Η Τουρκία προκαλεί για άλλη μια φορά Ελλάδα και Κύπρο αλλά και τη διεθνή κοινότητα με τη συμπεριφορά της. Ακολουθεί τη γνωστή τακτική από το 1974: προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων με προκλητική αμφισβήτηση δικαιωμάτων της γειτονικής χώρας, στην προκειμένη περίπτωση της Ελλάδας και της Κύπρου και στη συνέχεια, αίτημα για διαπραγμάτευση αποκλιμάκωσης της έντασης με αποδοχή, των τουρκικών όρων. Αυτό πέτυχε στο Νταβός και στα Ίμια, αυτό επιχειρεί να πετύχει και τώρα στην Ανατολική Μεσόγειο. Υπάρχει, όμως, μια ποιοτική διαφορά στις προκλήσεις και στην αποδοχή τους. Ο διεθνής παράγων. Δεν είναι εκ προοιμίου μαζί της. Γι αυτό δεν χρειάζεται ανησυχία, αλλά ψυχραιμία.
Υπάρχει και μια ακόμη παράμετρος που κάνει την Τουρκία νευρική. Η επερχόμενη απόσχιση των κουρδικών περιοχών. Ο Ερντογάν θα είναι ο πρώτος πολιτικός, από ιδρύσεως της Τουρκικής δημοκρατίας, που θα δει τη χώρα του να περιορίζεται επι των ημερών του. Και να σκεφτείτε ότι προετοιμάζεται να γιορτάσει, το 2023, τα 100 χρόνια από της ιδρύσεως της χώρας του, καθιστώντας την μια από τις 10 ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου.
Στη συνέχεια του κειμένου μπορείτε να διαβάσετε την εξέλιξη των τουρκικών προκλήσεων από το 1974 μέχρι σήμερα. Πρόκειται για τη διαμόρφωση ενός κειμένου με στοιχεία από ιστολόγια, βιβλία και άρθρα εφημερίδων που, ωστόσο, παρέχει μια συνεκτική εικόνα της τουρκικής τακτικής.
ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΛΩΖΑΝΝΗΣ
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 η Τουρκία εγκαινίασε μια συστηματική πολιτική αμφισβητήσεων και διεκδικήσεων σε βάρος της κυριαρχίας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων και των διεθνών αρμοδιοτήτων της Ελλάδας στον θαλάσσιο, νησιωτικό και εναέριο χώρο.
Σκοπός της νεοπαγούς αυτής τουρκικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας ήταν και είναι ημεταβολή του εδαφικού status quo, που προβλέπεται σε διεθνείς συνθήκες, με κεντρικό άξονα τη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάννης, καθώς και του νομικού καθεστώτος στον θαλάσσιο και εναέριο χώρο που πηγάζει από το διεθνές δίκαιο και δη το ισχύον δίκαιο της θάλασσας.
ΠΡΩΤΕΣ ΑΜΒΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ
Η έναρξη της πολιτικής αυτής, η οποία άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο έντασης στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις που διαρκεί μέχρι σήμερα, σηματοδοτείται από την εμφάνιση των πρώτων διεκδικήσεων σε βάρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας το 1973 και της πρώτης αμφισβήτησης του εύρους του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου το 1975.
Η νέα αυτή τουρκική πολιτική κατά της Ελλάδας συνέπεσε με την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο και την κατοχή του βόρειου τμήματός της (Ιούλιος 1974), που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με καθοριστικές επιπτώσεις στις σχέσεις των δύο χωρών και στην επαύξηση της έντασης.
Έκτοτε η Τουρκία άρχισε να πλέκει έναν καμβά συνεχώς αυξανόμενων αμφισβητήσεων και διεκδικήσεων που έφεραν τις δύο χώρες ακόμα και στο χείλος ένοπλης σύγκρουσης (κρίση Μαρτίου 1987 και κρίση Ιμίων Ιανουαρίου 1996).
ΕΜΠΡΑΚΤΕΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974, αποτέλεσε, ουσιαστικά, την αφετηρία μιας καλά σχεδιασμένης προσπάθειας της Άγκυρας να μεταβάλει προς όφελός της το καθεστώς στο Αιγαίο, η οποία είχε ξεκινήσει έναν χρόνο νωρίτερα, το 1973 όταν η τουρκική κυβέρνηση παραχώρησε στην Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων 27 άδειες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων σε περιοχές έξω από τα τουρκικά χωρικά ύδατα και δυτικά των ελληνικών νησιών Σαμοθράκης, Λήμνου, Λέσβου, Αγ. Ευστράτιου, Ψαρών και Αντιψαρών.
Τον Μάιο του 1974 βγήκε στο Αιγαίο το πρώτο τουρκικό σεισμογραφικό πλοίο, το«Τσανταρλί», το οποίο έπλευσε στις περιοχές δυτικά των ελληνικών νησιών συνοδευόμενο από 30 τουρκικά πολεμικά σκάφη.
Από το 1974 και έπειτα η Αθήνα υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει αυτή την τουρκική προσπάθεια από τη δυσμενέστατη θέση που βρέθηκε εξαιτίας της στρατιωτικής ήττας στο πεδίο της μάχης στην Κύπρο. Η προσπάθεια των ελληνικών κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν τα νέα δεδομένα που δημιούργησαν η κατοχή της Κύπρου από τη μια και η «επιθετική» πολιτική της Άγκυρας στο Αιγαίο από την άλλη, δεν ήταν πάντα επιτυχής. Το Κυπριακό, μοιραία, μετατράπηκε για τις ελληνικές κυβερνήσεις σε ανάχωμα για την εκτόνωση των τουρκικών προσπαθειών και αλλαγή της κατάστασης στο Αιγαίο. Δόγμα όλων των ελληνικών κυβερνήσεων από το 1974 και έκτοτε, με εξαίρεση ίσως την περίοδο διακυβέρνησης από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αυτή η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων από μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στην Κύπρο.
Ανάλογες στιγμές έντασης στο Αιγαίο, με αυτή μετά την έξοδο του «Τσανταρλί», προέκυψαν επίσης το 1976, και το 1978.
Το 1976, με την έξοδο στο Αιγαίο του ερευνητικού πλοίου «Χόρα» και μετέπειτα «Σισμίκ»,η Άγκυρα πραγματοποίησε το πρώτο αποφασιστικό βήμα προβολής των «κυριαρχικών της δικαιωμάτων» στο Αιγαίο.
ΣΥΝΟΛΙΚΕΣ ΑΜΒΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ
Με άξονα τη διαφορά για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας (1973), και την κρίση που επακολούθησε φέρνοντας τις δύο χώρες σε έντονη αντιπαράθεση, της οποίας επιλήφθηκε τελικώς, κατόπιν ελληνικής πρωτοβουλίας, τόσο το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, όσο και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, η Τουρκία άρχισε σταδιακά να θέτει σε εφαρμογή την πολιτική των επαυξανόμενων αμφισβητήσεων και διεκδικήσεων που σταδιακά περιέλαβε:
- αμφισβήτηση του νομίμου και κυριαρχικού δικαιώματος της Ελλάδας, με απειλή πολέμου (casus belli), να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια, όπως προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας και όπως έχει πράξει το σύνολο σχεδόν των παράκτιων κρατών της διεθνούς κοινότητας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων,
- αμφισβήτηση του εύρους του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, μέσω συνεχών παραβιάσεών του από τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη,
- αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί νησιών (καινοφανής θεωρία γκρίζων ζωνών) και παραβίασή της ακόμα και στην περίπτωση κατοικημένων,
- αμφισβήτηση των θαλάσσιων συνόρων
- αμφισβήτηση των αρμοδιοτήτων εντός του FIR Αθηνών που ασκεί η Ελλάδα βάσει αποφάσεων του ICAO, και η συνεχής άρνηση συμμόρφωσης της Τουρκίας προς τους κανόνες εναέριας κυκλοφορίας,
- αμφισβήτηση των αρμοδιοτήτων της Ελλάδας εντός της περιοχής ευθύνης της για θέματα έρευνας και διάσωσης και
- απαίτηση της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
Τις προαναφερόμενες αμφισβητήσεις, η Τουρκία προωθεί στην πράξη με μεθόδους και πρακτικές που αντίκεινται στις θεμελιώδεις αρχές του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (απειλή πολέμου, βίαιες παραβιάσεις εθνικού εναέριου χώρου που πραγματοποιεί ακόμα και με οπλισμένα μαχητικά αεροσκάφη και μάλιστα υπεράνω κατοικημένων νησιών κλπ.).
Πώς απαντά η Ελλάδα στην τουρκική στάση; Η Ελλάδα είναι αυστηρώς προσηλωμένη στην αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών επί τη βάσει του διεθνούς δικαίου. Η προσήλωσή της στο διεθνές δίκαιο δεν είναι θεωρητική, αλλά έμπρακτη, αφού η Ελλάδα έχει αποδεχθεί με δήλωσή της τη γενική υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης με εξαίρεση τις διαφορές που σχετίζονται με τη λήψη στρατιωτικών μέτρων αμυντικού χαρακτήρα για λόγους ασφαλείας και αμύνης, ενώ έχει κυρώσει τη Σύμβαση των ΗΕ για τοΔίκαιο της Θάλασσας (1982).
Η Ελλάδα επιδιώκει, στο πλαίσιο αυτό, να επιλύσει τη μόνη διαφορά που υφίσταται μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και, ειδικότερα, το δίκαιο της θάλασσας. Η νομικής φύσεως αυτή διαφορά αφορά στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.
ΕΥΡΩΠΗ
Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στις ελληνο-τουρκικές σχέσεις επιτελεί η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Η Ελλάδα αποτελεί συνεπή και ειλικρινή υποστηρικτή της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, γιατί θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι καταλύτης για την περιφερειακή σταθερότητα και ανάπτυξη και επειδή πιστεύει ότι η ένταξη της Τουρκίας θα είναι επωφελής για την ίδια, την Ευρώπη και την ευρύτερη περιοχή.
Θεμελιώδης, βέβαια, προϋπόθεση για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ είναι η έγκαιρη πλήρωση των ενταξιακών κριτηρίων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και ο σεβασμός της αρχής της καλής γειτονίας. Στο πλαίσιο αυτό, η ειρηνική επίλυση των διαφορών, συμπεριλαμβανομένης της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, εφόσον χρειασθεί, έχει αναχθεί σε βασικό κριτήριο, προαπαιτούμενο και προτεραιότητα στο πλαίσιο της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας και αποτυπώνεται στα θεμελιώδη ενταξιακά κείμενα (Διαπραγματευτικό Πλαίσιο, Εταιρική Σχέση), αλλά και στη Στρατηγική για τη Διεύρυνση, στις ετήσιες Εκθέσεις Προόδου, σε Συμπεράσματα του Συμβουλίου και σε άλλα επίσημα κείμενα της ΕΕ.
ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΑ
Πέραν τούτου, η Τουρκία, στο πλαίσιο της ενταξιακής της πορείας, οφείλει να εκπληρώσει βασικές διεθνείς και ευρωπαϊκές υποχρεώσεις της όσον αφορά τον σεβασμό των μειονοτικών δικαιωμάτων και της θρησκευτικής ελευθερίας. Η Ελλάδα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στον σεβασμό από την Τουρκία των διεθνώς αναγνωρισμένων δικαιωμάτων της ελληνικής μειονότητας και της θρησκευτικής ελευθερίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Παρά τα βήματα προς την σωστή κατεύθυνση, που πραγματοποίησε πρόσφατα η Τουρκία σε σχέση με την εκεί Ελληνική μειονότητα και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Άγκυρα παραμένει ακόμη εγκλωβισμένη σε μια λογική παρωχημένης αμοιβαιότητας. Συγκεκριμένα, εξακολουθεί να συνδέει δικές της υποχρεώσεις όσον αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θρησκευτικών ελευθεριών (όπως η επαναλειτουργία της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης) με τη Μουσουλμανική μειονότητα στην Θράκη ή ακόμη και με την ανέγερση τεμένους στην Αθήνα.
Η Ελληνική Πολιτεία, από πλευράς της, πέραν του αυτονόητου πλήρους και έμπρακτου σεβασμού των ειδικότερων προβλέψεων της συνθήκης της Λωζάννης και του διεθνούς δικαίου γενικότερα, αλλά και των θρησκευτικών πεποιθήσεων και πολιτιστικών καταβολών και των τριών συνιστωσών της Μουσουλμανικής μειονότητας, αντιμετωπίζει τα μέλη της μειονότητας ως Έλληνες πολίτες που απολαμβάνουν πλήρους ισονομίας και ισοπολιτείας. Αφουγκραζόμενη τις επιθυμίες και τις ανησυχίες τους, διαβουλευόμενη μαζί τους, σχεδιάζει και εφαρμόζει μία συνεπή και συνεκτική πολιτική για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των αναγκών τους σε όλους τους τομείς.
Οι απόπειρες για «γκετοποίηση» της μειονότητας και ισοπέδωση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε συνιστώσας, από όπου και αν προέρχονται, αντιστρατεύονται το διεθνές δίκαιο και καταλήγουν ουσιαστικά σε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μελών της μειονότητας. Την καλύτερη και ηχηρότερη απάντηση στις απόπειρες αυτές δίνει η ίδια η μειονότητα, με την ενεργή και γόνιμη συνεισφορά της στο πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι της χώρας.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΉ
Η εξομάλυνση και βελτίωση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, πέραν της σημασίας της στο διμερές επίπεδο, αποτελεί επίσης σημαντικό παράγοντα για τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής της Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Ελλάδα αποδίδει μεγάλη σημασία στην αρχή του σεβασμού της καλής γειτονίας, που αποτελεί εξάλλου πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την εμπέδωση και θεμελίωσή της.
Αποτελεί σταθερή επιδίωξη της Ελλάδας η μετατροπή της ελληνο-τουρκικής σχέσης από αντιπαραθετική σε συνεργατική. Γι’ αυτό και τείνει χείρα φιλίας στην Τουρκία, καλώντας την να συνεργαστεί, με πνεύμα συναινετικό και εποικοδομητικό, όπως αρμόζει σε γείτονες, για τη βελτίωση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων και την εξομάλυνση των σημείων τριβής.
Ενόσω προσπαθούσε να προετοιμάσει την κατάσταση για τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΟΚ, ο Καραμανλής διαπραγματευόταν επίσης με τις περισσότερες συμμαχικές κυβερνήσεις τους όρους για την επιστροφή της χώρας στο ΝΑΤΟ. Στο θέμα αυτό όλα σχεδόν τα προβλήματα πήγαζαν από τις σχέσεις της Ελλάδας με δύο συμμάχους που δεν ήταν μέλη της ΕΟΚ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Τουρκία. Οι περιστάσεις είχαν δώσει στους Τούρκους τη δυνατότητα άσκησης βέτο στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και ΝΑΤΟ.
Στο Αιγαίο υπήρχαν, κατά σειρά, με κριτήριο τη δυσκολία τους, τρία προβλήματα: ο έλεγχος του εναέριου χώρου, η έκταση των χωρικών υδάτων και τα δικαιώματα επί της υφαλοκρηπίδας. Το τελευταίο από τα τρία ήταν η αιτία των σοβαρότερων επεισοδίων, εξαιτίας της έρευνας για κοιτάσματα πετρελαίου (τα οποία ανακαλύφθηκαν σε εμπορεύσιμες ποσότητες κοντά στο αναμφίβολα ελληνικό νησί της Θάσου).
Ο έλεγχος του εναέριου χώρου διευθετήθηκε τελικά υπέρ της Ελλάδας, όπως είχε γίνει και πριν από το 1974· και το ζήτημα των χωρικών υδάτων αφέθηκε σιωπηρά ανενεργό από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση έδειξε ότι δεν είχε πρόθεση να επεκτείνει τα όρια μονομερώς.
Παρέμενε όμως η τουρκική αιτίαση ότι το Αιγαίο καταντούσε ουσιαστικά «ελληνική λίμνη» σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο της θάλασσας. Ο Καραμανλής έδειξε κατανόηση για την τουρκική αντίληψη περί «ίσων αποστάσεων», αλλά η προσπάθειά του να φέρει το θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο απέτυχε, διότι οι Τούρκοι δεν αναγνωρίζουν το Δικαστήριο της Χάγης και απορρίπτουν διαχρονικά τη δικαιοδοσία του επί της διαφοράς.
ΒΕΡΝΗ (11 Νοεμβρίου 1976)
- Το Πρακτικό της Βέρνης (μετά την κρίση με το τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Χόρα»),το Νοέμβρη 1976 μεταξύ Κ. Καραμανλή και Σ. Ντεμιρέλ, με το οποίο δεσμεύονταν οι δύο χώρες να μην προβούν σε ενέργειες που θα παρενοχλούσαν τις διαπραγματεύσεις. Ουσιαστικά πάγωσαν έκτοτε οι ενέργειες για έρευνα και εκμετάλλευση τυχόν κοιτασμάτων πετρελαίου πέρα από τα χωρικά ύδατα των 6 μιλίων από τις ηπειρωτικές ακτές. Ωστόσο, η δέσμευση αυτή έγινε καθεστώς διαρκείας αφούοι διαπραγματεύσεις είναι σε διαρκή εξέλιξη. Αυτή είναι η μια άποψη. Η άλλη λέει ότι το Πρακτικό είχε ισχύ όσο διαρκούσαν οι συνομιλίες εκείνην την εποχή. Ναυάγησαν, άρα δεν ισχύει το Πρακτικό.
Το Πρακτικό της Βέρνης είχε τον τίτλο: «Πρακτικό για τον τρόπο διεξαγωγής διαπραγματεύσεων και αποφυγή προκλήσεων»
Στο σημείο 6 προβλέπει τα εξής:
6.- Τα δύο μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση όπως απόσχουν πάσης πρωτοβουλίας ή πράξεως σχετικής προς την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου η οποία θα ηδύνατο να παρενοχλήσει την διαπραγμάτευση».
Η σύντομη αυτή παράγραφος περιέχει δύο περιορισμούς. Έναν γεωγραφικό και έναν χρονικό. Δεσμεύει κατ αρχήν και τα δύο μέρη να μην αναλάβουν οποιαδήποτε πρωτοβουλία, π.χ. εκχώρηση αδειών κλπ και πολύ περισσότερο να μην προβούν σε πράξεις όπως είναι οι γεωτρήσεις ή οι έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Και όπως είναι γνωστόν, η υφαλοκρηπίδα αρχίζει από εκεί που τελειώνουν τα χωρικά ύδατα- άρα έρευνες και γεωτρήσεις επετρέποντο μόνο στα χωρικά ύδατα.
Ο χρονικός περιορισμός που προβλέπει το Πρακτικό της Βέρνης προσδιρίζεται από τη φράση …»η οποία (πράξη) θα ηδύνατο να παρενοχλήσει την διαπραγμάτευση. Δηλαδή, ο περιορισμός ίσχυε μόνον εφόσον συνεχίζετο υπο την μία ή άλλη μορφή διαπραγμάτευση για την υφαλοκρηπίδα.
Εν τούτοις, όλες οι κυβερνήσεις μέχρι το 1981 συμμορφώθηκαν προς τη δέσμευση αυτή αν και οι διαπραγματεύσεις είχαν ναυαγήσει. Έτσι, το Πρακτικό της Βέρνης προσέλαβε αυξημένη χρονικά δεσμευτικότητα σε βάρος της Ελλάδας.
Το Σεπτέμβριο του 1981 η τότε κυβέρνηση αίρει οποιαδήποτε απαγόρευση.
Το ΠΑΣΟΚ θεώρησε πως η άρση γίνεται για να υπάρξει κρίση με την Τουρκία ενόψει της ανάληψης της κυβέρνησης από αυτό.
Το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση δήλωσε προς την Τουρκία, με εντολή πρωθυπουργού ότι το Πρωτόκολλο δεν δεσμεύει την Ελλάδα. Πολιτικά η απόφαση είχε ισχύ. Όχι, όμως, και νομικά. Το Πρωτόκολλο είχε κατατεθεί στα Ηνωμένα Έθνη και μια απλή δήλωση ότι δεν δεσμευόμεθα δεν είχε νομική ισχύ.
Οι διαπραγματεύσεις, όμως, διεκόπησαν, άρα το Πρακτικό της Βέρνης δεν ισχύει.
ΝΤΑΒΟΣ (29 Ιανουαρίου 1988)
- Η συμφωνία του Νταβός (μετά την κρίση του 1987 με το τουρκικό ερευνητικό πλοίο «Σισμίκ»), το Φλεβάρη του 1988 μεταξύ Α. Παπανδρέου και Τ. Οζάλ, με την οποία οι δύο χώρες συμφωνούν να περιορίσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα για ανεύρεση κοιτασμάτων πετρελαίου στην αιγιαλίτιδα ζώνη τους. Δηλαδή, επαναβεβαίωση του πρακτικού της Βέρνης.
Στο σημείο 2 του ανακοινωθέντος του Νταβός, αναφέρεται ότι οι Πρωθυπουργοί παρετήρησαν ότι τα συσσωρευμένα προβλήματα που οφείλονται σε διαφορετικές προσεγγίσεις (διαγράφονται μεμιάς όσα επι χρόνια αποκαλούσαμε «επεκτατικές διεκδικήσεις της Τουρκίας» της Τουρκίας. Είναι, απλώς, θέμα διαφορετικών προσεγγίσεων, δηλαδή και οι δύο πλευρές έχουν το δίκαιό τους)… έχουν γίνει (τα προβλήματα) αντικείμενο εκμετάλλευσης από διάφορους κύκλους (ένα συλλογικό συγχωροχάρτι… άλλοι φταίνε).
4.-…Σε διάφορα τμήματα των κοινωνιών τους έχουν δημιουργηθεί άκαμπτα πλαίσια αντιλήψεων…
7.- Οι πρωθυπουργοί συμφώνησαν να ιδρύσουν δύο επιτροπές: μια για την εξέταση τομέων συνεργασίας… και άλλη για τον καθορισμό των τομέων που υπάρχουν προβλήματα για την εξέταση των δυνατοτήτων γεφύρωσης του χάσματος και για την κίνηση προς μόνιμες λύσεις.
Είναι η πιο επικίνδυνη παράγραφος του ανακοινωθέντος.
ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ (27 Μαίου 1988)
- Το Μνημόνιο της Βουλιαγμένης του 1988, μεταξύ των τότε υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδας Κ. Παπούλια και της Τουρκίας Μ. Γιλμάζ. Σύμφωνα με το κοινό ανακοινωθέν, προβλεπόταν από τις ανακοινωώσεις του Νταβός και των Βρυξελλών.
Σε αυτό προβλεπόταν η μη διεξαγωγή ασκήσεων και άλλων πτήσεων στο Αιγαίο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, των εθνικών και των θρησκευτικών εορτών των δύο χωρών. Η συμφωνία αυτή ποτέ δεν εφαρμόστηκε πλήρως και διαρκώς παραβιάζεται από την τουρκική πλευρά, αποτέλεσε όμως τη βάση των ΝΑΤΟικής έμπνευσης Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) που προωθούν την ελληνοτουρκική συνδιαχείριση του Αιγαίου.
ΙΜΙΑ (2 Φεβρουαρίου 1996)
Η Ελλάδα και η Τουρκία δεσμεύθηκαν να απομακρύνουν στρατιώτες, πλοία και σημαίες από τα Ιμια και πέριξ αυτών, αλλά και να μην επιστρέψουν στην περιοχή, σε μια συμφωνία που αποτυπώθηκε γραπτώς σε επίσημη επιστολή του Αμερικανού υπ. Εξωτερικών, Γουόρεν Κρίστοφερ, προς τους ομολόγους του της Ελλάδας και της Τουρκίας, με ημερομηνία 2 Φεβρουαρίου 1996. Με τον τρόπο αυτό, οι ΗΠΑ ανέλαβαν, πέραν του ρόλου μεσολαβητή, και αυτόν του εγγυητή των συμφωνηθέντων, καθώς ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, που διαχειρίσθηκε την κρίση, ανησυχούσε για τον κίνδυνο νέου επεισοδίου και πιθανής σύρραξης εάν η μία ή η άλλη πλευρά δεν τηρούσε τις προφορικές δεσμεύσεις της.
Επιπροσθέτως, η σχετική δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης, που για πολλούς καθιστά την περιοχή των Ιμίων «γκρίζα ζώνη», επιβεβαιώθηκε την επομένη, όταν στην προσπάθεια αποτροπής νέας πρόκλησης της Τουρκίας, που επιχειρούσε να αμφισβητήσει την ελληνικότητα της Καλολίμνου, η Αθήνα διεμήνυσε στην Ουάσιγκτον ότι η συμφωνία που εξασφάλισε ο Χόλμπρουκ αφορούσε μόνον τα Ιμια.
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΑΔΡΙΤΗΣ (Ιούλιος 1997)
- Η συμφωνία της Μαδρίτης τον Ιούλη του 1997 (μετά την κρίση των Ιμίων στις 30-31 Γενάρη του 1996), μεταξύ Κ. Σημίτη και Σ. Ντεμιρέλ, με την οποία η Ελλάδα αναγνωρίζει πέρα από τα νόμιμα και «τα ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο και δεσμεύεται να μην προχωρήσει σε μονομερείς ενέργειες, όπως θα μπορούσε να θεωρηθεί η άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων (έρευνες στην υφαλοκρηπίδα, επέκταση χωρικών υδάτων κλπ.).
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΕΛΣΙΝΚΙ (Δεκέμβριος 1999)
- Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και το Ελσίνκι, οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης το Δεκέμβρη του 1999, όπου στα πλαίσια της ενεργοποίησης της ενταξιακής διαδικασίας της Τουρκίας η Ελλάδα αποδέχθηκε την ύπαρξη προς διευθέτηση «συνοριακών διαφορών».
ΑΛΛΕΣ ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ
- 1. Στις 13 Σεπτέμβρη 2002 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έδωσε, μέσω της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, τη συγκατάθεσή της στο ευρωπαϊκό σχέδιο κατάργησης – ενοποίησης των FIR των ευρωπαϊκών χωρών, με στόχο την κεντρική διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας στην Ευρώπη από το Πρίντεζι της Ιταλίας. Είναι η άλλη όψη – η πολιτική – της καθιέρωσης ενιαίου επιχειρησιακού χώρου του ΝΑΤΟ.
- Τον Ιούλη του 2003 το τουρκικό «ερευνητικό» πλοίο «Πίρι-Ρέις» πραγματοποίησεέρευνες εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, ανατολικά του 25ου Μεσημβρινού, δηλαδή της γραμμής διχοτόμησης από βορρά προς νότο, που αυθαίρετα έχει ορίσει η τουρκική πλευρά.
- Το Νοέμβρη του 2003, επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, στο πλαίσιο του ICAO και με πρόσχημα την εξυπηρέτηση της αυξημένης κίνησης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004, υπήρξε συμφωνία για τους αεροδιαδρόμους, οι οποίοι διέρχονται από τα FIR Αθηνών και Κωνσταντινούπολης, όπου η Ελλάδα δέχθηκε την κατάργηση του ελληνικού αεροδιαδρόμου J60, που διερχόταν από χαμηλό ύψος από τη Λήμνο και αποτελούσε «εμπόδιο» για την παράνομη είσοδο των τουρκικών μαχητικών στο Αιγαίο.
- Τον Σεπτέμβρη του 2004 η κυβέρνηση της ΝΔ αποδέχτηκε την τροποποίηση σχετικού κειμένου του Διεθνούς Οργανισμού Πολιτικής Αεροπορίας, ICAO, που αφορούσε την αρμοδιότητα έρευνας και διάσωσης. Αποδέχτηκε τη διαγραφή του όρου «όρια» (boundaries) από το σχετικό κείμενο που αναφέρεται στα όρια έρευνας και διάσωσης, με αποτέλεσμα να πάψει να ισχύει η ταύτιση των ορίων έρευνας και διάσωσης στο διεθνή χώρο του Αιγαίου με τα όρια του FIR.
- Στις 13 Απρίλη 2005 η κυβέρνηση της ΝΔ είχε ανακοινώσει γραπτώς, μέσω του υπουργείου Εθνικής Αμυνας ότι τα τουρκικά αεροσκάφη που θα μπαίνουν παράνομα στο Αιγαίο στο ελληνικό FIR, απλά και μόνο θα αναγνωρίζονται από ελληνικά μαχητικά, αλλά δε θα αναχαιτίζονται, παρά μόνο εάν περάσουν στη ζώνη των 10 μιλίων από τις ελληνικές ακτές. Στη συνέχεια ανασκεύασε, αλλά το μήνυμα είχε σταλεί.
- Στις 17 Φλεβάρη 2009, επί κυβέρνησης ΝΔ, η γραμμή διχοτόμησης του Αιγαίου στον 25ο Μεσημβρινό είχε και τη «συμμαχική» υποστήριξη, όταν 2 τουρκικά μαχητικά «F-4» («Φάντομ») πέταξαν υπό την κάλυψη ΝΑΤΟικού ιπτάμενου ραντάρ τύπου «ΑΒΑΚΣ» στην περιοχή της ελληνικής νησίδας Καλόγηροι, στα όρια της οποίας διέρχεται ο 25ος Μεσημβρινός, στο κεντρικό Αιγαίο μεταξύ Νότιας Εύβοιας και Χίου. Ανάλογες δραστηριότητες ακολούθησαν και το επόμενο διάστημα μέχρι σήμερα.
- Στις 29 Μάρτη 2010 ο Αμερικανός διοικητής του ΝΑΤΟικού Αεροπορικού Στρατηγείου της Σμύρνης (CCAIR), με έγγραφό του προς το διοικητή του ελληνικού ΑΤΑ (Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας) στη Λάρισα, όπως και στους διοικητές των CAOC και τους αρχηγούς των ΓΕΑ των ΝΑΤΟικών χωρών της περιοχής, κήρυξε ολόκληρο το Αιγαίο σε «γκρίζα ζώνη» εξαιρώντας το από τις περιοχές που καλύπτει το στρατηγείο. Η επιστολή μπορεί στη συνέχεια να ανακλήθηκε, αλλά η ουσία της παραμένει.
- Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Ε. Βενιζέλος, στη διάρκεια συζήτησης στη Βουλή στις 16 Μάρτη 2010 παραδέχθηκε ως προς τα ΝΑΤΟικά στρατηγεία, ότι «προτείνουμε μια ευέλικτη λύση διατήρησης της παλαιάς δομής ή εφαρμογή της νέας δομής». Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι για το ΝΑΤΟ το Αιγαίο είναι μια «γκρίζα περιοχή» και μάλιστα προτείνοντας έναν τρόπο διοίκησης που «θα ήταν για μας και για την περιοχή μια λύση αποσυμφόρησης», αποδέχεται την αποστρατιωτικοποίηση.
- 9. Στις 20 Ιούλη 2010 βγήκαν ταυτόχρονα για πρώτη φορά από το 1974 δύο τουρκικά ερευνητικά πλοία και έκαναν, παράνομα, έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, το «Τσεσμέ», στο Βόρειο Αιγαίο, στα 8 ναυτικά μίλια από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και το «Πίρι Ρέις», 40 ναυτικά μίλια ανατολικά της Ρόδου και νότια του Καστελόριζου. Την επόμενη μέρα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θ. Πάγκαλος δηλώνει ότι τα τουρκικά πλοία κάνουν έρευνες στα… διεθνή ύδατα, αγνοώντας ο ίδιος την ελληνική υφαλοκρηπίδα που την περιόρισε μέχρι τα 200 μέτρα βάθος βυθού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου