Με την ήττα αυτή, οι Γερμανοί απώλεσαν οριστικά την πρωτοβουλία των κινήσεων στο Αντολικό Μέτωπο, η οποία έτσι ή αλλιώς είχε τεθεί υπό αίρεση μετά την ήττα στο Στάλινγκραντ.
Οι Γερμανοί δεν ηττήθηκαν με την κυριολεξία του όρου, απλά υπέστησαν τρομακτικές απώλειες τις οποίες δεν μπόρεσαν ποτέ να αναπληρώσουν τις απώλειες που υπέστησαν και έχασαν την στρατηγική πρωτοβουλία κινήσεων.
Στην αρματομαχία ενεπλάκησαν 6.200 γερμανικά και σοβιετικά τανκς από τα οποία και τα περισσότερα καταστράφηκαν. Δίκαια,λοιπόν, παίρνει το χαρακτηρισμό της πιο αιματηρής σύγκρουσης με τη συμμετοχή αρμάτων μάχης που έγινε ποτέ στην παγκόσμια πολεμική ιστορία.
H προπαρασκευή της μάχης είχε ήδη ξεκινήσει από τα τέλη του Μάρτη της ίδιας χρονιάς όταν ένα περίπολο του κόκκινου στρατού έπιασε έναν αξιωματικό της Βέρμαχτ με τον οδηγό του, ο οποίος μετέφερε απόρρητα έγγραφα που έδειχναν την μεγάλη επίθεση που ετοίμαζε η φασιστική Γερμανία στο μέτωπο του Όρελ και το νοτιότερο αυτό του Μπιέλγκοροντ.
Οι ενδείξεις για αντεπίθεση των ναζί προϋπήρχαν και μετά από την ήττα της μεγαλύτερης στρατιάς της Βέρμαχτ το Φεβρουάριο του 1943 στο Στάλινγκραντ, αφού ο Χίτλερ είχε κηρύξει ολοκληρωτικό πόλεμο εναντίον της ΕΣΣΔ. Έτσι, πρώτος σταθμός αυτού του πολέμου ήταν η πόλη του Κουρσκ όπου σημειώθηκε η πολεμική σύγκρουση και σήμανε το τέλος της αυτοκρατορίας του Γ' Ραιχ.
Οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να δημιουργήσουν μια ομάδα που θα περιλάμβανε 50 τμήματα (18 μονάδες με τεθωρακισμένα και μοτοσικλέτες, 5 στρατιές αρμάτων μάχης και 8 στρατιές με πυροβολικό). Συνολικά, σύμφωνα με σοβιετικές πηγές, ο αριθμός στρατιωτών που περιλάμβαναν αυτά τα 50 τμήματα ήταν 900.000 στρατιώτες. Τη διοίκηση θα είχαν ο Γκίντερ φον Κλούγκε (Ομάδα Στρατιών "Κέντρο") και ο Έριχ φον Μανστάιν (Ομάδα Στρατιών "Νότος").
Απ' την άλλη πλευρά, οι Σοβιετικοί είχαν αποφασίσει ότι το Κεντρικό Μέτωπο του Κόκκινου Στρατού θα υπερασπιζόταν το Κουρσκ από τα βόρεια ενώ το Μέτωπο Βορόνεζ από τα νότια. Τα στρατεύματα αυτά θα στηρίζονταν στο Μέτωπο της Στέπας (του οποίου διοικητής ήταν ο Ιβάν Κόνιεφ). Τον έλεγχο της κίνησης των σοβιετικών δυνάμεων είχαν ο Γκεόργκι Ζούκοφ και ο Αλεξάντρ Βασιλιέφσκι. Το κλειδί, ωστόσο για την έκβαση της μάχης ήταν οι ρώσοι κατάσκοποι καθώς ο Ιωσήφ Στάλιν και το Κρεμλίνο είχαν στη κατοχή τους στοιχεία για το τόπο, τη χρονική στιγμή και τον τρόπο έκβασης της μάχης. Λέγεται ότι ο Στάλιν είχε στα χέρια του ένα αντίγραφο του σχεδίου Τσιταντέλε, τρεις ημέρες πριν αυτό υπογραφεί από τον Χίτλερ. Το νεκρό διάστημα Απριλίου- Ιουνίου του 1943 λειτούργησε θετικά για την ΕΣΣΔ καθώς της έδωσε το περιθώριο να ετοιμάσει τρεις αμυντικές γραμμές στο Κουρσκ και να κατακτήσει τη τελική νίκη.
Μετά την επικράτηση της ΕΣΣΔ, η υπεροχή πέρασε στα χέρια του Κόκκινου Στρατού, ο Δνείπερος απελευθερώθηκε σε μάχη που ακολούθησε και για πρώτη φορά ο Στάλιν ξεκίνησε συστηματική επίθεση κατά της Γερμανίας.
Oι Γερμανοί μετά την ήττα τους στη μάχη αυτή, έχασαν τη δυνατότητα να αναλάβουν επιθετική επιχείρηση στο ανατολικό μέτωπο γενικότερα και άρχισε η εκδίωξή τους από το έδαφος της ΕΣΣΔ.
Σύμφωνα με σοβιετικούς ιστορικούς, οι απώλειες και των δύο αντιπάλων ανέρχονταν στους 500.000 νεκρούς, 1.500 άρματα μάχης και 3.700 αεροσκάφη.
Οι γερμανικές πηγές ανέφεραν ότι η Βέρμαχτ κατά την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου του 1943, σε όλο το Ανατολικό Μέτωπο, έχασε 537.533 στρατιώτες, ενώ η Λουφτβάφε έχασε, την ίδια περίοδο, 1.696 αεροσκάφη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου