Ετικέτες

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ



 
 
 
 
 
 
1 Vote

Βυζάντιο
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ, ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ, ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ, ΛΑΩΝ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ, ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΩΝ και ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
Σημ.Αμετανόητου: Αφιερωμένο σε αυτό το παλιόπαιδο τον Μιχαήλ…αξίζει πολλά το κείμενο να αποθηκευτεί στον σκληρό…
Ενότητες:
Α. Ιστορικοί, φιλόλογοι, λόγιοι, φιλόσοφοι που αναφέρονται στην ελληνικότητα του Βυζαντίου.
Β. Σύγχρονοι των Βυζαντινών λαοί οι οποίοι αναφέρονται στην ελληνικότητα των Βυζαντινών.
Γ. Βυζαντινοί και μεταβυζαντινοί που αναφέρονται στην ελληνικότητα των ιδίων και της Ρωμανίας.
Δ. Διαφωτιστές που αναφέρονται στην ελληνικότητα της Ρωμανίας και των Βυζαντινών.
Ε. Ελληνικά επαναστατικά κείμενα που αναφέρονται στην ελληνικότητα της Ρωμανίας και την εθνική συνέχεια με αυτήν.
ΣΤ. Αναφορές ξένων κατά την Τουρκοκρατία, σχετικά με τη σχέση Ρωμανίας και υπόδουλων Ελλήνων.

Α’)  ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ, ΦΙΛΟΛΟΓΟΙ, ΛΟΓΙΟΙ, ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ, ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ
1. Aug. Heisenberg, ιστορικός:
«Βυζαντινό είναι το εκχριστιανισθέν ρωμαϊκό κράτος του ελληνικού έθνους» (Staat und Gesellschaft des byzantinischen Reiches, Die Kultur der Gegenwart, s. 364)
2. D. Talbot Rice, ιστορικός:
«Το Βυζάντιο πρέπει πραγματικά να μελετηθεί σαν ένα κεφάλαιο της μακρόχρονης  ιστορίας του ελληνικού πολιτισμού και του ελληνικού στοχασμού» (Byzantines, 26)
3. Arnold Toynbee, ιστορικός:
«Τον 5ο αιώνα η αυτοκρατορία συνέχισε να είναι κατ’ όνομα ρωμαϊκή, αλλά στην πραγματικότητα είχε καταστεί ελληνική και παρέμεινε ελληνική» (Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους, σ. 187)
4. H.-G. Beck, ιστορικός:
«Η αυτοκρατορία έγινε «βυζαντινή» επειδή η κατακτημένη Ελλάδα είχε για μια ακόμη φορά νικήσει στο πνευματικό πεδίο και μπορούσε πια να θεωρήσει την κρατική εξουσία και την κρατική οργάνωση, που αρχικά της ήταν τόσο ξένες, ως ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούσε κανείς να σταδιοδρομήσει, και να διαπρέψει χωρίς να είναι πια ανάγκη να αφήνει τα κοινά στους Λατίνους» (Η βυζαντινή Χιλιετία, σ. 38).
5.  St. Runciman, ιστορικός:
«Δε νομίζω ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι περισσότερο Έλληνες από τους Βυζαντινούς» (Συνέντευξη στην Λ. Θωμά)
6. L. Brehier, ιστορικός:
«Το Βυζαντινό κράτος είναι η οργανική ανάπτυξις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλ’ έγινεν ελληνικόν και χριστιανικόν και ευρίσκομεν εις αυτό ηνωμένα τα τρία θεμελιώδη στοιχεία του ευρωπαϊκού πολιτισμού: τον Ελληνισμόν, το Ρωμαϊκόν Δίκαιον και τον Χριστιανισμόν» (Le dιvelopement des ιtudes d’ historie Byzantine, Revue d’ Auvergne, τ. 18, σ. 34)
7. Ch. Diehl, ιστορικός:
Θεωρεί τους Βυζαντινούς Έλληνες, αναφέρεται στον εξελληνισμό της Ρωμανίας μετά τον Ηράκλειο (Ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, σ. 69 κ.ε.) και γράφει ότι το Ρωμαίος σημαίνει τον Έλληνα.
8. Ostrogorsky, ιστορικός:
Γράφει για την εποχή του Ηράκλειου (7ος αι.) «Το Βυζάντιο, αν και παραμένει πάντα σταθερά προσκολλημένο στις ρωμαϊκές πολιτικές ιδέες και παραδόσεις, μεταβάλλεται σε ένα μεσαιωνικό ελληνικό κράτος» (Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τ. Α’, σ. 217)
9.  J. B. Bury, ιστορικός:
«Ο πολιτισμός του Βυζαντινού κράτους έχοντας βαθειές ρίζες στο παρελθόν, ήταν η τελευταία φάση του ελληνικού πολιτισμού» (History of the later roman empire from the death of Theodosius I to the death of Justinian)
10. Αλέξανδρος Καζντάν, ιστορικός:
Σε μια μελέτη του τονίζει ότι η Αυτοκρατορία ήταν ελληνική, αν και περιείχε μερικές μειονότητες, Αρμενίους, Ιταλούς, Σλάβους (Alexander Kazhdan and Antony Cutler, “Continuity and Discontinuity in Byzantine History“, Byzantion τόμ. 32 (1982), σ. 465)
11. Gyula Moravcsik, ελληνιστής-φιλόλογος:
Γράφει ότι είναι προτιμότερο να μιλάμε για Ελληνολογία παρά για Βυζαντινολογία (Byzantion, τομ. 25 (1965), σσ. 291-301).
12. Jacques Le Goff, ιστορικός:
Χαρακτηρίζει το βυζαντινό στόλο ελληνικό και τους Βυζαντινούς Έλληνες (Ο πολιτισμός της Μεσαιωνικής Δύσης, σ. 68-69) και γράφει αλλού: «Στην προοπτική της ενωμένης Ευρώπης, η δυτική ιστοριογραφία και η δυτική κοινή γνώμη οφείλουν 1) να αναγνωρίσουν στην Ελλάδα το βυζαντινό παρελθόν της, 2) να επανεντάξουν το Βυζάντιο στην γενική ιστορία, στο Μεσαίωνα ως σύνολο και στη μακρά διάρκειά του. Τέλος 3) οφείλουμε να παραχωρήσουμε στο Βυζάντιο τη δική του θέση. Βυζάντιο, πρωτότυπος κρίκος δημιουργίας και εκπολιτισμού, του ελληνισμού και της ευρωπαϊκής ιστορίας» (Βυζάντιο και Ευρώπη, Συμπόσιο, Παρίσι, Maison de l’ Europe, σ. 104, 105).
13. H. Hunger, φιλόλογος:
Σε διεθνές συνέδριο Βυζαντινολογίας «επανειλημμένα τονίστηκε από τον καθηγητή Hunger ότι δεν πρέπει να γίνεται πλέον διάκριση μεταξύ Byzantinistik και Neogräzistik, μεταξύ δηλαδή βυζαντινολογίας και νεοελληνικής φιλολογίας, διότι Βυζάντιο και Νέος Ελληνισμός αποτελούν ενότητα» (Θ. Ν. Ζήση, Επόμενοι τοις θείοις πατράσι. Αρχές και κριτήρια της Πατερικής Θεολογίας, σ. 88).
14. F. Gregorovius, ιστορικός:
«Διὰ τῆς κτίσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως διεσώθη ἡ περεταίρω ὕπαρξις τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους και διετηρήθησαν ὑπὲρ τῆς ἀνθρωπότητος οἱ θησαυροὶ τοῦ πολιτισμοῦ αὐτοῦ. Πράγματι, δ’ ἄνευ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἡ Ἑλλὰς καὶ ἡ Πελοπόννησος ἤθελον κατακτηθῆ καὶ οἰκισθῆ ὑπὸ ξένων βαρβάρων ἐθνῶν» (Ιστορία των Αθηνών, τ. 1, σ. 89).
15. Ν. Σβορώνος, ιστορικός:
i) «Δεν μπόρεσα να κάνω ποτέ μου το διαχωρισμό ανάμεσα στο Βυζάντιο και τον νέο ελληνισμό» (Κ.Θ. Δημαρά και Νίκου Σβορώνου, Η μέθοδος της ιστορίας, σ. 104).
ii) Ο ελληνικός λαός στον Μεσαίωνα στην Αν. Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία «γίνεται ο κυρίαρχος λαός ενός νέου πολιτικού σχηματισμού» (Ανάλεκτα Νεοελληνικής ιστορίας και ιστοριογραφίας, σ. 110)· ο ελληνικός χαρακτήρας της Ρωμ. Αυτοκρατορίας «εδραιώνεται όλο και περισσότερο» (ό.π.)· «η διοίκηση [της Ρωμανίας] περνάει στα χέρια των Ελλήνων και των εξελληνισμένων» (ό.π.)· και «ο ρωμαϊκός χαρακτήρας [του Βυζ. Κράτους] μετατρέπεται σε ένα μακρινό και ουσιαστικό ιδεώδες» (ό.π., σ. 111) ιδίως μετά τον Ιουστινιανό.
iii)  «Τα στοιχεία της αδιάκοπης πολιτιστικής και ως ένα σημείο της εθνολογικής συνέχειας…εμποδίζουν να δούμε στον μεσαιωνικό Ελληνισμό έναν νέο λαό, μια καινούργια εθνότητα, άσχετη, ή με κάποια μόνο μακρινή σχέση με τον αρχαίο Ελληνισμό, αλλά μας κάνουν να βλέπουμε σε αυτόν μια νέα φάση του ίδιου λαού» (Το ελληνικό έθνος. Γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού, σ. 64)
16. Ρ. Αποστολίδης, φιλόλογος:
Κάνει λόγο για «τη λεγόμενη Ανατολική μετά, τη Βυζαντινή μας Αυτοκρατορία τη μεστή ελληνισμού» (πρόλογος στην Ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου, του Ντρόυζεν).
17. Bowerstock Glen W., ιστορικός:
«Είναι πράγματι ευχάριστο να παρατηρούμε ότι ο Frank Clover και ο Stephen Humphreys, στις εισαγωγικές παρατηρήσεις του σε μια πρόσφατη συλλογή σημαντικών άρθρων για την ύστερη αρχαιότητα, εμφανίζονται να προϋποθέτουν την άποψη αυτή όταν γράφουν: “Υπό την αιγίδα της Κωνσταντινούπολης, ο αυτοκρατορικός ελληνισμός, σαφώς ελληνικός στη μορφή και την άποψή του, αντικατέστησε τον παλιό ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, που υπήρξε ο κυρίαρχος τρόπος ζωής στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (Tradition and Innovation in Late Antiquity, Madison, Wis. 1989, σ. 10)» (Ο Ελληνισμός στην Ύστερη Αρχαιότητα, σ. 15).
18. P. Lemerle, ιστορικός:
Κάνει λόγο για «ελληνικό Μεσαίωνα» (Ο πρώτος βυζαντινός ουμανισμός, σ. 52), για «εξελληνισμό της Αυτοκρατορίας» (ό.π., σ. 71) κατά την Εικονομαχία, χρησιμοποιεί το Έλληνες αναφερόμενος στους Βυζαντινούς του 9ου και 10ου αι. (ό.π., σ. 156-7 και 251), οι βυζαντινοί στρατηγοί που νίκησαν στα πεδία της μάχης τους Άραβες ή τους Βούλγαρους καλούνται «Έλληνες στρατηγοί» (ό.π., σ. 275), κάνει λόγο για «χριστιανικό ελληνισμό» (ό.π., σ. 279), για «Έλληνες του Βυζαντίου» (ό.π., σ. 284) και για τον «τρίτο ελληνισμό, τον ελληνισμό του Βυζαντίου» (ό.π., σ. 285).
19. Κ. Κρουμμπάχερ, φιλόλογος:
i) «ήτο του ελληνισμού το κράτος εν τη αυτοκρατορία» και «Ρωμαίος εσήμαινε, εν τέλει τον Έλληνα» (Ιστορία της βυζαντηνής Λογοτεχνίας, τ. Α’, σ. 40, 7).
ii) «Την ηγεμονία διετήρησαν τα ελληνικήν έχοντα την γλώσσαν εθνικά στοιχεία, αδιάφορον αν εις τας φλέβας των έρρεε μία σταγών περισσότερο ή ολιγώτερον αίματος αρχαίου ελληνικού» (Ιστορία της Βυζαντηνής Λογοτεχνίας, τ. Α’, σ. 40).
20. Karl Roth, ιστορικός:
«Στο Βυζαντινό Κράτος ο Ελληνισμός… πήρε άλλη μια φορά κρατική μορφή» και «Τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της ελληνικής φυλής γίνονται όλο και περισσότερο εντονώτερα στο βυζαντινό κράτος, κι’ έτσι μ’ όλες τις ανατολικές επιδράσεις έμεινε ένα κράτος ελληνικό» (Ιστορία του Βυζαντινού πολιτισμού, σ. 5, 99).
21. Ε. Αρβελέρ, ιστορικός:
Γράφει για τον 10ο αι. ότι «Η αυτοκρατορία με την ποικιλία των λαών και των εθνών που περιελάμβανε προηγούμενα το Βυζάντιο, παραχώρησε τη θέση της σε μια ελληνορθόδοξη Αυτοκρατορία, με μια ενιαία παιδεία» (Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, σ. 60).
Γράφει για τους αιώνες μεταξύ 379-641:
«Κατά τη διάρκεια αυτών των αιώνων το Βυζάντιο θα αποκτήσει τα χαρακτηριστικά που θα το καταστήσουν αργότερα Ελληνική Αυτοκρατορία της χριστιανικής Ανατολής. Αυτός ο νέος πολιτικός προσανατολισμός, που αναπτύσσεται παράλληλα με τη ζωντανή ρωμαϊκή ιδέα, αλλά που τείνει να την υποκαταστήσει» (ό.π., σελ. 22)
Το «Ελληνική» στο προηγούμενο απόσπασμα δεν έχει πολιτισμικό αλλά εθνικό χαρακτήρα, κι αυτό φαίνεται από τις προηγούμενες σελίδες, στις οποίες η Αρβελέρ χαρακτηρίζει το Βυζάντιο για τα έτη 330-641:
α) «…της Αυτοκρατορίας, που αποκαλείται Βυζαντινή, ενώ είναι στην πραγματικότητα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της χριστιανικής Ανατολής με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη» (ό.π., σελ. 20)
β) «ο όρος “βυζαντινός” πρέπει να θεωρείται, τουλάχιστον ώς την εποχή που αποκαλείται Πρωτοβυζαντινή (4ος – τέλος 6ου αιώνα) ότι προσδιορίζει τη χριστιανική Αυτοκρατορία της Ρωμαϊκής Ανατολής» (ό.π., σελ. 21)

Για τον 8ο αιώνα γράφει:
«Η μεγάλη ρωμαϊκή ιδέα είχε φτάσει στο τέλος της» (ό.π., σελ. 38)
«…το αρχαίο ελληνικό ιδεώδες τείνει να υποκαταστήσει το ρωμαϊκό ιδεώδες…» (ό.π., σελ. 76)
«…ο ρωμαϊκός κόσμος, που το ιδεώδες του ήταν συνυφασμένο με μια στρατιωτική και πολιτική έννοια, είχε στο τέλος κατακτηθεί από το ελληνικό πνεύμα» (ό.π., σελ. 76)
«Οι Βυζαντινοί διανοούμενοι…και ο βυζαντινός λαός,…θα αναλάβουν μαζί την προσπάθεια να σώσουν το κράτος των ορθόδοξων Ελλήνων που είναι στο εξής το Βυζάντιο» (ό.π., σελ. 78)
Για το τέλος του 11ου αιώνα:
«…τις πράξεις των ορθόδοξων Ελλήνων, των Βυζαντινών δηλαδή» (ό.π., σελ. 78)
«Είναι γεγονός ότι η διαμόρφωση του βυζαντινού πατριωτισμού φαίνεται να έχει ήδη καλλιεργηθεί πριν από τον ενδέκατο αιώνα. Φαίνεται σαν έργο των διανοουμένων της πρωτεύουσας, ιερωμένων και λαϊκών, που ανέπτυξαν το στοιχείο της ελληνικότητας σαν επίκαιρο συμπλήρωμα…» (ό.π., σελ 79)
«…τα γεγονότα του 1204 υπήρξαν για τον ελληνικό λαό τόσο αποφασιστικά όσο κι εκείνα του 1453» (ό.π., σελ. 126)
«…τον “ιερό πόλεμο” των Ελλήνων, των Βυζαντινών στο σύνολό τους…» (ό.π., σελ. 126)
«…την Αυτοκρατορία της Νικαίας, την πιο σημαντική εστία της ελληνικής αντίστασης» (ό.π., σελ. 129)
«…θα πρέπει να εξετάσουμε την ιδεολογία της Αυτοκρατορία της Νικαίας, που περισσότερο από κάθε άλλο ελληνικό κράτος…» (ό.π., σελ. 131)
«οι Έλληνες θα περιμένουν περισσότερο από μισόν αιώνα να ανακτήσουν την Κωνσταντινούπολη…» (ό.π., σελ. 136 )
«Στις 25 Ιουλίου 1261, λίγες μόλις εκατοντάδες Έλληνες στρατιώτες, βοηθούμενοι από τον πληθυσμό της Κωνσταντινούπολης, πραγματοποίησαν το όνειρο που είχε θρέψει για περισσότερο από μισόν αιώνα τον βυζαντινό κόσμο» (ό.π., σελ. 140)
«..η ένωση των Εκκλησιών που θέλησε να επιβάλει θεωρήθηκε από τον κλήρο και τον ελληνικό λαό προσβολή…» (ό.π., σελ. 143)
 «…το αδόκιμο όνομα Βυζάντιο για τη μεσαιωνική ελληνική αυτοκρατορία» (Γιατί το Βυζάντιο, σ. 17)
«Βυζάντιο είναι η εκχριστιανισμένη και εξελληνισμένη Ρωμαϊκή ανατολική αυτοκρατορία με την Κωνσταντινούπολη για πρωτεύουσα» (ό.π., σ. 19)
«Από την 11η Μαίου του 330…ώς τον Μάη του 1453 οριοθετείται και χρονολογείται ο βίος της παγκόσμιας αυτοκρατορίας του μεσαιωνικού ελληνισμού» (ό.π., σελ. 68)
«..το μεγαλείο της μεσαιωνικής ελληνοσύνης της Ρωμανίας, του Βυζαντίου δηλαδή» (ό.π., σ. 69)
«η Ρωμανία [η ελληνοσύνη δηλαδή] κι αν πέρασε, ανθεί και φέρει κι άλλο» (ό.π., σελ. 91)
«…η επίσης ελληνική αυτοκρατορία των Μεγάλων Κομνηνών» (ό.π., σελ. 92)
«…των Ελλήνων του μεσαίωνα» (ό.π., σελ. 127)
«…η χιλιόχρονη αυτοκρατορία του μεσαιωνικού ελληνισμού» (ό.π., σελ. 129)
«Η αυτοκρατορία της Νίκαιας, ελπίδα του εξόριστου από την Πόλη ελληνισμού…» (ό.π., σελ. 138)
«..την ελληνοσύνη της ρωμιοσύνης» (ό.π., σελ. 191)
«αδιάσπαστος κρίκος το Βυζάντιο ανάμεσα στον αρχαίο και στον σύγχρονο» (ό.π., σελ. 249)
Επίσης:
«…τη χιλιόχρονη Αυτοκρατορία του Μεσαιωνικού Ελληνισμού» (Μοντερνισμός και Βυζάντιο, σελ. 11)
«Στη διαχρονικότητα της ιστορίας, το Βυζάντιο…θα γίνει η μεσαιωνική Αυτοκρατορία του ανανεωμένου Ελληνισμού» (ό.π., σελ. 31).
Σε ερώτηση προς την Αρβελέρ αν συμφωνεί με την άποψη του Βασίλη Ραφαηλίδη, ότι Ρωμιός είναι ο κάθε χριστιανός Ορθόδοξος ο οποίος κατοικεί στη Βαλκανική χερσόνησο, δηλαδή ότι Ρωμιός είναι και ο Βούλγαρος, και ο Αλβανός, ο βαπτισμένος Τούρκος κ.ο.κ., αυτή απάντησε ότι διαφωνεί με την άποψη αυτήν. Συμπλήρωσε δε, ότι «όταν λέω ότι είμαι Ρωμιά, σημαίνει ότι δέχομαι ότι είμαστε συνέχεια του Βυζαντίου, [και]….απλώς λέω ότι το Βυζάντιο είναι μέσα στην ελληνική συνέχεια». Επίσης, «Είμαι Ρωμιά, χωρίς να πάψω να είμαι Ελληνίδα» (http://www.youtube.com/watch?v=82yKWqMQKOI, kulturosupa.com Ε.ΑΡΒΕΛΕΡ περι Ρωμιών και Μεγάλου Κων/ου(6))
22. Β. Τατάκης, φιλόλογος:
1. «Η βυζαντινή εποχή αποτελεί κατά κύριο λόγο μία περίοδο της ιστορίας του ελληνικού λαού» (Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, σ. 22).
2. «Η βυζαντινή φιλοσοφία αποτελεί αδιάσπαστη συνέχεια της περιόδου που προηγείται (…) Η βυζαντινή φιλοσοφία αποτελεί μία μορφή της ελληνικής φιλοσοφίας, του ελληνικού λόγου και της ελληνικής ψυχής» (Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, σ. 22).
23. Κ. Μαρξ, φιλόσοφος:
Αναφέρεται στον “ελληνικό πατριωτισμό” του βασιλείου της Νίκαιας και αποκαλεί Έλληνες αυτοκράτορες τους αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης (άρθρο στην New York Daily Tribune 12/8/1853 – Λονδίνο 29/7/1853). Επίσης ο ίδιος γράφει:
«…η ευρωπαϊκή ελληνική αυτοκρατορία» (στο ίδιο άρθρο, της 12-8-1853)
«..τους Έλληνες αυτοκράτορες της Κωνσταντινούπολης» (6-5-1854)
«…οι Έλληνες αυτοκράτορες» (3-5-1854)
«…των Ελλήνων ηγεμόνων» (9-1-1857). Επίσης γράφει:
«Οι Έλληνες του λεγόμενου [ελληνικού] βασιλείου, καθώς κι όσοι ζουν στα Ιόνια νησιά υπό βρεταννική κυριαρχία…..Φθάνουν μάλιστα να ονειρεύονται και την παλινόρθωση του Βυζαντίου» (29-3-1854)
24. Sture Linner, ιστορικός:
«Ακόμα και οι ερευνητές που αρνούνται την ιδέα μιας απόλυτης συνέχειας στο Βυζάντιο, θα πρέπει να πιστοποιήσουν ότι στην Ανατολή υπήρχαν περισσότερα στοιχεία της αρχαιότητας απ’ ό,τι στη Δύση» (Ιστορία του Βυζαντινού Πολιτισμού, σ. 124).
 «Ανεξάρτητα από το πώς θέλει να δει κανείς τον βυζαντινό πολιτισμό σε σχέση με τον αρχαίο ελληνικό, συνήθως τον βλέπει σαν μια ενότητα» (ό.π., σ. 262)
«Οι Βυζαντινοί…είχαν πάντοτε συνείδηση του ελληνικού τους παρελθόντος»  (ό.π., σ. 219)
25. H. Baynes-H.St.L.B. Moss, ιστορικοί:
«Είναι αδύνατον να προβληθή αντίρρηση για τη συνέχεια του βυζαντινού πολιτισμού. Μέσα στην αυτοκρατορία η παιδεία του ελληνιστικού κόσμου που αναπτύχθηκε στα βασίλεια τω διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου συνεχίζεται και επηρεάζει βαθιά τα επιτεύγματα του Βυζαντίου. Γιατί οι Βυζαντινοί είναι χριστιανοί Αλεξανδρινοί. Στην τέχνη ακολουθούν τα ελληνιστικά πρότυπα˙ κληρονομούν τη ρητορική παράδοση, την φιλομάθεια, το θαυμασμό για το μεγάλο αιώνα της κλασσικής Ελλάδος, χαρακτηριστικά που διέκριναν τους μελετητές της εποχής του βασιλείου των Πτολεμαίων. Εκείνοι που θα ζητούσαν να επιβάλλουν τη γνώμη ότι σε κάποια εποχή στην ιστορία του Βυζαντίου υπάρχει κάποιο ρήγμα στη συνέχεια, ότι κάτι το εντελώς νέο εμφανίστηκε, οφείλουν τουλάχιστο να παραδεχτούν ότι ο πολιτισμός της αυτοκρατορίας δεν εγνώρισε τέτοια διακοπή. Διατηρήθηκε επίμονα ώς το τέλος της αυτοκρατορίας» (Βυζάντιο˙ εισαγωγή στον Βυζαντινό πολιτισμό, σ. 23)
26. Ιω. Καραγιαννόπουλος, ιστορικός:
«Τονίζουν συχνά ότι Αρμένιοι ή άλλων εθνικοτήτων εκπρόσωποι έφθασαν εις τα ύψιστα κρατικά αξιώματα ή ανήλθον και εις αυτόν εισέτι τον αυτοκρατορικόν θρόνον. Και θέλουν με αυτόν τον τρόπον να διατρανώσουν την συμβολήν της μιας ή της άλλης εθνότητος εις την ζωήν και την διαμόρφωσιν του Βυζαντινού κράτους. Ασφαλώς δεν πρέπει να παραβλέπεται ή να υποτιμάται ο ρόλος που άλλαι εθνότητες έπαιξαν εις την ζωήν του κράτους. Επίσης όμως δεν πρέπει να παραβλέπωμεν το γεγονός ότι πρέπει να ιεραρχηθή η προσφορά των. Και κατά την ιεράρχησιν αυτήν προβάλλει επιβλητική η προσφορά του ελληνισμού και της ελληνικής παιδείας: η ελληνική παιδεία εγένετο το άλας του κόσμου, είπεν ο H. Bengtson. Ας προσπαθήσωμεν ν’ αναλογισθώμεν τι θα ήτο το Βυζάντιον, ας διερωτηθώμεν εάν θα ήτο Βυζάντιον άνευ της ελληνικής γλώσσης και παιδείας. Εκτός τούτου όμως πρέπει ν’  αναγνωρισθεί έν αδιαφιλονίκητον γεγονός: εφ’ όσον και καθ’ όσον οι διάφοροι λαοί ελάμβανον συνείδησιν εαυτών, απεχωρίζοντο βαθμηδόν του κράτους.η ενίσχυσις της εθνικής συνειδήσεως, λέγει ο H. Bengtson ομιλών περί των Ν.Α. και των αιγυπτιακών περιοχών του πρωτοβυζαντινού κράτους “συνωδεύετο με οπισθοδρόμησιν του ελληνισμού και κυρίως της ελληνικής παιδείας”» (Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους, τ. Α’, σ. 25)
27. Αλέξιος Γ.Κ. Σαββίδης & Benjamin Hendrickx, ιστορικοί.
«ο όρος Ρωμαίος… δεν σημαίνει ότι οι Βυζαντινοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως απογόνους των Λατίνων. Αντιθέτως, είχαν απόλυτη συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής. (…)
[το Βυζάντιο είναι μια] …μεσαιωνική πολυεθνική “αυτοκρατορία της Ανατολής”, της οποίας ο πυρήνας ήταν από εθνικής απόψεως “ελληνικός”, τόσο γλωσσικά όσο και πολιτιστικά. Από την άλλη, υπάρχουν επίσης επιστήμονες που συνεχίζουν να υιοθετούν ακραίες απόψεις, υποστηρίζοντας ότι οι Βυζαντινοί ήταν μάλλον “ελληνόφωνοι Ρωμαίοι” και ότι οι πρώιμοι βυζαντινοί αυτοκράτορες (έως την εποχή του Ιουστινιανού ή και έως τον πρώιμο 7ο αιώνα) είχαν πιο πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τους ρωμαίους αυτοκράτορες του παρελθόντος παρά με τους βυζαντινούς έλληνες επιγόνους τους. Προφανώς, αυτοί οι επιστήμονες δεν έχουν κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο ο όρος “Ρωμαίος” και τα παράγωγά του χρησιμοποιούνταν στη βυζαντινή αυτοκρατορία» (Εισαγωγή στη Βυζαντινή Ιστορία (284-1461), β’ έκδ., εκδ. Ηρόδοτος, σ. 38-9).
28. Jac. Ph. Fallmerayer, ιστορικός.
Γίνεται λόγος για «γένος των Ελλήνων» (Ιστορία της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, εκδ. Κυριακίδη, σ. 53)
Η Κωνσταντινούπολη στα 1204 είναι «η πρωτεύουσα του ελληνικού λαού» (ό.π., σ. 68)
Μετά τα 1204 και την Πρώτη Άλωση της Πόλης «οι Έλληνες είχαν εγκαθιδρύσει ένα νέο κράτος στην Τραπεζούντα» (ό.π., σ. 79)
Η Κωνσταντινούπολη είναι «η πρωτεύουσα του ελληνικού κόσμου» (ό.π., σ. 148)
Γίνεται λόγος περί «γνήσιων Ελλήνων της παλιάς Τραπεζούντας» (ό.π., σ. 167)
Σε όλο το σύγγραμμα γίνεται αναφορά σε Έλληνες και γνωστοί Βυζαντινοί θεωρούνται Έλληνες.
29. Κώστας Παπαϊωάννου (Kostas Papaioannou), φιλόσοφος.
«Το Βυζάντιο αποτελεί μια δεύτερη άνθηση του ελληνισμού» (Βυζαντινή και ρωσική ζωγραφική, σ. 24)
30. Κωνσταντίνος Σάθας, ιστοριοδίφης.
«Την 29 Μαϊου 1453 οι Τούρκοι κατεσκήνωσαν εν μέσω των καθημαγμένων ερειπίων της πρωτευούσης της Ελληνικής Αυτοκρατορίας»  (Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, σ. α’)
«Εν μέσω των καθημαγμένων ερειπίων της κλασικής των σχισματικών Ελλήνων πρωτευούσης…» (ό.π., σ. 1)
31. Νίκος Ψυρούκης, ιστορικός.
«Μέχρι σήμερα…υπάρχουν ορισμένοι που θεωρούν το Μεσαίωνα στα Βαλκάνια σαν κάτι άσχετο με την αρχαιότητα, δεν τον θεωρούν παιδί της αρχαιότητας,….Έτσι, μιλάνε για Ρωμηούς, για λαότητα των Ρωμαίων, κ.λ.π., για να δείξουν το άσχετο και όχι το νέο στην εθνολογική εξέλιξη της Ελλάδας. Η αντιμετώπιση αυτή αποτελεί τυπικό παράδειγμα της σχηματοποιημένης σκέψης και οριζόντιας συγκριτικής έρευνας… Ο κάθε λαός είναι διαφορετικός από τον άλλο. Όμως, όλοι είναι άνθρωποι, άνθρωποι που έχουν κάποια ιστορική συνέχεια. Αυτό ισχύει και για τα έθνη» (Ιστορικός χώρος και Ελλάδα, σ. 51)
«Η γλώσσα το Μεσαίωνα υπήρξε μια από τις ισχυρότερες εθνικές υποσυνειδήσεις. Η ύπαρξη μιας κυρίαρχης γλώσσας, της ελληνικής, δημιουργούσε στους αλλόγλωσσους λαούς το αίσθημα της υποτέλειας σε ξένο» (ό.π., σ. 58)
32. Kurt Weitzmann, ιστορικός της τέχνης
Κάνει λόγο για «Το ελληνικό αίμα στις φλέβες των Βυζαντινών» (Greek Mythology in Byzantine Art, σ. 207)
33. Douglas Dakin, ιστορικός
i «Δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει συνέχεια στην ελληνική ιστορία. Αντίθετα, υπάρχει συνέχεια τόσο στο θέμα της φυλετικής καταγωγής, όσο και σε ό,τι αφορά τη γλώσσα και τον πολιτισμό. (…) Παρά το γεγονός ότι οι κάτοικοι έφτασαν στο σημείο να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, παρέμειναν αναμφισβήτητα Έλληνες» (Η ενοποίηση της Ελλάδας, σ. 19)
ii «Οπωσδήποτε ο ελληνικός πληθυσμός μειώθηκε σημαντικά και επήλθε μεγάλη επιμειξία ανάμεσα στους λαούς. Η θεωρία όμως ότι η ελληνική γλώσσα εξαφανίστηκε και αργότερα επιβλήθηκε ξανά χάρη στην Εκκλησία απαιτεί την αποδοχή ενός παραλογισμού: ότι η ελληνική Εκκλησία διέθετε ένα πολυσύνθετο και τέλεια οργανωμένο κύκλωμα σχολείων, και έναν αληθινό στρατό από δασκάλους που δίδαξαν τα ελληνικά στους σλαβικούς πληθυσμούς» (ό.π., σ. 20)
iii. «Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η παράδοση της ελληνικής γλώσσας πρέπει να υπήρξε αδιάσπαστη…επίσης ότι ο ελληνόφωνος πληθυσμός που είχε επιζήσει πρέπει να ήταν σημαντικός σε αριθμό. Για την ακρίβεια αυτού του τελευταίου ισχυρισμού υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις οι οποίες, αν και δεν είναι αδιάσειστες, πρέπει οπωσδήποτε να βαρύνουν περισσότερο από τις αμφισβητήσιμες υπερβολές των χρονικογράφων που δεν είχαν γνωρίσει οι ίδιοι από κοντά τις περιοχές στις οποίες αναφέρονταν. Υπάρχουν ενδείξεις ότι τον 8ο αιώνα τριάντα δύο Έλληνες επίσκοποι ασκούσαν επίσημα τα καθήκοντά τους στον Μοριά. Υπάρχουν ακόμα ενδείξεις ότι στην Κόρινθο, περιοχή που υποτίθεται ότι είχε τελείως κατακλυστεί από Σλάβους, η ελληνική μητροπολιτική επισκοπή επέζησε. επίσης ότι στα τέλη του 6ου αιώνα δύο επίσκοποι της μητρόπολης της Κορίνθου είχαν αλληλογραφία με τον πάπα Γρηγόριο τον Μέγα. και τέλος ότι το 680, όπως και το 843, ο Έλληνας επίσκοπος της μητρόπολης της Κορίνθου έλαβε μέρος σε οικουμενικές συνόδους. Η μελέτη της λαογραφίας μάς παρέχει πρόσθετες ενδείξεις ότι ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων επέζησε κατά την περίοδο των σλαβικών επιδρομών. Η ελληνική λαϊκή παράδοση διασώζει διάφορες δοξασίες και έθιμα, που είναι γνωστό ότι χρονολογούνται από την προχριστιανική εποχή… Αν αυτές οι δοξασίες και τα έθιμα είχαν εξαφανιστεί, είναι αδιανόητο με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να μεταδοθούν ύστερα από ένα χρονικό διάλειμμα στους Σλάβους, που είχαν τη δική τους λαϊκή παράδοση, η οποία, μολονότι περιέχει δοξασίες κοινές με την ελληνική και με άλλες παραδόσεις, διακρίνεται ωστόσο καθαρά από τη γνήσια ελληνική παράδοση. Ο ελληνικός λαός με τη γλώσσα του και την παράδοσή του επέζησε όχι μόνο στην Πελοπόννησο και στην κεντρική Ελλάδα, αλλά και σε πολλά νησιά της ανατολικής Μεσογείου, στη νότια Μακεδονία, στις παραθαλάσσιες περιοχές της Θράκης και σε πολλά μέρη της Μικράς Ασίας. Στη Μικρά Ασία μάλιστα (όπως και στα νησιά) η επιμειξία με άλλους λαούς ήταν μικρότερη» (ό.π., σ. 20-21)
iv. «Από την εποχή του Ωριγένη και σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου, ώς τα χρόνια των Κομνηνών και των Παλαιολόγων, αναβίωσαν συχνά οι κλασσικές ιδέες». (ό.π., σ. 22)
v. Οι Έλληνες «ήταν οι κληρονόμοι μιας αναγέννησης που ξύπνησε μέσα τους τη συνείδηση της καταγωγής τους από τους αρχαίους Έλληνες – αναγέννησης που δεν θα ήταν εφικτή αν δεν υπήρχε η συνέχεια της γλώσσας και, ώς έναν ορισμένο βαθμό, η συνέχεια της φυλής. Αλλά είχαν επίσης κληρονομήσει τη βυζαντινή Ελλάδα, που είχε πολύ βαθιές ρίζες στον ελληνιστικό κόσμο – κι αυτός είχε τις καταβολές του στην κλασική Ελλάδα». (ό.π., σ. 24-25)
vi. «Οι οπαδοί του ελληνικού πνεύματος των Αθηνών είχαν εμποτισθεί βαθιά με την πεποίθηση ότι η Εκκλησία είχε διασώσει το Έθνος στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ενώ στους κύκλους του Πατριαρχείου…αναπτύχθηκε ένα δυνατό ελληνικό συναίσθημα, ένα συναίσθημα ότι ανάμεσα στους περιούσιους λαούς του Θεού οι “Έλληνες” κατείχαν την τιμητική θέση. Γι’ αυτό, αντί να δώσουμε ιδιαίτερο βάρος στη διαμάχη ανάμεσα στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη, πρέπει να δούμε το θέμα ξεκινώντας από τη βάση ότι υπήρχαν δύο μορφές “Ελληνισμού”, ο εθνικός “Ελληνισμός” και ο εκκλησιαστικός “Ελληνισμός”, και οι δύο με κοινές σε μεγάλο βαθμό, αν και κάπως ακαθόριστες επιδιώξεις, που δεν συμφωνούσαν όμως αναγκαστικά σε ό,τι αφορούσε τα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν εκείνη την ώρα» (ό.π., σ. 26).
34. Α. Smith, καθηγητής, στο Εθνική ταυτότητα
«Αν λάβουμε υπόψη τη γραφή και τη γλώσσα, ορισμένες αξίες, την ιδιαιτερότητα του περιβάλλοντος και τον πόθο του νόστου, την αδιάκοπη κοινωνική αλληλεπίδραση και την αίσθηση της θρησκευτικής και πολιτισμικής διαφορετικότητας – ακόμα και του αποκλεισμού – μπορεί να πει κανείς πως, κάτω από το πλήθος των κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών των τελευταίων δύο χιλιάδων χρόνων, διατηρήθηκε η αίσθηση της ελληνικής ταυτότητας και τα κοινά εθνοτικά αισθήματα» (σσ. 51-52)
«Μεγάλο μέρος από τη διασωθείσα κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδας πράγματι διαφυλάχθηκε ή αναβίωσε. Ακόμα και κατά την περίοδο των σλαβικών μεταναστεύσεων…κυρίως στην Κωνσταντινούπολη σημειώθηκε μια αυξανόμενη έμφαση στην ελληνική γλώσσα, φιλοσοφία, φιλοσοφία και λογοτεχνία και μια στροφή προς τα κλασικά μοντέλα σκέψης και μάθησης. Παρόμοιες “ελληνικές αναγεννήσεις” επανεμφανίστηκαν τον 10ο και τον 15ο αιώνα αλλά και μετέπειτα». (σ. 51)
Β’) ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΛΑΟΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ
(τα παρακάτω, όταν δεν αναφέρεται η πηγή, προέρχονται από το Δ. Κωνσταντέλου, Μαρτυρίες για την Ταυτότητα των Βυζαντινών και των Ρωμιών σε Ελληνικές Πηγές, περ. Πεμπτουσία, τχ. 7, 8, 9, Δεκέμβριος 2001 – Νοέμβριος 2002)
i) Άραβες
1. Ο Άραβας ιστορικός και γεωγράφος Ali al-Mascuch (8ος αι.) αναφερόμενος στην περίοδο του Ρωμαϊκού Λεκαπηνού και της πολιτικής του έναντι των Εβραίων χαρακτηρίζει την Αυτοκρατορία ως «την πατρίδα των Γραικών» και τον αυτοκράτορα «βασιλέα των Γραικών».
2. Σε ένα απόσπασμα της Ιστορίας του Ibn Zabala που γράφτηκε γύρω στο 814 μ,Χ. αναφέρεται ότι ο βασιλεύς των Γραικών έστειλε στον Αl-Walid βοήθεια, δηλαδή εργάτες, δινάρια και φορτία κύβων μωσαϊκού για την αναστήλωση του Τζαμιού του Προφήτη στη Μεδίνα.
3. O Άραβας γεωγράφος Shams ad Din, ευρέως γνωστός και ως Mukaddasi, γράφει ότι «θα παραλείψουμε εδώ την περιγραφή της Ταρσού και της περιφέρειάς της διότι επί του παρόντος ευρίσκονται εις τα χέρια των Γραικών». Ο Mukaddasi έγραφε γύρω στό 986.
4. Ο βυζαντινός πολιτισμός κατά τους Άραβες είναι Ighrigiyah καί Yunaniyun, δηλαδή ελληνικός, παρ’ όλο που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είναι Ρουμ, δηλαδή Ρωμαϊκή.
5. Ο Abu Uthman Jahiz [9ος αιώνας] επαινεί τη βυζαντινή αυτοκρατορία διότι είχε φιλοσόφους, ιατρούς, αστρονόμους, μουσικούς, βιβλιόφιλους, καλλιτέχνες. Οι Έλληνες καλλιτέχνες αναμφισβητήτως υπερέχουν πάντων στην αρχιτεκτονική και την γλυπτική, γράφει ο Jahiz. Είναι οι βυζαντινοί άνθρωποι που αγαπούν το ωραίο και που είναι κάτοχοι της αριθμητικής καλλιγραφίας και αστρονομίας και είναι θαρραλέοι και επιδέξιοι σε πολλά, προσθέτει ο ίδιος.
6. Τον 11ο αι. ο al Mubash-Shir αναφέρεται στους Έλληνες αυτοκράτορες. Ο λαός του Βυζαντίου σύμφωνα με τους Άραβες είναι «Ιγχριτσί», δηλαδοί Γραικοί.
7. Για τον Άραβα ταξιδιώτη Ίμπν Μπατούτα ο αυτοκράτορας που βασιλεύει στην Κωνσταντινούπολη είναι ο βασιλεύς των Γραικών. Πόλεις όπως η Σινώπη, Προύσα, ΄Εφεσος και Σμύρνη ονομάζονται πόλεις των Γραικών.
8. Στο Μαρτύριο των εξήντα τριών ανδρών που μαρτύρησαν στα Ιεροσόλυμα από τους Αγαρηνούς κατά το πρώτο ήμισυ του 8ου αιώνα οι μάρτυρες κατάγονταν από την «των Γραικών γην» και ήσαν από «το των Γραικών γένος», ο δε βασιλεύς τους ήταν « ο των Γραικών τους άρχων».
9. Κατά τον 11ο αιώνα, το 1047 ένας υψηλός κυβερνητικός αξιωματούχος από την επαρχία Κοιρασάν της Περσίας ταξίδευσε διά της Συρίας στην Παλαιστίνη όπου παρατήρησε ότι «από όλα τα μέρη της Ελληνικής αυτοκρατορίας Χριστιανοί και Ιουδαίοι είχαν έλθει προσκυνητές στα Ιεροσόλυμα.
10. Tο χρονικό του Al-Tabari που πέθανε το 923 κάνει λόγο για το Βυζαντινό Αυτοκράτορα ως άρχοντα των Γραικών.
11. Τον 11ο αιώνα, ο al Mubash-Shir [γεννηθείς Fatik] εξυμνεί τους Έλληνες αυτοκράτορες για τα μεγάλα έργα τους τους δρόμους, τις γέφυρες, τα τείχη, τα υδραγωγεία, τα εγγειοβελτικά έργα, τη φροντίδα τους για την καλή διοίκηση της Αυτοκρατορίας, τις επιστήμες και την ιατρική.

ii) Αρμένιοι
1. Τον 5ο αι. ο Αρμένιος Αγαθάγγελος (Agat’ angeghos)  αποκαλεί την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βασίλειο των Ελλήνων, χώρα των Ελλήνων και μέρη των Ελλήνων, τον βυζαντινό στρατό ελληνικό στρατό.
2. Τον 5ο αι. ο Φαύστος (Pavstos) αποκαλεί τον Βάλεντα αυτοκράτορα των Ελλήνων.
3. Τον 5ο αι. ο Κοριούν (Koriun) αποκαλεί το Βυζάντιο τα ελληνικά μέρη.
4. Τον 5ο αι. ο Μωυσής ο Χωρηνός (Movses Khorenatzi) αποκαλεί το Βυζάντιο χώρα των Ελλήνων.
5. Τον 5ο αι. ο Ελισαίος (Yeghisheh) αναφέρεται στην χώρα των Ελλήνων έως της Νισίβης. Οι Βυζαντινοί καλούνται Έλληνες.
6. Τον 5ο αι. ο Λάζαρος από το Παρπί (Ghazar P’ arpetzi) αποκαλεί το Βυζάντιο χώρα των Ελλήνων, τον Βυζαντινό αυτοκράτορα βασιλιά των Ελλήνων. Ο Λέων Α’ (457-479) καλείται αυτοκράτορας των Ελλήνων.
7. Τον 7ο αι. ο Σεβαίος (Sebeos) αποκαλεί τον Μαυρίκιο βασιλιά των Ελλήνων, τον βυζαντινό στρατό ελληνικά στρατεύματα, χαρακτηρίζει τον βυζαντινοπερσικό πόλεμο επί Ηρακλείο ως πόλεμο μεταξύ Ελλήνων και Περσών, και αποκαλεί τους Βυζαντινούς Έλληνες. Ο βυζαντινός αυτοκράτορας είναι ο αυτοκράτορας των Ελλήνων.
8. Τον 7ο αι. ο Ανανίας ο Σιρακηνός αναφέρεται στην χώρα των Ελλήνων και στα στρατεύματα των Ελλήνων.
9. Τον 8ο αι. ο Λεόντιος (Ghevond) αναφέρεται σε στρατηγό των Ελλήνων και αποκαλεί Έλληνες τους Βυζαντινούς.
10. Τον 10ο αι. ο Ψευδο-Σαπούχ Βαγρατίδης (Keghtz Shapouh Bagratouni) αποκαλεί τον Ηράκλειο βασιλιά των Ελλήνων και Έλληνες τους Βυζαντινούς.
11. Τον 11ο αι. ο Στέφανος ο Ταρωνίτης (Step’anos Taronetzi) αποκαλεί βασιλείς της μακεδονικής δυναστείας βασιλείς των Ελλήνων
12. Τον 11ο αι. ο Γρηγόριος Μάγιστρος (Grigor Magistros) αναφέρεται στην χώρα των Ελλήνων.
13. Τον 12ο αι. ο Ματθαίος ο Εδεσσηνός (Matt’eos Ourhayetzi) αναφέρεται στους ένδοξους Έλληνες, τους Βυζαντινούς, και στην χώρα των Ελλήνων, το Βυζάντιο.
14. Τον 13ο αι. ο Βαρδάν εξ Ανατολής (Vardan Areveltzi) αναφερόμενος στα 1151 κάνει λόγο για στρατηγό των Ελλήνων.
15. Τον 13ο. αι. ο Κοντόσταυλος Σεμπάτ (Smbat Sparepet) αναφέρεται στην κατάργηση στα 1204 του βασιλείου των Ελλήνων.
16. Τον 15ο. αι. ο Αβραάμ εξ Αγκύρας κάνει λόγο για τον μεγάλο άρχοντα των Ελλήνων Λουκά Νοταρά.
(Τα παραπάνω από το Χρ. Μ. Μπαρτικιάν, Το Βυζάντιον εις τας αρμενικάς πηγάς, Κέντρο Βυζαντινών Μελετών, 1981)
Σε όλες τις αρμενικές μεσαιωνικές πηγές οι βυζαντινοί αυτοκράτορες ονομάζονται Ιωΰν, Έλληνες. Από τον τέταρτο και πέμπτο ακόμη αιώνα για τους Αρμενίους ιστορικούς το ανατολικό τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αναφέρεται ως η χώρα των Ελλήνων-Ιώνων. Ο ιστορικός Elishe στην ιστορία του Βαρδάνη και των Αρμενικών πολέμων σπανίως καλεί την Ελληνική Αυτοκρατορία Ρωμαϊκή και τους κατοίκους της Ρωμαίους. Ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου είναι αυτοκράτορας των Γραικών. Παρόμοιες πληροφορίες παρέχει και ο Γρηγόριος Ναρεκάκι (Grigor Narekaci) ο οποίος σε πανηγυρικό του για το Βασίλειο Β’ και Κωνσταντίνο VIII γράφει για διάφορες βιαιότητες που συνέβησαν «σε επαρχίες του κράτους των Γραικών». Τα στρατεύματα της Αυτοκρατορίας φέρονται ως ελληνικά στρατεύματα. Εν τούτοις, ο ίδιος ιστορικός ονομάζει τον Βασίλειο όχι μόνο Αυτοκράτορα των Ελλήνων-Γραικών αλλά και των Ρωμαίων. Όταν οι Μωαμεθανοί επετέθησαν και κατέλαβαν εδάφη της Αρμενίας, πολλοί Αρμένιοι κατέφυγαν στη χώρα των Γραικών οι οποίοι τους δέχθηκαν με πολλή συμπάθεια καί αγάπη. Ὁ Στέφανος Ὀρμπελιάν (1250-1305) γράφει: «ὁ βασιλεύς τῶν Yoyn [=Ἰώνων, Ἑλλήνων], δηλαδή τῶν Horom [=Ρωμαίων]».
iii) Εβραίοι
1. Εβραϊκά κείμενα του δεκάτου, αιώνα από τη Χαζαρία όπου υπήρχαν πολλοί Εβραίοι, είτε μετανάστες εκεί ή και προσήλυτοι κάνουν λόγο για τη χώρα της Γραικίας κι ότι ο Ρώσος Πρίγκηπας Ολέγ σε εκστρατεία του εναντίον της Γραικίας «ηττήθη κατά κράτος από τους Γραικούς»
2. Μαρτυρία από την Ισλαμική Αίγυπτο: Όταν ο Χαλίφης al-Hakim [996-1021] άρχισε να επιβάλλει διαφόρους περιορισμούς στους Εβραίους, τους ενεθάρρυνε να μεταναστεύσουν «στις επαρχίες των Γραικών».
3. ο Ισπανοεβραΐος Βενιαμίν από την Τουδέλα κατά τον 12ο αιώνα ταξίδευσε στην Ανατολή και επισκέφθηκε πολλές πόλεις της Αυτοκρατορίας. Για τον Βενιαμίν ολόκληρη η Βαλκανική χερσόνησος και η Μικρά Ασία ονομάζονται Γραικία. Η Κωνσταντινούπολη για τον Βενιαμίν είναι πρωτεύουσα της Γιαβάν η οποία ονομάζεται Γραικία. Ο Βενιαμίν προσθέτει ότι «οι Γραικοί δεν είναι πολεμοχαρείς. Διά τους πολέμους των έχουν μισθοφόρους…Εις την Κωνσταντινούπολη είναι η εκκλησία της Αγίας Σοφίας και η έδρα του πάπα των Γραικών… Οι Γραικοί δεν υπάγονται εις τον πάπα της Ρώμης». Οι Γραικοί περιγράφονται ως «πολύ πλούσιοι, κάτοχοι χρυσού και πολύτιμων λίθων, καλοντυμένοι και με πλούσια αγαθά άρτου, κρέατος καί οίνου. Ο πλούτος της Κωνσταντινουπόλεως δεν ευρίσκεται στον υπόλοιπο κόσμο. Εδώ ευρίσκονται άνθρωποι που έχουν μελετήσει όλα τα βιβλία των Γραικών». Ο Βενιαμίν παρουσιάζει μία λίαν κολακευτική εικόνα της Κωνσταντινουπόλεως, της πρωτεύουσας των Γραικών”.
iv) Δυτικοί
1. ανώνυμος Φράγκος συγγραφέας του Χρονικού του Μωρέος (14ος αι.): «Διαβόντα γαρ χρόνοι πολλοί αυτείνοι οι Ρωμαίοι / Έλληνες είχαν το όνομα, ούτως τους ωνομάζαν / -πολλά ήταν αλαζονικοί, ακόμη το κρατούσιν – / από την Ρώμη απήρασιν το όνομα των Ρωμαίων» (στ. 795).
2. O επισκοπος Βιέννης γράφει προς τον Χλωροβίκο (Κλόβις), πρώτο βασιλιά των Φράγκων που βαφτίστηκε Χριστιανός στα τέλη του 5ου αι.: «Η Ελλάδα μπορεί να χαίρεται που έχει εκλέξει ένα δικό μας (ορθόδοξο) αυτοκράτορα» (Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών ΑΕ, τ. Ζ’ σ. 144).
3. Σε πολλές βιογραφίες παπών, όπως του Στεφάνου II, Χορμίσδα, Ιωάννου Ι, Ιωάννου III, Στεφάνου III, Αδριανού Ι, Νικολάου Ι για να περιοριστούμε στους πρώτους μεσαιωνικούς χρόνους, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ονομάζεται Γραικία, ο Αυτοκράτοράς της, βασιλεύς των Γραικών και οι πολίτες της Αυτοκρατορίας Γραικοί.
4. Πλείστες άλλες πηγές, ιστορικές αφηγήσεις, χρονογραφίες, εκκλησιαστικοί κανόνες και βίοι αγίων από την Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Γερμανία και τις Βρετανικές νήσους συμφωνούν με τις άλλες λατινικές μαρτυρίες. Μόνο ονόματα θα μνημονεύσω, όπως τον πάπα Γρηγόριο τον Μέγα, Γρηγόριο του Τουρίνου, Σεβαστό Μπηντ, Ισίδωρο Σεβίλλης, Λιουτμπράντο Κλεμόνας, Παύλο τον Διάκονο τον χρονογράφο των Λογγοδάρδων. Για όλους αυτούς το Βυζάντιο ήταν Γραικία και οι κάτοικοί του Γραικοί.
v) Ρώσσοι
1. Οι πρώτες ρωσικές πηγές γνωστές ως Διηγήσεις Περασμένων Χρόνων και ως το Χρονικό του Νέστορος περιγράφουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως Γραικία και τους κατοίκους της ως Γραικούς. Ο βασιλεύς τους είναι «βασιλεύς των Γραικών». Ο Ρώσος πρίγκιπας Ιγκόρ προχώρησε εναντίον «των Γραικών» και έλαβε χρυσό καί δώρα από τους «Γραικούς». Αλλά ποιοι είναι οι «Γραικοί»; Είναι οι Μακεδόνες, Θράκες, Θεσσαλοί, Ηπειρώτες, Πελοποννήσιοι και άλλοι από ολόκληρο «τον ελληνικόν κόσμον».
2. τα χειρόγραφα που περιγράφουν τις περιπέτειες του Στεφάνου του Νοβγκορόντ μιλούν για το Τυπικό του άγιου Σάββα το οποίο ακολουθήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο Άγιο Όρος, σε Μονές παρά τον Ιορδάνη και «απανταχού της χώρας των Γραικών»
vi) Τούρκοι
1. Στα χρόνια του Μπατούτα ο Γαζής Τσελεμπί, που ήταν διοικητής της Σινώπης, πόλεως περικυκλωμένης από έντεκα χωριά κατοικούμενα από «απίστους Γραικούς», συνήθιζε να εκστρατεύει «εναντίον των Γραικών». Η Έφεσος, μεγάλη και αρχαία πόλη «ελατρεύετο από τους Γραικούς». Η Προύσα πάρθηκε «από τους Γραικούς». Όταν η Σμύρνη πολιορκούνταν από τους Τούρκους υπό την πίεση της πολιορκίας «οι Γραικοί έκαμαν έκκλησι για βοήθεια στον Πάπα»
vii) Σύριοι
1. Για τον Σύριο μοναχό Ιησού Στυλίτη (αρχές 6ου αι.) οι βυζαντινοί στρατιώτες είναι «Γραικοί στρατιώτες». Η Συριακή Αποκάλυψη ταυτίζει Ρωμηούς και Γραικούς.
2. Συριακή Ἀποκάλυψη ταυτίζει Ρωμηούς καί Γραικούς («..βασιλεύς Ἑλλήνων, ἤτοι Ρωμαίων»).
Γ’) ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΡΩΜΑΝΙΑΣ
ii) Πριν από την Άλωση
1. Το όνομα Έλληνας με τη σημασία της εθνικής καταγωγής μπορεί να εντοπιστεί ήδη στα μέσα του 12ου αιώνα από τον Γεώργιο Τορνίκη, ήδη πρίν την Άλωση της Πόλης από τους Φράγκους στα 1204 (A. Τoynbee, Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους, σ. 213).
2. Επίσης χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια, μετά το 1204, από τον θεολόγο Καβάσιλα, από τον Νικηφόρο Βλεμμύδη, από τον Θεόδωρο Μετοχίτη (που έχτισε τη μονή της Χώρας στην Πόλη) και από πολλούς άλλους Χριστιανούς διανοούμενους.
3. «Η μόδα άρχισε στην Θεσσαλονίκη. Ο Νικόλαος Καβάσιλας [1290-1371], ο οποίος ήταν Θεσσαλονικιός, έγραψε για “την κοινότητά μας, της Ελλάδας”. Αρκετοί από τους σύγχρονούς του ακολούθησαν το παράδειγμά του» (St. Runciman, The Fall of Constantinople, σ. 15). Ο Καβάσιλας έγραφε για τη Θεσσαλονίκη: «νομίζω ότι δεν υπάρχει ούτε ένας από τους σύγχρονους Έλληνες παντού σε όλη τη χώρα μας, που να μην τιμά την πόλη μας σαν πρόγονο, θεωρώντας την μητέρα της παιδείας…Τέτοιος είναι ο χαρακτήρας της πόλης μας και με τέτοια ακρίβεια σε κάθε τι που γινόταν διαφύλαξε τους νόμους των αρχαίων Ελλήνων. Η σχέση της μαζί τους δεν περιορίστηκε μονάχα στο όνομα. Γιατί παραλείπω την φιλοσοφία κι όσους ασχολήθηκαν εδώ μ’ αυτήν· είναι τόσοι πολλοί, που ούτε σε ολόκληρη την υπόλοιπη Ελλάδα δεν υπάρχουν τόσοι» (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 98).

4. Ο Νικηφόρος Βλεμμύδης «ονομάζει “ελληνίδα επικράτειαν” το έδαφος της αυτοκρατορίας της Νίκαιας» (Pappadopoulos Averkios Th., Versuch einer Genealogie der Palaeologen 1259-1453  στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 77).
5. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης γράφει «…σε μας, οι οποίοι έχουμε την ίδια καταγωγή και την ίδια γλώσσα με αυτούς [τους Έλληνες] και είμαστε διάδοχοί τους» (ἡμῖν οἳ καὶ τοῦ γένους ἐσμὲν καὶ τῆς γλώσσης αὐτοῖς [τοῖς Ἕλλησι] κοινωνοὶ καὶ διάδοχοι» (Β. Σπανδάγου-Ρ. Σπανδάγου-Δ. Τραυλού, Οι θετικοί επιστήμονες της βυζαντινής εποχής, σ. 117).
6. Στο α’ μισό του 10ου αι. ο Ιωσήφ Γενέσιος γράφει (Περί βασιλειών, Γ’, 9) ότι, κατά τη διάρκεια μιας μάχης μεταξύ Ρωμηών και Αράβων, έναν αιώνα πριν, το ηθικό των πρώτων αναπτερώθηκε επειδή κάποιος αξιωματούχος τους ανέφερε στους στρατιώτες του μια φράση από την Ιλιάδα (Ε, 529).
7. Ο Δημήτριος Κυδώνης γράφοντας στα 1345 στον Ιωάννη ΣΤ’ λέει «Στην Μακεδονία υπάρχουν και πόλεις μεγάλες και στρατός πολύς και συνηθισμένος να τρέπη σε φυγή τους βαρβάρους..και το όνομά της μόνο προξενεί φρίκη σ’αυτούς, επειδή θυμούνται τον Αλέξανδρο και τους λίγους Μακεδόνες που μαζί του σκέπασαν την Ασία. Δείξε λοιπόν σ’ εκείνους, βασιλιά μου, ότι υπάρχουν και οι Μακεδόνες και ο βασιλιάς Αλέξανδρος, μόνο που ζη σε άλλα χρόνια» (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 101).
8. Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ισίδωρος Γλαβάς (1380-1384) «εξιδανικεύει τους αρχαίους Έλληνες και τους προβάλλει στους χριστιανούς συμπολίτες του ως παράδειγμα “φιλαδελφείας”» (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 210).
9. Ο Θεόδωρος Β’ Λάσκαρις ονόμαζε το κράτος της Νίκαιας Ελλάδα και υποστήριζε ότι «ἁπάσων τῶν γλωσσῶν τὸ ἑλληνικὸν ὑπέρκειται γένος». Θεωρούσε τους υπηκόους του απογόνους των αρχαίων Ελλήνων, κι έγραφε επιγραμματικά «Ελλήνων χριστωνυμούμενον κλέος ου σβέννυται» (Κ.Μ. Πλακογιαννάκη, Δημόσιος και ιδιωτικός βίος και πολιτισμός των Βυζαντινών, σ. 157).
Επίσης ονομάζει το βασίλειο της Νίκαιας «Ελληνικόν»: «ὁπόταν …ἐκ τῆς Εὐρώπης ἐπανέλθη πρὸς τὸ Ἑλληνικόν»  και «Ελλάδα»: «σὺ δὲ πότ’ ἂν ἐκ τῆς Εὐρώπης ἀνέλθης εἰς τὴν Ἑλλάδα»(N. Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae CCXVII, σσ. 165, 176, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 77).
Σε μια άλλη επιστολή του γράφει «τὰ ἔθνη μάχεται καθ’ ἡμῶν. καὶ τίς ὁ βοηθήσων ἡμῖν; Πέρσης πῶς βοηθήσει τῷ Ἕλληνι; Ἰταλὸς καὶ μάλιστα μαίνεται, Βούλγαρος προφανέστατα, Σέρβος τῆ βία βιαζόμενος καὶ συστέλλεται… Μόνον δὲ τὸ Ἑλληνικὸν αὐτὸ βοηθεῖ ἑαυτῷ». (N. Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae CCXVII, σελ.  58, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 77). Πράγμα που καταρρίπτει, 500 χρόνια πριν από τον αιώνα του Διαφωτισμού, τον 18ο, τον ισχυρισμό ότι οι Βαλκάνιοι Ορθόδοξοι ήταν ώς τον 18ο αι. ένας λαός, και ότι εξαιτίας των δυτικών ιδεολογικών και αντιλήψεων διασπάστηκαν τον 19ο αι. σε Έλληνες, Βούλγαρους, Σέρβους κοκ.
Επίσης αναφέρεται στην ελληνοβουλγαρική διαμάχη στην Μακεδονία: «καλῶς γὰρ ὠκοδομήθη τὰ Βουλγαρικὰ παρ’ ἡμῶν καὶ (ἡ) τούτων ὑπ’ αὐχένων ἔπαρσις διὰ τὰς πρὸς τὰ ὄρη διατριβὰς τοῖς πολλοὶς κειμένη καὶ γέγονε, καὶ κλιτοτράχηλοι οἱ  ἀκαμπεῖς τοῖς Ἑλληνικοῖς στρατεύμασιν ἀπεφάνθησαν…διὰ ταῦτα τυραννούμενοί τε καὶ μή, πρὸς τὴν Φιλίππου κεκατηντήκαμεν καὶ γῆν ἐθεασάμεθα τὴν Ἀλεξάνδρου ποτὲ σκυλευομένην καὶ παιζομένην παρὰ Βουλγάρων ὀλιγοστῶν ἀσθενῶν» (N. Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae CCXVII, σσ. 252-253, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 78)
Μάλιστα, αναγγέλοντας στον δάσκαλό του τις νίκες του εναντίον του βασιλιά της Βουλγαρίας, τον προτρέπει να θαυμάσει «ἐκ βάθους καρδίας τὰ ὑψηλὰ κατορθώματα τῆς ἑλληνικῆς ἀνδρείας» (N. Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae CCXVII, σσ. 62-63, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 78).
Επιπλέον, θαυμάζει τα αρχαία μνημεία της Περγάμου, τα οποία θεωρεί «ἑλληνικῆς μεγαλονοίας μεστὰ καὶ σοφάις ταύτης ἰνδάλματα» (N. Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae CCXVII, σελ. 107, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 78)
Όταν αντιμετωπίζει με επιτυχία μια φιλοσοφική συζήτηση που είχε προκαλέσει στη Νίκαια ο απεσταλμένος του αυτοκράτορα της Γερμανίας, τη θεωρεί εθνική νίκη «Ἑλλήνων πρὸς Ἰταλούς» (N. Festa, Theodori Ducae Lascaris Epistulae CCXVII, σελ. 52, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 78)
10. Ο Ιωάννης Βατάτζης, Ρωμηός αυτοκράτορας της Νίκαιας (στο διάστημα κατά το οποίο η Κωνσταντινούπολη ήταν υπόδουλη στους Φράγγους), γράφει στην απαντητική του επιστολή προς τον πάπα Γρηγόριο μεταξύ άλλων τα εξής (πρωτοδημοσιευμένη στο περιοδικό Αθήναιον, τόμος 1ος, Αθήνα 1872, σσ. 372-378) : «Ἐσήμαινε δὲ τὸ τοιοῦτον γράμμα, ὅτι τε ἐν τῶ γένει τῶν Ἑλλήνων ἡμῶν ἡ σοφία βασιλεύει [...] Ἐκεῖνο δὲ πῶς ἠγνοήθη, ἢ καὶ μὴ ἀγνοηθέν, πῶς ἐσιγήθη, τό, συν τῆ βασιλευούση παρ’ ἡμῖν σοφία, καὶ τὴν κατὰ κόσμον ταύτην βασιλείαν τῶ ἡμῶν προσκεκληρῶσθαι γένει παρὰ τοὺ μεγάλου Κωνσταντίνου [...] ἡμεῖς δὲ οὐκ ἀνταπαιτήσομέν σε διαβλέψαι τε καὶ γνῶναι τὸ προσὸν ἡμῖν δίκαιον ἐς τὴν ἀρχήν τε καὶ τὸ κράτος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὃ τὴν ἀρχὴν μὲν ἔλαβεν ἀπὸ τῶν χρόνων τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, διὰ πλείστων δὲ ὁδεῦσαι τῶν ἀρξάντων μετ’ ἐκεῖνον ἐκ τοῦ ἡμετέρου γένους, καὶ ἐς ὅλην χιλιετηρίδα παραταθέν, ἄχρι καὶ ἡμῶν ἔφθασεν;  Αὐτίκα οἱ τῆς βασιλείας μου γενάρχαι, οἱ ἀπὸ τοῦ γένους τῶν Δουκῶν τε καὶ Κομνηνῶν, ἵνα μὴ τοὺς ἑτέρους λέγω, τοὺς ἀπὸ γενῶν ἑλληνικῶν ἄρξαντας· οὗτοι γοῦν οἱ ἐκ τοῦ ἐμοῦ γένους, εἰς πολλὰς ἐτῶν ἑκατοστ[ύας] τὴν ἀρχὴν κατέσχον τῆς Κωνσταντινουπόλεως [...] ἔθνους καὶ γὰρ ὁ βασιλεύων, καὶ λαοῦ, καὶ πλήθους ἄρχειν λέγεται καὶ κρατεῖν, ἀλλ’ οὐ τῶν λίθων τε καὶ ξύλων, ἃ τὰ τείχη συνιστῶσι καὶ τὰ πυργώματα [...] οὐδέποτε παυσόμεθα μαχόμενοι καὶ πολεμοῦντες τοῖς κατάγουσι τὴν Κωνσταντινούπολιν. Ἦ γὰρ ἂν ἀδικοίημεν καὶ φύσεως νόμους, καὶ πατρίδος θεσμούς, καὶ πατέρων τάφους, καὶ τεμένη θεῖα καὶ ἱερά, εἰ μὴ ἐκ  πάσης τῆς ἰσχύος τούτων ἕνεκα διαγωνισόμεθα»
            Επειδή κάποιοι θεωρούν την επιστολή πλαστή ο Κ. Χολέβας έχει γράψει στο antibaro.gr: “Ὁ Ἀντώνιος Μηλιαράκης (1841-1905) δημοσίευσε μία κακοποιημένη νεοελληνική μετάφραση-παράφραση τς ἐπιστολῆς στό βιβλίο του στορία τοῦ Βασιλείου τῆς Νικαίας(*). Ατή τήν δόκιμη παράφραση διάβασε ὁ Γερμανός Αὔγουστος Heisenberg καί τό 1899 μφισβήτησε τή γνησιότητά της λέγοντας τι δέν ταν δυνατόν ἡ σώφρων Βυζαντινή γραμματεία νά ἔχει συντάξει να τέτοιο κείμενο….Στήν μφισβήτηση τοῦ Heisenberg ἀπήντησε τεκμηριωμένα τό 1930 ὁ Γάλλος μοναχός Venance Grumel. Εἶχε τήν ξαιρετική τύχη νά βρεῖ στα΄Ἀρχεῖα τοῦ Βατικανοῦ τήν ἐπιστολή, τήν ποία στειλε στόν ωάννη Βατάτζη ὁ Πάπας Νικόλαος Θ΄ καί ἡ ὁποία ρχίζει μέ τήν φράση: «πειδή πιστεύεται τι ἡ σοφία βασιλεύει εἰς τούς λληνας…». Ὁ Grummel πιστεύει ὅτι ν ὁ Heisenberg γνώριζε τήν ἐπιστολή τοῦ Πάπα , στήν ὁποία ἀπαντᾶ λέξη πρός λέξη ὁ Βατάτζης δέν θά ἀμφισβητοῦσε τό κείμενο τοῦ αὐτοκράτορος τς Νικαίας. Τό θέμα τσι ληξε γιά τους πιστήμονες καί ὁ Franz Dolger στά Regesten τῶν Βυζαντινν Αὐτοκρατορικῶν γγράφων κατατάσσει τήν πιστολή μεταξύ τν γνησίων γγράφων. λλά καί τό 2006 ὁ Luca Pieralli τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Βατικανοῦ ἐκτενῶς ὁμιλεῖ γιά τή γνησιότητα τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Βατάτζη.” Βλ. και Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 77, σημ. 1.
(* σσ. 276, 277 )
11. Ο Νικήτας Χωνιάτης, σταματά προσωρινά την Ιστορία του με την άλωση της Πόλης από τους σταυροφόρους, θεωρεί τους Ρωμαίους Έλληνες και ως αιτία του τερματισμού της διήγησής του έχει: «Πῶς ἂν εἴην ἐγὼ τὸ βέλτιστον χρῆμα, τὴν ἱστορίαν, τὸ κάλλιστον εὕρημα τῶν Ἑλλήνων, βαρβαρικαῖς καθ’ Ἑλλήνων πράξεσι χαριζόμενος». Οι βαρβαρικές πράξεις κατά των Ελλήνων, που γράφει ο Χωνιάτης, δεν είναι άλλες από τις πράξεις των Σταυροφόρων κατά των Ρωμηών. Ρωμηός και Έλλην ταυτίζονται.
12. «Ο ανώνυμος Αθηναίος ερμηνευτής της Ρητορικής του Αριστοτέλους μιλώντας για της λεηλασίες της Μ. Ασίας από τον εμίρη της Κασταμονής Τανισμάνη κατά τα τέλη του 11ου αι. λέγει εκφράζοντας την συμπάθειά του προς τους ελληνικούς πληθυσμούς της: “δεῖ λοιπὸν καὶ ἡμᾶς τοὺς Ἀθηναίους, ὅπως φροντίζωμεν πῶς ἂν οἱ ἄλλοι Ἕλληνες δοξάζωνται“» (Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, 7, σελ. ιγ’, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 54).
13. Ο Ιωάννης Ευγενικός λέει «κορυφὴ μὲν γὰρ τῆς καθ’ ἡμᾶς οἰκουμένης ἡ Ἑλλάς, ὀφθαλμὸς δὲ ἡ τοῦ Πέλοπος» (Ἐγκωμιαστική ἔκφρασις Κορίνθου, στο Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Μεσαιωνικά, τόμ. Α’, σελ. 48.
14. Ο κυπριακής καταγωγής Πατριάρχης Γρηγόριος ο Κύπριος (13ος αι.) αναφέρεται στους Έλληνες της Καππαδοκίας και στην καταπίεση των Ελλήνων της Κύπρου από τους Λουζινιάν. Πηγαίνοντας «στην Κωνσταντινούπολη ο Γρηγόριος γίνεται καθηγητής και το πρόγραμμά του είναι: τὸ χαρίεν, τὸ ἀστικόν, τὸ σεμνὸν καὶ τὸ ὄντως Ἑλληνικόν» (Beck, Η Βυζαντινή Χιλιετία, σ. 185).
15. Ο Γεννάδιος Σχολάριος σε γραπτά του αναφέρεται στην «πατρίδα Ελλάδα» («ἡ πατρὶς ἡμῶν Ἑλλὰς») και στους Έλληνες Κωνσταντινοπολίτες («πάντων τῶν ἐν τῷ κλίματι τῷδε Ἑλλήνων»), θεωρεί την Κωνσταντινούπολη «πατρίδα μοναδική και κοινή του τωρινού ελληνικού έθνους» («πατρίδος τῷ νῦν ἑλληνικῷ γένει μιᾶς τε καὶ κοινῆς») ενώ αλλού αναφέρεται σε «Γραικούς» για να δηλώσει το ίδιο έθνος. Αλλά και πριν την Άλωση «στον “παραμυθητικόν” προς τον Κωνσταντίνο που εξεφώνησε στα 1450 και έγραψε λίγο αργότερα “επί τη κοιμήσει” της μητέρας του Ελένης μεταχειρίζεται τα ονόματα «Ρωμαίος» και «Έλλην» μάλλον αδιάφορα («…καὶ ὅσοι τῶν Ρωμαίων ἢ τῶν Ἑλλήνων τοῦ πράγματος ὕστερον συναισθήσονται….» και «…οὕτω δὲ ὠφελιμωτάτη τῷ κοινῷ τῶν Ἑλλήνων καὶ χωρὶς ἑκάστῳ ἐντυγχανόντων γεγενημένη»), ενώ σε λόγο του προς τον Δημ. Παλαιολόγο χρησιμοποιεί μόνο το «Έλλην», καθώς και το παράγωγό του “ελληνικός”» (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 305). Με τη σημασία του εθνικά Έλληνα ο ίδιος «γράφη στα 1449 ή στα 1450 στον βασιλιά της Τραπεζούντας Ιωάννη Δ’, ότι με την ακτινοβολία της αρχής και των αρετών του κοσμεί “τὸ γένος ἅπαν τῶν Ἑλλήνων“» (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 305).
16. Όπως γράφει ο Δ. Κωνσταντέλος (Μαρτυρίες για την Ταυτότητα των Βυζαντινών και των Ρωμιών σε Ελληνικές Πηγές) «Σε γράμμα του στο πνευματικό του παιδί Ναυκράτιο, ο Θεόδωρος Στουδίτης [759-826] εκφράζει τη λύπη του για κάποιο μοναχό ονόματι Ορέστη που λιποτάκτησε στους εικονομάχους και τον ενθαρρύνει να μείνει πιστός στις αρχές του «χάριν της δόξης του Χρίστου υπέρ ου δονείται η ταπεινή Γραικία μάλα». Η Γραικία εδώ, η οποία συνταράσσεται πολύ από την εικονομαχία, είναι ολόκληρη η βυζαντινή αυτοκρατορία. Σε παρηγορητική του επιστολή στην ηγουμένη Ευφροσύνη της Μονής Κλουβίου, ο Θεόδωρος ομιλεί για στρατηγίες και δημαγωγίες «και εν Αρμενία και εν Γραικία». Η δυτικά της «αφ’ ηλίου ανατολών» Αρμενίας Γραικία δεν είναι άλλη ειμή η βυζαντινή αυτοκρατορία. Οι γηγενείς ή όλοι οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας ονομάζονται Γραικοί από τον διάσημο ηγούμενο της Μονής Στουδίου. Σε επιστολή του στον ασηκρήτη Στέφανο, ο Θεόδωρος θρηνεί την εικονομαχική πολιτική του αυτοκράτορα Λέοντα του Δ’ [775-780] και ιδιαίτερα τις διώξεις εναντίον των εικονοφίλων πού εξαπέλυσε το 780. Αποκαλεί τον αυτοκράτορα αντίχριστο προ του Αντιχρίστου και εκφωνεί: «Ακούσατε πάντα τα έθνη, ενωτίσασθε πάντες οι κατοικούντες την οικουμένην τι γέγονεν εν Γραικοίς» (Θεοδώρου Στουδίτου, Επιστολές 145, 458, 419, έκδοσις Georgios Fatouros, Theodori Studitae Epistulae 2, τόμοι (Walter de Gruyter: Berolini 1991) σσ. 261, 652,587)».
Η Γραικία, όπως φαίνεται ακόμη περισσότερο από το δεύτερο παράθεμα του Στουδίτη είναι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και όχι απλώς το Θέμα της Ελλάδας. Άλλωστε θα ήταν εξαιρετικά αβάσιμο να υποστηριχθεί ότι οι Βυζαντινοί ονόμαζαν “Γραικία” (!) την νότια Ελλάδα και το Θέμα της Ελλάδος, ή ότι δυτικά της Αρμενίας κείται το Θέμα Ελλάδος και όχι τα μικρασιατικά Θέματα.
17. Ο Κωνσταντέλος γράφει: «Ο Θεοφάνης, που έγραψε στις αρχές του 9ου αιώνα, διηγείται ότι όταν πρεσβεία από την Κωνσταντινούπολη μετέβη στην Αυλή του Καρλομάγνου για να ζητήσει την κόρη του Ερυθρώ ως σύζυγο του Κωνσταντίνου του 6ου άφησε πίσω τον διδάσκαλο και μοναχό Ελισσαίο για να διδάξει στην Ερυθρώ τη γλώσσα και την παιδεία των Γραικών και τους νόμους της Ρωμαϊκής Πολιτείας. Για τον Θεοφάνη ο λαός, η γλώσσα, η παιδεία είναι Γραικοί και Γραικικοί (Θεοφάνης, Χρονογραφία AM 6274, επ. C. de Boor, Theophanis Chronographia (Lipsiae, 1883) τόμ. Ι, σ. 455)».
Το κείμενο, συγκεκριμένα έχει ως εξής: “κατέλιπον Ἐλισσαῖον τὸν εὐνοῦχον καὶ νοτάριον πρὸς τὸ διδάξαι αὐτῆν τά τε τῶν Γραικῶν γράμματα καὶ τὴν γλῶσσαν, καὶ παιδεῦσαι  αὐτὴν τὰ ἤθη τῆς Ρωμαίων βασιλείας” (έτος από κτίσεως κόσμου 6274 = 781/782 μ.Χ.)
Ότι η γλώσσα των Γραικών δεν είναι απλώς η ελληνική γλώσσα κάποιου λαού που δεν υφίσταται πια, αλλά η γλώσσα που μιλούν οι Γραικοί, που εξακολουθούσαν τότε να υφίστανται, φαίνεται από τα θαύματα του αγίου Δημητρίου
    α) Θαῦμα τέταρτον, περὶ τῆς κατὰ τὸν Περβοῦνδον λιμοῦ καὶ ἀνεκδότου πολιορκίας:
    «…ο Περβούνδος, ο οποίος φορούσε ρωμαϊκή ενδυμασία και μιλούσε τη γλώσσα μας…» [...ὡς φορῶν ρωμαῖον σχῆμα καὶ λαλῶν τῆ ἡμετέρα διαλέκτω…]
    β) Θαῦμα πέμπτον, περὶ τοῦ μελετηθέντος κρυπτῶς ἐμφυλίου πολέμου κατὰ τῆς πόλεως παρὰ τοῦ Μαύρου καὶ Κούβερ τῶν Βουλγάρων:
    «…ένας από τους άρχοντές του…γνώριζε και τη δική μας γλώσσα και των Ρωμαίων κι επίσης των Σκλάβων και των Βουλγάρων…» [καὶ τὴν καθ’ ἡμᾶς ἐπιστάμενον γλῶσσαν καὶ τὴν Ρωμαίων, Σκλάβων καὶ Βουλγάρων…]
Τον καιρό της συγγραφής του τελευταίου κειμένου οι Βούλγαροι υφίστανται και υπάρχει η γλώσσα τους, οι Σ(κ)λάβοι υφίστανται και το ίδιο υφίσταται κι η γλώσσα τους, οι Ρωμαίοι το ίδιο. Θα περίμενε κανείς ότι όσοι μιλούν την ἡμετέρα διάλεκτο είναι κάτι άλλο εκτός από Ρωμαίοι=Λατίνοι, Βούλγαροι και Σλάβοι.
Εν πάση περιπτώσει, εάν ο Θεοφάνης αναφερόταν στη γλώσσα των Αρχαίων Ελλήνων, των κατά τον 9ο αι. ήδη εξαφανισμένων εθνοτικά Ελλήνων της Αρχαιότητας (όπως υποστηρίζεται), και όχι στη γλώσσα ενός υπαρκτού στην εποχή έθνους, του έθνους των Γραικών-Ελλήνων, τότε δεν θα έγραφε για την γλώσσα και τα γράμματα των Γραικών αλλά για τη γλώσσα και τα γράμματα των Ελλήνων, των αρχαίων κατοίκων της Ελλάδας. Όπως είναι γνωστό, Γραικοί δεν αποκαλούνταν από τους Βυζαντινούς συγγραφείς οι (Αρχαίοι) Έλληνες αλλά οι μεσαιωνικοί Έλληνες. Επίσης είναι γνωστό ότι οι Βυζαντινοί συγγραφείς αποκαλούν την ελληνική γλώσσα “ελληνική” (ή λ.χ. “τη γλώσσα της Ελλάδας” ή, όπως ο Προκόπιος “φωνὴν Ἑλληνίδα”) και ποτέ “γραικική”. Έχουμε δύο ενδείξεις, ότι ο Θεοφάνης κάνει λόγο για τη γλώσσα του υπαρκτού λαού των Γραικών, που κατοικεί και κυριαρχεί στην βασιλεία των Ρωμαίων.
18. Τον 10ο αιώνα στη Βασίλειον Τάξιν του ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος αναφέρει την «Ελληνική Παιδείαν» και την «Ελληνική Μουσικήν» ως αντίθετες όχι προς αυτές των χριστιανών, αλλά προς αυτές των «Βαρβάρων».
19. Ο Ψελλός «περιγελά τον Ιωάννη Λογγιβάρδο για το γεγονός ότι είναι Ρωμαίος, παιδί της Ρώμης, ἀφ’ ἧς οὐδεὶς … ἐγεωμέτρησε πώποτε» (Τατάκη, Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, σ. 188).
        Επίσης, αποκαλεί Έλληνες τους συγχρόνους του Βυζαντινούς «καὶ τοσοῦτον ἡ τάξις ἀντέστραπται, ὡς βαρβαρίζειν μὲν τοὺς Ἕλληνας, ἑλληνίζειν δὲ τοὺς βαρβάρους· καὶ Ἕλλην μὲν ἀνήρ, οὕτω συμβάν, ἐς Σοῦσα ἢ Ἐκβάτανα ἀφικόμενος….Ἀλαζὼν δέ τις εἰς ἡμᾶς παραγενόμενος βάρβαρος καὶ τοῖς ἐν Ἑλλάδι καὶ τῆ καθ’ ἡμᾶς ἁπάση ἡπείρω εἰς ὁμιλίαν…»(Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, 4, σελ. XLVII)
       Σε επιστολή της Ευδοξίας, η οποία κατά τον Σάθα έχει γραφεί από τον Ψελλό, το Βυζάντιο καλείται Ελλάδα: …οὐ μόνον ἐν τῆ τῶν πόλεων βασιλίδι ἀλλὰ καὶ ἐν πάση τῆ Ἑλλάδι» (Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, 5, σελ. με’).
        Στη Χρονογραφία του διαβάζουμε
        i) 5, 36, 9: …ἄνδρα τὸ μὲν γένος οὐχ Ἕλληνα...
        ii) 6, 37, 8: …ἐν τῆ Ἑλλάδι ἢ τῆ βαρβάρω τὸ ξύμπαν διερευνησάμενος… (όσο κι αν έψαξα σύμπασα την Ελλάδα και όλες τις χώρες των βαρβάρων)
        iii) 6, 37, 9: …Ἐπειδὴ μέγα τι περὶ φιλοσοφίας ἐν τῆ Ἑλλάδι ἀκούων…
            Και εδώ, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είναι η Ελλάδα.
20. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς χρησιμοποιεί το όνομα «Ελληνες» με εθνική σημασία (στην αλληλογραφία με τον Αθ. Λεπενδρηνό στα 1355), γράφει για τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Κύπριο (1282): «διαβόητος εν τοις τότε γενόμενος Έλλησι» (Ν.Γ. Πολίτη, Έλληνες ή Ρωμιοί, σ. 11), υποστηρίζει ότι «στ’ αλήθεια σοφός ήταν εκείνος που πρώτος σκέφτηκε και είπε …να μακαρίζεις τον εαυτό σου μ’ όλη σου την καρδιά γιατί δεν γεννήθηκες βάρβαρος αλλά Έλληνας» (Ρωμαϊκή Ιστορία, viii, 14).
21. Ο ηγεμόνας Μιχαήλ Άγγελος αποκαλεί το Δεσποτάτο της Ηπείρου «της Ελλάδος».
22. Ο Αγαθίας τον 6ο αι. γράφει (Ιστορίαι, Α’, 2) «Τώρα, όμως, η Μασσαλία, που ήταν ελληνική, έχει εκβαρβαριστεί, διότι έχοντας ξεχάσει το πατροπαράδοτο πολίτευμα, κυβερνάται με τους νόμους των κατακτητών [=Φράγγων]».
23. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος προσφωνεί τον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο: «Ὢ τῆς Ἑλλάδος ἥλιε βασιλεῦ» (Μονωδία εἰς τὸν Αυτοκράτορα Ἰωάννην Παλαιολόγον, στο Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, τόμ. Γ’, σελ. 318)
24. Ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος σε ομιλία του υπογραμμίζει τη «δόξα της Ελληνικής παραδόσεως» και υπερηφανεύεται επειδή οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως: «Ου μιξοβάρβαρου λαού το φθέγμα φύρδην προϊεμένου».
25. Ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης (1430-1490) καλεί «Έλληνας» τους κατοίκους του κράτους και «Βασιλείς Ελλήνων» τους αυτοκράτορες. Γι’ αυτόν «Έλληνες και Ρωμαίοι είναι χωριστοί λαοί, οι Ρωμαίοι έγιναν κύριοι της Ανατολής και ήλθαν σε επιμειξία με τους Έλληνες, αλλά οι κατακτημένοι, επειδή ήταν περισσότεροι από τους κατακτητές, διατήρησαν την γλώσσα, τα ήθη και έθιμά τους, όχι όμως και το όνομά τους, γιατί οι βασιλείς του Βυζαντίου σεμνύνονταν να ονομάζωνται αυτοκράτορες των Ρωμαίων και όχι των Ελλήνων…Παραδέχεται την ανάμειξή τους με τους Ρωμαίους και ερμηνεύει ορθά πώς οι Βυζαντινοί βασιλείς είχαν τον τίτλο των “Ρωμαίων” και όχι “Ελλήνων” » (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σσ. 374-375).
Επίσης, «τον βλέπουμε να εκφράζει την αισιοδοξία ότι οι Έλληνες στο μέλλον θα ιδρύσουν ένα κράτος, καλά όμως οργανωμένο, το οποίο ώς τότε δεν είχαν προλάβει να σχηματίσουν…Οραματίζεται την προσεχή ανάσταση ενός ελληνικού βασιλείου, όπου συγκεντρωμένοι οι Έλληνες θα διοικηθούν “ὡς ἥδιστα” και σύμφωνα με τα έθιμά τους» (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 375). Ενάντια στην άποψη ότι η Μεγάλη Ιδέα, της απελευθέρωσης των Ελλήνων και δημιουργίας Ελληνικού κράτους είναι δημιούργημα του 18ου αιώνα, βρίσκουμε την ιδέα για ένα Κράτος των Ελλήνων ήδη αμέσως μετά το 1453.
26. Ο Μ. Δούκας στη Βυζαντινοτουρκική Ιστορία του:
οι Βυζαντινές είναι Ελληνίδες (IX, 1: εἰ Ἑλληνίδα προσλάβηται ἢ αἰχμάλωτον ἢ αὐτόμολον)
Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης είναι Έλληνες (XXXVI, 6: ἡ τρυγία τοῦ γένους τῶν Ἑλλήνων)
Οι απεσταλμένοι των Βυζαντινών στην Σύνοδο της Φλωρεντίας είναι Γραικοί (XXXI,1 και 3)
Οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης είναι Γραικοί (XXXVI, 5)
Η Κωνσταντινούπολη είναι αἱ ὄντως χρυσαὶ Ἀθῆναι. (ΧΧΧVIII, 8)
Το όνομα Ρωμαῖος δεν αφορά θρησκεία αλλά γένος: XXVIII, 5 Ο Πύλλης ήταν Ρωμαίος το γένος και χριστιανός το θρήσκευμα (Ρωμαῖος τῶ γένει, τὸ σέβας χριστιανός)
Το όνομα Ρωμαῖοι σημαίνει αποκλειστικά τους Έλληνες και ουδέποτε τους Σέρβους, Αλβανούς, Βουλγάρους, Ρουμάνους (XXIII, 2 και 8). Πράγμα που καταρρίπτει, 300 χρόνια πριν από τον αιώνα του Διαφωτισμού, τον 18ο, τον ισχυρισμό ότι οι Βαλκάνιοι Ορθόδοξοι ήταν ένας λαός και αυτο/ονομάζονταν, αδιακρίτως καταγωγής, Ρωμαίοι, και ότι εξαιτίας των δυτικών ιδεολογιών και αντιλήψεων, τις οποίες εισήγαγαν οι Έλληνες εκδυτικισμένοι έμποροι στους Ρωμηούς, διασπάστηκαν σε Έλληνες, Βούλγαρους, Σέρβους κοκ.
27. Στον Πανηγυρικό εις Μανουήλ και Ιωάννην Η’, τους Παλαιολόγους, κάποιου ανωνύμου, παρατηρούμε τη λέξη «Ρωμέλληνες» (Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, Αθήνα 1926, τόμ Γ’, σελ. 152).
Εδώ, και όσον αφορά στο θέμα της θεωρίας της διπλής καταγωγής, δηλαδή της θεωρίας ότι οι Βυζαντινοί πίστευαν πως είναι το προϊόν της ανάμιξης δύο λαών, Ελλήνων και Ρωμαίων, οφείλουμε προς αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας να διευκρινίσουμε το εξής: Αν υπάρχει ένας λόγος για τον οποίο η θεωρία αυτή δεν στέκει, είναι επειδή από όλους τους τοτεινούς συγγραφείς αναγνωριζόταν η ελληνική καταγωγή των Ρωμαίων της παλαιάς Ρώμης και της ίδιας της παλιάς Ρώμης:
    i) Ιουλιανός:
        «Άλλωστε οι Ρωμαίοι ανήκουν στο γένος των Ελλήνων»  (Εις τον βασιλέαν Ήλιον προς Σαλούστιον, 39 (153a))
        «(..) γνωρίζω ότι κι εσείς [οι Ρωμαίοι] από αυτούς [τους Έλληνες] κατάγεστε» (Συμπόσιον ή Κρονιάς, 324a)
        «ο Ήλιος αναγνώρισε την πολιτεία μας [τη Ρώμη] Ελληνική τόσο στην καταγωγή όσο και στο πολίτευμα» (Εις τον βασιλέαν Ήλιον, 39 (153a)).
    ii) Ιουστινιανός:
        Σε Νεαρά του αναφερόμενος στους κατοίκους της Λυκίας αναφέρει τη προέλευση των Ρωμαίων από την Πελοπόννησο: «Το Λυκαόνων έθνος, λέγει, συγγενέστατόν εστι Ρωμαίοις και σχεδόν εκ των αυτών συνωκισμένον προφάσεων· Λυκάονι γαρ τω πρώην Αρκαδίας της εν Ελλάδι βεβασιλευκότι..» (ΚΕ’ νεαρά Ιουστινιανού, στον Κ. Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη τ. Β’, Πρόλογος, σελ. μβ’).
    iii) Πλήθων Γεμιστός:
        Σε επιστολή Εἰς Μανουὴλ Παλαιολόγον περὶ τῶν ἐν Πελοποννήσω πραγμάτων  (Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, τόμ. Γ’, σσ. 248-249), θεωρεί ότι οι Ρωμαίοι της παλαιάς Ρώμης έχουν καταγωγή από τους αρχαίους Έλληνες Λακεδαιμόνιους.
    iv) Ηρακλείδης Ποντικός (μαθητής του Πλάτωνα):
        Σύμφωνα με τον Ιω. Ρωμανίδη (…!) γράφει στο Περί ψυχής: «πόλιν Ελληνίδα Ρώμην»
Αλλά, αν όντως πίστευαν αυτό οι συγγραφείς μεταξύ 300 μ.Χ. και 1453 μ.Χ., τότε προκύπτουν τα ερωτήματα:
    (α) ποιος ο λόγος να ισχύει η άποψη ότι οι Βυζαντινοί θεωρούσαν τον εαυτό τους “Ρωμαίο+Έλληνα” και όχι “Ρωμαίο=Έλληνα”, δηλαδή γιατί να ισχύει η θεωρία της διπλής καταγωγής των Βυζαντινών;
    (β) αφού η καταγωγή των αρχαίων Ρωμαίων της παλιάς Ρώμης ανάγεται -κατά τους μεσαιωνικούς “Ρωμαίους”- στους Έλληνες, και όχι το ανάποδο, γιατί να είναι Ρωμιοί κι όχι Έλληνες οι Έλληνες; και γιατί να μην είναι Έλληνες οι Ρωμιοί και οι Βυζαντινοί;
    (γ) πώς μπορεί να ισχύει η θεωρία του Καλδέλλη περί καινούργιας “ρωμαϊκής συνείδησης” των Βυζαντινών με κέντρο αναφοράς την Κωνσταντινούπολη;
28. Κατά την πρώτη πολιορκία της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1383-87) ο βασιλιάς Μανουήλ Β’ Παλαιολόγος στον Συμβουλευτικόν προς τους Θεσσαλονικείς προτρέπει τους τελευταίους να αγωνιστούν μέχρι θανάτου, γιατί αυτό επιτάσσει η ιστορική τους παράδοση: «Ὅτι Ῥωμαῖοι ἐσμέν, ὅτι ἡ Φιλίππου καὶ Ἀλεξάνδρου ἡμῖν ὑπάρχει πατρίς».
29. «Ο Ιωσήφ Βρυέννιος π.χ. δημηγορώντας μετά το 1415 στο παλάτι εμπρός στους επισήμους και στον λαό ανατρέχει στα παραδείγματα του παρελθόντος: αρχίζει από τον Λυκούργο και τον Θεμιστοκλή και καταλήγει, μέσω των Ρωμαίων, στους διαδόχους των Βυζαντινούς αυτοκράτορες» (Βρυεννίου, Τα ευρεθέντα, 2, σελ. 272, Λειψία 1768, στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σ. 214).
30. Ο Κωνσταντίνος-Κύριλλος, αδελφός του Μεθόδιου, τον 9ο αιώνα γράφει προς τους Μουσουλμάνους: «εξ ημών προήλθον πάσαι αι επιστήμαι» (ΙΕΕ τ. Η’, σ. 93 και 234 κ.ε.)· κι επειδή οι επιστήμες προήλθαν από τους αρχαίους Έλληνες, ο Κύριλλος αναγνώριζε την ελληνική καταγωγή του.
31. Ο πατριάρχης Γερμανός Β’ σε επιστολή προς τον πάπα Γρηγόριο Θ’ στα 1213 γράφει: «εἰ μὲν τοὺς Γραικοὺς ἡμᾶς κινδυνεύοντες ἀπολέσθαι…διὸ καὶ ἡμεῖς οἱ Γραικοὶ ἄπληγες…» (Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, 2, σσ. 17, 43)
32. O Ιωάννης Απόκαυκος, όταν γράφει μετά την 4η Σταυροφορία αναφέρεται στους Λατίνους ως “άγρια θηρία και φίδια που έβαλαν εμένα, τον Έλληνα και Γραικό (τὸν Ἕλληνά με καὶ τὸν Γραικὸν) στα δόντια τους” (στο Paul Magdalino, Tradition and Transformation in Medieval Byzantium, κεφ. XIV, σ. 12)
33. Στον Τιμαρίωνα, έργο του 12ου αι. διαβάζουμε:
        κεφ. 5:…Ἑλλήνων τῶν ἀπανταχοῦ
        κεφ. 6: ὅσα ἐξ Ἰταλίας εἰς Ἕλληνας ἐμπορικαὶ νῆες κομίζωσιν
        κεφ. 29: …τοῖς ἀρχαίοις Ἕλλησι
34. Στην Χρονική Συγγραφή του Γεώργιου Ακροπολίτη (13ος αι.) διαβάζουμε
        κεφ. 76: [οι Σκύθες] οὐ βαρβαρικῶς ἀπεκρίνοντο ἀλλὰ καὶ Ἑλληνικῶς τε καὶ συνετῶς
        κεφ. 80: …τῆς Ἑλληνίδος καὶ ἡμετέρας γης
35. Ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος (10ος αι.) γράφει
        α) στο De thematibus
i) δὲ πρὸς θάλασσαν καὶ τὴν Κύζικον κατοικοῦσι Φρύγες τε καὶ Γραικοί
ii) Τὰ δὲ ἐπέκεινα τούτων, ἀπὸ τοῦ λεγομένου Λεκτοῦ καὶ ἕως Ἀβύδου καὶ αὐτῆς Προποντίδος καὶ μέχρι Κυζίκου καὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ λεγομένου Γρανικοῦ, πάντες Γραικοὶ ὀνομάζονται καὶ κοινῇ διαλέκτῳ χρῶνται
iii) Αἱ δὲ παραθαλάσσιοι πόλεις, ἥ τε Σινώπη καὶ Ἄμαστρα καὶ τὸ Τήϊον καὶ ἡ λεγομένη Ἀμινσός, Ἑλληνίδες εἰσὶ πόλεις καὶ Ἑλλήνων ἄποικοι
iv) τῶν ἀρχαιοτάτων Ἑλλήνων·
        β) στο Προς τον ίδιον υιόν Ρωμανόν
i) οὗτοι ἐν τῷ θέματι ὄντες Πελοποννήσου ἀπόστασιν ἐννοήσαντες, πρῶτον μὲν τὰς τῶν γειτόνων οἰκίας τῶν Γραικῶν ἐξεπόρθουν καὶ εἰς ἁρπαγὴν ἐτίθεντο
ii) οἱ τοῦ κάστρου Μαΐνης οἰκήτορες οὐκ εἰσὶν ἀπὸ τῆς γενεᾶς τῶν προρρηθέντων Σκλάβων, ἀλλ’ ἐκ τῶν παλαιοτέρων Ῥωμαίων, οἳ καὶ μέχρι τοῦ νῦν παρὰ τῶν ἐντοπίων Ἕλληνες προσαγορεύονται διὰ τὸ ἐν τοῖς προπαλαιοῖς χρόνοις εἰδωλολάτρας εἶναι καὶ προσκυνητὰς τῶν εἰδώλων κατὰ τοὺς παλαιοὺς Ἕλληνας
(Στο τελευταίο οι Ρωμαίοι θεωρούνται Εθνικοί)
36. Ο Πρίσκος (5oς αιώνας), ρωτώντας κάποιον στα σύνορα βόρεια του Δούναβη ο οποίος ήταν ντυμένος βαρβαρικά, πώς και ήξερε τόσο καλά τα ελληνικά, έλαβε την απάντηση πως “Γραικὸς εἶναι τὸ γένος” (C. Müller, Fragmenta Historicum Graecorum, τ. 4, Paris 1868, σ. 86).
37. Στον Προκόπιο (6ος αι.)
        i) υποτιμητική χρήση του Γραικός: «δείξατε τοίνυν αὐτοῖς ὅτι τάχιστα ὡς Γραικοί τέ εἰσι καὶ ἄνανδροι φύσει» (Υπέρ των πολέμων, λόγος όγδοος, 23, 25) αναφερόμενο στους Βυζαντινούς.
        ii) εθνοτική σημασία του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος τέταρτος, 27, 38) «τοὺς Γραικοὺς ἅπαντας οὐδὲν ὑπολογισαμένω κτεῖναι».
        iii) εθνοτική σημασία του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος πέμπτος, 18, 40-41: Ῥωμαίους τῆς ἐς Γότθους ἀπιστίας κακίσας τὴν προδοσίαν ὠνείδιζεν, ἣν αὐτοὺς ἐπί τε τῇ πατρίδι πεποιῆσθαι καὶ σφίσιν αὐτοῖς ἔλεγεν, οἳ τῆς Γότθων δυνάμεως Γραικοὺς τοὺς σφίσιν οὐχ οἵους τε ἀμύνειν ὄντας ἠλλάξαντο, ἐξ ὧν τὰ πρότερα οὐδένα ἐς Ἰταλίαν ἥκοντα εἶδον, ὅτι μὴ τραγῳδούς τε καὶ μίμους καὶ ναύτας λωποδύτας)
        iv) υποτιμητική χρήση του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος πέμπτος, 29, 11: ῥᾷστα μὲν τοὺς ἐναντίους νικήσετε, ὀλίγους τε ὄντας καὶ Γραικούς)
        v) Οι κάτοικοι της Ελλάδας καλούνται εθνοτικά και/ή υποτιμητικά Γραικοί (Απόκρυφη Ιστορία, 24, 2: ἐπικαλοῦντες τοῖς μὲν ὡς Γραικοὶ εἶεν, ὥσπερ οὐκ ἐξὸν τῶν ἀπὸ τῆς Ἑλλάδος τὸ παράπαν τινὶ γενναίῳ γενέσθαι)
       vi) Οι τοτινοί κάτοικοι της σημερινής Ηπείρου καλούνται Έλληνες (Υπέρ των πολέμων, λόγος πέμπτος, 15: τοῦ δὲ κόλπου ἐκτὸς πρῶτοι μὲν Ἕλληνές εἰσιν, Ἠπειρῶται καλούμενοι, ἄχρι Ἐπιδάμνου πόλεως, ἥπερ ἐπιθαλασσία οἰκεῖται)
        vii) εθνοτική σημασία του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος έβδομος, 9, 12: τὴν Γραικῶν ἐς τὸ ὑπήκοον ἀρετὴν ἢ ἀκοῇ λαβόντες ἢ πείρᾳ μαθόντες οὕτω δὴ προήσεσθαι αὐτοῖς τὰ Γότθων τε καὶ Ἰταλιωτῶν πράγματα ἔγνωτε;)
        viii) εθνοτική σημασία του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος έβδομος, 21, 4: τοῖς ἐς ἀγῶνας καθισταμένοις ξυμφορώτατον εἶναι δοκεῖ, πρὸς ἀνδρῶν ἑπτακισχιλίων Γραικῶν ἡσσηθέντες)
        ix) εθνοτική σημασία του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος έβδομος, 21, 12: ἐς Γότθους τοὺς εὐεργέτας πολλῇ ἀγνωμοσύνῃ ἐχόμενοι, ἐς ἀπόστασίν τε οὐ δέον ἐπὶ τῷ σφετέρῳ πονηρῷ ἴδοιεν καὶ τοὺς Γραικοὺς ἐπὶ τῇ πατρίδι ἐπαγάγοιντο, προδόται σφῶν αὐτῶν ἐκ τοῦ αἰφνιδίου γεγενημένοι)
        x) εθνοτική σημασία του Γραικός (Υπέρ των πολέμων, λόγος έβδομος, 21, 14: οὐδέν τι ἐνδεέστερον ἢ ἐν τῇ εἰρήνῃ τοῖς Γραικοῖς φέροιεν)
        xi) Φαίνεται να μην συμφωνεί με την άποψη ότι το Έλλην σημαίνει οπαδό της αρχαίας θρησκείας (Υπέρ των πολέμων, λόγος πρώτος, 20, 1: δόξαν τὴν παλαιὰν σέβοντας, ἣν δὴ καλοῦσιν Ἑλληνικὴν οἱ νῦν ἄνθρωποι).
        xii) Το ίδιο (Υπέρ των πολέμων, λόγος πρώτος, 25, 10: τῆς παλαιᾶς δόξης, ἣν νῦν Ἑλληνικὴν καλεῖν νενομίκασι).
38. Ο Ιωάννης Τζέτζης (12ος αι.) παραπονείται επειδή μερικοί αντί Γραικών αποκαλούν Αύσονες τους Έλληνες: «Οἱ δὲ ἡμᾶς τοὺς Γραικοὺς Ἕλληνας Αὔσονας λέγοντες αὐθεντικῆ ἀδεία καὶ ποιητικῆ τοῦ ποιοῦσιν» (Σχόλια εις Αλεξάνδραν Λυκόφρονος, ed. Scheer, τ. 2, Berlin 1908, σελ. 34).
39. Ο Μανουήλ Καλέκας γράφοντας στα 1404 προς τον Μανουήλ Χρυσολωρά χρησιμοποιεί την λέξη Ελλάς με τη σημερινή σημασία, γιατί εννοεί την Λέσβο (Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 86).
40. Ο επίσκοπος Αλανίας Θεόδωρος μετά την πτώση της Πόλης (1204) γράφει στον αδερφό του: «Ἑάλω μὲν ἡ πατρίς, ἀλλ’ ἀνδρὶ σοφῶ πᾶς τόπος Ἑλλάς» (PG, 140, 414), στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα),  σελ. 65).
41. Ο αδερφός του Νικήτα Χωνιάτη, Μιχαήλ Χωνιάτης γράφει μετά το 1204: «Ἡ γάρ τοι πονηρὰ τυραννὶς καὶ Ἡ πάλαι τεθρυλημένη τῶν Ἑλλήνων ἀποβαρβάρωσις παραβιάζεται πλείστους μεταναστεύειν ἐκ πόλεως ἐπὶ πόλιν καὶ τῆς ἐνδαπῆς τὴν ἀλλοδαπὴν ἀλλάττεσθαι» (Σπ. Λάμπρου, Μιχαήλ Ακομινάτου τα σωζόμενα, τ. 2, σελ. 292 στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 63)
42. Ο Γεώργιος Βαρδάνης (13ος αι.) γράφει για την επισκοπή Βόνιτσας (Βονδίτζης) ότι χαρακτηριστικό της είναι “ο πέρα για πέρα ελληνικός χαρακτήρας της και το ότι βρίσκεται ανάμεσα σε Έλληνες” (Vasilievski, Epirotica, σελ. 252 στο Βακαλόπουλου Α. Ε., Νέος Ελληνισμός, οι ρίζες, η καταγωγή των Ελλήνων και η διαμόρφωση του έθνους, (1204 – Μέσα 15ου αιώνα), σελ. 69).
43. Στην Ιστορία του Μιχαήλ Ατταλειάτη (11ος αι.) διαβάζουμε
        18. …Ρωμαίων καὶ Ἀλβανῶν  
        35. καί τινα Λατῖνον…
        48. τοῖς Βυζαντίοις καὶ τοῖς ἄλλοις Ρωμαίοις
        230 …τὸ τῶν Βουλγάρων ἔθνος
        297. …εἶχε γὰρ καὶ Ρωμαίων πολλῶν στρατιωτικόν, Βουλγάρων τε καὶ Ἀρβανιτῶν…
Το όνομα Ρωμαῖοι σημαίνει αποκλειστικά τους Έλληνες και ουδέποτε τους υπόλοιπους λαούς των Βαλκανίων. Πράγμα που καταρρίπτει, 700 χρόνια πριν από τον αιώνα του Διαφωτισμού, τον 18ο, τον ισχυρισμό ότι οι Βαλκάνιοι Ορθόδοξοι ήταν ένας λαός και αυτο/ονομάζονταν, αδιακρίτως καταγωγής, Ρωμαίοι, και ότι εξαιτίας των δυτικών ιδεολογιών και αντιλήψεων διασπάστηκαν σε Έλληνες, Βούλγαρους, Σέρβους κ.ο.κ. Επιπλέον, ήδη από τον 11ο αιώνα το Ρωμαίος δεν σημαίνει τον Λατίνο, γεγονός που καταρρίπτει την άποψη ότι οι Ρωμαίοι ήταν ελληνόφωνοι και λατινόφωνοι.  
44. Από την Επιτομή Ιστοριών  του Ιωάννη Ζωναρά (12ος αι.)
    XVII, 1: …τὸ τῶν Βουλγάρων ἔθνος καὶ τὴν χώραν αὐτῶν
    XVIII, 20: σύμμικτον πλῆθος ἐκ Θρακῶν τε καὶ Μακεδόνων καὶ Ρωμαίων ἄλλων καὶ βαρβάρων
(Θράκες και Μακεδόνες θεωρούνται Ρωμαίοι και συνεπώς δεν ισχύει η άποψη ότι μόνο οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης είχαν βυζαντινή συνείδηση)
45. Από επιστολή Ανωνύμου Πρὸς τὴν ἐν Φλωρεντία Σύνοδον (1439):
    «…Καὶ μηδὲν οἴεσθαι μικρὸν καὶ ἀδρανὲς τὸ Γραικῶν εἶναι γένος…Αὐτὸ μὲν γὰρ ἴσως καθ’ ἑαυτό, χρόνους ἤδη συχνοὺς πολιορκηθέν, ὠλιγώθη τε καὶ ἐκακώθη, ἀλλ’ οὐκ ἐκ τέλος ἐξετρίβη· φυλάττει γὰρ ἐκ μέρους αὐτὸ Κύριος……καὶ πᾶσα δὲ ἡ περὶ τὴν Ἀσίαν ἀρχὴ πάντων βαρβάρων τὰ πλεῖστα Γραικοῖς ὤκισται…» (Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, τόμ. Α’, σελ. 9)
46. Ο Πλήθων Γεμιστός σε επιστολή Εἰς Μανουὴλ Παλαιολόγον περὶ τῶν ἐν Πελοποννήσω πραγμάτων γράφει:
    «…Ἐσμὲν γὰρ οὖν ὧν ἡγεῖσθέ τε καὶ βασιλεύετε Ἕλληνες τὸ γένος, ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ» (Σπ. Λάμπρου, Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά, τόμ. Γ’, σελ. 247).
47. Στην Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής (12ος αι.) διαβάζουμε:
    βιβλίο Ι’, viii, 6: Ἡ δὲ τζάγγρα τόξον μέν ἐστι βαρβαρικὸν καὶ Ἕλλησι παντελῶς ἀγνοούμενον (= ἡ τζάγγρα εἶναι τόξο βαρβαρικὸ ἐντελῶς ἄγνωστο στοὺς Ἕλληνες)
    βιβλίο ΙΓ’, x, 4: Ἦν δὲ τοιοῦτος ὁ ἀνὴρ οἷος, ὡς ἐν βραχεῖ μὲν εἰπεῖν, οὐδεὶς κατ’ ἐκεῖνον ὤφθη ἐν τῇ τῶν Ῥωμαίων γῇ οὔτε βάρβαρος οὔτε Ἕλλην (= Ἄνθρωπος σὰν αὐτὸν δὲν εἶχε ξαναφανεῖ στὴ γῆ τῶν Ρωμαίων, οὔτε βάρβαρος οὔτε Ἕλληνας)
    Για τα παραπάνω χωρία έχει υποστηριχτεί ότι η αναφορά σε Ἕλληνες προέρχεται από το κλασσικό αρχαιοελληνικό μοτίβο της διάκρισης βάρβαρου-Έλληνα, και συνεπώς δεν αποδεικνύεται ότι για την Κομνηνή οι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας ήταν Έλληνες. Αυτές οι απόψεις καταρρίπτονται από το παρακάτω χωρίο στο οποίο γίνεται αναφορά σε Έλληνες κατοίκους της Αυτοκρατορίας τον 12ο αιώνα.
    βιβλίο ΙΕ’, vii, 9: Καὶ ἔστιν ἰδεῖν καὶ Λατῖνον ἐνταῦθα παιδοτριβούμενον καὶ Σκύθην ἑλληνίζοντα καὶ Ῥωμαῖον τὰ τῶν Ἑλλήνων συγγράμματα μεταχειριζόμενον καὶ τὸν ἀγράμματον Ἕλληνα ὀρθῶς ἑλληνίζοντα ( = Ἐκεῖ μπορεῖς νὰ δεῖς καὶ Λατίνο νὰ ἐκπαιδεύεται καὶ Σκύθη νὰ μαθαίνει ἑλληνικὰ καὶ Ρωμαῖο νὰ μελετᾶ τὰ συγγράμματα τῶν Ἑλλήνων καὶ τὸν ἀγράμματο Ἕλληνα νὰ μαθαίνει τὰ σωστὰ ἑλληνικά)
Εδώ οι αρνητές της ύπαρξης έθνους Ελλήνων κατά τον Μεσαίωνα και οι υποστηρικτές της ταυτότητας Ρωμαίος=Λατίνος καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα υποχρεώνονται να καταπιούν την γλώσσα τους. Ακόμη και αν δεχόταν κανείς ότι το Ρωμαίος δεν είναι κρατικό αλλά εθνικό και συνεπώς ότι οι εθνικά Έλληνες ήταν υποταγμένοι στους εθνικά Ρωμαίους του 12ου αιώνα, δεν μπορούν παρά να παραδεχτούν ότι για τους “Ρωμαίους” του 12ου αι. αυτοί οι Έλληνες ήταν κάτι τόσο χειροπιαστό και ξεχωριστό ώστε να φαινόταν (για τους “Ρωμαίους” στον 12ο αιώνα) λάθος η απουσία ξεχωριστού ονόματος γι’ αυτούς. Ακόμη πιο αβάσιμη θα ήταν η ιδέα ότι αυτοί οι Έλληνες χρειαζόταν -στα μάτια των “Ρωμαίων”- ένα ξεχωριστό όνομα την ίδια στιγμή κατά την οποία υποτίθεται ότι οι Έλληνες αυτοαποκαλούνταν Ρωμαίοι. Για ποιο λόγο η Κομνηνή αντιδιαστέλλει Ρωμαίους και Έλληνες αφού υποτίθεται ότι οι δεύτεροι αυτοαποκαλούνταν Ρωμαίοι; Αλλά το ότι το Ρωμαίος είναι κρατικό φαίνεται από ότι Λατίνοι, Σκύθες και Έλληνες κατοικούν την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Αν υπήρχαν ξεχωριστοί εθνικά Ρωμαίοι, τότε πού κατοικούσαν αυτοί και πού βρίσκονταν τα εθνολογικά όριά τους; Ήταν μια μηδαμινή μειονότητα κυρίαρχων περιορισμένοι μέσα στα τείχη της Πόλης ανάμεσα στο τεράστιο πλήθος των υποτελών τους; Μήπως διατηρείτο κάποια αριστοκρατία λατινική και μήπως απαγορευόταν σε υποτελείς η είσοδος σε αυτήν; Κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από τις βυζαντινές πηγές. Εξάλλου, αν η βυζαντινή ελίτ τόνιζε την καταγωγή της από την λατινική Ρώμη, τότε η Κομνηνή δεν θα αντιδιέστελε Λατίνους και Ρωμαίους, και οι λατινόφωνοι θα ήταν ομοεθνείς της. Συνεπώς το Ρωμαίος στο παραπάνω απόσπασμα είναι κρατικό.
48. Ο Ιωάννης Λυδός (6ος αι.) γράφει (Περί των αρχών της Ρωμαίων Πολιτείας)
Νόμος ἀρχαῖος ἦν πάντα μὲν τὰ ὅπως οὖν πραττόμενα παρὰ τοῖς ἐπάρχοις, τάχα δὲ καὶ ταῖς ἄλλαις τῶν ἀρχῶν, τοῖς Ἰταλῶν ἐκφωνεῖσθαι ῥήμασιν. οὗ παραβαθέντος, ὡς εἴρηται, οὐ γὰρ ἄλλως, τὰ τῆς ἐλαττώσεως προὔβαινεν. τὰ δὲ περὶ τὴν Εὐρώπην πραττόμενα πάντα τὴν ἀρχαιότητα διεφύλαξεν ἐξ ἀνάγκης διὰ τὸ τοὺς αὐτῆς οἰκήτορας, καίπερ Ἕλληνας ἐκ τοῦ πλείονος ὄντας, τῇ τῶν Ἰταλῶν φθέγγεσθαι φωνῇ, καὶ μάλιστα τοὺς δημοσιεύοντας.
Μικρή υποσημείωση, πρώτη: οι αρνητές της ελληνικής εθνικής συνέχειας είναι ικανοί να δεχτούν (χάριν τακτικής;) ότι υφίσταται κατά τον Μεσαίωνα ελληνική πολιτισμική συνέχεια, αλλά όχι και ελληνική εθνική συνέχεια. Δεν καταλαβαίνουν, ότι σε αντίθεση με την σημερινή εποχή, η εθνότητα και ο πολιτισμός ταυτίζονται. Σήμερα μπορεί να ακούς ροκ ή τσιφτετέλια και να είσαι Έλληνας ή Τούρκος. Παλαιότερα ο πολιτισμικός εξελληνισμός, εκτουρκισμός, εκβαρβαρισμός κλπ. σήμαιναν και την ένταξη στο αντίστοιχο έθνος.
Μικρή υποσημείωση, δεύτερη: Προκειμένου να αρνηθούν την ελληνικότητα των Βυζαντινών, υποστηρίζουν την σολιψιστική αντίληψη για το έθνος, δηλαδή ότι έσχατη και μέγιστη σημασία έχει η συνείδηση. Με βάση τη λογική αυτήν αν σήμερα είμαστε Έλληνες και αμέσως αύριο επιλέξουμε να είμαστε Αζτέκοι, τότε όντως καθιστάμεθα Αζτέκοι, ακόμη κι αν δεν έχουμε αλλάξει τίποτε πέρα από το όνομα. Η σολιψιστική αντίληψη αρνείται ότι συγκυρίαρχο στοιχείο εθνότητας και ταυτοπροσωπίας δεν είναι μόνο η εικόνα του Εγώ για τον εαυτό του (π.χ. είμαι ο μέγας Ναπολέων) αλλά και η εικόνα που έχουν οι άλλοι για το Εγώ. Υποτίθεται ότι επιλέγουν την σολιψιστική αντίληψη για το έθνος ως λογική εναντίωση σε “αντικειμενικές” θεωρίες όπως η φυλετική κ.ά., κάτι όμως που δεν χρειάζεται απαραίτητα.
Μικρή υποσημείωση, τρίτη: Αν με το Ρωμιός επιδιώκεται να δειχτεί η ταυτότητα Έλληνας+Ορθόδοξος, και να υπάρξει εναντίωση στην απόρριψη του Βυζαντίου, αυτό (η υιοθέτηση του Ρωμιός=Έλληνας+Ορθόδοξος) είναι περιττό. Γιατί, το Ορθόδοξος δεν είναι εθνικό αλλά θρησκευτικό.
Μικρή υποσημείωση, τέταρτη: Η εμμονή να αποκαλούνται ελληνόφωνοι Ρωμαίοι οι μεσαιωνικοί Έλληνες επειδή “η γλώσσα δεν συνεπάγεται έθνος, και οι Αμερικάνοι δεν είναι Άγγλοι” αγνοεί ηθελημένα ότι οι Έλληνες δεν μετανάστευσαν στην Ιταλία ή την Ρώμη ώστε όντως η ταυτότητα της ελληνικής γλώσσας να μην αποδεικνύει την ελληνική συνέχεια κι ότι οι Άραβες και Οθωμανοί για ελάχιστο διάστημα χρησιμοποίησαν τα ελληνικά. Εκτός κι αν θα αρχίσουμε σε λίγο να μιλάμε για ελληνόφωνους της Κλασσικής Εποχής. Το νόστιμο είναι ότι γίνεται λόγος για ελληνόφωνους επειδή δεν είχαν ελληνική συνείδηση την ίδια στιγμή κατά την οποία οι ίδιοι άνθρωποι ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχε ελληνικό έθνος κατά την Αρχαιότητα, παρά Αθηναίοι, Σπαρτιάτες, Κορίνθιοι κ.λπ.:  Θα έπρεπε να αποκαλούν αποκλειστικά ελληνόφωνους τους αρχαίους Έλληνες, αλλά μάλλον φοβούνται να πράξουν κάτι τέτοιο.
Μικρή υποσημείωση, πέμπτη:  Συνειδησιακή ρήξη με το αρχαιοελληνικό παρελθόν δεν υπήρξε ποτέ, εφόσον η παιδεία τους (σχολική και μη) δεν έγινε ούτε λατινική ούτε εβραϊκή, η γλώσσα τους δεν έγινε η λατινική, ο ήρωάς τους ήταν ο Αλέξανδρος και όχι ο Καίσαρ (όπως τους συγκρίνει ο Πλούταρχος), το πρότυπό τους ήταν ο Θουκυδίδης και οι Έλληνες ποιητές και ρήτορες και όχι οι Λατίνοι ιστορικοί, ποιητές και ρήτορες. Συνειδησιακή ρήξη τύπου άλλαξε ο Μανωλιός και αντί Έλληνας καλείται Ρωμαίος δεν είναι συνειδησιακή ρήξη.
ii) Μετά την Άλωση

1.
Ο Ανδρόνιος Κάλλιστος στη Μονωδία επί τη δυστυχεί Κωνσταντινουπόλει (PG  161, στ. 1131) γράφει: «έσβησε η κοινή των Ελλήνων εστία».
2. Ο Νικόλαος Σεκουνδινός από την Εύβοια (απεβ. 1464) κάνει λόγο για Ελλάδα και για «παίδες Ελλήνων».
3. Ο Ζυγομαλάς γράφει τον 16ο αι. «οι δυστυχείς ημείς Έλληνες» και «Ημείς γαρ ονόματι Έλληνες».
4. Στο ποίημα του Ιέρακος (16ος αι., Μεγάλου Λογοθέτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου) Χρονικόν περί της των Τούρκων βασιλείας/ Δια την των Τούρκων βασιλείαν, διαβάζουμε: (στίχος 5) Ρωμαΐδος ως Γραικών πτώσιν, (13) Μέρους Ελλήνων των Γραικών, (49/51) ο βασιλεύς της πόλεως Ρωμαίων ο αυτάναξ…/εφάνη μέγας αριστεύς, ως Έλλην των Ελλήνων, (65) και βασιλεί δε των Γραικών, (417) Γραικοίς τε και Λατίνοις.
5. Ο Μονεμβασίας Αρσένιος γράφει στον Πατριάρχη Παχώμιο Α’ (1503-1504, 1504-1513) περί της λέξης τρακταΐζων: «τι δε τούτο σημαίνει Έλλην ων ουκ επίσταμαι» (Β. Α. Μυστακίδου, Αι λέξεις Έλλην, Γρακός (Γραικύλος), Ρωμαίος (Γραικορρωμαίος),Βυζαντινός, Μωαμεθανός, Τούρκος, σ. 26).
6. Στον πρόλογο των διδαχών του Αλεξίου Ραρτούρου (Βενετία 1560), από τον Θεωνά έξαρχο του Πατριαρχείου διαβάζουμε: «το ημέτερον Ελλήνων γένος, το των χριστιανών δηλαδή» (Ν.Γ. Πολίτη, Έλληνες ή Ρωμιοί, σ. 14).
7. «Ο Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβήρος (τέλη 16ου -αρχές 17ου αι.) συνιστά στον Μ. Κρούσιο κ.λ. “ως καλούς χριστιανούς και Έλληνας” δύο “Γραικούς” από τη Σαντορίνη» (Βακαλόπουλου Απ. Ε., Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τ. Γ’, σ. 375).
8. Στα 1619 ο επίσκοπος Μυρεών Ματθαίος σε ποίημά του αναφέρεται σε γένος των Ρωμαίων, γένος των Ελλήνων, και σε Γραικούς, χρησιμοποιώντας τις τρεις ονομασίες δίχως διαχωρισμό.
9. «Ο μοναχός Χριστόφορος Άγγελος (†1638), ο συγγραφέας του “Εγχειριδίου περί της καταστάσεως των σήμερον ευρισκομένων Ελλήνων” υπογράφεται ως “Έλλην”» (Βακαλόπουλου Απ. Ε., Ιστορία του νέου Ελληνισμού, τ. Γ’, σ. 375).
10. Το 1662 ο Θωμάς Φλαγγίνης κάνει λόγο στη διαθήκη του για «ελληνικό έθνος».
11. Το 1681 ο Φρ. Σκούφος δέεται στον Χριστό να «ελευθερώσει το ελληνικόν γένος». Εγκωμιάζει την αρχαία Ελλάδα, την προσφορά της Ελλάδας στην Εκκλησία για τους μάρτυρες και αγίους τους οποίους αποκαλεί «ήρωες της Χριστιανικής Ελλάδος» (Τέχνη Ρητορικής Δ’, Περί εκφωνήσεως)
12. Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Λέων Αλλάτιος δηλώνει «τέκνον της Ελλάδος» και «Έλλην».
13. «Πάλαι μὲν Ἑλλήνων, νῦν δὲ Γραικῶν καὶ Νέων Ρωμαίων διὰ τὴν Νέαν Ρώμην καλουμένων» γράφουν οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες σε σύνοδο στα 1716, (I. Ν. Καρμίρη, Τα δογματικά και τα συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμ. Β’, σ. 789). Στις ίδιες απαντήσεις οι Ορθόδοξοι Πατριάρχες κάνουν λόγο περί «Γραικών, Ρωσσών, Ιβήρων, Αράβων, Βουλγάρων, Αλβανών, Βλάχων, Μολδαβών» Ορθοδόξων Χριστιανών (ό.π., σ. 816)· περί «εὐγενεστάτων περιδόξων γενῶν, Ἄγγλων τε καὶ Ἑλλήνων» (ό.π., σ. 817).
14. Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μελέτιος ο Πηγάς (1535-1602) γράφει: «Εσείς είσθε το γένος εκείνο το περιφρονημένον των Ρωμαίων, το οποίον ποτέ εκυρίευσεν όλην την οικουμένην με την δύναμιν των αρμάτων. Η πρώτη μοναρχία των Περσών μετετέθη εις Αιγυπτίους, από τους Αιγυπτίους εις Μακεδόνας, οι οποίοι ήσαν Έλληνες το γνήσιον γένος σας. Από εκείνους δε εις τους Ρωμαίους, από τους οποίους εσείς και κρατάτε και λέγεσθε» (Ν.Β. Τωμαδάκη, «Μελέτιος ο Πηγάς και η εξάρτησις της Εκκλησίας Κρήτης εκ του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας», Tome commémoratif du Millénaire de la Bibliothèque d Alexandrie, Αλεξάνδρεια 1953, σ. 37-46, στο Ορθοδοξία και Αρχαίος Ελληνισμός του Ι.Μ. Χατζηφώτη, σ. 105).
15. O Αθανάσιος Πάριος κάνει λόγο για «Αυτοκρατορία των Γραικών» (Αντιφώνησις, κεφ. Δ’) και «Γραικορωμαϊκή αυτοκρατορία» (Αντιφώνησις, κεφ. Ε’), για το «σημερινό Ελληνικό Έθνος» (ό.π., κεφ. ΣΤ’).
16. Ο Νεκτάριος, Πατριάρχης Ιεροσολύμων, στα 1660 (σε επιστολή προς τους Καθολικούς) αναφέρεται στην «ταπεινωμένη Ελλάδα» και στην Άλωση του 1453.
17. O Μάρκος Μουσούρος σε επιστολή του προς τον Ιανό Λάσκαρη, του γράφει, μεταξύ άλλων, ότι του στέλνει νέους από διάφορα μέρη της Ελλάδας, ώστε να τους μορφώσει. Και αναμένει από αυτούς, ως ανταπόδοση προς τον Λάσκαρι να «κηρύξουσι τὴν λαμπρότητα τοῦ γένους, ὧ σὺ μάλιστα δίκαιος εἶ σεμνυνόμενος· ὑμνήσουσι τῶν προγόνων σου, τῶν πανσεβάστων τῆς Ἑλλάδος αὐτοκρατόρων, τὴν ἀρετήν· οὓς ὠμῶς διεδέξαντο καὶ ἀπανθρώπως οἱ διὰ τὴν σφετέραν αὑτῶν μοχθηρίαν τὸ μὲν Τούρκων ἔθνος τηλικοῦτον καταστήσαντες ἡλίκον ὁρῶμεν, τὸ δ’ ἡμέτερον ἐκ βάθρων καθελόντες» (Emile Legrand, Bibliographie Hellenique, 1885, Α’ τόμος, σελ. 144)
ii. Σε ποίημα του Μουσούρου διαβάζουμε: «Ρωμαῖοι Γραικοί τε καλούμενοι, ἀλλὰ παλαιοῖς / Ἀτθίδος ἢ Σπάρτης εἴκελον ἡμιθέοις / ἣν γὰρ τε πόλει Βυζαντινίδη πρώτη / νόστιμον ἀστράψη φέγγος ἐλευθερίης, / …Γραικὸς ὁ δουλεία νῦν κατατρυχόμενος / ἀρχαίης ἀρετῆς, ἵν’ ἐλεύθερον ἦμαρ ἴδηται» (Emile Legrand, Bibliographie Hellenique, 1885, Α’ τόμος, σελ. 106).
18. Ο Πατριάρχης Διονύσιος Β’ (1543-1551) γράφοντας προς τον λόγιο Ερμόδωρο Λήσταρχο που ζούσε στην Ιταλία, γράφει: «Ὅτι Ἕλλην εἶ» (Ανδρέα Μουστοξύδη, Ελληνομνήμων ή σύμμικτα ελληνικά : σύγγραμμα ελληνικόν, σελ. 598)
19. Στον πρόλογο της Ιστορίας του Δωρόθεου Μονεμβασίας (1631) από τον Απόστολο Τζηγαρά από τα Γιάννενα: «συμβουλεύω πάντας τοὺς Ἕλληνας καὶ ὀρθοδόξους χριστιανοῦς (Ἕλληνας ἀπὸ τὸ γένος, καὶ ὀρθοδόξους χριστιανοὺς ἀπὸ τὴν πίστιν) νὰ ἀγοράσουν τοῦτο τὸ βιβλίο»
Παρέκβαση ειδικά για το βιβλίο αυτό: 
Τι λέει ο Κιτρομηλίδης. Νεοελληνικός Διαφωτισμός, σσ. 86-7: «Τις αφηγήσεις των γεγονότων της Παλαιάς Διαθήκης ακολουθούσε η ιστορία των αρχαίων Εβραίων ώς την εποχή των πολέμων τους με τους άλλους αρχαίους λαούς της Μέσης Ανατολής καθώς και η ιστορία της αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου. Μ’ αυτόν τον τρόπο ένα κομμάτι ελληνικής ιστορίας παρεμβαλλόταν στην αφήγηση. Είναι αξιοσημείωτο, ότι η ελληνική ιστορία δεν εμφανιζόταν στο προσκήνιο παρά μόνο στην ελληνιστική της φάση, εποχή στην οποία τεμνόταν με την αρχαία εβραϊκή ιστορία….Σ’ όλη την αφήγηση…έλειπαν αναφορές στην αρχαία Ελλάδα και στον πολιτισμό της. Οι Οθωμανοί σουλτάνοι της Κωνσταντινούπολης προβάλλονταν ως οι φυσικοί διάδοχοι των χριστιανών αυτοκρατόρων»
Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική, καθόσον αφιερώνονται δεκατρείς σελίδες στον Τρωικό Πόλεμο: Από τη σελίδα ρνα’ (151) «Ὅμως νὰ γράψω καὶ περὶ τῶν πολέμων τῆς τρωάδος» ώς τη σελίδα ρξγ’ (163).
Όσον αφορά στους Οθωμανούς ως δήθεν φυσικούς διαδόχους των χριστιανών αυτοκρατόρων στη σελίδα φμη’ διαβάζουμε: «Ὢ τῆς μακροθυμίας σου δέσποτα παντοκράτωρ, πῶς τὸ ὑπέφερες τοῦτο. Ὅμως ποῖος νὰ μὴν κλαύση τὴν χαλασμὸν τὴς περιφήμου πόλεως. Ὢ τοῦ θαῦματος τότε ἦτον νὰ ἰδεῖ τινας καὶ νὰ κλαίει, καὶ νὰ δέρνει τὰ στήθη του …ἄνοιγαν τῶν βασιλέων τᾶ μνήματα καὶ ἐνέπαιζαν τὰ λείψανά των. Τοῦ μεγάλου βασιλέως τὰ λείψανα Κωνσταντίνου εἰς ταῖς κοπριαῖς…Πῶς τὸ ἐκαταδέχθη ἡ Ἁγία Σοφία, ὁ ἐπίγειος οὐρανός…ἔγινε σήμερον ναὸς τῶν Τουρκῶν. Φρίξον ἥλιε…τοιουτοτρόπως ἠχμαλωτίσθη ἡ ἀθλία Κωνσταντινούπολις»
Δ’) ΔΙΑΦΩΤΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ
1. Αναφορικά με την Ελληνική Βιβλιοθήκη του Άνθιμου Γαζή (Βενετία 1807) «Στο σχήμα του Γαζή, τις βιογραφίες των κλασικών συγγραφέων ακολουθούσαν βιογραφίες ελλήνων συγγραφέων της ελληνιστικής και της ρωμαϊκής περιόδου μέχρι τη βυζαντινή εποχή και την άλωση της Κωνσταντινούπολης (…) Οι Νεοέλληνες λόγιοι, συμπεριλαμβανομένων και των μεγάλων σύγχρονων εκφραστών του Διαφωτισμού, μνημονεύονταν από τον Γαζή ως συνεχιστές και κληρονόμοι της βυζαντινής γραμματείας»[1]. Ο Άνθιμος Γαζής γράφει στην προκήρυξή του στις 7 Μαΐου 1821, για την κήρυξη της Επανάστασης στο Πήλιο: «Η Κωνσταντινούπολις δεν είναι μακράν η ημέρα κατά την οποίαν θα γίνη ελληνική και εις την Αγίαν Σοφίαν θα στηθή πάλιν ο Σταυρός».
2. Σε ένα σύγγραμμα, την Απολογία ιστορικοκριτική (Τεργέστη 1814) «Τα ονόματα των αρχαίων φιλοσόφων και των βυζαντινών λογίων μνημονεύονταν πλάι στα ονόματα των φωτισμένων Ελλήνων που άκμασαν κατά τη διάρκεια της οθωμανικής υποτέλειας»[2].
3. Στη βιβλιοθήκη των Μαυροκορδάτων, ηγεμόνων στη Μολδοβλαχία, υπήρχαν η Μυριόβιβλος του Φώτιου, η Αλεξιάδα, έργα των Μ. Ψελλού, Ν. Βλεμμύδη, Γ. Παχυμέρη, οι παραινέσεις των Βασιλείου Β’ και Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, έργα των Πατέρων και του Γεώργιου Γεμιστού – Πλήθωνα.
4. Κατά τον Δημ. Καταρτζή (1730-1807) οι Ρωμηοί της εποχής του ανήκαν στο ίδιο έθνος –και το συνέχιζαν– με τους Περικλή, Θεμιστοκλή, Θεοδόσιο, Βελισάριο, Ναρσή, Βασίλειο Β’, Ιωάννη Τσιμισκή. Συγκεκριμένα:
    i) «…καὶ τὴ γλώσσα τῶν μεταγενέστερων Ἑλλήνων, ποὺ μετωνομάστηκαν Ρωμαῖοι…» (“Σχέδιο α’, ὅτι ἡ ρωμαίκια γλώσσα…”  στο Δ. Καταρτζή, Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 14)
    ii) «ἀφ’ οὗ ἕνας Ρωμηὸς συλλογιστῆ μιὰ φορὰ πὼς κατάγεται ἀπὸ τὸν Περικλέα, Θεμιστοκλέα καὶ ἄλλους παρόμοιους Ἕλληνες, ἢ ἀπτοὺς συγγενεῖς τοῦ Θεοδόσιου, τοῦ Βελισάριου, τοῦ Ναρσῆ, τοῦ Βουλγαροκτόνου, τοῦ Τζιμισκῆ κ’ ἄλλων τόσων μεγάλων Ρωμαίων…πῶς νὰ μὴν ἀγαπᾶ τοὺς ἀπογόνους ἐκείνων κ’ αὐτωνῶν τῶν μεγάλων ἀνθρώπων;» (“Συμβουλὴ στοὺς νέους πῶς νὰ ὠφελιοῦνται καὶ νὰ μὴ βλάπτωνται ἀπτὰ βιβλία τὰ φράγκικα καὶ τὰ τούρκικα, καὶ ποιὰ νά ‘ναι ἡ καθ’ αὐτό τους σπουδή” στο Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 45).
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Καταρτζής αν και προτιμά το Ρωμηός αντί του Έλληνας, στους εθνικούς πρόγονους του Ρωμηού όχι μόνο δεν συγκαταλέγει τους Ρωμαίους της παλαιάς Ρώμης, όπως κάνουν οι οπαδοί των απόψεων του Ιωάννη Ρωμανίδη, αλλά συγκαταλέγει τους Αρχαίους Έλληνες.
    iii) «κατὰ πρῶτον ὠνομαστήκαμε Γραικοὶ….καὶ μὲ ταὐτὸ τὄνομα μᾶς ἐγνώρισαν τὰ δυτικὰ σ’ ἐμᾶς ἔθνη· ἐμεῖς κατόπι τἀλλάξαμ’ αὐτὸ κ’ ἐπήραμε τὸ Ἕλληνες ὄνομα….Μετοικίζοντας ὁ μέγας Κωνσταντῖνος τὸ βασίλειο στὴν Κωνσταντινούπολι, ὠνομαστήκαμε Ρωμαῖοι…»  (ό.π., στο Δ. Καταρτζή, Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 49).
Ενάντια στις θεωρίες των Νεοπαγανιστών/Εθνικών που αρνούνται εθνικά το Βυζάντιο αλλά και των Ρωμανιδιστών που αρνούνται ως ομοεθνείς τους Αρχαίους Έλληνες, οι Γραικοί, οι Έλληνες και οι Ρωμηοί είναι για τον Καταρτζή ένα και το αυτό έθνος.
    iv) «εἶναι τρία ἔθνη ὁμόπιστοι καὶ σύνδουλοί μας ποὺ τὰ μεταχειρίζουνται [σημ.: τα σλαβικά] στῆς ἐκκλησίαις τους, ἤγουν Βουργάροι, Σίρμποι καὶ Μποσνάκοι» (“Λόγος προτρεπτικὸς στὸ γνῶθι σαὐτὸν καὶ στὴν κοινὴ παιδαγωγία τοῦ ἔθνους, ἢ σοφός, ἡμιμαθής, ἀμαθής” στο Δ. Καταρτζή, Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 201)
        Εδώ φαίνεται ότι ο υπέρμαχος της εθνικής ονομασίας Ρωμηός Καταρτζής αρνείται ότι οι ορθόδοξοι Βαλκάνιοι είναι Ρωμηοί και ομοεθνείς των Ρωμηών. Το ίδιο πιστεύει και για τους Ρουμάνους (Βλάχους) της Ρουμανίας:
        α) «τῆς νεολαίας Ρωμηῶν καὶ Βλάχων…»
        β) «….μαθητάδες Βλάχους, ἢ καθὸ Ρωμηούς…» (“Σχέδιο β’ ”  στο Δ. Καταρτζή, Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 25)
        γ)  «εἰς ὠφέλειά τους Ρωμηοὶ καὶ Βλάχοι…» (ό.π., στο Δ. Καταρτζή, Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 37)
        δ) «τοῦ κάθε ἔθνους Ρωμηῶν καὶ Βλάχων…» (ό.π., στο Δ. Καταρτζή, Τα ευρισκόμενα, Ερμής, Αθήνα 1970, σελ. 38)
5. Κατά τον Π. Κοδρικά (Μελέτη της κοινής ελληνικής διαλέκτου – Παρίσι 1818) «η περίοδος της “Ρωμαϊκής βασιλείας” συνέβαλε να διατηρηθεί η πολιτική ελευθερία του “Ελληνικού γένους” και έσμιξε με επιτυχία το προϋπάρχον ελληνικό στοιχείο με την χριστιανική πίστη»[3]. Η «Πολιτική του Γένους ελευθερία εξολοθρεύθη» στα 1453, οπότε και το «Ελληνικόν Γένος» έχασε την εθνική του ανεξαρτησία[4].
6. Οι αδελφοί Μαρκίδες Πουλίου στον πρόλογό τους στην έκδοση του Χρονικού του Γ. Σφραντζή «απευθύνονται σε όσους αγαπούν την ιστορία του Βυζαντίου. Τα ρητορικά σχήματα του κειμένου, με αναφορές από τα Ομηρικά χρόνια ώς το Βυζάντιο, οδηγούν σε μια αντίληψη ιστορικής ενότητας του Ελληνισμού»[5]».
7. Στην Νεωτερική Γεωγραφία (1791) των Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρ. Κωνσταντά, «η Βυζαντινή αυτοκρατορία αποκαλείται άλλοτε “Αυτοκρατορία των Ελλήνων” και άλλοτε “Βασιλεία των Ελλήνων”. Η τέταρτη περίοδος [= από τα 323 π.Χ. (θάνατος Αλεξάνδρου) ώς τα 1453] θεωρείται από τους συγγραφείς μία από τις περιόδους της ιστορίας του “έθνους των Ελλήνων”»[6]. Σύμφωνα με τους συγγραφείς οι Λατίνοι που εγκαταστάθηκαν στη Ρωμανία «όλοι με τον καιρό εξελληνίσθηκαν. (…) Εκείνοι οπού εμετοίκησαν εις την Κωνσταντινούπολι, άφησαν με την ολότη και τη γλώσσα και τα ήθη τα Ρωμάνικα, και εξελληνίσθηκαν»˙ οι ίδιοι συγγραφείς θεωρούν Έλληνες του Βυζαντινούς που επανέκτησαν στα 1261 την Πόλη (άρα και –κατά τους συγγραφείς– αυτοί που κατείχαν πριν το 1204 την Πόλη ήταν Έλληνες): «Εις τα 1261 οι Έλληνες εκατόρθωσαν και τους [Λατίνους] έδιωξαν, και ξαναπήραν την πόλι». Για να την «ξαναπάρουν» οι Έλληνες, Έλληνες την είχαν χάσει, Έλληνες λοιπόν θεωρούνται οι Βυζαντινοί πριν τα 1204. Οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες χαρακτηρίζονται «οι βασιλείς μας». Για τους ίδιους συγγραφείς οι ανδριάντες των Λατίνων οι οποίοι μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη από τον Κωνσταντίνο «εις την παλαιά Ρώμη ήταν ζωντανοί, και ενέσπερναν εις τους Ρωμάνους μια καρδιά … εις την νέα [ = Νέα Ρώμη = Κων/πολη] όμως νεκροί και κόσμος άχρηστος». Οι Φιλιππίδης/Κωνσταντάς κάνουν αυστηρή διάκριση μεταξύ «Ρωμάνων» δηλαδή Λατίνων, πριν τον Κωνσταντίνο Α’, και «Ρωμαίων»˙ οι δυο Διαφωτιστές στο έργο τους αναφέρουν πόλεις και περιοχές της Ελλάδας (π.χ. Αθήνα, Θήβα, Λειβαδιά, Σάλωνα, Ζητούνι, Λάρισα, Ιωάννινα, Χανιά, Κάρυστος, Εύριπος, Ιόνια νησιά κ.ά.) που κατοικούνται από «Ρωμαίους».
8. Στα 1760 στη Γραμματική γεωγραφική του Γ. Φατζέα (Βενετία) διαβάζουμε «Ο Θρόνος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οπού μίαν φοράν είχε την Κωνσταντινούπολιν δια μητρόπολιν, και την ετίμα ωσάν κεφαλήν, εσβύσθη, φευ, και έγινεν η Επτάλοφος θρόνος των Τουρκών, από τους 1453». Ο Φατζέας στην Γραμματική Γεωγραφική (που αφιερώνεται στο «ευσεβέστατο γένος των Γραικών που κατοικεί στη Βενετία») κάνει λόγο αδιαφοροποίητα για Ρωμαίους, Γραικούς, Έλληνες ταυτίζοντάς τους (σσ. ς’, ζ’, θ’, ι’, ια’, ιγ’: «Γένος των Ρωμαίων, οπού κατοικεί εις την περίβλεπτον μητρόπολιν των Ενετιών», «η δόξα των Γραικών», «ομοφύλους Έλληνας», «οι δυστυχείς Ρωμαίοι», «φιλομαθείς παίδας των Ελλήνων», «λαμπρότατον Γένος των Γραικών»).
9. Στα 1795, ο ανώνυμος μεταφραστής από τα γαλλικά του συγγράμματος του Μοντεσκιέ για τους Ρωμαίους και τους Βυζαντινούς θεωρεί τη Ρωμανία «Γραικικόν Βασίλειον».
10. Στο έργο του Δημήτριου Αλεξανδρίδη Ελληνικός καθρέπτης (Βιέννη 1806) γίνεται αναφορά από τα προομηρικά χρόνια ώς τον 15ο αιώνα. Ο ίδιος λόγιος μεταφράζοντας μια «Ιστορία της Ελλάδος» ενός ξένου πρόσθεσε (1807) κι έναν τρίτο τόμο με την ιστορία της Ρωμανίας.
11. Στα 1824, εκδίδεται στη Βενετία η Κωνσταντινιάς, παλαιά τε και νεωτέρα˙ ήτοι περιγραφή Κωνσταντινουπόλεως συνταχθείσα «παρά ανδρός φιλολόγου και φιλαρχαιολόγου». Στον πρόλογό της ο συγγραφέας γράφει «λείψανα και ερείπια ταύτης της θαυμασίας πόλεως, εις την οποίαν ίσταντο ποτέ τα σκήπτρα της Ανατολικής ημών Αυτοκρατορίας (…) Αυτά λοιπόν τα σεβαστά λείψανα, τα οποία η φιλότιμος χειρ των ημετέρων Αυτοκρατόρων ανήγειρε μεγαλοπρεπώς κατά διάφορας εποχάς».

[1] Κιτρομηλίδη Πασχάλη Μ., Νεοελληνικός Διαφωτισμός, σ. 105-6.
[2] Ό.π., σ. 108.
[3] Ταμπάκη Άννας, Περί νεοελληνικού Διαφωτισμού, σ. 52.
[4] Μελέτη της κοινής ελληνικής διαλέκτου, σ. 129 και 130.
[5] Ταμπάκη Άννας, Περί νεοελληνικού Διαφωτισμού, σ. 53.
[6] Ό.π., σ. 55.
12. Ο Κοραής γράφει ότι οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες ήταν «ομόθρησκοι και ομόγλωσσοι των Γραικών»[1]· και ποιοι άλλοι ήταν ταυτόχρονα ομόθρησκοι και ομόγλωσσοι των Ελλήνων; Μάλιστα γράφει «Εις τοιαύτας εθνικάς αμφισβητήσεις το μόνον ακριβές κριτήριον είναι η γλώσσα, μάλιστα όταν ήναι ενωμένη με την θρησκείαν»[2] και «Η γλώσσα πλέον παρά την θρησκείαν χαρακτηρίζει και ενώνει και φιλιώνει και αδελφοποιεί τα έθνη. Παράδειγμα οι ομόθρησκοι Ρ., τους οποίους δεν κρίνομεν ομογενείς»[3]. Γράφει ότι «Αν εφάνη τι το ηρωϊκόν εις την θλιβεράν εκείνην της αλώσεως ημέραν, ασυγκρίτως ηρωϊκώτερος εδείχθη ο τελευταίος δυστυχέστατος των Γραικορωμαίων Αυτοκράτωρ, όστις μη δυνάμενος να βοηθήση αποθνήσκουσαν ελευθερίαν, επροτίμησε να συνενταφιασθή μ’ αυτήν, παρά να ίδη την πατρίδα του καταπατούμενην από Τούρκους»[4], επιδοκιμαστικά θεωρεί ότι η Εκκλησία εύχεται υπέρ των Γραικορωμαίων («..τίνες είναι οι βάρβαροι ούτοι, τους οποίους καταράται η Εκκλησία, πλην οι Τούρκοι; Τίνες είναι οι βασιλείς, εις τους οποίους εύχεται νίκας κατά βαρβάρων, πλην οι Γραικορωμαίοι της Κωνσταντινουπόλεως αυτοκράτορες, πριν της καταστροφής των;…»)[5]. Γράφει «…οι Τούρκοι, τούτο μόνον διαφέροντες από τους Γραικορωμαίους θείους δεσπότας, ότι ήσαν αλλόφυλοι και αλλόγλωσσοι»[6]· όμως οι «Γραικορωμαίοι» ήταν για αυτόν ομόγλωσσοι των Ελλήνων και στο παραπάνω απόσπασμα δεν ξεκαθαρίζεται αν εννοεί ότι οι Τούρκοι ήταν «…αλλόφυλοι και αλλόγλωσσοί των [=των Γραικορωμαίων, κι όχι των Ελλήνων]» ή –σε αντίθεση με τους Γραικορωμαίους– «…αλλόφυλοι και αλλόγλωσσοι [των Ελλήνων]» (πάντως η φράση σταματά στο «αλλόγλωσσοι», δεν υπάρχει «των» στη συνέχεια, άρα πιθανότατα ισχύει η δεύτερη εκδοχή, οπότε εδώ θεωρεί τους Γραικορρωμαίους ομόφυλους και ομόγλωσσους των Ελλήνων). Γράφει «οι Αυτοκράτορες ημών δεν έκβαιναν από το Παλάτιον…»[7]. Η βυζαντινή «βασιλεία» είναι «του γένους» στο οποίο ανήκει και ο Κοραής και το γένος θα μπορούσε να την κρατήσει («Η αναλαμπή αύτη ήτον τόσον σφοδρά, ώστε αν εγίνετο μίαν εκατονταετηρίδα αρχήτερα, ή αν οι Τούρκοι  ήρχοντο μίαν εκατονταετηρία βραδύτερον, το γένος ήθελε και την βασιλείαν φυλάξει, και ακολουθήσει την αυτήν οδόν εις το βέλτιον των λοιπών εθνών Ευρώπης»[8])· συνεπώς οι Γραικοί/Έλληνες δεν ήταν υπόδουλοι στους Βυζαντινούς, αλλά το βυζαντινό κράτος ήταν των Γραικών/Ελλήνων. Στη βυζαντινή εποχή αναφέρεται στους «τότε Γραικούς». Επανειλλημένα στις επιστολές του[9] αναφέρεται στην «δική μας» ρωμαϊκή γλώσσα·  σε Ρωμαίους της εποχής του, οι οποίοι είναι οι νεώτεροι Έλληνες[10]. Και βέβαια θεωρεί τους Ρωμαίους της εποχής του Γραικούς και ανέκαθεν Έλληνες[11]. Επαινεί τον Φώτιο, τον Ευστάθιο, τον Πρόδρομο, τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο και τον πατέρα του Λέοντα Σοφό[12], τους βυζαντινούς ιατρούς Αέτιο και Αλέξανδρο Τραλλιανό[13], όπως φυσικά τους βυζαντινούς Πατέρες του 4ου αιώνα.

[1] Σάλπισμα πολεμιστήριον.
[2] επιστολή 1-5-1807.
[3] επιστολή 1-3-1826.
[4] πρόλογος στον Α’ τόμο των Ατάκτων (1828).
[5] Αδελφική Διδασκαλία.
[6] πρόλογος στον Ιερατικό Συνέκδημο (1831).
[7] επιστολή 10-2-1812.
[8] επιστ. 30-11-1806.
[9] Στις 15-1-1788, 20-12-1789, 4-1-1810, 5-12-1811, 22-9-1812.
[10] επιστολές 9-9-1782, 11-8-1783, 1-7-1790, 8-9-1789.
[11] Τι πρέπει να κάμωσιν οι Γραικοί εις τας παρούσας περιστάσεις. Διάλογος δύο Γραικών (1805).
[12] Προλεγόμενα στον «Ιερατικό Συνέκδημο» (1831).
[13] Προλεγόμενα στην έκδοση Ξενοκράτους και Γαληνού «περί της από των ενύδρων αποχής» (1814).
13. To 1802, ο Δανιήλ στη Μοσχόπολη γράφει: «Αλβανοί, Βλάχοι, Βούλγαροι αλλόγλωσσοι χαρήτε / κι’ ετοιμασθήτε όλοι σας Ρωμαίοι να γενήτε…. να τιμήσετε…και τας πατρίδας / τας Αλβανοβουλγαρικάς κάμνοντας Ελληνίδας» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 321). 

Ε’) ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΜΕ ΑΥΤΗΝ.
(Από το Φώτη Δημητρακόπουλου, Βυζάντιο και Νεοελληνική διανόηση στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνος, σ. 144, 145, 146)
1. Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, ή Οργανισμός του Αρείου Πάγου, Γερουσίας της Ανατ. Ελλάδος της 4/11/1821: «Οἱ κοινωνικοὶ νόμοι τῶν ἀειμνήστων χριστιανῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ἑλλάδας μόνοι ἰσχύουσι κατὰ τὸ παρὸν εἰς τὴν Ἀνατολικὴν Χέρσον Ἑλλάδαν».
2. Προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος, 1/1/1822, όπου μεταξύ άλλων λέγεται: «Ἄχρι της κοινοποιήσεως τῶν εἰρημένων κωδήκων, αἱ πολιτικαὶ καὶ ἐγκληματικαὶ διαδικαςίαι βάσιν ἔχουσι τοὺς Νόμους τῶν ἀειμνήστων Χριστιανῶν ἡμῶν αὐτοκρατόρων».
3. Νόμος της Επιδαύρου, ήτοι Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος, κατά την εν Άστρει Β’ Εθνικήν Συνέλευσιν, 1823: «Ἄχρι δὲ τῆς κοινοποιήσεως τῶν εἰρημένων Κωδήκων, κατὰ μὲν τὰ Ἐγκληματικὰ καὶ Πολιτικὰ ἰσχύουσιν οἱ Νόμοι τῶν ἡμετέρων ἀειμνήστων Χριστιανῶν αὐτοκρατόρων τῆς Κωνσταντινουπόλεως».
4. Αρ. ΙΑ’ των Πρακτικών της Εθνικής Συνελεύσεως, εν Άστρει, 1 Απριλίου 1823: «[Διορίζεται επιτροπή για] νὰ ἐκθέσῃ τὰ κυριώτερα τῶν ἐγκληματικῶν ἐκ τοῦ προχείρου, ἐρανιζομένη ἀπὸ τοὺς νόμους τῶν ἡμετέρων ἀειμνήστων Βυζαντινῶν Αυτοκρατόρων».
5. Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος, 1827, όπου γράφεται: «Ἕως ὅτου δημοσιευθῶσι Κώδικες [..] οἱ Βυζαντινοὶ Νόμοι [...] καὶ οἱ παρὰ τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας δημοσιευομένοι νόμοι ἔχουν ἰσχύν».
6. Την τακτική αυτή συνέχισαν όχι μόνο ο Καποδίστριας αλλά και το Ελληνικό Βασίλειο ώς το 1946, θεσπίζοντας την Εξάβιβλο του βυζαντινού νομικού Αρμενόπουλου ως νόμο του ελληνικού κράτους.
ΣΤ’) ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΞΕΝΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΧΕΣΗ ΡΩΜΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΥΛΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.
1) Στις αρχές του 18ου αι. γράφει για τους Έλληνες κατοίκους της Κων/πολης ένας ξένος: «Η όψη των υπολειμμάτων του αρχαίου τους μεγαλείου [= των βυζαντινών κτισμάτων της Πόλης], αν και θλιβερή και ταπεινωτική, τους γεμίζει το κεφάλι με δεν ξέρω ποιες υπεροπτικές ιδέες, που τους κάνουν απείθαρχους και ματαιόδοξους». (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 115)
2) Ο καθολικός επίσκοπος Βερνάρδος Βοκκίνης (τέλη 18ου αι.) γράφει προς τους Βενετούς «…το έθνος των Ελλήνων αποβλέπον εις την ανάκτησιν της απολεσθείσης αυτοκρατορίας του…» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 156)
3) Στα τέλη του 18ου αι. ο υποπρόξενος της Γαλλίας στη Χίο Louis Jouvin γράφει για τους Έλληνες υπηρετούσαν τους Ρώσσους διότι «ίσως τρέφονταν με την χιμαιρική ιδέα ν’ αποκατασταθούν στην παλιά αυτοκρατορία τους. Αυτοί άλλωστε ήταν οι ενδόμυχοι πόθοι τους» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 413).
4) Στα 1800 ο Γάλλος Stephanopoli παραθέτει ένα άσμα ανώνυμου Πελοποννήσιου λαϊκού μουσικού τα ταξίδια του στο Μοριά μεταξύ 1797-8 (Voyage 2, σ. 75-78): «”Τ’ ήταν η Γραίκια μια φορά / κι’ άκουσε τ’ είναι τώρα, / Που ο τύραννος μού ερήμαξε / Το γένος των Ρωμαίων. / Πού είναι η Αθήνα μου, / Πού είναι κείνη η Αθήνα / Πού ο κόσμος εθαμάκτηκε / και σέβεται ακόμη; / Εκεί επρωτοφάνηκε / η ελευθερία εις τον κόσμον. / ……… / Πόλη μου, πού είν’ τα κάλλη σου, / Πόλη δυστυχισμένη, / Πόλη μου φως που εφώτιζες / Ανατολή και Δύση; / Και τώρα είσαι η κατοικιά / βαρβαρωτάτου γένους, / και βλέπεις την αγιάν Σοφιά / στου Αγαρηνού τα χέρια, / να κάθεται κι’ ο Μωάμεθ / εις των Γραικών τον θρόνον / να θρέφη τα Ρωμαιόπουλα / με της σκλαβιάς το γάλα“» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 664-5).
5) Στην Νάξο, στο χωριό Φιλώτι στα 1714 οι χωρικοί ζητούν να προστατεύσουν την εκκλησία τους από τον λατίνο φεουδάρχη Χρύσανθο Μπαρότση γράφοντας: “…την γονικήν μας εκκλησίαν κυρίαν Θεοτόκον, η οποία ανηγέρθη και ανεκαινίσθη από τον καιρόν του αειμνήστου Κομνηνού του βασιλέως…” (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 125).
6) Στην Άρτα τον 17ο αι. οι κάτοικοι γνωρίζουν ότι η εκκλησία της Ευαγγελίστριας κτίστηκε από τον Μιχαήλ Δούκα Κομνηνό (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 159).
7) Σε δήλωσή του προς την τσαρίνα στα 1792 ο Λάμπρος Κατσώνης «ενώ χρησιμοποιεί συνήθως τη λέξη “Ρωμαίοι”, μεταχειρίζεται μολαταύτα δυο φορές την έκφραση “ελληνικό γένος”» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 579)
8) Στα 1808 ο Θύμιος Βλαχάβας ορίζει ημερομηνία έναρξης της εξέγερσης κατά των Τούρκων την 29η Μαΐου (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 723).
9) “Οι Έλληνες ήταν πάρα πολύ μεγάλοι άνθρωποι, το κεφάλι τους έφτανε ως τα σύννεφα. Ήταν ψηλότεροι και χοντρότεροι από το βούνι της Σιούτιστας. Όταν έχτιζαν τα κάστρα που φαίνονται ακόμα στην Κρετσούνιστα και ο άλλος από τη Βελτσίστα και εδανείζονταν τα σύνεργά τους. Τότες που ζούσαν οι Έλληνες δεν χρειάζονταν γιοφύρια, γιατί αυτοί πηδούσαν τον Καλαμά σαν που πηδούμε εμείς σήμερα τες αυλακιές στο χωράφι. Φώναζαν από δω κι απηλογιόνταν από την Άρτα. Με εκατό δρασκέλες πάγαιναν από δω ως τα Γιάννενα. Όταν πολεμούσαν αναμεταξύ τους, έριχναν ο ένας στον άλλο ραϊδιά, γιατί δεν είχαν ντουφέκια τότες. Τέτοιοι θα ήμασταν και εμείς, αλλά ανάθεμα στη Μονοβύζα, που μας κατάντησε σαν που είμαστε σήμερα” (Κακριδής)
Εδώ φαίνεται η συνέχεια μεταξύ των μυθικών Ελλήνων και των Ελλήνων του 19ου-20ού αιώνα.
10) Στο Μπεράτι καταγράφηκε  ενθύμηση του περάσματος του Κοσμά του Αιτωλού στα 1779: «αφού εγύρισεν εις όλα τα μέρη εις Γραικίαν και Αρβανιτίαν» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 434-5).
11) Στα 1511 οι Χιώτες σε αναφορά τους ονομάζουν την Νέα Μονή «το αγαπητόν και ευλαβέστατον κατοικητήριον πάσης Ελλάδος» (Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Δ’, σ. 306).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου