Ετικέτες

Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ. Σέβας στον Άγιο του Ελληνισμού

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ. Σέβας στον Άγιο του Ελληνισμού.

Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Απριλίου 3, 2012

Από την Σοφία Τ.

(είναι σε μέρη, αλλά αξίζει στον Γέρο του Μοριά, μεγάλο κείμενο, σωστά;!)

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης(03/04/1770-04/02/1843) ήταν Έλληνας κλέφτης, καπετάνιος, στρατηγός με πρωταγωνιστικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821, πολιτικός, αρχηγός κόμματος, πληρεξούσιος, σύμβουλος της Επικράτειας. Έμεινε γνωστός και ως Γέρος του Μοριά. Μετρίου αναστήματος, με φαρδείς ώμους, κεφάλι μεγάλο, χοντρό λαιμό, μάτια βαθουλωτά και σπινθηροβόλα, καμπυλωτή μύτη με μουστάκι παχύ, μαλλιά πυκνά και μακριά, φωνή βροντώδη. Σχεδόν αγράμματος, παρ’ όλα αυτά γνώριζε αρκετά την Ιστορία του Γένους. Ήταν ο μόνος από τους αγωνιστές που φορούσε κόκκινη φουστανέλα και περικεφαλαία στο κεφάλι, με την χαραγμένη λέξη «ΕΙΘΕ»(«μακάρι να έρθει η λευτεριά»). Λόγω της συμμετοχής στους Έλληνες εθελοντές του βρετανικού στρατού. Ήταν αυτοδίδακτος, λιγόλογος, έξυπνος, γενναίος, φρόνιμος. Από την 1η στιγμή, συνέλαβε το ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ νόημα της Επανάστασης: πανεθνικό ξεσήκωμα ενός σκλαβωμένου πανάξιου και ιστορικού Έθνους. Γι’ αυτό, όταν απευθυνόταν στους πολεμιστές του τους προσφωνούσε ΕΛΛΗΝΕΣ. Επεδίωκε να συνειδητοποιήσουν οι πολεμιστές τους την πλούσια κληρονομιά τους και την υψηλή τους αποστολή. Προερχόταν από φημισμένη οικογένεια κλεφταρματολών. Το επώνυμο της οικογένειάς του αρχικά ήταν Τσεργίνης. Τον Μπότσικα διαδέχθηκε ο γιος του Γιάννης, παππούς του Κολοκοτρώνη, ο οποίος ονομάσθηκε από κάποιον Αρβανίτη, λόγω της ιδιόμορφης σωματικής του διάπλασης(άντρας γεροδεμένος με έντονους γλουτούς) «Μπιθεκούρας» που στα ελληνικά αποδίδεται ως «Κολοκοτρώνης». Το επώνυμο αυτό έμεινε ως επώνυμο του Γιάννη και πέρασε και στους υπόλοιπους Τσεργίνιδες.  Ο εγγονός του Τριανταφυλλάκου Τσεργίνη, γενάρχη των Κολοκοτρωναίων, Λάμπρος, άλλαξε το πατρικό επίθετο σε Μπότσικας, διότι ήταν μικρός στο ανάστημα και μαυριδερός. Γεννήθηκε στο Ραμαβούνι  Μεσσηνίας, καταγόταν από το Λιμποβίσι Καρύταινας και πέρασε τα παιδικά του χρόνια στην Αλωνίσταινα της Αρκαδίας, τόπος καταγωγής της μητέρας του, Ζαμπία Κωτσάκη(εκεί κατέφυγαν οι 2 τους μετά τον θάνατο του πατέρα, στα 10 του). Η οικογένεια είχε περιπετειώδη ζωή. Γιάννης και Χρήστος σκλαβώθηκαν και εξαγοράσθηκαν. Οι διαφυγόντες Κολοκοτρωναίοι κατέφυγαν στο χωριό Μηλιά Μάνης και παρέμειναν 3 χρόνια. Κατόπιν ο Αναγνώστης ρίζωσε στον Άκοβο της Φαλαισίας όπου έχτισε σπίτι και συμπεθέρεψε με τον ντόπιο Γεωργάκη Μεταξά, άνθρωπο του ντουφεκιού. Πήγαν στη Μηλιά τα αδέλφια της μάνας του(Κωτσακαίοι) και μετέφεραν προφυλαχτά την ορφανεμένη οικογένεια του Κωνσταντή στην Αλωνίσταινα όπου την φιλοξένησαν(1783-5). Το πληροφορήθηκαν οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς και αναγκάσθηκαν να φύγουν και να πάνε στον Άκοβο(1785). Η μάνα του Κολοκοτρώνη ξενοϋφαινε, πήγαινε και έκοβε ξύλα και ο μικρός Θόδωρος τα κουβαλούσε στην Τρίπολη και τα πουλούσε. Όταν ήταν 13 ετών, μια μέρα που είχε βρέξει πολύ, έμπαινε με το γαϊδουράκι του φορτωμένο ξύλα, στη Τρίπολη. Το ζώο γλίστρησε, παραπάτησε σε μια λακκούβα και πιτσίλισαν τα ρούχα μερικών Τούρκων. Ένας από αυτούς αγριεμένος του έδωσε 2 χαστούκια. Ο Κολοκοτρώνης τον κοίταξε και ορκίστηκε να το ανταποδώσει. Και το έκανε με το χέρι όλων των Ελλήνων στον Σουλτάνου και την Αυτοκρατορίας του. Από την ημέρα που έφαγε το χαστούκι δεν ξαναπήγε στην Τρίπολη. Μπήκε 1η φορά από τότε το ’21, στρατηγός των Ελλήνων, πορθητής και εκδικητής. Στο Λιμποβίσι, έφτασε(1536), κυνηγημένος από τους Τούρκους, ο Τριανταφυλλάκος. Ο πατέρας του Θεόδωρου, Κωνσταντής, συμμετείχε στην ένοπλη εξέγερση που υποκινήθηκε από την Αικατερίνη Β’ της Ρωσίας(1770) και σκοτώθηκε, μαζί με 2 αδελφούς και τον φημισμένο Παναγιώταρο στον πύργο της Καστάνιτσας από τους Τούρκους, μετά από προδοσία Τούρκου φίλου του. Ο Κολοκοτρώνης εισχώρησε στα σώματα των κλεφτών της Πελοποννήσου(πρωτοπαλίκαρο του Ζαχαριά). Στα 15 του έγινε καπετάνιος. Στα 17(1787) οι κάτοικοι του Ακόβου τον διόρισαν οπλαρχηγό της περιοχής. Έχοντας αποκτήσει πείρα και στη θάλασσα ως κουρσάρος, πήρε μέρος(1805) στις ναυτικές επιχειρήσεις του ρωσικού στόλου κατά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο(1806-12). Ενώ βρισκόταν στην Πελοπόννησο βγήκε διάταγμα δίωξής του(Ιανουάριος 1806). Αποτέλεσμα, μια 5χρονη (1797-1802) καταδίωξή του από τους Τούρκους σε χωριά και πόλεις της Πελοποννήσου. Βγήκε σουλτανικό φιρμάνι για την πάση θυσία εξόντωσή του(1802). Διέφυγε, παρά τις ενέδρες και τις προδοσίες των προεστών-μαχόμενος- με πλοιάριο, από το Γύθειο, Α του Λακωνικού κόλπου, πέρασε στα ρωσοκρατούμενα Κύθηρα, με ενδιάμεση στάση στην Ελαφόνησο(κακοκαιρία). Η γενιά των Κολοκοτρωναίων ξεκληρίστηκε(8 από τους 36 ξαδέρφους του Γέρου σώθηκαν). Υπηρέτησε(1810) στο ελληνικό στρατιωτικό σώμα του βρετανικού στρατού στην Ζάκυνθο(εκεί από το 1806) και τιμήθηκε για την δράση του κατά των Γάλλων με τον βαθμό του ταγματάρχη. Έμαθε πολλές σύγχρονες στρατιωτικές τεχνικές, τις οποίες εφάρμοσε κατόπιν. Ήταν επικηρυγμένος από τους Οθωμανούς και αφορισμένος από τον Πατριάρχη Κων/λεως. Στην Ζάκυνθο, έφτασε και η οικογένειά του και έμειναν 15 χρόνια εκεί. Εκεί γνώρισε αγωνιστές του 1821 και τον Καποδίστρια. Έστειλαν αυτοί όλοι επιστολή στον τσάρο Αλέξανδρο της Ρωσίας, για βοήθεια στην Ελλάδα. Οι Ρώσοι, τότε κυρίαρχοι των Επτανήσων, του πρότειναν να ενταχθεί στον ρωσικό στρατό και να πολεμήσει τους Γάλλους(Ναπολέων) στην Ιταλία. Ο Κολοκοτρώνης δεν το δέχθηκε. Μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία(1818), από τον φιλικό Πάγκαλο(καμιά σχέση με τον σύγχρονο) και άρχισε να προετοιμάζει την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Όταν ο Φιλικός άρχισε να του μιλάει έμμεσα για την Εταιρεία, ο Γέρος του είπε να του μιλήσει ντόμπρα, χωρίς περιστροφές, γιατί κατάλαβε ότι ο Πάγκαλος θα του έλεγε χαμπέρι για Αγώνα, που το περίμενε χρόνια. Έφυγε(03/01/1821), με την ευχή της μάνας του από την Ζάκυνθο και, μεταμφιεσμένος σε καλόγερο πέρασε(06/01) σε καλόγερο, στην Μάνη. Όπου, σήκωσε, ως εκεί απεσταλμένος της Φιλικής, το λάβαρο του Αγώνα στην Καλαμάτα(23/03/1821). Πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις της Επανάστασης: Βαλτέτσι(14/05/1821), Άλωση Τριπολιτσάς(23/09/1821), καταστροφή Δράμαλη στα Δερβενάκια(26/07/1822). Εκεί, διέσωσε την Επανάσταση στην Πελοπόννησο, καθώς επικράτησαν η ευφυΐα και η στρατιωτική του τόλμη. Χάρη στις επιτυχίες του, έγινε αρχιστράτηγος της Πελοποννήσου. Έκανε πολεμιστές ακόμα και τους αγρότες. Η νίκη στο Βαλτέτσι, προετοίμασε αυτή στην Τριπολιτσά. Ενώ οι Έλληνες πολιορκούν τους Τούρκους στην Ακροκόρινθο, ο Χουρσίτ Πασάς είναι απασχολημένος με τον Αλή Πασά, ανησυχώντας για τα χαρέμια και τους θησαυρούς του στην Τρίπολη. Έστειλε εκεί τον Γκοσιέ Μεχμέτ. Αυτός χώρισε τον στρατό του σε 2 μέρη. Ένα με τον ίδιο και τον Ομέρ Βρυώνη στην Α. Ελλάδα και το άλλο, με τον Κεχαγιάμπεη Μουσταφά(ή Μουσταφά Μπέη) και 3.500 Αλβανούς για τη Δ. Ελλάδα. για να συντρίψει την Επανάσταση στο Μοριά και να ενισχύσει την πολιορκημένη Τρίπολη. Ο Κεχαγιάμπεης, σάρωσε ότι επαναστατική εστία βρήκε μπροστά του, κατεβαίνοντας από τα Ιωάννινα στον Μοριά. Έφθασε στο Αντίρριο και από εκεί ξεχύνεται στο Μοριά. Πέρασε στην Πάτρα, έκαψε τη Βοστίτσα, παρέκαμψε τα Καλάβρυτα, έφθασε στην Κόρινθο, έλυσε την πολιορκία της Ακροκορίνθου, ενισχύοντας τη φρουρά της και πέρασε γρήγορα στα Δερβενάκια. Από εκεί ξεχύνεται ορμητικά στον κόμπο του Άργους, νικάει τους Έλληνες στον Ξεριά, λύνει την πολιορκία αυτού, σφάζοντας και ερημώνοντας την περιοχή. Μπήκε θριαμβευτής στην πολιορκημένη Τριπολιτσά (06/05/1821). Οι Τούρκοι τον υποδέχθηκαν σαν σωτήρα. Ο Κολοκοτρώνης σκόπιμα άφησε τον Μουσταφά να περάσει δίχως μάχη, γιατί προτίμησε να έχει τους Τούρκους συγκεντρωμένους μέσα στην πόλη. Από την Τρίπολη ο Κεχαγιάμπεης, αρχίζει τις  υποσχέσεις για αμνηστία, για να ξεγελάσει τους επαναστατημένους και να καταπνίξει το κίνημα. Εξαγόρασε με χρήματα τον  μόνο τον ταχυδρόμο που πάει τα γράμματα του Κολοκοτρώνη στην Μπουμπουλίνα και άλλους οπλαρχηγούς που έχουν κυκλώσει το Ανάπλι. Ο ταχυδρόμος δίνει τα γράμματα του Κολοκοτρώνη στον Κεχαγιάμπεη, που τα διαβάζει, και ύστερα τα πάει στην Μπουμπουλίνα στο Ανάπλι. Από εκεί παίρνει άλλα γράμματα της Μπουμπουλίνας για τον Κολοκοτρώνη, που τα δίνει στο γυρισμό στον Κεχαγιάμπεη, που τα διαβάζει, κι έπειτα τα παραδίνει στον Κολοκοτρώνη. Στα γράμματα φέρεται εξογκωμένος ο αριθμός των αντρών και των όπλων. Η προδοσία κρατάει λίγο καιρό. Ο προδότης στη συνέχεια θα πιαστεί και θα εκτελεστεί. Ο Κολοκοτρώνης, οργάνωσε την πολιορκία της Τριπολιτσάς. Χωρίζει το σώμα των Γορτυνίων σε 2 τμήματα.

Τρίτη, 3 Απριλίου 2012

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 2ο

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 2ο
Το ένα με τον Πλαπούτα το στέλνει στην Πιάνα και το άλλο με τον Ανδρέα Παπαδιαμαντόπουλο στο Χρυσοβίτσι. Ενίσχυσε και το στρατόπεδο του Λεβιδιού. Για να περισφύξει τον κλοιό γύρω από την πολιορκούμενη πόλη ίδρυσε(16/04/1821), στρατόπεδο στο Βαλτέτσι(στρατηγικής σημασίας περιοχή). Διέταξε να οχυρωθούν τα 4 στρατηγικά σημεία του στους γύρω λόφους με κλειστά και ισχυρά ταμπούρια και να εγκατασταθεί φρουρά. Εκεί συγκεντρώθηκεν συγκεντρώνονται οι περισσότερες οργανωμένες επαναστατικές δυνάμεις της Πελοποννήσου, υπό σπουδαίους οπλαρχηγούς. Ο Κεχαγιάμπεης, για να εξουδετερώσει το στρατόπεδο και να αιφνιδιάσει τους συγκεντρωμένους αγωνιστές, επιτέθηκε στο Βαλτέτσι επικεφαλής 4.000 ανδρών(24/04). Οι λίγοι υπερασπιστές του στρατοπέδου, αμύνθηκαν ηρωικά, αλλά οι Τούρκοι κατέλαβαν το χωριό και το διέλυσαν μερικώς, κλέβοντας ζώα και προμήθειες. Η μάχη στην Β πλευρά του χωριού συνεχιζόταν. Ενώ ο Κυρ. Μαυρομιχάλης δυσκολευόταν, ο Πλαπούτας ήρθε, προς βοήθεια, και χτύπησε τους Τούρκους από τα νώτα. Αυτοί υποχώρησαν και ο Κολοκοτρώνης τους κυνήγησε ως τη άκρη. Αργότερα ανασυγκότησε το στρατόπεδο και το ενίσχυσε. Η άμυνα στο Βαλτέτσι οργανώθηκε υποδειγματικά(ταμπούρια, φρουρές). Ο Κεχαγιάμπεης ξεκίκησε από την Τρίπολη με 12.000 Τουρκαλβανούς για να ξαναχτυπήσει τους Έλληνες στο Βαλτέτσι(νύχτα 12/05). Σχεδίαζε να περάσει από το Βαλτέτσι, να σκορπίσει τους Έλληνες και να υποτάξει κατόπιν την Μάνη. Χώρισε τον στρατό του σε 5 τμήματα. Όμως οι Έλληνες είδαν τις κινήσεις τους και με φωτιές(τρόπος συνεννόησης) ειδοποίησαν τον Κολοκοτρώνη. Ο Κεχαγιάμπεης παρακολουθεί την μάχη στο Βαλτέτσι με 3.000 ιππείς. Εκεί ήταν 2.300 Έλληνες που παρέμειναν στις θέσεις τους. Όταν το κύριο τουρκικό σώμα υπό τον Ρουμπή, πλησίασε τους Έλληνες στο Βαλτέτσι, τους πρότεινε να παραδοθούν. Μετά την άρνησή τους, άρχισε η μάχη. Ο Ρουμπής κύκλωσε τους Έλληνες, που αντιστάθηκαν και στάθηκαν όρθιοι. Ο Ρουμπής, μετά την άφιξη του Κολοκοτρώνη από το Χρυσοβίτσι είναι σε κίνδυνο, αλλά φτάνει ο Κεχαγιάμπεης. Ο Γέρος το αντιλήφθηκε και μοίρασε τους 700 άνδρες του στα 2. Οι μισοί χτυπούν τις ενισχύσεις και οι άλλοι τον ίδιο. Και οι 2 αντίπαλοι πολεμούν με πείσμα. Οι άλλοι οπλαρχηγοί κατέφθασαν και σφυροκόπησαν τους Τούρκους. Ο Κεχαγιάμπεης έστειλε νέες ενισχύσεις, αλλά πάλι οι Έλληνες αντιστάθηκαν. Οι Τούρκοι έριξαν με κανόνια στα ταμπούρια, αλλά οι οβίδες βρήκαν τον Ρουμπή. Ο Κολοκοτρώνης εμψύχωνε από το λεγόμενο «του Κολοκοτρώνη το βουνό), τους Έλληνες. Την νύχτα τους ενίσχυσε και λεκτικά και με εφόδια και έφυγε πάλι. Τα χαράματα έφθασαν και άλλοι Έλληνες και η μάχη ξανάρχισε. Οι Τούρκοι επιτέθηκαν πάλι στα ταμπούρια και οι Έλληνες τους απέκρουσαν. Ο Ρουμπής είναι σε κίνδυνο, καθώς οι οπλαρχηγοί τον σφυροκοπούσαν. Το τούρκικο πυροβολικό απέτυχε πάλι. Η μάχη κράτησε 23 ώρες! Βλέποντας αυτά ο Κεχαγιάμπεης, διέταξε υποχώρηση. Ο Κολοκοτρώνης, το είδε και διέταξε γενική ελληνική επίθεση. Τότε οι Τούρκοι, αντί για συντεταγμένα, άρχισαν να τρέχουν άτακτα, πετώντας τα όπλα τους, προς την Τρίπολη. Όμως, ο Γέρος είδε το τούρκικο ιππικό και διέταξε τους Έλληνες να σταματήσουν το κυνηγητό των Τούρκων. Οι Έλληνες είχαν νικήσει. Οι Τούρκοι υπέστησαν βαρύτατες απώλειες: 514 νεκροί και πολλοί τραυματίες. Σε αντίθεση με τους Έλληνες(7 νεκροί μόνο και λίγοι τραυματίες). Με τα τούρκικα τουφέκια οπλίστηκαν 4.000 Έλληνες. Οι Τούρκοι παράτησαν και 4 κανόνια, πολεμοφόδια, σκηνές, ρούχα και 18 σημαίες. Κυρίως αυτή η περήφανη νίκη, αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων, που πια προετοιμάζονταν για την Άλωση της Τριπολιτσάς. Για τον Κολοκοτρώνη, σ’ αντίθεση με τους άλλους οπλαρχηγούς, ήταν πρωταρχικής σημασίας για την Επανάσταση, αφού θα επέτρεπε στις ελληνικές δυνάμεις να ελέγχουν τον Μοριά και να καταλάβουν ευκολότερα τις υπόλοιπες περιοχές. Πίστευε ότι αυτές έπρεπε να συγκεντρωθούν στην πολιορκία ενός μεγάλου στόχου, της Τριπολιτσάς. Ο τουρκικός στρατός θα μπορούσε, με ορμητήριο την Τρίπολη, να διαλύσει τις πολιορκίες άλλων κάστρων και να καταπνίξει τον Αγώνα. Τελικά η γνώμη του επικράτησε και έτσι η κατάληψη της Τρίπολης αποτέλεσε τον 1ο στόχο. Πριν την Επανάσταση, ο Χουρσίτ Πασάς, διοικητής του Μοριά, ήταν σε εκστρατεία, με διαταγή της Πύλης, κατά του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Στη θέση του, άφησε το Μεχμέτ Σαλίχ πασά. Με την κήρυξη της Επανάστασης, ο Χουρσίτ έστειλε στο Μοριά 4000 Τουρκαλβανούς υπό τον Μουσταφά πασά(Μουσταφάμπεη) για να ενισχύσει την πολιορκούμενη πόλη. Αυτός, Μουσταφάμπεης κατά την κάθοδό του προς την Τρίπολη σάρωσε όποια επαναστατική εστία βρήκε στο δρόμο του, πυρπόλησε τη Βοστίτσα(Αίγιο), έλυσε την πολιορκία του Άργους και της Ακροκορίνθου και μπήκε στην πολιορκημένη πόλη(06/05/1821). Ο Κολοκοτρώνης επέτρεψε στον Μουσταφά να περάσει δίχως μάχη, γιατί προτίμησε να έχει τους Τούρκους συγκεντρωμένους μέσα στην πόλη. Έτσι την υπεράσπιζαν συνολικά 10.000 Τουρκαλβανοί με αρχηγό τον ίδιο. Για την αποτελεσματική πολιορκία της πόλης ο Κολοκοτρώνης και οι άλλοι οπλαρχηγοί, εγκατέστησαν γύρω της στρατόπεδα, συγκεντρώνοντας δυνάμεις, οργανώνοντας τους αγωνιστές και τον ανεφοδιασμό τους και συντονίζοντας τις πολεμικές επιχειρήσεις γύρω από αυτήν. Συνεχείς προσπάθειες των πολιορκούμενων να διασπάσουν τον κλοιό αποτύγχαναν, αφού αποκρούονταν από τους επαναστάτες που είχαν καλά οργανωθεί και οχυρωθεί στις γύρω ορεινές περιοχές του Μαινάλου και είχαν αποκλείσει τα κρίσιμα περάσματα. Οι ελληνικές δυνάμεις στην πολιορκία περιελάμβαναν 10.000 άνδρες περ.. Οι πολιορκούμενοι Τούρκοι(μετά τις 20/07/1821) ήταν 15.000. Προστέθηκαν Τούρκοι από γύρω περιοχές, για προστασία. Μαζί με τους άνδρες του Μουσταφάμπεη, ήταν 30.000-35.000 Τούρκοι. Για να αντιμετωπίσουν την έλλειψη τροφίμων, έδιωξαν τις ελληνικές οικογένειες. Μετά την επιτυχία στο Βαλτέτσι και τα Δολιανά(18/05/1821), ο κλοιούς γύρω από την Τρίπολη έσφιξε. Οι οπλαρχηγοί απέκλεισαν την πόλη και οι πολιορκούμενοι υπέφεραν(ασθένειες, έλλειψη τροφής και νερού). Οι Αλβανοί, μετά από διαπραγματεύσεις με τον Γέρο, πέρασαν στην Ρούμελη, υπό την προστασία του Πλαπούτα. Οι πολιορκούμενοι, άρχισαν διαπραγματεύσεις για την παράδοσή τους. Η οποία έγινε μετά από 5 μήνες πολιορκίας(23/09/1821). Ένα τυχαίο περιστατικό την επιτάχυνε. Εκείνη την μέρα οι Τούρκοι συσκέπτονταν στο σεράι για την παράδοσή τους. Ένας Τσάκωνας αγωνιστής από τον Πραστό, ο Μανώλης Δούνιας, που είχε φιλία με ένα Τούρκο τηλεβολιστή και τον επισκεπτόταν κρυφά στην τάπια του Ναυπλίου ανταλλάσσοντας τρόφιμα με τουρκικά όπλα, κατάφερε μαζί με 2 άλλους Τσάκωνες να εξουδετερώσει τους φρουρούς και να καταλάβει το τηλεβολείο. Αμέσως το έστρεψε κατά της πόλης και έβαλε κατά του σαραγιού. Το γεγονός περιέγραψε ο Ν. Σπηλιάδης, ιστοριογράφος του Αγώνα, στα ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ του. Οι Έλληνες, σκαρφάλωσαν στα τείχη της Τρίπολης και άνοιξαν τις πύλες. Οι Τούρκοι αντιστάθηκαν, στους εφορμούντες Έλληνες. Όμως εξουδετερώθηκαν γρήγορα. Οι Τούρκοι αμύνονταν, οχυρωμένοι στα σπίτια, τα οποία έκαιγαν οι Έλληνες, για να τους εξαναγκάσουν να βγουν έξω. Το τελευταίο σημείο τούρκικης αντίστασης ήταν η μεγάλη Τάπια. Οι Τούρκοι, όλοι στρατός και άμαχοι, σφαγιάσθηκαν, από τους διψασμένους για εκδίκησης Έλληνες(εκτός από την σκλαβιά αιώνων, εκδίκηση και για την σφαγή των της Τρίπολης από Τουρκαλβανούς, 50 χρόνια πριν(αποτυχημένη Επανάσταση 1769-70)). Οι οπλαρχηγοί, προσπάθησαν να σώσουν κάποιους αιχμαλώτους(πολλοί διαπραγματεύθηκαν και διέσωσαν κάποια χρήματά τους). Η Τρίπολη κάηκε. Ο Κολοκοτρώνης, όμως, τήρησε την υπόσχεσή του στον αρχηγό των Αλβανών Αχμέτ Μπέη, να μην πειράξει όσους Αλβανούς απέμειναν στην πόλη. Τους άφησε να περάσουν στην Ήπειρο. Την συμφωνία ήθελε να αθετήσει ο Αν. Λόντος, γιατί οι Αλβανοί είχαν λεηλατήσει την Βοτσίτσα. Τον σταμάτησε ο Πλαπούτας. Από την εκδίκηση των Ελλήνων δεν γλύτωσαν όσοι αντιτάχθηκαν στην Επανάσταση και οι Εβραίοι της πόλης(υπέρ των Τούρκων, με κάθε ευκαιρία). Οι Έλληνες δεν είχαν ξεχάσει την εβραϊκή συμμετοχή στην διαπόμπευση του πτώματος του Γρηγορίου Ε’, στην Κων/λη. Οι σφαγμένοι Τούρκοι ήταν 6-30.000. και άμαχοι. Μόλις 100 Έλληνες σκοτώθηκαν, κατά το ημερολόγιο του Γέρου. Και ο γιος του, Γενναίος Κολοκοτρώνης έγραψε στα «ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ» του(1821-7) για την Άλωση της Τριπολιτσάς. Τις οποίες παρακολούθησαν περ. 100 Ευρωπαίοι αξιωματικοί. Όπως ο William St. Clair, που περιέγραψε φρικτές, αλλά συνηθισμένες για την τουρκοκρατία, σκηνές. Κατά τον Δ. Αινιάν, η σφαγή δεν ήταν προμελετημένη. Τέτοια περιστατικά, ήταν αυθόρμητα, υποκινούμενα από το πάθος για
εκδίκηση.

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 3ο

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 3οΗ Άλωση της Τριπολιτσάς, ήταν αποφασιστικής σημασίας για την εδραίωση και εξέλιξη της Επανάστασης. Τόνωσε και το ηθικό των εξεγερμένων Ελλήνων. Η πιο σημαντική εστία τουρκικής αντίστασης στη Ν. Ελλάδα είχε πλέον εξαλειφθεί. Οι Επαναστάτες μπορούσαν πλέον να στραφούν προς άλλα τουρκοκρατούμενα οχυρά και πόλεις. Στα χέρια των Ελλήνων περιήλθαν χιλιάδες όπλα και πολεμοφόδια, για ενίσχυση του Αγώνα.   Μετά την πτώση της Τριπολιτσάς και των φρουρίων Μονεμβασιάς και Νεοκάστρου, ο Κολοκοτρώνης πρότεινε στο πολεμικό συμβούλιο την άμεση πολιορκία της Πάτρας. Οι πρόκριτοι της Αχαΐας όμως, πρωτοστατούντων του Ανδρέα Ζαΐμη και του Παλαιών Πατρών Γερμανού, συνειδητοποίησαν ότι ο Κολοκοτρώνης αποκτούσε ολοένα μεγαλύτερη δύναμη και διεμήνυσαν στον Δημήτριο Υψηλάντη ότι δεν επιθυμούσαν τη βοήθειά του και μπορούσαν μόνοι τους να απαλλαγούν από τους Τούρκους της Πάτρας. Έπειτα από αμφιταλαντεύσεις και διαφωνίες ανετέθη τελικά στον Γέρο η πολιορκία της Πάτρας, δίχως όμως βοήθεια. Ο Κολοκοτρώνης, με μόλις 600 άνδρες και πικραμένος από τις συνωμοσίες, παραιτήθηκε από την πολιορκία(23/06/1822). Τότε φάνηκε ο πραγματικά μεγάλος κίνδυνος για τη νεαρή Επανάσταση. Ο Σουλτάνος ανέθεσε στον Δράμαλη την υπόθεση Ελληνική Επανάσταση, κρίνοντάς τον ως τον πλέον κατάλληλο. Με τον τίτλο του σερασκέρη(αρχιστρατήγου) πήρε διαταγή να βαδίσει κατά της Πελοποννήσου. Αφού ετοίμασε ένα πολυάριθμο στράτευμα(24.000 πεζοί και 6.000 ιππείς) αναχώρησε από τη Λάρισα(τέλη Ιουνίου 1822). Για τη μεταφορά του απαραίτητου πολεμικού υλικού και των ζωοτροφών συνόδευαν τις δυνάμεις του 30.000 μουλάρια και 500 καμήλες. Είχε μαζί του και 6 κανόνια. Σχεδόν χωρίς αντίσταση έφθασε ως τη Βοιωτία, λεηλάτησε την πεδιάδα της Κωπαΐδας, έκαψε τη Θήβα και προχώρησε ως τον Ισθμό, σπέρνοντας παντού τον πανικό και την καταστροφή. Οι Έλληνες είχαν στείλει στα Γεράνεια στρατό υπό τις διαταγές του Ρήγα Παλαμήδη για να υπερασπιστούν τα Μεγάλα Δερβένια. Με τη θέα όμως μόνο του τουρκικού στρατού οι ελληνικές δυνάμεις εγκατέλειψαν αμαχητί τις θέσεις τους θεωρώντας κάθε άμυνα ανώφελη. Αμαχητί επίσης ο Δράμαλης κατέλαβε και τον Ακροκόρινθο, καθώς ο Ιάκωβος Θεοδωρίδης, υπεύθυνος για την άμυνά του, το εγκατέλειψε, αφού προηγουμένως δολοφόνησε τον αιχμάλωτό του Κιαμίλ Μπέη. Στην Κόρινθο ο Δράμαλης νυμφεύθηκε τη χήρα τού Κιαμίλ και προχώρησε προς το Άργος, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίσει τις διαβάσεις που δέσποζαν μεταξύ Κορίνθου και Άργους για την περίπτωση πιθανής υποχώρησης. Στην Κόρινθο συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο, κατά το οποίο πολλοί αξιωματούχοι με επικεφαλής τον Γιουσούφ Πασά τον συμβούλευσαν να χρησιμοποιήσει την Κόρινθο ως βάση και ορμητήριο και να χτίσει εκεί αποθήκες για πολεμοφόδια. Με τη βοήθεια του τουρκικού στόλου στον Κορινθιακό και στον Σαρωνικό κόλπο, η Πελοπόννησος θα αποκλειόταν, αφήνοντας εκτεθειμένους τους επαναστάτες της Στερεάς. Τότε, με την Κόρινθο ως ασφαλή έδρα, ο Δράμαλης θα μπορούσε να αποστείλει εκστρατευτικά σώματα για να καταλάβουν την Τριπολιτσά και την Μάνη. Ο Δράμαλης όμως, καθώς είχε φτάσει ως την Κόρινθο δίχως αντίσταση, ήταν πεπεισμένος για την πολεμική ανικανότητα των αντιπάλων. Μολονότι γνώριζε ελάχιστα τη μορφολογία της Πελοποννήσου, δεν άκουσε τη συμβουλή των αξιωματούχων του και διέταξε προέλαση του στρατού προς το Ναύπλιο, τον ανεφοδιασμό εκεί από τον τουρκικό στόλο και μετά επίθεση στην Τριπολιτσά. Ο συντομότερος δρόμος για το Ναύπλιο ήταν μέσω των στενών περασμάτων των Δερβενακίων. Οι Έλληνες δεν πρόβλεψαν να υπερασπιστούν τα περάσματα, τυφλωμένοι από τον όγκο της εκστρατείας του Δράμαλη. Έτσι ο Τούρκος αρχιστράτηγος πέρασε τα στενά χωρίς μάχη και έφτασε στο Άργος. Τόσο ικανοποιημένος ήταν από την πορεία του ως εκείνο το σημείο, ώστε εγκατέλειψε τα Δερβενάκια και τα χωριά στις πλαγιές τους δίχως φρουρά, αφήνοντας εκτεθειμένη τη γραμμή υποχώρησής του. Η εμπροσθοφυλακή της τουρκικής στρατιάς, υπό τον πασά του Άργους, έφτασε στο Ναύπλιο, το οποίο ήδη διαπραγματευόταν την παράδοσή του στους Έλληνες, και αποπειράθηκε να το ανεφοδιάσει. Δεν μπορούσε όμως, καθώς το κύριο σώμα της στρατιάς είχε ήδη αρχίσει να μην έχει αρκετά εφόδια. Ο Δράμαλης είχε υπερτιμήσει την πειθαρχία του τουρκικού στόλου, ο οποίος αγνόησε τις διαταγές και, αντί να καταπλεύσει στο Ναύπλιο, περιέπλευσε τον Αργολικό κόλπο και κατευθύνθηκε προς την Πάτρα. Η στρατιά του Δράμαλη βρέθηκε στρατοπεδευμένη κοντά στο Άργος, περικυκλωμένη από βουνά, και όλο και λιγότερα εφόδια. Το καλοκαίρι του 1822 ήταν ιδιαίτερα θερμό και τα σιτηρά είχαν καταστραφεί.  Πολύ σύντομα τα τούρκικα άλογα δεν έβρισκαν ούτε τροφή ούτε νερό. Εν τω μεταξύ ο Υψηλάντης και περ. 700 άνδρες έσπευσαν να ενισχύσουν το οχυρό φρούριο του Άργους, Λάρισα, το οποίο ως τότε υπερασπιζόταν με λίγους άνδρες ο Μανιάτης οπλαρχηγός Καραγιάννης. Με την αύξηση των υπερασπιστών τα εφόδια θα τελείωναν γρηγορότερα και συνεπώς η Λάρισα θα υποτασσόταν στον Δράμαλη. Ο οποίος, γνώριζε ότι δεν ήταν δυνατόν να στραφεί προς την Τριπολιτσά δίχως να καταλάβει τη Λάρισα. Έτσι οι Έλληνες πέτυχαν τον στόχο τους, δηλ. να κρατήσουν την τουρκική στρατιά κοντά στο Άργος. Οι Έλληνες υπό την αρχηγία του Υψηλάντη έμειναν χωρίς νερό και αναγκάστηκαν μετά την 12η μέρα της πολιορκίας να αποδράσουν νύχτα ανάμεσα από τα τουρκικά στρατεύματα. Ο Κολοκοτρώνης απέδειξε τη στρατηγική του ευφυΐα εφαρμόζοντας ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό σχέδιο: διέταξε το κάψιμο των σπαρτών της πεδιάδας του Άργους για να αναγκάσει τον Δράμαλη να υποχωρήσει, λόγω και της μεγάλης ξηρασίας. Όσο ο τουρκικός στρατός πολιορκούσε τη Λάρισα του Άργους ο Κολοκοτρώνης αγωνιζόταν να συγκεντρώσει αρκετούς άνδρες. Πολλοί έχουν επιτιμήσει τον Γέρο του Μοριά για τις μεθόδους του, οι οποίες ήταν πράγματι σκληρές αλλά απαραίτητες. Ο Κολοκοτρώνης ξεκίνησε(τέλη Ιουλίου) από την Τριπολιτσά, διακηρύσσοντας ότι όποιος ικανός να φέρει όπλα βρισκόταν στην πόλη ύστερα από 2 ώρες θα τουφεκιζόταν αμέσως. Κατέλαβε τα στενά περάσματα που οδηγούν προς την Κόρινθο και οι έγκλειστοι στη Λάρισα κατόρθωσαν, λίγες ημέρες αργότερα, να εγκαταλείψουν το φρούριο, καθ’ ότι ο σκοπός τους είχε επιτευχθεί. Η κύρια δύναμη των Ελλήνων είχε καταφύγει στους Μύλους, Δ της πόλης του Άργους. Χάνοντας σιγά-σιγά τις ελπίδες του ότι ο στόλος θα καταφθάσει στο Ναύπλιο, ο Δράμαλης άρχισε να συνειδητοποιεί πως η μόνη λύση στην έλλειψη εφοδίων ήταν η υποχώρηση. Προσπάθησε  να την οργανώσει με πανουργία. Έστειλε λοιπόν τον χριστιανό γραμματέα του στο στρατόπεδο των Ελλήνων για να τους προσφέρει αμνηστία. Όπως το περίμενε, οι Έλληνες αρνήθηκαν και τότε τούς συμβούλευσε τάχα φιλικά ότι έπρεπε να σπεύσουν να φυλάξουν τα περάσματα προς την Τριπολιτσά, διότι η στρατιά του Δράμαλη ετοιμαζόταν να ξεκινήσει. Η στρατηγική σκέψη του Κολοκοτρώνη όμως προέβλεψε για ακόμη μία φορά την αδυναμία του αντιπάλου του· δίχως εφόδια η τουρκική στρατιά δεν θα μπορούσε να πορευθεί προς την Τριπολιτσά. Επρόκειτο δηλ. απλώς για αντιπερισπασμό. Ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε να επιβάλει τη γνώμη του στο πολεμικό συμβούλιο, ότι δηλ. το σημαντικό ήταν να εμποδιστεί η υποχώρηση του Δράμαλη προς την Κόρινθο. Καθώς όμως για άλλη μια φορά το συμβούλιο ήταν δύσπιστο απέναντι στις παραινέσεις του, ο Γέρος άφησε το μεγαλύτερο μέρος του στρατού στους Μύλους και με ένα μικρό σώμα εγκαταστάθηκε στο χωριό Άγιος Γεώργιος, στα στενά των Δερβενακίων. Λέγεται ότι είπε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης περιφρονητικά είπε ότι πάει να γίνει πάλι κλέφτης. Από το στρατόπεδο του Δράμαλη ακούστηκαν(26/07) οι πυροβολισμοί που ανήγγειλαν την εκκίνηση της μεγάλης στρατιάς. Λέγεται ότι τότε ο Κολοκοτρώνης μίλησε στους Έλληνες, διηγούμενος ότι στο όνειρό του η ίδια η θεά Τύχη τον είχε βεβαιώσει για τη νίκη. Τόσο σίγουρος ήταν. Για να κρύψει τον μικρό αριθμό των συμπολεμιστών του-περ. 2.300 άνδρες- ο Γέρος κατέφυγε σε ένα «κλέφτικο» τέχνασμα: αφού τους παρέταξε σχεδόν όλους στην πλαγιά όπου βρισκόταν το χωριό Άγιος Σώστης, ο ίδιος, μαζί με τους ηλικιωμένους και τους άμαχους, πήγε απέναντι στον Άγιο Γεώργιο και, αφού μάζεψε όσο περισσότερα ζώα μπορούσε για να κάνουν φασαρία, κρέμασε κάπες, φέσια και σημαίες από διάφορα ξύλα, ώστε από μακριά να φαίνεται ότι εκεί ενέδρευε ανυπόμονος στρατός. Το 1ο τμήμα της τουρκικής στρατιάς, η εμπροσθοφυλακή των Αλβανών, πέρασε τα στενά δίπλα από τον «πλαστό» στρατό του Κολοκοτρώνη, δίχως σημαντικές απώλειες. Το 2ο όμως κατατροπώθηκε. Οι Τούρκοι υποχώρησαν άτακτα. Το όνειρο του Γέρου θα είχε πραγματοποιηθεί, αν είχαν φθάσει εγκαίρως οι οπλαρχηγοί που είχε καλέσει.

Τρίτη, 3 Απριλίου 2012

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 4ο

undefined
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 4ο
(αναφορά στο προσκυνοχάρτι, επίκαιρο)
Ο μόνος που απάντησε στο κάλεσμά του ήταν ο Νικηταράς ο «Τουρκοφάγος», με άνδρες και των Παπαφλέσσα και Υψηλάντη, που είχαν ενωθεί μαζί του. Ο Νικηταράς έσπευσε να ανακόψει την υποχώρηση των Τούρκων προς την Κόρινθο και στη χαράδρα μπροστά στον Άγιο Σώστη οι Τούρκοι άφησαν περισσότερους από 3.000 νεκρούς. Η μεγάλη τουρκική στρατιά διασπάστηκε. Ένα μέρος της κατέφυγε στην Κόρινθο, ενώ το άλλο γύρισε πίσω στο Άργος, όπου ο Δράμαλης παρέμεινε άπραγος για μία ημέρα, προσπαθώντας να συνέλθει από την πανωλεθρία. Όμως ήταν αδύνατον να παραμείνει άλλο η τουρκική στρατιά στο Άργος, δίχως εφόδια. Μη θέλοντας να δοκιμάσει την τύχη του από το ίδιο πέρασμα, ο Δράμαλης επέλεξε το πέρασμα του Αϊνορίου, Α από το σημείο όπου είχε ηττηθεί το 1ο τμήμα της στρατιάς του. Το ελληνικό πολεμικό συμβούλιο, υπό την καθοδήγηση του Κολοκοτρώνη, είχε εκπονήσει σχέδιο για αυτή την περίπτωση, το οποίο όμως δεν εκτελέστηκε σωστά. Το σχέδιο ήθελε τους Έλληνες-ως τότε είχαν στρατοπεδεύσει στους Μύλους- να χτυπήσουν τα νώτα του Δράμαλη, μόλις άφηνε πίσω του το Άργος. Αντ’ αυτού, τους Έλληνες προσήλκυσαν τα λάφυρα του εγκαταλειμμένου τουρκικού στρατοπέδου και άφησαν τα νώτα του Δράμαλη ανενόχλητα. Ο Νικηταράς και ο Υψηλάντης επιτέθηκαν στους Τούρκους από τον Άγιο Σώστη, ο δε Παπαφλέσσας από το Αϊνόρι, οι Τούρκοι ιππείς όμως κατόρθωσαν να ανοίξουν δρόμο, καθώς δεν τους κατεδίωκε κανένας. Τα σώματα που έστειλε ο Κολοκοτρώνης, υπό τη διοίκηση του γιου του, Γενναίου και του Πλαπούτα, έφτασαν πολύ αργά, ώστε μεγάλο μέρος της τουρκικής στρατιάς διέφυγε, αφήνοντας πίσω μόλις 1.000 νεκρούς. Ηττημένος και καταδιωκόμενος ο μεγάλος σερασκέρης έφτασε στην Κόρινθο. Ο Κολοκοτρώνης διέταξε να φυλαχθούν όλα τα περάσματα προς τη Δ. Πελοπόννησο ή τη Στερεά τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον ανεφοδιασμό της Κορίνθου. Ύστερα από λίγο ό,τι είχε απομείνει από τη λαμπρή τουρκική υπέκυψε στην πείνα και στις αρρώστιες. Η συντριβή της στρατιάς του Δράμαλη είχε ολοκληρωθεί. Οι απώλειες των Τούρκων σ’ αυτές τις αναμετρήσεις υπολογίζονται από τον Φωτάκο σε 5.000. Ο Δράμαλης αρρώστησε και πέθανε λίγους μήνες αργότερα στην Κόρινθο, μετά από αλλεπάλληλες προσπάθειες να σπάσει τον κλοιό των Ελλήνων-τον είχαν αποκόψει από το υπόλοιπο της Πελοποννήσου και τη Στερεά Ελλάδα-. Ο Κολοκοτρώνης έγινε αρχιστράτηγος κατ’ απαίτηση των οπλαρχηγών, ενώ παράλληλα άρχισε να συμμετέχει ενεργά και στην πολιτική, αφού εκλέχτηκε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και έγινε αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού, με πρόεδρο τον Μαυροκορδάτο. Την ίδια στιγμή που ο Κολοκοτρώνης και οι άλλοι αγωνιστές νικούσαν, οι πολιτικοί τρομοκρατημένοι είχανε μπει στα καράβια, για να γλιτώσουν. Την δόξα στο πεδίο της μάχης, οι πολιτικοί την «αντάμειψαν» στη Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους(Μάρτιος-Απρίλιος 1823), χαρίζοντας το βαθμό του στρατηγού σε 50 ακόμη ανθρώπους, για να μειώσουν τον Κολοκοτρώνη. Ο Γέρος, προσπάθησε στον Εμφύλιο, να αμβλύνει τις αντιθέσεις, αλλά δεν απέφυγε την ρήξη. Μετά από ένοπλες συγκρούσεις, ο Κολοκοτρώνης και ο γιος του συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στο Ναύπλιο. Ο Σουλτάνος ζήτησε την βοήθεια της Αιγύπτου, για να καταπνίξει την Επανάσταση. Ο γιος του Μεχμέτ Αλί και διάδοχος του αιγυπτιακού θρόνου Ιμπραήμ, αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο(1825). Σφακτηρία και Ναβαρίνο έπεσαν σε αιγυπτιακά χέρια. Ο Κολοκοτρώνης αποφυλακίστηκε, για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ, μαζί με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ξεκίνησε, ελλείψει μεγάλου στρατού, τον κλεφτοπόλεμο(ως το 1828). Τότε έφθασε στην Ελλάδα ο στρατός του στρατηγού Maison με εντολή του Καρόλου Ι’ της Γαλλίας, για να διασώσει την Ελλάδα από τα αιγυπτιακά στρατεύματα(γαλλική Εκστρατεία του Μοριά, 1828-33). Ο Κολοκοτρώνης ήταν στρατιωτική ιδιοφυία, καθώς, με χρήση του κλεφτοπολέμου, υπερκερνούσε την αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου. Πρόσεχε πολύ την καταστροφή των πόρων(τροφές, ζωοτροφές) του αντιπάλου και την εξασφάλιση τροφής για τον στρατό του. Αναγνώρισε το έργο των Ελλήνων κτηνοτρόφων, που την εξασφάλιζαν και, γενικά, στήριξαν τον Αγώνα. Ως το τέλος του, ο Κολοκοτρώνης είναι ο ηγέτης του, πολιτικός(μέλος Πελοποννησιακής Γερουσίας και Αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού) και στρατιωτικός. Ο Μαυροκορδάτος και οι άλλοι ανησύχησαν τόσο πολύ από τις συνεχείς επιτυχίες των στρατιωτικών-ιδιαίτερα του Κολοκοτρώνη- που τους ενδιέφερε πια μόνο η προσωπική τους εξασφάλιση. Ο Κολοκοτρώνης ήρθε σε ρήξη με τον Μαυροκορδάτο, όταν εκδηλώθηκαν οι πρώτες αντιθέσεις ανάμεσα στους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς και αποφασίστηκε η κατάργηση της Πελοποννησιακής Γερουσίας, ψυχή της οποίας ήταν ο Κολοκοτρώνης και του βαθμού του αρχιστρατήγου τον οποίο έφερε. Αυτό θεωρήθηκε μείωση του φυσικού αρχηγού των στρατιωτικών σωμάτων και σηματοδότησε τη ρήξη ανάμεσα στο Μαυροκορδάτο, πρόεδρο του Εκτελεστικού, και τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος παραιτήθηκε από αντιπρόεδρος. Στη συνέχεια πολλά μέλη του, αντίθετα στον Κολοκοτρώνη κατέφυγαν στο Κρανίδι, όπου όρισαν νέα κυβέρνηση υπό τον Υδραίο Γεώργιο Κουντουριώτη. Έτσι υπήρχαν 2 κυβερνήσεις(αρχές 1824), μία στην Τριπολιτσά υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και μια υπό τον Γ. Κουντουριώτη στο Κρανίδι. Οι κυβερνητικοί(Μάρτιος 1824) στράφηκαν εναντίον των στρατιωτικών, κατέλαβαν την Ακροκόρινθο και την Τριπολιτσά και άρχισαν να πολιορκούν το Ναύπλιο, που υπεράσπιζε ο Πάνος, γιος του Κολοκοτρώνη. Ο Κολοκοτρώνης αντιλαμβανόμενος ότι οι εξελίξεις απέβαιναν σε βάρος του ήλθε σε συνδιαλλαγή με τον Κουντουριώτη και παρέδωσε το Ναύπλιο με αντάλλαγμα τη χορήγηση αμνηστίας. Έτσι τελείωσε η 1η φάση του Εμφυλίου πολέμου. Ο οποίος έμελλε όμως να συνεχισθεί, καθώς και οι 2 παρατάξεις(υπό τον Κουντουριώτη η μια και τον Ανδρέα Λόντο και τον Ανδρέα Ζαΐμη η άλλη) επεδίωκαν ηγετικό ρόλο στις στρατιωτικές και πολιτικές εξελίξεις. Η μία πλευρά υπό τον Κολοκοτρώνη, τον Λόντο και το Ζαΐμη(αρχικά αντίπαλοι του Γέρου) είχε την υποστήριξη πολλών Πελοποννήσιων στρατιωτικών και πολιτικών. Με τον Κουντουριώτη συντάχθηκαν οι Ρουμελιώτες, Υδραίοι και Σπετσιώτες οπλαρχηγοί. Η άρνηση ορισμένων περιοχών της Πελοποννήσου να πληρώσουν στην κυβέρνηση φόρο αποτέλεσε την αφορμή για την έκρηξη της 2ης φάσης του Εμφυλίου κατά την οποία σημειώθηκαν σφοδρές συγκρούσεις σε πολλές περιοχές της Πελοποννήσου. Στις 13/11/1824 οι πολιτικοί αντίπαλοι του Κολοκοτρώνη σκότωσαν τον γιο του Πάνο, ο οποίος ήταν παντρεμένος με την κόρη της Μπουμπουλίνας, Ελένη. Η άνανδρη δολοφονία του γιου του, κλόνισε σοβαρά τον Γέρο, που αποφάσισε να παραδοθεί(αρχές Δεκεμβρίου 1824), για να τερματιστεί ο Εμφύλιος. Στις 06/02/1825, φυλακίστηκε στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Ύδρας μαζί με τους Δεληγιανναίους και τον Νοταρά. Αναγκάστηκαν να τον απελευθερώσουν(1825), μετά από πρόταση του Παπαφλέσσα προς την κυβέρνηση Κουντουριώτη, επειδή ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ.  Στο Ναύπλιοι, μετά την αποφυλάκισή του, ανεβασμένος σε μια πέτρα μίλησε, στο πλήθος που παραληρούσε. Τους είπε να ξεχάσουν τα μίση, για να βρεθεί ο θησαυρός, της Ελευθερίας. Διαμήνυσε στον Ιμπραήμ, ότι οι Έλληνες, όσα σπίτια και αν κάψει, όσες καταστροφές και αν προκαλέσει, δεν προσκυνούν. Δεν κατάφερε να φέρει την ομόνοια. Η Πελοπόννησος, εν τω μεταξύ, λεηλατούνταν από τον Ιμπραήμ(άνοιξη-καλοκαίρι 1827). Οι Αιγύπτιοι, επέστρεφαν συνήθως 2η φορά στο σημείο από το οποίο είχαν περάσει λίγες μέρες πριν, και ολοκλήρωναν την καταστροφή. Η αντίσταση είχε σχεδόν εξουδετερωθεί. Οι Αιγύπτιοι, πάντως, δέχονταν επιθέσεις λίγων Ελλήνων, και χωρικών ακόμα, που τους πλευροκοπούσαν, καθώς δεν μπορούσαν να δώσουν μάχη μετωπική μαζί τους. Τους προκαλούσαν μεγάλες απώλειες. Ο Κολοκοτρώνης περιέγραψε στα «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» του τον ανταρτοπόλεμο αυτό. Ανέφερε ότι προκάλεσε τον Ιμπραήμ σε μονομαχία, όταν τον ρώτησε γιατί δεν κάθεται σ’ ένα σημείο να πολεμήσουν κατά μέτωπο. Θα το έκανε, και ας πέθαινε, για το έθνος. Οι Πελοποννήσιοι, συνέχιζαν να αντιστέκονται, παρά την πείνα και τον σχεδόν ανύπαρκτο οπλισμό. Ο Ιμπραήμ, μετά την επιστροφή του από το Μεσολόγγι(1825, Έξοδος), εφάρμοσε σε μεγάλη κλίμακα το προσκύνημα. Αυτό στην τουρκοκρατία, ήταν η δήλωση υποταγής ενός προσώπου ή μιας ομάδας ατόμων στον κατακτητή, μετά από εξέγερση. Οι προσκυνημένοι λάμβαναν από τους Τούρκους και ειδικό πιστοποιητικό(«ράι μπουγιουρντί» ή, ελληνικά, «προσκυνοχάρτι»). Οι προσκυνημένοι, πλέον, ήταν νομιμόφρονες υπήκοοι. Ο Κολοκοτρώνης, στα «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» του, ανέφερε ότι οι οπλαρχηγοί που προσκύνησαν, το έκαναν, για χάρη των υψηλών αμοιβών που υποσχέθηκε ο Ιμπραήμ, καθώς ήταν πρ. μισθοφόροι προκρίτων του Μοριά. Κάποιοι φοβόνταν και τις αιγυπτιακές επιδρομές. Οι προσκυνημένοι αυξάνονταν ραγδαία, μια θλιβερή εικόνα προδοσίας από την Ηλεία, ως την Πάτρα, την Βοστίτσα και τα Καλάβρυτα. Ο Κολοκοτρώνης, στα «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» του, λέει ότι τότε φοβήθηκε για την πατρίδα του.

Τρίτη, 3 Απριλίου 2012

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 5ο

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 03/04, ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΤΟΥ ΜΟΡΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΜΕΡΟΣ 5ο
Εκείνη την στιγμή, πρόσφερε ο Γέρος την τελευταία υπηρεσία στο Έθνος. Ξαναζωντάνεψε την Επανάσταση, με το σύνθημα «Φωτιά στα σπίτια και τσεκούρι στην περιουσία και το λαιμό εκείνων που κάνουν τα χατίρια των Τούρκων. Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!». Με σκληρά μέτρα και τρομοκρατία απάντησε στην τρομοκρατία του Ιμπραήμ. Απέτρεψε τους Πελοποννήσιους να επανέλθει υπό οθωμανική κυριαρχία. Διατήρησε την φλόγα του πολέμου άσβεστη ως την Ναυμαχία του Ναβαρίνου(20/10/1827) και την συμφωνία των Μ. Δυνάμεων για την Ελευθερία της Ελλάδας. Όσα χωριά αρνούνταν να επιστρέψουν στο ελληνικό στρατόπεδο, δέχονταν επιθέσεις των ανδρών του Γέρου. Οι πρωτεργάτες του προσκυνήματος συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν. Οι απαγχονισμένοι συνεργάτες των Τούρκων, έκαναν τους διστακτικούς κατοίκους, να λάβουν σοβαρά τις απειλές του Κολοκοτρώνη. Μόνο όμως μ’ αυτά θα μπορούσε να αποσβέσει την ήττα των Ελλήνων, καθώς οι πολιτικοί δεν ήθελαν να βοηθήσουν τον Γέρο με χρήματα και πολεμοφόδια. Συμβούλευε τους απλούς ανθρώπους που είχαν προσκυνήσει να τους επαναφέρει στο πατριωτικό τους χρέος. Ο Κολοκοτρώνης, είχε ρωσόφιλα αισθήματα. Αλλά πίστευε ότι οι Έλληνες έχουν χρέος να πολεμήσουν ΜΟΝΟ για την Ανεξαρτησία τους, ΧΩΡΙΣ την βοήθεια των ξένων. Ήταν δύσπιστος με την ανάμειξή τους στα εσωτερικά της Ελλάδας, γιατί έβλεπε ότι το έκαναν ΜΟΝΟ για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Με την γνωστή του μεγαλοψυχία, συγχώρεσε τους εχθρούς του, ακόμα και όσους σκότωσαν συγγενείς, ακόμα και του γιου του! Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, υπαγόρευσε στον Γεώργιο Τερτσέτη τα «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» του, τα οποία κυκλοφόρησαν(1851) με τον τίτλο «ΔΙΗΓΗΣΙΣ ΣΥΜΒΑΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΥΛΗΣ ΑΠΟ ΤΑ 1770 ΕΩΣ ΤΑ 1836». Είναι πολύτιμη πηγή για την Ελληνική Επανάσταση. Έκανε 6 παιδιά(3 γιοι, 3 κόρες). Ο Γιάννης, στρατιωτικός και πρωθυπουργός, ο Κων/νος, ο Πάνος(1824), ο άλλος Πάνος(λέγεται με την ερωμένη του στην Ύδρα) και η Ελένη, σύζυγος του Νικήτα Δικαίου. Σύζυγός του ήταν(από τα 20 του, 1790-1819), η μικρότερη κόρη του προεστού του Ακόβου Καρούτσου(τον σκότωσαν οι Τούρκοι στο Ναύπλιο), Κατερίνα Καρούσου. Έζησε μαζί της ως το 1797 στο Άκοβο. Πήρε καλή προίκα, χωράφια, ελιές, αγροικία με αλώνι και νερόμυλο στα μέρη εκείνα. Έγινε σύγαμπρος με τον πατέρα του Νικηταρά, Σταματόπουλο. Έζησε ήρεμα, ως αγρότης, μυλωνάς και κτηνοτρόφος, με αυτοπροστασία πάντα(ως το 1797). Από τότε αφιερώθηκε στον Αγώνα.
Ο Κολοκοτρώνης, τάχθηκε υπέρ του Καποδίστρια, αν και διαφωνούσε με την κάπως αυταρχική του επιβολή. Πρωτοστάτησε στην εκλογή του Όθωνα. Όμως, όταν ο βασιλιάς έφθασε στην Ελλάδα(30/01/1832), ο Γέρος έγινε στόχος συκοφαντιών, από τους πολιτικούς του αντιπάλους(με 1ο τον Ιω. Κωλέττη). Οι Βαυαροί τον αντιμετώπισαν με ψυχρότητα. Διαφώνησε(1833) με την Αντιβασιλεία των Βαυαρών και αυτή τον οδήγησε, πάλι, στις φυλακές του Ιτς Καλέ στο Ναύπλιο, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας(25/05/1834). Η σκευωρία εναντίον του, λόγω της στήριξης στον Κυβερνήτη, οδήγησε στην σύλληψη του για εσχάτη προδοσία(06/09/1833), μαζί με τον γιο του Γενναίο και τους Τζαβέλα, Νικηταρά κ.ά. στρατιωτικούς. Η «κατηγορία»: συνομωσία κατά του νεαρού βασιλιά και της κυβέρνησης. Η δίκη-φιάσκο(αρχή 30/04-26/05/1834), διεξήχθη στο τούρκικο τζαμί του Ναυπλίου. Εισαγγελέας ήταν ο Βρετανός, Σκωτσέζος, Edward Mason, κατά τον ιστορικό Medelson, εμπαθής πολέμιος των ρωσόφιλων, του Κολοκοτρώνη και υποστηριχτής του δολοφόνου του Καποδίστρια, Γ. Μαυρομιχάλη. Ο Mason, αρχικά είχε έρθει στην Ελλάδα ως φιλέλληνας(1824). Δεν έκανε σχεδόν τίποτα για την Επανάσταση. Μετά την Ανεξαρτησία, άρχισε να δικηγορεί. Ο Όθωνας τον διόρισε καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αναμείχθηκε στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας, υπηρετώντας άριστα τα βρετανικά συμφέροντα. Υπερασπίστηκε τον Μαυρομιχάλη και κατηγόρησε τον Κολοκοτρώνη με το ίδιο μένος. Με την «δικαίωση» του φιλέλληνα «απελευθερωτή» αναμείχθηκε, εξοργιστικά, στις υποθέσεις των Ελλήνων, καθότι, όπως πολλοί άλλοι τέτοιοι «φιλέλληνες», το θεωρούσε δικαίωμά του! Ακόμα και να κρίνει την ζωή των μεγαλύτερων Αγωνιστών. Δεν διακατεχόταν από αίσθημα δικαιοσύνης. Με τεχνάσματα και ψευδομάρτυρες στην προανάκριση, προσπάθησε να φέρει στην δίκη την έκβαση που επιθυμούσε. Απέφυγε να αναζητήσει την αλήθεια, πίσω από την δίωξη του Κολοκοτρώνη. Διακήρυττε παντού την πίστη του για την ενοχή του Γέρου! Πίεζε, στο κελί της φυλακής τον στρατηγό, να ομολογήσει. Ο Κολοκοτρώνης τον αποστόμωσε, με την θυμοσοφία που τον διέκρινε(ιστορία λύκου και προβατίνας: ο λύκος, για να φάει την προβατίνα, της φώναζε, «μου θόλωσες το νερό της πηγής και δεν μπορώ να πιω»). Οι δικολαβισμοί του Mason στην δίκη είναι παροιμιώδεις. Καμιά κατηγορία του δεν έστεκε. Βασιζόταν σε ενδείξεις και αοριστίες, αλλά η εσχάτη προδοσία του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα ήταν ανύπαρκτη. Οι 115 μάρτυρες υπεράσπισης διέψευσαν τις κατηγορίες. Ο δικαστής Τερτσέτης, σε μυστικές διαβουλεύσεις, είπε ότι με τέτοιες κατηγορίες, δεν καταδικάζονται σε θάνατο ούτε 2 γάτοι! Οι κατηγορούμενοι, με απλή στολή και χωρίς στολή, οδηγήθηκαν στην αίθουσα, συνοδεία οργάνων τάξης και συνηγόρων. Οι χωροφύλακες πήραν τις θέσεις τους. Ο Κολοκοτρώνης, άλλη μια φορά, συγκλόνισε τους Έλληνες, όντας στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Όταν έδωσε την απάντηση στον δικαστή, για το επάγγελμά του «Στρατιωτικός! Κρατάω σαράντα εννιά χρόνους στο χέρι το ντουφέκι και πολεμώ για την πατρίδα!», ρίγος και δέος κατέλαβε και τους εχθρούς του. Στην δίκη φανερώθηκαν όλες οι παθογένειες της νεότερης Ελλάδας, που κυρίευσαν ως και τους πιο ευγενείς πατριώτες του Αγώνα. Πίσω από αυτούς, κρύβονταν οι δαίμονες της ευρωπαϊκής διπλωματίας(ιστορία που επαναλαμβάνεται ως σήμερα). Παρά την γενναία στάση, 2 από τους 5 δικαστές(Αναστάσιος Πολυζωίδης και Γέωργιος Τερτσέτης· τους πήγαν βίαια, σηκωτούς για να απαγγείλουν κατηγορίες), ο Κολοκοτρώνης και ο Πλαπούτας καταδικάστηκαν σε θάνατο. Φυλακίστηκε, στα 64 του, στο Παλαμίδι. Η ποινή, κατόπιν, μετετράπη σε 20ετή κάθειρξη. Έλαβε χάρη από τον ενήλικο πια Όθωνα(Μάιος 1835). Ήταν εξουθενωμένος από τις άθλιες συνθήκες της φυλακής και ρακένδυτος! Κατόπιν έφυγε για την νέα ελληνική πρωτεύουσα, Αθήνα, όπου έχτισε σπίτι(σημ. διασταύρωση οδών Κολοκοτρώνη και Λέκκα). Εκεί, αναγνωρίστηκε απ’ όλους για την συμβολή του στον Αγώνα. Έγινε στρατηγός και Σύμβουλος Επικρατείας. Τιμήθηκε με τον Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος, ορίστηκε μέλος της επιτροπής για την ανέγερση του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ήταν πιστός σύμβουλος του Όθωνα. Φύσει ανιδιοτελής, δεν επεδίωξε ποτέ προσωπικά οφέλη και ανταλλάγματα για την προσφορά του στην Ελλάδα. Πέθανε στην Αθήνα(04/02/1843), σε ηλικία 73 ετών, από εγκεφαλική συμφόρηση, μετά από γλέντι στα Ανάκτορα(σημ. Βουλή των Ελλήνων), για τον γάμο του γιου του Κολίνου. Ετάφη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Φτωχός σε υλικά αγαθά, αλλά πλούσιος από την αγάπη του λαού για ό,τι πρόσφερε στην πατρίδα, πρόλαβε να την δει ελεύθερη, μετά από ΚΑΙ ΔΙΚΟ του, πολύ, αγώνα, με όραμα, ήθος, πίστη και αυταπάρνηση. Εκείνα τα χρόνια γράφτηκαν τα «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ» του, που εκδόθηκαν το 1846 και είναι πολύτιμη πηγή για την Επανάσταση. Ετάφη με την στολή του αρχιστράτηγου. Στο πλευρό του, τοποθετήθηκε το σπαθί, με το οποίο ξεκίνησε την Επανάσταση, ο θώρακας, η περικεφαλαία, οι επωμίδες(υπηρεσία στα Επτάνησα). Η τούρκικη σημαία τοποθετήθηκε κάτω από τα τσαρούχια του, σε ένδειξη δόξας. Τα οστά του, διακομίσθηκαν(10/10/1930), στο Μνημείο των Προκρίτων, δίπλα στην πλατεία Άρεως της Τρίπολης. Στις 25/09/1993, τοποθετήθηκαν σε μυστική κρύπτη, στον ανδριάντα του Γέρου πάνω στο άλογό του, στο κάτω μέρος της πλατείας. Μνημειώδης έμεινε ο λόγος του στην Πνύκα, εκεί όπου στην κλασική εποχή συγκαλούταν η Εκκλησία του Δήμου(1838). Μίλησε στους νέους για την αξία της μόρφωσης, που οι Αγωνιστές, λόγω της σκλαβιάς δεν έλαβαν και το ένδοξο παρελθόν, αλλά και την αξία του σεβασμού στα θεία και το κράτος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου