Το πρωτοσέλιδο της Ελευθεροτυπίας, 6/3/1990
Βαρδινογιάννηδες -11- (Η υπόθεση Κιάππε)
Τρίτη, 6 Μαρτίου 1990. Ανάμεσα στις εφημερίδες που κρέμονται στα περίπτερα, η προμετωπίδα τηςΕλευθεροτυπίας βγάζει μάτια: «Στημένα ματς – Επεμβαίνει η ΦΙΦΑ στην Ελλάδα μετά από καταγγελίες διαιτητών». Στις μέσα σελίδες, η εφημερίδα αποκαλύπτει ότι ο πειραιώτης διαιτητής Κώστας Δημητριάδης έστειλε στην ΦΙΦΑ επιστολή, στην οποία καταγγέλλει κύκλωμα στημένων αγώνων και αποκαλύπτει ονόματα εμπλεκομένων στο κύκλωμα αυτό.
Επακολουθεί σεισμός. Εφημερίδες και τηλεοπτικά κανάλια (Μέγκα και Αντέννα εκπέμπουν ήδη από τα τέλη του 1989) κάνουν εκτενή αφιερώματα στο θέμα και η κοινή γνώμη βρίσκει θέμα να ασχολείται. Το πρωί της Δευτέρας 12 Μαρτίου, ο Κιάππε δίνει αντίγραφο της επιστολής στον συντάκτη τήςΕλευθεροτυπίας Κώστα Γεωργιάδη, ο οποίος το μεταφέρει στον Συρίγο. Ο Συρίγος επικοινωνεί με τον Κιάππε για να μάθει πώς έφτασε το αντίγραφο στα χέρια του. Ο Κιάππε ισχυρίζεται ότι του το έστειλε η ιδιαιτέρα τού προέδρου της ΦΙΦΑ Γιόζεφ Μπλάτερ, με την οποία γνωριζόταν.Την επόμενη μέρα, ο Συρίγος δημοσιεύει την επιστολή. Στην ενυπόγραφη αυτή επιστολή, η οποία ήταν γραμμένη στα γαλλικά, ο Δημητριάδης ανέφερε σωρεία ονομάτων παραγόντων και διαιτητών (ανάμεσα τους και οι Κουκουλάκης, Γερμανάκος και Κολοκυθάς), οι οποίοι είχαν συστήσει κύκλωμα που διαμόρφωνε αποτελέσματα ποδοσφαιρικών αγώνων. Σηκώνεται νέα αντάρα και η ΕΠΟ στέλνει στην Ζυρίχη (έδρα της ΦΙΦΑ) κλιμάκιο για να ερευνήσει το ζήτημα. Εκεί αποκαλύπτεται ότι η επιστολή Δημητριάδη έφτασε στα γραφεία τής διεθνούς ομοσπονδίας την μόλις την Δευτέρα 12 Μαρτίου.
Κεραυνός! Αφού η επιστολή έφτασε στις 12 Μαρτίου, πότε πρόλαβε η ιδιαιτέρα του Μπλάτερ να την πάρει, να επικοινωνήσει με τον Κιάππε, να του την στείλει, εκείνος να ειδοποιήσει τον Γεωργιάδη, να συναντηθούν και να του την παραδώσει; Τόμπολα! Νέα αναμπουμπούλα στα μέσα ενημέρωσης, νέοι τηλεκαβγάδες, νέες αντιπαραθέσεις. Κι από πάνω, μηνύσεις.
Το μυστήριο λύθηκε στις 19 του μηνός. Στριμωγμένος από τις ανακρίσεις και παγιδευμένος από τις αντιφάσεις του, ο Κιάππε αναγκάζεται να παραδεχτεί ότι την επιστολή την έγραψε ο ίδιος, την δακτυλογράφησε η μνηστή του και την υπέγραψε (ως Δημητριάδης) η μητέρα του! Τώρα, όμως, δημιουργείται ένα καινούργιο ερωτηματικό: γιατί έκανε ο Κιάππε τέτοια πλαστογραφία; Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι αναγκάστηκε να το κάνει λόγω πιέσεων. Ποιός τον πίεσε; Δεν ήξερε, δεν τον είχε συναντησει ποτέ. Τα μόνα που ήξερε ήταν πως επρόκειτο για κάποιον ισχυρό από τον χώρο του ποδοσφαίρου και το ψευδώνυμό του: Θαλής από το Ρέθυμνο.
Και, ξαφνικά, όλη η Ελλάδα βάλθηκε να αναρωτιέται ποιος μπορεί να ήταν αυτός οΘαλής από το Ρέθυμνο, που ήταν και «ισχυρός στον χώρο του ποδοσφαίρου». Με τον Ολυμπιακό του Αργύρη Σαλιαρέλη να είναι εκείνη την εποχή στα μαύρα του χάλια, τον πρόεδρό του μόνο ισχυρό δεν τον έλεγες. Από την άλλη, ο Στράτος Γιδόπουλος ήταν στο παρά πέντε να αποσυρθεί, μεταβιβάζοντας τις μετοχές του στην ΑΕΚ στο δίδυμο Μελισσανίδη-Καρρά, οπότε δεν είχε λόγους να κάνει τέτοια. Ποιός ισχυρότερος από τον Βαρδινογιάννη, λοιπόν, θα μπορούσε να υπάρξει; Έλα ντε! Μόνο που κάτι τέτοιο δεν μπορείς να το πεις δημοσίως, εφ’ όσον δεν έχεις αποδείξεις.
Κι εκεί, πάνω στον ντόρο και τις ανακρίσεις, στις 20 Μαρτίου, ο Κιάππε παίρνει το αεροπλάνο και φεύγει για την Ελβετία, κάτι που μαθαίνεται αμέσως. Κατά την πτήση, δίνει στον πιλότο εξασέλιδη επιστολή, όπου: (α) αναφέρει ότι απείλησαν να σκοτώσουν αυτόν, την μητέρα του και την μνηστή του, αν δεν πάρει όλη την ευθύνη πάνω του, (β) παραθέτει διάλογό του με τον «Θαλή» να τον διαβεβαιώνει ότι δεν πρέπει να φοβάται επειδή «τον εισαγγελέα Κολιοκώστα εγώ τον έχω τοποθετήσει», (γ) δηλώνει ότι ο «Θαλής» τον συμβούλευσε «να κάτσει φρόνιμα» και «σε δυο χρόνια, εφ’ όσον δεν με έχεις αναφέρει πουθενά, θα σε βγάλω και θα σου δώσω δυο εκατομμύρια για τον τάφο σου» και (δ) αποκαλύπτει ότι απείλησαν «να τον σκίσουν» αν αναφερθεί στο ΠαΣοΚ. Αργότερα, ο πιλότος παρέδωσε την επιστολή αυτή στον γενικό γραμματέα τού υπουργείου δημόσιας τάξης Δημήτρη Καντελιδάκη, αυτός την έστειλε στον γενικό γραμματέα αθλητισμού Στέλιο Σφακιανάκη κι εκείνος την προώθησε στον εισαγγελέα.
Ο Συρίγος στέλνει στην Ζυρίχη τον Γιάννη Ξενάκη, με την εντολή «αν δεν βρεις τον Κιάππε, μη γυρίσεις πίσω». Ο Ξενάκης δεν προλαβαίνει, γιατί ο Μίνως Κυριακού στέλνει με το ιδιωτικό του αεροπλάνο τον Τέρενς Κουίκ (εκφωνητή των ειδήσεων στον τηλεοπτικό Αντέννα) στην Ζυρίχη, να φέρει πίσω τον φυγά. Έτσι, σε λιγώτερο από 24 ώρες, ο Κιάππε ξαναβρίσκεται στην Ελλάδα. Πριν, όμως, επιβιβαστεί στο αεροπλάνο, κάνει μια μνημειώδη δήλωση στην τηλεοπτική κάμερα, όπου πρώτη φορά ακούγεται επίσημα το όνομα του Βαρδινογιάννη: «Παρακαλώ τον κύριο Βαρδινογιάννη, ο οποίος είναι καλός άνθρωπος, να με βοηθήσει, γιατί δεν έχω την δυνατότητα να πληρώσω έναν δικηγόρο σαν τον κύριο Λυκουρέζο» (!)
Νέες φωτιές. Πώς του θυμήθηκε του Κιάππε ο Βαρδινογιάννης; Από πού κι ως πού του ζητάει (έμμεσα μεν, σαφέστατα δε) να πληρώσει τον Λυκουρέζο για χατήρι του; Άγνωστο. Το μόνο που είναι γνωστό είναι ότι ο Λυκουρέζος περίμενε τον Κιάππε στο αεροδρόμιο και αναφερόταν σ’ αυτόν στις δηλώσεις του ως «ο πελάτης μου»…
Φινάλε της ιστορίας: Η ΕΠΟ στέλνει επιστολή στην ΦΙΦΑ, όπου χαρακτηρίζει το θέμα ως «παρεξήγηση» και η υπόθεση κλείνει ποδοσφαιρικά. Ο Κιάππε τρώει δέκα μήνες και αφήνεται ελεύθερος (είχε εκτίσει το δεκάμηνο κατά την προφυλάκιση). Η μνηστή του κρατήθηκε, έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, απαλλάχθηκε με βούλευμα και, αργότερα, παντρεύτηκε τον καλό της, παρά την ταλαιπωρία στην οποία την υπέβαλε. Η ήδη άρρωστη μητέρα του δεν άντεξε την πίεση και πέθανε πριν αρχίσει η δίκη. Ο Νίκος Ζουμπογιώργος κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός αλλά αθωώθηκε. Ο Συρίγος έφαγε οχτώ μήνες για συκοφαντική δυσφήμηση (λόγω δημοσίευσης της πλαστής επιστολής).
Η υπόθεση έκλεισε επίσημα τον Δεκέμβριου του 1995, χωρίς ποτέ κανείς να μάθει ποιος ήταν ο Θαλής από το Ρέθυμνο. Όπως έλεγε ο Συρίγος, «όλοι ξέρουμε ποιος είναι αλλά κανένας δεν τολμάει να το πει». Ο κόσμος τό ‘χε τούμπανο…
Για ιστολόγιο γνώμης, πολλά είπαμε περί ποδοσφαίρου. Ώρα να μιλήσουμε για τράπεζες.
—————————————
[Σημ.: Άντλησα το σημερινό φωτογραφικό υλικό από τον ιστοτόποredsagainsthemachine.gr, ο οποίος πρόσκειται στον Ολυμπιακό. Για να μη κατηγορηθώ άδικα, πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι αναζήτησα παντού υλικό για την «υπόθεση Κιάππε» αλλά μόνο σε φιλοολυμπιακούς και φιλοαεκτζήδικους (εξ αντιγραφής από τους πρώτους) χώρους το βρήκα.]
Φίλαθλος, 30/3/1990 |
Το μυστήριο λύθηκε στις 19 του μηνός. Στριμωγμένος από τις ανακρίσεις και παγιδευμένος από τις αντιφάσεις του, ο Κιάππε αναγκάζεται να παραδεχτεί ότι την επιστολή την έγραψε ο ίδιος, την δακτυλογράφησε η μνηστή του και την υπέγραψε (ως Δημητριάδης) η μητέρα του! Τώρα, όμως, δημιουργείται ένα καινούργιο ερωτηματικό: γιατί έκανε ο Κιάππε τέτοια πλαστογραφία; Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι αναγκάστηκε να το κάνει λόγω πιέσεων. Ποιός τον πίεσε; Δεν ήξερε, δεν τον είχε συναντησει ποτέ. Τα μόνα που ήξερε ήταν πως επρόκειτο για κάποιον ισχυρό από τον χώρο του ποδοσφαίρου και το ψευδώνυμό του: Θαλής από το Ρέθυμνο.
Και, ξαφνικά, όλη η Ελλάδα βάλθηκε να αναρωτιέται ποιος μπορεί να ήταν αυτός οΘαλής από το Ρέθυμνο, που ήταν και «ισχυρός στον χώρο του ποδοσφαίρου». Με τον Ολυμπιακό του Αργύρη Σαλιαρέλη να είναι εκείνη την εποχή στα μαύρα του χάλια, τον πρόεδρό του μόνο ισχυρό δεν τον έλεγες. Από την άλλη, ο Στράτος Γιδόπουλος ήταν στο παρά πέντε να αποσυρθεί, μεταβιβάζοντας τις μετοχές του στην ΑΕΚ στο δίδυμο Μελισσανίδη-Καρρά, οπότε δεν είχε λόγους να κάνει τέτοια. Ποιός ισχυρότερος από τον Βαρδινογιάννη, λοιπόν, θα μπορούσε να υπάρξει; Έλα ντε! Μόνο που κάτι τέτοιο δεν μπορείς να το πεις δημοσίως, εφ’ όσον δεν έχεις αποδείξεις.
Κι εκεί, πάνω στον ντόρο και τις ανακρίσεις, στις 20 Μαρτίου, ο Κιάππε παίρνει το αεροπλάνο και φεύγει για την Ελβετία, κάτι που μαθαίνεται αμέσως. Κατά την πτήση, δίνει στον πιλότο εξασέλιδη επιστολή, όπου: (α) αναφέρει ότι απείλησαν να σκοτώσουν αυτόν, την μητέρα του και την μνηστή του, αν δεν πάρει όλη την ευθύνη πάνω του, (β) παραθέτει διάλογό του με τον «Θαλή» να τον διαβεβαιώνει ότι δεν πρέπει να φοβάται επειδή «τον εισαγγελέα Κολιοκώστα εγώ τον έχω τοποθετήσει», (γ) δηλώνει ότι ο «Θαλής» τον συμβούλευσε «να κάτσει φρόνιμα» και «σε δυο χρόνια, εφ’ όσον δεν με έχεις αναφέρει πουθενά, θα σε βγάλω και θα σου δώσω δυο εκατομμύρια για τον τάφο σου» και (δ) αποκαλύπτει ότι απείλησαν «να τον σκίσουν» αν αναφερθεί στο ΠαΣοΚ. Αργότερα, ο πιλότος παρέδωσε την επιστολή αυτή στον γενικό γραμματέα τού υπουργείου δημόσιας τάξης Δημήτρη Καντελιδάκη, αυτός την έστειλε στον γενικό γραμματέα αθλητισμού Στέλιο Σφακιανάκη κι εκείνος την προώθησε στον εισαγγελέα.
Ελευθεροτυπία, 22/3/1990 |
Νέες φωτιές. Πώς του θυμήθηκε του Κιάππε ο Βαρδινογιάννης; Από πού κι ως πού του ζητάει (έμμεσα μεν, σαφέστατα δε) να πληρώσει τον Λυκουρέζο για χατήρι του; Άγνωστο. Το μόνο που είναι γνωστό είναι ότι ο Λυκουρέζος περίμενε τον Κιάππε στο αεροδρόμιο και αναφερόταν σ’ αυτόν στις δηλώσεις του ως «ο πελάτης μου»…
Φινάλε της ιστορίας: Η ΕΠΟ στέλνει επιστολή στην ΦΙΦΑ, όπου χαρακτηρίζει το θέμα ως «παρεξήγηση» και η υπόθεση κλείνει ποδοσφαιρικά. Ο Κιάππε τρώει δέκα μήνες και αφήνεται ελεύθερος (είχε εκτίσει το δεκάμηνο κατά την προφυλάκιση). Η μνηστή του κρατήθηκε, έκανε απόπειρα αυτοκτονίας, απαλλάχθηκε με βούλευμα και, αργότερα, παντρεύτηκε τον καλό της, παρά την ταλαιπωρία στην οποία την υπέβαλε. Η ήδη άρρωστη μητέρα του δεν άντεξε την πίεση και πέθανε πριν αρχίσει η δίκη. Ο Νίκος Ζουμπογιώργος κατηγορήθηκε ως ηθικός αυτουργός αλλά αθωώθηκε. Ο Συρίγος έφαγε οχτώ μήνες για συκοφαντική δυσφήμηση (λόγω δημοσίευσης της πλαστής επιστολής).
Η υπόθεση έκλεισε επίσημα τον Δεκέμβριου του 1995, χωρίς ποτέ κανείς να μάθει ποιος ήταν ο Θαλής από το Ρέθυμνο. Όπως έλεγε ο Συρίγος, «όλοι ξέρουμε ποιος είναι αλλά κανένας δεν τολμάει να το πει». Ο κόσμος τό ‘χε τούμπανο…
Για ιστολόγιο γνώμης, πολλά είπαμε περί ποδοσφαίρου. Ώρα να μιλήσουμε για τράπεζες.
—————————————
[Σημ.: Άντλησα το σημερινό φωτογραφικό υλικό από τον ιστοτόποredsagainsthemachine.gr, ο οποίος πρόσκειται στον Ολυμπιακό. Για να μη κατηγορηθώ άδικα, πρέπει να ξεκαθαρίσω ότι αναζήτησα παντού υλικό για την «υπόθεση Κιάππε» αλλά μόνο σε φιλοολυμπιακούς και φιλοαεκτζήδικους (εξ αντιγραφής από τους πρώτους) χώρους το βρήκα.]
_______________________________________________
Βαρδινογιάννηδες -12- (Η Τράπεζα Χίου
_________________________________________
Σήμερα θα γυρίσουμε σχεδόν έναν αιώνα πίσω, για να διηγηθούμε την ιστορία μιας τράπεζας. Λίγο μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κάπου στα 1919, οι χιώτες αδελφοί Πασπάτη βάζουν μπρος για να φτιάξουν μια τράπεζα. Παρ’ ότι η καινούργια τράπεζα ιδρύεται στην Αθήνα, τα δυο αδέλφια δεν ξεχνούν τον τόπο τους και την ονομάζουνΤράπεζα Χίου.Τα χρόνια είναι δύσκολα και η ανθρωπότητα δυσκολεύεται να ορθοποδήσει μετά τον πόλεμο. Όμως, η Τράπεζα Χίου προοδεύει, μεγαλώνει και ισχυροποιείται (παρά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929), δημιουργεί θυγατρικές (σπουδαιότερη ηΜεταλλεία Αταλάντης ΑΕ) και συμμετέχει σε μεγάλες εταιρείες (π.χ. Ελαΐς). Δυστυχώς, η τράπεζα δεν κατάφερει να βγει αλώβητη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1952 μπαίνει υπό εκκαθάριση και το 1968 ανακαλείται η άδεια της. Η περιουσία της εκποιείται και οι μετοχές της περνούν στην ιδιοκτησία της Εθνικής Τράπεζας.
1931: Το κτήριο της Τράπεζας Χίου στην Χίο. Σήμερα στεγάζει υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας. |
Το 1993, στο τιμόνι τού υπουργείου οικονομικών βρίσκεται ο Γιώργος Γεννηματάς και στην διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος βρίσκεται ο Γιάννης Μπούτος. Ο Μπούτος (παλιός κεντροδεξιός πολιτικός) αποτελεί επιλογή και του Ανδρέα Παπανδρέου αλλά έχει ένα μειονέκτημα: δεν θέλει ούτε να ακούσει για κινήσεις διάσωσης της Xiosbank ή της Eurobank. Οι πιέσεις σε Γεννηματά και Μπούτο για αλλαγή πολιτικής είναι έντονες, χαλαρώνουν για λίγο στις αρχές του 1994 που αρρωσταίνει ο Γεννηματάς (θα πεθάνει τον Φεβρουάριο) και εντείνονται εκ νέου όταν αναλαμβάνει υπουργός οικονομικών ο Αλέκος Παπαδόπουλος. Τελικά, ο Μπούτος παραιτείται και στις 26 Οκτωβρίου 1994 τον διαδέχεται ο αγαπημένος των αγορών Λουκάς Παπαδήμος. Πολύ λογικά, ένα από τα πρώτα μελήματα του νέου διοικητή είναι να «καθαρίσει» τα χρέη της Xiosbank και της Eurobank. Όπερ και εγένετο.
Καθαρή, πλέον, η τράπεζα βάζει πλώρη για το χρηματιστήριο, όπου μπαίνει το 1997. Με την αύξηση κεφαλαίου, η οποία έγινε για την εισδοχή της στο χρηματιστήριο, οι Βαρδινογιάννηδες βλέπουν το ποσοστό τους να μειώνεται από το 100% στο 79%. Μέχρι τότε, οι μετοχές ανήκαν σε πέντε μέλη της οικογένειας, στους κληρονόμους του Θόδωρου Βαρδινογιάννη και σε 16 αλλοδαπές εταιρείες, όλες συμφερόντων τής οικογένειας.
Κι ενώ η τράπεζα μπαίνει στο χρηματιστήριο, μαζεύοντας τα λεφτά των επενδυτών από την αύξηση του κεφαλαίου της, ο κύριος μεγαλομέτοχος, ο Βαρδής, αρχίζει να… ξεφορτώνει. Από τον Μάιο του 1997 μέχρι τον Αύγουστο του 1998, όλες οι μετοχές τού Βαρδή πέρασαν σε χαρτοφυλάκια αλλοδαπών εταιρειών. Οπως ανέφερε ο ίδιος, σε επιστολή του προς το Χρηματιστήριο Αθηνών, μεταβίβασε 3.037.635 ονομαστικές μετοχές που αντιπροσώπευαν ποσοστό 12,59% της Xiosbank σε τρεις εταιρείες χαρτοφυλακίου (Progressive Financial Investments, Neptune Investments και Eurolink Financial Investors), οι οποίες έχουν την έδρα τους στο Λουξεμβούργο, σπάζοντας το πακέτο του στα τρία. Έτσι, στο χαρτοφυλάκιο κάθε εταιρείας πέρασαν 1.012.545 μετοχές, ήτοι 4,2% του συνόλου των μετοχών της τράπεζας. Μετά τη μεταβίβαση αυτή, ως μεγαλύτεροι μέτοχοι της Xiosbank έμειναν οι δύο γιοι του, η σύζυγός του Μαριάννα και οι γιοί των αδελφών του Νίκου και Θόδωρου, με τον καθένα τους να ελέγχει το 4,5% της τράπεζας.
Ανοίγουμε παρένθεση. Έχει ενδιαφέρον να δούμε μερικές από τις εταιρείες που, μετά την αύξηση κεφαλαίου, βρέθηκαν με μετοχές τής Xiosbank. Πρόκειται για τις Sea Investments, Sea Bird, Sea Mark, Sea View, Sea Light, Sea Way και μερικές ακόμη «Sea», οι οποίες ανήκουν στον όμιλο Βαρδινογιάννη και για τις Erda Investments, Jets Investments, Herald Holdings, Severn Holdings και Vista Holdings, όλες συμφερόντων των ομίλων Γουλανδρή και Λιβανού. Λεπτομέρεια: η κόρη τού Βαρδή Χριστιάννα είναι παντρεμένη με τον Γιώργο Γουλανδρή και ο γυιος του Γιώργος είναι παντρεμένος με την Εριέττα, την κόρη τού Γιώργου Λιβανού. Αυτά με το κουτσομπολιό και κλείνουμε την παρένθεση.
Αυτή η ενέργεια του Βαρδή είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα «ουρά». Αφού κανένας μέτοχος δεν διέθετε πια ποσοστό άνω του 10%, οι μέτοχοι δεν θα είχαν καμιά υποχρέωση να ενημερώνουν το Χρηματιστήριο για τις όποιες επόμενες κινήσεις τους. Δηλαδή, αν οι εταιρείες που απέκτησαν το ποσοστό τού Βαρδή ήθελαν ένα πρωί να πουλήσουν, κανείς δεν επρόκειτο να το πληροφορηθεί επισήμως.
Υποτίθεται ότι η τράπεζα έκανε αύξηση κεφαλαίου και μπήκε στο χρηματιστήριο προκειμένου να προχωρήσει σε καινούργιες επενδύσεις. Κι όμως, εκείνη ακριβώς την στιγμή, το μεγαλύτερο κεφάλι της αποφάσισε να ξεφορτωθεί τις μετοχές του. Σε οποιαδήποτε ευνομούμενη κοινωνία, κάτι τέτοιο θα προκαλούσε άμεση αντίδραση των εποπτικών αρχών (κυρίως του υπουργείου οικονομικών και της κεντρικής τράπεζας) και εκτεταμένους ελέγχους. Εδώ, όμως, δεν ίδρωσε κανένα αφτί. Όπως, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, δεν ίδρωσε κανένα αφτί όταν, μόλις έναν χρόνο αργότερα, η -ενισχυμένη κεφαλαιακά- Xiosbank άρχισε τις κουβέντες για απορρόφησή της από την Τράπεζα Πειραιώς, μια διαδικασία η οποία ολοκληρώθηκε στα μέσα τού 2000.
Με τούτο και μ’ εκείνο, στο λυκόφως τής προηγούμενης δεκαετίας ολοκληρώθηκε ο κύκλος των Βαρδινογιάννηδων ως τραπεζιτών. Όμως, ο κύκλος τους ως «ενημερωτών» της κοινής γνώμης, έστω και με προβλήματα, συνεχιζόταν…
______________________________________________
Aπό:
http://teddygr.blogspot.gr/2015/03/11.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου