Ετικέτες

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Αντισυμβατικό όπλο F-117A Nighthawk


Οι σπόροι του παρωχημένου κρυφού αυτού «μαχητή» ήταν της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, όταν οι Αμερικανοί το 1978 το παρήγαγαν ως έναν τρόπο για να νικήσουνε τη σοβιετική αεράμυνα, σε περίπτωση που το ΝΑΤΟ κληθεί να υπερασπιστεί την Κεντρική Ευρώπη (LM)Τι μάθαμε για την τεχνολογία stealth από την καριέρα του F-117 και ποιά η δογματική κληρονομιά του στο F-35 Lightning II. Τα μυστικά του βομβαρδιστικού stealth, τι το έκανε σχεδόν ανίκητο ... και τι το έκανε τόσο ευάλωτο σε επιθέσεις. Γιατί το stealth άλλαξε δραματικά το πεδίο της μάχης.

F-117A Nighthawk: Πριν λάβει ένα επίσημο όνομα, οι μηχανικοί και πιλότοι δοκιμών ονόμασαν αυτό το αντισυμβατικό αεροσκάφος, που ήταν κρυμμένο κατά τη διάρκεια της ημέρας για να αποφύγει τον εντοπισμό από δορυφόρους της ΕΣΣΔ, «κατσαρίδα» (Cockroaches). Αυτός ο όρος χρησιμοποιείται ακόμα συχνά, επειδή τα εν λόγω αεροσκάφη, σύμφωνα με πολλούς, είναι από τα πιο άσχημα που έχουν κατασκευαστεί μέχρι σήμερα. Το αεροσκάφος είναι γνωστό επίσης ως «Wobblin Goblin», για τα ανήσυχα χαρακτηριστικά πτήσης κατά την διαδικασία του εναέριου ανεφοδιασμού
.

Τον Μάρτιο του 2008, έξι μαχητικά F-117A Nighthawk απογειώθηκαν για τελευταία φορά από τη βάση Χόλομαν της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας και έκαναν την τελευταία προσγείωσή τους στο Πεδίο Δοκιμών Τόνοπαχ στην απομακρυσμένη βορειοδυτική γωνία της στρατιωτικής βάσης Νέλις, στην έρημο της Νεβάδας. Τα φτερά τους αφαιρέθηκαν, τα αεροσκάφη ήταν να αποθηκευτούν σε υπόστεγα εκεί, και όχι στο συνήθη ανοικτό χώρο του νεκροταφείου αεροσκαφών στην Αριζόνα. Η απόσυρση των τζετ τον Απρίλιο του 2008, δεν αποτέλεσε έκπληξη.
Παρά την επιτυχία του στον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, στον οποίο ο στόλος των F-117A πιστώθηκε την απενεργοποίηση του συστήματος αεράμυνας του Ιράκ κατά την έναρξη της σύγκρουσης, είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε που το Αμερικανικό Πεντάγωνο είχε επενδύσει σημαντικά ποσά στο F-117. Ούτε έχει τη φήμη του αήττητου. Αυτή πέθανε το 1999, όταν ένας πανούργο πλήρωμα Σέρβων κατέρριψε ένα με ένα ρωσικό πύραυλο. Και παρόλο που δεν υπάρχει άμεσος αντικατάστασης για το F-117A, υπάρχουν τώρα δύο μαχητικά, αλλά και πύραυλοι, που μπορούν να κάνπυν μέρος ή το σύνολο της δουλειάς του.
Οι σπόροι του κρυφού αυτού «μαχητή» ήταν της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, όταν οι Αμερικανοί το 1978 το παρήγαγαν ως έναν τρόπο για να νικήσουνε τη σοβιετική αεράμυνα, σε περίπτωση που το ΝΑΤΟ κληθεί να υπερασπιστεί την Κεντρική Ευρώπη.
Επειδή έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί γρήγορα, το αεροπλάνο είχε περιορισμούς που δεν θα μπορούσαν εύκολα να εξαλειφθούν αργότερα. Ωστόσο, παραμένει ένα ιστορικό επίτευγμα, ένα πρώτο του είδους του, με τις μελλοντικές γενιές να έχουν κληρονομήσει τη φιλοσοφία του σχεδιασμού και τα επιχειρησιακά διδάγματα.
Το F-117 θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη διάρκεια ανάπτυξης, εάν οι σοβιετικής κατασκευής πύραυλοι στην Αίγυπτο και τη Συρία δεν έπλητταν την Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία στη διάρκεια του πολέμου Γιομ Κιπούρ το 1973. Η αμερικανική αξιολόγηση το επόμενο καλοκαίρι ήταν καταθλιπτική: Η περισσότερο εξελιγμένη αεράμυνα στην Ανατολική Ευρώπη θα απέτρεπε πιθανό τις εναέριες δυνάμεις του ΝΑΤΟ από το χτύπημα των στόχων στο έδαφος.
Η αξιολόγηση έφερε το προσκήνιο την ιδέα της χαμηλής παρατηρησιμότητας ή αλλιώς ένα «αόρατο» αεροπλάνο, με τις πρώτες συμβάσεις μελετών τον Ιανουάριο του 1975. Και ως το καλοκαίρι του ίδιου έτους, ήταν όλο και πιο σαφές ότι οι ερευνητές στη Lockheed Martin και Northrop Grumman ήταν μπροστά από μια εκπληκτική ανακάλυψη, επιτυγχάνοντας μείωση της ανάκλασης (RCS, το μέτρο του μεγέθους ενός αντικειμένου στο ραντάρ) που είχε θεωρηθεί αδύνατη.
Το κλειδί για την επανάσταση ήταν μια συμβιβαστική λύση. Οι μηχανικοί γνώριζαν ότι ήταν θεωρητικά δυνατό να χρησιμοποιηθούν στη διαμόρφωση και συγκεκριμένα υλικά για να κάνουν ένα αντικείμενο να φανεί μικρότερο στο ραντάρ. Το πρόβλημα ήταν ότι ο υπολογισμός του RCS ενός σύνθετου σχήματος όπως ένα αεροπλάνο, από όλες τις γωνίες, σε διαφορετικά μήκη κύματος ραντάρ, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τα αποτελέσματα του απορροφητικού υλικού ραντάρ (ή αλλιώς επίστρωση RAM), ήταν πολύ περίπλοκη. Οι υπολογιστές της δεκαετίας του 1970 απλά δεν ήταν τόσο γρήγοροι για κάτι τέτοιο.
Ένας συνδυασμός ζωτικής σημασίας για τη Lockheed για κερδίσει το συμβόλαιο για την πειραματική κλίνη δοκιμών (Experimental Survivable Testbed, XST) τον Απρίλιο του 1976. Τελικά αποδείχτηκε κρίσιμος, σφραγίζοντας τη μοίρα του F-117.Ήταν ο Ντένις Οβερχόλσερ, ένας ηλεκτρολόγος μηχανικός της Lockheed, ο οποίος συνειδητοποίησε ότι το πρόβλημα θα μπορούσε να επιλυθεί από τα δύο άκρα. Ενώ οι πιο ισχυροί υπολογιστές και ένα νέο λογισμικό θα βοηθήσουν στην επίλυση των εξισώσεων RCS, το αεροπλάνο θα μπορούσε επίσης να επανασχεδιαστεί ώστε να κάνει τις εξισώσεις απλούστερες. Γι 'αυτό ο σχεδιασμός της Lockheed το καλοκαίρι του 1975, σπάζοντας την παράδοσή της για κάθε άλλο αεροπλάνο νωρίτερα, δεν είχε καμία καμπύλη επιφάνεια.
Η ανακάλυψη του 1964, ένα έγγραφο που δημοσιεύθηκε από τον Ρώσο επιστήμονα Πιότρ Ουφίμτσεφ, ο οποίος έδειξε ότι η επιστροφή ραντάρ είναι ανάλογη με τη ρύθμιση των άκρων ενός αντικειμένου και όχι του μεγέθους του, ενέπνευσε ένα νέο σχήμα αεροπλάνου. Η όλη μορφή ήταν φτιαγμένη από επίπεδες πλάκες και καλύπτονταν από απορροφητικό υλικό ραντάρ.
Κανείς δεν είχε αυταπάτες ότι το αποτέλεσμα για την εμβέλεια, την ταχύτητα, ή τον ελιγμό, ήταν ένας συνδυασμός ζωτικής σημασίας για τη Lockheed για κερδίσει το συμβόλαιο για την πειραματική κλίνη δοκιμών (Experimental Survivable Testbed, XST) τον Απρίλιο του 1976. Τελικά ο σχεδιασμός αποδείχτηκε κρίσιμος και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, σφραγίζοντας τη μοίρα του F-117.
Το πρόγραμμα Have Blue ήταν να αποδείξει ότι οι υπογραφές ραντάρ είναι αρκετά μικρές. Δύο αεροσκάφη αναπτύχθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1970 από την Lockheed. Το έχουν Have Blue οδήγησε στην ανάπτυξη του F-117A (LM)Το Νοέμβριο του 1978, όταν το πρωτότυπο XST (μετανομάστηκε σε Have Blue) είχε πετάξει, η Lockheed είχε συνάψει μια σύμβαση για την ανάπτυξη του αεροσκάφους, υπό την κωδική ονομασία Senior Trend. Οι επικεφαλείς του Πενταγώνου είχαν αναγνωρίσει τη δύναμη της χαμηλής παρατηρησιμότητας και ξεκίνησαν μια μυστική συζήτηση για το πώς να την εκμεταλευτούν. Η τελική απόφαση ήρθε με απόλυτη μυστικότητα. Ένα αεροσκάφος stealth κυρίως για μια αποστολή: Μια βόμβα στον εγκέφαλο του συστήματος αεράμυνας του εχθρού κατά τις πρώτες ώρες του πολέμου.
Η Lockheed θα κατασκεύαζε πέντε αεροπλάνα στη φάση της ανάπτυξης, ενώ αργότερα θα ξεκινούσε μια πρώτη παρτίδα 20 αεροσκάφη παραγωγής. Ο στόχος ήταν να πετάξει το πρώτο αεροσκάφος τον Ιούλιο του 1980. Ο Οβερχόλσερ πίστευε ότι ήταν δυνατό να ενσωματωθεί η καμπυλότητα στα φτερά, αλλά δεν μπορούσε να το αποδείξει. Δεν υπήρχε χρόνος. Ούτε υπήρχε χρόνος για τα υπόλοιπα μέρη του σχεδιασμού για το σύνολο του τζετ. Το σύστημα πλοήγησης προήλθε από το βομβαρδιστικό B-52. Οι κινητήρες ήταν από το F/A-18 Hornet. Το υπέρυθρο σύστημα στόχευσης, από την Texas Instruments, ήταν συναρμολογημένο από τμήματα άλλων συστημάτων. Το F-16 συνέβαλε με τους υπολογιστές του και το σύστημα ελέγχου πτήσης. Η μεγαλύτερη οθόνη του θαλάμου διακυβέρνησης από το P-3 Orion. H κατασκευή ήταν αρκετά δύσκολη. Οι μηχανικοί είχαν εφεύρει πολλές «πατέντες» στην επίλυση προβλημάτων, πιεζόμενοι από το στενό χρονοδιάγραμμα  Όπως και το Have Blue, το F-117A ήταν καλυμμένο με υλικό απορόφησης ραντάρ, σχεδόν ένας τόνος. Κατασκευάστηκε με τη μορφή επίπεδων φύλλων, κομμένα έτσι για να κολληθούν αργότερα στη θέση τους. Ένα υλικό που είχε βαπτιστεί "βούτυρο" γέμισε τα κενά μεταξύ των φύλλων. Οι κινητήρες είχαν εγκατασταθεί έτσι ώστε να είναι κρυμμένοι από το ραντάρ, και το θερμό καυσαέριο από τον κινητήρα έβγαινε προς τα έξω από σχισμές.
Το αεροσκάφος δεν είχε ραντάρ. Υπήρχαν ιδέες για ένα «μικρής τομής» ραντάρ που θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς να δίνει από μακριά τη θέση του τζετ, αλλά η τεχνολογία δεν θα μπορούσε να είναι έτοιμη εγκαίρως. (Το ραντάρ LPI χρησιμοποιεί διάφορα τεχνάσματα διαφοροποίησης, μεταπήδησης συχνοτήτων, χαμηλής ισχύος, και τεράστιο bandwidth για να κρύψει το σήμα του.) Η χρήση του αεροσκάφους θα πρέπει να περιορίζεται σε επιθέσεις κάτω από τα σύννεφα ή σε καθαρό ουρανό.
Ακόμα κι έτσι, η κατασκευή ήταν αρκετά δύσκολη. Οι μηχανικοί είχαν εφεύρει πολλές «πατέντες» στην επίλυση προβλημάτων, πιεζόμενοι από το στενό χρονοδιάγραμμα, όπως ο πάγος στα ακροφύσια (μια χημική ουσία κρυμμένη στα φτερά μπροστά από τα ακροφύσια) ή το πλήρες τύλιγμα ορισμένων εξωτερικών εξαρτημάτων με τιτάνιο.
Η βιασύνη απέδωσε. Το αεροσκάφος έφτασε την επιχειρησιακή ικανότητα τον Οκτώβριο του 1983, αργότερα από το αρχικό χρονοδιάγραμμα, αλλά και πάλι μόνο πέντε χρόνια μετά το πράσινο φως για την ανάπτυξη. Οι γωνίες των φτερών υπολογίστηκαν για να κατευθύνουν τα κύματα ραντάρ διάσπαρτα προς όλες τις κατευθύνσεις, μακριά από το αεροσκάφος, και κατά συνέπεια να τα αποτρέψουν από την επιστροφή στην πηγή. Επίσης, όλα τα ανοίγματα τα χαρακτήριζε ένα είδος «οδοντωτού» σχήματος.
Το αεροσκάφος ήταν ακόμη μακριά για να είναι «αόρατο». Τα στοιχεία RCS εξακολουθούσαν να κατατάσσουν το αεροπλάνο ορατό, αν και κυρίως πλευρικά και λιγότερο μετωπικά. Έτσι, ο σχεδιασμός των αποστολών ήταν δύσκολος, ώστε να ελαχιστοποιηθεί η έκθεση του αεροσκάφους.
Μόλις το Have Blue έδειξε ότι η επίτευξη stealth ήταν δυνατή, η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία ζήτησε να το αντικαταστήσει, και η έρευνα άρχισε σοβαρά. Η Northrop, η Boeing και η General Dynamics ξεκίνησαν προγράμματα για τεχνολογίες που υπόσχονταν μεγαλύτερη «απόκρυψη» και καλύτερη αεροδυναμική.
Μέχρι τη στιγμή που το F-117A μπήκε σε υπηρεσία, η Northrop πετούσε το AP-1 Tacit Blue, ένα αεροσκάφος stealth με καμπύλες επιφάνειες. Η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία ξεκίνησε τις έρευνες για ένα stealth υπερηχητικό μαχητικό.
Ο Αλ Πικιρίλλο έγινε τότε ο διευθυντής προγράμματος για το πρότζεκτ της Αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας το 1984. «Το Β-2 ήταν εκεί και το ATF ήταν σε εξέλιξη.» Υπήρχε η αίσθηση ότι οι Αμερικανοί είχαν προχωρήσει πέραν του F-117. Το νέο αεροσκάφος είχε αρκετά λάθη. Οι υπολογιστές πτήσεως δεν είχαν αρκετή επεξεργαστική ισχύ. Μια αδυναμία στο πηδάλιο είχε αποτέλεσμα την περιορισμένη ταχύτητα. «Και η συντήρηση ήταν εφιάλτης», θυμάται ο Πικιρίλλο.
Τον Ιανουάριο του 1984, τα αεροπλάνα χρειάζονταν 113 ώρες συντήρησης για κάθε ώρα πτήσης. Και σε κάθε δεδομένη στιγμή, μόνο το 11 τοις εκατό είχε τη δυνατότητα για επιχειρησιακή αποστολή. Η ποιότητα των αεροηλεκτρονικών ήταν ένα πρόβλημα, αλλά ήταν η τεχνολογία stealth που ήταν το χειρότερο σημείο.
Οι απολήξεις ήταν επενδεδυμένες με ένα είδος από κεραμικά τούβλα, κατασκευασμένες από ένα υλικό που χρησιμοποιείται στα Διαστημικά Λεωφορεία. Κάθε πλακίδιο έπρεπε να εδραιωθεί στη θέση του μεμονωμένα, και οι ραφές μεταξύ αυτών γέμιζαν με ένα άλλο υλικό. Ακόμη και μια μικρή διαφορά στη κατασκευή θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν μια μικροσκοπική είσοδος, διοχετεύοντας τα καυσαέρια έτσι από κάτω, ώστε θα μπορούσε να θερμανθεί το υλικό της κατασκευής.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα αφορύσε τις βασικές αρχές της χαμηλής παρατηρησιμότητας. Όταν μια δέσμη ραντάρ φωτίζει ένα αεροπλάνο, όλο το «δέρμα» του δέχεται ηλεκτρικά ρεύματα - και όταν χτυπούν σε ένα εμπόδιο ή είναι να πηδήξουν ένα κενό, προκαλούνται μικρές σπίθες που το ραντάρ μπορεί να ανιχνεύσει. Το F-117 είχε μια επίστρωση από ένα ειδικό απορροφητικό υλικό, αλλά αν υπήρχε κατά την κατασκευή το μικρότερο κενό ή ένα ράγισμα, αυτό θα μπορούσε να προδώσει το αεροσκάφος.
Το αεροσκάφος είχε ανοίγματα, ο θόλος του θαλάμου διακυβέρνησης, το σύστημα προσγείωσης, η αποθήκη των όπλων, οι θύρες εισόδου του κινητήρα, και ούτω καθεξής, και αυτά έπρεπε να σφραγίζουν τέλεια. Οι σχεδιαστές προσπάθησαν να βεβαιωθούν ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία που χρειάζονται στη συντήρηση μπορεί να χωρέσουν μέσα από αυτά τα ανοίγματα. Μερικά από τα συστήματα του αεροπλάνου θα μπορούσαν να προσεγγιστούν μέσα από την αποθήκη όπλων. Συχνά όμως, μια επισκευή ρουτίνας, απαιτούσε τελικά την αντικατάσταση όλου του υλικού, και τέλος, την εκ νέου σφράγιση του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία είχε σχεδιάσει να εργαστεί πάνω σε ένα βελτιωμένο μοντέλο «B» αλλά τα χρήματα για το έργο στράφηκαν στην ολοκλήρωση του μοντέλου «Α». Η αντικατάσταση των υπολογιστών ξεκίνησε το 1984, και το πρώτο αεροσκάφος βρίσκονταν σε λειτουργία από το 1988. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ένα αυτοματοποιημένο σύστημα σχεδιασμού της αποστολής ήταν σε λειτουργία. Μια νέα ουρά είχε ως αποτέλεσμα να αρθούν οι περιορισμοί ταχύτητας.
Το απορροφητικό υλικό βελτιώθηκε σε όλη την παραγωγή. Παρόλο που το νέο αεροσκάφος ήταν καλύτερο, η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία κατέληξε με τέσσερις διαφορετικές διαμορφώσεις stealth, όπου κάθε μια χρειάζονταν διαφορετικές διαδικασίες επισκευής.
Έτσι, το F-117 που πρωτοστάτησε στον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου δεν ήταν ακριβώς το ίδιο με το αεροσκάφος που είχε εισέλθει σε υπηρεσία.
Η επιτυχία έγινε μια ευκαιρία για την Lockheed να επικαλεστεί μια δεύτερη ζωή για το αεροσκάφος, αλλά στις αρχές του 1990, πολλά οπλικά συστήματα και φιλοσοφίες διαγωνίζονταν για την υποστήριξη του Πενταγώνου. Μέσα σε λίγους μήνες από τις εκλογές του 1992, με τον Μπιλ Κλίντον στο Λευκό Οίκο, κάθε νέα προοπτική είχε ακυρωθεί υπέρ ενός σχεδίου που ονομάστηκε Joint Advanced Strike Technology (JAST) - ο πρόδρομος του Joint Strike Fighter, και η τελική του συνιστώσα, το F-35 Lightning II. Ήταν το τέλος του δρόμου για ένα περισσότερο προηγμένο F-117.
Τα αεροσκάφη που ήταν ήδη σε λειτουργία συνέχισαν να δέχονται αναβαθμίσεις. Για παράδειγμα, το απορροφητικό υλικό ραντάρ είχε αφαιρεθεί και αντικαταστάθηκε με μια νέα τεχνική, η οποία το έκανε πολύ εύκολο στη συντήρηση. Αυτή και άλλες αλλαγές, επέφεραν μια επιχειρησιακή διαθεσιμότητα στο εξαιρετικό ποσοστό του 89 τοις εκατό.
Όμως, η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία είχε απομονώσει τα αεροσκάφη από τον υπόλοιπο κορμό της, στο Τονοπαχ. Το 1992, η επιτυχία στη πολεμική επιχείρηση Desert Storm, έκανε την Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία να μετακινήσει τα αεροσκάφη στο Χολομαν. Η ιδέα για την ενσωμάτωση των μαχητικών stealth στο υπόλοιπο της δύναμης ήρθε με αργό ρυθμό και πολύ αργά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι δυνατότητες ενός αεροσκάφους stealth, ακόμη και μεταξύ των πιλότων της, να είναι ένας άγνωστος παράγοντας.
Το Nighthawk υπέστη μία πρώτη και μοναδική απώλεια στην καριέρα του. Στις 27 Μαρτίου 1999, ένα F-117A που είχε αποστολή να βομβαρδίσει έναν στόχο στη Σερβία καταρρίφθηκε 28 μίλια βορειοδυτικά του Βελιγραδίου. Το όπλο που το κατέρριψε ήταν ένας σοβιετικός παλαίμαχος, το S-125 Νeva-M.
Μια όψη της ιστορίας παρουσιάστηκε στα τέλη του 2005, όταν ο αρχηγός της αντιεροπορικής πυροβολαρχίας που είχε σχεδιάσει την επίθεση, έδωσε για πρώτη φορά στο κοινό λεπτομέρειες. Ο ουγγρικής καταγωγής αντισυνταγματάρχης Ντάνι Ζόλταν, για να διατηρήσει ανέπαφα τα ραντάρ και τους άλλους φορείς από το να δέχονται αεροπορικές επιθέσεις, τα κράτησε σε συνεχή κίνηση. Η 3η Πυροβολαρχία της 250ης Ταξιαρχίας Πυραύλων έγραψε περισσότερα από 50.000 χιλιόμετρα κατά τη διάρκεια των 78 ημερών του πολέμου. Έκανε επίσης μια σειρά από αδιευκρίνιστες τροποποιήσεις στο ραντάρ P-18. Αυτό το ραντάρ διαφέρει από τα περισσότερα άλλα, επειδή λειτουργεί στην ζώνη συχνοτήτων VHF - εκπέμπει σε πολύ μικρότερη συχνότητα από ό, τι τα περισσότερα άλλα ραντάρ. Το απορροφητικό υλικό ραντάρ που κάλυπτε το F-117 ήταν λιγότερο αποτελεσματικό απέναντι σε VHF ραντάρ.
Η πρωταρχική άμυνα του τζετ κατά VHF είναι στις άκρες της πτέρυγας, οι οποίες λαμβάνουν τη μορφή ενός αποτελεσματικού απορροφητή, που ονομάστηκε «ηλεκτρομαγνητικό αμορτισέρ» κατά τον αρχιμηχανικό Αλαν Μπρόυν σε μια διάλεξή του το 1992.
Για να αποφύγει το αεροσκάφος τον εντοπισμό του από συστήματα όπως το P-18, απαιτείται ένας συνδυασμός προσεκτικού προγραμματισμού σε σχέση με την επιχειρησιακή ασφάλεια και την τακτική. Αλλά η υπερκινητική πυροβολαρχία του Ζόλταν δεν ήταν καρφωμένη σε ένα σημείο. Σέρβοι πράκτορες εντόπισαν ως βάση απογείωσης των F-117 το Αβιάνο της Ιταλίας, και οι περιορισμοί του επιχειρησιακού εναερίου χώρου ανέφεραν ότι τα αεροσκάφη ήταν σε παρόμοιες διαδρομές, κάθε νύχτα.
Σύμφωνα με τον Ζόλταν, όταν το F-117A ήταν μετωπικά σε 26.000 πόδια ύψος και οκτώ χιλιόμετρα μακριά, η πυροβολαρχία εκτόξευσε δύο πυραύλους. Ο πιλότος του F-117A, Νταρέλ Ζέλκο, ποτέ δεν έχει διευκρινίσει πόσο χρόνο προειδοποίησης είχε από την επίθεση.Μία ακόμα άγνωστη πτυχή για το συγκεκριμένο F-117 είναι εάν έφερε μαζί του οποιοδήποτε είδος δέκτη προειδοποίησης ραντάρ. Αν το έκανε, τελείως άγνωστο, αλλά ακόμη και οι πιο ολοκληρωμένες μελέτες του αεροσκάφους δεν το αναφέρουν, ούτε έχει αναφερθεί ως μέρος της αναβάθμισής του. Ο Ζέλκο εκτινάθηκε έξω από το αεροσκάφος του, επειδή σύμφωνα με τον ίδιο είχε «ενδείξεις ότι η σερβική αντιαεροπορική άμυνα είχε στοχοποιήσει το αεροσκάφος» του. Ο ίδιος διασώθηκε έξι ώρες αργότερα από ένα ελικόπτερο MH-60 Pave Hawk.
Η κατάρριψη στη Σερβία οδήγησε σε αλλαγές, όπως η δημιουργία ενός σχολείου τακτικής για το F-117, με αυξημένη έμφαση στην εκπαίδευση με τις άλλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης συμμετοχής του τζετ σε πολεμικά παίγνια. Η κατάρριψη οδήγησε σε αλλαγές, όπως η δημιουργία ενός σχολείου τακτικής για το F-117, με αυξημένη έμφαση στην εκπαίδευση με τις άλλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης συμμετοχής του τζετ στα πολεμικά παίγνια της Red Flag. Το stealth δεν είναι τέλειο, και το αεροσκάφος ήταν να υπολογίζει και σε άλλες δυνατότητές του, για να βελτιωθεί η πολεμική του ικανότητα.

Οι Αμερικανοί δεν είνα κάνει καμία προσπάθεια να βομβαρδίσουν τα συντρίμια του F-117Α και να το καταστρέψουν ολοσχερώς. Η τεχνολογία μπορεί να ήταν δύσκολο να αντιγραφεί. Αρχικά οι Αμερικανοί αξιωματούχοι μίλησαν για ένα «τυχερό πλήγμα». Αργότερα το Πεντάγωνο δήλωσε στο τηλεοπτικό κανάλι CNN ότι η τεχνολογία του Nighthawk είναι ένα σχετικά παλιά όσον αφορά την ταχύτητα με την οποία αναπτύσσεται αυτή η τεχνολογία σήμερα. Αργότερα εκφράστηκαν ανησυχίες ότι οι Ρώσοι θα μπορούσαν να ενδιαφερθούν για τα ηλεκτρονικά του συστήματα, και ειδικά για το σύστημα κατάδειξης λέιζερ. Ο διοικητής της αεροπορικής βάσης στο Χόλομαν, Νέο Μεξικό, ανέφερε μετά την κατάρριψη ότι το F-117 είναι ένα αποτελεσματικό όπλο, αλλά «δεν είναι άτρωτο, δεν είναι αόρατο, είναι ελάχιστα παρατηρήσιμο (από ραντάρ)».

Όπως άλλα συστήματα άρχισαν να σφετερίζονται τη θέση του F-117A, η απόσυρσή του ορατή. Το τέλος της ζωής του Nighthawk προαναγγέλθηκε το 1994, όταν η Πολεμική Αεροπορία αποφάσισε να προσθέσει στο οπλοστάσιό της το F-22. Με μόνο κατευθυνόμενες βόμβες διαθέσιμες, όταν το F-22 σχεδιάστηκε, το F-22 «πέταξε» λίγο αργότερα υψηλά. Η εικόνα άλλαξε με την ανάπτυξη των δορυφορικά καθοδηγούμενων πυρομαχικών Joint Direct Attack και με τη συνειδητοποίηση ότι καλύτεροι υπολογιστές θα μπορούσαν να καταστήσουν δυνατή τη λήψη εικόνων υψηλής ανάλυσης εδάφους από το ραντάρ F-22.
Η θέα από το παράξενο πιλοτήριο του F-117 είναι τόσο περιορισμένη ώστε η αποστολή δεν απαιτεί από τον πιλότο να δεί το στόχο με το γυμνό μάτι. Το σύστημα πλοήγησης του αεροσκάφους το φέρνει σε ένα σημείο όπου οι υπέρυθροι αισθητήρες είναι να δουν το στόχο.Η θέα από το παράξενο πιλοτήριο του F-117 είναι τόσο περιορισμένη ώστε η αποστολή δεν απαιτεί από τον πιλότο να δεί το στόχο με το γυμνό μάτι. Το σύστημα πλοήγησης του αεροσκάφους το φέρνει σε ένα σημείο όπου οι υπέρυθροι αισθητήρες είναι να δουν το στόχο.
Στη συνέχεια, ο πιλότος θα βρεί το ακριβές σημείο μέσα στην εικόνα με το κλείδωμα του λέιζερ ως ένδειξη επ 'αυτού. Αλλά και οι πύραυλοι, όπως η κατηγορία JASSM, η οποίοι εισήρθαν σε υπηρεσία το 2003, μπορούν να κάνουν το ίδιο πράγμα, συγκρίνοντας την εικόνα από μια υπέρυθρη κάμερα με μια ψηφιακή εικόνα από την περιοχή-στόχο.
Ούτε το JASSM, ούτε το F-22, θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα F-117 άμεσα, αλλά μείωσαν τον αριθμό των εργασιών που ένα F-117 θα μπορούσε να εκτελέσει. Μέχρι το 2005, η τακτική εκπαίδευση για το F-117 επικεντρώθηκε μόνο σε μια χούφτα αποστολών. Μια αποστολή ήταν εάν ο πύραυλος δεν θα μπορούσε να είναι αξιόπιστος για να διασφαλιστεί ότι ο στόχος χτυπήθηκε, και ήταν κρίσιμο για να βεβαιωθεί ότι ο σωστός στόχος είχε επιτευχθεί.
Το F-117, με την ικανότητά του να απελευθερώσει μία ενός τόνου κεφαλή με ακρίβεια, θα μπορούσε να πλήξει μεγαλύτερους και ισχυρά προστατευόμενους στόχους. Μία από τις αναβαθμίσεις του 1990 αφορούσε τα ηλεκτρονικά συστήματα - η τεσσάρων διαστάσεων πλοήγηση.
Το μέλλον του F-117 επανεξετάστηκε στους πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Για να διατηρήσει τον προϋπολογισμό της και να προστατεύσει άλλα προγράμματα, όπως το F-22, η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία έχει θέσει ως στόχο για την απόσυρση τα μεγαλύτερα αεροσκάφη, όπως το B-52, το U-2 και το F-117. Το 2006, η Πολεμική Αεροπορία ανακοίνωσε ότι το Nighthawk θα συνεχίσει μέχρι το 2008, όπου και τέλειωσε την ενεργή καριέρα του. Συγκρίνοντάς τα μετωπικά, το F-117A και το F-22 δεν μοιάζουν πολύ. Αλλά μία εικόνα ανάποδα, και η σχέση τους είναι ξαφνικά πολύ σαφής.
Ο σχεδιασμός Advanced Tactical Fighter της Lockheed είναι σε πολύ στενή βάση το F-117, ή για την ακρίβεια το δεύτερης γενιάς F-117, θα μπορούσε να έχει καμπύλες στην πτέρυγα και στην επιφάνεια της ουρά, στρογγυλεμένες γωνίες, και νέα, πιο ελαφρύ απορροφητικά υλικά. Με τη σειρά του, το F-35 Lightning II της Lockheed, που προορίζεται να αποτελέσει τη σπονδυλική στήλη των αμερικανικών και των συμμαχικών δυνάμεων για ένα μεγάλο μέρος αυτού του αιώνα, είναι σαφώς ένας ξάδελφος του F-22. Αυτά τα σχέδια αντανακλούν μια φιλοσοφία που παραμένει μοναδική στην Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία: Ότι ένα μαχητικό θα πρέπει να σχεδιαστεί κατά κύριο λόγο γύρω από την φιλοσοφία του stealth.
Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ και οι ευρωπαϊκές αεροπορικές δυνάμεις έχουν επιλέξει διάφορα άλλα μαχητικά, όπως τα Super Hornet της Boeing, Dassault Rafale, και Eurofighter Typhoon, τα οποία χρησιμοποιούν την τεχνολογία stealth για να καταστήσουν τα εχθρικά ραντάρ λιγότερο αποτελεσματικά, αλλά είναι βασικά συμβατικές σχεδιάσεις, με τα όπλα και τα συστήματα ηλεκτρονικών παρεμβολών να βρίσκονται εξωτερικά του αεροσκάφους. Η Dassault περιγράφει το μαχητικό Rafale ως μη αόρατο (furtif), αλλά διακριτικό (discret), χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό χαμηλής παρατηρησιμότητας και χαμηλής πτήσης, για να αποφύγει τον εντοπισμό. Δεν αποτελεί έκπληξη, ότι οι άνθρωποι της Eurofighter και Dassault υποστηρίζουν ότι τα αεροσκάφη τους είναι τόσο ικανά όσο το F-35. Μπορεί να μην είναι αόρατα, αλλά φέρνουν μαζί τους περισσότερα όπλα για την επίθεση και την άμυνα, και εάν χρειαστεί το stealth για ορισμένους στόχους, τα δύο αυτά μαχητικά μεταφέρουν πυραύλους που μπορούν να πλήξουν τους στόχους πριν εισέρθουν τα ίδια στην εμβέλεια της εχθρικής αεράμυνας.
Αλλά η μεγαλύτερη επιρροή του F-117 που ασκείται στο F-35 είναι δογματική. Ο τρόπος που το νέο τζετ χρησιμοποιεί το stealth έχει τις ρίζες του στην εμπειρία του F-117A στον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, τον οποίο οι σχεδιαστές είχαν στο μυαλό τους κατά την κατάρτιση των προδιαγραφών για το πρόγραμμα του Joint Strike Fighter το 1995. Σε αυτή τη σύγκρουση, το F-117A είχε παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο κατά του σοβιετικής προέλευσης ιρακινού συστήματος αεράμυνας, επιτρέποντας τα F-16 και F-15 να λειτουργούν με σχετική ατιμωρησία για το υπόλοιπο των πολεμικών επιχειρήσεων.
Αντιμέτωποι με το έργο της κατασκευής ενός stealth τακτικού αεροσκάφους επίθεσης, που θα κόστιζε λιγότερο από το μεγάλο, ακυρωμένο A-12 Avenger II, οι σχεδιαστές του Πενταγώνου κατέληξαν σε μια ιδέα που ονομάζεται «την πρώτη μέρα stealth»: Για τις πρώτες αποστολές του πολέμου, το JSF θα είναι ένα αεροπλάνο με περιορισμένο φορτίο βομβών, όπως το F-117, αλλά από τη στιγμή που η αεράμυνα του εχθρού καταστραφεί, θα μπορεί να είναι φορτωμένο εξωτερικά με όπλα, όπως τα μεγάλα μαχητικά.
Είναι μια μεγάλη ιδέα αν δουλέψει, αλλά το μάθημα από τη Σερβία ήταν ότι δεν είναι, για δύο λόγους. Η αεράμυνα δεν θέλει σώνει και καλά να θυσιαστεί την πρώτη νύχτα, ελαχιστοποιώντας έτσι τη χρήση του ραντάρ, και κατά την περαιτέρω διάρκεια των επιχειρήσεων, να γίνει περισσότερο επιθετική. Μπορεί επίσης να εγκαταλειφθεί το ρωσικό κεντρικό μοντέλο ελέγχου επικοινωνιών, με τη χρήση τηλεφώνων. Οι μηχανικοί στη Ρωσία εργάζονται εδώ και πολλά χρόνια πάνω στον τομέα του stealth, και της καταπολέμησης του stealth, αναπαράγωντας και μελετώντας την υπογραφή των αμερικανικών μαχητικών stealth, όπως εκμεταλλευόμενοι την τρωτότητα τους σε μεγάλου μήκους κύματος ραντάρ από το 1980.
Σύμφωνα με αυτό, οι νέοι ρωσικοί πύαρυλοι θα μπορούσαν «εύκολα» να ανιχνεύσουν αεροσκάφη stealth. Εδώ και πολύ καιρό έχει διατυπωθεί η θεωρία ότι τα ραντάρ θα μπορούσαν να επωφεληθούν από ένα μια τεχνική, στην οποία το ραντάρ βλέπει τους στόχους λόγω του θορύβου τους. Το πρόβλημα με αυτή την προσέγγιση έως πρότινος, δεν υπήρχε απλά αρκετή υπολογιστική μνήμη. Καθώς αυξάνεται μνήμη του υπολογιστή, αυτή η «παρακολούθηση-πριν-την-ανίχνευση» γίνεται όλο και πιο ιδανική.
Ο τρόπος που το νέο τζετ χρησιμοποιεί το stealth έχει τις ρίζες του στην εμπειρία του F-117A στον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου, τον οποίο οι σχεδιαστές είχαν στο μυαλό τους κατά την κατάρτιση των προδιαγραφών για το πρόγραμμα του Joint Strike Fighter το 1995 (LM) Είναι πάρα πολύ νωρίς για να γραφτεί η νεκρολογία για την τεχνολογία stealth, και κάθε στρατιωτικό αεροσκάφος υπό ανάπτυξη σήμερα θα την ενσωματώνει, σε κάποιο βαθμό. Με αυτόν τον τρόπο, τουλάχιστον, η κληρονομιά του F-117 θα αντέξει, δεδομένου ότι το αεροπλάνο ήταν το πρώτο που έλαβε stealth από το εργαστήριο, και στη συνέχεια βρέθηκε στη μάχη. Το Nighthawk πάλεψε με τον τρόπο που σχεδιάστηκε, ανοίγοντας το δρόμο για τα υπόλοιπα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου