ΤΑΥΡΟΚΑΘΑΨΙΑ
Τα
Ταυροκαθάψια (ταύρος + καθάπτομαι) ήταν μια πολύ σημαντική γιορτή και
γινόταν στην Κνωσό προς τιμή του Ποσειδώνα, αλλά και στη Θεσσαλία, στη
Σμύρνη και την Τίρυνθα, όπου γινόταν αγώνας για τη σύλληψη άγριου ή
ερεθισμένου ταύρου. Οι νέοι που συμμετείχαν στον αγώνα ονομάζονταν
ταυροκαθόπται και προσπαθούσαν έφιπποι να συλλάβουν τον άγριο ταύρο,
πιάνοντάς τον από τα κέρατα και χρησιμοποιώντας σχοινιά ή ξύλο, αλλά
ποτέ σιδερένιο όπλο.
Έπειτα
κάθονταν στον τράχηλο ή στη ράχη του ζώου και έκαναν διάφορες
ακροβατικές φιγούρες και ασκήσεις. Σε αντίθεση με τις σημερινές
ταυρομαχίες, τα ταυροκαθάψια δεν απαιτούσαν το θάνατο του ταύρου. Είχαν
στόχο μόνο την ανάδειξη του θάρρους και την τόλμη των αθλητών. Στο
ανάκτορο της Κνωσού και της Τίρυνθας βρέθηκαν τοιχογραφίες με
παραστάσεις του αγωνίσματος. Παραστάσεις επίσης σώθηκαν σε διάφορα
αγγεία και νομίσματα θεσσαλικών πόλεων.
ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ
Η
καινούργια εποχή που ξεκίνησε με την κατασκευή των νέων ανακτόρων στη
μινωική Κρήτη αποδεικνύει τη οικονομική ευρωστία και την πολιτική
ηρεμία, στην οποία βρισκόταν το νησί. Η Κνωσός αποτελεί χαρακτηριστικό
παράδειγμα οικιστικής ανάπτυξης την περίοδο αυτό. Δεν επισκευάστηκε μόνο
και πάλι το ανάκτορο, που διακοσμήθηκε με εντυπωσιακές τοιχογραφίες,
αλλά σε όλη την έκταση του ανακτόρου και της μινωικής πόλης
κατασκευάστηκαν καινούργια συγκροτήματα, βασιλικές επαύλεις και
μνημειακοί τάφοι.
Ένα
από τα σημαντικά αυτά μνημεία αποτελεί το λεγόμενο «Μικρό Ανάκτορο» της
Κνωσού, που ήταν οργανικά ενωμένο με το κύριο ανάκτορο. Στο οικοδόμημα
αυτό κάποιες από τις αίθουσές του ξεπερνούν σε χάρη και διακόσμηση αυτές
του μεγάλου ανακτόρου. Το Μικρό Ανάκτορο (17ος-15ος αιώνας π.X.)
βρίσκεται στα δυτικά του δημόσιου δρόμου Κνωσού-Ηρακλείου, σε ελάχιστη
απόσταση από το κυρίως ανάκτορο κι έχει όλα τα ανακτορικά αρχιτεκτονικά
στοιχεία (ξεστή τοιχοδομία, χώροι υποδοχής, περίστυλη αίθουσα, διπλό
μέγαρο με πολύθυρα και δεξαμενή καθαρμών-ιερό). Ήταν ένα κτίσμα με
ιδιαίτερο θρησκευτικό χαρακτήρα, καθώς διέθετε βωμό, αίθουσες με πεσσούς
και θρησκευτικά αντικείμενα βασιλικής τέχνης. Το ξακουστό ρυτό με τη
μορφή ταυροκεφαλής από στεατίτη βρέθηκε εδώ. Το θρησκευτικό χαρακτήρα
του δεν έχασε το κτίσμα ακόμη και όταν οι Μυκηναίοι ανέλαβαν τα ηνία
στην Κρήτη και έκτισαν ένα βωμό, ακριβώς πάνω από το παλιό δωμάτιο με τη
δεξαμενή καθαρμού.
Το
Μικρό Ανάκτορο αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κτίριο, μετά το μεγάλο
ανάκτορο. Η ανατολική του πρόσοψη έχει καταστραφεί εντελώς. Το σημαντικό
αυτό κτίριο διαθέτει ενδιαφέροντα λατρευτικά δωμάτια, μεταξύ αυτών και 3
αίθουσες με πεσσούς και λατρευτικές εγκαταστάσεις και μια βάση
καθαρμού. Το συνολικό συγκρότημα, διαστάσεων 45Χ28 μ., πρέπει να είχε
ακόμη έναν όροφο. Η είσοδος βρισκόταν στα ανατολικά κι οδηγούσε σ’ ένα
προθάλαμο. Από κει, μέσω ενός πολυθύρου με τρία πλατιά σκαλοπάτια, ο
επισκέπτης οδηγείτο σε μια περίστυλη αυλή.
Στο
βόρειο μέρος της αυλής, άλλο πολύθυρο οδηγούσε στην επίσημη αίθουσα του
συγκροτήματος. Πρόκειται για μια ορθογώνια αίθουσα που μ’ ένα πολύθυρο
χωρίζεται σε δύο δωμάτια και με άλλα πολύθυρα επικοινωνεί στα ανατολικά
με κιονοστοιχία βεράντας. Οι τοίχοι ήταν διακοσμημένοι με γυψόλιθο και
το δάπεδο πλακοστρωμένο. Πίσω από το βόρειο τμήμα της αίθουσας υπάρχει
το «πλυντήριο», χώρος με αποχέτευση που συνδέεται με τον εξωτερικό
αγωγό, ενώ πίσω από το νότιο τμήμα της αίθουσας βρίσκεται στεγασμένη μια
δεξαμενή καθαρμών.
Δυτικότερα
και νοτιότερα υπάρχουν άλλα δωμάτια διαφόρων χρήσεων. Δύο μεγάλες
κλίμακες (δυτικά και νότια) πλαισιώνουν τη μεγάλη αίθουσα με τους
πεσσούς. Τη σπουδαιότητα και τον ιερό χαρακτήρα της αίθουσας αυτής
φανερώνουν τα λατρευτικά αντικείμενα που βρέθηκαν εκεί, μεταξύ αυτών και
μια βάση με διπλούς πέλεκες. Ακόμη μια εντυπωσιακή αίθουσα με πεσσούς
βρίσκεται στο ΝΑ άκρο του συγκροτήματος. Οι διαστάσεις του ανεσκαμμένου
τμήματος (περίπου 90 μ. μήκος και πάνω από 30 μ. πλάτος), δίνουν
μνημειακή μορφή στο κτίσμα αυτό.
Η
μικρή απόσταση του Μικρού Ανακτόρου με το θεατρικό χώρο του ανακτόρου
της Κνωσού (περίπου 230 μ.) και η ιερή οδός που συνέδεε τους δύο αυτούς
χώρους, φανερώνουν την οργανική ένωση του ιερών αυτών κτισμάτων, όπου
πιθανόν μέσω της οδού θα μεταφέρονταν ιερά αγάλματα και θρησκευτικά
κειμήλια μπροστά από πλήθος ανθρώπων, που θα παρακολουθούσαν τις
τελετουργίες αυτές. Μετά την καταστροφή της Κνωσού (Yστερομινωική ΙΙΙΒ
περίοδος). το Μικρό ανάκτορο χρησιμοποιήθηκε ως ιερό φετιχιστικό
ειδώλων, όπως δείχνουν και τα πέτρινα ειδώλια που βρέθηκαν εκεί.
.
Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΕΠΑΥΛΗ
Σημαντικό
μνημείο της Κνωσού, με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική μορφή, αποτελεί η
λεγόμενη «Βασιλική έπαυλη», που βρίσκεται στο ΒΑ άκρο του ανακτόρου.
Παρουσιάζει έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα και ίσως πρόκειται για κατοικία
επιφανούς μέλους της αριστοκρατίας ή του ιερατείου. Χαρακτηριστικά
στοιχεία της Έπαυλης είναι τα πολύθυρα, η υπόστυλη κρύπτη με πεσσό και
το διπλό κλιμακοστάσιο. Κατασκευάστηκε σε μια τομή της πλαγιάς του
λόφου, ενώ η πρόσοψή της έβλεπε ανατολικά, στην κοιλάδα του Καιράτου
ποταμού. Σώζεται το ισόγειο και έχει αναστηλωθεί μέρος του πρώτου
ορόφου, ενώ υπήρχε και δεύτερος όροφος από πάνω.
Η
Βασιλική έπαυλη κτίστηκε κατά την Yστερομινωική I περίοδο (14ος αι.
π.Χ.) και χωρίζεται από το ανάκτορο της Κνωσού μ’ έναν πλακοστρωμένο
δρόμο, που ονομάστηκε από τους ανασκαφείς «βασιλικός δρόμος». Τόσο η
θέση της, όσο και αρκετές αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες δείχνουν ότι η
Βασιλική έπαυλη συνδεόταν οργανικά με το ανάκτορο. Μέσω ενός τοιχισμένου
αύλειου χώρου, ο επισκέπτης έφτανε στην είσοδο της έπαυλης, η οποία
διέθετε τη χαρακτηριστική μορφή των μυκηναϊκών μεγάρων, με δύο κίονες
μεταξύ των παραστάδων. Από ένα φωταγωγό έμπαινε κανείς στον προθάλαμο
και από κει στην κύρια αίθουσα του μινωικού πολύθυρου.
Οι
τοίχοι είναι επενδυμένοι με πλάκες από γυψόλιθο, όπως και το δάπεδο.
Μετά τον πρόδομο ακολουθούσε η κύρια αίθουσα του κτίσματος, με ορθογώνια
κάτοψη. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της αίθουσας αυτής, που δε
συναντάται σε άλλες επαύλεις, είναι ο λίθινος θρόνος, που βρέθηκε σε μία
κόγχη της νότιας πλευράς. Η κόγχη, στην οποία βρέθηκε ο θρόνος, ήταν
απομονωμένη με σκαλιά και κίονες και επικοινωνούσε μέσω ενός φωταγωγού
με τον επάνω όροφο. Αυτή η αρχιτεκτονική διάταξη με το υποβλητικό
σκηνικό δηλώνει ότι ο συγκεκριμένος χώρος προοριζόταν για κάποιες
θρησκευτικές τελετουργίες.
Από
την κεντρική αίθουσα οδηγείται κανείς σε μία υπόστυλη κρύπτη, στην
οποία υπήρχαν αυλάκια και κοιλότητες, κατασκευασμένα προφανώς για να
δέχονται υγρές προσφορές. Οι τοίχοι της κρύπτης ήταν κτισμένοι με
γυψόλιθο, ενώ το δάπεδό της ήταν στρωμένο με γυψολιθικές πλάκες. Ένα
ιδιόμορφο χαρακτηριστικό της βασιλικής έπαυλης είναι το ιδιότυπο
κλιμακοστάσιο που χωριζόταν σε δύο πτέρυγες, καθώς οδηγούσε στον επάνω
όροφο. Το ΝΑ τμήμα της έπαυλης, όπου βρισκόταν μία πλακοστρωμένη
αίθουσα, ένα λουτρό και μία τουαλέτα, φαίνεται ότι είχε ιδιωτικό
χαρακτήρα.
.
Η ΟΙΚΙΑ ΤΩΝ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΩΝ
Γύρω
από το ανάκτορο εκτεινόταν η πόλη της Κνωσού, που περιμένει ακόμη να
ανασκαφεί. Μέχρι σήμερα έχουν ανασκαφεί μόνον επαύλεις ή κτίρια που
θεωρήθηκαν κατοικίες αξιωματούχων, οι οποίοι πρέπει να είχαν άμεση σχέση
με το ανάκτορο. Η «Οικία των τοιχογραφιών» βρίσκεται στη ΒΔ πλευρά του
ανακτόρου της Κνωσού, στη νότια πλευρά του βασιλικού δρόμου. Είναι ένα
μικρό και απλό σε αρχιτεκτονική μορφή κτίριο, που βρίσκεται σήμερα σε
κακή κατάσταση, αλλά εντυπωσιάζει με τις τοιχογραφίες που βρέθηκαν εκεί.
Χρονολογείται τον 15ο-12ο αιώνα π.X. και πρόκειται για μικρού μεγέθους
οικία αστικού τύπου με πλούσιο εσωτερικό τοιχογραφημένο διάκοσμο.
Η
οικία διαθέτει μια σχεδόν ορθογώνια κάτοψη. Η είσοδος βρίσκεται στη ΝΔ
γωνία. Η τοιχοδομία αποτελείται από καλοδουλεμένους γυψόλιθους πάνω σε
ασβεστολιθικό θεμέλιο. Η οικία διαθέτει τρία μακρόστενα δωμάτια στη
νότια πλευρά της, ενώ μια σειρά από μικρά τετράγωνα κι ορθογώνια δωμάτια
καλύπτουν τη βόρεια πλευρά. Στην κύρια αίθουσα της κατοικίας βρισκόταν
ένα δάπεδο με πλαίσιο. Εντυπωσιάζει, επίσης, το δάπεδο του ΝΑ γωνιακού
δωματίου, διακοσμημένο με μια ζώνη από κονίαμα γύρω από κέντρο στρωμένο
με πλάκες από σιδηρόπετρα. Το ενδιαφέρον του κτιρίου εστιάζεται στα
αναρίθμητα σπαράγματα τοιχογραφιών που αποκαλύφθηκαν όχι πεσμένα, αλλά
μάλλον τακτοποιημένα σ’ ένα μέρος του κεντρικού μακρόστενου δωματίου.
Λεπτές στρώσεις από ζωγραφισμένο κονίαμα, πάχους μόλις 4 χιλιοστών,
βρέθηκαν σε διαδοχικά στρώματα. Από τα σπαράγματα αυτά συμπληρώθηκε η
τοιχογραφία με τους γαλάζιους πιθήκους και η τοιχογραφία των χελιδονιών.
.
Η ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ «ΓΑΛΑΖΙΟΥ ΠΟΥΛΙΟΥ»
Από
τις αρχαιότερες και σημαντικότερες τοιχογραφίες, που βρέθηκαν στη
λεγόμενη «Οικία των τοιχογραφιών» της Κνωσού είναι αυτή του «γαλάζιου
πουλιού». Σώζεται πολύ αποσπασματικά και είναι βέβαιο ότι ανήκε σε
μεγαλύτερη σύνθεση, που κοσμούσε τους τοίχους του κτιρίου. Στο κέντρο
της παράστασης και σε λευκό βάθος δεσπόζει ένα γαλάζιο πουλί καθισμένο
πάνω σε βράχο. Από τη μορφή του σώζονται μόνο τμήμα των φτερών και τα
μικρά πόδια του. Το τοπίο γύρω του είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό και
αποδίδεται με διάφορα έντονα χρώματα. Στα θραύσματα που σώζονται
διακρίνονται κυρίως βράχια, άγρια ρόδα και ίριδες. Το έργο
χαρακτηρίζεται από την ελευθερία στην απόδοση των περιγραμμάτων, από τη
μεγαλειώδη έκφραση της φυσιοκρατίας και από την εναλλαγή έντονων
χρωμάτων. Η σκηνή σφύζει από ζωντάνια, όμως αποπνέει εξαιρετική ηρεμία
και αρμονία.
Η ΝΟΤΙΑ ΟΙΚΙΑ
Η
λεγόμενη «Νότια Οικία» αποτελεί ακόμη ένα δείγμα μινωικής
αρχιτεκτονικής, έπαυλη κάποιου Μινωίτη ιδιώτη. Πρόκειται για ιδιωτική
αστική οικία, τριώροφη με δεξαμενή καθαρμών και υπόστυλη κρύπτη.
Βρίσκεται στη ΝΔ γωνία του μεγάλου ανακτόρου της Κνωσού. Από τα
ανασκαφικά ευρήματα συμπεραίνεται ότι η οικία κατασκευάστηκε μετά την
καταστροφή του σεισμού το 1600 π.Χ., καθώς ο δυτικός τοίχος της
θεμελιώθηκε πάνω στα ερείπια της Βαθμιδωτής Στοάς, που πριν το σεισμό
οδηγούσε στη ΝΔ είσοδο του ανακτόρου. Έχει εν μέρει αναστηλωθεί.
Από
τη Νότια Οικία έχουν διασωθεί τμήματα του ισογείου, των άλλων δύο
ορόφων και ίσως να διέθετε και τρίτο όροφο. Η είσοδος της έπαυλης
βρισκόταν πιθανόν στη ΝΑ γωνία. Το ισόγειο διέθετε δύο χώρους, από τους
οποίους ο ένας είχε τρεις πεσσούς στη σειρά, ενώ ο άλλος περιείχε
χάλκινα εργαλεία και διπλούς πέλεκες. Στον πρώτο όροφο υπάρχει μια
κρύπτη με πεσσό, όπου βρέθηκε βάση για διπλό πέλεκα και άλλη μία για
ιερά αντικείμενα (πιθανόν ιερά κέρατα). Στη ΒΑ πλευρά του πρώτου ορόφου
ανοίγεται η κύρια αίθουσα της οικίας με πλακόστρωτο δάπεδο. Ο προθάλαμος
της αίθουσας αυτής βρίσκεται στα νότια και οδηγούσε πιθανόν στην είσοδο
της οικίας. Στα δυτικά της κύριας αίθουσας υπάρχει ένα λουτρό.
Ένας
διάδρομος στα νότια του λουτρού οδηγούσε σε κλιμακοστάσιο, από όπου οι
ιδιοκτήτες της οικίας κατέβαιναν στο ισόγειο. Εντύπωση προκαλούν οι
παραστάδες της εισόδου που είναι μονολιθικές από γυψόλιθο. Ακόμη
διατηρούνται ίχνη του μηχανισμού με τον οποίο κλείδωνε η πόρτα: ξύλινη
μπάρα έμπαινε στον τόρμο της παραστάδας και στερεωνόταν με χάλκινο
καρφί. Μια άλλη σκάλα οδηγούσε στο δεύτερο όροφο, ενώ δίπλα της υπάρχει
ένα δωμάτιο με μια σειρά από βάσεις κιόνων, ακριβώς πάνω από τους
πεσσούς του ισογείου και στη συνέχεια, ακόμη ένα δωμάτιο. Η βόρεια
πλευρά του δωματίου αυτού επικοινωνεί μ’ ένα χώρο, που διέθετε ίσως
νιπτήρα και αποχωρητήριο στη γωνία.
Η ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΗ ΟΙΚΙΑ
Ένα
ακόμη δείγμα μινωικής αρχιτεκτονικής αποτελεί η λεγόμενη «Ανεξερεύνητη
Οικία», που ονομάστηκε έτσι από τον Evans, γιατί ο ίδιος είχε αποκαλύψει
μόνο την ανατολική της πρόσοψη. Η συγκεκριμένη οικία βρίσκεται ΒΔ του
μεγάλου ανακτόρου και ακριβώς πίσω από το Μικρό ανάκτορο της Κνωσού.
Έχει ιδιωτικό-βιοτεχνικό χαρακτήρα, όπως συμπεραίνεται από τα ανασκαφικά
ευρήματα. Σήμερα, το συγκρότημα αυτό έχει εξ ολοκλήρου ανασκαφεί.
Πρόκειται
για ορθογώνιο κτίριο με κεντρική αίθουσα με 4 πεσσούς, διαδρόμους,
αποθήκες και κλιμακοστάσιο. Συνδεόταν με το Μικρό ανάκτορο με μια
γέφυρα, διέθετε θαυμάσια λαξευτή πρόσοψη και σκάλες για τον επάνω όροφο.
Από τα δωμάτια που διέθετε η οικία, το πιο σημαντικό ήταν η κεντρική
αίθουσα με λαξευτή τοιχοδομία και 4 πεσσούς. Το οικοδόμημα αυτό
κατασκευάστηκε στην Yστερομινωική ΙΑ περίοδο (1600/1580-1480 π.Χ.),
κατοικήθηκε και στην Yστερομινωική ΙΙ-ΙΙΙΑ περίοδο (1425-1340/1330
π.Χ.), όπως φανερώνουν πρόσθετοι τοίχοι στην κεντρική αίθουσα, που
ανήκουν στην εποχή της μυκηναϊκής εξουσίας στην Κνωσό. Το κτίριο
καταστράφηκε από πυρκαγιά γύρω στο 1375 π.Χ., αλλά υπάρχουν ενδείξεις
για επαναχρησιμοποίησή του σε μεταγενέστερα χρόνια.
.
Ο ΞΕΝΩΝΑΣ
Ακολουθώντας
κανείς το δημόσιο δρόμο Ηρακλείου-Κνωσού προς τα νότια, προσπερνά το
μεγάλο ανάκτορο και φτάνει σ’ ένα σημείο, όπου βρίσκεται ένα ακόμη
σημαντικό μνημείο της Κνωσού, ο Ξενώνας ή το «Καραβάν Σεράι», όπως
χαρακτηριστικά το ονόμασε ο Evans. Το συγκεκριμένο κτίσμα θεωρήθηκε
χώρος υποδοχής και διαμονής επισκεπτών με αίθουσα που περιείχε
τοιχογραφίες και λουτρό, λόγω των ευρημάτων που βρέθηκαν εκεί (κομμάτια
από πήλινες μπανιέρες). Επικοινωνούσε με το ανάκτορο με γέφυρα. Οι
τοίχοι του ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες που απεικονίζουν τοπίο με
πέρδικες και τσαλαπετεινούς.
Έχουν
αναστηλωθεί δύο δωμάτια του Ξενώνα με πρόσοψη προς το ανάκτορο. Το
ανατολικό έχει μορφή πρόπυλου κι εσωτερικά ήταν διακοσμημένο με την
περίφημη τοιχογραφία με τις πέρδικες. Το στυλ της τοιχογραφίας θυμίζει
αρκετά τις τοιχογραφίες της οικίας των τοιχογραφιών. Στο διπλανό δωμάτιο
υπάρχει μια μικρή λίθινη δεξαμενή, που ο Evans πίστευε ότι χρησίμευε
στους ταξιδιώτες για ποδόλουτρο.
Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΤΑΦΟΣ-ΙΕΡΟ
Ένα
από τα πιο σημαντικά μνημεία της Κρήτης και το τελευταίο που αποκάλυψε ο
Evans στη διάρκεια των ανασκαφών του, βρίσκεται 600 μ. περίπου νότια
του μεγάλου ανακτόρου. Επικοινωνούσε με την Οικία του Αρχιερέα με
πλακόστρωτο δρόμο. Φαίνεται ότι εδώ είχε ταφεί κάποιος από τους
τελευταίους βασιλιάδες της Κνωσού (17ος-14ος αιώνας π.X.).
Χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία του είναι η είσοδος με αυλή, στοά
με ένα μικρό προθάλαμο και υπόστυλη κρύπτη με δύο πεσσούς. Είναι
διώροφος με ταφικό θάλαμο που είναι σκαλισμένος στο βράχο.
Ο
επάνω όροφος πιστεύεται ότι χρησίμευε σαν ιερό για τη λατρεία των
νεκρών. Η κατασκευή του τοποθετείται χρονολογικά στη Μεσομινωική ΙΙΙΒ
περίοδο (1850-1700/1650 π.Χ.) και έπειτα από μερική καταστροφή
επισκευάστηκε στη Ύστερη Μινωική ΙΑ περίοδο (1600/1580-1480 π.Χ.). Ο
μνημειακός αυτός τάφος διαθέτει δύο ορόφους. Ο κάτω όροφος περιελάμβανε
τον θαλαμωτό τάφο, έναν ορθογώνιο νεκρικό θάλαμο μ’ έναν κεντρικό πεσσό.
Εντυπωσιάζει η λαξευτή του τοιχοδομία.
Η
είσοδος στο βασιλικό τάφο γινόταν από τα βόρεια. Εκεί υπήρχε μια στοά
με δύο κίονες. Απέναντι από τη στοά υπήρχε μια πλακόστρωτη αυλή και η
είσοδος του διαδρόμου που οδηγούσε στο νεκρικό θάλαμο. Στον προθάλαμο
οδηγούσε ένας διάδρομος, που πλαισιωνόταν από μικρά δωμάτια στη νότια
και βόρεια πλευρά του. Στη νότια πλευρά του διαδρόμου βρισκόταν το
κλιμακοστάσιο, που οδηγούσε στον επάνω όροφο και στο ιερό. Ο προθάλαμος,
η κρύπτη των πεσσών, διέθετε δύο πεσσούς. Εκεί βρέθηκαν οστεοφυλάκια
για τα οποία υπέθεσε ο Evans ότι έγιναν για να ενταφιαστούν νεκροί από
το μεγάλο σεισμό του 1600 π.Χ. Ακριβώς πάνω από τον προθάλαμο βρισκόταν
το ιερό.
Στην
Ύστερη Μινωική ΙΑ περίοδο (1600/1580-1480 π.Χ.), ο προθάλαμος δέχτηκε
κάποιες μετατροπές και επισκευές. Ο νεκρικός θάλαμος βρισκόταν στη
δυτική πλευρά του συγκροτήματος και διέθετε έναν κεντρικό πεσσό. Ήταν
λαξευμένος μέσα σε μαλακό βράχο. Η οροφή του, που ήταν ο φυσικός βράχος,
ήταν βαμμένη γαλάζια. Πιθανόν ο νεκρός να είχε τοποθετηθεί σε ξύλινη
λάρνακα, που δε σώθηκε. Οι τοίχοι του θαλάμου ήταν διακοσμημένοι με
γυψόλιθο. Με την ίδια πέτρα διακοσμήθηκε και το δάπεδο, σχηματίζοντας
ένα πλαίσιο γύρω από τον πεσσό. Μέσα στο νεκρικό θάλαμο, στη ΒΔ γωνία
του, βρέθηκε ωστόσο μια μεταγενέστερη ταφή του τέλους της Υστερομινωικής
ΙΙ περιόδου (1425-1390 π.Χ.).
Το
κλιμακοστάσιο του διαδρόμου οδηγούσε στον πάνω όροφο, όπου
κατασκευάστηκε το ιερό. Πρόκειται για ένα χώρο με δύο κίονες, ακριβώς
πάνω από τους πεσσούς του προθαλάμου. Η διάταξη του τάφου θυμίζει αρκετά
την περιγραφή του Διόδωρου του Σικελιώτη, που κάνει λόγο για τον τάφο
του Μίνωα στη Σικελία: αναφέρει ότι υπήρχε ναός της Αφροδίτης πάνω από
τον κυρίως τάφο. Ο βασιλικός Τάφος-Ιερό έχει αναστηλωθεί από τον Evans.
(άρθρο που αλίευσε ο Γιώργος από το Ηράκλειο)
Πηγή:
http://averoph.wordpress.com/2013/10/14/%CE%BA%CE%BD%CF%89%CF%83%CF%83%CF%8C%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%AC%CF%84%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CE%AF%CE%BD%CF%89%CE%B1-%CF%84%CE%B5%CE%BB%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%B1%CE%AF%CE%BF/
Πηγή: Υπουργείο Πολιτισμού
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]
Ο κατάλογος πλοίων της Ιλιάδας αναφέρει ότι η Κρήτη απέστειλε 80 πλοία
υπό τις διαταγές του βασιλιά της Κνωσού, Ιδομενέα (Οδύσσεια, τ 178-9).
1 Δυτική Αυλή – 2 Δυτική Πύλη (Είσοδος) – 3 Διάδρομος Πομπής – 4 Προπύλαια -
5 Κλίμακα – 6 Διάδρομος Αποθηκών – 7 Αποθήκες – 8 Ιερό – 9 Αίθουσα Θρόνου -
10 Δεξαμενή Καθαρμών – 11 Υπαίθριο Θέατρο – 12 Βόρεια Είσοδος – 13 Κεντρική
Αυλή – 14 Αποθήκες Πιθαριών – 15 Ανατολικός Προμαχώνας – 16 Αίθουσα Διπλών
Πελέκεων – 17 Διαμέρισμα Βασίλισσας – 18 Μέγα Κλιμακοστάσιο – 19 Μικρό Ιερό
Διπλών Πελεκέων – 20 Νότια Είσοδος – 21 Διάδρομος Ζατρικίου – 22 Εργαστήρια -
23 Τελωνείο – 24 Τελωνείο – 25 Πλακόστρωτη Οδός
Πηγή: Σελίδες Ιστορίας και Επιστήμης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου