Ετικέτες

Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

ΟΙ ΣΤΩΙΚΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ


 
Η στωική φιλοσοφία εκτείνεται σ’ ένα αρκετά μακρύ χρονικό διάστημα — από το δεύτερο ήμισυ περίπου του τετάρτου προ Χριστού αιώνα έως τον δεύτερο μετά Χριστόν αιώνα. Οι κύριοι απολογητές της στωικής φιλοσοφίας, που έδρασαν στο διάστημα των έξι αυτών αιώνων, ταξινομούνται συνήθως σε τρεις περιόδους: στην αρχαία, την μέση και την νεότερη Στοά.

Στην αρχαία Στοά. που καλύπτει το χρονικό διάστημα από τον τέταρτο έως τον δεύτερο προ Χριστού αιώνα, ανήκουν ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ο Κλεάνθης από την Άσσο της Τρωάδας και ο Χρύσιππος από την Κιλικία- η μέση Στοά. που εκτείνεται από τον δεύτερο έως τον πρώτο προ Χριστού αιώνα, περιλαμ­βάνει τον Παναίτιο τον Ρόδιο και τον Ποσειδώνιο από την Απάμεια· η νεό­τερη Στοά, που διήρκεσε από τον πρώτο έως τον δεύτερο μετά Χριστόν αιώνα, εκφράστηκε μέσα από την διδασκαλία του Σενέκα. του Επίκτητου και του Μάρκου Αυρηλίου. Οι στωικοί φιλόσοφοι αρχικά απεκαλούντο «ζηνώνειοι» από το όνομα του Ζήνωνος του Κιτιέως, που ήταν ο εισηγητής της μορφής αυτής της φιλοσο­φίας. Αργότερα, όμως, ονομάστηκαν «Στωικοί» ή «φιλόσοφοι της Στοάς», επειδή οι μαθητές του Ζήνωνος συνήθιζαν να παρακολουθούν τις παραδό­σεις του στην «Ποικίλη Στοά», η οποία ήταν διακοσμημένη με εικόνες του Πολυγνώτου.
        Επειδή η στωική φιλοσοφία διαμορφώθηκε στο διάστημα αρκετών αιώνων, ήταν επόμενο στην εξέλιξη της να παρουσιάσει διακυμάνσεις και αποκλίσεις από την αρχική διατύπωση της. Βέβαια, δεν είμαστε σε θέση σήμερα εμείς να παρακολουθήσαμε λεπτομερώς την εξέλιξη της στωικής φιλοσοφίας κατά τις διάφορες φάσεις της ανάπτυξης της, καθόσον, αν εξαιρέσαμε τα συγ­γράμματα του Σενέκα, του Επίκτητου και του Μάρκου Αυρηλίου, που έχομε στην διάθεση μας, από το έργο των απολογητών της αρχαίας και της μέσης Στοάς λίγα αποσπάσματα έφτασαν ως εμάς. και οι πληροφορίες που έχομε για τις ιδέες των είναι έμμεσες. Ίσως ο καλύτερος τρόπος, για να παρου­σιάσει κανείς την φιλοσοφία των Στωικών με τρόπον εύληπτο και συναφή, θα ήταν να σταθεί σε ορισμένες έννοιες που απετέλεσαν βασικούς άξονες της διδασκαλίας των κατά την ανάπτυξη της μέσα στον χρόνο. Τέτοιες έννοι­ες είναι: η αρετή και η απάθεια, η ειμαρμένη και η ελευθερία, η φύση και η συμπάθεια.
        Για τους στωικούς φιλοσόφους, ο δρόμος που πρέπει ν’ ακολουθήσει κανείς για να εξασφαλίσει στην ψυχή του την ηρεμία, την γαλήνη, την αταραξία, και να γίνει, έτσι, ευτυχισμένος, δεν είναι, όπως ισχυρίστηκε ο Επίκουρος, οι ηδονές, αλλά η αρετή. Και τον δρόμο αυτόν προς την αρετή μπορεί να του τον υποδείξει η φιλοσοφία· η φιλοσοφία είναι, πρώτα από όλα, «άσκηση της αρετής».
        Η αρετή, κατά τους στωικούς φιλοσόφους, είναι αυτάρκης, αυτόνομη, αυτο­τελής, υπό την έννοια ότι, για να υπάρξει, δεν έχει ανάγκη από κάποιον παράγοντα έξω από αυτήν που να την προκαλέσει. Δεν μοιάζει η αρετή, εν προκειμένω, με την ηδονή, που η ανάδειξη της μέσα μας προϋποθέτει κατ’ ανάγκην ένα αντικείμενο διαφορετικό και ανεξάρτητο από αυτήν δεν θα μπορούσε, ασφαλώς, να βιώσει κανείς την ηδονή που νιώθει απολαμβάνο ντας, παραδείγματος χάριν, ένα φαγητό ή κάποιο μουσικό κομμάτι, αν δεν υπήρχε το φαγητό αυτό ή το εν λόγω μουσικό κομμάτι. «Η αρετή», όμως, κατά τους στωικούς φιλοσόφους, «αξίζει να προτιμηθεί μόνο για τον εαυτό της και όχι εξαιτίας του φόβου, της ελπίδας ή κάποιου άλλου εξωτερικού πράγματος».
        Αν και αποδίδουν στην αρετή οι στωικοί φιλόσοφοι απόλυτη αξία, εν τού­τοις δεν φτάνουν σε κάποιο είδος ηθικού φανατισμού, στο πλαίσιο του οποί­ου κάθε μορφή κακίας είναι ανεπίτρεπτη. Απεναντίας, θεωρούν ότι η ύπαρ­ξη του κακού μπορεί ν’ αποβεί ωφέλιμη στον άνθρωπο οδηγώντας τον στην αρετή. Αρκεί να έχει κανείς την υπομονή να δει τα πράγματα συνολικά, και όχι αποσπασματικά και μεμονωμένα. Έτσι, θα μπορέσει να καταλάβει, παραδείγματος χάριν, ότι οι κοριοί, όσο απεχθείς κι αν μας φαίνονται, συμ­βάλλουν, εντούτοις, στην βελτίωση μας, καθώς μας υποχρεώνουν να ξυπνά­με το πρωί και να μη μέναμε στο κρεβάτι τεμπελιάζοντας. Είναι επιτυχής, εν προκειμένω, ο παραλληλισμός που κάνει ο Πλούταρχος μεταξύ των δια­φόρων μορφών κακίας που υφίστανται στον κόσμο και ορισμένων αστείων στίχων που απαντώνται σε μια κωμωδία. «Όπως οι κωμωδίες περιλαμβά­νουν αστείους στίχους που, αν τους εξετάσει χάνειςμεμονωμένους, είναι πρόστυχοι, αλλά, αν τους δει στο σύνολο του ποιήματος, προσθέτουν σε αυτό κάποιαν χάρη, έτσι ψέγει και την κακία, αν την αντιμετωπίσει μεμονωμένα· δεν είναι, όμως, άχρηστη στο πλαίσιο ενός συνόλου». Ο Χρύσιππος, που απετέλεσε τον κορυφαίο εκφραστή της στωικής φιλοσοφίας κατά την πρώτη φάση της —σε τέτοιο σημείο μάλιστα, ώστε να λεχθεί ότι «αν δεν υπήρχε ο Χρύσιππος, δεν θα υπήρχε η φιλοσοφία της Στοάς»—. υποστήριξε ότι οι κακίες είναι απαραίτητο να υπάρχουν, γιατί χωρίς αυτές δεν θα μπορούσαν οι άνθρωποι να καταλάβουν την σημασία και την σπου­δαιότητα της αρετής. Πολλές φορές εκτιμάμε ένα πράγμα, εφόσον το δούμε δίπλα στο αντίθετο του· η λαμπρότητα και η τελειότητα της αρετής αναδει­κνύονται με μεγαλύτερη σαφήνεια και με πιο εντυπωσιακό τρόπο, αν αντι-παραβληθούν προς την ατέλεια και τις αρνητικές όψεις της αντίστοιχης κακίας.
        Μεταξύ της αρετής και της κακίας, που αποτελούν τους δύο πόλους ανάμε­σα στους οποίους εκδηλώνεται η συμπεριφορά των ανθρώπων, υπάρχουν άλλες καταστάσεις, όπως η ζωή και ο θάνατος, η αρρώστια και η υγεία, η φτώχεια και η ευπορία. η ταπεινότητα και η αλαζονεία κ.ά., που από την φύση τους δεν έχουν καμιάν —θετική ή αρνητική— αξία και. για τούτο, οι στωικοί φιλόσοφοι τις αποκαλούν με τον όρο «αδιάφορα». Αν μια από τις αδιάφορες αυτές καταστάσεις μας βοηθάει να γίνομε ενάρετοι, αποκτά θετι­κή αξία· διαφορετικά, αν μας ωθεί προς την κακία, έχει αρνητική αξία, γίνε­ται απαξία. Συμβαίνει, βέβαια, οι άνθρωποι να προτιμούν ορισμένες από τις αδιάφορες αυτές καταστάσεις έναντι άλλων. Αυτό είναι δικαιολογημένο. Ο Χρύσιππος έλεγε, παραδείγματος χάριν, ότι «είναι τρελοί όσοι απορρίπτουν τον πλούτον και την υγεία και την απονία και την αρτιότητα του σώματος, και δεν προσπαθούν να διατηρήσουν τ’ αγαθά αυτά». Εκείνο που είναι ανε­πίτρεπτο, ωστόσο, είναι να επαναπαυθεί και να υποδουλωθεί κανείς στην αρχική, φυσική προτίμηση του προς αυτές τις καταστάσεις και εν ονόματι τους να ξεπουλήσει την αξιοπρέπεια του και την ψυχή του ολόκληρη. Κανένα αγαθό, ακόμη και η ίδια η ζωή, δεν πρέπει να συντηρείται από τον άνθρωπο, αν δεν εξασφαλίζει την ηθική ακεραιότητα του. Οι στωικοί φιλόσοφοι συνι­στούσαν στους ανθρώπους την εθελουσία και έντιμη «εξαγωγήν εκ του βίου». Η παράδοση λέει ότι ο Ζήνων και ο Κλεάνθης, από τους πρωταγωνιστές της στωικής φιλοσοφίας, δεν δίστασαν ν’ αυτοκτονήσουν, όταν κατάλαβαν ότι το αγαθό της ζωής έγινε ανασταλτικός παράγων για την εκ μέρους των άσκηση της αρετής· θεώρησαν ότι η ζωή τους δεν είχε πλέον καμιάν αξία γι’ αυτούς, καθώς ο μεν, ύστερα από κάποιον τραυματισμό, βρισκόταν σε πλήρη αδυνα­μία, ο δε είχε φτάσει σε βαθύτατο γήρας. Κατά τους στωικούς φιλοσόφους, οφείλει να είναι έτοιμος να διατηρήσει κανείς αλώβητη την αξιοπρέπεια του και την ψυχή του απέναντι και στις πιο δυσάρεστες και τις πιο επώδυνες καταστάσεις. Ιδού πώς ο Επίκτητος λέει ότι θα πρέπει να σκέφτεται ο στω­ικός φιλόσοφος: «θα πεθάνω· αλλά πρέπει γι’ αυτό να πεθάνω βογκώντας; Θα φυλακιστώ· αλλά πρέπει γι’ αυτό να θρηνολογώ; Θα εξοριστώ· αλλά ποιος μπορεί να μ’ εμποδίσει να φύγω χαμογελώντας και ήρεμος; —Πες μου το μυστικό. —Δεν το λέω, γιατί αυτό εξαρτάται από την θέληση μου. —Θα σε ρίξω τότε στα σίδερα. —Άνθρωπε, τι λες; Εμένα; Μόνο το πόδι μου θ’ αλυσοδέσεις. Την θέληση μου ούτε ο Δίας μπορεί να καταβάλει. —Θα σε φυλακίσω. —Το καημένο μου κορμί, εννοείς. —Θα σε αποκεφαλίσω. —Πότε εγώ σου είπα πως μονάχα ο δικός μου τράχηλος δεν μπορεί να κοπεί;». Για να φτάσει κανείς, όπως εισηγούνται οι στωικοί φιλόσοφοι, στην κατά­σταση της πλήρους αδιαφορίας, η οποία θα τον βοηθήσει, ακόμη και εν μέσω των πιο επώδυνων καταστάσεων, ν’ αποκτήσει και να διατηρήσει η ψυχή του την αταραξία και την γαλήνη εκείνη που θα του εξασφαλίσει την ευτυχία, χρειάζεται να ξεπεράσει κάθε συναισθηματισμό, να χειραφετηθεί από τις εγκόσμιες επιθυμίες του, ν’ απελευθερωθεί από τα πάθη του —όχι μόνο από τα θεωρούμενα κακά πάθη, αλλά από όλα τα πάθη ανεξαιρέτως. Και τούτο, διότι το πάθος, γενικώς, είναι μια «άλογη και αφύσικη κίνηση της ψυχής, μια ορμή πλεονάζουσα», που δεν αφήνει τον άνθρωπο να κρίνει σωστά την θέση του μέσα στον κόσμο και την συγγενική σχέση του με την φύση. Κατά τους στωικούς φιλοσόφους, στο σύμπαν υπάρχουν δυο αρχές: μια ενεργητική, το «ποιούν», που είναι ο θεός. ο οποίος ταυτίζεται με τον λόγο. και μια παθητική δύναμη, το «πάσχον», που είναι η αδιαμόρφωτη ύλη. Ο θεός. που οι στωικοί φιλόσοφοι τον ταυτίζουν με τον λόγο. είναι ο δημιουρ­γός του κόσμου, καθώς, επενεργώντας πάνω στην ύλη, διαμορφώνει τα διά­φορα όντα. που συγκροτούν την φυσική πραγματικότητα. Η σχέση του θεού ή του λόγου με το σύμπαν δεν είναι υπερβατική· αυτός, δηλαδή, δεν δημι­ούργησε τον κόσμο, για να μείνει κατόπιν έξω και πέρα από αυτόν. Απεναντίας, οι στωικοί φιλόσοφοι, εισηγούμενοι μια πανθεϊστική αντίληψη, ισχυρίστηκαν ότι ο θεός, ο λόγος διαπερνάει ολόκληρο τον κόσμο και γίνε­ται ένα με αυτόν, αποτελώντας έτσι τον συνεκτικό ιστό της πολύμορφης φύσης, την δύναμη εκείνη μέσω της οποίας το κοσμικό σύστημα διατηρεί την ενότητα του και την συνοχή του. Χάρις στην δύναμη αυτή της θείας αρχής του λόγου, τον «τόνον». όπως την αποκαλούν οι στωικοί φιλόσοφοι, το σύμπαν από άκρου εις άκρον διέπεται από την αρχή της συμπαθείας, σύμ­φωνα με την οποία τα εγκόσμια όντα επιδρούν το ένα πάνω στο άλλο. Ο κόσμος μοιάζει μ’ έναν τεράστιο έμβιο οργανισμό, του οποίου η λειτουργία του ενός οργάνου δεν είναι ανεξάρτητη από την λειτουργία κάποιου άλλου οργάνου του. Έτσι, καθώς, βάσει της αρχής της συμπαθείας, διαδοχικά το ένα εγκόσμιο ον επηρεάζει το άλλο, είναι δυνατόν να μεταφερθεί η ενέργεια από το πιο μακρινό αστέρι του ουρανού στο πιο τελευταίο πράγμα της γης και να το επηρεάσει.
        Οι εκδηλώσεις των εγκόσμιων πραγμάτων, οι επιδράσεις του ενός όντος πάνω στο άλλο. που συγκροτούν την πορεία του σύμπαντος, δεν είναι τυχαί­ες, ακανόνιστες, συμπτωματικές, αλλά, επειδή τα πάντα δημιουργήθηκαν σύμφωνα με τις επιταγές του λύγου, ο οποίος και μετά την δημιουργία του σύμπαντος εξακολουθεί να το διαρρέει, υπόκεινται σε μια νομοτελειακή τάξη. την οποίαν οι στωικοί φιλόσοφοι αποκαλούν «ειμαρμένη». Τα πάντα στο σύμπαν τελούνται σύμφωνα με μιαν αναγκαιότητα που έχει καθοριστεί εκ των προτέρων από τον κοσμικό λόγο και η οποία εξακολουθεί να συντη­ρείται χάρις στην συνεχιζόμενη παρουσία του μέσα στο σύμπαν. Η ειμαρμένη, η οποία διέπει την πορεία των πραγμάτων και των γεγονότων του κόσμου, κατά τους στωικούς φιλοσόφους, δεν αναιρεί, όπως ίσως φαί­νεται, την ανθρώπινη ελευθερία, και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να συγχέε­ται με την έννοια της μοιρολατρίας, σύμφωνα με την οποία είναι μάταιο να προσπαθεί να κάνει κανείς κάτι, αφού η έκβαση του έχει ήδη αποφασιστεί. Ο Χρύσιππος επιχείρησε να δείξει πώς συνδυάζεται η ειμαρμένη του κόσμου με την ανθρώπινη ελευθερία. Κατ’ αυτόν, η ειμαρμένη ορίζει εκ των προτέρων τις δυνατότητες που ενδέχεται ν’ ακολουθήσει ένα γεγονός. Αν, παρα­δείγματος χάριν, είμαι τώρα άρρωστος, υπάρχει η δυνατότητα να καλέσω έναν καλό γιατρό, ο οποίος θα με βοηθήσει να συνέλθω, όπως υπάρχει η δυνατότητα να καλέσω έναν κακό γιατρό, υπάρχει η δυνατότητα να πάρω ένα αποτελεσματικό φάρμακο, όπως υπάρχει η δυνατότητα να πάρω ένα φάρμακο που θα επιδεινώσει την κατάσταση μου, και ούτω καθεξής. Όλες οι δυνατότητες αυτές είναι δεδομένες στο πλαίσιο της ειμαρμένης του κόσμου, και είναι γνωστό εκ των προτέρων τι θα συμβεί, αν επιλέξω μια από τις δυνατότητες αυτές. Το ποια, όμως, από τις δυνατότητες αυτές θα επιλέξω εναπόκειται, σε μένα· εγώ θ’ αποφασίσω, παραδείγματος χάριν, ποιον γιατρό θα καλέσω. Οι στωικοί φιλόσοφοι διέκριναν στις πράξεις του ανθρώπου δυο αιτίες: τις απώτερες, οι οποίες αναφέρονται στις δυνατότη­τες που υπαγορεύονται από την ειμαρμένη προκειμένου να τελεστεί μια πράξη, και τις προσεχείς αιτίες, που αφορούν στις αποφάσεις τις οποίες παίρνει τελικώς το πρόσωπο που πράττει. Η ειμαρμένη, ως ορίζουσα τις δυνατότητες των πράξεων του ανθρώπου, όχι μόνο δεν αντιβαίνει στην ελευ­θερία της βούλησης του, αλλά, απεναντίας, την υπηρετεί. Γιατί, για να είναι κανείς ελεύθερος στις επιλογές του, θα πρέπει να υπάρχουν εναλλακτικές δυνατότητες· είναι αστείο, λόγου χάριν, να προτείνω σε κάποιον ένα κουτί με μια μόνο κάρτα μέσα, λέγοντας του «ιδού, είσαι ελεύθερος να επιλέξεις όποια κάρτα θέλεις» —θα πρέπει να έχει τουλάχιστον δυο κάρτες μέσα το κουτί, για να έχει νόημα η προτροπή μου αυτή. Προκειμένου, λοιπόν, να εκτελεστεί ελεύθερα από τον άνθρωπο μια πράξη, απαιτείται αφ’ ενός μεν να υπάρχουν περισσότερες της μιας δυνατότητες, όπως ορίζει η ειμαρμένη, αφ’ ετέρου δε η συγκατάθεση του σε μιαν από τις δυνατότητες αυτές. Η ευθύνη του ανθρώπου που πράττει είναι καίρια, καθώς από την απόφαση του εξαρτάται με ποιον, τελικώς, από τους τρόπους, που έχουν προκαθορι­στεί από την ειμαρμένη, θα εξελιχθούν τα πράγματα. Εν τοιαύτη περιπτώ­σει, προκειμένου να προβεί κανείς στην καλύτερη επιλογή, θα πρέπει να είναι σε θέση να κρίνει σωστά.
        Προς τούτο, απαιτείται να μελετήσει ο άνθρωπος την φύση. να μάθει τις δυνατότητες σύμφωνα προς τις οποίες έχει προκαθοριστεί από τον θεό ή τον κοσμικό λόγο να εξελιχθούν τα γεγονότα και τα πράγματα, και να εναρμο­νιστεί, έτσι. μαζί της. Γιατί, αν αποφασίσει να δράσει ενάντια στην φύση και τους νόμους της ειμαρμένης, είναι βέβαιο ότι η πράξη του δεν θα έχει κανέ­να αποτέλεσμα. Το «ομολογουμένως τη φύσει ζην», έλεγαν οι στωικοί φιλό­σοφοι, δηλαδή το να ζει κανείς σε αρμονία με την φύση. είναι πρωταρχικός όρος για να εξασφαλίσει την ευτυχία.
        Η εναρμόνιση του ανθρώπου με την φύση, ωστόσο, για τους στωικούς φιλο­σόφους, δεν πρέπει να εκληφθεί σαν ένας στόχος που τοποθετείται κάπου στο μέλλον και βρίσκεται έξω και μακριά από αυτόν, και, ως εκ τούτου, για να επιτευχθεί σε κάποια στιγμή, χρειάζεται μια χρονική ωρίμανση. Απε­ναντίας, η εναρμόνιση του ανθρώπου προς την φύση είναι πάντοτε επίκαιρη και μπορεί να επιτευχθεί σε κάθε στιγμή, αφού είναι κάτι το εγγενές προς την δική του, την ανθρωπινή του φύση. Ο Χρύσιππος, όπως μας παρεδόθη, υποστήριζε ότι η φύση γύρω μας, προς την οποίαν οφείλαμε να εναρμονί­σαμε την συμπεριφορά μας, και η ανθρώπινη φύση μας είναι ένα και το αυτό. Σύμφωνα με την στωική φιλοσοφία, όπως στο σύμπαν ενυπάρχει ο λόγος από τον οποίον δημιουργήθηκε ο κόσμος, κατά τρόπον ανάλογο υπάρ­χει και μέσα μας ο λόγος. Ο «εν ημίν» λόγος αποτελεί τμήμα του κοσμικού λόγου. Η διατύπωση αυτή δεν είναι απλώς ένα σχήμα λόγου, αλλά εκφρά­ζει μιαν ουσιαστική ταυτότητα. Τόσον ο κοσμικός λόγος, η θεία αρχή που δημιούργησε το σύμπαν και εξακολουθεί να το διαπερνάει, όσον και ο «εν ημίν» λόγος έχουν υλική σύσταση.
        Οι στωικοί φιλόσοφοι ταύτιζαν τον κοσμικό λόγο με το πυρ, για να εκφρά­σουν, έτσι, την αιθέρια, αέρινη υλική υπόσταση του. Η πύρινη υφή του κοσμικού λόγου, χάρις στην οποία συντηρούνται τα πράγματα και τρέφονται και αυξάνονται τα ζώα και τα φυτά, δεν πρέπει να συγχέεται με το εγκό­σμιο πυρ. Ο κοσμικός λόγος αποκαλείται από τους στωικούς φιλοσόφους «πυρ τεχνικόν», για ν’ αντιδιασταλεί προς το εγκόσμιο, το «άτεχνο» πυρ, που καίει και καταστρέφει. Η ψυχή μας, επίσης, ο εν «ημίν» λόγος, κατά τους στωικούς φιλοσόφους, έχει, όπως ο κοσμικός λόγος, λεπτή σωματική σύσταση. Ο Κλεάνθης, για να δικαιολογήσει την περί ψυχής υλική αντίληψη του, υποστήριζε ότι, αν ήταν ασώματη, δεν θα μπορούσε να παρακολουθή­σει τις μεταβολές του σώματος, ούτε να επηρεάσει το σώμα. Γεγονός, όμως, είναι ότι υπάρχει μια αμοιβαία επίδραση μεταξύ του σώματος μας και της ψυχής μας· όταν το σώμα νοσεί, συμπάσχει μαζί του και η ψυχή, και, αντι­στρόφως, όταν η ψυχή καταλαμβάνεται από ντροπή ή από φόβο, το σώμα γίνεται αντιστοίχως κόκκινο ή ωχρό.
        Έτσι. χάρις στην ουσιαστική, την υλική συγγένεια που υφίσταται μεταξύ του κοσμικού και του ανθρώπινου λόγου, εάν εναρμονιστεί κανείς προς τις επί ταγές του λόγου που βρίσκεται μέσα του, έρχεται σε πλήρη αρμονία προς τους κανόνες του κοσμικού λόγου και, κατ’ επέκτασιν. προς την φύση που διέπεται από τις αρχές του λόγου. Το «ομολογουμένως τη φύσει ζην», λοι­πόν, που υπαγορεύει στον άνθρωπο τι πρέπει να πράξει ώστε να εξασφα­λίσει την ευτυχία, ισοδυναμεί προς το «ομολογουμένως τω λόγω ζην». Η αρετή και η ευδαιμονία μας, στην οποία μπορούμε να φτάσομε μέσω της αρετής, εξαρτώνται, σε τελευταία ανάλυση, από εμάς τους ίδιους, από την λογική φύση μας. από την υπακοή μας στις εντολές του «εν ημίν» λόγου. Από την τροχιά μας αυτή προς την αρετή και την ευδαιμονία μας απομα­κρύνουν τα πάθη μας, τα οποία, αναστατώνοντας την ψυχή μας. δεν μας επι­τρέπουν να κρίνομε σωστά, σύμφωνα με τους κανόνες του λόγου. Όθεν, αν θέλει ν’ αποκτήσει κανείς την αρετή και, μέσω αυτής, την ευδαιμονία οφεί­λει, εκριζώνοντας από την ψυχή του τα πάθη του. να φτάσει στην κατάστα­ση της απάθειας. Ο αγώνας αυτός μέσα από την απάθεια, που εισηγήθηκαν οι στωικοί φιλόσοφοι για την κατάκτηση της αρετής και την επίτευξη της προσωπικής ευδαιμονίας, όχι μόνο δεν είναι εύκολο να τον φέρει κανείς εις πέρας, αλλά μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να μας εμβάλει και σε υπο­ψίες ως προς την ειλικρίνεια των εισηγητών του. Ο Σενέκας. συγκεκριμένα, από τους πιο προβεβλημένους απολογητές της στωικής φιλοσοφίας, παρότι, στο πλαίσιο της θεωρίας του για την απάθεια, καταφρονούσε τον πλούτο και συνιστούσε και στους άλλους ν’ αγωνίζονται να μην καταστούν υποχείρια του, δεν παρέλειψε, ωστόσο, να συγκεντρώσει τεράστια περιουσία από τους υψηλούς τόκους που έπαιρνε δανείζοντας τα χρήματα του στην Βρετανία. Πέρα δε από τις επιφυλάξεις που θα μπορούσε να έχει κάποιος για την ειλι­κρίνεια στωικών φιλοσόφων, όπως ο Σενέκας. η στωική απάθεια προσλαμ­βάνει σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις την αίσθηση της αναλγησίας και την εικόνα της απανθρωπιάς. Γιατί δεν είναι πράγματι σκληρό και παγερό, όταν, σύμφωνα με την στωική φιλοσοφία, θα πρέπει κάποιος που έχασε τα παιδιά του να εκριζώσει από μέσα του κάθε αίσθημα τρυφερότητας και λύπης για τον χαμό τους, καθόσον έτσι θα διαφυλάξει την δική του ηρεμία και ησυχία;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου