Ποσο επιστημονικη ειναι η Ιστοριογραφια;
Η δημόσια συζήτηση περί την Ιστορία, που εξακολουθεί ακόμη να βρίσκεται στην επικαιρότητα, αποτελεί την αφορμή να αναρωτηθώ κι’ εγώ με το σημερινό μου σημείωμα για τη φύση της βιοποριστικής μου δραστηριότητας ως ιστορικού. Με άλλα λόγια: κατα πόσον μπορεί να θεωρηθεί ως “επιστημονική” η θεώρηση και η αφηγηματική ανάπλαση του παρελθόντος, η οποία θεραπεύεται στα πολυάριθμα Τμήματα Ιστορικών Σπουδών της χώρας μας; ΄Η, για να σταθούμε για λίγο σε κάποιο από τα “επιχειρήματα” που προβλήθηκαν πρόσφατα, κατά πόσον δικαιούται εκείνος που από καθέδρας διδάσκει Ιστορία να αποκλείσει , ως κάτοχος της αληθούς γνώσεως, από τον διάλογο τον κάθε “βέβηλο”, μη-Ιστορικό;
Αφού λοιπόν έχουν ήδη παρέλθει τέσσερις πλήρεις δεκαετίες, από τότε που άρχισα να ασχολούμαι “επαγγελματικά” με την Ιστορία, έχω σήμερα καταλήξει να ασπάζομαι πλήρως τη ρήση ενός γάλλου ιστορικού, του Pierre Gaxote, ο οποίος γύρω στο 1980, στο τέλος της σταδιοδρομίας του, αποφάνθηκε πώς: “Σήμερα πρεπει να γράφει κανείς την Ιστορία με το μολύβι:έτσι θα μπορεί πιο εύκολα να σβήσει και να διορθώσει τα κείμενά του” Απόφανση που υποδηλώνει πως η πραγματικότητα του παρελθόντος δεν αποτυπώνεται διόλου με την καταγραφή στις ιστορικές δέλτους. Ο ιστορικός, με άλλα λόγια, είναι δέσμιος του κόσμου που τον περιβάλλει, είναι “τεκνο της εποχής του” και αδυνατεί να εκπληρώσει την εντολή του πατέρα του ιστορικού θετικισμού (του Leopold von Ranke), να καταγράψει δηλαδή την ιστορία του παρελθόντος “΄οπως πραγματικά συνέβη” (“wie es eigentlch gewesen”).
Αφού λοιπόν έχουν ήδη παρέλθει τέσσερις πλήρεις δεκαετίες, από τότε που άρχισα να ασχολούμαι “επαγγελματικά” με την Ιστορία, έχω σήμερα καταλήξει να ασπάζομαι πλήρως τη ρήση ενός γάλλου ιστορικού, του Pierre Gaxote, ο οποίος γύρω στο 1980, στο τέλος της σταδιοδρομίας του, αποφάνθηκε πώς: “Σήμερα πρεπει να γράφει κανείς την Ιστορία με το μολύβι:έτσι θα μπορεί πιο εύκολα να σβήσει και να διορθώσει τα κείμενά του” Απόφανση που υποδηλώνει πως η πραγματικότητα του παρελθόντος δεν αποτυπώνεται διόλου με την καταγραφή στις ιστορικές δέλτους. Ο ιστορικός, με άλλα λόγια, είναι δέσμιος του κόσμου που τον περιβάλλει, είναι “τεκνο της εποχής του” και αδυνατεί να εκπληρώσει την εντολή του πατέρα του ιστορικού θετικισμού (του Leopold von Ranke), να καταγράψει δηλαδή την ιστορία του παρελθόντος “΄οπως πραγματικά συνέβη” (“wie es eigentlch gewesen”).
Η Ιστορία, παρόλο που κατεξοχήν στηρίζεται στην εμπειρία, δεν συνιστά ωστόσο μια εμπειρική επιστήμη, διότι το κύριο αντικείμενο της έρευνάς της, που είναι το Παρελθόν, δεν αποτελεί μια κατηγορία με σταθερό μέγεθος, το οποίο μπορεί, σε κάθε στιγμή, να επιβεβαιωθεί πειραματικά στο εργαστήριο. ΄Ενας αναστοχασμός, μια ενατένιση του παρελθόντος είναι η Ιστορία, μια προσπάθεια αναζήτησης που, σε κάθε χρονική στιγμή, δεν ανατανακλά παρά τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στις τρεις διαστάσεις του Χρόνου: Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον. Μια ερευνητική προσπάθεια, η οποία ακολουθεί ορισμένους κανόνες τεχνικής που αφορούν κυρίως στην , όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη αξιολόγηση των πηγών.
Πέρα όμως από την τεχνική αξιολόγησης των πηγών και τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του (τις αποκαλούμενες βοηθητικές επιστήμες της Ιστορίας), ο “επαγγελματίας” ιστορικός βρίσκεται πάντοτε εντιμέτωπος με μια πραγματικότητα, η οποία ανέκαθεν αποτελούσε και ένα δίλημμα για’κείνον. Πρόκειται για την ραγματικότητα που αντικατοπτρίζεται και στο μυθιστόρημα “1984″ του Tζ. Oργουελ, με την υπηρεσία παλιμψήστων που λειτουργεί στο ασφυκτικά απολυταρχικό κράτος της Ωκεανίας. Μια υπηρεσία, η οποία ολημερίς σβήνει και ξαναγράφει τις “επίσημες” ιστορικές δέλτους, “εναρμονίζοντας” έτσι κάθε στιγμή το ιστορικό παρελθόν με το “επίσημο” κρατικό δόγμα.
Maxima de nihilo nascitur historia: Mια πολύ μεγάλη ιστορία μπορεί να γεννηθεί από κάτι τι το μηδαμινό – στους λόγους αυτούς του λατίνου ποιητή του 1ου π.X. αιώνα (Προπερτιος Σέξτος, Elegiae 2,1,16) αντικατοπτρίζεται μια πανάρχαια ανθρώπινη συμπεριφορά. Pευστά ήταν ανέκαθεν για τις ανθρώπινες κοινωνίες- από τους πανάρχαιους χρόνους, που το “ιστορικό” επιχείρημα λειτουργεί ως ο κατεξοχήν νομιμοποιητικός παράγοντας της Eξουσίας- τα όρια μεταξύ “σπουδαίου” και “μηδαμινού” ιστορικού γεγονότος, ανάμεσα στο μύθο και στο αυθεντικό ιστορικό παρελθόν. Tο δυναστικό μύθο των παλαιότερων χρόνων διαδέχθηκε ο εθνικός μύθος της νεότερης περιόδου για να αντικατασταθεί, στις μέρες μας, από το ιστορικά “τεκμηριωμένο” κρατικό δόγμα.
H Iστορία (ορθότερα: οι κατά περίσταση εκδοχές της) ως θεραπαινίδα της Eξουσίας, αλλά και ως στοιχείο δομικό της συλλογικής νοοτροπίας. Kανένας συμβολισμός δεν εκφράζει εναργέστερα την πανάρχαια, όσο και διαχρονική, αυτήν ανθρώπινη συμπεριφορά όσο τα ονόματα που είναι συνυφασμένα με γεγονότα σημαδιακά του παρελθόντος.
Tα παραδείγματα είναι πολλά, θα προτιμήσω όμως εδώ, με την άδεια του ευγενικού αναγνώστη, να μεταφέρω μια προσωπική εμπειρία από τη δική μου καθημερινότητα. Πρόσφατα, στη διάρκεια της διαδρομής με το αστικό λεωφορείο προς τον συνοικισμό Παπάγου, στράφηκα, με τη χαρακτηριστική για τον επαρχιώτη ανασφάλεια, στον διπλανό μου για να ρωτήσω, αν πλησιάζαμε στην κεντρική λεωφόρο που διασχίζει τον δήμο, την οδό Eθνικής Aμύνης. H λανθάνουσα γλώσσα μου ( “Eθνικής Aντίστασης”) ανταμείφθηκε όμως όπως της άξιζε από τον πρεσβύτερό μου συνταξιδιώτη, που είχε προφανώς τις δικές του αντιλήψεις και εμπειρίες από το πρόσφατο ιστορικό μας παρελθόν και για τον οποίο το “παράταιρο” όνομα λειτούργησε αυτόματα σαν κόκκινο πανί.
Παλίμψηστο λοιπόν, για την Eξουσία και για τους πολλούς, η Iστορία.
“Eleyuerotyp;ia:, 22,3,2007
βλ.:http://malingoudis.blogspot.com/2007/03/blog-post_21.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου