ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
Οι
πρώτες ανασκαφές στο χώρο της Κνωσού άρχισαν το 1878 από τον Ηρακλειώτη
έμπορο Μίνω Καλοκαιρινό, λάτρη των αρχαιοτήτων. Τότε ανασκάφηκε τμήμα
της δυτικής πτέρυγας και ήρθαν στο φως αρκετά σκεύη της εποχής και πολλά
σημαντικά μικροαντικείμενα.
Αργότερα,
ανασκαφές έκαναν ο Αμερικανός πρόξενος W.J. Stillman, ο ανασκαφέας των
Μυκηνών και της Τροίας, Γερμανός H. Schliemann με τον συνεργάτη του W.
Dörpfeld, ο Γάλλος αρχαιολόγος M. Joubin και ο Άγγλος αρχαιολόγος Sir
Arthur Evans, διευθυντής του Ashmolean Museum της Οξφόρδης.
Όλοι
όμως προσέκρουσαν σε αδυναμία αγοράς του χώρου του ανακτόρου. Όταν η
Κρήτη ανακηρύχθηκε ανεξάρτητη (Κρητική Πολιτεία) το 1898, θεσπίστηκε
νόμος με τον οποίο όλες οι αρχαιότητες κηρύσσονταν κτήμα της Πολιτείας.
Έτσι
το 1900, ο Evans με τους βοηθούς του αρχίζει ξανά συστηματικές
ανασκαφές που κράτησαν 30 χρόνια (1900-1913 και 1922-1930) και
αποκάλυψαν ολόκληρο το ανάκτορο, στο οποίο έγιναν ευρείας έκτασης
αναστηλώσεις, μεγάλο τμήμα της μινωικής πόλης και των νεκροταφείων.
Για
την αναστήλωσή του, ο Evans χρησιμοποίησε σε αρκετά σημεία τσιμέντο κι
ενώ είχε κατηγορηθεί γι’ αυτό, αργότερα αποδείχτηκε ότι ήταν απαραίτητο
για τη στατικότητα των κτιρίων σε βάθος χρόνου. Από τότε, οι ανασκαφές
συνεχίζονται στην ευρύτερη περιοχή της Κνωσού από την Αγγλική
Αρχαιολογική Σχολή και την ΚΓ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών
Αρχαιοτήτων.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Τα
αρχαία ερείπια της Κνωσού που εκτείνονται διάσπαρτα στην περιοχή της
μαρτυρούν τη σπουδαιότητα του χώρου. Τα συγκροτήματα μνημείων που
διατηρούνται σήμερα ανάγονται χρονολογικά στη νεοανακτορική περίοδο στην
οποία ανήκει το δεύτερο ανάκτορο (1700-1450 π.Χ.) και διάφορα άλλα
κτιριακά συγκροτήματα.
Εκτός
από τα λειψάνων της μινωικής εποχής σώζονται και μερικά μνημεία
μεταγενέστερων εποχών, αλλά και νεκροταφεία διαφόρων περιόδων, που
αποδεικνύουν μια συνεχή κατοίκηση στην περιοχή της Κνωσού.
Πρόκειται
για ένα σημαντικό αρχαιολογικό χώρο διαμονής. Πέρα από το συγκρότημα
του μινωικού ανακτόρου μπορεί σήμερα ο επισκέπτης να δει ιδιωτικές
οικίες με πλούσιο εσωτερικό τοιχογραφημένο διάκοσμο, μερικά δημόσια
κτήρια, αλλά και κάποια θρησκευτικά κέντρα.Από τη ρωμαϊκή εποχή σώζεται
ιδιωτική ρωμαϊκή περίστυλη οικία με θαυμάσια ψηφιδωτά δάπεδα.
Ο νεολιθικός οικισμός βρέθηκε κάτω από την κεντρική αυλή του ανακτόρου και σε βάθος 7 μ.,
γεγονός που οφείλεται σε διαδοχικές εγκαταστάσεις (10 οικοδομικά
στρώματα). Ο πρώτος οικισμός είχε ημιμόνιμο χαρακτήρα εγκατάστασης, ενώ
σταδιακά αποκτά μόνιμο χαρακτήρα, καθώς τα σπίτια διαθέτουν λίθινη
κρηπίδα και ανωδομή από πηλό.
Ο
οικισμός κατείχε πιθανόν έκταση τόση, όση και το μινωικό ανάκτορο. Ο
οικισμός της προανακτορικής εποχής δε διατηρήθηκε σχεδόν καθόλου, καθώς
καταστράφηκε στο μεγαλύτερο μέρος του από την κατασκευή του ανακτόρου.
Στην
πρώτη περίοδο της Εποχής του Χαλκού, με την εμφάνιση κι επεξεργασία του
χαλκού, παρατηρείται μια σταδιακή εξέλιξη κι ανάπτυξη. Η οικονομική και
πολιτική εξέλιξη οδηγεί γύρω στο 2000 π.Χ. στην ίδρυση του πρώτου
ανακτόρου.
Γύρω
από την κεντρική αυλή αναπτύσσονται τέσσερις πτέρυγες με τα βασιλικά
διαμερίσματα, εργαστήρια, ιερά, αποθήκες, θησαυροφυλάκια, την αίθουσα
του θρόνου και τις αίθουσες συμποσίων.
Ο
μινωικός οικισμός εκτεινόταν γύρω από το ανάκτορο και στους λόφους
υπήρχαν τα νεκροταφεία. Σημαντικά στοιχεία της ραγδαίας ανάπτυξης δίνουν
και τα υπόλοιπα κτιριακά συγκροτήματα της εποχής: Το Μικρό Ανάκτορο
(17ος-15ος αιώνας π.X.) βρίσκεται δυτικά του κυρίως ανακτόρου και έχει
όλα τα ανακτορικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. Η Βασιλική Έπαυλη (14ος αιώνας
π.X.) βρίσκεται ΒΑ του ανακτόρου. Παρουσιάζει έντονο θρησκευτικό
χαρακτήρα και ίσως πρόκειται για κατοικία επιφανούς μέλους της
αριστοκρατίας ή του ιερατείου.
Χαρακτηριστικά
στοιχεία της έπαυλης είναι τα πολύθυρα, η υπόστυλη κρύπτη με πεσσό και
το διπλό κλιμακοστάσιο. Η Οικία των Τοιχογραφιών (15ος, 14ος-12ος αιώνας
π.X.) βρίσκεται ΒΔ του Ανακτόρου. Πρόκειται για μικρή σε μέγεθος οικία
αστικού τύπου με πλούσιο εσωτερικό τοιχογραφημένο διάκοσμο. Το Καραβάν
Σεράι (Ξενώνας) βρίσκεται νότια του ανακτόρου και θεωρήθηκε χώρος
υποδοχής και διαμονής επισκεπτών με αίθουσα που περιείχε τοιχογραφίες
και λουτρό. Η Ανεξερεύνητη Οικία (14ος-12ος αιώνας π.X.) βρίσκεται ΒΔ
του ανακτόρου και έχει ιδιωτικό-βιοτεχνικό χαρακτήρα.
Ο Βασιλικός Τάφος-Ιερό βρίσκεται 600 μ.
περίπου νότια του ανακτόρου. Φαίνεται ότι εδώ είχε ταφεί κάποιος από
τους τελευταίους βασιλιάδες της Κνωσού (17ος-14ος αιώνας π.X.).
Χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά στοιχεία είναι η είσοδος με αυλή, στοά και
ένα μικρό προθάλαμο και υπόστυλη κρύπτη με δύο πεσσούς. Η Οικία του
Αρχιερέα βρίσκεται 300 μ. νότια του Καραβάν-Σεράι.
Εδώ
βρέθηκε πέτρινος βωμός με δύο κίονες, που τον πλαισίωναν βάσεις διπλών
πελέκων. Η Νότια Οικία (17ος-15ος αιώνας π.X.) βρίσκεται νότια του
ανακτόρου και πρόκειται για ιδιωτική αστική οικία, τριώροφη με δεξαμενή
καθαρμών και υπόστυλη κρύπτη. Από τη ρωμαϊκή Κνωσό σημαντικό οικοδόμημα
και χαρακτηριστικό δείγμα μνημείου αποτελεί η Έπαυλη του Διονύσου (2ος
αιώνας μ.X.), ιδιωτική ρωμαϊκή περίστυλη οικία με θαυμάσια ψηφιδωτά
δάπεδα του ψηφοθέτη Απολλιναρίου, που εικονίζουν το Διόνυσο.
ΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ
ΤΟ ΑΝΑΚΤΟΡΟ
Το
Ανάκτορο της Κνωσού είναι το μεγαλύτερο από τα κέντρα της μινωικής
εξουσίας. Πρόκειται για ένα κτιριακό συγκρότημα που αναπτύσσεται σε χώρο
15.000 τ.μ. Χτισμένο σ’ ένα κατά μεγάλο ποσοστό τεχνητό λόφο, ήταν το
πιο εντυπωσιακό από τα μινωικά ανάκτορα. Αποτελούσε το κέντρο διοίκησης
της μινωικής Κνωσού, που βρίσκεται σε απόσταση 5 χλμ.
ΝΑ του Ηρακλείου. Το πρώτο ανάκτορο κτίστηκε περίπου το 2000 π.Χ.
Σύμφωνα με την παράδοση το ανάκτορο της Κνωσού αποτέλεσε την έδρα του
βασιλιά Μίνωα.
Γύρω
στο 2000 π.X. κτίστηκε το παλαιό ανάκτορο στο νότιο άκρο της πόλης, που
καταστράφηκε από σεισμό γύρω στο 1900 π.X. Αμέσως επισκευάστηκε, αλλά
καταστράφηκε για δεύτερη φορά από σεισμό, περίπου το 1700 π.X. Ο ενιαίος
σχεδιασμός που παρουσιάζουν Φαιστός και Μάλια έρχονται σε αντίθεση με
το πρώτο ανάκτορο της Κνωσού, που κατασκευάστηκε ίσως με την ενοποίηση
σημαντικών συγκροτημάτων της προανακτορικής εποχής. Στο σχεδιασμό του
αποφεύχθηκαν γενικά οι ευθείς διάδρομοι.
Τα
στοιχεία αυτά, μαζί με την πολύπλοκη αρχιτεκτονική του δομή,
δικαιολογούν τον μύθο του Λαβύρινθου. Αμέσως μετά οικοδομήθηκε το νέο
ανάκτορο, πιο μεγαλοπρεπές, στα μέσα του 15ου αιώνα π.X. Αχαιοί ηγεμόνες
κάθονται πλέον στην αίθουσα του θρόνου του ανακτόρου, οι οποίοι ως
απόλυτοι κυρίαρχοι ελέγχουν όλο το νησί. Το ανάκτορο καταστρέφεται και
πάλι στα μέσα του 14ου αιώνα π.X. (Yστερομινωική Εποχή IIIA), αυτή τη
φορά από πυρκαγιά και από τότε παύει να λειτουργεί ως ανακτορικό κέντρο.
Το
ανάκτορο της Κνωσού χωρίζεται σε διάφορα τμήματα, καθένα από τα οποία
έχει ξεχωριστή χρήση. Ήταν πολυώροφο, χτισμένο με πελεκητούς δόμους και
διακοσμημένο με θαυμάσιες τοιχογραφίες που απεικόνιζαν πιθανόν
θρησκευτικές τελετές. Εντύπωση προκαλούν η ποικιλία των δομικών υλικών,
τα χρωματιστά κονιάματα, οι ορθομαρμαρώσεις και οι τοιχογραφίες που
κοσμούν δωμάτια και διαδρόμους.
Τις
υψηλές τεχνικές γνώσεις των Μινωιτών επιβεβαιώνουν πρωτότυπες
αρχιτεκτονικές και κατασκευαστικές επινοήσεις, όπως οι φωταγωγοί και τα
πολύθυρα, η χρήση δοκαριών για ενίσχυση της τοιχοποιίας, καθώς και το
σύνθετο αποχετευτικό και υδρευτικό δίκτυο. Η πρόσβαση γινόταν από τρεις
εισόδους που βρίσκονταν στη βόρεια, τη δυτική και τη νότια πλευρά του.
Το ανάκτορο αναπτύσσεται με 4 πτέρυγες γύρω από τη μεγάλη Κεντρική Αυλή,
χώρο δημόσιων συγκεντρώσεων.
Στη
δυτική πτέρυγα του ανακτόρου εντάσσονται οι επίσημοι χώροι διοικητικών
και θρησκευτικών δραστηριοτήτων: το Τριμερές Ιερό, τα Ιερά
Θησαυροφυλάκια και οι Υπόστυλες Κρύπτες. Μέσα εκεί υπάρχουν οι δημόσιες
αποθήκες (18 μακρόστενα δωμάτια) με τα μεγάλα πιθάρια, τα ιερά, τα
θησαυροφυλάκια. Ξεχωρίζει η Αίθουσα του Θρόνου, με τη δεξαμενή καθαρμών
και τον αλαβάστρινο θρόνο που πλαισιώνεται από θρανία και αποτελείται
από τον προθάλαμο και τον κυρίως χώρο του θρόνου, ενώ στους πάνω ορόφους
υπάρχουν συγκεντρωμένες οι αίθουσες των τελετών.
Στο
ΝΔ τμήμα του ανακτόρου βρίσκεται η Δεύτερη αυλή, η Δυτική, που
αποτελούσε την επίσημη πρόσβαση στο ανάκτορο, αλλά και χώρο τελετουργιών
και η Δυτική Είσοδος που οδηγεί στο Διάδρομο Πομπής. Στη νότια πτέρυγα
σημαντικότεροι χώροι είναι το Νότιο Πρόπυλο, ο Διάδρομος της Πομπής και η
Νότια Είσοδος με την τοιχογραφία του Πρίγκιπα με τα Κρίνα.
Στην
αριστερή πλευρά του διαδρόμου βρίσκονται τα Προπύλαια και τα περίφημα
Διπλά Κέρατα, ένα από τα ιερά σύμβολα της μινωικής θρησκείας.
Στην
ανατολική πτέρυγα αναπτύσσονται τα βασιλικά διαμερίσματα, μεγάλες
αίθουσες υποδοχής, τα δωμάτια του προσωπικού κι ένα ιερό. Σε αυτές
οδηγεί το επιβλητικό μεγάλο Κλιμακοστάσιο. Από τα πιο σημαντικά δωμάτια
είναι η αίθουσα των Διπλών Πελέκων και το Διαμέρισμα της Βασίλισσας, με
την τοιχογραφία των δελφινιών.
Στα
βόρεια και ανατολικά του διαμερίσματος της βασίλισσας βρίσκονται οι
βασιλικές αποθήκες καθώς και ο Διάδρομος του Ζατρικίου (ένα είδος
σκακιού). Ανατολικότερα κατασκευάστηκαν τα διάφορα εργαστήρια, καθώς και
οι βασιλικές αποθήκες.
Η
επικοινωνία με το λιμάνι της Κνωσού γινόταν από τη Βόρεια Είσοδο.Η
Βόρεια Είσοδος πλαισιώνεται από υπερυψωμένες στοές, από τις οποίες η
δυτική κοσμείται με την τοιχογραφία του Κυνηγιού Ταύρου.
Στη βόρεια πτέρυγα κυριαρχεί το λεγόμενο «Τελωνείο», μία δεξαμενή καθαρμών κι ένας υπαίθριος λιθόκτιστος θεατρικός χώρος.
Από
το θέατρο ξεκινάει μεγάλος λιθόστρωτος πομπικός δρόμος, ο Βασιλικός
Δρόμος που οδηγούσε στο Μικρό Ανάκτορο και την πόλη στη ΒΔ γωνία του
ανακτόρου.
Τέλος, στη νότια πτέρυγα υπήρχε το μεγαλοπρεπές νότιο Πρόπυλο.
Τα
πολυάριθμα, εξαιρετικής τέχνης, ευρήματα από το ανάκτορο, αγγεία,
σκεύη, ειδώλια, το αρχείο πινακίδων της Γραμμικής Β γραφής, καθώς και τα
πρωτότυπα των τοιχογραφιών, φυλάσσονται στο Μουσείο Ηρακλείου.
(άρθρο που αλίευσε ο Γιώργος από το Ηράκλειο)
Πηγή: http://averoph.wordpress.com/2013/10/13/%CE%BA%CE%BD%CF%89%CF%83%CF%83%CF%8C%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%AC%CF%84%CE%B9-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CE%AF%CE%BD%CF%89%CE%B1-%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%BF%CF%82-%CE%B4%CE%B5%CF%8D/
Πηγή: Σελίδες Ιστορίας και Επιστήμης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου