Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από το άρθρο του Lars T. Lih στο περιοδικόJacobin, πιο πολύ για να έχουμε μια εικόνα της συζήτησης σε κύκλους μαρξιστών στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.
Ολόκληρο το άρθρο στα αγγλικά είναι διαθέσιμο εδώ.
Η Ρωσική Επανάσταση του 1917 έχει αποτελέσει το ιδανικό έδαφος για ηθικολογίες. Όλοι τη μελετούν με στόχο να βρουν το μεγάλο – ηθικό, πολιτικό, ιδεολογικό – σφάλμα που οδήγησε στην καταστροφή.
Αφού αποκαλυφθεί το σφάλμα, νιώθουμε ήσυχοι που αποφύγαμε την καταστροφή και ανώτεροι από όλους όσοι δεν έχουν δει τα δικά τους σφάλματα. Η ανθρώπινη πραγματικότητα της επανάστασης – η πανίσχυρη αίσθηση που δίνει το να εμπλέκεσαι σε μια δίνη γεγονότων – χάνεται καθώς σπεύδουμε να βγάλουμε διδάγματα και να υψώσουμε το δάχτυλο.
Για κάποιους, το λάθος πίσω από την επανάσταση είναι πριν απ’ όλα ηθικό. Ο Λένιν, για παράδειγμα, σκιαγραφείται σαν ένας δαίμονας με σάρκα και οστά, και η πτώση της ΕΣΣΔ αποδίδεται απευθείας στην απύθμενη δολιότητά του. Άλλοι στοχοποιούν τον Μπολσεβικισμό σαν μια πηγή επαναλαμβανόμενων ηθικών σφαλμάτων, που έχουν ως πηγή τη φαύλη λογική «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Από την άλλη πλευρά, ο “συνετός” φιλελευθερισμός χρησιμοποιεί τον Μπολσεβικισμό για να υπογραμμίσει τους κινδύνους που απορρέουν από υψηλούς πολιτικούς στόχους: θέλετε να φτιάξετε έναν παράδεισο για τους εργάτες; προσέξτε η ίδια η ευγένεια του στόχου να μην οδηγήσει σε φριχτά εγκλήματα.
Η Αριστερά, από την άλλη, είναι εθισμένη στο να αναζητά τα μοιραία λάθη της επανάστασης – μόνο η Αριστερά προτιμά να αποδίδει τα σφάλματα σε λάθη της ιδεολογικής γραμμής. Πολλοί αριστεροί συμφωνούν με τη φιλελεύθερη/συντηρητική οπτική, σύμφωνα με την οποία ο Λένιν δεν εμπιστευόταν τους εργάτες, οπότε προέβη σε αναθεώρηση του Μαρξ με το Τι να κάνουμε;, δημιουργώντας ένα ελιτίστικο κόμμα βασισμένο σε συνωμότες διανοούμενους. Οπότε δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αλλοίωσε το δημοκρατικό πρόγραμμα της Ρωσικής Επανάστασης.
Αν προσεγγίσουμε το θέμα με λιγότερες εμμονές ως προς τον εντοπισμό και την καταδίκη των λαθών, θα διαπιστώσουμε ότι το Τι να κάνουμε; δεν εισήγαγε καμία ιδεολογική καινοτομία. Το βιβλίο του Λένιν γράφτηκε το 1902 και σε αυτό ο συγγραφέας κάνει ένα συμμάζεμα μιας εξιδανικευμένης εκδοχής της παράνομης οργάνωσης, μιας λογικής που δοκιμάστηκε στην πράξη από μια ολόκληρη γενιά αγωνιστών κατά τη δεκαετία του 1890. Αυτό το βασικό μοντέλο λειτούργησε σαν μπούσουλας για ολόκληρη τη σοσιαλιστική παράνομη οργάνωση στη Ρωσία. Φτάνοντας στο 1917, ο Μπολσεβικισμός δεν ξεχώρισε λόγω της οργανωτικής του λογικής, αλλά από την ανάλυση του για τις ταξικές δυνάμεις στη Ρωσία.
Η δημιουργία της σοσιαλιστικής “παρανομίας” δεν ήταν επίτευγμα του Λένιν -ή μάλλον η συμβολή του Λένιν δεν υπήρξε ούτε ασήμαντη αλλά ούτε και η πλέον κρίσιμη. Όταν το ρωσικό κράτος κατέρρευσε το 1917, αυτή η “παρανομία” ήταν μια από τις λίγες δυνάμεις, που είχαν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν μία νέα κυρίαρχη εξουσία και μια καινούρια κρατική δομή. Οι κρατικοί θεσμοί της τσαρικής Ρωσίας είχαν πληγεί ανεπανόρθωτα από την κατάρρευση του τσαρισμού. Αντιθέτως, η παράνομη οργάνωση επιβίωσε αλώβητη, διέθετε πανεθνική εμβέλεια και διεκδικούσε εύλογα υποστήριξή και νομιμοποίηση στις μάζες.
Πάντως, και οι επαναστάτες της Οκτωβριανής επανάστασης έχουν αποδυθεί σε κυνήγι μαγισσών. Για την κυρίαρχη τροτσκιστική ανάλυση, για παράδειγμα, η επιτυχία της επανάστασης ερμηνεύεται από την απόρριψη των ιδεολογικών λαθών.
Σύμφωνα λοιπόν με την τροτσκιστική αφήγηση, πίσω στα 1905-6, ο Λέων Τρότσκυ παρουσίασε τη θεωρία του για τη διαρκή επανάσταση και απεφάνθη ότι η σοσιαλιστική επανάσταση είναι εφικτή στην οπισθοδρομική Ρωσία. Εφόσον η θεωρία του ερχόταν σε αντίθεση με τα κοινότοπα δόγματα του Μαρξισμού της Δεύτερης Διεθνούς, ο Τρότσκυ παρέμεινε ακατανόητος διεθνώς. Ευτυχώς, ο Λένιν φάνηκε έγκαιρα διορατικός και αποφάσισε να πάρει μαζί του τον Τρότσκυ τον Απρίλιο του 1917. Οι δυο μεγάλοι ηγέτες επανεξόπλισαν το Μπολσεβίκικο κόμμα, κάνοντας έτσι δυνατή την ένδοξη Οκτωβριανή Επανάσταση.
Ένα παράδοξο στοιχείο αυτής της προ-οκτωβριανής αφήγησης είναι το γεγονός ότι διαθέτει έντονα αντιμπολσεβίκικη χροιά. Σύμφωνα με πολλούς συγγραφείς της τροτσκιστικής παράδοσης οι ίδιοι οι Μπολσεβίκοι ως σύνολο, ήταν ένας όχλος ηλιθίων που παρέμεναν πεισματικά πιστοί σε διατυπώσεις του παρελθόντος, ακόμα και όταν οι ευφυείς και οραματικοί ηγέτες τους προχωρούσαν μπροστά.
Αυτή η προσέγγιση όμως έχει ένα έντονο άρωμα προσωπολατρείας. Ακόμα και οι προ-οκτωβριανοί τροτσκιστές απέχουν πολύ από το να είναι ικανοποιημένοι με το τελικό αποτέλεσμα της επανάστασης και, ως συνήθως, αναζητούν ιδεολογικά σφάλματα για να το ερμηνεύσουν. Σύμφωνα με το ερμηνευτικό τους σχήμα, η ευρωπαϊκή επανάσταση που θα λειτουργούσε σαν από μηχανής θεός για να σώσει τη ρώσικη επανάσταση απλά δεν ήρθε ποτέ, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας του φαταλιστικού, μηχανιστικού, ντετερμινιστικού και γενικά “προ-διαλεκτικού” μαρξισμού του Καρλ Κάουτσκι και άλλων ηγετών της Δεύτερης Διεθνούς. Εξάλλου, στη Ρωσία, η εξωτερική ένδειξη του εσωτερικού εκφυλισμού της επανάστασης ήταν η θεωρητική αίρεση του “σοσιαλισμού σε μια χώρα”.
Φυσικά, πολλές οξυδερκείς και ουσιαστικές παρατηρήσεις για τη Ρωσική επανάσταση προέρχονται από την τροτσκιστική παράδοση. Παρ” όλα αυτά, συχνά μοιάζει οι συγγραφείς αυτής της παράδοσης να ενδιαφέρονται περισσότερο για τις θεωρτητικές τους αφαιρετικές διατυπώσεις, παρά για την ανθρώπινη πραγματικότητα της Ρωσικής επανάστασης, όπως τη βίωσαν αυτοί που ήταν εκεί παρόντες.
Ένα κεντρικό σημείο διαμάχης σχετικά με τη Ρωσική επανάσταση ήταν πάντα το εξής: ήταν η Ρωσία έτοιμη για μια σοσιαλιστική επανάσταση ή μόνο για μια αστική επανάσταση; Οι μπολσεβίκοι υποστήριζαν το πρώτο, οι μεσνεβίκοι το δεύτερο. Ποιος είχε τελικά δίκιο; Αν είχαν δίκιο οι μενσεβίκοι, τότε η Οκτωβριανή επανάσταση ήταν λάθος. Αν είχαν δίκιο οι μπολσεβίκοι, τότε ο μενσεβικισμός πρέπει να απορριφθεί σαν αντεπαναστατικό σφάλμα.
Αυτή η προσέγγιση είναι ορθή σε ένα σημείο: τόσο οι μενσεβίκοι όσο και οι μπολσεβίκοι προσφεύγουν σε τέτοιες μαρξιστικές συλλήψεις κατά την προ 1917 πολεμική τους. Παρ’όλα αυτά, οι ιδεολογικές διαφωνίες αυτού του είδους απέχουν από την καρδιά του ζητήματος. Επρόκειτο για ουσιαστικές απόπειρες να δοθεί ιδεολογική νομιμοποίηση σε θέσεις βασισμένες στην εμπειρική ανάγνωση της Ρωσίας το 1917, αλλά το πραγματικό ερώτημα που καλούνταν να απαντήσουν τα σοσιαλιστικά κόμματα ήταν το εξής: ήταν εφικτό η κρίση που αγκάλιαζε τη ρωσική κοινωνία να επιλυθεί με τη συνεργασία των μορφωμένων κομματιών της, ή μήπως η λύση απαιτούσε μια νέα κυρίαρχη αρχή βασισμένη αποκλειστικά στο λαό (народ – narod), τους εργάτες και τους αγρότες;
Με τους βασικούς όρους της πολιτικής διαμάχης του 1917, το ερώτημα μεταφραζόταν ως εξής: μπορούσε και έπρεπε μια νέα εξουσία (власть – vlast) να βασιστεί σε μια συνεργασία με ένα μέρος της μορφωμένης αστικής τάξης(соглашение – soglashenie) ;
«Vlast» σημαίνει “κυρίαρχη αρχή” ή “εξουσία” με την έννοια της “σοβιετικής εξουσίας”. Η λέξη «soglashenie» συχνά μεταφράζεται ως “συμβιβασμός” ή “συμφιλίωση”, αλλά ο όρος δηλώνει κάτι ισχυρότερο: τη συνεργασία στη βάση μιας συμφωνίας. Η ουσιαστική σύγκρουση μεταξύ μπολσεβίκων και μενσεβίκων το 1917 σε ερωτήματα όπως αυτά, δεν ήταν ιδεολογική, αλλά εμπειρική. Επιπλέον, δε μπορούμε να πούμε πως η μια πλευρά ήταν λάθος και η άλλη σωστή. Θα ήθελα να ορίσω τη σύγκρουση μενσεβίκων-μπολσεβίκων στη βάση των εννοιών «vlast » και «soglashenie», υπενθυμίζοντας ότι έχουμε να κάνουμε με τη Ρωσική εμπειρική πραγματικότητα, και προσπαθώντας έτσι να βάλω την ιδεολογική στη σωστή δευτερεύουσα θέση της.
Οι μενσεβίκοι έλεγαν: ένα είδος “συμφωνίας” με τα μορφωμένα κομμάτια της κοινωνίας είναι αναγκαία, και άρα είναι δυνατό να βρεθεί ένας κατάλληλος αστός σύμμαχος γι” αυτή τη συνεργασία (και εξάλλου, η Ρωσία είναι αντιμέτωπη με μια “αστική επανάσταση” και άρα θα πρέπει να ανεχτούμε μια “αστική” προσωρινή κυβέρνηση).
Οι μπολσεβίκοι έλεγαν: η “συμφωνία” με τα μορφωμένα κομμάτια της κοινωνίας είναι αδύνατη, και άρα το ρώσικο προλετάριατο είναι έτοιμο να αναλάβει τις ευθύνες μια επαναστατικής εξουσίας (και εξάλλου η Ρωσία είναι έτοιμη να κάνει “βήματα προς το σοσιαλισμό”).
Και στις δύο περιπτώσεις, η αφετηρία δεν είναι μια ιδεολογική προσέγγιση ή σφάλμα, αλλά μια έντονα αισθητή και ορθή εμπειρική οπτική της ρώσικης κοινωνίας του 1917. Οι μενσεβίκοι συνειδητοποιούσαν πως, από τη μια, η σύγχρονη κοινωνία δε θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς μορφωμένους ειδικούς και επαγγελματίες, και, από την άλλη, το ρώσικο προλεταριάτο δεν ήταν αρκετά οργανωμένο ή στοχοπροσηλωμένο για ασκήσει την εξουσία σε καθεστώς απομόνωσης, ούτε ήταν η ρώσικη αγροτιά μια ασφαλής βάση για τη “δικτατορία του προλεταριάτου”.
Οι μπολσεβίκοι από την άλλη, συνειδητοποιούσαν πως, παρά τα φαινόμενα, η μορφωμένη ελίτ ποτέ δεν θα δούλευε με ενθουσιασμό για να υλοποιήσει “τους στόχους της επανάστασης” (ακόμα κι αν αυτοί οι στόχοι ορίζονταν σε αυστηρό δημοκρατικό πλαίσιο) και ότι, στην πραγματικότητα, τα μορφωμένα κομμάτια της κοινωνίας θα στρέφονταν πιθανότατα ενάντια στην επανάσταση και θα εργάζονταν για ένα είδος “αστικής δικτατορίας” -δηλαδή ένα είδος συμμαχίας φιλελεύθερων πολιτικών και στρατιωτικών, ή με τα ρώσικα δεδομένα, των Καντέτ (φιλελεύθεροι συνταγματικοί δημοκράτες) και του Κορνίλοφ (του στρατηγού που έκανε μια απόπειρα πραξικοπήματος το 1917).
Και στις δύο περιπτώσεις, υπάρχει μία επιπρόσθετη παρενθετική προσπάθεια να υποστηριχτεί η στρατηγική που έχει επιλεγεί εμπειρικά με βάση τη μαρξιστική θεωρία. Αλλά στην πραγματικότητα οι μενσεβίκοι δεν διάλεξαν τη στρατηγική τους λόγω ιδεολογικής ετικέτας όπως η “αστική επανάσταση”, αλλά μάλλον το αντίθετο: επέμειναν ότι η Ρωσία αντιμετώπιζε μια αστική επανάσταση επειδή δεν ήθελαν να έρθουν σε ρήξη με τους αστούς -δηλαδή με τα μορφωμένα κομμάτια της κοινωνίας, τους εξειδικευμένους επιστήμονες. Από την άλλη, οι μπολσεβίκοι δεν διάλεξαν τη στρατηγική τους, επειδή πρώτα πείστηκαν θεωρητικά ότι η σοσιαλιστική επανάσταση ήταν εφικτή στη Ρωσία, αλλά μάλλον το αντίθετο: ισχυρίζονταν ότι τα άμεσα “βήματα προς το σοσιαλισμό” ήταν δυνατά επειδή ένιωθαν πως το προλεταριάτο έπρεπε να πάρει την εξουσία.
Ουσιαστικά, υπήρχαν μόνο δυο επιλογές για τους σοσιαλιστές: υπέρ ή κατά της συνεργασίας (soglashenie).
Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, η ρωσική επανάσταση δεν είναι μία ιστορία πραγματοποίησης ή αποφυγής λαθών, αλλά για μια τραγωδία χωρίς δυνατή λύση (αυτό σημαίνει τραγωδία).
Ένα ακόμα πράγμα πρέπει να σημειωθεί για τη σύγκρουση μεταξύ μενσεβίκων και μπολσεβίκων. Κάθε πλευρά ήταν ένα μείγμα λαθών και διορατικών αντιλήψεων. Αλλά στην περίπτωση των μενσεβίκων, ο συνδυασμός κατέληξε σε παράλυση. Στην περίπτωση των μπολσεβίκων, ο συνδυασμός τους οδήγησε στη συγκρότηση και στην πράξη. Για το λόγο αυτό, καλώς ή κακώς, το μέλλον ανήκε στους μπολσεβίκους.
Μετάφραση: Κροτ.
Επιμέλεια: Νικήτας Γεράνης
Aπό: http://kommon.gr/iv/155-lenin-lies-jacobin
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου