O «Φιντέλιο» είναι μια δυνατή ιστορία αγάπης, με πολιτικό υπόβαθρο. Στη Σεβίλη του 18ου αιώνα, ο ισπανός επαναστάτης Φλορεστάν φυλακίζεται. Ο κακός διοικητής της φυλακής Πιζάρο διαδίδει ότι πέθανε. Η σύζυγος του Φλορεστάν, η όμορφη και πιστή Λεονώρα, δεν το πιστεύει. Μεταμφιεσμένη σε άνδρα, φροντίζει να προσληφθεί ως δεσμοφύλακας με το όνομα Φιντέλιο, για να τον σώσει.
Ο «Φιντέλιο» παίδεψε πολύ τον Μπετόβεν. «Απ’ όλα τα παιδιά μου, αυτό είναι που μου προξένησε τις μεγαλύτερες ωδίνες, που μου προξένησε τη μεγαλύτερη λύπη· γι’ αυτό είναι και το πιο αγαπημένο μου» είπε κάποτε ο συνθέτης για τη μοναδική του όπερα. Έγραψε 16 διαφορετικές παραλλαγές της πρώτης άριας του Φλορεστάν, 346 σελίδες μουσικής και 4 διαφορετικές εισαγωγές. Αρχικά, η όπερα είχε τον τίτλο «Λεονώρα», αλλά χρειάστηκε να μετονομαστεί, γιατί κυκλοφορούσαν ήδη πολλές όπερες με τον ίδιο τίτλο. Έμειναν μόνο με το όνομα αυτό οι τρεις εισαγωγές (Λεονώρα αρ. 1, 2 και 3), που παίζονται ως αυτόνομα έργα, με δημοφιλέστερη την υπ’ αριθμόν 3, που θεωρείται καλύτερη και από την Εισαγωγή του «Φιντέλιο».
Το γερμανικό λιμπρέτο του «Φιντέλιο» γράφτηκε από τον αυστριακό δικηγόρο και σκηνοθέτη Γιόζεφ Ζονλάιτνερ (1766-1835) και βασίστηκε σ’ ένα προγενέστερο του γάλλου συγγραφέα Ζαν-Νικολά Μπουγί (1763-1842) για την όπερα «Λεονώρα» (1798) του γάλλου συνθέτη Πιερ Γκαβό (1761-1825) και την όπερα «Λεονώρα» (1804) του ιταλού συνθέτη Φερντινάντο Παέρ (1771-1839). Το λιμπρέτο του Μπουγί ταίριαζε στην αισθητική και τις πολιτικές απόψεις του ουμανιστή Μπετόβεν. Είναι μια ιστορία προσωπικής θυσίας, ηρωισμού και θριάμβου, συνηθισμένα θέματα στα έργα του Μπετόβεν της μέσης περιόδου. Είναι η ιστορία ενός συνηθισμένου άνδρα και μιας συνηθισμένης γυναίκας, με ασυνήθιστες, όμως, αρχές και γενναιότητα. Στον «Φιντέλιο» είναι αυτοί που γράφουν τη μοίρα τους, ούτε ο ένας θεός, ούτε οι πολλοί θεοί.
Ο «Φιντέλιο» σε τρεις πράξεις πρωταπαρουσιάστηκε κάτω από δύσκολες συνθήκες στη Βιέννη στις 20 Νοεμβρίου του 1805, όταν ο Ναπολέων είχε καταλάβει την πρωτεύουσα των Αψβούργων. Το κοινό δεν υποδέχθηκε θερμά το έργο, ούτε και ο συνθέτης έμεινε ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. Με την προτροπή φίλων του αναθεώρησε το έργο, έχοντας τη βοήθεια του λιμπρετίστα Στέφαν φον Μπρόινιγκ (1774-1827). Το περιόρισε σε δυο πράξεις και έγραψε νέα εισαγωγή («Λεονώρα αρ. 3»). Η εκδοχή αυτή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 29 Μαρτίου 1806 στη γαλλοκρατούμενη Βιέννη, με κάπως μεγαλύτερη επιτυχία.
Ο Μπετόβεν συνέχισε να ασχολείται με τον «Φιντέλιο» και με τη συνεργασία του λιμπρετίστα Γκέοργκ Φρίντριχ Τράιτσκε (1776-1842) παρουσίασε την τρίτη και οριστική εκδοχή του έργου στις 23 Μαΐου του 1814. Ανάμεσα στους θεατές ήταν και ο 17χρονος μαθητής Φραντς Σούμπερτ, που αναγκάστηκε να πουλήσει τα σχολικά του βιβλία για να εξασφαλίσει ένα εισιτήριο της παράστασης. Τη συναυλία διηύθυνε ο ίδιος ο Μπετόβεν, που ήταν σχεδόν κουφός, με τη βοήθεια του αυστριακού μαέστρου και βιολονίστα Μίκαελ Ούμλαουφ (1781-1842). Το κοινό αποθέωσε τον Μπετόβεν και από τότε ο «Φιντέλιο» συγκαταλέγεται στα κορυφαία έργα του λυρικού ρεπερτορίου.
Η πρεμιέρα του «Φιντέλιο» στην Ελλάδα δόθηκε στις 14 Αυγούστου 1944 στο Ηρώδειο από τη Λυρική Σκηνή, με τη νεαρή τότε Μαρία Κάλλας στο ρόλο της «Λεονώρας». Το λιμπρέτο στα ελληνικά μετέφρασε η Βέτα Πεζοπούλου. Ήταν οι τελευταίες ημέρες της γερμανικής κατοχής και το κοινό της παράστασης συνέδεσε την υπόθεση της όπερας με την κατάσταση της εποχής. Ξέσπασε σε χειροκροτήματα στο χορωδιακό των φυλακισμένων: «Τι ευχαρίστηση να αναπνέει κανείς ελεύθερα στην ύπαιθρο! Μόνο εδώ είναι η ζωή, η φυλακή είναι τάφος». Το κοινό τραγουδούσε στην αρχή με τους χορωδούς, ενώ στο τέλος του κομματιού κοινό και χορωδοί φώναξαν την λέξη «Λευτεριά».
Τα Πρόσωπα του Έργου
- Δον Φερνάντο, υπουργός (βαρύτονος)
- Δον Πιζάρο, διευθυντής της φυλακής (βαρύτονος)
- Φλορεστάν, ένας φυλακισμένος ευγενής (τενόρος)
- Λεονώρα (Φιντέλιο), η πιστή του σύζυγος του Φλορεστάν (σοπράνο)
- Ρόκο, δεσμοφύλακας (βαθύφωνος)
- Μαρτσελίνα, κόρη του δεσμοφύλακα (σοπράνο)
- Ζακίνο, φύλακας της πύλης (τενόρος)
- Πρώτος Κατάδικος (τενόρος)
- Δεύτερος Κατάδικος (βαθύφωνος)
Αξιοσημείωτες στιγμές του «Φιντέλιο»
- Άρια του Πιζάρο: «Ha, Welch ein Augenblick!» («Αχά, να η στιγμή επιτέλους!»)
- Άρια της Μαρτσελίνα: «O wär' ich schon mit dir vereint» («Ω, ας ήμουνα κιόλας μαζί σου ενωμένη»)
- Άρια της Λεονώρας:«Abscheulicher! Wo eilst du hin? («Τέρας! Που πας με τόση βιασύνη»;»)
- Χορωδιακό των Φυλακισμένων: «O welche Lust, in freier Luft» («Ω τι χαρά, στον καθαρό αέρα»)
- Άρια του Φλορεστάν: «Gott! Welch Dunkel hier! Ο grauenvolle Stille» («Θεέ μου! Τι σκοτάδι εδώ! Ω, τι φριχτή σιωπή»)
- Ντουέτο της Λεονώρας και του Φλορεστάν: «O namelose Freude!» («Ω ανείπωτη χαρά!»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου