Του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Η
βεβαιότητα ότι, η κατασκευή των εργαλείων προηγήθηκε της θρησκευτικής
αφύπνισης και της εμφάνισης της τέχνης, ενισχύεται από τα μέχρι σήμερα
παλαιοντολογικά ευρήματα, καθώς δεν έχουν βρεθεί τόσο πρώιμες ενδείξεις
κάποιας θρησκευτικής εκδήλωσης (π.χ ταφές) ή καλλιτεχνικής
δραστηριότητας, που να προέρχονται από την εποχή των πρώτων εργαλείων.
Σε όσα ευρήματα μπορεί να αποδοθεί με σχετική ασφάλεια κάποια
θρησκευτική ή καλλιτεχνική σημασία, προέρχονται όλα από μια
μεταγενέστερη, πιο εξελιγμένη εποχή, την μέση παλαιολιθική.
Δεν
αποκλείεται, βέβαια, να υπήρχαν κάποιες τέτοιες δραστηριότητες, που
εξαιτίας της έλλειψης στοιχείων ή της άγνωστης μορφής που πιθανόν είχαν,
να μην είναι δυνατό να επιβεβαιωθούν από την παλαιοντολογική έρευνα.
Πάντως κάτι τέτοιο φαίνεται απίθανο, αν συγκριθούν όλα τα παράλληλα
δεδομένα του τρόπου ζωής του πρωτοπαλαιολιθικού ανθρώπου.
Είναι
λογικό, πως μια άμεση αισθητή σύνδεση μέσου και αποτελέσματος, όπως
έγινε με τα εργαλεία, δεν θα μπορούσε να είχε συμβεί από την αρχή στην
περίπτωση της θρησκείας και της τέχνης, εξαιτίας της διαισθητικής φύσης
τους. Αυτό μας επιτρέπει να υποθέσουμε, πως τα εργαλεία είναι προϊόντα
της διάνοιας που χρησιμοποιούνται για την άμεση κάλυψη των υλικών
αναγκών, ενώ η τέχνη, παρόλο που και η ίδια χρησιμοποιεί τεχνικά μέσα,
χρησιμοποιήθηκε για την έκφραση της πνευματικής οντότητας και την
εκπλήρωση των αναγκών της αυτοσυνειδησίας, που, ως τέτοιες εμφανίστηκαν
αργότερα.
Ο H.Read[1]
διατυπώνει την άποψη ότι: Η μορφή, παρόλο που μπορεί ν΄αναλυθεί σε
διανοητικούς όρους, όπως μέτρο, ισορροπία, ρυθμός και αρμονία, είναι
στην πραγματικότητα ενορατικής καταγωγής. Στο επίπεδο της ενεργού
πρακτικής των καλλιτεχνών δεν είναι ένα διανοητικό προϊόν. Είναι μάλλον
συναίσθημα κατευθυνόμενο και καθορισμένο, και όταν περιγράφουμε την
τέχνη σαν τη θέληση προς την μορφή, δεν φανταζόμαστε μιαν αποκλειστικά
διανοητική δραστηριότητα, αλλά μάλλον μιαν αποκλειστικά ενστικτώδη.
Δεν υπάρχει λόγος να διαφωνήσουμε επί της ουσίας με την διαπίστωση του Read,
εκτός ίσως να παρατηρήσουμε κάποιαν αντίφαση, ανάμεσα στο κατευθυνόμενο
και καθορισμένο συναίσθημα και στην ενστικτώδη δραστηριότητα. Και αυτό,
επειδή ένα τέτοιο συναίσθημα προϋποθέτει μια ψυχοπνευματική συγκρότηση
που ενώ δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί διανοητική, δεν είναι όμως και
αποκλειστικά ενστικτώδης. Πέρα από τις αποκλειστικότητες προτιμούμε να
σταθούμε κάπου στη μέση. Έτσι, δεχόμαστε μεν την ενστικτώδη προδιάθεση
της τέχνης, αλλά, υπό την επίδραση όμως μιας ψυχοπνευματικής
συγκρότησης, που ήταν, θεωρούμε, απόλυτα αναγκαία στο να κατευθύνει τις
ενστικτώδεις δυνάμεις στην κατάκτηση της μορφής και στη δημιουργία ενός
έργου. Και η συγκρότηση αυτή, άσχετα από το ενστικτώδες υπόβαθρο της
τέχνης μπόρεσε να επιτελεστεί αργότερα, κατά την εδραίωση της
αυτοσυνειδησίας.
Η
εξέλιξη των εργαλείων κατά τη διάρκεια πολλών χιλιετιών, γινόταν σε
πλήρη αντιστοιχία με την εμπειρία που αποκτούσε ο άνθρωπος,
επεξεργαζόμενος με επιμονή τα μέσα της επιβίωσής του. Προσπάθεια και
αποτέλεσμα, επιτυχία και λάθος, παρήγαν την γνώση και τα υλικά της
νόησης που συνέθεταν την διανοητική δομή που τον έφερνε κάθε φορά ένα
βήμα πιο πέρα. Η σχέση ανάμεσα στην εμβρυϊκή διάνοια του ανθρώπου και
στην επεξεργασία των εργαλείων ήταν αμφίδρομη, καθώς η εξέλιξη της μιας
ενίσχυε την ανάπτυξη της άλλης. Όπως και αντίστροφα κάθε τεχνική
καινοτομία, εμπλουτίζοντας το απόθεμα των εμπειριών, προσέθετε νέα «βιωμένη» γνώση, καθιστώντας τη διάνοια οξύτερη κατά τι, σαν ένα σκαλοπάτι στην κλίμακα της αυτοσυνειδησίας.
Όμως
η αξιοποίηση κάθε βιωμένης γνώσης προϋποθέτει την ύπαρξη της μνήμης,
που είναι η θεμελιώδης αθροιστική λειτουργία της διάνοιας και δεξαμενή
της μάθησης. Συμπεραίνεται λοιπόν, πως η σχέση διάνοιας και εξέλιξης των
εργαλείων, υποστηρίχθηκε από την λειτουργία της μνήμης, που θα μπορούσε
να χρησιμοποιηθεί και ως απόδειξη για την δράση μιας αρκετά
αναπτυγμένης διάνοιας, αφού η ίδια αποτελεί μάλιστα και προϋπόθεση της.
(Το
κείμενο αποτελεί μέρος της μελέτης μου: «Τα Φυσικά Πρότυπα στην Τέχνη
και τη Θρησκεία-Μια επισκόπηση της ανάπτυξης του πολιτισμού», (Α΄ Μέρος:
ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑ. Κεφ. 2. ΣΤΟ ΛΥΚΑΥΓΕΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΟΡΦΗΣ- Η
γενεσιουργός δύναμη των φυσικών προτύπων -Η εξέλιξη και οι κατευθύνσεις
της. Παρ: 2.5, Τα εργαλεία προγενέστερα της τέχνης)
[1] H.READ: «Φιλοσοφία της Μοντέρνας Τέχνης», Εκδ. Κάλβος- Αθήνα, σ. 22
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου