Ο Θεόδωρος Λάσκαρης ήταν ο πρώτος αυτοκράτορας της Νίκαιας (1205-1222).
Ο Θεόδωρος Α' ήταν υιός του Μανουήλ Λάσκαρη (γεν.π.1140) και της
Ιωάννας Καράτζαινας (γεν.π.1148). Ήταν στρατιωτικός και γαμπρός του
αυτοκράτορα Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου (1195-1203). Γεννήθηκε γύρω στα 1175 και
όντας μέλος επιφανούς οικογένειας του Βυζαντίου προωθήθηκε γρήγορα σε
υψηλά στρατιωτικά αξιώματα, στα οποία και διακρίθηκε για την γενναιότητα
και τις ικανότητές του. Το 1204, την παραμονή της πτώσης της
Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους κατά τη Δ΄ Σταυροφορία και ενώ ο
Αλέξιος Ε΄ Μούρτζουφλος είχε εγκαταλείψει την Πόλη, ο λαός εξέλεξε ως
αυτοκράτορα τον αδελφό του Κωνσταντίνο Λάσκαρη. Οι συνθήκες όμως
οδήγησαν στη φυγή των Λασκαριδών από την Πόλη και τη διαφυγή τους στη
Μικρά Ασία. Εκεί την ηγεσία της αντίστασης ανέλαβε ο Θεόδωρος, ο οποίος
αφού κατάφερε να επιβληθεί στους Μικρασιάτες μεγιστάνες άρχισε τον
πόλεμο κατά των Σταυροφόρων, των συμμάχων τους Σελτζούκων Τούρκων και
των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας. Μεταξύ των προσφύγων από την Πόλη
συγκαταλεγόταν και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως με πολλούς κληρικούς,
έτσι γύρω στο 1208 στέφθηκε αυτοκράτορας. Οι επιτυχίες του, καθώς και
τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Λατίνοι στα Βαλκάνια από
τουςΒουλγάρους οδήγησαν τελικά στην υπογραφή συνθήκης ειρήνης το 1214
στο Nυμφαίο, με βάση την οποία οι Λατίνοι περιορίζονταν σε μια στενή
λωρίδα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία.
Η μάχη στην Αντιόχεια του Μαιάνδρου (γνωστή και ως μάχη του Alaşehir) είναι μια σημαντική σύγκρουση μεταξύ των Βυζαντινών της αυτοκρατορία της Νίκαιας και τωνΣελτζούκων Τούρκων. Έλαβε χώρα στην Αντιόχεια επί του ποταμού Μαιάνδρου (τουρκικά: Μεντερές), στη Φρυγία, τον Ιούνιο (πιθανά στις 17) του 1211. Η ήττα των Σελτζούκων σταθεροποίησε την εξουσία της αυτοκρατορίας της Νίκαιας στη δυτική Μικρά Ασία. Όταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία διαμελίστηκε από τους Σταυροφόρους το 1204, ο έκπτωτος αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ Άγγελος βρήκε καταφύγιο στην αυλή του Σελτζούκου σουλτάνου Καϊχοσρόη Α΄ (Kaykhusraw) στο Ικόνιο. Εν τω μεταξύ, ο Θεόδωρος Α' Λάσκαρης κατόρθωσε να εδραιώσει την εξουσία του στη δυτική Μικρά Ασία και, το 1208, ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας του Βυζαντίου (αν και στην ιστοριογραφία, επικράτησε το κράτος του να αποκαλείταιαυτοκρατορία της Νίκαιας). Ο Τούρκος σουλτάνος ενημέρωσε, διαμέσου πρεσβείας, τον Θεόδωρο για την άφιξη του πεθερού του Αλεξίου Γ΄ στο Ικόνιο, και τον κάλεσε να παραιτηθεί υπέρ του τελευταίου. Μετά την άρνηση του Θεόδωρου, ο σουλτάνος συγκέντρωσε στρατό και εισέβαλλε στα εδάφη της αυτοκρατορίας της Νίκαιας, την άνοιξη του 1211, συνοδευόμενος από τον Αλέξιο.
Ο Βυζαντινός αυτοκράτωρ της Νίκαιας συγκέντρωσε 2.000 άνδρες (από τους οποίους οι 800 ήταν αξιόμαχοι "Λατίνοι" Ιταλοί μισθοφόροι),. Άγνωστη παραμένει η αριθμητική δύναμη του σελτζουκικού στρατού, με τις βυζαντινές πηγές να δίνουν αριθμούς που θεωρούνται γενικά διογκωμένοι, ωστόσο σύγχρονος ιστορικός εκτιμά πως οι 20.000 που μαρτυρά ο Γρηγοράς είναι πιθανώς κοντά στην πραγματικότητα. Η βυζαντινή στρατιά, με γρήγορη πορεία, στρατοπέδευσε προς στιγμήν στη Φιλαδέλφεια της Λυδίας (σημ. Alaşehir) και κατόπιν κατέφθασε έξω από την Αντιόχεια, την οποία πολιορκούσαν οι Τούρκοι του Καϊχοσρόη. Η επίθεση ξεκίνησε από την πλευρά των Βυζαντινών, με το ιππικό των Λατίνων μισθοφόρων να επιτίθεται ορμητικά και να εξολοθρεύεται από τους Τούρκους. Ο υπόλοιπος στρατός του Λάσκαρη τράπηκε σε φυγή και οι νικηφόροι Τούρκοι έφτασαν μέχρι το βυζαντινό στρατόπεδο, όπου και σταμάτησαν για να το λεηλατήσουν. Έτσι δόθηκε η ευκαιρία στον υπόλοιπο βυζαντινό στρατό να ανασυγκροτηθεί και να εφορμήσει εναντίον των αποδιοργανωμένων Τούρκων. Σε μια φάση της μάχης, ο έφιππος Λάσκαρης μονομάχησε με τον ίδιο τον Καϊχοσρόη, ο οποίος επέβαινε σε άλογο χαρακτηριστικά μεγάλων διαστάσεων, και τον σκότωσε. Οι πηγές συμφωνούν ότι, αρχικά, ο Καϊχοσρόης χτύπησε και έριξε τον Λάσκαρη από το άλογό του αλλά κατόπιν ο δεύτερος κατάφερε να ρίξει κάτω τον Καϊχοσρόη, χτυπώντας τα πόδια του αλόγου του. Καθώς ο σουλτάνος ήταν πεσμένος στο έδαφος, αποκεφαλίστηκε από τον αυτοκράτορα, κατά τις βυζαντινές πηγές, ενώ ο Ibn Bibi, Πέρσης ιστορικός στην υπηρεσία των Σελτζούκων, αναφέρει πως σκοτώθηκε από Φράγκο μισθοφόρο του αυτοκράτορα. Ο σελτζουκικός στρατός τράπηκε σε φυγή και ο πρώην αυτοκράτορας Αλέξιος συνελήφθη, φυλακίστηκε και τελικά πέθανε κλεισμένος σε μοναστήρι. Μετά τη μάχη, οι Τούρκοι μετέφεραν τη σορό του σουλτάνου τους στο Ικόνιο, όπου και την έθαψαν στο βασιλικό μαυσωλείο, στο τέμενος του Alaeddin (γνωστό σήμερα και ως Μουσείο Μεβλανά). Ο στρατός του Λάσκαρη υπέστη βαρύτατες απώλειες, ειδικά στο λατινικό ιππικό του, το οποίο καταστράφηκε σχεδόν εντελώς. Έτσι ο Λάσκαρης δεν μπόρεσε να αποκρούσει επιτυχώς μεταγενέστερη επίθεση του Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και αναγκάστηκε να του παραχωρήσει εδάφη στην περιοχής της Προποντίδας (Μαρμαρά). Παρ' όλα αυτά, ο θάνατος του σουλτάνου και η διάλυση του στρατού του προσέδωσε σημαντικό γόητρο στον Λάσκαρη, ενώ η σύλληψη του Αλεξίου τερμάτισε την εσωτερική αντίδραση στην εξουσία του. Μετά τη μάχη, ο αυτοκράτορας έστειλε επιστολές σε όλες τις ελληνικές επαρχίες, αναγγέλοντας θριαμβευτικά τη νίκη του και ζητώντας να τον στηρίξουν ως νόμιμο αυτοκράτορα και μελλοντικό απελευθερωτή τους από τους Λατίνους. Η μάχη ελευθέρωσε την αυτοκρατορία της Νίκαιας από τη σελτζουκική πίεση και σύντομα ο γιος του Καϊχοσρόη Izz al-Din Kaykhaus έκλεισε ειρήνη με τον Λάσκαρη.
www.autokratoriatisnikaias.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου