Η Τουρκία θα εξοπλιστεί με πυραύλους
Η Τουρκία ξεκινά εργασίες για να κατασκευάσει βαλλιστικούς πυραύλους. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Zaman», η Εκτελεστική Επιτροπή Αμυντικής Βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνεδρίασής της αποφάσισε να αναπτύξει πυραύλους βεληνεκούς πτήσης 2.500 χλμ. Νωρίτερα ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδωσε εντολή στο Συμβούλιο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Ερευνών της Τουρκίας να αρχίσουν τη σχεδίαση πυραύλων μεγάλης ακτίνας δράσης. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η Τουρκία πρέπει να διευρύνει τα σχέδια ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας και να εξασφαλίσει για τον εαυτό της τον απαραίτητο στρατιωτικό εξοπλισμό εγχώριας παραγωγής.
Τι προκάλεσε την επιθυμία της Άγκυρας να έχει στο οπλοστάσιό της τους δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους; Και πώς σχετίζεται αυτό με τα τελευταία γεγονότα στη Μέση Ανατολή;
Να τί σκέφτεται για το θέμα αυτό ο αναπληρωτής Πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Στρατηγικών Μελετών, διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών καθηγητής Kαμέρ Κασίμ:
Αν ένα συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να έχει στο οπλοστάσιο του βαλλιστικούς πυραύλους, αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να αποκτήσει στη διεθνή σκηνή ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Αυτό είναι δυνατό υπό διαφορετικές συνθήκες. Το διεθνές σύστημα αλλάζει με το χρόνο. Και εκείνο το κράτος, με το οποίο έχετε σήμερα φιλικές σχέσεις, μετά από ορισμένο χρόνο μπορεί να μετατραπεί σε εχθρό σας. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ήταν όλα πολύ απλά. Από τη μία πλευρά ήταν η Σοβιετική Ένωση, από την άλλη οι ΗΠΑ. Η Τουρκία ως μέλος του ΝΑΤΟ ανήκε στο δυτικό σύστημα συλλογικής ασφάλειας. Ως εκ τούτου όλα τα στρατηγικά σχέδια της Τουρκίας διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του δυτικού μπλοκ. Η Τουρκία ήταν υπό την ομπρέλα ασφάλειας του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία είναι και τώρα μέλος του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο σήμερα η Τουρκία είναι κατά κάποιο τρόπο και αυτόνομη περιφερειακή δύναμη. Και ως περιφερειακή δύναμη είναι κατά περιόδους αναγκασμένη να εμπλακεί στις διαφωνίες, που προκύπτουν στην περιοχή. Δεν είναι μυστικό ότι αν έχετε αρκετή ισχύ, τότε τους διπλωμάτες θα τους ακούν λίγο πιο προσεκτικά. Στην Τουρκία υπό συνθήκες μόνιμων συγκρούσεων στην περιοχή, σχηματίζονται ορισμένα συμφέροντα. Ως εκ τούτου εάν η Τουρκία επιθυμεί να διαδραματίσει ενεργό ρόλο σε αυτές τις περιοχές, τότε θα πρέπει πάντα να διαθέτει ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Το πρόγραμμα αυτό δεν στρέφεται εναντίον κάποιας συγκεκριμένης χώρας. Για παράδειγμα, ας εξετάσουμε την κατάσταση με τη Συρία. Ενάμισι χρόνο πριν οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Συρίας βρίσκονταν σε υψηλό επίπεδο. Είχαν ακυρωθεί οι θεωρήσεις εισόδου, καθιερώθηκαν εταιρικές και φιλικές σχέσεις. Ωστόσο σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Φυσικά συνολικά τα ζητήματα κατοχύρωσης της δικής της ασφάλειας η Τουρκία τα έχει εμπιστευθεί στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο εάν η Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη προτίθεται να εδραιώσει την επιρροή της, τότε θα πρέπει να έχει τα δικά της ισχυρά όπλα.
Ο πρώην επικεφαλής του Συμβουλίου Βετεράνων της Τουρκίας, αμυντικός αναλυτής Koράι Γκιουρμπούζ έχει διαφορετική άποψη:Η Τουρκία βρίσκεται σε μια πολύ ασταθή περιοχή. Στη Συρία βρίσκεται σε εξέλιξη εμφύλιος πόλεμος. Στο Ιράκ καθημερινά σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι. Στο Ιράν λόγω της πυρηνικής κρίσης υπάρχουν μεγάλα προβλήματα με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, πιστεύω, ότι η πολιτική του σημερινού υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» έχει αποτύχει. Διότι σήμερα έχουμε προβλήματα με όλους τους γείτονες. Σήμερα πρακτικά δεν υπάρχει ούτε μία χώρα, με την οποία να έχουμε καλές διμερείς σχέσεις. Ακόμη και με τη Ρωσία έχουμε διαφωνίες σχετικά με το φυσικό αέριο και το σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας στο Κιουρετζίκ. Αλλά με τη Ρωσία ακόμη δεν είναι σοβαρά τα πράγματα. Όμως με το Ιράν, τη Συρία, το Ιράκ υπάρχουν πραγματικά προβλήματα και κάθε άλλο παρά είναι «μηδενικά».
Και τί να κάνουμε, λοιπόν, τώρα; Η Τουρκία απέκτησε στον καιρό της από τη Δύση πάρα πολλά όπλα. Αλλά τώρα ήδη δεν θέλουμε να είμαστε τεχνολογικά εξαρτημένοι από τη Δύση. Γι’ αυτό ακριβώς και προσπαθούμε να αποκτήσουμε ρωσικά όπλα. Και ειδικά γι’ αυτό σκοπεύουμε να παράγουμε μόνοι μας τα δικά μας όπλα, συμπεριλαμβανομένου και του συστήματος αεράμυνας. Και θα ήθελα ώστε η Ρωσία όχι μόνο να μας προμηθεύει τα όπλα της, αλλά και να παράσχετι τεχνολογίες για την παραγωγή τους. Πρόσφατα το Ιράν δήλωσε ευθέως ότι θα χτυπήσει όλες τις χώρες, που αποτελούν για το ίδιο απειλή. Αυτό αφορά και στην Τουρκία, στο βαθμό, που έχει εγκαταστήσει την ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα του ΝΑΤΟ στο έδαφός της. Σύμφωνα με τις δηλώσεις των ιρανικών Αρχών, η πρώτη χώρα, η οποία θα υποστεί το χτύπημα των ιρανικών πυραύλων θα είναι η Τουρκία. Είναι απαραίτητο να λάβουμε ορισμένα μέτρα. Και όλες τις τελευταίες προσπάθειες της Τουρκίας, που έχουν στόχο τόσο την απόκτηση ρωσικών όπλων, όσο και την παραγωγή δικών μας βαλλιστικών πυραύλων, θα πρέπει να τις εξετάζουμε υπ’ αυτό το πρίσμα.
Έχουμε, δηλαδή, δύο απόψεις σχετικά με τις προθέσεις της Τουρκίας να αποκτήσει δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους. Η μία μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: η Τουρκία τα τελευταία χρόνια αποκτά δύναμη και χρειάζεται υλική επιβεβαίωση αυτής της ισχύος. Η δεύτερη γνώμη: η περιοχή έχει γίνει τον τελευταίο καιρό πολύ πιο επικίνδυνο σημείο από ό,τι παλιά. Προβλήματα με τους γείτονές η Τουρκία έχει όλο και περισσότερα, είναι καιρός να διαμορφωθούν νέες γραμμές άμυνας.
Η Τουρκία θα εξοπλιστεί με πυραύλους
Η Τουρκία ξεκινά εργασίες για να κατασκευάσει βαλλιστικούς πυραύλους. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Zaman», η Εκτελεστική Επιτροπή Αμυντικής Βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνεδρίασής της αποφάσισε να αναπτύξει πυραύλους βεληνεκούς πτήσης 2.500 χλμ. Νωρίτερα ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδωσε εντολή στο Συμβούλιο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Ερευνών της Τουρκίας να αρχίσουν τη σχεδίαση πυραύλων μεγάλης ακτίνας δράσης. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η Τουρκία πρέπει να διευρύνει τα σχέδια ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας και να εξασφαλίσει για τον εαυτό της τον απαραίτητο στρατιωτικό εξοπλισμό εγχώριας παραγωγής.
Τι προκάλεσε την επιθυμία της Άγκυρας να έχει στο οπλοστάσιό της τους δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους; Και πώς σχετίζεται αυτό με τα τελευταία γεγονότα στη Μέση Ανατολή;
Να τί σκέφτεται για το θέμα αυτό ο αναπληρωτής Πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Στρατηγικών Μελετών, διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών καθηγητής Kαμέρ Κασίμ:
Αν ένα συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να έχει στο οπλοστάσιο του βαλλιστικούς πυραύλους, αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να αποκτήσει στη διεθνή σκηνή ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Αυτό είναι δυνατό υπό διαφορετικές συνθήκες. Το διεθνές σύστημα αλλάζει με το χρόνο. Και εκείνο το κράτος, με το οποίο έχετε σήμερα φιλικές σχέσεις, μετά από ορισμένο χρόνο μπορεί να μετατραπεί σε εχθρό σας. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ήταν όλα πολύ απλά. Από τη μία πλευρά ήταν η Σοβιετική Ένωση, από την άλλη οι ΗΠΑ. Η Τουρκία ως μέλος του ΝΑΤΟ ανήκε στο δυτικό σύστημα συλλογικής ασφάλειας. Ως εκ τούτου όλα τα στρατηγικά σχέδια της Τουρκίας διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του δυτικού μπλοκ. Η Τουρκία ήταν υπό την ομπρέλα ασφάλειας του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία είναι και τώρα μέλος του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο σήμερα η Τουρκία είναι κατά κάποιο τρόπο και αυτόνομη περιφερειακή δύναμη. Και ως περιφερειακή δύναμη είναι κατά περιόδους αναγκασμένη να εμπλακεί στις διαφωνίες, που προκύπτουν στην περιοχή. Δεν είναι μυστικό ότι αν έχετε αρκετή ισχύ, τότε τους διπλωμάτες θα τους ακούν λίγο πιο προσεκτικά. Στην Τουρκία υπό συνθήκες μόνιμων συγκρούσεων στην περιοχή, σχηματίζονται ορισμένα συμφέροντα. Ως εκ τούτου εάν η Τουρκία επιθυμεί να διαδραματίσει ενεργό ρόλο σε αυτές τις περιοχές, τότε θα πρέπει πάντα να διαθέτει ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Το πρόγραμμα αυτό δεν στρέφεται εναντίον κάποιας συγκεκριμένης χώρας. Για παράδειγμα, ας εξετάσουμε την κατάσταση με τη Συρία. Ενάμισι χρόνο πριν οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Συρίας βρίσκονταν σε υψηλό επίπεδο. Είχαν ακυρωθεί οι θεωρήσεις εισόδου, καθιερώθηκαν εταιρικές και φιλικές σχέσεις. Ωστόσο σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Φυσικά συνολικά τα ζητήματα κατοχύρωσης της δικής της ασφάλειας η Τουρκία τα έχει εμπιστευθεί στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο εάν η Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη προτίθεται να εδραιώσει την επιρροή της, τότε θα πρέπει να έχει τα δικά της ισχυρά όπλα.
Ο πρώην επικεφαλής του Συμβουλίου Βετεράνων της Τουρκίας, αμυντικός αναλυτής Koράι Γκιουρμπούζ έχει διαφορετική άποψη:Η Τουρκία βρίσκεται σε μια πολύ ασταθή περιοχή. Στη Συρία βρίσκεται σε εξέλιξη εμφύλιος πόλεμος. Στο Ιράκ καθημερινά σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι. Στο Ιράν λόγω της πυρηνικής κρίσης υπάρχουν μεγάλα προβλήματα με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, πιστεύω, ότι η πολιτική του σημερινού υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» έχει αποτύχει. Διότι σήμερα έχουμε προβλήματα με όλους τους γείτονες. Σήμερα πρακτικά δεν υπάρχει ούτε μία χώρα, με την οποία να έχουμε καλές διμερείς σχέσεις. Ακόμη και με τη Ρωσία έχουμε διαφωνίες σχετικά με το φυσικό αέριο και το σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας στο Κιουρετζίκ. Αλλά με τη Ρωσία ακόμη δεν είναι σοβαρά τα πράγματα. Όμως με το Ιράν, τη Συρία, το Ιράκ υπάρχουν πραγματικά προβλήματα και κάθε άλλο παρά είναι «μηδενικά».
Και τί να κάνουμε, λοιπόν, τώρα; Η Τουρκία απέκτησε στον καιρό της από τη Δύση πάρα πολλά όπλα. Αλλά τώρα ήδη δεν θέλουμε να είμαστε τεχνολογικά εξαρτημένοι από τη Δύση. Γι’ αυτό ακριβώς και προσπαθούμε να αποκτήσουμε ρωσικά όπλα. Και ειδικά γι’ αυτό σκοπεύουμε να παράγουμε μόνοι μας τα δικά μας όπλα, συμπεριλαμβανομένου και του συστήματος αεράμυνας. Και θα ήθελα ώστε η Ρωσία όχι μόνο να μας προμηθεύει τα όπλα της, αλλά και να παράσχετι τεχνολογίες για την παραγωγή τους. Πρόσφατα το Ιράν δήλωσε ευθέως ότι θα χτυπήσει όλες τις χώρες, που αποτελούν για το ίδιο απειλή. Αυτό αφορά και στην Τουρκία, στο βαθμό, που έχει εγκαταστήσει την ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα του ΝΑΤΟ στο έδαφός της. Σύμφωνα με τις δηλώσεις των ιρανικών Αρχών, η πρώτη χώρα, η οποία θα υποστεί το χτύπημα των ιρανικών πυραύλων θα είναι η Τουρκία. Είναι απαραίτητο να λάβουμε ορισμένα μέτρα. Και όλες τις τελευταίες προσπάθειες της Τουρκίας, που έχουν στόχο τόσο την απόκτηση ρωσικών όπλων, όσο και την παραγωγή δικών μας βαλλιστικών πυραύλων, θα πρέπει να τις εξετάζουμε υπ’ αυτό το πρίσμα.
Έχουμε, δηλαδή, δύο απόψεις σχετικά με τις προθέσεις της Τουρκίας να αποκτήσει δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους. Η μία μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: η Τουρκία τα τελευταία χρόνια αποκτά δύναμη και χρειάζεται υλική επιβεβαίωση αυτής της ισχύος. Η δεύτερη γνώμη: η περιοχή έχει γίνει τον τελευταίο καιρό πολύ πιο επικίνδυνο σημείο από ό,τι παλιά. Προβλήματα με τους γείτονές η Τουρκία έχει όλο και περισσότερα, είναι καιρός να διαμορφωθούν νέες γραμμές άμυνας.
Η Τουρκία ξεκινά εργασίες για να κατασκευάσει βαλλιστικούς πυραύλους. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Zaman», η Εκτελεστική Επιτροπή Αμυντικής Βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνεδρίασής της αποφάσισε να αναπτύξει πυραύλους βεληνεκούς πτήσης 2.500 χλμ. Νωρίτερα ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδωσε εντολή στο Συμβούλιο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Ερευνών της Τουρκίας να αρχίσουν τη σχεδίαση πυραύλων μεγάλης ακτίνας δράσης. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η Τουρκία πρέπει να διευρύνει τα σχέδια ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας και να εξασφαλίσει για τον εαυτό της τον απαραίτητο στρατιωτικό εξοπλισμό εγχώριας παραγωγής.
Τι προκάλεσε την επιθυμία της Άγκυρας να έχει στο οπλοστάσιό της τους δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους; Και πώς σχετίζεται αυτό με τα τελευταία γεγονότα στη Μέση Ανατολή;
Να τί σκέφτεται για το θέμα αυτό ο αναπληρωτής Πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Στρατηγικών Μελετών, διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών καθηγητής Kαμέρ Κασίμ:
Αν ένα συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να έχει στο οπλοστάσιο του βαλλιστικούς πυραύλους, αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να αποκτήσει στη διεθνή σκηνή ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Αυτό είναι δυνατό υπό διαφορετικές συνθήκες. Το διεθνές σύστημα αλλάζει με το χρόνο. Και εκείνο το κράτος, με το οποίο έχετε σήμερα φιλικές σχέσεις, μετά από ορισμένο χρόνο μπορεί να μετατραπεί σε εχθρό σας. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ήταν όλα πολύ απλά. Από τη μία πλευρά ήταν η Σοβιετική Ένωση, από την άλλη οι ΗΠΑ. Η Τουρκία ως μέλος του ΝΑΤΟ ανήκε στο δυτικό σύστημα συλλογικής ασφάλειας. Ως εκ τούτου όλα τα στρατηγικά σχέδια της Τουρκίας διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του δυτικού μπλοκ. Η Τουρκία ήταν υπό την ομπρέλα ασφάλειας του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία είναι και τώρα μέλος του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο σήμερα η Τουρκία είναι κατά κάποιο τρόπο και αυτόνομη περιφερειακή δύναμη. Και ως περιφερειακή δύναμη είναι κατά περιόδους αναγκασμένη να εμπλακεί στις διαφωνίες, που προκύπτουν στην περιοχή. Δεν είναι μυστικό ότι αν έχετε αρκετή ισχύ, τότε τους διπλωμάτες θα τους ακούν λίγο πιο προσεκτικά. Στην Τουρκία υπό συνθήκες μόνιμων συγκρούσεων στην περιοχή, σχηματίζονται ορισμένα συμφέροντα. Ως εκ τούτου εάν η Τουρκία επιθυμεί να διαδραματίσει ενεργό ρόλο σε αυτές τις περιοχές, τότε θα πρέπει πάντα να διαθέτει ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Το πρόγραμμα αυτό δεν στρέφεται εναντίον κάποιας συγκεκριμένης χώρας. Για παράδειγμα, ας εξετάσουμε την κατάσταση με τη Συρία. Ενάμισι χρόνο πριν οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Συρίας βρίσκονταν σε υψηλό επίπεδο. Είχαν ακυρωθεί οι θεωρήσεις εισόδου, καθιερώθηκαν εταιρικές και φιλικές σχέσεις. Ωστόσο σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Φυσικά συνολικά τα ζητήματα κατοχύρωσης της δικής της ασφάλειας η Τουρκία τα έχει εμπιστευθεί στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο εάν η Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη προτίθεται να εδραιώσει την επιρροή της, τότε θα πρέπει να έχει τα δικά της ισχυρά όπλα.
Ο πρώην επικεφαλής του Συμβουλίου Βετεράνων της Τουρκίας, αμυντικός αναλυτής Koράι Γκιουρμπούζ έχει διαφορετική άποψη:Η Τουρκία βρίσκεται σε μια πολύ ασταθή περιοχή. Στη Συρία βρίσκεται σε εξέλιξη εμφύλιος πόλεμος. Στο Ιράκ καθημερινά σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι. Στο Ιράν λόγω της πυρηνικής κρίσης υπάρχουν μεγάλα προβλήματα με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, πιστεύω, ότι η πολιτική του σημερινού υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» έχει αποτύχει. Διότι σήμερα έχουμε προβλήματα με όλους τους γείτονες. Σήμερα πρακτικά δεν υπάρχει ούτε μία χώρα, με την οποία να έχουμε καλές διμερείς σχέσεις. Ακόμη και με τη Ρωσία έχουμε διαφωνίες σχετικά με το φυσικό αέριο και το σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας στο Κιουρετζίκ. Αλλά με τη Ρωσία ακόμη δεν είναι σοβαρά τα πράγματα. Όμως με το Ιράν, τη Συρία, το Ιράκ υπάρχουν πραγματικά προβλήματα και κάθε άλλο παρά είναι «μηδενικά».
Και τί να κάνουμε, λοιπόν, τώρα; Η Τουρκία απέκτησε στον καιρό της από τη Δύση πάρα πολλά όπλα. Αλλά τώρα ήδη δεν θέλουμε να είμαστε τεχνολογικά εξαρτημένοι από τη Δύση. Γι’ αυτό ακριβώς και προσπαθούμε να αποκτήσουμε ρωσικά όπλα. Και ειδικά γι’ αυτό σκοπεύουμε να παράγουμε μόνοι μας τα δικά μας όπλα, συμπεριλαμβανομένου και του συστήματος αεράμυνας. Και θα ήθελα ώστε η Ρωσία όχι μόνο να μας προμηθεύει τα όπλα της, αλλά και να παράσχετι τεχνολογίες για την παραγωγή τους. Πρόσφατα το Ιράν δήλωσε ευθέως ότι θα χτυπήσει όλες τις χώρες, που αποτελούν για το ίδιο απειλή. Αυτό αφορά και στην Τουρκία, στο βαθμό, που έχει εγκαταστήσει την ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα του ΝΑΤΟ στο έδαφός της. Σύμφωνα με τις δηλώσεις των ιρανικών Αρχών, η πρώτη χώρα, η οποία θα υποστεί το χτύπημα των ιρανικών πυραύλων θα είναι η Τουρκία. Είναι απαραίτητο να λάβουμε ορισμένα μέτρα. Και όλες τις τελευταίες προσπάθειες της Τουρκίας, που έχουν στόχο τόσο την απόκτηση ρωσικών όπλων, όσο και την παραγωγή δικών μας βαλλιστικών πυραύλων, θα πρέπει να τις εξετάζουμε υπ’ αυτό το πρίσμα.
Έχουμε, δηλαδή, δύο απόψεις σχετικά με τις προθέσεις της Τουρκίας να αποκτήσει δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους. Η μία μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: η Τουρκία τα τελευταία χρόνια αποκτά δύναμη και χρειάζεται υλική επιβεβαίωση αυτής της ισχύος. Η δεύτερη γνώμη: η περιοχή έχει γίνει τον τελευταίο καιρό πολύ πιο επικίνδυνο σημείο από ό,τι παλιά. Προβλήματα με τους γείτονές η Τουρκία έχει όλο και περισσότερα, είναι καιρός να διαμορφωθούν νέες γραμμές άμυνας.
Η Τουρκία ξεκινά εργασίες για να κατασκευάσει βαλλιστικούς πυραύλους. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Zaman», η Εκτελεστική Επιτροπή Αμυντικής Βιομηχανίας κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνεδρίασής της αποφάσισε να αναπτύξει πυραύλους βεληνεκούς πτήσης 2.500 χλμ. Νωρίτερα ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έδωσε εντολή στο Συμβούλιο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Ερευνών της Τουρκίας να αρχίσουν τη σχεδίαση πυραύλων μεγάλης ακτίνας δράσης. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η Τουρκία πρέπει να διευρύνει τα σχέδια ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας και να εξασφαλίσει για τον εαυτό της τον απαραίτητο στρατιωτικό εξοπλισμό εγχώριας παραγωγής.
Τι προκάλεσε την επιθυμία της Άγκυρας να έχει στο οπλοστάσιό της τους δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους; Και πώς σχετίζεται αυτό με τα τελευταία γεγονότα στη Μέση Ανατολή;
Να τί σκέφτεται για το θέμα αυτό ο αναπληρωτής Πρόεδρος του Ινστιτούτου Διεθνών Στρατηγικών Μελετών, διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών καθηγητής Kαμέρ Κασίμ:
Αν ένα συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να έχει στο οπλοστάσιο του βαλλιστικούς πυραύλους, αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο κράτος επιδιώκει να αποκτήσει στη διεθνή σκηνή ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Αυτό είναι δυνατό υπό διαφορετικές συνθήκες. Το διεθνές σύστημα αλλάζει με το χρόνο. Και εκείνο το κράτος, με το οποίο έχετε σήμερα φιλικές σχέσεις, μετά από ορισμένο χρόνο μπορεί να μετατραπεί σε εχθρό σας. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ήταν όλα πολύ απλά. Από τη μία πλευρά ήταν η Σοβιετική Ένωση, από την άλλη οι ΗΠΑ. Η Τουρκία ως μέλος του ΝΑΤΟ ανήκε στο δυτικό σύστημα συλλογικής ασφάλειας. Ως εκ τούτου όλα τα στρατηγικά σχέδια της Τουρκίας διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο του δυτικού μπλοκ. Η Τουρκία ήταν υπό την ομπρέλα ασφάλειας του ΝΑΤΟ. Η Τουρκία είναι και τώρα μέλος του ΝΑΤΟ.
Ωστόσο σήμερα η Τουρκία είναι κατά κάποιο τρόπο και αυτόνομη περιφερειακή δύναμη. Και ως περιφερειακή δύναμη είναι κατά περιόδους αναγκασμένη να εμπλακεί στις διαφωνίες, που προκύπτουν στην περιοχή. Δεν είναι μυστικό ότι αν έχετε αρκετή ισχύ, τότε τους διπλωμάτες θα τους ακούν λίγο πιο προσεκτικά. Στην Τουρκία υπό συνθήκες μόνιμων συγκρούσεων στην περιοχή, σχηματίζονται ορισμένα συμφέροντα. Ως εκ τούτου εάν η Τουρκία επιθυμεί να διαδραματίσει ενεργό ρόλο σε αυτές τις περιοχές, τότε θα πρέπει πάντα να διαθέτει ορισμένα στοιχεία αποτροπής. Το πρόγραμμα αυτό δεν στρέφεται εναντίον κάποιας συγκεκριμένης χώρας. Για παράδειγμα, ας εξετάσουμε την κατάσταση με τη Συρία. Ενάμισι χρόνο πριν οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Συρίας βρίσκονταν σε υψηλό επίπεδο. Είχαν ακυρωθεί οι θεωρήσεις εισόδου, καθιερώθηκαν εταιρικές και φιλικές σχέσεις. Ωστόσο σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει ριζικά. Φυσικά συνολικά τα ζητήματα κατοχύρωσης της δικής της ασφάλειας η Τουρκία τα έχει εμπιστευθεί στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο εάν η Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη προτίθεται να εδραιώσει την επιρροή της, τότε θα πρέπει να έχει τα δικά της ισχυρά όπλα.
Ο πρώην επικεφαλής του Συμβουλίου Βετεράνων της Τουρκίας, αμυντικός αναλυτής Koράι Γκιουρμπούζ έχει διαφορετική άποψη:Η Τουρκία βρίσκεται σε μια πολύ ασταθή περιοχή. Στη Συρία βρίσκεται σε εξέλιξη εμφύλιος πόλεμος. Στο Ιράκ καθημερινά σκοτώνονται χιλιάδες άνθρωποι. Στο Ιράν λόγω της πυρηνικής κρίσης υπάρχουν μεγάλα προβλήματα με την ΕΕ και τις ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, πιστεύω, ότι η πολιτική του σημερινού υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες» έχει αποτύχει. Διότι σήμερα έχουμε προβλήματα με όλους τους γείτονες. Σήμερα πρακτικά δεν υπάρχει ούτε μία χώρα, με την οποία να έχουμε καλές διμερείς σχέσεις. Ακόμη και με τη Ρωσία έχουμε διαφωνίες σχετικά με το φυσικό αέριο και το σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας στο Κιουρετζίκ. Αλλά με τη Ρωσία ακόμη δεν είναι σοβαρά τα πράγματα. Όμως με το Ιράν, τη Συρία, το Ιράκ υπάρχουν πραγματικά προβλήματα και κάθε άλλο παρά είναι «μηδενικά».
Και τί να κάνουμε, λοιπόν, τώρα; Η Τουρκία απέκτησε στον καιρό της από τη Δύση πάρα πολλά όπλα. Αλλά τώρα ήδη δεν θέλουμε να είμαστε τεχνολογικά εξαρτημένοι από τη Δύση. Γι’ αυτό ακριβώς και προσπαθούμε να αποκτήσουμε ρωσικά όπλα. Και ειδικά γι’ αυτό σκοπεύουμε να παράγουμε μόνοι μας τα δικά μας όπλα, συμπεριλαμβανομένου και του συστήματος αεράμυνας. Και θα ήθελα ώστε η Ρωσία όχι μόνο να μας προμηθεύει τα όπλα της, αλλά και να παράσχετι τεχνολογίες για την παραγωγή τους. Πρόσφατα το Ιράν δήλωσε ευθέως ότι θα χτυπήσει όλες τις χώρες, που αποτελούν για το ίδιο απειλή. Αυτό αφορά και στην Τουρκία, στο βαθμό, που έχει εγκαταστήσει την ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα του ΝΑΤΟ στο έδαφός της. Σύμφωνα με τις δηλώσεις των ιρανικών Αρχών, η πρώτη χώρα, η οποία θα υποστεί το χτύπημα των ιρανικών πυραύλων θα είναι η Τουρκία. Είναι απαραίτητο να λάβουμε ορισμένα μέτρα. Και όλες τις τελευταίες προσπάθειες της Τουρκίας, που έχουν στόχο τόσο την απόκτηση ρωσικών όπλων, όσο και την παραγωγή δικών μας βαλλιστικών πυραύλων, θα πρέπει να τις εξετάζουμε υπ’ αυτό το πρίσμα.
Έχουμε, δηλαδή, δύο απόψεις σχετικά με τις προθέσεις της Τουρκίας να αποκτήσει δικούς της βαλλιστικούς πυραύλους. Η μία μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: η Τουρκία τα τελευταία χρόνια αποκτά δύναμη και χρειάζεται υλική επιβεβαίωση αυτής της ισχύος. Η δεύτερη γνώμη: η περιοχή έχει γίνει τον τελευταίο καιρό πολύ πιο επικίνδυνο σημείο από ό,τι παλιά. Προβλήματα με τους γείτονές η Τουρκία έχει όλο και περισσότερα, είναι καιρός να διαμορφωθούν νέες γραμμές άμυνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου