω της άρνησης της Σαουδική Αραβίας να συμπεριληφθούν οι Ιρανοί, αλλά ο Morsi απολάμβανε την ισχυρή τουρκική υποστήριξη. Ο Ερντογάν επισκέφθηκε το Κάιρο για δεύτερη φορά τον Νοέμβριο του 2012, αυτήν την φορά φέρνοντας μαζί του μια μεγάλη αντιπροσωπεία από την κυβέρνηση και από τον ιδιωτικό τομέα. Έκανε μια ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου, στην οποία εγκωμίασε τον Morsi για την απόφασή του να αποσύρει τον πρεσβευτή της Αιγύπτου από το Ισραήλ ως αποτέλεσμα των ισραηλινών αεροπορικών επιδρομών στην Γάζα, ενώ πρότεινε πως μια συμμαχία ανάμεσα στην Αίγυπτο και την Τουρκία θα εξασφάλιζε ειρήνη και σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, υπονοώντας ότι μια τέτοια συμμαχία θα περιόριζε την ικανότητα του Ισραήλ να χρησιμοποιήσει βία. Ο Ερντογάν επαίνεσε τους ακτιβιστές της αιγυπτιακής νεολαίας για την κατάρρευση της «δικτατορίας» του Μουμπάρακ και διακήρυξε ότι «η Αίγυπτος κι η Τουρκία είναι ένα», ένα λογοπαίγνιο με το σύνθημα που προωθείται από τον αιγυπτιακό στρατό ότι «ο στρατός και ο λαός είναι ένα».
Οι φιλοδοξίες του Ερντογάν για μια στρατηγική εταιρική σχέση με την Αίγυπτο, μια σχέση στην οποία η Τουρκία θα είναι ο επικεφαλής εταίρος, ναυάγησε καθώς η λαβή του Morsi στην εξουσία άρχισε να χαλαρώνει. Λίγο μετά την ομιλία του Ερντογάν στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου, ο Morsi εξέδωσε μια «συνταγματική διακήρυξη» που έβαζε τις εκτελεστικές εξουσίες του υπεράνω δικαστικού ελέγχου και, στην συνέχεια, πίεσε για ένα νέο σύνταγμα που συντάχθηκε σε μεγάλο βαθμό από τους ισλαμιστές. Οι διαδηλώσεις εναντίον του Μόρσι και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στο Κάιρο έγιναν ολοένα και πιο βίαιες, και διάφορες προσπάθειες στο πλαίσιο του διαλόγου μεταξύ Morsi και των διαφόρων πολιτικών κομμάτων κατέρρευσαν. Μέχρι την άνοιξη του 2013, το αντι-Morsi κίνημα Tamarod άρχισε να διοργανώνει μαζικές διαδηλώσεις προγραμματισμένες για τις 30 Ιουνίου, την επέτειο ενός έτους διακυβέρνησης από τον Morsi. Καθώς κυκλοφορούσαν αναφορές ότι ο Morsi είχε προσπαθήσει να απομακρύνει τον Σίσι από την θέση του υπουργού Άμυνας, η στρατιωτική ηγεσία της Αιγύπτου προειδοποίησε ότι ο στρατός μπορεί να χρειαστεί να επέμβει για να «εμποδίσει την Αίγυπτο από το να εισέλθει σε ένα σκοτεινό τούνελ».
Εν τω μεταξύ, οι Δυτικές και τουρκικές προσπάθειες για να βοηθήσουν τον Morsi να καταλήξει σε μια συμφωνία με το ΔΝΤ επίσης κατέρρευσαν, και ο Morsi απέσυρε μια σειρά μεταρρυθμιστικών μέτρων λίγες ώρες αφότου τις είχε ανακοινώσει το γραφείο του. Η Τουρκία προσέφερε στην Αίγυπτο ευνοϊκούς όρους εμπορικών συμφωνιών και προώθησε τουρκικές ιδιωτικές επενδύσεις, αλλά η κυβέρνηση Morsi εμφανιζόταν όλο και πιο παραλυμένη. Καθώς η διαδήλωση της 30ης Ιουνίου πλησίαζε, ο Ερντογάν έστειλε τον επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Τουρκίας, Hakan Fidan, να επισκεφθεί τον Morsi. Οι παρεπόμενες αναφορές τόσο στα αιγυπτιακά όσο και στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης δείχνουν ότι η αποστολή του Fidan ήταν να προειδοποιήσει τον Morsi για επικείμενο πραξικόπημα και ίσως ακόμη και να συζητήσει το πώς να το αποτρέψουν. Όποια και αν είναι η πραγματική ουσία της επίσκεψης, εξελήφθη από τον αιγυπτιακό στρατό και τους πολιτικούς συμμάχους του ως η τελική απόδειξη της ευθυγράμμισης του Ερντογάν με τον Morsi και την Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Στις 3 Ιουλίου 2013, η Σίσι ανακοίνωσε ότι ο στρατός είχε απομακρύνει από την εξουσία τον Morsi, προκειμένου να «σώσει» την Αίγυπτο από το φάντασμα του εμφυλίου πολέμου. Η προσεκτικά καλλιεργημένη σχέση της Τουρκίας με την αιγυπτιακή ηγεσία είχε τελειώσει. Ο Ερντογάν αναφέρθηκε στον Σίσι ως «τύραννο» και κατηγόρησε την προσωρινή κυβέρνηση της Αιγύπτου για άσκηση «κρατικής τρομοκρατίας». Η Άγκυρα, εν τω μεταξύ, επέτρεψε σε τηλεοπτικούς σταθμούς υπέρ της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και εναντίον του Σίσι να λειτουργούν από την Τουρκία.
Τα αιγυπτιακά μέσα ενημέρωσης αντεπιτέθηκαν, κατηγορώντας την Τουρκία για υποστήριξη της τρομοκρατικής εκστρατείας κατά των αιγυπτιακών Υπηρεσιών ασφαλείας που αναπτύχθηκαν στην χερσόνησο του Σινά μετά την ανατροπή του Morsi από τον στρατό. Ο πρεσβευτής της Τουρκίας στο Κάιρο, Huseyin Avni Botsali, πέρασε από το να είναι αποδεκτός από όλο το φάσμα της αιγυπτιακής πολιτικής, στο να αντιμετωπίζει διαδηλώσεις κατά της Τουρκίας στην πόρτα της οικίας του. Η Τουρκία και η Αίγυπτος ακύρωσαν τα σχέδια τους για κοινές ναυτικές ασκήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ, τελικά, τον Νοέμβριο του 2013, το αιγυπτιακό Υπουργείο Εξωτερικών είπε στον Botsali να εγκαταλείψει την χώρα.
Από τότε, οι περιφερειακές πολιτικές έχουν γίνει πολύ πιο βίαιες. Το καλοκαίρι του 2014, ξέσπασε πόλεμος στην Γάζα. Την ώρα που ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, έτρεχε να διαμεσολαβήσει για την κατάπαυση του πυρός, η Τουρκία (το Κατάρ) και η Αίγυπτος προσέφεραν ανταγωνιστικά σχέδια ειρήνης. Οι Αιγύπτιοι αξιωματούχοι διαμαρτυρήθηκαν στους ομολόγους τους στις ΗΠΑ ότι η Τουρκία και το Κατάρ επεδίωκαν σκόπιμα να χρησιμοποιήσουν την Γάζα για να υπονομεύσουν τα αιγυπτιακά συμφέροντα.
Στην συνέχεια, στην Λιβύη, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα χρηματοδότησαν την γενική εκστρατεία του Khalifa Haftar ενάντια στις ισλαμικές πολιτοφυλακές, οι οποίες φαίνεται πως υποστηρίζονται από την Τουρκία. Τον Νοέμβριο του 2014 ο Σίσι έπαιξε ακόμα και το χαρτί της Κύπρου, οργανώνοντας μια συνάντηση κορυφής με τον Κύπριο και τον Έλληνα πρόεδρο με σκοπό να προωθήσει μια συμφωνία για την προμήθεια φυσικού αερίου από τα υποθαλάσσια κοιτάσματα στα ανοικτά των ακτών της Κύπρου στην Αίγυπτο. Ήταν σχεδόν βέβαιο πως ο Σίσι επεδίωκε να προκαλέσει την τουρκική εξουσία στην Ανατολική Μεσόγειο.
ΕΧΘΡΑ
Πέρα από τα γεωπολιτικά, υπάρχουν και προσωπικά ζητήματα στο παιχνίδι. Το καλοκαίρι του 2013, την περίοδο που ο Morsi αντιμετώπιζε ένα λαϊκό κύμα δυσαρέσκειας που τελικά οδήγησε στην αποπομπή του, ο Ερντογάν είχε να αντιμετωπίσει την δική του λαϊκή εξέγερση στην Τουρκία, το φιλελεύθερο κίνημα Gezi Park. Η απάντηση του Τούρκου ηγέτη ήρθε με την μορφή βίαιης καταστολής. Ο Ερντογάν είναι ο πιο ισχυρός ηγέτης της Τουρκίας, από την στιγμή που η χώρα έγινε μια πολυκομματική δημοκρατία το 1950. Ακόμα κι έτσι, ο Τούρκος ηγέτης φαίνεται να φοβάται πως εκείνο που είχε συμβεί στον Morsi θα μπορούσε να συμβεί και στον ίδιο. Εφ’ όσον ο Ερντογάν δεν είναι σε θέση να συμβιβαστεί με τις νέες πραγματικότητες της αιγυπτιακής πολιτικής, οι τουρκο-αιγυπτιακοί δεσμοί δεν μπορούν να εξομαλυνθούν.
Ταυτόχρονα, ο Σίσι βλέπει τον Ερντογάν ως αντίπαλο στις υποθέσεις του Λεβάντε και, το πιο σημαντικό, στην πολιτική. Ο Τούρκος ηγέτης, που ήταν σύμμαχος του Morsi, έχει κερδίσει τέσσερις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις, τρεις κοινοβουλευτικές και μια προεδρική, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον χρυσό κανόνα της ισλαμιστικής πολιτικής στην Μέση Ανατολή. Στην επιτυχία του Ερντογάν, ο Σίσι βλέπει την προσωποποίηση των πολιτικών του εχθρών. Αυτό υποδηλώνει πως οι σχέσεις ανάμεσα στην Τουρκία και την Αίγυπτο είναι απίθανο να ανακάμψουν στο προσεχές μέλλον, εφ’ όσον ο Ερντογάν και ο Σίσι είναι στην εξουσία. Πράγματι, η περιφερειακή αντιπαλότητα των δύο δυνάμεων είναι πιθανό να τροφοδοτήσει περαιτέρω συγκρούσεις που κυμαίνονται από την Γάζα ως την Κύπρο και το Ιράκ.
Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου