Δημήτριος Καρατζίδης
Ο Μωάμεθ (Muhammad) είχε την έμπνευση να δημιουργήσει έναν ενιαίο αραβικό λαό, χρησιμοποιώντας ως ενοποιητικό στοιχείο, τη θρησκεία. Ξεκίνησε λοιπόν το 613 το κήρυγμά του για τη δημιουργία μιας νέας θρησκείας, χωρίς αρχικά να ασχοληθεί με την απόκτηση πολιτικής εξουσίας. Μετά όμως το 622, όταν εκδιώχθηκε με τους οπαδούς του από τη Μέκκα (Makkah) και μετέβη στη Μεδίνα (Madinah), άρχισε σταδιακά να οργανώνεται σε ένα στρατιωτικό και θρησκευτικό κίνημα, δηλαδή να αποκτά πολιτική εξουσία. Τότε είναι και η αρχή της ισλαμικής εποχής.
Οι κυριότεροι λόγοι για τη γρήγορη εξάπλωση του Ισλάμ είναι:
α.Η προσωπικότητά του Μωάμεθ, ο οποίος ήταν ένας μεγάλος πολιτικός και θρησκευτικός ηγέτης.
β.Το Ισλάμ ήταν από την αρχή μια οικουμενική ιεραποστολική θρησκεία χωρίς εθνικούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς, με προορισμό τον προσηλυτισμό ολόκληρης της ανθρωπότητας με το σύνθημα «Δεν υπάρχει Θεός άλλος από τον Αλλάχ».
Μέχρι το 750, οι αραβικές κατακτήσεις είχαν ενοποιήσει όλη τη περιοχή από τη Ισπανία μέχρι την Ινδία, δημιουργώντας μια αυτοκρατορία και έναν ισλαμικό πολιτισμό, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα της αρχαίας Εγγύς Ανατολής. Οι περιοχές που κατακτήθηκαν ήσαν από τις πλέον πολιτισμένες και οι μουσουλμάνοι υιοθέτησαν πολύ γρήγορα μεγάλο μέρος αυτού του πολιτισμού. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί μια εκλεκτική και μεικτή κουλτούρα και ένα ιδιαίτερο σύστημα διακυβέρνησης, που εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Αυτή η μουσουλμανική σύνθεση διατηρήθηκε στην πράξη με επιτυχία για πάνω από χίλια χρόνια. Χαρακτηριστικό της Μουσουλμανικής Αυτοκρατορίας αποτέλεσε η ανεκτικότητα προς τους αλλόθρησκους, πράγμα που ερχόταν σε αντίθεση με την εμμονή των χριστιανών για ομοιομορφία.
Μέχρι τον 11ο αιώνα ο μουσουλμανικός κόσμος απολάμβανε οικονομική ευμάρεια. Από το 1300 έως το 1700 το Ισλάμ επεκτάθηκε από την Ουγγαρία έως την Ινδονησία. Τέσσερα ήταν τα κράτη του μουσουλμανικού κόσμου: Η Αίγυπτος των Μαμελούκων, η Οθωμανική Τουρκία, η Περσία των Σαφαβιδών και η Ινδία των Μογγόλων. Μετά το 1700 και τα επόμενα 300 χρόνια το Ισλάμ παράκμασε. Οι Μαμελούκοι εξοντώθηκαν από τους Ευρωπαίους το 1798, οι Σαφαβίδες έσβησαν το 1723, οι Μογγόλοι την ίδια εποχή και οι Οθωμανοί το 1918. Από το τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα οι τεχνολογικά υπερέχοντες Ευρωπαίοι άρχισαν να διεισδύουν στα εδάφη του Ισλάμ, χωρίς η ισλαμική πολιτική τάξη και το θρησκευτικό κατεστημένο να είναι σε θέση να σταματήσουν αυτή την «άπιστη απειλή». Από τότε μέχρι και σήμερα η προσαρμογή στη σύγχρονη «άπιστη» πραγματικότητα έγινε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για τις μουσουλμανικές κοινότητες και τους ηγέτες τους.
Το Ισλάμ είναι σήμερα η δεύτερη σε μέγεθος, μετά το Χριστιανισμό, παγκόσμια μονοθεϊστική θρησκεία και αποτελεί τη θρησκευτική πλειονότητα σε 32 χώρες. Μουσουλμάνοι ζουν σε όλες τις ηπείρους, με το 1/3 του Ισλάμ να ζει εκτός των παραδοσιακών ισλαμικών χωρών και σημαντικό ποσοστό στη Δύση. Η Ούμμα, που αριθμεί σήμερα περισσότερους από 1,5 δις. μουσουλμάνους, θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένα ευρύτερο σύστημα του πολιτισμού, των αξιών και της πίστης του Ισλάμ, το οποίο περιλαμβάνει πολλά επιμέρους υποσυστήματα, που διαφοροποιούνται μεταξύ τους ποικιλοτρόπως, σύμφωνα με γεωγραφικούς, ιστορικούς, εθνικούς, γλωσσικούς, θεολογικούς ή ιδεολογικούς παράγοντες και ιδιομορφίες. Πρόκειται για τα ισλάμ (με γιώτα πεζό), δηλαδή τα γεωπολιτισμικά σύνολα που συνθέτουν και ενυπάρχουν στο Ισλάμ (με γιώτα κεφαλαίο) και τα οποία φέρουν και ιδεολογικό περιεχόμενο. Το Ισλάμ προσφέρει έναν κεντρικό δογματικό πυρήνα για τις μουσουλμανικές κοινωνίες, αλλά δεν αποτελεί παρά έναν καμβά πάνω στον οποίο αποτυπώνονται οι ιδιομορφίες των εθνικοπολιτιστικών ομάδων και πλήθος οικονομικοκοινωνικών, πολιτιστικών και πολιτικών χαρακτηριστικών κάθε μουσουλμανικού εθνικού κοινωνικού σχηματισμού, δηλαδή κάθε ισλάμ, το οποίο με τη σειρά του αποτελεί την ιδεολογική έκφραση μιας ιδιαίτερης κοινωνίας, στα πλαίσια της οποίας εντοπίζονται τα επιμέρους ισλάμ των αστικών ή κοινοτικών της συγκεντρώσεων. Κοντολογίς στις αναφορές μας θα πρέπει να χρησιμοποιούμε το Ισλάμ με θρησκευτικό-γεωγραφική βάση, ενώ τα ισλάμ με ιδεολογικο-πολιτικό και πολιτιστικό περιεχόμενο, γιατί το Ισλάμ είναι θρησκεία, ενώ τα ισλάμ είναι η μείξη του Ισλάμ με τους κατά τόπους πολιτισμούς.
Δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση μεταξύ της θρησκείας του Ισλάμ και των διάφορων ιδεολογιών που το διεκδικούν. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάζη Ιωάννη, «το Ισλάμ είναι ενιαίο, διιστορικό, διαχρονικό, διακοινωνικό, ομοιογενές και διαπολιτισμικό», ενώ οι ιδεολογίες αποτελούν συνάρτηση των πολιτικών, πολιτιστικών και ανθρωπολογικών συνθηκών των διαφόρων κοινωνιών. Οι ιδεολογίες αφορούν τα ισλάμ, ενώ ο μουσουλμάνος είναι ο πιστός του Ισλάμ.
Το Ισλάμ δεν αποτελεί απλά μια θρησκεία όπως ο Χριστιανισμός, αλλά έναν ολοκληρωμένο τρόπο ζωής, όπου το θρησκευτικό και το πολιτικό δεν διαχωρίζονται μεταξύ τους. Ζυμώνεται με τον εντόπιο λόγο της κάθε μουσουλμανικής κοινωνίας και, χωρίς να χάνει τη δυνατότητα παγκόσμιας αναφοράς, ντύνεται κάθε φορά με το ένδυμα του τοπικού πολιτισμού. Δηλαδή ο ισλαμικός λόγος πρέπει να ερμηνεύεται πάντοτε με βάση την εντοπιότητα και τις ιστορικές συνθήκες που επικρατούν. Μια τέτοια προσέγγιση διαφυλάσσει, τόσο την παγκοσμιότητα του Ισλάμ και τη σχετική αυτονομία του, όσο και το δικαίωμα ύπαρξης εντόπιων ισλαμικών λόγων.
Μετά την πτώση των δογμάτων και των ιδεολογιών στη Δύση, τη φθορά του σοσιαλιστικού μοντέλου και την πρόσφατη απομυθοποίηση του καπιταλιστικού συστήματος στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, οι μουσουλμάνοι στρέφονται μαζικά προς το Ισλάμ ως πηγή ταυτότητας με το σύνθημα «το Ισλάμ είναι λύση». Παρατηρούμε ότι για το Ισλάμ ανοίγεται ένας νέος «Ζωτικός Χώρος». Ένας χώρος που μπορεί να τον καλύψει μια νέα ιδεολογική και πολιτική δύναμη με τεράστια δημογραφική, αλλά και οικονομική δυναμική, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, για να παρουσιαστεί ως η «ορθή λύση» σε σχέση με τα παρωχημένα πολιτικο-κοινωνικά μοντέλα. Οι μουσουλμανικές κοινωνίες (τα ισλάμ), είναι προφανές ότι δεν μπορούν να προσαρμοσθούν στη «Νέα Τάξη Πραγμάτων». Για αυτές ως μόνη λύση απομένει η στροφή τους προς το σύγχρονο ισλαμιστικό πολιτικό ιδεολόγημα, που είναι μια πολιτική ιδεολογία εμπνευσμένη από τις παραδοσιακές αξίες, που δίνει απάντηση στις αναξιόπιστες δυτικές θεωρίες και τις διαμορφώνει ανάλογα με το πολιτιστικό πλέγμα του μουσουλμανικού κοινωνικού σχηματισμού, μέσα στο οποίο λειτουργεί.
Ο σύγχρονος μουσουλμανικός κόσμος είναι διαιρεμένος. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάζη Ιωάννη, το ρήγμα στην πολιτική ενότητα του μουσουλμανικού κόσμου είναι το αποτέλεσμα των παρακάτω παραγόντων:
α.Του σχίσματος μεταξύ σουνιτών και σιιτών.
β.Του χάσματος μεταξύ περσικού και αραβικού πολιτισμού.
γ.Της επέμβασης των τουρκικών φύλων της Ασίας και της αρπαγής της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας των πιστών από αυτά.
δ.Της τεράστιας εξάπλωσης του Ισλάμ σε χώρες με πολιτισμούς τελείως διάφορους από τη Μέση Ανατολή, όπως για παράδειγμα οι Ινδίες και οι χώρες της Αφρικής.
Κανείς όμως δεν μπορεί να αποκλείσει μια ενοποίηση του μουσουλμανικού κόσμου στο μέλλον. Δηλαδή να ενοποιηθούν τα ισλάμ και να δημιουργήσουν ένα ενιαίο ισλάμ (με γιώτα πεζό). Ήτοι να έχουμε μια θρησκευτική και ιδεολογική ταύτιση ενός ενιαίου ισλάμ με το Ισλάμ, η οποία σύμφωνα με τη θεωρία σύγκρουσης των πολιτισμών του Χάντιγκτον (Clash of civilization, Huntington) ενδέχεται να οδηγήσει σε συγκρούσεις με τη Δύση. Αυτό η υπόθεση αποτελεί ένα πρόβλημα το οποίο απασχολεί σήμερα τους δυτικούς και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ και το στρατηγικό της εταίρο στην καρδιά του μουσουλμανικού κόσμου, το Ισραήλ.
Για να αναλύσουμε την παραπάνω υπόθεση θα πρέπει να κάνουμε μια σύντομη αναφορά στο πολιτικό Ισλάμ, το οποίο εμφανίστηκε τον 18ο αιώνα με τους φονταμενταλιστές που επιχειρούσαν να «απελευθερώσουν» τους μουσουλμάνους από μια «επίπεδη» παραδοσιακή λατρεία της θρησκείας. Οι φονταμενταλιστές όμως του 20ου αιώνα συνέδεσαν τη θρησκεία με κοσμικά προβλήματα των κοινωνιών από τις οποίες προέρχονται, προτείνοντας την επίλυσή τους με την εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους που θα βασίζεται στην εφαρμογή των αρχών του Ισλαμικού νόμου. Οι ισλαμιστές με την εργαλειοποίηση της θρησκείας δεν δίνουν μόνο τη δική τους ερμηνεία στο Ισλάμ, αλλά το αναπλάθουν σε μια μάχιμη ιδεολογία για την κατάκτηση της εξουσίας. Και εδώ βρίσκεται η ουσία του φαινομένου του πολιτικού ισλαμισμού από το 1945, όπου η φιλοσοφική λειτουργία του Ισλάμ υποχωρεί, αλλοιώνεται και δίνει τη θέση της σε μια μάχιμη ιδεολογία. Αυτή η ιδεολογικοποίηση του Ισλάμ συμβάλλει αρχικά στην αφύπνιση για την εθνική απελευθέρωση από την αποικιοκρατία, αλλά στη συνέχεια μετατρέπεται στο σύγχρονο πολιτικό Ισλάμ.
Ο πολιτικός ισλαμισμός εκφράζεται σήμερα από δύο βασικά ρεύματα, τα οποία σκοπεύουν στην κατάληψη της εξουσίας και είναι:
α.Το ήπιο Ισλάμ, το οποίο υποστηρίζεται από τη Δύση και ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ, και
β.Το ριζοσπαστικό Ισλάμ, το οποίο αναπτύχθηκε έντονα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τόσο σε πληθυσμούς σουνιτών όσο και σιϊτών και συνιστά ένα κίνημα επαναστατικό που στοχεύει στην ανατροπή των υπαρχόντων καθεστώτων και στην εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους μέσω επαναστατικής πολιτικής πράξης. Οι ηγέτες του δεν είναι απαραίτητα κληρικοί, αλλά και κοσμικοί διανοούμενοι που στοχεύουν στην κατάληψη της εξουσίας, απευθυνόμενοι στα φτωχά στρώματα της κοινωνίας και υποσχόμενοι σ’ αυτά ανάπτυξη και ευημερία.
Προς αποφυγή μιας πιθανής ενοποίησης του μουσουλμανικού κόσμου, η οποία είναι δυνατόν να γίνει με τη σημαία του ριζοσπαστικού Ισλάμ, οι ΗΠΑ έχουν θέσει ως στόχο της Υψηλής Στρατηγικής τους τον κατευνασμό του ριζοσπαστικού Ισλάμ και την ανάδειξη του ήπιου Ισλάμ (Light Islam), που συμφιλιώνει το Ισλάμ με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία και τη χειραφέτηση της γυναίκας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάριο Ευρυβιάδη, για να το πετύχουν αυτό χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους που χρησιμοποίησαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για την καταπολέμηση της κομουνιστικής ιδεολογίας. Δηλαδή τότε χρησιμοποίησαν τον ευρωκομουνισμό (ήπιο κομουνισμό) για να διαβρώσουν τον κομουνισμό ενώ σήμερα χρησιμοποιούν το ήπιο Ισλάμ, για την ανάσχεση και τη διάβρωση του ριζοσπαστικού Ισλάμ. Ήδη κατευνάζουν το Ισλάμ στη Ευρώπη, στα Βαλκάνια, στην Τουρκία και στην Κύπρο, σε βάρος ακόμα και χριστιανικών πληθυσμών, «πουλώντας εξυπηρέτηση» στους Σαουδάραβες μεγιστάνες.
Η εκλογή του Μπαράκ Χουσεΐν Ομπάμα, ως προέδρου των ΗΠΑ, υποβοηθά την τάση ανάδειξης του ήπιου Ισλάμ. Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο al-Arabiya, αμέσως μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ, δήλωσε ότι θα τηρήσει τη δέσμευσή του να τείνει «χείρα φιλίας στον μουσουλμανικό κόσμο», το οποίο και πράττει μέχρι σήμερα. Επίσης τόνισε ότι οι ΗΠΑ είναι «έτοιμες να ξεκινήσουν μια νέα εταιρική σχέση, βασισμένη στον αμοιβαίο σεβασμό και τα αμοιβαία συμφέροντα με το μουσουλμανικό κόσμο».
Ακόμη και με το Ιράν οι κινήσεις των ΗΠΑ είναι προσεκτικές και προσπαθούν μέσω διαπραγματεύσεων να επιλύσουν το πρόβλημα των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν. Πιθανή επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ – Ιράν, ως αποτέλεσμα στρατιωτικής επέμβασης τύπου «προληπτικού κτυπήματος», προβλέπεται να επηρεάσει δυσμενώς τη στάση όλης της μουσουλμανικής παγκόσμιας κοινότητας (του Ισλάμ) προς τη δύση, αυξάνοντας τη δράση των ισλαμιστικών κινημάτων και της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, με αποτέλεσμα να μειωθεί η πιθανότητα επικράτησης του ήπιας ερμηνείας του Ισλάμ (ήπιο Ισλάμ).
Όσον αφορά την Τουρκία, οι ΗΠΑ στηρίζουν τον εξόριστο ισλαμιστή ηγέτη και «πνευματικό» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του Φετχουλάχ Γκιουλέν, ώστε σε πιθανή μετάλλαξη ή ανατροπή του κεμαλικού κοσμικού κράτους να αναδειχθεί το ήπιο και όχι το ριζοσπαστικό Ισλάμ. Εξάλλου σύμφωνα με τον Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος είναι η πηγή της σύγχρονης νέο-οθωμανικής τουρκικής γεωστρατηγικής σκέψης, το πολιτικό Ισλάμ θεολογικό-πολιτικώς δεν αποδέχεται, ούτε και αυτό την έννοια του κράτους-έθνους, αλλά την έννοια της Ούμμα (Umma), της Διεθνούς Κοινότητας των Πιστών, δηλαδή με λίγα λόγια το Χαλιφάτο, στο πλαίσιο του οποίου δεν υπάρχει θέση για εθνοκρατικά μορφώματα, που θεωρούνται «Κράτη-Θραύσματα» της Ούμμα και «είναι αποτέλεσμα της προδοσίας του Ισλάμ από τους βέβηλους Πρίγκιπές του». Τον Νταβούτογλου τον κεντρίζει η εξέχουσα θέση του Ισλαμικού κόσμου ή του Ισλαμικού πολιτισμού στην Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι ο Ισλαμικός κόσμος βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο των Διεθνών Σχέσεων. Εξυψώνει την ενότητα της ισλαμικής καθολικής Ούμμα σε καθεστώς «ιδανικής γεωπολιτικής δομής» και αποδοκιμάζει την έννοια του «Κράτους-Έθνους» με εργαλείο την ισλαμική «νομιμότητα».
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω που αφορούν τη Τουρκία, είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε καλύτερα τη διαδικασία επίλυσης του κουρδικού προβλήματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη και η οποία επηρεάζει άμεσα το γεωπολιτικό παιχνίδι στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Οι κυριότεροι λόγοι για τη γρήγορη εξάπλωση του Ισλάμ είναι:
α.Η προσωπικότητά του Μωάμεθ, ο οποίος ήταν ένας μεγάλος πολιτικός και θρησκευτικός ηγέτης.
β.Το Ισλάμ ήταν από την αρχή μια οικουμενική ιεραποστολική θρησκεία χωρίς εθνικούς ή γεωγραφικούς περιορισμούς, με προορισμό τον προσηλυτισμό ολόκληρης της ανθρωπότητας με το σύνθημα «Δεν υπάρχει Θεός άλλος από τον Αλλάχ».
Μέχρι το 750, οι αραβικές κατακτήσεις είχαν ενοποιήσει όλη τη περιοχή από τη Ισπανία μέχρι την Ινδία, δημιουργώντας μια αυτοκρατορία και έναν ισλαμικό πολιτισμό, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα της αρχαίας Εγγύς Ανατολής. Οι περιοχές που κατακτήθηκαν ήσαν από τις πλέον πολιτισμένες και οι μουσουλμάνοι υιοθέτησαν πολύ γρήγορα μεγάλο μέρος αυτού του πολιτισμού. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί μια εκλεκτική και μεικτή κουλτούρα και ένα ιδιαίτερο σύστημα διακυβέρνησης, που εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Αυτή η μουσουλμανική σύνθεση διατηρήθηκε στην πράξη με επιτυχία για πάνω από χίλια χρόνια. Χαρακτηριστικό της Μουσουλμανικής Αυτοκρατορίας αποτέλεσε η ανεκτικότητα προς τους αλλόθρησκους, πράγμα που ερχόταν σε αντίθεση με την εμμονή των χριστιανών για ομοιομορφία.
Μέχρι τον 11ο αιώνα ο μουσουλμανικός κόσμος απολάμβανε οικονομική ευμάρεια. Από το 1300 έως το 1700 το Ισλάμ επεκτάθηκε από την Ουγγαρία έως την Ινδονησία. Τέσσερα ήταν τα κράτη του μουσουλμανικού κόσμου: Η Αίγυπτος των Μαμελούκων, η Οθωμανική Τουρκία, η Περσία των Σαφαβιδών και η Ινδία των Μογγόλων. Μετά το 1700 και τα επόμενα 300 χρόνια το Ισλάμ παράκμασε. Οι Μαμελούκοι εξοντώθηκαν από τους Ευρωπαίους το 1798, οι Σαφαβίδες έσβησαν το 1723, οι Μογγόλοι την ίδια εποχή και οι Οθωμανοί το 1918. Από το τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα οι τεχνολογικά υπερέχοντες Ευρωπαίοι άρχισαν να διεισδύουν στα εδάφη του Ισλάμ, χωρίς η ισλαμική πολιτική τάξη και το θρησκευτικό κατεστημένο να είναι σε θέση να σταματήσουν αυτή την «άπιστη απειλή». Από τότε μέχρι και σήμερα η προσαρμογή στη σύγχρονη «άπιστη» πραγματικότητα έγινε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα για τις μουσουλμανικές κοινότητες και τους ηγέτες τους.
Το Ισλάμ είναι σήμερα η δεύτερη σε μέγεθος, μετά το Χριστιανισμό, παγκόσμια μονοθεϊστική θρησκεία και αποτελεί τη θρησκευτική πλειονότητα σε 32 χώρες. Μουσουλμάνοι ζουν σε όλες τις ηπείρους, με το 1/3 του Ισλάμ να ζει εκτός των παραδοσιακών ισλαμικών χωρών και σημαντικό ποσοστό στη Δύση. Η Ούμμα, που αριθμεί σήμερα περισσότερους από 1,5 δις. μουσουλμάνους, θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένα ευρύτερο σύστημα του πολιτισμού, των αξιών και της πίστης του Ισλάμ, το οποίο περιλαμβάνει πολλά επιμέρους υποσυστήματα, που διαφοροποιούνται μεταξύ τους ποικιλοτρόπως, σύμφωνα με γεωγραφικούς, ιστορικούς, εθνικούς, γλωσσικούς, θεολογικούς ή ιδεολογικούς παράγοντες και ιδιομορφίες. Πρόκειται για τα ισλάμ (με γιώτα πεζό), δηλαδή τα γεωπολιτισμικά σύνολα που συνθέτουν και ενυπάρχουν στο Ισλάμ (με γιώτα κεφαλαίο) και τα οποία φέρουν και ιδεολογικό περιεχόμενο. Το Ισλάμ προσφέρει έναν κεντρικό δογματικό πυρήνα για τις μουσουλμανικές κοινωνίες, αλλά δεν αποτελεί παρά έναν καμβά πάνω στον οποίο αποτυπώνονται οι ιδιομορφίες των εθνικοπολιτιστικών ομάδων και πλήθος οικονομικοκοινωνικών, πολιτιστικών και πολιτικών χαρακτηριστικών κάθε μουσουλμανικού εθνικού κοινωνικού σχηματισμού, δηλαδή κάθε ισλάμ, το οποίο με τη σειρά του αποτελεί την ιδεολογική έκφραση μιας ιδιαίτερης κοινωνίας, στα πλαίσια της οποίας εντοπίζονται τα επιμέρους ισλάμ των αστικών ή κοινοτικών της συγκεντρώσεων. Κοντολογίς στις αναφορές μας θα πρέπει να χρησιμοποιούμε το Ισλάμ με θρησκευτικό-γεωγραφική βάση, ενώ τα ισλάμ με ιδεολογικο-πολιτικό και πολιτιστικό περιεχόμενο, γιατί το Ισλάμ είναι θρησκεία, ενώ τα ισλάμ είναι η μείξη του Ισλάμ με τους κατά τόπους πολιτισμούς.
Δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση μεταξύ της θρησκείας του Ισλάμ και των διάφορων ιδεολογιών που το διεκδικούν. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάζη Ιωάννη, «το Ισλάμ είναι ενιαίο, διιστορικό, διαχρονικό, διακοινωνικό, ομοιογενές και διαπολιτισμικό», ενώ οι ιδεολογίες αποτελούν συνάρτηση των πολιτικών, πολιτιστικών και ανθρωπολογικών συνθηκών των διαφόρων κοινωνιών. Οι ιδεολογίες αφορούν τα ισλάμ, ενώ ο μουσουλμάνος είναι ο πιστός του Ισλάμ.
Το Ισλάμ δεν αποτελεί απλά μια θρησκεία όπως ο Χριστιανισμός, αλλά έναν ολοκληρωμένο τρόπο ζωής, όπου το θρησκευτικό και το πολιτικό δεν διαχωρίζονται μεταξύ τους. Ζυμώνεται με τον εντόπιο λόγο της κάθε μουσουλμανικής κοινωνίας και, χωρίς να χάνει τη δυνατότητα παγκόσμιας αναφοράς, ντύνεται κάθε φορά με το ένδυμα του τοπικού πολιτισμού. Δηλαδή ο ισλαμικός λόγος πρέπει να ερμηνεύεται πάντοτε με βάση την εντοπιότητα και τις ιστορικές συνθήκες που επικρατούν. Μια τέτοια προσέγγιση διαφυλάσσει, τόσο την παγκοσμιότητα του Ισλάμ και τη σχετική αυτονομία του, όσο και το δικαίωμα ύπαρξης εντόπιων ισλαμικών λόγων.
Μετά την πτώση των δογμάτων και των ιδεολογιών στη Δύση, τη φθορά του σοσιαλιστικού μοντέλου και την πρόσφατη απομυθοποίηση του καπιταλιστικού συστήματος στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, οι μουσουλμάνοι στρέφονται μαζικά προς το Ισλάμ ως πηγή ταυτότητας με το σύνθημα «το Ισλάμ είναι λύση». Παρατηρούμε ότι για το Ισλάμ ανοίγεται ένας νέος «Ζωτικός Χώρος». Ένας χώρος που μπορεί να τον καλύψει μια νέα ιδεολογική και πολιτική δύναμη με τεράστια δημογραφική, αλλά και οικονομική δυναμική, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, για να παρουσιαστεί ως η «ορθή λύση» σε σχέση με τα παρωχημένα πολιτικο-κοινωνικά μοντέλα. Οι μουσουλμανικές κοινωνίες (τα ισλάμ), είναι προφανές ότι δεν μπορούν να προσαρμοσθούν στη «Νέα Τάξη Πραγμάτων». Για αυτές ως μόνη λύση απομένει η στροφή τους προς το σύγχρονο ισλαμιστικό πολιτικό ιδεολόγημα, που είναι μια πολιτική ιδεολογία εμπνευσμένη από τις παραδοσιακές αξίες, που δίνει απάντηση στις αναξιόπιστες δυτικές θεωρίες και τις διαμορφώνει ανάλογα με το πολιτιστικό πλέγμα του μουσουλμανικού κοινωνικού σχηματισμού, μέσα στο οποίο λειτουργεί.
Ο σύγχρονος μουσουλμανικός κόσμος είναι διαιρεμένος. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάζη Ιωάννη, το ρήγμα στην πολιτική ενότητα του μουσουλμανικού κόσμου είναι το αποτέλεσμα των παρακάτω παραγόντων:
α.Του σχίσματος μεταξύ σουνιτών και σιιτών.
β.Του χάσματος μεταξύ περσικού και αραβικού πολιτισμού.
γ.Της επέμβασης των τουρκικών φύλων της Ασίας και της αρπαγής της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας των πιστών από αυτά.
δ.Της τεράστιας εξάπλωσης του Ισλάμ σε χώρες με πολιτισμούς τελείως διάφορους από τη Μέση Ανατολή, όπως για παράδειγμα οι Ινδίες και οι χώρες της Αφρικής.
Κανείς όμως δεν μπορεί να αποκλείσει μια ενοποίηση του μουσουλμανικού κόσμου στο μέλλον. Δηλαδή να ενοποιηθούν τα ισλάμ και να δημιουργήσουν ένα ενιαίο ισλάμ (με γιώτα πεζό). Ήτοι να έχουμε μια θρησκευτική και ιδεολογική ταύτιση ενός ενιαίου ισλάμ με το Ισλάμ, η οποία σύμφωνα με τη θεωρία σύγκρουσης των πολιτισμών του Χάντιγκτον (Clash of civilization, Huntington) ενδέχεται να οδηγήσει σε συγκρούσεις με τη Δύση. Αυτό η υπόθεση αποτελεί ένα πρόβλημα το οποίο απασχολεί σήμερα τους δυτικούς και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ και το στρατηγικό της εταίρο στην καρδιά του μουσουλμανικού κόσμου, το Ισραήλ.
Για να αναλύσουμε την παραπάνω υπόθεση θα πρέπει να κάνουμε μια σύντομη αναφορά στο πολιτικό Ισλάμ, το οποίο εμφανίστηκε τον 18ο αιώνα με τους φονταμενταλιστές που επιχειρούσαν να «απελευθερώσουν» τους μουσουλμάνους από μια «επίπεδη» παραδοσιακή λατρεία της θρησκείας. Οι φονταμενταλιστές όμως του 20ου αιώνα συνέδεσαν τη θρησκεία με κοσμικά προβλήματα των κοινωνιών από τις οποίες προέρχονται, προτείνοντας την επίλυσή τους με την εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους που θα βασίζεται στην εφαρμογή των αρχών του Ισλαμικού νόμου. Οι ισλαμιστές με την εργαλειοποίηση της θρησκείας δεν δίνουν μόνο τη δική τους ερμηνεία στο Ισλάμ, αλλά το αναπλάθουν σε μια μάχιμη ιδεολογία για την κατάκτηση της εξουσίας. Και εδώ βρίσκεται η ουσία του φαινομένου του πολιτικού ισλαμισμού από το 1945, όπου η φιλοσοφική λειτουργία του Ισλάμ υποχωρεί, αλλοιώνεται και δίνει τη θέση της σε μια μάχιμη ιδεολογία. Αυτή η ιδεολογικοποίηση του Ισλάμ συμβάλλει αρχικά στην αφύπνιση για την εθνική απελευθέρωση από την αποικιοκρατία, αλλά στη συνέχεια μετατρέπεται στο σύγχρονο πολιτικό Ισλάμ.
Ο πολιτικός ισλαμισμός εκφράζεται σήμερα από δύο βασικά ρεύματα, τα οποία σκοπεύουν στην κατάληψη της εξουσίας και είναι:
α.Το ήπιο Ισλάμ, το οποίο υποστηρίζεται από τη Δύση και ιδιαίτερα από τις ΗΠΑ, και
β.Το ριζοσπαστικό Ισλάμ, το οποίο αναπτύχθηκε έντονα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τόσο σε πληθυσμούς σουνιτών όσο και σιϊτών και συνιστά ένα κίνημα επαναστατικό που στοχεύει στην ανατροπή των υπαρχόντων καθεστώτων και στην εγκαθίδρυση ισλαμικού κράτους μέσω επαναστατικής πολιτικής πράξης. Οι ηγέτες του δεν είναι απαραίτητα κληρικοί, αλλά και κοσμικοί διανοούμενοι που στοχεύουν στην κατάληψη της εξουσίας, απευθυνόμενοι στα φτωχά στρώματα της κοινωνίας και υποσχόμενοι σ’ αυτά ανάπτυξη και ευημερία.
Προς αποφυγή μιας πιθανής ενοποίησης του μουσουλμανικού κόσμου, η οποία είναι δυνατόν να γίνει με τη σημαία του ριζοσπαστικού Ισλάμ, οι ΗΠΑ έχουν θέσει ως στόχο της Υψηλής Στρατηγικής τους τον κατευνασμό του ριζοσπαστικού Ισλάμ και την ανάδειξη του ήπιου Ισλάμ (Light Islam), που συμφιλιώνει το Ισλάμ με τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία και τη χειραφέτηση της γυναίκας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Μάριο Ευρυβιάδη, για να το πετύχουν αυτό χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους που χρησιμοποίησαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για την καταπολέμηση της κομουνιστικής ιδεολογίας. Δηλαδή τότε χρησιμοποίησαν τον ευρωκομουνισμό (ήπιο κομουνισμό) για να διαβρώσουν τον κομουνισμό ενώ σήμερα χρησιμοποιούν το ήπιο Ισλάμ, για την ανάσχεση και τη διάβρωση του ριζοσπαστικού Ισλάμ. Ήδη κατευνάζουν το Ισλάμ στη Ευρώπη, στα Βαλκάνια, στην Τουρκία και στην Κύπρο, σε βάρος ακόμα και χριστιανικών πληθυσμών, «πουλώντας εξυπηρέτηση» στους Σαουδάραβες μεγιστάνες.
Η εκλογή του Μπαράκ Χουσεΐν Ομπάμα, ως προέδρου των ΗΠΑ, υποβοηθά την τάση ανάδειξης του ήπιου Ισλάμ. Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο al-Arabiya, αμέσως μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ, δήλωσε ότι θα τηρήσει τη δέσμευσή του να τείνει «χείρα φιλίας στον μουσουλμανικό κόσμο», το οποίο και πράττει μέχρι σήμερα. Επίσης τόνισε ότι οι ΗΠΑ είναι «έτοιμες να ξεκινήσουν μια νέα εταιρική σχέση, βασισμένη στον αμοιβαίο σεβασμό και τα αμοιβαία συμφέροντα με το μουσουλμανικό κόσμο».
Ακόμη και με το Ιράν οι κινήσεις των ΗΠΑ είναι προσεκτικές και προσπαθούν μέσω διαπραγματεύσεων να επιλύσουν το πρόβλημα των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν. Πιθανή επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ – Ιράν, ως αποτέλεσμα στρατιωτικής επέμβασης τύπου «προληπτικού κτυπήματος», προβλέπεται να επηρεάσει δυσμενώς τη στάση όλης της μουσουλμανικής παγκόσμιας κοινότητας (του Ισλάμ) προς τη δύση, αυξάνοντας τη δράση των ισλαμιστικών κινημάτων και της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, με αποτέλεσμα να μειωθεί η πιθανότητα επικράτησης του ήπιας ερμηνείας του Ισλάμ (ήπιο Ισλάμ).
Όσον αφορά την Τουρκία, οι ΗΠΑ στηρίζουν τον εξόριστο ισλαμιστή ηγέτη και «πνευματικό» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του Φετχουλάχ Γκιουλέν, ώστε σε πιθανή μετάλλαξη ή ανατροπή του κεμαλικού κοσμικού κράτους να αναδειχθεί το ήπιο και όχι το ριζοσπαστικό Ισλάμ. Εξάλλου σύμφωνα με τον Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος είναι η πηγή της σύγχρονης νέο-οθωμανικής τουρκικής γεωστρατηγικής σκέψης, το πολιτικό Ισλάμ θεολογικό-πολιτικώς δεν αποδέχεται, ούτε και αυτό την έννοια του κράτους-έθνους, αλλά την έννοια της Ούμμα (Umma), της Διεθνούς Κοινότητας των Πιστών, δηλαδή με λίγα λόγια το Χαλιφάτο, στο πλαίσιο του οποίου δεν υπάρχει θέση για εθνοκρατικά μορφώματα, που θεωρούνται «Κράτη-Θραύσματα» της Ούμμα και «είναι αποτέλεσμα της προδοσίας του Ισλάμ από τους βέβηλους Πρίγκιπές του». Τον Νταβούτογλου τον κεντρίζει η εξέχουσα θέση του Ισλαμικού κόσμου ή του Ισλαμικού πολιτισμού στην Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων. Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι ο Ισλαμικός κόσμος βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο των Διεθνών Σχέσεων. Εξυψώνει την ενότητα της ισλαμικής καθολικής Ούμμα σε καθεστώς «ιδανικής γεωπολιτικής δομής» και αποδοκιμάζει την έννοια του «Κράτους-Έθνους» με εργαλείο την ισλαμική «νομιμότητα».
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω που αφορούν τη Τουρκία, είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε καλύτερα τη διαδικασία επίλυσης του κουρδικού προβλήματος, που βρίσκεται σε εξέλιξη και η οποία επηρεάζει άμεσα το γεωπολιτικό παιχνίδι στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου