Ἡ κατάρα τοῦ Πατροκοσμᾶ
Σεπτεμβρίου 17, 2011 — ΛουκάςΤήν Ἑλλάδα πάντα ἔσωζαν οι ἱππότες τῆς αὐταπαρνήσεως. Μέ τή δική τους θυσία ἔσβηναν τό ἄγος τῆς προδοσίας. Ἔτσι θά γίνει καί τώρα.
Κατά τήν τελευταία ἐπίσκεψή μου στήν Πρέβεζα, εἶχα τήν εὐκαιρία νά συναντηθῶ μέ ἕναν παλαιό γνώριμο πολύ στοχαστικό. Εἴπαμε πολλά καί γιά τά παλιά καί γιά τά τωρινά. Ὁ συνομιλητής μου δέν εἶχε κανένα δισταγμό νά μέ προειδοποιήσει ὅτι ἐπίκειται καταστροφή σάν αὐτή πού ἔχει μείνει γνωστή στήν ἱστορία μέ τήν ὀνομασία «Χαλασμός τῆς Πρέβεζας».
Πρόκειται γιά ἕνα γεγονός πού συνέβη τό 1798. Τήν πόλη τότε κατεῖχαν οἱ Γάλλοι τοῦ Βοναπάρτη. Στό χῶρο τῆς ἀρχαίας Νικοπόλεως (6 χλμ. ἔξω ἀπό τήν Πρέβεζα) εἶχαν φτιάξει ὀχυρώματα. Ὁ Ἀλῆς τούς ἐπιτέθηκε μέ χιλιάδες Ἀλβανούς. Στό πλευρό του εἶχε καί Ἕλληνες ὁπλαρχηγούς. Ἡ ἄμυνα τῆς Νικοπόλεως ἔσπασε καί ὁ Γάλλος στρατηγός Ντέ λά Σαλσέτ γιά νά σώσει τούς ἐπιζήσαντες στρατιῶτες του καί τήν πόλη ἀπό τόν ἀφανισμό, παραδόθηκε κατόπιν συμφωνίας στόν Ἀλῆ.
Ἀλλ᾽ ὁ δόλιος Τεπελενλῆς διέταξε τόν σφαγιασμό τῶν τραυματισμένων στρατιωτῶν, ἔβαλε τά κεφάλια τους σέ σακκιά καί ὑποχρέωσε τούς λοιπούς Γάλλους καί τόν Ντέ λά Σαλσέτ μαζί νά τά μεταφέρουν στήν πλάτη ὥς τήν Κωνσταντινούπολη.
Έπί δύο ἡμέρες ἡ πόλη λεηλατήθηκε. Ἔντρομοι οἱ Πρεβεζάνοι μέ κάθε πλωτό μέσο, ἀκόμη καί κολυμπώντας, ἔφθασαν στό ἀπέναντι Ἄκτιο. Ὁ Ἀλῆς γιά νά τούς ἐξοντώσει ἔστειλε τόν Δεσπότη Ἄρτας Ἰγνάτιο νά τούς καλέσει πίσω, ὑποσχόμενος ἀσφάλεια μέ ὅρκο. Ἔβαλε μάλιστα τό χέρι του πάνω στό Κοράνι. Ἀλλ᾽ ὁ Ἀλῆς ἦταν «μπεκτασής» καί λίγη σημασία ἔδινε στούς θρησκευτικούς ὅρκους. Ὁ Ἰγνάτιος πῆγε στήν ἀπέναντι ἀκτή κι ἔπεισε τούς Πρεβεζάνους νά ἐπιστρέψουν στήν πόλη τους. Μπῆκαν στά πλεούμενα τοῦ Ἀλῆ, ἀλλά αὐτά μέ μυστική διαταγή ἔπλευσαν πρός τή Σαλαώρα, ὅπου τούς περίμενε ἀλβανικός στρατός. Ὁ δήμιος ἄρχισε τόν ἀποκεφαλισμό τῶν ἀρχηγῶν ὅλων τῶν πρεβεζάνικων οἰκογενειῶν. Ἀπό τήν κούραση πέθανε κι αὐτός!
«Κι ὅλα αὐτά εἶναι τό τίμημα τῆς ἁμαρτίας», μοῦ εἶπε ὁ παλαιός γνώριμος στοχαστικά. «Προδώσαμε τόν Πατροκοσμᾶ». Ὑπάρχει κάτι θλιβερό καί στήν περίπτωση αὐτή. Περί τά μέσα τοῦ 18ου αἰ. τό Πατριαρχεῖο, βλέποντας πώς ὁ Χριστιανισμός ὑποχωρεῖ σέ διάφορες περιοχές τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἔστειλε σ᾽ αὐτές δυναμικούς ἱεροκήρυκες, τούς λεγόμενους «ἑξαρίθμους» γιά νά στερεώσουν τή χριστιανική πίστη. Ἕνας ἀπό αὐτούς, ὁ Ναούμ στάλθηκε στή Σερβία, ὅπου καί μαρτύρησε. Ἕνας ἄλλος, ὁ Δανιήλ, δίδαξε στήν Ἑρζεγοβίνη, ἐνῶ ὁ μοναχός Κοσμᾶς στάλθηκε στήν κυρίως Ἑλλάδα. Οἱ Βενετοί τόν ἔδιωξαν ἀπό τή Λευκάδα καί ὁ Κοσμᾶς τότε, περί τό 1745-1750, ἔφθασε στήν Πρέβεζα πού ἦταν κι αὐτή βενετική κτίση.
Ἄρχισε κι ἐδώ τό ἐμπνευστικό καί ἐμπρηστικό του κήρυγμα. Καταφύγιο καί διδακτήριο εἶχε τήν οἰκία τοῦ εὔπορου ἀλλά εὔφορου σέ πατριωτισμό Χρήστου Μαμμάτη, τόν ὁποῖο εἶχε μυήσει στά σχέδιά του. Ἡ οἰκία Μαμμάτη βρισκόταν στήν πλατεία τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Σέ αὐτή, ὡς ἀκροατές, συνέρρεαν καί κάποιοι πληροφοριοδότες τῶν Βενετῶν. Κι αὐτοί μετέφεραν στίς βενετικές ἀρχές τά ὅσα ἐρεθιστικά ἔλεγε γιά τό «μελλούμενο» ὁ «Πατροκοσμᾶς», ὅπως τόν ἔλεγε ὁ λαός.
Ὁ Βενετός «πρεβεδοῦρος» (= προβλεπτής) διέταξε τόν Κοσμᾶ νά ἀπέλθει παρευθύς. Ὁ Κοσμᾶς ἐγκατέλειψε τήν Πρέβεζα ἀκολουθούμενος ἀπό πλήθη κόσμου. Στά ἐρείπια τῆς ἀρχαίας Νικοπόλεως ἔκανε τό τελευταῖο του κήρυγμα. Κατά τήν παράδοση, πού διατηρεῖται ἔντονα στήν ψυχή τοῦ λαοῦ, ὁ Κοσμᾶς ἔβγαλε τά σανδάλιά του, τά τίναξε καί καταράστηκε τούς προδότες. Διότι αὐτοί παντοῦ καί πάντα φέρνουν τή συμφορά. Μέχρι σήμερα λέγεται ἡ φράση: «Ἡ κατάρα τοῦ Πατροκοσμᾶ». Οἱ εὐλαβεῖς Πρεβεζάνοι, ὅσους γνώρισα παλιά, εἶχαν τόσο σέβας πρός τόν Πατροκοσμᾶ, πού ἔλεγαν: «Ἔτσι τό εἶπε ὁ Πατροκοσμᾶς».
Ἀπό χείλη γερόντων εἶχα πληροφορηθεῖ ὅτι στή διάρκεια τῆς παραμονῆς του στήν Πρέβεζα, οἱ γυναῖκες τοῦ ἔδιναν ροῦχα δικά τους, νά τά φορέσει κι ἔτσι τά ροῦχα νά ἁγιάσουν. Ἕνας τέτοιος ἁγιασμένος χιτώνας φυλασσόταν (δέν ξέρω ἄν διατηρεῖται ἀκόμη) στό ναό τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου. Στίς 25 Αὐγούστου ὅπου ἡ ἐκκλησία μας τιμᾶ τή μνήμη τοῦ Πατροκοσμᾶ, ὁ χιτώνας ἐξετίθετο σέ προσκύνηση.
Ὁ συνομιλητής μου, ἀναφερόμενος σέ ὅλα αὐτά, μοῦ εἶπε ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἔκαναν παλιά κι αὐτοί λάθη πολλά. Ἤξεραν ὅμως νά μετανοοῦν καί ὅπου χρειαζόταν νά ὁμονοοῦν. Ἐμεῖς κατά τά τελευταῖα χρόνια ἁμαρτήσαμε βαριά εἰς βάρος τῆς χώρας μας, εἰς βάρος τῆς γλώσσας, εἰς βάρος τῆς θρησκείας μας. Εἴμαστε ὅμως ἀμετανόητοι καί γι᾽ αὐτό ἀκατανόητοι. Ὡς Δαμόκλειος σπάθη κρέμεται πάνω ἀπό τήν κεφαλή μας ἡ κατάρα τοῦ Πατροκοσμᾶ. Προδώσαμε τόν ἑαυτό μας· προδώσαμε ὅσια καί ἱερά.
Προσωπικά δέν συμμερίζομαι αὐτήν τήν ἀπαισιοδοξία. Πάντα, ἀπό τήν ἀρχαία ἐποχή, τό φυτό τῆς προδοσίας εἶχε πλούσια καρποφορία. Ἀλλά πάντα τήν Ἑλλάδα ἔσωζαν κάποιοι ἱππότες τῆς αὐταπαρνήσεως. Μέ τή δική τους θυσία ἔσβηναν τό ἄγος τῆς προδοσίας. Ἔτσι θά γίνει καί τώρα.
Πηγή: Εστία
Ημερομηνία: 24/06/201
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου