Ads by HQ-Video-Pro-1.8
Γράφει ο Γιώργος Γεωπόνος για το ΜΕΤΩΠΟ ΟΧΙ
Ads by HQ-Video-Pro-1.8×Το Spitfire θεωρείται ίσως το κορυφαίο καταδιωκτικό του Β.Π.Π. Ήταν ένα μεταλλικό, χαμηλοπτέρυγο μονοπλανο, με ανασυρόμενο σύστημα προσγειώσεως. Σχεδιάστηκε από τον R. J. Mitchell της εταιρείας SUPERMARINE το 1934 και πέταξε για πρώτη φορά στις 5 Μαρτίου 1936. Άρχισε να κατασκευάζεται μαζικά το 1938 ενώ η γραμμή παραγωγής συνέχισε μέχρι το 1948. Από το Σεπτέμβριο του 1939 επάνδρωνε εννέα Μοίρες διώξεως της RAF. Το αεροσκάφος κατασκευάστηκε σε μεγάλους αριθμούς και εκδόσεις. Υπηρέτησε σε πολλές χώρες μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 50 ενώ σε κάποιες άλλες συνέχισε να υπηρετεί μέχρι τη δεκαετία του 60.
Το αρχικό σχέδιο του R. J. Mitchell απορρίφθηκε από τον διαγωνισμό του Βρετανικού Υπουργείου Αεροπορίας διότι δεν κάλυπτε τις απαιτήσεις για ικανότητα μεταφοράς 8 πολυβόλων Browning. Ο σχεδιαστής του αεροσκάφους κατάφερε με ένα βελτιωμένο σχέδιο ελλειπτικών πτερύγων με μεγαλύτερο πλάτος,που κάλυπτε την μεταφορά του απαιτούμενου οπλισμού και την διατήρηση χαμηλής οπισθέλκουσας του παλαιότερου σχεδίου. Μια καινοτομία στο σχέδιο του Spitfire ήταν η κυμαινόμενη διατομή πτέρυγας. Η επιφάνειά της έστρεφε ελαφρά προς τα πάνω κατά μήκος, από -1/2 μοίρα στη ρίζα σε +2 μοίρες στην άκρη του φτερού. Αυτό, κατά την έναρξη πτήσης υπό γωνία, επέτρεπε στις ρίζες των πτερύγων να δεχθούν την αεροδυναμική καταπόνηση πριν από τα άκρα, περιορίζοντας σημαντικά τον κίνδυνο απώλειας ελέγχου πτήσης. Έτσι ακόμη και μέτριοι πιλότοι μπορούσαν να ελίσσονται στα όρια, ελπίζοντας πως ο αντίπαλός τους ακολουθώντας τον ελιγμό τους θα έχανε τον έλεγχο του αεροσκάφους του ή θα αναγκαζόταν να εκτελέσει μια λιγότερο απότομη στροφή, για να βρεθεί τελικά στο σκόπευτρο του Spitfire.
O κλασικός οπλισμός του περιελάμβανε οχτώ πολυβόλα Browning των 0.303 ιντσών και σε μεταγενέστερους τύπους δύο πυροβόλα των 20 χιλιοστών και τέσσερα πολυβόλα των 0.303 ιντσών.
Το Spitfire II είχε κινητήρα Merlin XII 1175 ίππων. Συνολικά είχαν κατασκευαστεί πάνω από 3000 Σπιτφάιρ τύπου I και II. Μετά τη Μάχη της Αγγλίας, το Spitfire II ήταν αυτό που αντιμετώπιζε τη Λουφτβάφε στα διάφορα
μέτωπα. Ένα άλλο Σπιτφάιρ, το IV είχε κατασκευαστεί γι’ αναγνωριστικές μόνο αποστολές και δεν έφερε οπλισμό. O κινητήρας του Μέρλιν 45, του έδινε τη δυνατότητα να πετά σε μεγάλα ύψη. Ήταν εφοδιασμένο με φωτογραφικές μηχανές
και επιπλέον ποσότητα οξυγόνου για τον πιλότο. Το Σπιτφάιρ V, ήταν ένα απόα καλύτερα μοντέλα του τύπου, έχοντας κινητήρα Μέρλιν 46, 1440 ίππων. Ήταν το πρώτο Σπιτφάιρ, που είδε επιχειρησιακή δράση και εκτός Ηνωμένου
Βασιλείου. Τα επόμενα μοντέλα που ακολούθησαν ήταν το Σπιτφάιρ VI, VII με καμπίνα πιέσεως.
Το Σπιτφάιρ VIII είχε σχεδιαστεί για να χρησιμοποιεί κινητήρα Μέρλιν 61 και μπορούσε να πιάσει τα 640 χλμ./ώρα, έτσι ώστε ν’ αναχαιτίζει τα Focke Wulf FW-190, των οποίων η ταχύτητα ήταν μεγαλύτερη από τα προηγούμενα Σπιτφάιρ.Τα Σπιτφάιρ X και XI ήταν φωτογραφικά μακράς ακτίνας δράσεως. H πρώτη έκδοση Σπιτφάιρ με κινητήρα Ρολς-Ρόις Griffon III ή IV, ήταν του Σπιτφάιρ XII, που αντιμετώπιζε το FW-190 σε χαμηλό ύψος. Το Σπιτφάιρ XIV είχε κινητήρα Griffon 65, 2050 ίππων. Χρησιμοποιήθηκε επιχειρησιακά το 1944 και είχε αναχαιτίσει πάνω από 300 ιπτάμενες βόμβες V1. Ήταν επίσης το πρώτο
αεροσκάφος της RAF, που κατέρριψε γερμανικό αεριωθούμενο Me-262. H τελευταία έκδοση Σπιτφάιρ, που παρήχθηκε σε πάνω από χίλια κομμάτια, ήταν του XVI, που χρησιμοποιήθηκε σε ρόλους διώξεως/βομβαρδισμού. O τελευταίος τύπος Σπιτφάιρ, που βγήκε από τα εργοστάσια της Supermarine πριν το τέλος του πολέμου, ήταν του αναγνωριστικού XIX, παραλλαγή του XIV. H οροφή του ήταν τα 43.000 πόδια (12.900 μέτρα) και η ανώτατη ταχύτητα του τα 736
χλμ./ώρα, το λιγότερο 160 χλμ./ώρα γρηγορότερο από τ’ αρχικά Σπιτφάιρ. Μετά τον πόλεμο, το 1947 κατασκευάστηκε ο τελευταίος τύπος του θρυλικού αυτού καταδιωκτικού, το Mk XXIV. Το Σπιτφάιρ παρέμεινε για λίγο ακόμα σε
υπηρεσία με τα χρώματα της RAF, μέχρι που αντικαταστάθηκε από τα υποηχητικά Meteor και Vampire. Συνολικά από το 1936 έως το 1948 είχαν παραχθεί πάνω από 20.000 Σπιτφάιρ, αριθμός ρεκόρ για ένα καταδιωκτικό.
μέτωπα. Ένα άλλο Σπιτφάιρ, το IV είχε κατασκευαστεί γι’ αναγνωριστικές μόνο αποστολές και δεν έφερε οπλισμό. O κινητήρας του Μέρλιν 45, του έδινε τη δυνατότητα να πετά σε μεγάλα ύψη. Ήταν εφοδιασμένο με φωτογραφικές μηχανές
και επιπλέον ποσότητα οξυγόνου για τον πιλότο. Το Σπιτφάιρ V, ήταν ένα απόα καλύτερα μοντέλα του τύπου, έχοντας κινητήρα Μέρλιν 46, 1440 ίππων. Ήταν το πρώτο Σπιτφάιρ, που είδε επιχειρησιακή δράση και εκτός Ηνωμένου
Βασιλείου. Τα επόμενα μοντέλα που ακολούθησαν ήταν το Σπιτφάιρ VI, VII με καμπίνα πιέσεως.
Το Σπιτφάιρ VIII είχε σχεδιαστεί για να χρησιμοποιεί κινητήρα Μέρλιν 61 και μπορούσε να πιάσει τα 640 χλμ./ώρα, έτσι ώστε ν’ αναχαιτίζει τα Focke Wulf FW-190, των οποίων η ταχύτητα ήταν μεγαλύτερη από τα προηγούμενα Σπιτφάιρ.Τα Σπιτφάιρ X και XI ήταν φωτογραφικά μακράς ακτίνας δράσεως. H πρώτη έκδοση Σπιτφάιρ με κινητήρα Ρολς-Ρόις Griffon III ή IV, ήταν του Σπιτφάιρ XII, που αντιμετώπιζε το FW-190 σε χαμηλό ύψος. Το Σπιτφάιρ XIV είχε κινητήρα Griffon 65, 2050 ίππων. Χρησιμοποιήθηκε επιχειρησιακά το 1944 και είχε αναχαιτίσει πάνω από 300 ιπτάμενες βόμβες V1. Ήταν επίσης το πρώτο
αεροσκάφος της RAF, που κατέρριψε γερμανικό αεριωθούμενο Me-262. H τελευταία έκδοση Σπιτφάιρ, που παρήχθηκε σε πάνω από χίλια κομμάτια, ήταν του XVI, που χρησιμοποιήθηκε σε ρόλους διώξεως/βομβαρδισμού. O τελευταίος τύπος Σπιτφάιρ, που βγήκε από τα εργοστάσια της Supermarine πριν το τέλος του πολέμου, ήταν του αναγνωριστικού XIX, παραλλαγή του XIV. H οροφή του ήταν τα 43.000 πόδια (12.900 μέτρα) και η ανώτατη ταχύτητα του τα 736
χλμ./ώρα, το λιγότερο 160 χλμ./ώρα γρηγορότερο από τ’ αρχικά Σπιτφάιρ. Μετά τον πόλεμο, το 1947 κατασκευάστηκε ο τελευταίος τύπος του θρυλικού αυτού καταδιωκτικού, το Mk XXIV. Το Σπιτφάιρ παρέμεινε για λίγο ακόμα σε
υπηρεσία με τα χρώματα της RAF, μέχρι που αντικαταστάθηκε από τα υποηχητικά Meteor και Vampire. Συνολικά από το 1936 έως το 1948 είχαν παραχθεί πάνω από 20.000 Σπιτφάιρ, αριθμός ρεκόρ για ένα καταδιωκτικό.
Τα Ελληνικά Spitfire έλαβαν μέρος σε μάχες στη Μέση Ανατολή, στην Ιταλία και στα Βαλκάνια, ενώ μετά την λήξη του Πόλεμου, έλαβαν μέρος και στον Εμφύλιο. Η έκδοση Mk IX χρησιμοποιήθηκε μεταπολεμικά από την Ελληνική Αεροπορία. Η Ελληνική Αεροπορία χρησιμοποίησε το Spitfire Mk IX ως φωτοαναγνωριστικό το όποιο τροποποιήθηκε κατάλληλα και εξοπλίστηκε με δυο κάμερες στην άτρακτο, χρησιμοποιήθηκε ως το 1953, οπότε και αποσύρθηκε οριστικά.
Στις 5 Ιουλίου 2007, στην Αεροπορική Βάση Δεκελείας (Μουσείο της Πολεμικής Αεροπορίας) πραγματοποιήθηκε εκδήλωση για την αποκατάσταση του μοναδικού, άριστα διατηρημένου, Spitfire Mk IX με αριθμό MJ755 σε λειτουργική κατάσταση.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΣ
|
Supermarine
|
---|---|
ΧΩΡΑ
|
Αγγλία
|
ΤΥΠΟΣ
|
Καταδιωκτικό Αφος
|
ΠΛΗΡΩΜΑ
|
1, άτομο
|
ΠΡΟΩΘΗΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
|
1× Rolls-Royce Merlin 45
|
Μέγιστη ισχύς
|
1 x 1.575 h.p
|
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ
| |
Μήκος
|
9,640 m
|
Ύψος A/φους
|
3,86 m
|
Εκπέτασμα πτέρυγας
|
11,227 m
|
Επιφάνεια πτέρυγας
|
22,48 m2
|
ΒΑΡΗ
| |
- βάρος κενό
|
2.256 kg
|
- μέγ. βάρος απογείωσης
|
3.405 kg
|
- κανονικό βάρος απογείωσης | 3.351 kg |
- εσωτερικά μεταφερόμενα καύσιμα
|
386 lt
|
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
| |
Μέγ. ταχύτητα
|
642 km/h
|
Ταχύτητα ταξιδιού
|
607 km/h
|
Εμβέλεια
|
750 km
|
Βαθμός ανόδου
|
1.390 m/min
|
Επιχειρησιακή οροφή
|
12.650 m
|
ΟΠΛΙΣΜΟΣ
|
Δύο πυρυβόλα των 20 mm με 280 βληματα και τέσσερα πυροβόλα των 7.7 mm.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου