Aριστοφάνης εναντίον Σωκράτη – Μια παρεξηγημένη επίθεση
Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης
«Αριστοφάνης: Λόγια, λόγια, λόγια! Σας βαρέθηκα πια εσάς τους φιλοσόφους
Σωκράτης: Καλύτερα τα λόγια απ’ τα φούμαρα που πουλάτε εσείς οι κωμωδιογράφοι»
Αποστολίδης & Ακοκαλίδης, Νεφέλες (σε κόμικ)
Σαν συντηρητικός που ήταν, ο Αριστοφάνης έβλεπε με κακό μάτι την
εισβολή των πνευματικών ανθρώπων από τις ελληνικές αποικίες που
ακολούθησε την ναυτική συμμαχία υπό την ηγεμονία της Αθήνας. Το
ανανεωτικό κίνημα των καλλιτεχνών, ποιητών και σοφιστών* που απειλούσε
τις παραδοσιακές αθηναϊκές αξίες βρήκε τόσους αντιπάλους όσοι ήταν και
οι θιασώτες του. Ο Σωκράτης βρέθηκε κάπου ενδιάμεσα, αφού στα έργα του
Ξενοφώντα και του Πλάτωνα τον βλέπουμε να εναντιώνεται στους σοφιστές,
αλλά και να αμφισβητεί τις αρετές των συμπολιτών του, εισάγοντας νέες,
αντιδιαισθητικές, αξίες (τα λεγόμενα σωκρατικά παράδοξα). Στα μάτια όμως
του μέσου Αθηναίου η διαφορά μεταξύ του Σωκράτη και των σοφιστών δεν
πρέπει να ήταν καθόλου προφανής, με τον Αριστοφάνη να δυσκολεύεται
πραγματικά να διακρίνει τη διδασκαλία του από την ανήθικη σοφιστική.
Ο Σωκράτης ήταν το κατάλληλο θύμα για την ενσάρκωση όλων των
ανησυχιών του Αριστοφάνη. Εν μέσω του Πελοποννησιακού Πολέμου,
ανησυχούσε για την παρακμή των παραδοσιακών αξιών και την υποβάθμιση των
ηθικών κριτηρίων των πολιτών. Κάθε φορά που κάποιος επιφανής σοφιστής
εμφανιζόταν στην Αθήνα, ο Σωκράτης έσπευδε να τον συναντήσει, ενώ άλλοτε
συγκέντρωνε νέους και τους έβαζε να μιλούν για τα πάντα, αμφισβητώντας
κάθε τι που ήξεραν. Το ότι ήταν Αθηναίος ο ίδιος, σίγουρα έκανε πιο
καχύποπτο τον Αριστοφάνη, αφού έτσι δεν συμβόλιζε μόνο την βαρβαρική
επίθεση, αλλά και την προδοτική παράδοση εκ των έσω. Οι κατηγορίες που
απόδωσε στον Σωκράτη στο έργο του ήταν αυτές του σοφιστή που μαθαίνει
κάποιον να πείθει κάνοντας το κακό να μοιάζει με καλό, του άθεου φυσικού
φιλοσόφου που προσπαθώντας να λύσει τα αινίγματα της φύσης αμφισβητούσε
τους θεούς, και του ασκητικού ηθικοδιδάσκαλου που από την αδιαφορία του
για τα υλικά αγαθά περιφερόταν πειναλέος και βρώμικος.
Στις Νεφέλες** του, ο Αριστοφάνης επιτίθεται σε αυτό ακριβώς το (εν
πολλοίς, «ξενόφερτο») νεωτεριστικό πνευματικό κίνημα. Οι καινούργιοι
«φροντιστές» με τις καινούργιες διδασκαλίες τους προσφέρουν την
ικανότητα στους νέους να αντικρούουν αποτελεσματικά το δίκιο,
μαθαίνοντάς τους τον «άδικο λόγο». Ο έμπορος Στρεψιάδης έχοντας πνιγεί
στα χρέη, καταφεύγει σαν τελευταία λύση στη σχολή («φροντιστήριον») που
ίδρυσε ο Σωκράτης, για να του μάθει πώς να ακυρώσει τα δάνεια που δεν
μπορεί να πληρώσει, μόνο με τη χρήση των λόγων του. Πιστεύει πως η σχολή
του Σωκράτη θα τον κάνει άξιο στον λόγο και ικανό να νικάει είτε έχει
δίκιο είτε όχι.
Ο Σωκράτης όμως εμφανίζεται λίγο πιο απαιτητικός από ό,τι περίμενε,
επιμένοντας να του μάθει αρχικά ένα σωρό πράματα, από το σωστό γένος
κάθε λέξης μέχρι το πώς εξηγούνται φυσικά φαινόμενα όπως η αστραπή και η
βροντή. Ο ανόητος έμπορος δεν μπορεί να ανταπεξέρθει («ευθύς ξεχνάς
ό,τι κι αν μάθεις…Να πας στο διάβολο, λησμονιάρη και άξεστε
γερο-μπουμπούνα»780-790), και στέλνει τον γιο του Φειδιππίδη
που είναι «φύσει έξυπνος». Αυτός σίγουρα θα τα καταφέρει και θα σώσει
τον οίκο του από τα χρέη.
Ο Άδικος Λόγος και ο Δίκαιος Λόγος προσωποποιημένοι προσπαθούν ο
καθένας να πείσει τον Φειδιππίδη να επιλέξει από ποιον θα διδαχτεί τον
τρόπο αντιμετώπισης των δανειστών890-1110***. Για να πάρει
τον Φειδιππίδη με το μέρος του, ο Άδικος Λόγος υποστηρίζει ότι θα του
μάθει «νέες ιδέες» και πώς να αναστρέφει το δίκιο. Εξ άλλου «το δίκιο
δεν υπάρχει»902 αφού, όπως υποστήριζε ο σοφιστής Πρωταγόρας,
ό,τι πιστεύει κάποιος είναι και αλήθεια. Και τι καλύτερο υπάρχει από το
να λες τα αντίθετα από τους νόμους, «να υποστηρίζεις το άδικο, και όμως
να κερδίζεις»1042; «Είδες εσύ ποτέ κανέναν να προκόβει με την ηθική;»1062
Η ηθική θα του αποστερήσει όλες τις ηδονές. Μαζί του όμως θα μπορεί να
γελάει, να πηδάει, να τρώει και να διασκεδάζει χωρίς ντροπή. Αν τον
πιάσουν με παντρεμένη θα του μάθει να αποδεικνύει ότι δεν είναι αδικία,
αφού κι ο Δίας τέτοια έκανε -πώς λοιπόν να φανεί δυνατότερος από τον Δία
ένας θνητός; (Η ανυπαρξία του Δία που κήρυττε ο Άδικος Λόγος αγνοείται
στην περίπτωση που τον συμφέρει). «Γιατί να ζεις, αν’ όλα αυτά τα
χάσεις;»1074
Η ρητορική εδώ παρουσιάζεται με το πιο χυδαίο της πρόσωπο,
προσφέροντας τα πιο κοινά οφέλη που θα προσελκύσουν έναν νέο,
προτείνοντας τη χρήση του λόγου όχι για να υπερασπίζεται την αλήθεια
αλλά μόνο για το ατομικό του συμφέρον. Είναι η ανήθικη ρητορική, που
αρνείται τους θεούς και παριστάνει ότι μπορεί να εξηγήσει τη φύση, που
δίνει τη δύναμη στον μυημένο να ελιχθεί στον δημόσιο βίο και να
ανελιχτεί σε αξιώματα που ανήκουν δικαιωματικά σε άλλους.
Η απάντηση του Δίκαιου Λόγου ακούγεται παρωχημένη απέναντι στα
θέλγητρα του Άδικου. Ο Δίκαιος παρουσιάζεται θιασώτης της παλιάς,
δοκιμασμένης παιδαγωγίας που προσφέρει μια ολοκληρωμένη, και προφανώς
ηθική, διδασκαλία. Αν ο Φειδιππίδης διαλέξει αυτόν, θα μάθει
κιθαριστική, χορούς και τραγούδια (η μουσική ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με
την παιδαγωγία), θα φέρεται με κοσμιότητα και θα γυμναστεί με τη
βοήθεια παιδοτρίβη ώστε να «λάμπει ανθηρός στα γυμναστήρια μέσα»1002.
Η δικιά του διδασκαλία ανέθρεψε Μαραθωνομάχους –γιατί να μην αρκέσει
για τον Φειδιππίδη; Κατηγορεί τον Άδικο Λόγο για αναίδεια, ότι κάνει
κακό στα παιδιά, ότι προωθεί τον αθεϊσμό.
Όπως ήταν μάλλον επόμενο, ο Φειδιππίδης πείθεται από τον Άδικο Λόγο.
Εκεί που ο Στρεψιάδης όμως ελπίζει να σωθεί από τους δανειστές του, ο
γιος του τον δέρνει, γιατί τόλμησε να μην παραδεχτεί τον Ευριπίδη για
σοφό (ο Αριστοφάνης εκτός από τον Σωκράτη τα είχε και με τον Ευριπίδη –
στους Βάτραχους επιτίθεται κατά της μοντέρνας ποίησης). Το να δέρνει
όμως κανείς τον πατέρα του θεωρείται σοβαρό αδίκημα στην αρχαία Αθήνα,
που τιμωρείται με στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, και ο Στρεψιάδης
παραπονιέται και απειλεί. Ο Φειδιππίδης λοιπόν κάνει άμεσα επίδειξη των
καινούργιων ρητορικών του δυνατοτήτων. Όπως όταν ο ίδιος ήταν μικρός, ο
Στρεψιάδης τον έδερνε για το καλό του, («γιατί σ’ αγαπούσα και
νοιαζόμουνα»1409) έτσι κι ο γιος τώρα δέρνει τον πατέρα για
το δικό του καλό˙ είναι μάλιστα πιο φυσικό να δέρνεις τους γέροντες παρά
τους νέους αφού είναι ασυγχώρητο οι γέροι να κάνουν σφάλματα. Ενώ
λοιπόν ο Στρεψιάδης έστειλε τον γιο του να μάθει να παρακάμπτει τους
νόμους για να τον γλιτώσει τα δάνειά του, ο γιος του χρησιμοποίησε τις
νέες του ικανότητες για να τον χτυπήσει ατιμωρητί, και δεν τον γλίτωσε
κι από τα δάνεια.
Ο Αριστοφάνης προειδοποιεί τους Αθηναίους να μην εμπιστευτούν τα
παιδιά τους στους σοφιστές, όσο ελκυστική και να φαίνεται η διδασκαλία
τους, όσο κι αν υπόσχονται μεγάλα κέρδη και αξιώματα σε αυτούς που θα
διδάξουν. Η ικανότητα να πείσουν για το άδικο θα γυρίσει εναντίον τους,
οι ασέβειες των νεωτερισμών τους θα συμπαρασύρει τον σεβασμό στους
γονείς και οι ενασχολήσεις με την εξήγηση της φύσης κρύβουν την
βλασφημία ενάντια στους θεούς της πόλης.
Οι μαθητές του Σωκράτη δεν είναι οι πολλά υποσχόμενοι φιλόσοφοι που
φαντάζονται οι θιασώτες των νεόφερτων «σοφών». Είναι ψευτοφιλόσοφοι, την
προσοχή των οποίων μπορείς να αποσπάσεις με ένα χτύπημα στην εξώπορτα
της σχολής. Ο ίδιος ο Σωκράτης είναι τόσο αργόσχολος που ασχολείται,
κυριολεκτικά, με του ψύλλου το πήδημα, αλείφοντας κερί στα πόδια ψύλλου
για να αφήσει ίχνη και να μετρήσει πόσο μακριά φτάνει το άλμα του. Όταν ο
Χαιρεφώντας τον ρώτησε αν τα κουνούπια σφυρίζουν από το στόμα ή το
κωλάντερο, ο Σωκράτης σκαρφίστηκε πως το έντερο είναι λεπτό ενώ «ο
κώλος, σαν κοίλος μπροστά στο στενό ηχεί από τη δύναμη του αέρα»161-163.
Μόνο ανόητοι σαν τον Στρεψιάδη εντυπωσιάζονται με τις ικανότητές του,
που πίστεψε πως σίγουρα θα γλίτωνε κανείς την καταδίκη αν ήξερε ακόμα
και για το κωλάντερο του κουνουπιού -«Ω! τρισευτυχισμένε ερευνητή του
κώλου»166. Οι μαθητές του λούζονται από τον Αριστοφάνη με
πλήθος χαρακτηρισμών: πονηροί, ψωροπερήφανοι, κιτρινιάρηδες και
ξυπόλητοι, ενώ και στις Όρνιθές του περιγράφει με περιφρονητικό ύφος
κάποιους ενοχλητικούς τύπους: «άφηναν μακριά μαλλιά, δεν πλένονταν,
έκαναν δίαιτα, σωκρατοφέρονταν»1282-1283.
Ο Σωκράτης του Αριστοφάνη, που «αεροβατεί και εξετάζει τον ήλιο»25,
είναι αγνώριστος. Όπως τον ξέρουμε από τον Ξενοφώντα και, κυρίως, από
τον Πλάτωνα, η ενασχόλησή του με τη φυσική φιλοσοφία, ο αθεϊσμός του, ο
αυτοπροσδιορισμός του ως δάσκαλος, το να έχει σχολή και να πληρώνεται
είναι πράγματα που μας ξενίζουν. Ο Αριστοφάνης τον δείχνει να ασχολείται
με αστρονομία, γεωμετρία, αριθμητική, γεωγραφία και δικηγορική, ενώ από
αλλού τον ξέρουμε αποκλειστικά ως ηθικό φιλόσοφο. Και ενώ οι
θρησκευτικές του πεποιθήσεις ήταν όντως καινοτόμες, δεν μπορούμε να
φανταστούμε τον πλατωνικό Σωκράτη να λέει: «Βρε ποιος Δίας; Μη λες
φούμαρα. Δεν υπάρχει Δίας»65. Η ιδιαιτερότητα του
θρησκευτικού αισθήματος του Σωκράτη δεν είχε φτάσει στο σημείο να
αρνείται την ύπαρξη θεών. Το μόνο ιστορικό γεγονός που μπορούμε να
συνάγουμε από τις Νεφέλες είναι ότι ο Σωκράτης πρέπει να έγινε γρήγορα
διάσημος, αφού το 423π.Χ. που ανέβηκε στο θέατρο το έργο, ήταν 47
χρόνων.
Ο Σωκράτης του Αριστοφάνη μοιάζει τόσο στον φυσικό φιλόσοφο
Αναξαγόρα, ο οποίος αναζητούσε τις αρχές που συνθέτουν τη φύση του
σύμπαντος****, όσο και στον Πρωταγόρα, διακεκριμένο πρωταγωνιστή της
σοφιστικής διδασκαλίας, ο οποίος θα υποστεί, δώδεκα χρόνια αργότερα, το
411, μία καταδίκη για ασέβεια ή αθεϊσμό. Ο Σωκράτης είναι ένα πρόσωπο
εκατό τοις εκατό επιβαρυμένο με τον εκνευρισμό του ποιητή που στρέφεται
ενάντια σε κάθε καινοτομία, η οποία αυτομάτως εξομοιώνεται με το ριζικό
κακό.
Ο Σωκράτης στην Απολογία εντοπίζει την πραγματική αιτία των
κατηγοριών εναντίον του στην κακή του φήμη και τις συκοφαντίες εναντίον
του. Δεν τον είχε διακωμωδήσει μόνο ο Αριστοφάνης αλλά και ο Καλλίας, ο
Αμειψίας, ο Εύπολις και ο Τηλεκλείδης, σε κείμενα που σήμερα είναι
χαμένα*****. Κατονόμασε όμως τον Αριστοφάνη συγκεκριμένα στο δικαστήριο.
Είναι όντως ανησυχητικό το γεγονός ότι και οι τρεις κατηγορίες
ενυπάρχουν στιςΝεφέλες, με τον εικονιζόμενο Σωκράτη να διαφθείρει τους
νέους και να κάνει βλάσφημες και αθεϊστικές δηλώσεις. Είναι όμως
αξιόλογο και να παρατηρήσουμε ότι στο πλατωνικό Συμπόσιο, που
διαδραματίζεται μετά την παράσταση των Νεφελών, Αριστοφάνης και Σωκράτης
βρίσκονται να συνομιλούν σε φιλικό πνεύμα.
Σύμφωνα με ανεκδοτολογική αφήγηση του Πλούταρχου, όταν ρώτησαν τον
Σωκράτη αν είχε θυμώσει με την εικόνα του στις Νεφέλες απάντησε: «Για
όνομα του θεού όχι. Με κορόιδεψε στο θέατρο σαν σε μια μεγάλη φιλική
συγκέντρωση». Ο Διογένης Λαέρτιος τον εμφανίζει να υποστηρίζει ότι
πρέπει να παραδίδεται κανείς στην κωμωδία, γιατί αν αυτή υποδεικνύει
πραγματικά λάθη μας, θα συμβάλλει στη βελτίωσή μας. Αν όχι, δεν μας
αφορά. Σύμφωνα με τον Στοβαίο μάλιστα, μετά την παράσταση συνάντησε τον
Αριστοφάνη και τον ρώτησε ήρεμα αν θέλει να τον χρησιμοποιήσει για άλλο
παρόμοιο ρόλο. Υπάρχει και μια αφήγηση με τον Σωκράτη να είναι παρών σε
παράσταση του έργου, όπου σηκώθηκε από τη θέση του και έμεινε όρθιος σε
όλη τη διάρκεια της παράστασης, για να τον δουν όλοι και να συγκρίνουν
την ομοιότητα στην εμφάνισή του και στην ασχήμια της μάσκας του ηθοποιού
(Αιλιανός – Varia Historia*****). Η αλήθεια είναι ότι το 423 κανένας
δεν σκεφτόταν να μηνύσει τον Σωκράτη. Μετά τον θάνατό του, οι Αθηναίοι
μετάνιωσαν για τη συμπεριφορά τους και, εκτός από τους κατήγορούς του
που τιμωρήθηκαν, επίθεση δέχτηκε κι ο Αριστοφάνης εξαιτίας της
επικριτικής εικόνας του για τον φιλόσοφο.
Οι αφηγήσεις της τελευταίας παραγράφου δεν είναι επαληθεύσιμες (αφού
οι πηγές τους χωρίζονται από τον Σωκράτη με αιώνες) και μας είναι
αδύνατο να μάθουμε πώς πραγματικά προσέλαβε ο Σωκράτης την επίθεση του
Αριστοφάνη. Στον Σωκράτη όμως δεν ταιριάζει η μικροπρέπεια. Όπως
διαβάζουμε στον Ευθύδημο, αφού συμφωνεί με τον φίλο του Κρίτωνα πως σε
κάθε ασχολία υπάρχουν πολλοί φαύλοι και λίγοι σπουδαίοι, του λέει: «Μην
κάνεις λοιπόν κάτι που δεν πρέπει, Κρίτωνα. Άφησε να χαίρονται όσοι
ασχολούνται με τη φιλοσοφία, είτε είναι χρηστοί είτε φαύλοι, και αφού το
βασανίσεις το πράγμα καλά και σωστά, αν το κρίνεις φαύλο, να αποτρέψεις
όλους τους ανθρώπους, όχι μόνο τους γιους σου˙ αν τώρα κρίνεις πως
είναι ό,τι νομίζω εγώ πως είναι, να την επιδιώξεις και να την αποκτήσεις
με θάρρος, όπως λένε, και εσύ και τα παιδιά σου»307c.
Δεν μπορούμε εξ άλλου να έχουμε κάποια αμφιβολία για το αν ο
Αριστοφάνης είχε δίκιο γι’ αυτόν. Γιατί μπορεί ο Σωκράτης να ανήκε
γενικά στο ίδιο ανανεωτικό κίνημα με τους σοφιστές, αλλά με τον θάνατό
του αντιπαρέβαλε έμπρακτα την δικιά του ηθική στάση στον δικό τους
αμοραλισμό.
* Η λέξη σοφιστής αρχικά σήμαινε τον σοφό. Πρώτη φορά στις Νεφέλες
συναντούμε την αρνητική σημασία του δασκάλου ανήθικων πραγμάτων, ενώ η
καθιέρωση της ιδέας πως οι σοφιστές ήταν ένας χαρακτηριστικός τύπος
ανθρώπου προέρχεται από το πλατωνικό έργο, και κυρίως από τον Σοφιστή.
Στην πραγματικότητα κάθε σοφιστής ήταν διαφορετικός από τους άλλους, και
ο Σωκράτης διαφορετικός από όλους τους.
** Η πρώτη έκδοση των Νεφελών παρουσιάστηκε το 423, αλλά ο
Αριστοφάνης απογοητεύτηκε που δεν πήρε το πρώτο βραβείο, αφού το
θεωρούσε το καλύτερό του έργο. Το ξαναδούλεψε σε νέα έκδοση, αυτήν που
έχουμε σήμερα, που χρονολογείται στο 421 με 418. Οι «Νεφέλες» του τίτλου
είναι οι «μούσες» καλλιτεχνών και άλλων πνευματικών ανθρώπων.
*** Το γεγονός ότι και οι δύο διδάσκονται στην σχολή του Σωκράτη τον
αποποιεί εν μέρει από την ευθύνη της ηθικής ή ανήθικης συμπεριφοράς των
μαθητών. Η μέθοδος της σοφιστικής δεν οδηγεί αποκλειστικά στην ανήθικη
ρητορεία αλλά μένει και στην κρίση του μαθητή το πώς θα την
χρησιμοποιήσει.
**** Η φράση «[τον Δία] τον πέταξε η Δίνη και βασιλεύει τώρα αυτή»,
είναι σαφής αναφορά στην κοσμική δύναμη «δίνη» στην οποία πίστευε ο
Αναξαγόρας.
***** Ο Αμειψίας π.χ. λέει στον Κόννο ότι ο Σωκράτης μπορεί να ήταν
ανόητος, πειναλέος, φτωχοντυμένος και «γεννημένος να εξοργίζει τους
παπουτσήδες» (επειδή ποτέ δεν φορούσε παπούτσια), αλλά διέθετε μεγάλη
καρτερία και ποτέ δεν ξέπεφτε στην κολακεία (Guthrie).
****** Ο Αιλιανός λέει επίσης ότι ο Αριστοφάνης χρηματίστηκε για τις κατηγορίες των Νεφελών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου