To Τείχος του Βερολίνου (γερμ. Berliner Mauer), ήταν τμήμα των ενδογερμανικών συνόρων, δηλ. των συνόρων που χώριζαν τη Γερμανία σε δύο κράτη, στην περιοχή του Βερολίνου. Από την ανέγερσή του, από τους Ανατολικογερμανούς, στις 13 Αυγούστου 1961 μέχρι την πτώση του στις 9 Νοεμβρίου 1989 χώριζε το Δυτικό Βερολίνο από το Ανατολικό και τη γύρω περιοχή της Ανατολικής Γερμανίας. Υπήρξε το γνωστότερο σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου και της διαίρεσης της Γερμανίας, ως επιστέγασμα του αποκλεισμού του Βερολίνου που είχε αρχίσει το 1948.
Κατά την προσπάθειά τους να περάσουν στο Δυτικό Βερολίνο μέσα από τις καλά φρουρούμενες συνοριακές εγκαταστάσεις του Τείχους θανατώθηκαν τουλάχιστον 86 άνθρωποι, μεταξύ αυτών και 2 Έλληνες, από βίαιες ενέργειες των ανατολικογερμανικών δυνάμεων ασφάλειας. Άλλες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών στους 238 προσμετρώντας και τα ατυχήματα, θύματα των οποίων τελικά κατέληξαν.
Το Τείχος του Βερολίνου έπεσε τη νύχτα της Πέμπτης 9 προς Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 1989, μετά από 28 χρόνια. Στην πτώση του συνέβαλλαν πολλοί παράγοντες.
Το Τείχος του Βερολίνου έπεσε τη νύχτα της Πέμπτης 9 προς Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 1989, μετά από 28 χρόνια. Στην πτώση του συνέβαλλαν πολλοί παράγοντες.
Ο σημαντικότερος ήταν η πολιτική του Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσώφ. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ο Γκορμπατσώφ κατάργησε το Δόγμα Μπρέζνιεφ και επέτρεψε στις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας να επιλέξουν ελεύθερα το δρόμο που θα ακολουθούσε κάθε μία στην εσωτερική και διεθνή πολιτική.
Σήμερα, λίγα κομμάτια του Τείχους έχουν απομείνει αφού το μεγαλύτερο μέρος του έχει κατεδαφιστεί. Τρία τμήματα μένουν ακόμα όρθια: ένα μήκους 80 μέτρων τμήμα του «πρώτου Τείχους» στο σημείο που βρισκόταν τα αρχηγεία της Γκεστάπο (ανάμεσα στο σημείο ελέγχου Τσάρλι και την πλατεία Ποτσντάμερ), ένα μακρύτερο τμήμα του δεύτερου τείχους, κατά μήκος του ποταμού Σπρέε, κοντά στη γέφυρα Oberbaumbrücke, γνωστό σήμερα ως East Side Gallery, και ένα τρίτο τμήμα στην Bernauer Straße το οποίο μετατράπηκε σε μνημείο το 1999.
Σχεδόν 25 χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, όπως δείχνει δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε χθες, μόλις ένας στους δύο κατοίκους της ανατολικής Γερμανίας εκτιμά ότι επωφελήθηκε από την επανένωση της χώρας.
Πιο αναλυτικά, το 50% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι «κέρδισε» από την επανένωση, αναφέροντας συγκεκριμένα την ελευθερία στις μετακινήσεις, την ελευθερία έκφρασης και τη διεξαγωγή ελεύθερων εκλογών, σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε το ινστιτούτο Allensbach για 15 εφημερίδες της ανατολικής Γερμανίας και το περιοδικό SuperIllu.
Μεταξύ των υπολοίπων, το 23% εκτιμά ότι «έχει χάσει» από την επανένωση της χώρας, διότι αισθάνονται «πολίτες δεύτερης κατηγορίας» ή επειδή έχασαν τη δουλειά τους.
Παράλληλα το 27% των πολιτών της ανατολικής Γερμανίας νοσταλγούν κάποιες φορές την πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, χαρακτηρίζοντας «θετικά» κάποια στοιχεία του παρελθόντος, όπως το γεγονός ότι είχαν σίγουρη εργασία, οργανωμένη φύλαξη των παιδιών τους και μειωμένα ενοίκια.
Αντίθετα, το 58% δεν νοσταλγούν το παρελθόν, σύμφωνα με την έρευνα που διεξήχθη σε δείγμα 1.573 κατοίκων της ανατολικής Γερμανίας από τον Ιούνιο ως τον Ιούλιο.
Σύμφωνα με τους ερωτηθέντες η γήρανση του πληθυσμού είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της ανατολικής Γερμανίας: τα δύο τρίτα (66%) φοβούνται ότι σε δέκα χρόνια η ύπαιθρος θα έχει εγκαταλειφθεί. Πολλοί νεαροί Γερμανοί από τα ανατολικά εγκαταλείπουν την περιοχή για να αναζητήσουν εργασία στη δυτική.
Σύμφωνα με κυβερνητική έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου, οι οικονομικές διαφορές μεταξύ ανατολικής και δυτικής Γερμανίας εξακολουθούν να είναι αισθητές παρά τις προόδους που έχουν επιτευχθεί.
Η Γερμανία εορτάζει την Παρασκευή την 24η επέτειο από την επανένωσή της, ενώ στις 9 Νοεμβρίου θα είναι η 25η επέτειος από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου που χώριζε την πόλη επί 28 χρόνια.
Σχεδόν 25 χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, όπως δείχνει δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε χθες, μόλις ένας στους δύο κατοίκους της ανατολικής Γερμανίας εκτιμά ότι επωφελήθηκε από την επανένωση της χώρας.
Πιο αναλυτικά, το 50% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι «κέρδισε» από την επανένωση, αναφέροντας συγκεκριμένα την ελευθερία στις μετακινήσεις, την ελευθερία έκφρασης και τη διεξαγωγή ελεύθερων εκλογών, σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε το ινστιτούτο Allensbach για 15 εφημερίδες της ανατολικής Γερμανίας και το περιοδικό SuperIllu.
Μεταξύ των υπολοίπων, το 23% εκτιμά ότι «έχει χάσει» από την επανένωση της χώρας, διότι αισθάνονται «πολίτες δεύτερης κατηγορίας» ή επειδή έχασαν τη δουλειά τους.
Παράλληλα το 27% των πολιτών της ανατολικής Γερμανίας νοσταλγούν κάποιες φορές την πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, χαρακτηρίζοντας «θετικά» κάποια στοιχεία του παρελθόντος, όπως το γεγονός ότι είχαν σίγουρη εργασία, οργανωμένη φύλαξη των παιδιών τους και μειωμένα ενοίκια.
Αντίθετα, το 58% δεν νοσταλγούν το παρελθόν, σύμφωνα με την έρευνα που διεξήχθη σε δείγμα 1.573 κατοίκων της ανατολικής Γερμανίας από τον Ιούνιο ως τον Ιούλιο.
Σύμφωνα με τους ερωτηθέντες η γήρανση του πληθυσμού είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της ανατολικής Γερμανίας: τα δύο τρίτα (66%) φοβούνται ότι σε δέκα χρόνια η ύπαιθρος θα έχει εγκαταλειφθεί. Πολλοί νεαροί Γερμανοί από τα ανατολικά εγκαταλείπουν την περιοχή για να αναζητήσουν εργασία στη δυτική.
Σύμφωνα με κυβερνητική έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου, οι οικονομικές διαφορές μεταξύ ανατολικής και δυτικής Γερμανίας εξακολουθούν να είναι αισθητές παρά τις προόδους που έχουν επιτευχθεί.
Η Γερμανία εορτάζει την Παρασκευή την 24η επέτειο από την επανένωσή της, ενώ στις 9 Νοεμβρίου θα είναι η 25η επέτειος από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου που χώριζε την πόλη επί 28 χρόνια.
Διαβάστε επίσης: Η διάσκεψη της Γιάλτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου