Ετικέτες

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

ΔΗΜΑΡΑΤΟΣ – Ο αμφιλεγόμενος βασιλιάς της Σπάρτης



Για την ιστορία ή τουλάχιστον για την ιστοριογραφία, ο Δημάρατος είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, όπως εξάλλου και ο Θεμιστοκλής και ο Αλκιβιάδης. Και οι τρεις ήταν πατριώτες· ποια όμως θεωρούσαν πατρίδα τους; Επίσημα και οι τρεις πρόδωσαν τις πόλεις στις οποίες γεννήθηκαν. Ο Αλκιβιάδης κατέφυγε αρχικά στη Σπάρτη και στη συνέχεια στην Περσία – όπου στρεφόμενος εναντίον των συμφερόντων της πόλης του, συμβούλευε έναν Πέρση σατράπη. Η προδοσία του Θεμιστοκλή ήταν περισσότερο απροκάλυπτη. Ο ιθύνων νους της νίκης των Ελλήνων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.χ, η οποία άνοιξε το δρόμο για τις αποφασιστικές νίκες σε βάρος των Περσών στη μάχη των Πλαταιών και στην ναυμαχία της Μυκάλης το 479 π.Χ, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κύριος αντίπαλος και εχθρός της Αθήνας δεν ήταν η Περσία αλλά η Σπάρτη. Αναμφίβολα, είχε απόλυτο δίκιο από μια άποψη. Αυτή η έκδηλη έλλειψη αντιπερσικού ζήλου είχε ως συνέπεια να χάσει την επιρροή του, καθώς η Αθήνα ίδρυσε μια αντιπερσική ναυτική συμμαχία που πολέμησε με επιτυχία τους Πέρσες. Το 470 π.Χ. περίπου, ο Θεμιστοκλής εξορίστηκε για δέκα χρόνια μέσω μιας επίσημης διαδικασίας που ονομαζόταν εξοστρακισμός. Επαυξάνοντας τα λάθη του ή τις αμαρτίες του, κατέφυγε στην Αυλή του Μεγάλου Βασιλιά της Περσίας και τελικά πέθανε στη Μαγνησία (την πατρίδα του γλύπτη Βαθυκλή), η οποία ανήκε στην περσική αυτοκρατορία.
Ομοίως και ο Δημάρατος εκδιώχτηκε από την πόλη του, αν και φυσικά αυτό δε συνέβη με δημοκρατικό τρόπο, καθώς η Σπάρτη δεν είχε και ποτέ δεν απέκτησε ένα δημοκρατικό καθεστώς ανάλογο με αυτό της Αθήνας. Και αυτός επίσης, όπως ο Θεμιστοκλής, έδρασε σε μια καθοριστική περίοδο της ελληνοπερσικής σύγκρουσης. Αντίθετα όμως με το Θεμιστοκλή, ο Δημάρατος δεν εξορίστηκε επίσημα από τη Σπάρτη, αλλά επέλεξε εκούσια να αυτοεξοριστεί. Κατά μία έννοια λοιπόν, το γεγονός αυτό μετέτρεψε σε μι στυγερή προδοσία την απόφασή του να μηδίσει, δηλαδή να καταφύγει στην Περσία και να γίνει ένα σημαντικό μέλος της Αυλής του Ξέρξη, του Μεγάλου Βασιλιά της Περσίας. Ωστόσο, παρά την αταλάντευτη προσήλωσή του στην προσπάθεια να αποδείξει ότι ο αγώνας των Ελλήνων εναντίον των Περσών ήταν δίκαιος, ο Ηρόδοτος είναι επιεικής στην κριτική του σε βάρος του Δημάρατου. Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τη στάση του αυτή και είναι οι ακριβώς αντίθετοι λόγοι για τους οποίους η αποτίμησή του για το συμβασιλέα του Δημάρατου, τον Κλεομένη τον Α΄ είναι σε τελική ανάλυση επικριτική. Ωστόσο,  εξακολουθεί να παραμένει το ερώτημα για ποιο λόγο ο Ηρόδοτος δικαιολογεί έναν προδότη του αγώνα των Ελλήνων, όπως ήταν ο Δημάρατος, ενώ είναι τόσο καυστικός με το Θεμιστοκλή.
Πιστεύω ότι αυτή η ευνοϊκή στάση του οφείλεται σε δύο λόγους. Πρώτον, είναι πολύ πιθανό ότι ανάμεσα στους σημαντικούς πληροφοριοδότες του Ηροδότου συγκαταλέγονταν και απευθείας απόγονοι του Δημάρατου που ζούσαν  στην Τρωάδα (κοντά στα στενά του Ελλησπόντου). Εξακολουθούσαν να ζουν σε αυτή την περιοχή μέχρι την εποχή του Ξενοφώντα, και μάλιστα δύο από αυτούς έφεραν αντίστοιχα τα καθαρά σπαρτιατικά ονόματα Ευρυσθένης και Προκλής (όπως εικάζεται ότι ήταν τα ονόματα των ιδρυτών των δύο βασιλικών οίκων της Σπάρτης)! Δεύτερον, παράλληλα με την προσπάθειά του να δείξει ότι ο αγώνας των Ελλήνων εναντίον των Περσών ήταν δίκαιος, ο Ηρόδοτος δίνει σε μερικές περιπτώσεις ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στη διαμόρφωση μιας πανελλήνιας κοινής πολιτικής, που θα είχε ως στόχο τη συμφιλίωση ανάμεσα στη Σπάρτη και την Αθήνα, ή τουλάχιστον θα απέβλεπε να κάνει τις δύο πόλεις να συνειδητοποιήσουν ότι η μια χρειάζονταν την άλλη περισσότερο απ’ όσο πίστευαν, αλλά και ότι η μια όφειλε στην άλλη περισσότερα από όσα ήθελαν να θυμούνται. Επομένως, ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί συνειδητά το Δημάρατο ως ένα πρόσωπο που προωθεί την ιδέα μιας πανελλήνιας κοινής πολιτικής, καθώς τον παρουσιάζει να προειδοποιεί τον Ξέρξη, το Μεγάλο Βασιλιά της Περσίας, για το πόσο σημαντική θα ήταν η συνεισφορά των Σπαρτιατών στον αγώνα των Ελλήνων, αλλά και να του επισημάνει ότι η Σπάρτη αποτελούσε ένα χαρακτηριστικό πρότυπο του πολιτισμού και της κουλτούρας της Ελλάδας.
Ας επανέλθουμε όμως από την αντιπαράθεση Ελλάδας-Περσίας στη ζωή του Δημάρατου. Για να μπορέσουμε να μάθουμε περισσότερα για την αμφισβητούμενη γέννησή του, θα πρέπει να ξεκινήσουμε την αναζήτησή μας το 491 ή 490 π. Χ., το έτος που εκθρονίστηκε από το θρόνο των Ευρυπωντιδών με τη δικαιολογία ότι ήταν νόθος – μια δικαιολογία που επιβεβαίωσε ένα χρησμός του μαντείου των Δελφών, που εικάζεται ότι δωροδοκήθηκε από το συμβασιλέα του Κλεομένη Α’. Λίγο μετά την εκθρόνιση του Δημάρατου, ο διάδοχός του Λεωτυχίδας Β’ τον πρόσβαλε ρωτώντας τον, μέσω ενός υπηρέτη, πως αισθανόταν που, έχοντας διατελέσει βασιλιάς, ήταν πλέον ένας απλός αξιωματούχος ( ο οποίος είχε ως καθήκον του να συμβάλλει στην ετήσια οργάνωση της ετήσια γιορτής των Γυμνοπαιδιών). Το γεγονός αυτό είχε πιθανώς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, να πείσει τον Δημάρατο να αυτοεξοριστεί. Πριν όμως εγκαταλείψει για πάντα τη Σπάρτη, λέγεται ότι είχε μια συνομιλία με τη μητέρα του. Σε ένα αξιοσημείωτο χωρίο του Δ’ Βιβλίου των Ιστοριών του Ηροδότου, ο Δημάρατος παρουσιάζεται να της ζητάει να της πει την αλήθεια για τη σύλληψη και τη γέννησή του.
Καθοριστικός παράγοντας για τις συμφορές του Δημάρατου ήταν το γεγονός ότι ο πατέρας του τον είχε αποκηρύξει, με τη δικαιολογία ότι γεννήθηκε εφτά μήνες αφότου είχε παντρευτεί και είχε κοιμηθεί με τη μητέρα του και, επομένως, δεν ήταν δυνατόν να είναι γιος του. Η μητέρα του Δημάρατου ήταν η πανέμορφη γυναίκα που στην παιδική της ηλικία ήταν άσχημα, αλλά, όπως λέγεται, την είχε κάνει όμορφη η Ελένη, και την είχε κλέψει από το σύζυγό της ο βασιλιάς Αρίστωνας, που ήταν ο καλύτερός του φίλος. Το όνομα της μητέρας δε μνημονεύεται, όπως εξάλλου συνήθιζαν να κάνουν οι αρχαίοι Έλληνες όταν αναφέρονταν σε γυναικεία ζητήματα, καθώς θεωρούσαν ένδειξη σεβασμού να μην αναφέρουν το όνομα μιας αξιοσέβαστης γυναίκας μπροστά σε μη συγγενείς. Φυσικά, οι γυναίκες που είχαν παντρευτεί βασιλιάδες αποτελούσαν εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα, αλλά και, γενικότερα, οι γυναίκες της Σπάρτης θεωρούνταν συχνά ένα ς θεμιτός στόχος από τους αντισπαρτιάτες συγγραφείς.
Ωστόσο, ο Ηρόδοτος δεν αντιμετωπίζει εχθρικά τη μητέρα του Δημάρατου. Αντίθετα, περιγράφοντας την εκτενή συζήτησή της με το Δημάρατο, η εικόνα που μας δίνει γι’ αυτήν είναι καλοπροαίρετη και θετική. Έχοντας ορκιστεί να του πει την αλήθεια και κρατώντας τα σπλάχνα του θυσιασμένου ζώου για να υπενθυμίζει στον εαυτό της ότι έχει ορκιστεί, αποκαλύπτει στο Δημάρατο το μυστικό της γέννησής του. Του λέει ότι τον συνέλαβε την Τρίτη (ένας ευοίωνος αριθμός) νύχτα μετά το γάμο της με τον Αρίστωνα, ωστόσο δε γνώριζε με απόλυτη βεβαιότητα αν ο πατέρας του ήταν ο Αρίστωνας, καθώς την ίδια νύχτα την είχε επισκεφτεί ένα υπερφυσικό ον που στη συνέχεια αποδείχτηκε ότι ήταν ο τοπικός ήρωας Αστράβακος (προς τιμή του οποίου υπήρχε ένας βωμός στην αυλή του σπιτιού). Άρα ο Δημάρατος ήταν γιος είτε του Αρίστωνα είτε του Αστράβακου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου