Σαμαράς, Πίττας, Παπακυριακού και Κάρυος, ήταν ποφασισμένοι ζωντανοί να μεν πιαστούν
Για τον Παναγιώτη Καλλή, τα μαντάτα και οι ξενόφερτοι, δεν ήταν πράγματα να σαστίσει. Ήταν «που τους πρώτους ορκισμένος στον Αγώνα και μέλος «που τα εμπιστευτά της ΕΟΚΑ». Και ο γιος του ο Κυριάκος, 17 χρονών τότε, ορκισμένο μέλος της Άλκιμου Νεολαίας ΕΟΚΑ, της οργάνωσης που ξεσήκωνε τα νιάτα του τόπου, «στον ιερό σκοπό της ελευθερίας της Κύπρου που τους Εγγλέζους και της Ένωσης του νησιού με το υπόλοιπο Έθνος των Ελλήνων».
«Στον Αχυρώνα μου, μες στο άχερο που εν στοίβη μεγάλη. Εκεί μέσα να χωστείτε διότι πού να υποψιαστούν οι Εγγλέζοι», τους αποκρίθηκε ο νοικοκύρης και βιαστικά τους άνοιξε την πόρτα και τους έδειξε πού να κρυφτούν. Και στις ώρες που ακολούθησαν έγινε ο Αχυρώνας του Παναή Καλλή στο Λιοπέτρι, παλάτι της λεβεντιάς του Έθνους, Αρκάδι του Αγώνα των Κυπρίων για λευτεριά και χώρος προσκυνήματος των απανταχού Ελλήνων, όπου τέσσερις αντριωμένοι προτίμησαν τον θάνατο παρά την υποταγή και με το ολοκαύτωμά τους, έγιναν αθάνατοι… Για τον Αντρέα Κάρυο από το Αυγόρου, τον Χρίστο (Ξάνθο)
Σαμάρα από το Λιοπέτρι, τον Ηλία Παπακυριακού από τη Λυθράγκωμη και τον δάσκαλο Φώτη Πίττα από το Φρέναρος, η αποτυχημένη προσπάθειά τους να ξεφύγουν από το «κέρφιου» των Βρετανών το βράδυ της 31ης Αυγούστου 1958, κατόπιν κατάδοσης της παρουσίας τους στο Λιοπέτρι και η μάχη που έδωσαν στην τοποθεσία «Κούκκουλα» έξω από το χωριό όπου ενέδρευε ομάδα Βρετανών στρατιωτών, προδιέγραψε τα γεγονότα της 2ης Σεπτεμβρίου. Όταν, διεξήχθη η τετράωρη μάχη που έδωσαν εναντίον εκατοντάδων Βρετανών, που γράφτηκε στην ιστορία της Κύπρου και του Ελληνισμού με χρυσά γράμματα, ως η «Μάχη των τεσσάρων στον Αχυρώνα του Λιοπετριού».μαρτυριεςΗ μάχη στο «παλάτι της λεβεντιάς»
ΤΟΥΠΑΜΠΟΥΒΑΣΙΛΑ
•Ο γιός του Παναγιώτη του Καλλή, ο Κυριάκος, 54 χρόνια μετά την ηρωική μάχη των τεσσάρων παλλικαριών της ΕΟΚΑ στον Αχυρώνα του Λιοπετριού, θυμάται. Το ρολόι του χρόνου έδειχνε Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 1958...
Ξημέρωνε Δευτέρα 1η Σεπτεμβρίου του 1958 και οι ζέστες ήταν ακόμη δυνατές στα Κοκκινοχώρια. Ο Παναγιώτης του Καλλή, η Αρτεμού η γυναίκα του και τα πιο μεγάλα από τα εννέα παιδιά τους, κοιμόντουσαν ακόμα στην αυλή του σπιτικού τους στο Λιοπέτρι, όπου ο ένας τοίχος εφαπτόταν του αχυρώνα. Εκεί που έβαζαν το άχερο που αλώνιζαν τα καλοκαίρια, μετά το θέρος, για να έχουν να τρώνε τα ζωντανά ολόχρονα. Και όπως κοιμόντουσαν, ξαφνικά δρασκέλισαν το κατώφλι της αυλής τέσσερις άνθρωποι, ζωσμένοι τα άρματα και τα φυσέκια. Ήταν λαχανιασμένοι, μα όχι φοβισμένοι. Έδειχναν έχουν κάποιο σκοπό, για τον οποίο ήταν «ποφασισμένοι». Ο νοικοκύρης του σπιτιού, ο Παναής του Καλλή, πετάχτηκε από το στρώμα, αλλά πριν καλά, καλά, καταλάβει τι γινόταν, σύντυχε του ο ένας που τους τέσσερις. Και είπε του νηφάλια: «Παναή, Παναή, βουρούν μας οι Εγγλέζοι και πρέπει να χωστούμε. Εγίνηκεν μάχη τζει στα Κούκκουλα έξω του χωρκού τζιαι στραφήκαμε πίσω»….Για τον Παναγιώτη Καλλή, τα μαντάτα και οι ξενόφερτοι, δεν ήταν πράγματα να σαστίσει. Ήταν «που τους πρώτους ορκισμένος στον Αγώνα και μέλος «που τα εμπιστευτά της ΕΟΚΑ». Και ο γιος του ο Κυριάκος, 17 χρονών τότε, ορκισμένο μέλος της Άλκιμου Νεολαίας ΕΟΚΑ, της οργάνωσης που ξεσήκωνε τα νιάτα του τόπου, «στον ιερό σκοπό της ελευθερίας της Κύπρου που τους Εγγλέζους και της Ένωσης του νησιού με το υπόλοιπο Έθνος των Ελλήνων».
«Στον Αχυρώνα μου, μες στο άχερο που εν στοίβη μεγάλη. Εκεί μέσα να χωστείτε διότι πού να υποψιαστούν οι Εγγλέζοι», τους αποκρίθηκε ο νοικοκύρης και βιαστικά τους άνοιξε την πόρτα και τους έδειξε πού να κρυφτούν. Και στις ώρες που ακολούθησαν έγινε ο Αχυρώνας του Παναή Καλλή στο Λιοπέτρι, παλάτι της λεβεντιάς του Έθνους, Αρκάδι του Αγώνα των Κυπρίων για λευτεριά και χώρος προσκυνήματος των απανταχού Ελλήνων, όπου τέσσερις αντριωμένοι προτίμησαν τον θάνατο παρά την υποταγή και με το ολοκαύτωμά τους, έγιναν αθάνατοι… Για τον Αντρέα Κάρυο από το Αυγόρου, τον Χρίστο (Ξάνθο)
Σαμάρα από το Λιοπέτρι, τον Ηλία Παπακυριακού από τη Λυθράγκωμη και τον δάσκαλο Φώτη Πίττα από το Φρέναρος, η αποτυχημένη προσπάθειά τους να ξεφύγουν από το «κέρφιου» των Βρετανών το βράδυ της 31ης Αυγούστου 1958, κατόπιν κατάδοσης της παρουσίας τους στο Λιοπέτρι και η μάχη που έδωσαν στην τοποθεσία «Κούκκουλα» έξω από το χωριό όπου ενέδρευε ομάδα Βρετανών στρατιωτών, προδιέγραψε τα γεγονότα της 2ης Σεπτεμβρίου. Όταν, διεξήχθη η τετράωρη μάχη που έδωσαν εναντίον εκατοντάδων Βρετανών, που γράφτηκε στην ιστορία της Κύπρου και του Ελληνισμού με χρυσά γράμματα, ως η «Μάχη των τεσσάρων στον Αχυρώνα του Λιοπετριού».
Στα άχυρα
Δεν πέρασε πολλή ώρα και στο Λιοπέτρι πλάκωσαν πολυάριθμοι Βρετανοί στρατιώτες. Ήταν σίγουροι πως οι αντάρτες με τους οποίους υπήρξε εμπλοκή σε μάχη, ήταν μέσα στο χωριό.
Είχαν το Λιοπέτρι κυκλωμένο και έμενε να βρεθούν. Στο μεταξύ, οι τέσσερις αγωνιστές, κρύβουν τα όπλα τους και μετά κρύβονται και οι ίδιοι μέσα στο άχυρο του αχυρώνα, στην πίσω πλευρά του υποστατικού. Μετά, η οικογένεια Καλλή πήγε και πάλι για ύπνο. Το πρωί ξύπνησαν από τον θόρυβο που έκανε ο ομιλητής πάνω σ’ ένα βρετανικό λαντ- ρόβερ, που κρατούσε μεγάφωνο. Έλεγε πως το «Λιοπέτρι είναι σε κέρφιου και όλοι οι άρρενες άνω των 14 να μεταβούν σε κεντρικό σημείο του χωριού». Ο Παναγιώτης Καλλής με τους γιούδες του Κυριάκο και Δημήτρη, πήγαν εκεί που όριζαν οι Άγγλοι. Γύρω στις μία το μεσημέρι, οι Άγγλοι άφησαν τους άντρες να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ο Παναγιώτης Καλλής, επιστρέφοντας ορμήνεψε τη γυναίκα του να ζυμώσει και στο φούρνο να βάλει και κάμποσα οφτά αβγά, να φάνε τα μωρά, αλλά και εκείνοι που ήταν κρυμμένοι στον αχυρώνα. Κόντευε το δειλινό, όταν από τον φούρνο της Αρτεμούς, μοσχομύρισε ζεστό ψωμί. Πήρε ένα ο Παναγιώτης και ορμήνεψε τον Κυριάκο να αρπάξει δυο χαλλούμια, λίγα οφτά αβγά και μια κούζα νερό να τα πάρουν δίπλα στον αχυρώνα. Μέσα από τα άχερα, ξεπρόβαλε ο Χρίστος Σαμάρας. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που αντάμωσαν οι αντάρτες με τον ιδιοκτήτη του Αχυρώνα και τα δυο του μεγαλύτερα αγόρια. Αυτά τα τρόφιμα, ήταν το τελευταίο φαγητό των τεσσάρων ανταρτών της ΕΟΚΑ, καθώς η ιστορία ετοιμαζόταν για την αναμέτρηση στα μαρμαρένια αλώνια… Στο μεταξύ, κάθε λίγο οι Βρετανοί στρατιώτες, μπαινόβγαιναν στην αυλή και το σπίτι και έψαχναν για τους αντάρτες. Μάλιστα μπήκαν και στον αχυρώνα, αλλά δεν «μυρίστηκαν» ποιοι κρύβονταν μες στ’ άχερα…
Είχαν το Λιοπέτρι κυκλωμένο και έμενε να βρεθούν. Στο μεταξύ, οι τέσσερις αγωνιστές, κρύβουν τα όπλα τους και μετά κρύβονται και οι ίδιοι μέσα στο άχυρο του αχυρώνα, στην πίσω πλευρά του υποστατικού. Μετά, η οικογένεια Καλλή πήγε και πάλι για ύπνο. Το πρωί ξύπνησαν από τον θόρυβο που έκανε ο ομιλητής πάνω σ’ ένα βρετανικό λαντ- ρόβερ, που κρατούσε μεγάφωνο. Έλεγε πως το «Λιοπέτρι είναι σε κέρφιου και όλοι οι άρρενες άνω των 14 να μεταβούν σε κεντρικό σημείο του χωριού». Ο Παναγιώτης Καλλής με τους γιούδες του Κυριάκο και Δημήτρη, πήγαν εκεί που όριζαν οι Άγγλοι. Γύρω στις μία το μεσημέρι, οι Άγγλοι άφησαν τους άντρες να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ο Παναγιώτης Καλλής, επιστρέφοντας ορμήνεψε τη γυναίκα του να ζυμώσει και στο φούρνο να βάλει και κάμποσα οφτά αβγά, να φάνε τα μωρά, αλλά και εκείνοι που ήταν κρυμμένοι στον αχυρώνα. Κόντευε το δειλινό, όταν από τον φούρνο της Αρτεμούς, μοσχομύρισε ζεστό ψωμί. Πήρε ένα ο Παναγιώτης και ορμήνεψε τον Κυριάκο να αρπάξει δυο χαλλούμια, λίγα οφτά αβγά και μια κούζα νερό να τα πάρουν δίπλα στον αχυρώνα. Μέσα από τα άχερα, ξεπρόβαλε ο Χρίστος Σαμάρας. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που αντάμωσαν οι αντάρτες με τον ιδιοκτήτη του Αχυρώνα και τα δυο του μεγαλύτερα αγόρια. Αυτά τα τρόφιμα, ήταν το τελευταίο φαγητό των τεσσάρων ανταρτών της ΕΟΚΑ, καθώς η ιστορία ετοιμαζόταν για την αναμέτρηση στα μαρμαρένια αλώνια… Στο μεταξύ, κάθε λίγο οι Βρετανοί στρατιώτες, μπαινόβγαιναν στην αυλή και το σπίτι και έψαχναν για τους αντάρτες. Μάλιστα μπήκαν και στον αχυρώνα, αλλά δεν «μυρίστηκαν» ποιοι κρύβονταν μες στ’ άχερα…
Ήταν σίγουροι...
Τα μεσάνυχτα της Δευτέρας, οκτώμισι ώρες πριν την ηρωική μάχη στον Αχυρώνα, οι Βρετανοί στρατιώτες φτάνουν ξανά στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή. Θυμάται ο γιος του Κυριάκος: «Είπαν στον πατέρα μου ότι είχαν πληροφορίες πως οι αντάρτες ήταν στο σπίτι του». «Μέ ξέρω τι λαλείτε μέ ιδέα έχω τι κάμνετε», τους απάντησε ήρεμος. «Άνοιξε τον αχυρώνα», διέταξε ένας Βρετανός και ο Παναγιώτης άνοιξε. Ένας Τούρκος επικουρικός, άρχισε να φωνάζει ονομαστικά έναν, έναν τους αντάρτες της ΕΟΚΑ. Και τους έλεγε, «σας βρήκαμε, παραδοθείτε και δεν θα πάθετε τίποτε. Αν δεν παραδοθείτε θα σας κάψουμε ζωντανούς». Μετά, τράβηξε το αυτόματο Στεν και άρχισε να βάλλει κατά ρυπάς στο άχυρο. Τρεις φορές επαναλήφθηκε αυτή η σκηνή και μετά οι Βρετανοί έφυγαν, αλλά τον Παναγιώτη Καλλή, τον πήραν μαζί τους.
>>«Τα όπλα εν δικά σας ελάτε πιάστε τα, εφώναζε ο Σαμάρας >>«Εζύμωσε η Αρτεμού. Ψωμί βραστό, δυο χαλλούμια και αβγά οφτά, ήταν το τελευταίο τους κολατσιό» >>«Μετά τη μάχη στα Κούκκουλλα ήταν ποφασισμένοι. Να χωστούν, να πεθάνουν, μα ζωντανοί να μεν πιαστούν»
ΤΟ ΡΟΛΟΪτου χρόνου έδειχνε Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 1958 και μόλις είχε φέξει. Μια διμοιρία Βρετανών μπουκάρει στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή, ο οποίος συνεχίζει να κρατείται από τους Βρετανούς. Οι αποικιοκράτες συλλαμβάνουν τον Κυριάκο και τον Δημήτρη, που είναι πάνω από 14 και αφού τους κουβαλούν σε άλλο μέρος, τους υποβάλλουν σε φρικτά βασανιστήρια για ώρες. Μετά διώχνουν από το σπίτι την Αρτεμού και τα μικρότερα παιδιά. Η Μηχανή του Χρόνου δείχνει ώρα 8.30 το πρωί και στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή, όπως και στον αχυρώνα, η ιστορία παίρνει χαρτί και καλαμάρι, έτοιμη να καταγράψει τα γεγονότα.
Μια αδελφή του Κυριάκου Καλλή, από μια χαραμάδα τοίχου παρακείμενου σπιτιού, παρακολουθεί τα τεκταινόμενα. Πάνοπλοι Βρετανοί, κυκλώνουν το σπίτι και τον αχυρώνα, καλώντας τους αντάρτες να εξέλθουν και να παραδοθούν, διαφορετικά θα βάλουν φωτιά να τους κάψουν. Κυλούν μερικά βασανιστικά λεπτά, χωρίς να λαμβάνουν καμιά απάντηση. Τελικά πήραν απάντηση, αλλά όχι αυτή που λογάριαζαν. Τα παλληκάρια της ΕΟΚΑ, απαντούν όχι με τη μιλιά τους, αλλά με την καρδιά τους και τα λιανοντούφεκα της τιμής, που αρχικά κάνουν τους Βρετανούς, να αποτραβηκτούν και να καλυφθούν σαστισμένοι, ενώ σύμφωνα με τον κ. Κυριάκο Καλλή, ένας τουλάχιστον σκοτώνεται.
Οι Βρετανοί, όσο περνά ο χρόνος βιάζονται. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που ο Ζήδρος στα βουνά του Μαχαιρά τους ρεζίλεψε, πολεμώντας τους μόνος, για οκτώ ώρες. Με ελικόπτερο οι Βρετανοί ενισχύουν συνεχώς τις δυνάμεις και το βαλλιστικό κατά των ανταρτών που μάχονται με παλιά τυφέκια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και αυτοσχέδια τυφέκια κυπριακής κατασκευής, από οπλουργούς της ΕΟΚΑ. Πέρασαν τέσσερις ώρες και οι αντάρτες από τις πολεμίστρες τους, κρατούν τους Βρετανούς και την Αυτοκρατορία τους μακριά και ο Αχυρώνας μοιάζει απόρθητο φρούριο.
Έχουν γύρει οι 12.30 όταν οι Βρετανοί, πατώντας στη στέγη του Αχυρώνα ανοίγουν οπή και βάζουν φωτιά στα άχυρα. Μα η φωτιά που από χρόνια πύρωνε στις διψασμένες για λευτεριά ψυχές των τεσσάρων ανταρτών της Αμμοχώστου, είναι πιο δυνατή.
Αρχίζουν να εξέρχονται από τον αχυρώνα καπνισμένοι, πυροκαμένοι από τις φλόγες, πυροβολώντας. Και τους θερίζουν τα βρετανικά πολυβόλα και οι ριπές των αυτομάτων. Πεθαίνουν πυροβολώντας και κάνουν τον Αχυρώνα παλάτι της λευτεριάς. Και όπως θυμάται η αδελφή του Κυριάκου Καλλή, ένας από τους αντάρτες, ο Χρίστος Σαμάρας, την ώρα που το κορμί του «ράβεται» από τις σφαίρες των κατακτητών, τούς φωνάζει ως να βγει η ψυχή του και πυροβολώντας, «δικά σας είναι ρε τούτα τα όπλα. Ελάτε να τα πάρετε ωρέ αν σας βαστά… Μολών Λαβέ»!
Μετά το έπος του Αχυρώνα και το ολοκαύτωμα των τεσσάρων ανταρτών της ΕΟΚΑ, στο σπίτι και τον Αχυρώνα του Παναγιώτη Καλλή, κατοίκησε η Ιστορία και το μέρος έγινε το νέο Αρκάδι του Ελληνισμού. Η οικογένεια Καλλή, κατοίκησε αλλού. Και από τότε μέχρι σήμερα, ο Αχυρώνας του Καλλή στο Λιοπέτρι, αποτελεί χώρο εθνικού προσκυνήματος…
Μια αδελφή του Κυριάκου Καλλή, από μια χαραμάδα τοίχου παρακείμενου σπιτιού, παρακολουθεί τα τεκταινόμενα. Πάνοπλοι Βρετανοί, κυκλώνουν το σπίτι και τον αχυρώνα, καλώντας τους αντάρτες να εξέλθουν και να παραδοθούν, διαφορετικά θα βάλουν φωτιά να τους κάψουν. Κυλούν μερικά βασανιστικά λεπτά, χωρίς να λαμβάνουν καμιά απάντηση. Τελικά πήραν απάντηση, αλλά όχι αυτή που λογάριαζαν. Τα παλληκάρια της ΕΟΚΑ, απαντούν όχι με τη μιλιά τους, αλλά με την καρδιά τους και τα λιανοντούφεκα της τιμής, που αρχικά κάνουν τους Βρετανούς, να αποτραβηκτούν και να καλυφθούν σαστισμένοι, ενώ σύμφωνα με τον κ. Κυριάκο Καλλή, ένας τουλάχιστον σκοτώνεται.
Οι Βρετανοί, όσο περνά ο χρόνος βιάζονται. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που ο Ζήδρος στα βουνά του Μαχαιρά τους ρεζίλεψε, πολεμώντας τους μόνος, για οκτώ ώρες. Με ελικόπτερο οι Βρετανοί ενισχύουν συνεχώς τις δυνάμεις και το βαλλιστικό κατά των ανταρτών που μάχονται με παλιά τυφέκια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και αυτοσχέδια τυφέκια κυπριακής κατασκευής, από οπλουργούς της ΕΟΚΑ. Πέρασαν τέσσερις ώρες και οι αντάρτες από τις πολεμίστρες τους, κρατούν τους Βρετανούς και την Αυτοκρατορία τους μακριά και ο Αχυρώνας μοιάζει απόρθητο φρούριο.
Έχουν γύρει οι 12.30 όταν οι Βρετανοί, πατώντας στη στέγη του Αχυρώνα ανοίγουν οπή και βάζουν φωτιά στα άχυρα. Μα η φωτιά που από χρόνια πύρωνε στις διψασμένες για λευτεριά ψυχές των τεσσάρων ανταρτών της Αμμοχώστου, είναι πιο δυνατή.
Αρχίζουν να εξέρχονται από τον αχυρώνα καπνισμένοι, πυροκαμένοι από τις φλόγες, πυροβολώντας. Και τους θερίζουν τα βρετανικά πολυβόλα και οι ριπές των αυτομάτων. Πεθαίνουν πυροβολώντας και κάνουν τον Αχυρώνα παλάτι της λευτεριάς. Και όπως θυμάται η αδελφή του Κυριάκου Καλλή, ένας από τους αντάρτες, ο Χρίστος Σαμάρας, την ώρα που το κορμί του «ράβεται» από τις σφαίρες των κατακτητών, τούς φωνάζει ως να βγει η ψυχή του και πυροβολώντας, «δικά σας είναι ρε τούτα τα όπλα. Ελάτε να τα πάρετε ωρέ αν σας βαστά… Μολών Λαβέ»!
Μετά το έπος του Αχυρώνα και το ολοκαύτωμα των τεσσάρων ανταρτών της ΕΟΚΑ, στο σπίτι και τον Αχυρώνα του Παναγιώτη Καλλή, κατοίκησε η Ιστορία και το μέρος έγινε το νέο Αρκάδι του Ελληνισμού. Η οικογένεια Καλλή, κατοίκησε αλλού. Και από τότε μέχρι σήμερα, ο Αχυρώνας του Καλλή στο Λιοπέτρι, αποτελεί χώρο εθνικού προσκυνήματος…
Εγγραφή σε: Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια: