Παναγιώτης Ήφαιστος www.ifestosedu.gr Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών
Εισήγηση σε συνέδριο του Ινστιτούτου Γεωπολιτικών Μελετών “Εθνική Αναδημιουργία”
Η έννοια στρατηγική είναι δυναμική και σύνθετη. Κατά βάση, στρατηγική είναι η συνάρτηση μέσων και σκοπών για την εκπλήρωση των εθνικών συμφερόντων. Στέκομαι λοιπόν εξ αρχής τονίζοντας πως μια εθνική στρατηγική συμπεριλαμβάνει οτιδήποτε σχετίζεται με την εθνοκρατική ζωή. Μεταξύ άλλων, τους εθνικούς σκοπούς, τις διεθνείς σχέσεις του κράτους, τις απειλές, την αποτροπή των απειλών, τις συμμαχίες, τις διεθνείς θεσμικές συμμετοχές, τις διεθνείς συμφωνίες και την κοινωνική, στρατιωτική, διπλωματική και οικονομική οργάνωση. Η πνευματική υπόσταση, βέβαια, είναι τα θεμέλια της εθνοκρατικής ζωής.
Μια σύνθετη και καλά σχεδιασμένη υψηλή στρατηγική προϋποθέτει συμπερίληψη όλων των κριτηρίων και παραγόντων σε όλα τα πεδία ενδιαφέροντος, την χάραξη στρατηγικής για κάθε ένα πεδίο, την συνάρτησή διαφορετικών πεδίων ενδιαφέροντος όταν σχετίζονται μεταξύ τους, την συμπερίληψη εκτιμήσεων και σχεδιασμών για απρόβλεπτες καταστάσεις, την ιεράρχηση των σημασιών σε όλο το φάσμα και τον σχεδιασμό και εφαρμογή ιεραρχημένων επηρεασμού επηρεασμού όλων των πεδίων ενδιαφέροντος.
Ρητορικά μιλώντας, αυτά είναι σχετικά εύκολα και σχετικά ανέξοδα πράγματα. Άνθρωποι, πνεύμα, ιδέες και βέλτιστη αξιοποίηση των μέσων. Κάθε κράτος αφού υπάρχει, διαθέτει πλήθος κρατικών λειτουργών των οποίων η μέγιστη και βέλτιστη απόδοση όριο έχει τον ουρανό και αποστολή τους είναι η βέλτιστη και μέγιστη αξιοποίηση των μέσων που διαθέτει ένα έθνος. Αυτό βέβαια δεν ισχύει σε χώρες όπου το κράτος θεωρείται θέρετρο παρασίτων και λεηλατικό εργαλείο της μιας ή άλλης εφήμερης κλεπτοκρατικής εξουσίας.
Σε όλα τα κράτη όλων των εποχών, πάντως, τα πιο δύσκολα ζητήματα εθνικής στρατηγικής τίθενται στο επίπεδο της κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης που διασφαλίζει νομιμοποιητική κοινωνική βάση η οποία στηρίζει αδιάλειπτα και αταλάντευτα τις έσχατες εθνικές λογικές και τα έσχατα εθνικά συμφέροντα. Διαχρονικά τα έθνη βιώνουν τόσο κατηφορικές όσο και ανοδικές φάσεις της εθνικής τους ζωής. Ταξίδι προς την Ιθάκη είναι όλα τα ατομικά ή συλλογικά ενεργήματα του ανθρώπου, γεμάτη εμπόδια, τρικυμίες, κύκλωπες, Ποσειδώνες και πολλές εσχατολογικές Σειρήνες. Ο σωστός προσανατολισμός προς την Ιθάκη είναι κύριο ζήτημα.
Η καταστατική κοσμοθεωρητική αφετηρία που εάν κατακτηθεί –σχεδόν αν όχι πάντοτε μετά από ένα αγώνα ελευθερίας–, εφεξής προσφέρει πλέον τις προϋποθέσεις μιας σταθερής ανοδικής φοράς κίνησης, είναι η στιγμή κατάκτησης της εθνικής ανεξαρτησίας. Γιατί η εθνική ανεξαρτησία είναι η ελευθερία της κοινωνίας ή όπως λεγόταν στην κλασική εποχή το «ιδεώδες της ανεξαρτησίας». Προϋπόθεση για να κινείται ανοδικά ένα οποιοδήποτε έθνος, να συγκροτείται δημοκρατικά και να ασκεί αυτοδιάθεση σύμφωνα με την ετερότητά του είναι να ενισχύονται αδιαλείπτως τα θεμελιακά και καταστατικά κοσμοθεωρητικά θέσφατα της εθνικής ανεξαρτησίας.
Η σταθερότητα των πολιτειακών εποικοδομημάτων, ακριβώς, εξαρτάται από το κατά πόσο η καθημερινή σμίλευση ηθικών κριτηρίων που διέπουν τα κανονιστικά κριτήρια της διακυβέρνησης είναι συμβατά με τα υποκείμενα κοσμοθεωρητικά θεμέλια. Κοντολογίς, έθνος σημαίνει κοσμοθεωρητικές ουσίες και νοήματα που υποστασιοποιούνται με σύνθετο και πολυσήμαντο τρόπο στα πλαίσια της εθνοκρατικά ανεξάρτητης πολιτειακής ζωής.
Μόνο εθνοκράτη ανθρωπολογικά ζωντανά, δυναμικά και στρατηγικά προσανατολισμένα μπορούν να έχουν εθνικούς σκοπούς και έσχατα εθνικά συμφέροντα και να συγκροτούν στρατηγικές εκπλήρωσης αυτών των σκοπών. Για να το επιτύχουν πρέπει να υπάρχουν οι προϋποθέσεις συσπείρωσης των πολιτών γύρω από τα εθνικά συμφέροντα και να συνδυάζονται με βέλτιστο τρόπο τα μέσα που διαθέτουν.Όποια κράτη στερούνται αυτών προϋποθέσεων παραπαίουν ή και αποθνήσκουν. Υπέρτατο και έσχατο εθνικό συμφέρον όλων των εθνοκρατών είναι η εθνική επιβίωση μέσα σε ένα ως εκ της φύσεώς του άκρως ανταγωνιστικό διεθνές σύστημα.
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις απαιτούν, επίσης, μια πολιτειακή ζωή τα μέλη της οποίας δεν αλληθωρίζουν και που δεν είναι ηθικά και κοσμοθεωρητικά σχιζοφρενή. Είναι σχιζοφρενή όταν υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ των ηθικών και κανονιστικών δομών της πολιτειακής ζωής και των κοσμοθεωρητικών τους θεμελίων. Αλληθωρίζουν όταν αντί ακλόνητης προσκόλλησης στα εθνοκρατικά συμφέροντα αναζητούν κάποια μυστήρια ένωση του πλανήτη με το να κηρύττουν διεθνισμούς, κοσμοπολιτισμούς, παγκοσμιοποιήσεις και τα λοιπά, όλα αφέλειες και ασυναρτησίες που αντιβαίνουν στην εθνοκρατική υπόσταση. Όποτε εκδηλώνονται καταμαρτυρούν κραυγαλέα πολιτικοπνευματική παράκρουση και στα μικρά κράτη εξ ορισμού υπηρετούν τις μεταμφιεσμένες ηγεμονικές αξιώσεις κάθε ιστορικής συγκυρίας.
Το διεθνές πλαίσιο όπου αναπτύσσεται μια εθνική στρατηγική
Στο σημείο αυτό αντλώντας από τον Θουκυδίδη και τον Kenneth Waltz (Θεωρία διεθνούς πολιτικής, Εκδόσεις Ποιότητα, κα Άνθρωπος, Κράτος Πόλεμος, Εκδόσεις Ποιότητα) μπορούμε να συνοψίσουμε τα κύρια χαρακτηριστικά της διεθνούς πολιτικής μέσα στην οποία κινείται η Εθνική στρατηγική ενός κράτους.
Πρώτον, στο διεθνές σύστημα άνισων κρατών που αναπτύσσονται άνισα και το οποίο αποτελεί υαλοπωλείο μέσα παλεύουν αενάως ηγεμονικοί ελέφαντες «δίκαιο υπάρχει όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του, κι όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν όσα τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται». Οι Μήλιοι δεν το γνώριζαν με αποτέλεσμα (οι Αθηναίοι) σκότωσαν όσους Μηλίους ενήλικούς έπιασαν, κι έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Το νησί το αποικίσανε οι ίδιοι στέλνοντας αργότερα πεντακόσιους αποίκους».
Δεύτερον, η εθνική ανεξαρτησία ή με νομικούς όρους το καθεστώς της κρατικής κυριαρχίας όπως σήμερα καταγράφεται στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ σημαίνει διεθνή αναρχία. Δηλαδή, καταστατικά το διεθνές σύστημα ορίζεται από το γεγονός της απουσίας μιας ρυθμιστικής διεθνούς εξουσίας. Αναμφίβολα, αν εξέλειπαν τα αίτια πολέμου, θα είχαμε αποτελεσματικούς θεσμούς συλλογικής ασφάλειας.
Τρίτον, δεδομένου ότι έχουμε το αναπόδραστο δίδυμο κρατική κυριαρχία – διεθνής αναρχία που συμβολίζει το γεγονός της εθνικής ανεξαρτησίας, και δεδομένης της άνισης ανάπτυξης και των διλημμάτων ασφαλείας που αυτή προκαλεί, οι σχέσεις των κρατών είναι κατά βάση ανταγωνιστικές και συχνότατα συγκρουσιακές. Σε ένα τέτοιο σύστημα ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας. «Λόγια που να στηρίζονται στο δίκαιο δεν λείπουν από κανένα» μας προειδοποιεί ο αλάνθαστος Θουκυδίδης, όμως, «όσοι διατηρούν την ελευθερία τους το χρωστούν στη δύναμή τους». Έτσι, τα κράτη επιχειρώντας να αυξήσουν την ασφάλειά τους μειώνουν την ασφάλεια των άλλων, και τούμπαλιν, αενάως κυλιόμενα μέσα σε ένα αναπόδραστο φαύλο κύκλο διλημμάτων ασφαλείας. Επαρκής ισχύς και ασφάλεια είναι που διασώζει και όχι ευχολόγια, κατευνασμοί και φλούδες ελπίδες, στάσεις που βλάπτουν σοβαρά την κρατική υγεία.
Τέταρτον, στο συγκαιρινό διεθνές σύστημα τα κρατοκεντρικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του οποίου βαθαίνουν ολοένα. Κύριοι δρώντες της διεθνούς πολιτικής είναι τα εθνοκράτη και οι διεθνικοί δρώντες είναι εργαλειακού χαρακτήρα στα χέρια όποιου μπορεί να τους χρησιμοποιήσει για να αυξήσει την κρατική του ισχύ. Οι διεθνείς θεσμοί, επιπρόσθετα, αναπόδραστα είναι εξαρτημένες μεταβλητές της ισχύος. Σκεφτείτε ότι έτσι κατάντησαν ακόμη και οι υπερεθνικοί θεσμοί της ΕΕ, όπως τραγικά καταμαρτυρείται καθημερινά τα τελευταία χρόνια.
Προϋποθέσεις αξιοπιστίας μιας εθνικής στρατηγικής
Αφού συντομέψαμε το κοσμοθεωρητικό και ηθικοπνευματικό σκέλος και τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά της διεθνούς πολιτικής σε βαθμό που ενδεχομένως τα δολοφονήσαμε εννοιολογικά, θα σταθούμε με εξίσου σύντομο τρόπο στα εξής κριτήρια και παράγοντες αξιοπιστίας μιας εθνικής στρατηγικής.
- Ικανή πολιτική διακυβέρνηση επαρκώς δημοκρατικά νομιμοποιημένη
- Ποιοτική και ποσοτική επάρκεια πολεμικών μέσων
- Αξιόμαχη στρατιωτική ηγεσία
- επεξεργασμένα επιτελικά σχέδια
- υποστηρικτική οικονομική υποδομή
- υποστηρικτικό εθνικό φρόνημα
- ικανή και αξιόπιστη πολιτική ηγεσία
- σταθερότητα στόχων και προσεγγίσεων ανεξάρτητα πολιτικών διακυμάνσεων
- πλήρης συνεργασία πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας
- ετοιμότητα / αποφασιστικότητα προάσπισης εθνικού συμφέροντος
- αποτελεσματικές συμμαχίες
- ποιότητα διπλωματίας
- υποστηρικτικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις
- διαρκής βελτίωση της αποτρεπτικής φήμης και αξιοπιστίας της χώρας
- Δίνονται διαρκώς παραστάσεις ικανότητας και αποφασιστικότητας άμυνας κατά όσων απειλούν τα εθνικά συμφέροντα.
- Καλλιεργούνται ακατάπαυστα τα κάθε είδους ερείσματα μιας χώρας στην περιφέρειά της.
- Υπάρχει επαρκής ικανότητα επηρεασμού της κατανομής ισχύος και συμφερόντων μιας χώρας στην περιφέρειά της. Αυτό είναι και το κύριο στρατηγικό έρεισμα ενός περιφερειακού κράτους.
- Εγρήγορση για συμμαχίες και επανεξέτασή τους σύμφωνα με τις εναλλαγές και ανακατανομές ισχύος και συμφερόντων.
- Υπάρχει επαρκής ικανότητα να δημιουργηθεί διπλωματικό κόστος
- Υπάρχουν δεξιότητες δημιουργίας αποτρεπτικού ψυχολογικού κόστους
- Υπάρχουν ικανές μυστικές υπηρεσίες που επιτρέπουν επαρκή γνώση των αντιπάλων και κυρίως της πολιτικοστρατιωτικής του τρωτότητας.
- Χαράσσονται κόκκινες γραμμές πέραν των οποίων υπάρχει αταλάντευτη άρνηση νομιμοποίησης αναθεωρητικών αξιώσεων και τετελεσμένων.
- Αναπτύσσονται διαρκείς «πελατειακές σχέσεις» με τις μεγάλες δυνάμεις επί ζητημάτων κατανομής ισχύος και συμφερόντων υπό το πρίσμα ενός σταθερού σκοπού οι ασύμμετρες σχέσεις ισχύος να κατατείνουν προς συμμετρικές συναλλαγές.
- Τέλος αλλά όχι το τελευταίο, κάθε χώρα θέτει μια απροσπέραστη για τους τρίτους κόκκινη γραμμή. Αυτή είναι η διεθνής νομιμότητα.Απαιτείται να μπορεί να κατοχυρώνει την κρατική κυριαρχία που προβλέπει η διεθνής νομιμότητα όταν άλλα κράτη διαφωνούν ενώ ταυτόχρονα αρνούνται την αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών με βάση αυτήν νομιμότητα. Για παράδειγμα, το δίκαιο της Θάλασσας όσον αφορά τα 12 μίλια, η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και τα στρατεύματα εισβολής και κατοχής μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Και το αντίστροφο για την καθοδική τροχιά: Οι πολίτες αφήνουν τις κοσμοθεωρίες τους, εκμηδενίζονται ηθικά και ανθρωπολογικά, τα κανονιστικά εποικοδομήματα σαπίζουν και τα πάντα πλέον κατηφορίζουν προς το τέλμα και την πλήρη εκμηδένιση.
Στρατηγική των Μεγάλων Δυνάμεων: Ελέφαντες σε υαλοπωλείο
Συντομογραφικά και πριν αναφερθούμε στο διεθνές υποσύστημα της περιφέρειάς μας θα προχωρήσουμε στην περιγραφή των στρατηγικών των μεγάλων δυνάμεων. Με βάση την εμπειρία της περιόδου των τελευταίων αιώνων και τις συντρέχουσες στάσεις και συμπεριφορές η συγκρουσιακή τροχιά είναι προδιαγεγραμμένη. Λόγω περιορισμένου χρόνου δεν εξετάζω τα βαθύτερα αίτια αλλά μόνο τις κύριες πτυχές των στρατηγικών τους.
Οι μεγάλες δυνάμεις υιοθετούν μορφικά πανομοιότυπες στρατηγικές τις οποίες όσοι δεν ήταν τυφλοί τις έβλεπαν καθαρά ήδη το 1990.Όσο προχωρούμε στον 21ο αιώνα αναμενόμενα εντείνονται και πυκνώνουν προδιαγράφοντας το παγκόσμιο στρατηγικό περιβάλλον των δεκαετιών που επέρχονται.
Πρώτον η κάθε μια εξ αυτών αναπτύσσει διαρκώς την ισχύ της με το βλέμμα στραμμένο σε πρώτη φάση την επίτευξη περιφερειακής ηγεμονίας και στην συνέχεια αν μπορέσει την επίτευξη παγκόσμιας επικυριαρχίας.
Δεύτερον, προσπαθώντας να το επιτύχουν οι μεγάλες δυνάμεις διαθέτουν επιθετικές δυνάμεις που κατατείνουν σε στρατιωτικές ικανότητες πλανητικής προβολής ισχύος. Επιχειρούν τόσο να καθυποτάξουν τα γειτονικά τους κράτη όσο και να εξισορροπήσουν τυχόν άλλες μεγάλες δυνάμεις της δικής τους περιφέρειας. Για να το επιτύχουν επιδιώκουν να αποκτήσουν όσο μεγαλύτερο μερίδιο μπορούν του παγκόσμιου πλούτου.
Τρίτον, όταν μια μεγάλη δύναμη κοντεύει να κατακτήσει θέση περιφερειακού ηγεμόνα μια άλλη ή περισσότερες άλλες μεγάλες δυνάμεις εκτελούν υπερπόντιες εξισορροπήσεις με επεμβάσεις και κάθε άλλη προσπάθεια ελέγχου της κατανομής ισχύος με σκοπό την ακύρωση της επίτευξης περιφερειακής ηγεμονίας.
Τέταρτον, η πάλη των ελεφάντων είναι συντριπτική για τα περιφερειακά κράτη, ιδιαίτερα για τα αδύναμα κράτη, τα παραπαίοντα και αυτών των οποίων οι κοινωνίες παραμυθιάζονται εύκολα παραμελώντας τα εθνικά τους συμφέροντα.
Μεταξύ άλλων και συνήθως αδιαφανώς στην βάση μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στρατηγικών σχεδιασμών, υιοθετούν και εφαρμόζουν στρατηγικές κατατριβής τρίτων για να επιτύχουν το επιθυμητό επίπεδο κατανομής ισχύος (προωθούν συγκρούσεις αδιακρίτως σε μια κατάσταση όπου εχθροί κα φίλοι εναλλάσσονται με λογικές που εξυπηρετούν συγκεκριμένες κατανομές ισχύος).
Μεταφέρουν βάρη με συγκρότηση τυπικών ή άτυπων συμμαχιών ή με καλλιέργεια διενέξεων που εξωθούν τρίτα κράτη σε στάσεις που ευνοούν την εκπλήρωση των δικών τους στρατηγικών συμφερόντων. Συχνά η απόκτηση ισχύος και πλουτοπαραγωγικών πόρων με ευθεία επίθεση κατά περιφερειακών κρατών δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Συχνά επίσης βραχυχρόνια μπορεί ενισχύσουν και αυριανούς εχθρούς προκειμένου να επιτύχουν την εκπλήρωση των στρατηγικών τους σκοπών. Σε κάποιες διενέξεις συνεργάζονται υπόγεια με αμφότερους τους εμπλεκομένους. Απειλούν, εκβιάζουν, εφαρμόζουν στρατηγικές μαλακής ισχύος (soft power), ροκανίζουν τις πολιτικές ανθρωπολογίες άλλων κρατών με μεταμοντέρνα εθνομηδενιστικά ιδεολογήματα.
Προχωρώντας στον 21ο αιώνα η ανάλυση που στηρίζεται στην Θουκυδίδεια παράδοση, έχει ήδη προβάλει πιθανά εναλλακτικά σενάρια των ηγεμονικών συγκρούσεων (John Mearsheimer, Η τραγωδία της στρατηγικής των μεγάλων δυνάμεων - Εκδ. Ποιότητα). Σημασία έχει να γίνει κατανοητό ότι υπάρχει διαχρονική μορφική και δομική ομοιότητα των στρατηγικών γύρω από δύο από κύριους άξονες:
Ο ένας είναι ότι μια ανερχόμενη μεγάλη δύναμη η οποία επιδιώκει για περιφερειακή ηγεμονία έχει το βλέμμα στραμμένο προς την παγκόσμια επικυριαρχία.
Ο δεύτερος είναι ότι μόλις μια άλλη δύναμη κοντεύει να επιτύχει την περιφερειακή ηγεμονία άλλες μεγάλες δυνάμεις αρχίζουν ένα φαύλο κύκλο εξισορρόπησής της.
Στην βάση προβολών υφιστάμενων συντελεστών ισχύος θα μπορούσαμε να μνημονεύσουμε μερικές πιθανές αξιώσεις περιφερειακής ηγεμονίας: Ανάδειξη της Γερμανίας σε περιφερειακό ηγεμόνα ή ισορροπία Γερμανίας και Ρωσίας οπότε η Αμερικανική στρατηγική παρουσία περιττεύει. Ισορροπία και σταθερότητα στο ήδη πολυπολικό ηγεμονικό σύστημα της Νότιας Ασίας όπου η Κίνα, η Ινδία και η Ιαπωνία ακονίζουν τις αξιώσεις ηγεμονίας. Κανείς μπορεί να προχωρήσει και σε άλλες περιφέρειες για να εξετάσει τις προβολές ισχύος για να προβλέψει την διπλωματία και την στρατηγική των μεγάλων δυνάμεων στον ορίζοντα του 21ου αιώνα που προσδιορίζει τον φαύλο κύκλο των ανταγωνισμών, των συγκρούσεων, των υπερπόντιων εξισορροπήσεων και των συμπληγάδων μέσα στις οποίες εγκλωβίζονται οι περιφερειακές διενέξεις.
Αυτή λοιπόν είναι η μεγάλη πλανητική εικόνα του πολυπολικού εικοστού πρώτου αιώνα τον οποίο κάποιοι μυστήρια περιέγραψαν ή συνεχίζουν να τον περιγράφουν ως ανθόσπαρτο και γεμάτο καλοκάγαθους περιπατητές της παγκοσμιοποίησης των φαντασιώσεών τους.
Διεθνής πολιτική και η περιφέρεια στην οποία ανήκει η Ελλάδα
Οι επισημάνσεις που προηγήθηκαν βοηθούν στην κατανόηση της κατάστασης που θα επικρατήσει τον 21ο αιώνα σε όλο το φάσμα που καλύπτει η ζώνη που αρχίζει από το Αιγαίο και φτάνει στον Καύκασο. Χρήζει να υπογραμμιστεί ότι η εθνική στρατηγική δεν μπορεί να χαραχτεί και εφαρμοστεί καθισμένη πάνω σε σύννεφα αυταπάτης και ψευδαισθήσεων.
Στην Ελλάδα τουλάχιστον, τις δύο τελευταίες δεκαετίες κάθε περιγραφή της πραγματικότητας την λιθοβολούσαν είτε μύωπες είτε επιστημονικά μεταμφιεσμένοι χρήσιμοι ηλίθιοι των ηγεμονικών αξιώσεων ισχύος. Ποια είναι λοιπόν η πραγματικότητα στην ευρύτερη στην οποία ανήκει η Ελλάδα;
Πρώτον, καθ’ όλη την διάρκεια της σύγχρονης εποχής η ζώνη από την Ευρώπη μέχρι την Μέση και Μείζονα Ανατολή αποτέλεσε την κρισιμότερη γεωπολιτική ζώνη της ηγεμονικής αντιπαράθεσης. Αυτό συνεχίστηκε στον Ψυχρό Πόλεμο και μετά από αυτόν μέχρι σήμερα.Πλουτοπαραγωγικοί πόροι, οικονομία, φυσικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά, θρησκείες, πολιτισμός, κοινωνική συνοχή των πληθυσμών και τεχνολογική ανάπτυξη, είναι μεταξύ άλλων παράγοντες που συνεκτιμούνται προσδιορίζοντας το στρατηγικό ενδιαφέρον των μεγάλων δυνάμεων και την επεμβατική τους δραστηριότητα. Μέχρι τον 20ό αιώνα η ναυτική δύναμη που ήλεγχε στρατηγικά αυτή την περιοχή εμποδίζοντας την εκάστοτε ηπειρωτική δύναμη να καταστεί περιφερειακός ηγεμόνας ήταν η Μεγάλη Βρετανία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες την διαδέχθηκαν και μέχρι τις μέρες μας αναπτύσσει έντονη επεμβατική δραστηριότητα κάθε είδους.
Δεύτερον, ανιχνεύονται δύο κύριες ειδοποιοί διαφορές σε σχέση με το παρελθόν. Αφενός το φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Νότιο Αιγαίο καθιστά τις στρατηγικές παραμέτρους της ενέργειας πιο σύνθετες. Αφετέρου, μόλις τώρα γίνεται αισθητή η είσοδος στην μετά-Αποικιακή εποχή. Ποιο συγκεκριμένα, η αποτίναξη του αποικιακού ζυγού τον 19ο και 20ο αιώνα δεν είχε γίνει δραστικά αισθητή μέχρι και το τέλος την μεταψυχροπολεμική εποχή επειδή όλα σχεδόν τα κράτη που απελευθερώθηκαν στην συνέχεια και για ένα περίπου αιώνα εγκλωβίστηκαν στις συμπληγάδες της ηγεμονικής διαπάλης του Ψυχρού Πολέμου.
Η είσοδος στην μεταψυχροπολεμική εποχή το 1990 συμβόλιζε μια διττή αφετηρία. Αφενός, κατά την διάρκεια της μεταψυχροπολεμικής εποχής ενεργοποιήθηκαν κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις οι οποίες άλλοτε ήταν υποκινούμενες στο πλαίσιο του διαρκούς παρεμβατισμού των μεγάλων δυνάμεων και άλλοτε ήταν πηγαίες και φυσιολογικές οδηγώντας τις πλείστα μεγάλα και μικρά έθνη να θέσουν σε κίνηση δραστικές καθεστωτικές αλλαγές που καθιστούν την περιοχή αγνώριστη και που δημιουργούν μια δυναμική και κινούμενη στρατηγική δίνη. Μικρά και μεγάλα ιστορικά έθνη με πανίσχυρες και μακραίωνα πνευματικά και πολιτισμικά σμιλευμένες υποκείμενες ανθρωπολογίες γίνονται σταδιακά πιο αυτόνομοι διεθνείς παίχτες γεγονός που καθιστά δυσχερέστερο τον πολιτικό και στρατηγικό έλεγχο της περιοχής. Για να το πούμε διαφορετικά, για τις στρατηγικές των μεγάλων δυνάμεων είναι ένα πολύ πιο δύσκολο στρατηγικό πεδίο σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη ιστορική φάση μετά τον 16ο αιώνα.
Αφετέρου, στην ιστορικά στρατηγικά κρίσιμη ζώνη που αρχίζει από τον Καύκασο και φτάνει στις Δυτικές Ακτές της Αφρικήςενεργοποιήθηκαν δεκάδες εστίες δραστικών ενδοκρατικών και διακρατικών ανακατατάξεων. Η αστάθεια που αυτό προκαλεί εξ αντικειμένου θα είναι παρατεταμένη και θα διαρκέσει πολλές δεκαετίες μέχρι και την σταθεροποίηση νέων ισορροπιών. Μέχρι τότε η ευρύτερη περιοχή μας θα είναι ασταθής, ευμετάβλητη και εν πολλές απρόβλεπτη.
Αυτά μπορούμε να τα πούμε και διαφορετικά. Οι πολιτικές εξουσίες των μεγάλων δυνάμεων δεν έχουν μπροστά τους κατιτί το οποίο μπορούν να γνωρίζουν. Η σύγχρονη πολιτική παράδοση των δυτικών τουλάχιστον δυνάμεων γνώρισε δύο μόνο εικόνες.
Την οικεία δική τους εικόνα αυτοπεποίθησης και ισχύος όταν σταδιακά από τον 16ο μέχρι τον 20ο αιώνα οι πρώην δουλοπάροικοι της μετά-Μεσαιωνικής εποχής εξελίχθηκαν σε πειθαρχημένους υπηκόους μέσα στις οικείες εύτακτες μετά-ηγεμονικές κρατικές δομές των.
Η άλλη εικόνα ήταν αυτή που οι πολιτικές ηγεσίες είχαν για τις υπόλοιπες κοινωνίες τους πέντε τελευταίους αιώνες. Ήταν είτε ηττημένες και υπόδουλες κατά την διάρκεια της αποικιοκρατικής εποχής είτε υποχείρια και ποδογετούμενες κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά πνευματικά και πολιτικά ελίτ συνεχίζουν να έχουν αυτές τις δύο εικόνες που δεν ισχύουν πλέον. Ιδιαίτερα, στον εκτεταμένο γεωγραφικό χώρο Ανατολικά του Αιγαίου μέχρι την Ινδία και την Κίνα όπου συγκροτήθηκε ο πολιτικός πολιτισμός –και όπου παρά την στρατιωτική κατοχή του ποτέ δεν έπαυσε να εμπεριέχει έθνη με ισχυρά ανθρωπολογικά υπόβαθρα– το κοινωνικό, πολιτικό και στρατηγικό πεδίο είναι νέο και πρωτόγνωρο. Σίγουρα είναι κινούμενο, απρόβλεπτο και αστάθμητο: Οι ανθρωπολογικά πάμπλουτες και πνευματικά μεστές κοινωνικές οντότητες μεταλλάσσονται εκρηκτικά αποτινάσσοντας τα παλιά μετά-αποικιακά καθεστώτα αναζητώντας πολιτειακά συστήματα συμβατά με την ετερότητά τους.
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις στην ζώνη που αρχίζει από τον Καύκασο και φτάνει στο Μαρόκο προβάλλονται τάσεις μεγάλης αστάθειας που είναι ήδη αισθητές και που αναμένεται να είναι παρατεταμένες, αστάθμητες και απρόβλεπτες.
Η αστάθεια αυτή θα είναι αυξητική με τρόπο ευθέως ανάλογο των αναπόδραστων ηγεμονικών στρατηγικών επέμβασης στις γραμμές που προαναφέραμε. Πολύ περισσότερο από ότι τους παρελθόντες αιώνες της αποικιακής και ψυχροπολεμικής εποχής, στις μέρες μας συμπλέκονται δυναμικά και αστάθμητα η γεωγραφία, ο πολιτισμός, οι θρησκείες, η ιστορία, οι πλουτοπαραγωγικοί πόροι, οι στρατιωτικές ικανότητες και δύο νέα στοιχεία.
Από την μια πλευρά είναι η άπιαστη εξέλιξη της τεχνολογίας που αλλάζει δραστικά πολλά δεδομένα συμπεριλαμβανομένων της πυρηνικής τεχνολογίας, των στρατιωτικών ικανοτήτων και των επικοινωνιών σε ένα ευρύ φάσμα των δραστηριοτήτων του ανθρώπου όπου αντίθετα με το παρελθόν έχουν πρόσβαση σε αυτές οι πάντες, μαζικά, διαδομένα και ανεξέλεγκτα.
Από την άλλη πλευρά, βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη το προαναφερθέν γεγονός της αύξησης του αριθμού των μεγάλων δυνάμεων καθιστώντας τον 21ο πολυπολικό. Πολυπολικό όμως πλανητικά και όχι μόνο στην Ευρώπη όπως συνέβαινε από τον 16ο μέχρι τον 20ό αιώνα.
Το πολυπολικό σύστημα, υπενθυμίζω είναι ένα πολύ πιο σύνθετο στρατηγικό περιβάλλον, ιδιαίτερα υπό το προαναφερθέν πρίσμα της εισόδου μας στην μετά-αποικιακή εποχή αλλά και της χειραφέτησης μικρών και μεγάλων εθνών, καθώς και των τεχνολογικών εξελίξεων.
Νέες μεγάλες δυνάμεις εισέρχονται ήδη στο στρατηγικό παιχνίδι κάνοντας διαρκώς αισθητό ότι αμφισβητούν το μονοπώλιο του ελέγχου του παγκόσμιου πλούτου από τις δυνάμεις που κυριαρχούσαν κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Επιχειρώντας να αποκτήσουν πρόσβαση και ερείσματα στους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της Μέσης και Μείζονος Ανατολής και της Μεσογείου καθιστούν την γεωστρατηγική αντιπαράθεση πολύ πιο δυναμική, σύνθετη και ρευστή. Κανείς δεν έχει παρά να προσέξει τις εξελίξεις στον Περσικό κόλπο και στην Ανατολική Μεσόγειο για να το διαπιστώσει αμέσως.
Υποστηρίζουμε λοιπόν ότι η κυρίαρχη πολιτική κουλτούρα της Δύσης δεν επιτρέπει στις κυβερνήσεις να αντιληφθούν επακριβώς, επαρκώς και ορθολογικά τι σημαίνουν οι κοσμοϊστορικού χαρακτήρα εξελίξεις στο ιστορικό χώρο Ανατολικά του Αιγαίου και κυρίως το πώς μεταφράζεται πολιτικά και στρατηγικά η ανθρωπολογική εξέγερση του επί αιώνες αποικιοκρατούμενου ιστορικού ανθρώπου.
Οι μόνοι οι οποίοι ενδεχομένως θα μπορούσαν να έχουν στοιχειώδη έστω ιστορική και ανθρωπολογική θέαση αυτών των εξελίξεων είναι οι Ισραηλινοί και ίσως οι μετά-Σοβιετικοί Ρώσοι, οι Έλληνες και οι Τούρκοι ή οτιδήποτε απομείνει από την σχεδόν αναπόδραστη διαίρεση της σημερινής Τουρκίας αν δημιουργηθεί ένας μεγάλος κουρδικός πολιτικός και ίσως κρατικός σχηματισμός που αρχίζει από το Ιράκ και το Ιράν, περνάει από την Ανατολική Τουρκία και φτάνει στην Συρία.
Η ανθρωπολογική μυωπία των δυτικών δυνάμεων είναι κραυγαλέα. Αδυνατούν να κατανοήσουν το πασίδηλο, ότι δηλαδή στην περιφέρειά μας θα επικρατεί αστάθεια για πολλές δεκαετίες και ότι εξ αντικειμένου οι μόνες ανθρωπολογικά και πολιτειακά προβλέψιμες χώρες είναι η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά η μυωπική στάση απέναντι στην Ελλάδα από το 2009 και εντεύθεν.
Κουρδικό ζήτημα ή τουρκικό ζήτημα – Ελλάδα, Κύπρο, Ισραήλ
Τηλεσκοπικά αναφέρω μερικά ακόμη στοιχεία που συνθέτουν το γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό περιβάλλον της περιφέρειάς μας. Τα Βαλκάνια και Ανατολική Μεσόγειος είναι το κομβικό γεωγραφικό σημείο μεταξύ Ανατολής – Δύσης και Βορρά – Νότου. Αυτό τις καθιστά στρατηγικά σημαντικές όσον αφορά τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πόρων, των προσβάσεων σε αυτούς και των διαύλων διακίνησής αυτών των πόρων.
Η άσκηση επιρροής και εποπτείας στα πνευματικά, πολιτισμικά και πολιτικά δρώμενα της ευρύτερης περιοχής καθίσταται αμφίπλευρη σύνθετη καθότι στους οργανωμένους στρατηγικούς δρώντες προσφέρονται μεγαλύτερες ευκαιρίες δράσης και στους λιγότερο οργανωμένους καθίσταται ένας δυσχερέστερος όπως είπαμε γεωπολιτικός χώρος.
Ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί η Τουρκία σε συνάρτηση με τις μεγάλες ανακατατάξεις στην περιοχή και κυρίως αναφορικά με το κουρδικό ζήτημα, οι προσβάσεις στον Βόσπορο, το ποιος ελέγχει νομικά και στρατηγικά το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο και η επιθετική ή αποτρεπτική ισχύς των εκάστοτε αντιπαρατιθέμενων κρατών, είναι όλοι παράγοντες που αποκτούν πρόσθετη σημασία.
Εάν σταθούμε στον οριζόντιο γεωπολιτικό άξονα Ανατολικά και Δυτικά του Αιγαίου δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Κύπρος, όπως σωστά επισημαίνει ο Αχμέτ Νταβούτογλου στο Στρατηγικό Βάθος (Εκδόσεις Ποιότητα), αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αν όχι το σημαντικότερο γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό σημείο του πλανήτη. Σε αυτό το γεγονός προστίθενται και πλουτοπαραγωγικοί πόροι της Ανατολικής Μεσογείου και η Αραβο-Ισραηλινή, η Ισραηλινο-Τουρκική και Ισραηλινο-Ιρανική αντιπαράθεση ανάλογα με το πώς εξελιχθούν η κάθε μια ξεχωριστά η σε συνδυασμό.
Το ακροτελεύτιο σημείο στην δυτική πλευρά του άξονα αυτού, επίσης, είναι και το ιστορικό ανάχωμα κατά της προς δυτικά κίνησης των Ανατολικών δυνάμεων. Χωρίς περιστροφές υποδηλώνουμε ότι η ελληνική οικονομική κρίση της δεκαετίας του 2010 δημιουργεί ένα πρωτόγνωρο στρατηγικό κενό πηγή αστάθειας και απρόβλεπτων εξελίξεων. Ενδεικτικά, θα μπορούσαμε να δούμε μερικές πτυχές του αναδυόμενου περιφερειακού περιβάλλοντος υπό το πρίσμα στρατηγικών επιλογών που αφορούν την Ελλάδα.
Μεταψυχροπολεμικά και σε αντίθεση με την συμβατική σοφία μερικών τεχνοκρατών του Αμερικανικού Πενταγώνου και εξαρτημένων από αυτό ιδρυμάτων προτάσεων πολιτικής, η στρατηγική σημασία της Ελλάδας τον 21ο αιώνα είναι δυνητικά πολύ μεγαλύτερη σε σύγκριση με τον Ψυχρό Πόλεμο.
Το αντίθετο θα ίσχυε αν υπήρχε δυνατότητα για μια σταθερή Τουρκία χωρίς όμως αξιώσεις να καταστεί περιφερειακός ηγεμόνας. Το ότι μια τέτοια ηγεμονία προσπαθεί να κατακτήσει η νέο-Οθωμανική Τουρκία καταμαρτυρείται όχι μόνο διαβάζοντας το εγχειρίδιο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής το βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου Στρατηγικό βάθος και το ακόμη πιο σημαντικό Εναλλακτικές Κοσμοθεωρίες όπου καταγράφεται το πραγματικό βάθος των νέο-Οθωμανικών αξιώσεων. Τα λόγια, οι στάσεις και οι συμπεριφορές της νέο-Οθωμανικής διακυβέρνησης από το 2002 μέχρι σήμερα μαρτυρούν κλασικές αξιώσεις περιφερειακής ηγεμονίας.
Κανονικώς εχόντων των πραγμάτων στην βάση πάγιων συμπεριφορών, εάν η Τουρκία κόντευε να γίνει περιφερειακός ηγεμόνας η εξισορροπητική παρέμβαση μιας ή περισσοτέρων μεγάλων δυνάμεων είναι νομοτελειακά δεδομένη.
Εάν αντίστροφα η Τουρκία κατακερματιστεί ελέω φρικτών διπλωματικών λαθών απίστευτου ερασιτεχνισμού την τελευταία δεκαετία, στον χώρο της Μικράς Ασίας και πέραν αυτής θα αναδυθεί ένα νέο Ανατολικό ζήτημα μεγαλυτέρων αυτή των φορά διαστάσεων και πιο πολύπλοκο.
Υπό το πρίσμα αυτών των τάσεων η θέση και ο δυνητικά πολύ μεγάλος ρόλος της Ελλάδας εξαρτάται από το κατά πόσο θα επιβιώσει της κυριολεκτικά μυστήριας και περίεργης κρίσης που διανύουμε. Μια κρίση η οποία ανεξαρτήτως λαθών του μπορούσε να μην είχε βαθύνει με μια διαδοχή λαθών που υποδηλώνουν εγκατάλειψη της Ελληνικής Εθνικής Ανεξαρτησίας από τα μεταπολιτευτικά ελίτ διακυβέρνησης. Η στρατηγική σημασία της Ελλάδας πάντως δεν είναι ανεξάρτητη των οικονομικών υποθέσεων.
Σε κάθε περίπτωση και για να θυμηθούμε το δίλημμα του Στάλιν «ψωμί ή τανκς» ακόμη και εάν η υπέρβαση της οικονομικής κρίσης δεν είναι εφικτή βραχυχρόνια, δεν υπάρχει πολυτέλεια η Ελλάδα να μην διαθέτει επαρκή αποτρεπτική ισχύ. Το πραγματικό δίλημμα βέβαια είναι μεταξύ επαρκούς αποτρεπτικής ισχύος και συνέχισης της υπερπολυτελούς ασυδοσίας των ληστών της λεγόμενης λίστα Λακάρτ
Στο ανισοσκελές τετράγωνο Κύπρος, Θράκη, Κέρκυρα και Κρήτη, επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει επαρκής αποτρεπτικός σχεδιασμός που θα αποθαρρύνει κάθε σκέψη εισβολών ή παρενόχλησης.
Υπό το πρίσμα των πιο πάνω δεδομένων, ο εκ μέρους της Ελλάδας στρατηγικός έλεγχος του Αιγαίου και ο προσπορισμός οφελών από τον υποθαλάσσιο πλούτο σύμφωνα με την διεθνή νομιμότητα είναι κάτι περισσότερο από ζωτική υπόθεση. Είναι ζήτημα εθνοκρατικής επιβίωσης. Εκτός από δραστικές στρατηγικές διεξόδου από την κρίση που θα επιτρέψουν επιστροφή στην ανάπτυξη, η αποκέντρωση για να καταστεί η Ελλάδα πιο ανταγωνιστική στους τομείς της γεωργίας και της φιλικής με το περιβάλλον τεχνολογικής ανάπτυξης είναι εξίσου σημαντικά ζητήματα.
Η αποκέντρωση αυτή, ασφαλώς, κτίζοντας πάνω στην εθνική ομοιογένεια των ελληνικών κοινοτήτων, θα πρέπει να διασφαλίζει ισορροπία μεταξύ δημιουργικότητας και ισχυρής κεντρικής διακυβέρνησης στους τομείς της εθνικής ασφάλειας, των μακροοικονομικών αποφάσεων και της εσωτερικής ευνομίας, τάξης και ασφάλειας. Η επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας επιπλέον, είναι ευθέως συναρτημένη με την επιβίωση του νεοελληνικού κράτους και την δυνατότητά του να αναπτύξει μια ισχυρή αποτρεπτική στρατηγική με όποια μέσα και αν διαθέτει.Το ζήτημα αυτό το έχουμε αναλύσει σε άλλες δημοσιεύσεις και γι’ αυτό δεν επεκτεινόμαστε.
Γεωπολιτική και γεωστρατηγική δίνη Ανατολικά του Αιγαίου
Επανερχόμενοι στις στρατηγικές, κοινωνικοπολιτικές και διακρατικές ανακατατάξεις Ανατολικά του Αιγαίου, η γεωπολιτική και γεωστρατηγική δίνη που δημιουργούν δεν ερμηνεύονται με στατικούς φακούς της αποικιακής εποχής. Η Τουρκία με το να διακηρύττει και να επιχειρεί να καταστεί ένας περιφερειακός ηγεμόνας και δυνητικά παγκόσμια δύναμη, αστόχησε σε τρία επίπεδα που ενδιαφέρουν ζωτικά την γεωπολιτική της περιοχής αλλά και που επαναπροσδιορίζουν την θέση και τους ρόλους της Ελλάδας, της Κύπρου, του Ισραήλ και της ίδιας της Τουρκίας ή ότι απομείνει από αυτήν.
Το πρώτο επίπεδο είναι η πραγματική κατάσταση της Τουρκίας την τελευταία δεκαετία. Η εικόνα είναι ευδιάκριτη: Ένας περιφερειακός γίγαντας με πύλινα πόδια ο οποίος μάλιστα νόμισε ότι μπορεί να τρέχει πριν μάθει να περπατά, να κλωτσά και να απειλεί ακόμη και κατά μιας απείρως υπέρτερης περιφερειακής δύναμης, δηλαδή του Ισραήλ, κράτος του οποίου έθιξε τα ζωτικά, τα έσχατα και τα υπαρξιακά συμφέροντα επιβίωσης. Επιπλέον, εκτός από το έθνος των Κούρδων που είναι πλέον εξαπλωμένο σε όλη την επικράτεια της Τουρκίας και που παραμονεύει να αποκτήσει την εθνική του ανεξαρτησία είναι και οι απίστευτοι ερασιτεχνισμοί στην Συρία που θυμίζει μαθητευόμενο μάγο.
Το δεύτερο επίπεδο είναι η ισλαμική δυναμική υπό τις νέες διεθνείς συνθήκες ενός κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος. Η ισλαμική δυναμική αφορά όποια περιοχή ζουν πιστοί μουσουλμάνοι αλλά πιο ζωτικά την ευρύτερη περιφέρεια Ανατολικά του Αιγαίου μέχρι και την Ινδία. Πιο συγκεκριμένα, η μετά-αποικιακή εποχή στην οποία προαναφερθήκαμε δεν είναι κατ’ ανάγκη αυτή που περιγράφει ο Αχμέτ Νταβούτογλου στο Εναλλακτικές Κοσμοθεωρίες. Μια δηλαδή περίπου γρήγορη και ηγεμονευμένη από την Τουρκία (όπως υπαγορεύει στοΣτρατηγικό βάθος) ανάδειξη μιας παν-ισλαμικής οντότητας.
Μπορεί οι υποκείμενες ανθρωπολογίες των ιστορικών εθνών να διαιωνίσθηκαν και να αυτοσυντηρήθηκαν παρά την αποικιοκρατία πλην δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι το διεθνές σύστημα που αναπτύχθηκε μετά την Συνθήκη της Βεστφαλίας και κωδικοποιήθηκε με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ το 1945 δημιούργησε μια πλανητική κρατοκεντρική δομή δύο εκατοντάδων κρατών με κρατική κυριαρχία εδαφικά οριοθετημένη.
Στα περισσότερα κράτη οι ηθικές, δικαιακές και ενίοτε και κοσμοθεωρητικές θεμελιώσεις στο κάθε ένα κράτος ξεχωριστά είναι ισχυρότερες θρησκευτικών ή ακόμη και εθνικών συγκλίσεων. Αναμφίβολα, κατά την διάρκεια των δεκαετιών που επέρχονται ενδέχεται να υπάρξουν ανακατατάξεις εντός και μεταξύ των κρατών που ενδέχεται να συμπεριλαμβάνουν και εδαφικούς επαναπροσδιορισμούς όπως αυτούς που βλέπουμε στο Ιράκ, στην Συρία και ενδεχομένως στην Τουρκία.
Εν τούτοις, υπάρχει μια μεγάλη ειδοποιός διαφορά μεταξύ αλλαγών εντός της δομής και αλλαγών της μορφής και των λειτουργιών της δομής. Η μορφή προβάλλεται στον 21 αιώνα ως κρατοκεντρική κινούμενη προς εθνοκρατοκεντρισμό με την έννοια ότι η εθνική ουσία ενδοκρατικά βαθαίνει υποστασιοποιόντας ένα «εθνοκράτος» που δεν συμβολίζει πλέον όπως στο παρελθόν μόνο ένα ανθρωπολογικά αδιάφορο κρατικό θεσμό.
Κοντολογίς το διεθνές υποσύστημα της περιφέρειάς μας αλλά και ευρύτερα κατατείνει προς μεγαλύτερη εσωτερική διαφοροποίηση. Το ερώτημα, εδώ που επεξεργαστήκαμε σε άλλη περίπτωση (Κοσμοθεωρία των Εθνών), είναι το κατά πόσον η εθνοκρατοκεντρική διαφοροποίηση (ένας βαθύτερος δηλαδή κρατοκεντρισμός) οδηγεί προς ισχυρότερα αντί-ηγεμονικά αντανακλαστικά. Καθότι όσο περισσότερες αντί-ηγεμονικές συσπειρώσεις έχουμε και όσο πιο γρήγορα αυτές συγκροτούνται τόσο μεγαλύτερη σταθερότητα έχουμε, και το αντίθετο. Αυτός προδιαγράφεται ότι θα είναι ο 21ος αιώνας.
Σίγουρο είναι πάντως ότι αν αυτές είναι οι τάσεις του κρατοκεντρικού συστήματος, ο ιστορικός του μέλλοντος θα δυσκολευτεί να απαντήσει πως είναι δυνατό τόσοι άνθρωποι της εποχής μας να είχαν πιστέψει ότι θα υπάρξει ένας ενοποιημένος πλανήτης, μάλιστα περίπου ανθόσπαρτος, πολιτικά αδιάφορος και αλτρουιστικός (ανάλογα με το δόγμα: ορθολογιστών και αγαθοεργών εμπόρων, αταξικά συνειδητοποιημένων κομμουνιστών με έθος ισότητας και δικαιοσύνης, παγκοσμιοποιημένων μη κυβερνητικών δρώντων, αγαθοεργών χρηματοοικονομικών κερδοσκόπων, και τα λοιπά).
Το τρίτο επίπεδο το οποίο η Τουρκία παραγνωρίζει κραυγαλέα είναι οι μεγάλες δυνάμεις. Οι Τούρκοι πολιτικοί φαίνεται να αγνοούν τι σημαίνει να επιχειρεί κανείς να γίνει περιφερειακός ηγεμόνας. Φαίνεται να αγνοούν ότι κάθε βήμα προς την κατεύθυνση να καταστεί η Τουρκία περιφερειακός ηγεμόνας εκκολάπτει εξισορροπήσεις που αναπόδραστα οδηγούν σε στρατηγικές μεγάλων δυνάμεων αντίκρουσης αυτής της τάσης.
Αν και βιβλιογραφικά ένας εξ αυτών δεν έχω μεγάλη υπόληψη στους δυτικούς στρατηγιστές όσον αφορά την κατανόηση της Ανατολής, κατιτί στο οποίο αναφέρθηκα ήδη υπό ένα παραπλήσιο πρίσμα.
Η αποικιακή εποχή και ο Ψυχρός Πόλεμος τους πρόσφερε την δυνατότητα που δεν έχουν πλέον να σκέφτονται ως κατέχουσες υπερδυνάμεις. Αυτή όπως είπαμε είναι μια παρωχημένη πολιτική κουλτούρα πλην υπαρκτή λόγω κεκτημένης ταχύτητας. Όμως, είναι ένα πράγμα η επικυριαρχία που ιστορικά μιλώντας είναι πάντα εφήμερη και άλλο η κατοχή και ο παντοτινός έλεγχος. Παρά το γεγονός ότι εισήλθαμε ήδη για τα καλά στην μετά-αποικιακή εποχή Αμερικανοί και άλλοι στρατηγιστές της Δύσης αργά ή γρήγορα θα διαπιστώσουν αφενός ότι η διαχείριση του Ανατολικού μετά-αποικιακού κόσμου δεν θα είναι γραμμική υπόθεση, και αφετέρου, ότι η δονικιχωτικοί ερασιτεχνισμοί των νεοτούρκων Οθωμανών δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στην εθνική τους στρατηγική παρά μόνο προβλήματα.
Μάλιστα, εάν όπως υπαινιχθήκαμε καταρρεύσει η Συρία και πολύ περισσότερο αν έχουμε παράλληλες εξελίξεις και στο Ιράν, η δημιουργία ενός τεράστιου κουρδικού κράτους είναι αναπόδραστη και ένα μεγάλο γεωπολιτικό γεγονός ιστορικών διαστάσεων γιατί αλλάζει συλλήβδην τις κατεστημένες περιφερειακές ισορροπίες του 19ου και 20ου αιώνα.
Το ζήτημα δεν θα είναι να προσφέρουν κάτι στην Δύση οι Τούρκοι αλλά οι Δυτικοί και το Ισραήλ να διαχειριστούν μια πιθανή διάλυση της Τουρκίας, ενός από τα πλέον ανθρωπολογικά, κοινωνικοπολιτικά και ταξικά διαφοροποιημένα κράτη της περιοχής. Δεν συνηθίζω να πιθανολογώ αλλά να αναφέρομαι σε επαληθευμένα και ορατά γεγονότα του παρελθόντος και του παρόντος. Μπορώ όμως εν τούτοις να πω ότι θα ήταν περίεργο αν το Ισραήλ και ίσως κάποιες άλλες δυνάμεις να μην έχουν επεξεργαστεί εναλλακτικά σενάρια αναφορικά με το κουρδικό ζήτημα ή καλύτερα το τουρκικό ζήτημα αν δημιουργηθεί κουρδικό κράτος. Ιδωμένες υπό το πιο πάνω ρεαλιστικό στρατηγικό πρίσμα τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες δημιουργούν πολλούς μονόδρομους.
Κατά πρώτον, όπως ήδη υπαινιχθήκαμε, επειδή η δυναμική και ασταθής ανασύνταξη του ανθρωπολογικού, γεωγραφικού και γεωπολιτικού χάρτη θα κρατήσει πολλές δεκαετίες οι μόνοι περιφερειακοί πυλώνες χάραξης και εφαρμογής στρατηγικής και σταθερότητας είναι αρχίζοντας από τα Ανατολικά το Ισραήλ, η Κύπρος και η Ελλάδα. Δυνητικά δημιουργούν ένα πανίσχυρο άξονα σταθερότητας που μπορεί να επενεργεί σταθεροποιητικά στις επερχόμενες δυναμικές ανακατατάξεις. Δεν αναφέρομαι σε κάποια συμμαχία γιατί κανείς δεν μπορεί να την αποκλείσει ή να την προβλέψει με βεβαιότητα αλλά στην ύπαρξη τριών ισχυρών και σταθερών κρατών με συγκλίνοντα στρατηγικά συμφέροντα σε μια ασταθή πλην γεωπολιγικά πολύ σημαντική περιφέρεια.
Δεύτερον, οι μεγάλες δυνάμεις αργά ή γρήγορα θα αντιληφτούν πλήρως ότι η μετά-αποικιακή εποχή είναι πολύ εύθραυστη και ότι δεν μπορούν χωρίς κόστος γι’ αυτούς να συμπεριφέρονται ως ελέφαντες μέσα σε υαλοπωλείο. Δεν εννοώ με αυτό ότι δεν θα συνεχίσουν την διαπάλη εξισορροπώντας αλλήλους για να καταστεί μια εξ αυτών περιφερειακός ηγεμόνας. Υπαινίσσομαι, όσον αφορά την περιοχή μας, ότι στην ζυγαριά κόστους / οφέλους η μη ορθολογιστική διαχείριση του τουρκικού προβλήματος και του κουρδικού ζητήματος θα έχει απρόβλεπτες αρνητικές αποδώσεις για όποιον σκεφτεί ή ενεργήσει επιπόλαια, κοντόφθαλμα και κυρίως με παρωχημένους όρους που παραβλέπουν την ειδοποιό διαφορά της μετά-αποικιακής ανθρωπολογικής δίνης και την διαλεκτική σχέση μεταξύ σταθερών κρατών και κρατών που η αστάθειά τους είναι ήδη δρομολογημένη.
Τρίτον, η στρατηγική του Ισραήλ, της Ελλάδας και της Κύπρου χρήζει να έχει ευρεία θέαση και προοπτική σε βάθος χρόνου. Ο μετά-αποικιακός κόσμος που σκιαγραφήσαμε πιο πάνω θα είναι αφενός κοινωνικοανθρωπολογικά, πολιτικά και στρατηγικά πολύ διαφορετικός από τον αποικιακό και Ψυχροπολεμικό και αφετέρου θα είναι πολυπολικός και όχι με τον κλασικό μετά-Βεστφαλιανό τρόπο.
Σίγουρα δεν θα είναι ανθόσπαρτος αλλά ο πλανήτης ανθόσπαρτος ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα είναι. Πλέον, δεν είναι μόνο το γεγονός ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα είναι πολλές αλλά επιπλέον και το γεγονός ότι οι περισσότερες θα είναι ανθρωπολογικά μεστές και περιεκτικές. Το ίδιο για τα μικρότερα εθνοκράτη τα οποία όσα εξ αυτών διαθέτουν επαρκή εσωτερική συνοχή για να είναι βιώσιμα είναι λογικό και αναμενόμενο να απαλλαγούν σταδιακά από αποδυναμωτικές εθνομηδενιστικές επιρροές. Θα συνειδητοποιήσουν, λογικά, ότι η κοινωνικοπολιτική συνοχή τους, η ασφάλειά τους και η βιωσιμότητά τους θα είναι συνάρτηση της ευρωστίας της πολιτικής τους ανθρωπολογίας. Ήδη υιοθετήσαμε την θέση ότι ευρύτερα στον κρατοκεντρικό πλανήτη η σταθερότητα και η ασφάλεια του καθενός θα είναι συνάρτηση των αντί-ηγεμονικών αντανακλαστικών των κρατών. Δηλαδή, το πόσο γρήγορα και το πόσο αποτελεσματικά θα συγκροτούνται αντί-ηγεμονικοί άξονες που θα ελέγχουν της αναθεωρητικές και ηγεμονικές αξιώσεις.
http://www.anixneuseis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου