Ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες (1814)
|
γράφτηκε από την Κατερίνα Ρουμπέκα
Jacques-Louis David, Γάλλος
ζωγράφος, Παρίσι 1748- Βρυξέλλες 1825. Ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες
του 19ου αιώνα και ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του νεοκλασικισμού. Οι
επιδράσεις από την τέχνη του πρώτου του δασκάλου, Φρανσουά Μπουσέ, διακρίνονται
σε έναν από τους πρώτους πίνακές του, «Πάλη του Άρη και της Αθηνάς» (1771).
Αργότερα ο Νταβίντ μαθήτευσε κοντά
στον Ζοζέφ-Μαρί Βιέν, που υπήρξε ο πραγματικός του δάσκαλος. Τι καλύτερο έργο
της περιόδου αυτής ήταν «Ο Αντίοχος και η Στρατονίκη» του 1774, στο οποίο
διακρίνεται η τάση του Νταβίντ να τονίζει το δραματικό στοιχείο της συνθέσεως.
Ο πίνακας αυτός εξασφάλισε στον καλλιτέχνη το βραβείο της Ρώμης.
Αυτοπροσωπογραφία της εποχής της
Επαναστάσεως (1794)
|
Στα πρώτα πέντε χρόνια της διαμονής
του στην Ιταλία, από το 1775 ως το 1780, επηρεάστηκε από τον Ραφαήλ, από τον
κλασικισμό των ζωγράφων της Μπολόνιας και από άλλες μορφές της τέχνης του 17ου
αιώνα. Επιδράσεις του Γκουίντο Ρένι διακρίνονται στον «Άγιο Ρόκκο» για το
Νοσοκομείο της Μασσαλίας (1780), αλλά το αριστούργημα αυτής της περιόδου είναι «Ο
κόμης Ποτόσκι έφιππος», που άρχισε στη Νεάπολη και τελείωσε στο Παρίσι. Το έργο
αυτό δεν αποκλείει επιδράσεις του Καραβάτσιο, του Ριμπέρα και του Βαλαντέν ντε
Μπουλόν.
Η αίσθηση του τραγικού και η έμφυτη
κλίση του Νταβίντ προς το υψηλό εκδηλώνονται για πρώτη φορά στον «Θρήνο της
Ανδρομάχης επάνω στο νεκρό του Έκτορος» (1783), όπου, εκτός από τον κλασικισμό
του Νικολά Πουσσέν, διακρίνεται ένα όραμα του κόσμου, που αντανακλά τα ιδεώδη
του διαφωτισμού της αστικής τάξεως. Ο Πουσσέν, ο ζωγράφος-φιλόσοφος, είχε
προσελκύσει τον Νταβίντ όχι τόσο για τα χαρίσματα της ηρεμίας και αταραξίας,
που είχε καθορίσει ως ουσιαστικά στοιχεία της τέχνης ο μεγαλύτερος θεωρητικός
του νεοκλασικισμού, ο Βίνκελμαν, όσο για το σταθερό ήθος των πινάκων του, από
τους οποίους ο Νταβίντ άντλησε ορισμένα συνθετικά στοιχεία για την «Ανδρομάχη» του.
Αυτά τα συναισθήματα πλουτίζονται με
ένα πολιτικό πάθος στο πρώτο ώριμο έργο του Νταβίντ, τον «Όρκο των Ορατίων», επηρεασμένο
από τα τελευταία ευρήματα της Πομπηίας και την κλασική ομορφιά, που αποτελεί
και την κατάληξη της μακροχρόνιας ευρωπαϊκής νεοκλασικής τάξεως. Το έργο, που
εκτελέστηκε και παρουσιάστηκε στη Ρώμη το 1785, ερμηνεύοντας ένα επεισόδιο του
δράματος του Κορνέιγ, τόνιζε την καθαρά ανθρώπινη αξία του κοινωνικού
συμβολαίου και παραμέριζε την αξία της παραδόσεως και της μεταφυσικής.
Ο Όρκος των Ορατίων
|
Μνημειακή ελαιογραφία όπου τα
πρόσωπα, σε φυσικό μέγεθος, διατεταγμένα σαν φρίζα σε μια αίθουσα αυστηρής
αρχιτεκτονικής, αποδίδονται με την στερεότητα του ολόγλυφου. Πρόκειται για έργο
αυστηρό, απλό, νηφάλιο, αντικειμενικό, πουριτανικά ορθολογικό. Ευδιάκριτες
ομάδες προσώπων και ευθείες γραμμές συνθέτουν ένα σαφές, εντυπωσιακό σύνολο και
η μέθοδος σύνθεσης είναι αυτό που εννοούμε κατά κανόνα κλασικιστική. Στον
πίνακα υπάρχει το στοιχείο του αντικειμενικού νατουραλισμού, που επηρεάζει
καθοριστικά τα αυστηρά χρώματα, την ακρίβεια των λεπτομερειών που θυμίζουν έργα
γλυπτικής, την ανεπιτήδευτη απόδοση των απλών αντικειμένων. Η αρχαία ιστορία
χρησιμοποιείται για να σχολιάσει τον σύγχρονο κόσμο. Η καλλιτεχνική έκφραση
προβάλει το δημοκρατικό πνεύμα που βλέπει ο καλλιτέχνης στην κλασική
αρχαιότητα.
Το θέμα της αρετής, που κατορθώνει
να υποτάσσει τους οικογενειακούς δεσμούς στο συμφέρον της πατρίδας και του
συνόλου, επαναφέρεται από τον καλλιτέχνη στους «Ραβδούχους του Βρούτου» (1789),
πίνακα με σαφείς αντιμοναρχικές νύξεις. Τα έργα του Νταβίντ, για το περιεχόμενό
τους, για την ασυνήθιστη συνέπεια του ύφους, για την ελευθερωμένη από τα
δεξιοτεχνικά παιχνίδια του ροκοκό και τους ευχάριστους χρωματισμούς τεχνικής,
για την ακρίβεια του σχεδίου και τη σοβαρότητα του χρώματος, για την αυστηρή
έμπνευσή τους από την αρχαιότητα, γνώρισαν εκπληκτική επιτυχία. Η έξαρση των
πολιτικών αρετών της δημοκρατικής Ρώμης συνδυαζόταν με την επαναφορά της
κλασικής τέχνης.
Ο Όρκος στην Αίθουσα του
Σφαιριστηρίου
|
Με τον θρίαμβο της Γαλλικής
Επαναστάσεως, ο Νταβίντ, φανατικός ιακωβίνος, έγινε μέλος της Συμβατικής
Συνελεύσεως (1792) και ύστερα της Επιτροπής Ασφαλίσεως κοντά στο Ροβεσπιέρο
(1793). Ο Νταβίντ ήταν ο επίσημος ζωγράφος της Επαναστατικής Κυβέρνησης και
σχεδίαζε τα κοστούμια και τα σκηνικά για προπαγανδιστικά θεάματα όπως «Η Γιορτή
του Υπέρτατου Όντος», όπου ο Ροβεσπιέρος έπαιζε το ρόλο του αυτοδιορισμένου
Μεγάλου Ιερέα. Τη στιγμή αυτή η τέχνη του φτάνει σε τόση άμεση επαφή με το
μοντέλο, ώστε ορισμένα έργα του να μπορούν να χαρακτηριστούν ρεαλιστικά.
Εγκαταλείποντας της αναδρομές στη
λογοτεχνία, εμπνέεται από τη σύγχρονη ιστορία και εκτελεί τον «Όρκο του
Σφαιριστηρίου» (1791), όπου οι κινήσεις των βουλευτών ενώ ορκίζονται, είναι
πολύ ζωηρές και έχουν την ένταση της επικαιρότητας. Τον Ζοζέφ Μπαρά (1794) και
τέλος το αριστούργημά του, τον «Δολοφονημένο Μαρά» (1793). Διαφορετικό
χαρακτήρα αποκτά η παραγωγή του Νταβίντ μέσα στο συγκαταβατικό πολιτικό κλίμα
που χαρακτήριζε την αντίδραση του Θερμιδώρ. Τυπικό δείγμα αποτελεί ο μεγάλος
πίνακας των «Σαβίνων» (1796-1799), όπου αποφεύγει την απεικόνιση της σύγχρονης
πραγματικότητας και επιστρέφει στα λογοτεχνικά θέματα, εκφράζοντας το αίτημα
της ανάγκης της συμφιλιώσεως για το συμφέρον της πατρίδας.
Προσωπογραφία της Κυρίας Σεριζιά
|
Σε ορισμένες προσωπογραφίες, όπως
του ζεύγους Σεριζιά (1795), ο Νταβίντ εκφράζεται με εκπληκτική κομψότητα και
λεπτότητα. Με την άνοδο του Ναπολέοντα, ο καλλιτέχνης δημιουργεί τα τελευταία
αριστουργήματά του, την «Κυρία Ρεκαμιέ» (1800), «Ο Βοναπάρτης στο πέρασμα του
Αγίου Βερνάνδου» (1800) και κυρίως το τεράστιο «Χρίσμα» (1805-1807), πίνακα,
περίπου 50 τετραγωνικών μέτρων, που παρουσιάζει το χρίσμα του Ναπολέοντα και τη
στέψη της αυτοκράτειρας Ιωσηφίνας στην Παναγία του Παρισιού. Το έργο είναι ένα
σπάνιο τεκμήριο μιας ολόκληρης εποχής που εκφράζει την πραγματικότητα όχι μόνο
με την εξωτερική της πολυτέλεια, αλλά με την ψυχολογική ένταση των προσώπων που
απαθανατίστηκαν σε ένα σύνολο προσωπογραφιών υψηλής ποιότητας.
Πολύ κατώτερη ήταν η παραγωγή του Νταβίντ την
εποχή της εξορίας του στις Βρυξέλλες μετά την Παλινόρθωση, όπου καταδιώχθηκε
και πέθανε. Η γαλλική κυβέρνηση απαγόρευσε τη μετακομιδή των οστών του στη
Γαλλία. Την περίοδο αυτή επιστρέφει σε θέματα της λογοτεχνίας και σε μια
τεχνοτροπία 18ου αιώνα «Έρως και Ψυχή» (1817), «Η Αφροδίτη αφοπλίζει τον Άρη»
(1824). Απομένουν όμως μάρτυρες της ιδιοφυίας του, οι τελευταίες
προσωπογραφίες, όπου η εντύπωση του τέλειου έργου αποδίδεται με εκπληκτική
οικονομία μέσων. Η φήμη του Νταβίντ ήταν μεγάλη και διατηρήθηκε όλο τον
περασμένο αιώνα. Από τους μαθητές του ο Ζαν-Αντουάν Γκρό και ο Τεοντόρ Ζερικώ
άνοιξαν τον δρόμο προς τον ρομαντισμό, ενώ ο Ζαν Ντομινίκ Ένγκρ συνέχισε τη διδασκαλία
του με έργα υψηλής στάθμης ως το 1850 περίπου.
Αφροδίτη και Άρης
|
Την αξία του Νταβίντ δεν είναι
δυνατόν να μειώσει το γεγονός ότι σε αυτόν κυρίως στηρίχθηκε η βαρεία και κενή
ακαδημαϊκή παράδοση εναντίον της οποίας αγωνίστηκε ολόκληρη σχεδόν η καλύτερη
νεώτερη ευρωπαϊκή τέχνη.
Το έργο του «Η δολοφονία του Μαρά»
(1793), αποτελεί εντυπωσιακό μνημείο για έναν ταπεινό φίλο του λαού, όπως
αποκαλούσε τον εαυτό του ο Μαρά, που βρήκε το τέλος ενός μάρτυρα αγωνιζόμενος
για το γενικό καλό. Όταν ο Μαρά, ένας από τους αρχηγούς της Επανάστασης,
δολοφονήθηκε στο λουτρό του από μια φανατική, ο Νταβίντ τον παρουσίασε σαν
μάρτυρα που θυσιάστηκε για την πίστη του. Ο Μαρά συνήθιζε να εργάζεται μέσα στο
λουτρό και είχε προσαρμόζει στην μπανιέρα του ένα απλό γραφείο. Η δολοφόνος του
είχε δώσει μια αίτηση και την ώρα που εκείνος έσκυψε να την υπογράψει, τον
σκότωσε.
Ο Νταβίντ κατόρθωσε να δημιουργήσει
έναν πίνακα που φαινόταν ηρωικός, διατηρώντας ωστόσο τις πραγματικές
λεπτομέρειες ενός αστυνομικού δελτίου. Η μελέτη των ελληνικών και ρωμαϊκών
αγαλμάτων του είχε διδάξει πώς να πλάθει τους μυώνες και τους τένοντες και να
δίνει στο σώμα μια ευγενική ομορφιά. Είχε μάθει επίσης από την κλασική τέχνη να
παραλείπει όλες τις λεπτομέρειες που δεν ήταν απαραίτητες για τη βασική
εντύπωση και να επιδιώκει την απλότητα. Στα έργα του δεν υπήρχαν παρδαλά
χρώματα και περίπλοκα προοπτικά τεχνάσματα.
Η δολοφονία του Μαρά
|
Στον πίνακά του «Σαβίνες»
(1796-1799), όπου ο ζωγράφος τον θεωρούσε αριστούργημα, προσπάθησε να συνθέσει
τους θεωρητικούς κανόνες των Ελλήνων, εμπνευσμένος από έναν αρχαίο
σφραγιδόλιθο, και τον ρεαλισμό των Ρωμαίων, χρησιμοποιώντας συγχρόνους του για
μοντέλα και ταυτόχρονα να συμβολίσει την ανάγκη της εθνικής συμφιλιώσεως των
Γάλλων. Ωστόσο οι προσωπογραφίες παραμένουν η καλύτερη εκδήλωση της ιδιοφυίας
του καλλιτέχνη. Πρόκειται για την σύνθεση όπου οι γυναίκες των Σαβίνων,
συμφιλιώνουν τους ρωμαίους συζύγους τους, με τους άνδρες της φυλής τους.
Οι Σαβίνες
|
Το πορτραίτο «Η Κυρία Ρεκαμιέ» χρονολογείται
από την εποχή της ωριμότητας του Νταβίντ, που βρισκόταν τότε στο απόγειο της
φήμης του. Δεκαέξι χρόνια πρωτύτερα, ο Νταβίντ είχε ζωγραφίσει τον περίφημο «Όρκο
των Ορατίων», που θεωρήθηκε την εποχή εκείνη σαν ένα αριστούργημα. Έβλεπαν σε
αυτό ένα μήνυμα, μια πρόσκληση προς την επανάσταση και αργότερα, μια από τις
θεμελιώδεις εκδηλώσεις του νεοκλασικισμού. Το 1800, η επαναστατική ώθηση είναι
μια ανάμνηση και μερικοί κριτικοί εξηγούν την επιτυχία των έργων του Νταβίντ,
ακόμα και των πιο σημαντικών, με υπαινιγμούς στα γεγονότα. Η προσωπικότητα του
καλλιτέχνη αποκαλύπτεται εντονότερα στα πορτραίτα του.
Πορτραίτο της Κυρίας Ρεκαμιέ (1800)
|
Το πορτραίτο της «Κυρίας Ρεκαμιέ» είναι
από τα πιο σημαντικά, μαζί με τα πορτραίτα του κόμη Ποτόκι, του αρχιτέκτονα
Ντεμαιζόν και τις δύο αξιόλογες αυτοπροσωπογραφίες του 1790 και του 1794. Αυτή
η τρυφερή και λεπτή φιγούρα, με το χαριτωμένο πρόσωπο που στρέφεται προς τον
θεατή, σε μια στάση γεμάτη ζωντάνια, αναγγέλλει ήδη την αρμονική ευλυγισία των
μορφών του Ένγκρ. Μέσα σε ένα διάκοσμο σπάνιας γυμνότητας, το ελαφρύ τρίποδο
αριστερά, αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό στοιχείο της συνθέσεως και της διατάξεως
του χώρου. Στην απλότητα του διακόσμου αυτού αντιστοιχεί μια ζωγραφική απόδοση
παλλόμενη και διεισδυτική, φανερά απομακρυσμένη από την ψυχρή εκτέλεση που
αποδοκίμαζε ο Ντελακρουά. Αξιοθαύμαστες είναι οι πινελιές στα μαξιλάρια, στα
φορέματα, στις ανακατωμένες μπούκλες, όπου παίζουν φευγαλέα αντιφεγγίσματα
φωτός.
Η στέψη του Ναπολέοντα
Η Στέψη του Ναπολέοντα |
Στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα, ο
Νταβίντ έλαβε παραγγελία, από τον ίδιο τον Αυτοκράτορα να εκτελέσει μερικούς
μεγάλους αναμνηστικούς πίνακες, που θα θύμιζαν τα σημαντικά γεγονότα της
βασιλείας του. Ένας από τους πίνακες αυτούς είναι η «Στέψη του Ναπολέοντα»
(1805-1807). Η αφηγηματική πλευρά του έργου μπορεί να δικαιολογήσει την
προσέγγιση προς τον Ρούμπενς, αλλά προπάντων την ποιότητα του πίνακα, που είναι
μια επιβλητική σύνθεση της ποιητικής αισθήσεως και του στυλ του καλλιτέχνη. Η
λεπτομέρεια που αναπαράγεται εδώ, είναι ένα πολύ μικρό μέρος της μεγάλης
συνθέσεως, αλλά αποτελεί απόδειξη της μεγάλης ικανότητας του Νταβίντ ως
προσωπογράφου. Το κεφάλι του Αυτοκράτορα αντιφεγγίζει τον ενθουσιασμό του
καλλιτέχνη, στα χρόνια της νεότητάς του, για τη ρωμαϊκή τέχνη.
Η Στέψη του Ναπολέοντα (λεπτομέρεια)
|
Βιβλιογραφία:
E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της
Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες
οι γνώσεις για όλους, Τόμος 11ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι.
Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες
οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι.
Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου,
(Λούβρο-Παρίσι), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι.
Φρέντερικ Άνταλ, «Μελέτες Ιστορίας
της Τέχνης», 1999, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Πηγή: http://www.artmag.gr/art-history/artists-faces/item/920-jacques-louis-david
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου