Αναμφισβήτητα, η Ουάσινγκτον, παραμένει και μετά τον Ψυχρό Πόλεμο η πιο ισχυρή μονάδα της διεθνούς πολιτικής. Οι ΗΠΑ διατηρούν συντελεστές ισχύος, τόσο σε επίπεδο εύρους, όσο και σε επίπεδο βάθους, που καμία άλλη δύναμη δεν διατηρεί στο διεθνές σύστημα. Ο Stephen Walt, στο βιβλίο Στρατηγικές αντίστασης στην Ηγεμονία των ΗΠΑ, αναφέρει πως δεν έχει εμφανιστεί στο ρου της ιστορίας άλλη κυρίαρχος δύναμη του εκάστοτε διεθνούς συστήματος που να κατέχει την πρωτοκαθεδρία σε όλους τους τομείς όπου υφαίνεται η ισχύς. [1] Η αλλαγή της δομής του διεθνούς συστήματος μετά την κατάρρευση και τον κατακερματισμό της Ε.Σ.Σ.Δ, έφερε τις ΗΠΑ να διαθέτουν όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να αποδώσουν σε αυτές τον χαρακτηρισμό της «υπερδύναμης». Προσωρινά, και μέχρι τα τέλη της τελευταίας δεκαετίας του 20ου αιώνα, οι ΗΠΑ, δεν ένιωθαν κάποια απειλή. Η υπερδύναμη διατηρούσε το μονοπώλιο των μεγάλων αποφάσεων για το πώς θα διευθετηθεί το χάος που έφερε ο κατακερματισμός της Ε.Σ.Σ.Δ.
Η ανάγκη για μια νέα στρατηγική χάραξης εξωτερικής πολιτικής, έμοιαζε κάτι παραπάνω από αναγκαία μετά την 9/11 και τις ολέθριες εμπλοκές των ΗΠΑ σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Η διαλεκτική σχέση που έχει η χρήση της ισχύος με την εκάστοτε υφή των προκλήσεων/προβλημάτων, δεν έπαψε ποτέ να ισχύει. Τί άραγε άλλαξε στις ΗΠΑ και πώς αυτό αποτυπώνεται την τελευταία επταετία; Γιατί ο Πρόεδρος Ομπάμα κατηγορείται ως ο μόνος Πρόεδρος των ΗΠΑ που δε διατύπωσε δόγμα αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής; Προς τα πού βαδίζουν οι ΗΠΑ και τί σχέση έχουν με την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία;
Η λατρεία στην αρχαία Αθήνα, στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και στα Ελληνιστικά Βασίλεια.
Οι ΗΠΑ, δεν έχουν σταματήσει να βλέπουν τις δραστηριότητές τους σα να βρίσκονται σε απόσταση από τον υπόλοιπο κόσμο, με τον οποίον διαχωρίζονται από δύο ωκεανούς. Μολονότι διαφώνησαν έντονα με τις πολιτικές της «μιαρής Ευρώπης» του jus ad bellum και της αποικιοκρατίας, δεν έπαψαν στιγμή να προκαλούν το ερώτημα που ο Niall Ferguson θέτει, (Hegemony or Empire?, Foreign Affairs 2003) αν αποτελούν μια ηγεμονική δύναμη ή μια αυτοκρατορία.
Eίναι πολύ σημαντικό να δούμε την επιρροή που δέχτηκαν οι ΗΠΑ στην κουλτούρα της εξωτερικής τους πολιτικής, εκτός από τη βρετανική. Η αρχαία Αθήνα ως ναυτική δύναμη και ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, δεν έπαψαν να γοητεύουν τους Αμερικανούς λήπτες αποφάσεων. Για το πώς η στρατηγική της άμεσης προσέγγισης μπορούσε να λειτουργήσει υπέρ τους, έδιναν προσοχή στην ιστορία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Για τον τρόπο με τον οποίον μωσαϊκά λαών και εθνοτήτων μπορούν να λειτουργήσουν με προστιθέμενη αξία σε μια μεγάλη χώρα, έδιναν μεγάλη βαρύτητα στα Ελληνιστικά Βασίλεια.
Η άμεση προσέγγιση, που ξεκίνησε από τον Κόλπο και τα Βαλκάνια και έφτασε στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, κατέδειξε τις αδυναμίες εφαρμογής της στο σύγχρονο διεθνές πολιτικό περιβάλλον. Ξαφνικά, οι ΗΠΑ έθεσαν το ερώτημα του μέλλοντός τους, εκείνο το ερώτημα που θέτουν κάποια στιγμή όλες οι δυνάμεις που κρατούν την πρωτοκαθεδρία. Αφού η πρωτοκαθεδρία επετεύχθη, πώς αυτή θα διατηρηθεί; Πώς θα γλιτώσει από τη νομοτέλεια του κορεσμού και θα αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος;.[2]
Σε αυτό το ερώτημα, η ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, έρχεται να δώσει απαντήσεις για τις στρατηγικές που χρησιμοποίησε έτσι ώστε να επιβιώσει έντεκα αιώνες (ασύλληπτο χρονικό διάστημα) ως δύναμη του διεθνούς συστήματος. Με άλλα λόγια, ο Edward Luttwak και το έργο του TheGrand Strategy of The Byzantine Empire, έχει πείσει αρκετούς δρώντες στις ΗΠΑ ότι το αμερικανικό μέλλον, βρίσκεται στο βυζαντινό παρελθόν. Τί βλέπουν οι ΗΠΑ στο Βυζάντιο; Τί επιθυμούν να μάθουν από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία;
Το νέο πολυπολικό σύστημα και ο κόσμος της έμμεσης προσέγγισης.
Ο Σουν Τσου, θεωρείται πατέρας της έμμεσης προσέγγισης. Το ερώτημα της έμμεσης προσέγγισης, μοιάζει να είναι πολύ πιο κοντά στην οικονομική επιστήμη που αναζητά τους τρόπους όπου η οικονομική θυσία, θα είναι πολύ πιο σύντομη-χρονικά- και ελάσσονος κόστους από το πραγματικό/προσδοκώμενο κέρδος. Η νίκη σε πόλεμο χωρίς να υπάρξει μάχη, είναι η πεμπτουσία του τελικού στόχου της έμμεσης προσέγγισης. Βεβαίως, υπάρχουν και άλλοι σύγχρονοι Βρετανοί στοχαστές, όπως είναι ο Lidell Hart (βλ. The Weight of History).
Η άνοδος του πολυπολικού κόσμου (ακόμη, σχετικά σταθερού) είναι λογικό να επαναδιανέμει τα μερίδια ισχύος μεταξύ των δυνάμεων. Με αυτόν τον τρόπο, οι συντελεστές ισχύος αποκτούν μεγαλύτερη σπανιότητα και η διάθεση πόρων από μία δύναμη για διεξαγωγή πολέμων, γίνεται δυσκολότερη, σε αυτή τη φάση. Άρα η διεξαγωγή των εχθροπραξιών, θα ήταν κερδοφόρα αν γινόταν με εναλλακτικούς τρόπους. Έτσι, στις ΗΠΑ της αυγής του 21ου αιώνα, γίνονται προσπάθειες προκειμένου η σχετική απώλεια ισχύος που παρουσιάζουν, να μετατραπεί σε ευκαιρία ανασυγκρότησης που θα επαυξήσει την ισχύ τους.[3]
Πώς μπορεί όμως να βοηθήσει πρακτικά τις ΗΠΑ το δίδαγμα επιβίωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας; Ο Edward Luttwak, θέτει το πλαίσιο του κεντρικού επιχειρήματος της μεταφοράς των βυζαντινών πρακτικών στο παρόν με τον παρακάτω, έξοχο τρόπο : «Η μεγαλοφυία της Βυζαντινής Υψηλής Στρατηγικής, έγκειται στη μετατροπή της ύπαρξης πολλών εχθρών, σε βυζαντινό πλεονέκτημα, ενεργοποιώντας την χρησιμότητα της διπλωματίας, της απάτης, της δωροδοκίας και της θρησκείας, προκειμένου να κάνει τους εχθρούς να πολεμούν ο ένας τον άλλον, εκτός από το να πολεμούν την ίδια τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία».[4]
Γύρω από αυτό το επιχείρημα-προτροπή, (προτροπή προς τις ΗΠΑ από τον Luttwak) υπάρχει η δυνατότητα να μπορέσουμε να υποθέσουμε τον τρόπο με τον οποίον οι ΗΠΑ θα συμπεριφέρονταν στις διεθνείς τους υποθέσεις, προσεγγίζοντας -τηρουμένων των όποιων αναλογιών- τον βυζαντινό τρόπο σκέψης. Ο σκοπός διακρίνεται από τα μέσα, όπως η στρατηγική από την τακτική. Ωστόσο, ο σκοπός καθορίζει τα μέσα της υλοποίησής του. Ποιός είναι ο στόχος των ΗΠΑ για τον επόμενο αιώνα;
Στις 8 Μαρτίου του 1992, διέρρευσε στον αμερικανικό Τύπο, ένα πολύ σημαντικό έγγραφο από το αμερικανικό Πεντάγωνο. Εντός αυτού, αναγράφεται: «Ο πρώτος αντικειμενικός σκοπός μας είναι να εμποδίσουμε την επανεμφάνιση ενός νέου αντιπάλου…ο οποίος θέτει απειλή του είδους και της κλίμακας που είχε θέσει στο παρελθόν η Σοβιετική Ένωση…Το νέο επίκεντρο που πρέπει να έχει τώρα η στρατηγική μας είναι η παρεμπόδιση της εμφάνισης οποιουδήποτε δυνητικού πλανητικού ανταγωνιστή».[5] Με άλλα λόγια, ο έλεγχος οποιασδήποτε πολιτικής αναθεώρησης του παγκόσμιου status quo που θα δώσει την ευκαιρία στις ΗΠΑ να έχουν διάρκεια ως συντηρητική δύναμη του διεθνούς συστήματος.
Ομοίως με τον S. Walt, ο ιδρυτής του Stratfor, George Friedman στο έργο του Τα Επόμενα 100 Χρόνια, αναφέρει : «Όποια παροδικά προβλήματα κι αν έχουν οι ΗΠΑ, ο πιο σημαντικός παράγων στις παγκόσμιες σχέσεις είναι η τεράστια ανισορροπία οικονομικής, στρατιωτικής, και πολιτικής ισχύος (…)Αλλά έχω και ένα πιο ευρύ, πιο αναπάντεχο επιχείρημα: Οι ΗΠΑ, βρίσκονται μόλις στην αρχή της δύναμής τους. Ο εικοστός πρώτος αιώνας, θα είναι ο αμερικανικός αιώνας».[6] Συμπληρωματικά, και πάλι από τον J.J Mearsheimer, διαβάζουμε πως «(…) Μόνο η απειλή ενός ανταγωνιστή ηγεμόνα είναι πιθανό να προσφέρει επαρκές κίνητρο στις ΗΠΑ για να ρισκάρουν εμπλοκή σε έναν μακρινό πόλεμο μεγάλων δυνάμεων. Οι ΗΠΑ είναι ένας υπερπόντιος εξισορροπιστής, όχι ο σερίφης του κόσμου». [7]
Προσπαθώντας να αθροίσουμε τα δύο επιχειρήματα/προβλέψεις των δύο, θα διακρίνουμε πως οι ΗΠΑ, βρίσκονται σε μια μετάβαση ορθολογικής χρήσης της ισχύος τους μέσα σε ένα λιγότερο συμμετρικό περιβάλλον από αυτό που λάμβανε χώρα στον Ψυχρό Πόλεμο.
Έτσι λοιπόν, οι ΗΠΑ, εξετάζουν πλέον στην πράξη τα Βυζαντινά Δόγματα Εξωτερικής Πολιτικής. Στις ΗΠΑ, εκείνοι που ανήκουν στην παρεμβατική σχολή σκέψης και θεωρούν πως οι ΗΠΑ οφείλουν να είναι ο «σερίφης» του κόσμου, αντιμετωπίζουν την κριτική από όσους θεωρούν την εμπλοκή των ΗΠΑ σε Ιράκ και Αφγανιστάν, ένα μάθημα του Βιετνάμ που ποτέ δεν έγινε βίωμα. Αυτό, θα θύμιζε το Δόγμα της Βυζαντινής Εξωτερικής Πολιτικής, το Imperium Romanum. Σύμφωνα με αυτό, ο «Ρωμαίος», έχεις το ιερό καθήκον να φροντίζει για την ανθρωπότητα, και θυμίζει τη θέση του Βιργιλίου «Μα σύ Ρωμαίε, θυμήσου, τους λαούς θα κυβερνάς, θα θεμελιώσεις τους κανόνες της ειρήνης, στους νικημένους θα είσαι μεγαλόκαρδος, στους αλαζόνες τιμωρός, αυτές θα είναι οι δικές σου τέχνες».
Ο Fullbright, εξηγεί αυτήν την πανηγυρικού τύπου φράση ως «η δύναμη τείνει να ταυτιστεί με την αρετή και ένα μεγάλο έθνος είναι ιδιαίτερα επιρρεπές στην ιδέα οτι η δύναμή του, είναι στοιχείο θεϊκής εύνοιας, που το επιφορτίζει με μια μεγάλη ευθύνη για την τύχη άλλων εθνών (…) και πώς θα τα αναπλάσει κατά την ίδιαν αυτού, λαμπρή εικόνα και ομοίωση».[8]
Η «εξάπλωση της δημοκρατίας» και το «ιερό» καθήκον των ΗΠΑ να παρέμβουν προκειμένου να καταφέρουν καίριο χτύπημα στη διεθνή τρομοκρατία, (βλ. «άξονας του κακού», κράτη υποθάλπτοντα τη διεθνή τρομοκρατία και όσα ακολούθησαν τον μανιχαϊστικό διαχωρισμό του κόσμου μετά την 11η Σεπτεμβρίου)[9] δεν απέφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Εν πολλοίς, εδώ οφείλεται και η αλλαγή στάσης του Προέδρου Ομπάμα στα όσα αφορούν το Ισλάμ και τον Αραβικό Κόσμο, κυρίως σε επίπεδο προσέγγισης. Όπως έγινε και με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ, έτσι και οι ΗΠΑ, πλήρωσαν αρκετά ακριβά τον παρεμβατισμό τους στα χρόνια της προεδρίας Μπους.
Το Δόγμα της Βυζαντινής Κοινοπολιτείας, φαίνεται να έχει περισσότερο ενδιαφέρον για το μέλλον των ΗΠΑ. Με πολύ μεγάλη προσοχή, η σημερινή χρήση των διεθνών οργανισμών στους οποίους οι ΗΠΑ διαδραματίζουν το σημαντικότερο ρόλο, θα μπορούσε να αποφέρει επανακαθορισμό εχθρών και φίλων. Η πρακτική που υπαγορεύεται από την Ηγεμονική Σταθερότητα, σύμφωνα με την οποία ο Ηγεμόνας οφείλει να παρέχει συλλογικά αγαθά στους ακολούθους και στους λιγότερο ισχυρούς, βρίσκεται πιο κοντά σε αυτό το Βυζαντινό Δόγμα. Εδώ, προκύπτουν άλλα ερωτήματα: Με ποιόν τρόπο αυτή η παροχή συλλογικών αγαθών δε θα καταστεί ζημιογόνα για τις ΗΠΑ; Πώς θα αντιμετωπιστούν επίδοξοι, νέοι παροχείς τέτοιων αγαθών;
Όταν ο Κέρβερος, δεν ελέγχεται από τον Άδη: Τα αμερικανικά λάθη στην έμμεση προσέγγιση, με βυζαντινές διόπτρες.
Η μελέτη της ιστορίας για μια «νεαρά» δύναμη στις διεθνείς υποθέσεις, είναι πάντα επώδυνη. Άλλωστε, η ιστορία είναι αυτή που τελικά επιλέγει τους ίδιους της τους μαθητές.
Τα μαθήματα που εξετάζουν οι ΗΠΑ, δεν προέρχονται μόνο από την τυπολογία Βιετνάμ, Ιράκ και Αφγανιστάν. Η μη προσεγμένη άμεση προσέγγιση εμπλοκής είναι εύλογο να οδηγήσει σε δύσκολη απεμπλοκή και σε καταστάσεις οι οποίες θα ήταν εξαιρετικά δυσάρεστες στον Σουν Τσου και στον μέσο Βυζαντινό λήπτη αποφάσεων. Σε μιας άλλης μορφής σύστημα από το σημερινό, σε αυτό που έλαβε χώρα στον Ψυχρό Πόλεμο, οι ΗΠΑ έχουν να εξετάσουν τρία παραδείγματα τα οποία μολονότι συνεισέφεραν στη νίκη χωρίς μάχη επί της ΕΣΣΔ, έφεραν δυσάρεστες εκπλήξεις μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Η πρώτη, αφορά την Ευρώπη. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ δεν εισάκουσαν επαρκώς τις ανησυχίες των υπό ανασυγκρότηση –τότε- ευρωπαϊκών δυνάμεων για το ζήτημα της Γερμανίας. Η Δυτική Γερμανία, επιλέχθηκε για γεωπολιτικούς λόγους, να γίνει το δυτικό παράδειγμα, η θετική εμπειρία των αμερικανικών κανόνων οικονομίας, στα σύνορα με τη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Οι ΗΠΑ, βοήθησαν σημαντικά τη Γερμανία, προσπαθώντας να αποφύγουν τα λάθη των Βερσαλλιών.
Το γερμανικό οικονομικό θαύμα, συντελούνταν παράλληλα με το χτίσιμο των πρώτων θεμελίων του οικοδομήματος της σημερινής Ε.Ε. Όσο η Γερμανία χρησίμευε σαν ανάχωμα στη σοβιετική επιρροή, η ίδια, κατάφερε να εδραιώσει την κυριαρχία της στην Ευρώπη. Σήμερα, η Γερμανία μπορεί με τον Υπουργό Οικονομικών της, να πει στον Αμερικανό ομόλογό του δια τηλεφώνου: «Αν έχετε 50 δις ευρώ, δώστε τα στους Έλληνες, αλλιώς δεν μπορούμε να ακούμε υποδείξεις». Η ενδυνάμωση συμμάχων κάτω από αυτήν την «Κοινοπολιτεία» (αν κάνουμε προσεκτική αναγωγή στο Βυζαντινό Δόγμα) έφυγε από τον αμερικανικό έλεγχο. Σε αυτό το διάστημα, η Γερμανία όχι μόνο ενίσχυσε τη διεθνή της θέση αλλά και μέχρι το ζήτημα της Ουκρανίας, διατηρούσε ειδικές σχέσεις με τη Ρωσία.
Το ζήτημα της Κίνας, ήταν παρεμφερές. Η Τριγωνική Διπλωματία του Nixon, έδωσε στις ΗΠΑ το γεωπολιτικό βάθος έτσι ώστε να εγκλωβίσει την Ε.Σ.Σ.Δ. Η Κίνα, γι’ αυτήν την παροχή υπηρεσιών, κατοχύρωσε την έδρα της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και έγινε νόμιμη πυρηνική δύναμη. Αντί της Ε.Σ.Σ.Δ, έγινε εκείνη η ηγέτιδα δύναμη του Τρίτου Κόσμου και εξασφάλισε χρόνο και πόρους προκειμένου να χτίσει αυτό που μέχρι λίγο καιρό πριν, ονομαζόταν «κινεζικό οικονομικό θαύμα». Σήμερα, η Κίνα, αποτελεί εκείνη τη δύναμη που διαθέτει τα χαρακτηριστικά που είναι πιθανό να την καταστήσουν, αναθεωρητική δύναμη του διεθνούς συστήματος.
Σε άλλη κλίμακα, παρεμφερή πολιτική εφάρμοσαν οι ΗΠΑ με την Τουρκία. Η ξαφνική απώλεια του Ιράν, μεγιστοποίησε τη γεωπολιτική δυναμική της Τουρκίας που έγινε ο «νοτιοανατολικός συνοριοφύλακας» του ΝΑΤΟ. Από το 2003 και μετά, η Τουρκία αποφάσισε να επανεξετάσει τη σχέση «μηχανής-μοχλού» που διατηρούσε με τις ΗΠΑ και εντός πλαισίων της τριγωνικής σχέσης μεταξύ ΗΠΑ-Ισραήλ και της ίδιας, προσπαθώντας να δημιουργήσει μια δική της περιφερειακή πολιτική. Το κοινό μάθημα, θα μπορούσε να συνοψισθεί στη φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή του Γηραιού, όταν για την υφή των διεθνών σχέσεων, είχε πει:«Η ιστορία, στηρίζεται στο να δαγκώνει κανείς το χέρι που τον ταϊζει». Σε αυτή τη φράση, βρίσκεται και η σημαντική λεπτομέρεια ορισμένων αμερικανικών λαθών πάνω στην ίδια την εφαρμογή της έμμεσης προσέγγισης, έστω και σε ένα άλλον τύπο διεθνούς συστήματος. Ωστόσο, τα προβλήματα, κληροδοτήθηκαν και στο νέο, μεταβατικό διεθνές σύστημα.
Λιγότερο κοστοβόρες παροχές, μικρότερα κράτη, πιο διακριτική παρέμβαση.
Το πόσο χρήσιμη μπορεί να γίνει η Βυζαντινή Ιστορία για τις ΗΠΑ, είναι ένα ζήτημα που μπορεί να το εξηγήσει με πολύ σπουδαίο τρόπο, ένας από τους εμπνευστές αυτής της συζήτησης που γίνεται στις ΗΠΑ, και φαίνεται ήδη να κερδίζει έδαφος σε κάποιον βαθμό. Το βίντεο του Edward Luttwak, παρατίθεται στις παραμπομπές.[10] Στην ίδια παραπομπή, και μέσα στην ομιλία του, ο Luttwak λέει πως «η στρατηγική είναι η τέχνη του παράδοξου (…) οι Βυζαντινοί κατείχαν στρατηγική κουλτούρα (…) Οι ΗΠΑ οφείλουν να μάθουν να αναγνωρίζουν τους εχθρούς και τους φίλους τους».
Με βάση δύο επίπεδα ανάλυσης, την πορεία του εσωτερικού πολιτικό-οικονομικού κόσμου των ΗΠΑ και το πώς αυτό θα αλληλεπιδρά με το σύγχρονο διεθνές σύστημα, αναμένουμε από τις ΗΠΑ να μην ακολουθήσουν έντονες παρεμβάσεις που θα θυμίζουν την άμεση προσέγγιση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Περίπου δύο χρόνια πριν, ο Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα, ανακοίνωσε τη μείωση του αμερικανικού προϋπολογισμού αναφορικά με τους εξοπλισμούς των ΗΠΑ. Εκτός από τις αντιδράσεις (μην ξεχνάμε οτι ο εκάστοτε Πρόεδρος των ΗΠΑ, είναι αρχηγός μιας τεράστιας γραφειοκρατίας) ο Ομπάμα στην ανακοίνωσή του, δεν ξέχασε να αναφέρει πως: «οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν στρατό σε τρία διαφορετικά μέρη του κόσμου και να μπορούν να ανταπεξέλθουν απέναντι σε οποιαδήποτε απειλή από άλλο κράτος ή από συνασπισμό κρατών». Η αποτρεπτική φήμη, είναι αποτέλεσμα του ήδη ισχυρού εξοπλισμού των ΗΠΑ. Η απειλή χρήσης βίας ( και όχι η χρήση της) και το χτίσιμο της στρατηγικής αποτρεπτικής φήμης, αποτελούσαν θεμέλιους λίθους στη βυζαντινή στρατηγική κουλτούρα.
Η στρατηγική της εξωτερικής εξισορρόπησης, (δημιουργία συμμαχιών) διέκρινε τους βυζαντινούς λήπτες απόφασης. Η λύση της άντλησης ιδίων πόρων, ήταν δυνατή κατά τους περισσότερους αιώνες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (αυτοβοήθεια, σύμφωνα με τους πραγματιστές). Παρόλα αυτά, ειδικά με το Δόγμα της Κοινοπολιτείας, η Αυτοκρατορία επέλεγε τη μείωση του κόστους ενός πολέμου «Ρωμαϊκού» τύπου, μέσω στρατηγικών που ανήκουν στην οικογένεια της στρατηγικής έμμεσης προσέγγισης.
Οι ΗΠΑ, αναμένουμε πως θα παραμείνουν σε θέση υπερπόντιου εξισορροπητή. Επομένως, οι επεμβάσεις τους θα γίνονται με βάση την εικόνα της εκάστοτε περιφέρειας που μπορεί να αναδείξει κάποιον πιθανό, πλανητικό ηγεμόνα. Σαν σύστημα εξισώσεων όπου παράλληλα εξελίσσεται η διαδικασία επίλυσης και των δύο, συντρέχουν δύο τινά: 1. Η δύναμη που θα πετύχει περιφερειακή ηγεμονία στην περιοχή της, θα μπορεί να επιδιώξει μέσα από την εκμετάλλευση αυτής της δεσπόζουσας θέσης, την σταδιακή αναθεώρηση του διεθνούς συστήματος. 2. Τόσο για την επίτευξη περιφερειακής ηγεμονίας, όσο και για την αναθεώρηση της ιεραρχίας στο διεθνές σύστημα, η όποια οικονομική ισχύς θα πρέπει να μετατραπεί σε πολιτικό-στρατιωτική. Επομένως, χώρες με μεγάλα πλεονάσματα, είναι πιθανότερο να βρεθούν στη θέση διεκδίκησης τόσο περιφερειακής ηγεμονίας, όσο και αναθεώρησης του διεθνούς status quo. Αυτή είναι και η διαφορά που επισημαίνει και ο Luttwak. Προκρίνει την ανάσχεση (κατά τον Βυζαντινό τρόπο) και όχι την προσπάθεια σύγκρουσης με τον εχθρό ή την επιδίωξη καταστροφής του. Ένας εχθρός, μπορεί να φανεί χρήσιμος στο να εξουδετερώσει κάποιον άλλον. Ας δούμε όμως τις πιθανές μορφές παρεμβάσεων των ΗΠΑ τα επόμενα χρόνια, μορφές που χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Πρόκληση πολέμου για κατατριβή τρίτων και Κατατριβή Τρίτων.
Πρόκειται για μια στρατηγική η οποία φέρνει ευνοϊκή ανισότητα υπέρ της δύναμης που την προκαλεί. Η φθορά των αντιπάλων, μειώνει την απόλυτη ισχύ τους και έτσι μολονότι η ισχύς της δύναμης που την προκάλεσε, παραμένει σταθερή, η ανισότητα την ευνοεί. [11] Ο παρατεταμένος πόλεμος, σημαίνει μεγαλύτερη φθορά για τις χώρες που εμπλέκονται στην εχθροπραξία και έτσι η ανισότητα μεγαλώνει περισσότερο. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η κατατριβή τρίτων είναι η ίδια στρατηγική με την πρόκληση πολέμου για κατατριβή τρίτων, με τη διαφορά ό,τι η δεύτερη, ομοιάζει με έναν αντιπερισπασμό διαρκείας.
Στον χρόνο που θα αναλώσουν οι αντιμαχόμενοι, δε θα φθαρεί μόνο η δική τους ισχύς αλλά εκείνος που την προκάλεσε (με οποιονδήποτε τρόπο και οποιαδήποτε μορφή) θα έχει το χρόνο να επαυξήσει τη δική του, απόλυτη ισχύ. Έτσι, οι Βυζαντινοί, θα λάτρευαν τον Χάρι Τρούμαν, ο οποίος ως γερουσιαστής, τον Ιούνιο του 1941 είπε : «Αν δούμε οτι η Γερμανία κερδίζει, πρέπει να βοηθήσουμε τη Ρωσία, και αν η Ρωσία κερδίζει, πρέπει να βοηθήσουμε τη Γερμανία, και κατ’ αυτόν τον τρόπο να τους αφήσουμε να σκοτώνονται όσο το δυνατόν περισσότερο». [12]
Στρατηγικές για αναχαίτιση επιτιθέμενων.
Ορισμένες φορές, αναρωτιόμαστε γιατί οι μεγάλες δυνάμεις πηγαίνουν σε ορισμένες περιοχές όπου η εκμετάλλευση πόρων και το προσδοκόμενο όφελος, είναι μικρότερο από το κόστος. Τότε, είναι αναγκαία μη πραγματιστική η επέμβαση ή η εκστρατεία; Αν ο στόχος είναι η απόκτηση κάποιου συντελεστή ισχύος που μπορεί στη δύναμη που επεμβαίνει να μη χρειάζεται, αλλά είναι απαραίτητος και ζωτικός για κάποια άλλη, ανταγωνίστρια δύναμη, τότε μπορεί να θεωρηθεί μια αποτελεσματική στρατηγική. Πρόκειται για παρεμπόδιση απόκτησης ισχύος που ασκείται από τη μία δύναμη προς κάποια άλλη. Η αναχαίτιση επιτιθέμενων ανάμεσα σε μεγάλες δυνάμεις, έχει δύο μορφές: α) Την εξισορρόπηση και β) τη μεταφορά βαρών.
Η εξισορρόπηση, εκτός από την αυτοβοήθεια, έχει και την εξωτερική εξισορρόπηση, η οποία όπως αναφέραμε, ήταν πάγια στρατηγική του Βυζαντίου. O Luttwak, στη συνέντευξή του, αναλύει τη δεξιοτεχνία της βυζαντινής διπλωματίας στο πώς ασκούσε την εξωτερική εξισορρόπηση έναντι όσων επιβουλεύονταν την Αυτοκρατορία. Είτε αυτοί ήταν οι Πατζίνακες και οι Μαγυάροι, είτε οι Ρώσοι, είτε οι βόρειοι λαοί, η Αυτοκρατορία, χειριζόταν τους δρώντες έτσι ώστε να δημιουργείται υπέρ της ισορροπία.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία χρησιμοποιούσε τόσο την κατατριβή τρίτων όσο και την εξωτερική εξισορρόπηση. Η τελευταία, περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας συμμαχίας η οποία έχει ως κοινό συμφέρον την αντιμετώπιση ενός αντιπάλου, ή ενός πόλου αντιπάλων. Ωστόσο, για να επανέλθουμε στα των ΗΠΑ και σε ένα πιθανό ή αναμενόμενο μέλλον τους αναφορικά με την εξωτερική τους πολιτική, οφείλουμε να εξετάσουμε μια στρατηγική που θα ήταν ίσως πολύ πιο συμφέρουσα , αν οι υποθέσεις εργασίας που έχουμε εξ’ αρχής θέσει, έχουν κάποιον ορίζοντα επαληθευσιμότητας.
Μεταφορά Βαρών.
Αν το διεθνές σύστημα είναι αρκετά «ακριβό» για να συντηρηθεί από τις ΗΠΑ και παρόλα αυτά, ο στόχος είναι η διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας, τότε χρειάζεται η αναζήτηση οικονομικών και όχι πολυέξοδων λύσεων. Μια τέτοια στρατηγική που ανήκει επίσης στην οικογένεια της έμμεσης προσέγγισης, είναι η μεταφορά βαρών.
Σε αυτήν την περίπτωση, μπορούμε να πούμε πως έχουμε μια ανάμειξη της κατατριβής τρίτων και της εξωτερικής εξισορρόπησης. Ο φερόμενος και ως «πόλεμος δι’ αντιπροσώπων». Έχοντας κατά νου οτι η στρατηγική σκέψη και θεωρία απέχει από την πρακτική, όπως και στα παραπάνω, έτσι και εδώ, κάποια μορφής και βαθμού γενίκευση, είναι αναπόφευκτη.
Ένα παράδειγμα πρόσφατο, θα μπορούσε -υπό προϋποθέσεις- να είναι η μεταφορά των βαρών από πλευράς ΗΠΑ ή/και ΝΑΤΟ, προς την Τουρκία, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ΙΚ. Αν αυτό δεν μπορούσε να αποδειχθεί, (για όλους του λόγους που αφορούν απόρρητες πληροφορίες καθώς και τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ συνομωσιολογίας και κυνισμού) κάποιος άλλος θα μπορούσε να πει οτι οι ΗΠΑ, έχουν επιλέξει μια κατατριβή τρίτων, έτσι ώστε η Τουρκία να φθαρεί σε πόλεμο με τη Συρία, με το ΙΚ και με τους Κούρδους εντός Τουρκίας. Στην πράξη, μπορούν να συντρέχουν μεικτοί τρόποι αναχαίτισης.
Ομοίως, στην περίπτωση της Ουκρανίας, αν οι ΗΠΑ ανησυχούσαν για την αύξηση της ρωσικής επιρροής, τότε θα προσπαθούσαν να μεταφέρουν τα βάρη στη Γερμανία προκειμένου να αναχαιτίσει τον επιτιθέμενο (εδώ, η Μόσχα). Αν οι ΗΠΑ ανησυχούσαν για την αύξηση της ισχύος και των δύο χωρών, (Ρωσίας και Γερμανίας) ίσως να προσέφευγαν στη μεθόδευση μιας στρατηγικής κατατριβής τρίτων. Στην περίπτωση της μεταφοράς βαρών, το κράτος που θα δεχτεί να σηκώσει τα βάρη, θα ζητήσει αντάλλαγμα. Αυτό πρέπει να είναι πολύ χαμηλότερο σε κόστος από το αντίστοιχο που θα κατέβαλε κανονικά ο μεταφορέας βαρών, αν υπάκουε στην αρχή της αυτοβοήθειας και κινητοποιούσε δικούς του πόρους για να αναχαιτίσει τον επιτιθέμενο.
Σε μια συμμαχία, όπως έχει δείξει η ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η μεταφορά των βαρών, ομοιάζει με ωρολογιακή βόμβα που ο ένας πετάει στον άλλον (βλ. Σχέσεις Ε.Σ.Σ.Δ και Γαλλίας). Επομένως, με τη σκέψη της ύπαρξης του ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ θα απέφευγαν να δημιουργήσουν μια ακόμη συμμαχία η οποία θα ήταν και κοστοβόρα και δύσκολα συντονίσιμη σε μια κρίσιμη περίσταση.
Θα ήταν πιο εύκολο να δημιουργήσουν μια ειδική σχέση με ένα κράτος-μοχλό (pivotal state). Αν οι ΗΠΑ θεωρούσαν οτι η Γερμανία θα ζητούσε πολύ μεγάλα ανταλλάγματα για την ανάσχεση μια ρωσικής απειλής προς την Ευρώπη, θα μπορούσαν να υπολογίσουν (για χάρη του παραδείγματος) την Πολωνία. Ο μεταφορέας βαρών, οφείλει να υπολογίζει οτι μια καθαρή νίκη της μίας ή της άλλης πλευράς, δεν θα του αποφέρει το προσδοκώμενο όφελος.
Η Ευρώπη και η Ασία.
Οι ΗΠΑ, αναμένουμε να δρουν με έναν τρόπο που θα είναι λιγότερο κοστοβόρος από αυτόν που είχαμε συνηθίσει πριν το 2010. Οι προκλήσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, βρίσκονται κυρίως στην κατά Μακίντερ «Νήσο». Σε αυτήν, υπάρχουν όλες οι μεγάλες δυνάμεις του κόσμου, πλην των ΗΠΑ. Στην Ευρώπη, Μ. Βρετανία, Γερμανία και Γαλλία, Ρωσία , Κίνα και Ιαπωνία σε Κεντρική και Ανατολική Ασία, Ινδία στον Ινδικό Ωκεανό αλλά και άλλα σημαντικά κράτη με σπουδαία γεωπολιτική σημασία όπως είναι ο Ιράν και το Καζαχστάν, οι «τίγρεις» της Ασίας κτλ.
Ιδανικό αποτέλεσμα για τις ΗΠΑ, θα ήταν να δημιουργήσουν ένα σταθερό πολυπολικό σύστημα στο οποίο θα μπορούσαν να παρεμβαίνουν εξισορροπητικά τόσο από την πλευρά του Ειρηνικού Ωκεανού, όσο και από την πλευρά του Ατλαντικού. Τόσο στην Ανατολική Ασία, όσο και στην Ευρώπη, οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν με βάση τις παραπάνω στρατηγικές να κρατήσουν χαμηλά τους επίδοξους περιφερειακούς ηγεμόνες (Κίνα στην Ανατολική Ασία, Γερμανία στην Ευρώπη). Το μεγάλο πρόβλημα των ΗΠΑ, εντοπίζεται στη Ρωσία η οποία λόγω γεωγραφίας εκτείνεται και στην Ευρώπη και στην Ασία έχοντας αφθονία στα δεκατρία ορυκτά που είναι θεμελιώδους σημασίας για την παγκόσμια οικονομία (η μόνη χώρα στον κόσμο με αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα). Στην Ασία, εκτός από τις «τίγρεις» της Ασίας και τις μικρές χώρες τις Νοτιοανατολικής Ασίας που νιώθουν λόγω έλλειψης ισχύος, περισσότερο την κινεζική άνοδο, οι χώρες που θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματικότητα της αμερικανικής έμμεσης προσέγγισης, είναι η Ινδία και η Ιαπωνία.
Από την άλλη πλευρά, στην Ευρώπη, είναι η Γαλλία (η οποία θα μπορούσε να ανασυγκροτήσει τον ευρωπαϊκό νότο) και η Μεγάλη Βρετανία. Ας θυμηθούμε τί έλεγε ο Nicholas Spykman, ο οποίος έχει επηρεάσει βαθύτατα την αγγλοσαξωνική γεωπολιτική σκέψη και αναφέρεται στην Ευρώπη, στη Μ.Βρετανία και στις ΗΠΑ: «Η θέση των ΗΠΑ αναφορικά με την Ευρώπη συνολικά είναι, κατά συνέπεια, ταυτόσημη με τη θέση της Μ. Βρετανίας αναφορικά με την ηπειρωτική Ευρώπη. Η κλίμακα είναι διαφορετική, οι μονάδες έχουν μεγαλύτερο μέγεθος και οι αποστάσεις είναι μεγαλύτερες, αλλά το πρότυπο είναι το ίδιο…Επομένως, δεν προκαλέι έκπληξη ότι έχουμε ακολουθήσει παρόμοια πολιτική, και απ’ ό,τι φαίνεται, έχουμε εμπλακεί στους ίδιους φαύλους κύκλους απομόνωσης, συμμαχιών και πολέμων. Όπως οι Βρετανοί, έτσι κι εμείς θα προτιμούσαμε να πετύχουμε τον στόχο μας με τις ελάχιστες δυνατές θυσίες». [13]
Η έρευνα τόσο για το Βυζάντιο και τις πηγές της στρατηγικής του σκέψης, όσο και για τις ΗΠΑ και το ρόλο τους στην Ανατολική Ασία και στην Ευρώπη, είναι ανεξάντλητη. Η σχετικότητα των στρατηγικών τόσο σε επίπεδο χρονικής σύγκρισης, όσο και σε επίπεδο μέσων υλοποίησης, καθιστά αρκετά επισφαλείς τις όποιες βεβαιότητες. Παρόλα αυτά, σκοπός του παρόντος, ήταν να αναδειχθεί το πλαίσιο διαμόρφωσης εξωτερικής πολιτικής, στο οποίο τείνουν οι ΗΠΑ και οι πιθανές στρατηγικές με τις οποίες θα πορευθούν στο υπόλοιπο του αιώνα. Οι σχέσεις των ΗΠΑ με τον Αραβικό Κόσμο, είναι επίσης ένα ζήτημα το οποίο είναι αρκετά απρόβλεπτο. Ωστόσο, είναι πιθανό να συνηθίσουμε να παρατηρούμε αλλιώς την αμερικανική εξωτερική πολιτική, κάνοντας αναγωγή –τηρουμένων των αναλογιών- στη Βυζαντινή στρατηγική.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Βλ. S. Walt, Στρατηγικές αντίστασης στην Ηγεμονία των ΗΠΑ, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα (2007). Σημειωτέον, η Κίνα εδώ και κάποιους μήνες ξεπέρασε σε Α.Ε.Π τις ΗΠΑ.Ωστόσο, το Α.Ε.Π, συνιστά έναν εξόχως γενικόλογο (και επομένως προβληματικό) δείκτη μέτρησης της οικονομικής ισχύος.
[2] Για τον κύκλο ακμής και παρακμής των δυνάμεων μέσα στο διεθνές σύστημα, βλ. Robert Gilpin, War and Change in World Politics.
[3] Βλ. James Rubin, ‘’Can America Learn From The Byzantine Empire?”, Real Clear World, δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τόπο:http://www.realclearworld.com/blog/2010/02/can_america_learn_from_the_byz.html(8/2/2010).
[4] Βλ. Ishmael Jones, “ What The Byzantines Can Teach Us about Our National Security”, American Thinker, δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τόπο:http://www.americanthinker.com/articles/2010/03/what_the_byzantines_can_teach.html , (6/3/2010).
[5] Το ακριβές των λέξεων του εγγράφου, βρίσκεται στο έργο του J.J Mearsheimer, Η Τραγωδία της Πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων, Εκδόσεις Ποιότητα, Α’ Έκδοση: 2007, σελ. 744. Ο Mearsheimer, παραπέμπει στο «Excerpts for Pentagon’s Plan : “Prevent the Re- Emergence of a New Rival” , New York Times, March 8, 1992.
[6] Βλ. Τζορτζ Φρίντμαν, Τα Επόμενα 100 Χρόνια: Μια πρόβλεψη για τον 21ο αιώνα, Εκδόσεις Ενάλιος,
[7] Bλ. J.J Mearsheimer, ό.π, σελ. 757.
[8] Βλ. Αριστείδης Μπότας, Τα Δόγματα της Βυζαντινής Εξωτερικής Πολιτικής, δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τόπο: http://www.anistor.gr/greek/grback/ist11.htm , (3/6/2003).
[9] Για όσα ακολούθησαν την 9/11, Βλ. Ολιβιέ Ρουά, Οι αυταπάτες της 11ης Σεπτεμβρίου,Εκδόσεις Εστία, Αθήνα 2003.
[10] Βλ. Edward Luttwak, συνέντευξη στο Center for Strategic and International Studies, δημοσιευμένο στο διαδικτυακό τόπο, https://www.youtube.com/watch?v=fMcoOiOxLf8 .
[11] Βλ. J.J Mearsheimer, ό.π, σελ. 321.
[12] Βλ. David McCullogh, Truman, Touchstone, New York 1992, pp. 262-263.
[13] Βλ. Nicholas J. Spykman, America’s Strategy in World Politics: The United States and the Balance of Power, Harcourt, New York 1942, σελ. 124.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου