Και μάλλον ο φόβος της δεν έχει εξαλειφθεί ολοκληρωτικά
Η Βρετανία βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού αλλά τελικά, «τα κατάφερε». Οι Σκωτσέζοι ψήφισαν εν μέσω μιας ιδιαίτερα ενδιαφέρουσας αντιπαράθεσης και συζήτησης που κατέκλυσε ολόκληρο το έθνος. Aπό τις μεγάλες πόλεις μέχρι το μικρότερο νησί. Και παρά το γεγονός ότι η μεγαλύτερη περιφέρεια (και μία από τις πιο σημαντικές βιομηχανικές περιοχές ολόκληρου του Βασιλείου), η Γλασκώβη, τάχθηκε υπέρ της ανεξαρτητοποίησης, οι περισσότερες περιοχές και το συνολικό αποτέλεσμα έκλιναν προς την άλλη πλευρά.
«Όχι», ήταν η ετυμηγορία, με ποσοστό 55,3% έναντι 44,7%. Και το Mega, εδώ στην Αθήνα, βιάστηκε να δηλώσει ότι «η Ευρώπη πήρε βαθιά ανάσα». Σούλτς, Κάμερον και Μπαρόζο έσπευσαν να το επιβεβαιώσουν. Αν βασιστούμε πάντως σε έρευνες όπως αυτή που διεξήγαγε η Ipsos Mori, μαθαίνουμε ότι τις τελευταίες ώρες, το “Ναι” εξασφάλιζε προβάδισμα της τάξης του 73% έναντι 27% στις ηλικίες μεταξύ 25 και 34 ετών, ενώ αντιστρόφως ανάλογο ήταν το ποσοστό υπέρ του “Όχι” στις ηλικίες άνω των 55 ετών. Στην ίδια έρευνα οι 6 στους 10 ψηφοφόρους του “Όχι” κινητοποιούνταν από το φόβο για τις συνέπειες της απόσχισης, ενώ 8 στους 10 που τάσσονταν υπέρ του “Ναι”, κινητοποιούνταν από την “ελπίδα”.
Ο φόβος υπερίσχυσε της ελπίδας λοιπόν; Δεν θα δυσκολευόμασταν να το πιστέψουμε. Είναι και αυτό ένα σημάδι (ακόμη τουλάχιστον) της μηχανικής με την οποία επιχειρούν να κρατήσουν το προβάδισμα οι κυρίαρχες πολιτικές αυτές τις μέρες όχι μόνο στη Σκωτία αλλά σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ποιοι όμως είναι οι ισχυροί της Βρετανίας, για ποιους λόγους και με ποιον τρόπο φοβήθηκαν τόσο πολύ μια θετική απάντηση στο ερώτημα του σκωτσέζικου δημοψηφίσματος; Γιατί τους συνέδραμαν με αποφασιστικό τρόπο οι διεθνείς κύκλοι της παγκόσμιας οικονομικής κυριαρχίας; Έχουν γλιτώσει ολοκληρωτικά από τον κίνδυνο; Εν πολλοίς για να απαντήσουμε, μεταφράσαμε και επιμεληθήκαμε το άρθρο του Chris Bambery στο περιοδικό Jacobin που γράφτηκε λίγο πριν ανοίξουν οι κάλπες στην Σκωτία. Μαζί με απαραίτητες προσαρμογές και δικά μας πρόσθετα σχόλια.
Οι βρετανικές ελιτ είχαν όντως λόγους να φοβούνται την ανεξαρτησία της Σκωτίας
Όταν μία δημοσκόπηση έδωσε πρόβλεψη για ένα ισχνό προβάδισμα του ΝΑΙ δύο εβδομάδες πριν από τη ψηφοφορία, η αντίδραση στους κυρίαρχους κύκλους, ήταν αυτή του πανικού. Υπήρξαν παρεμβάσεις που ζητούσαν να βγει στο προσκήνιο της συζήτησης η βασίλισσα υπέρ της παραμονής της Ένωσης (νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα όντως «έσπασε τη σιωπή της» λέγοντας ότι ελπίζει οι ψηφοφόροι να σκεφτούν ιδιαιτέρως σοβαρά το μέλλον τους») αλλά και να προστρέξουν και οι τρεις ηγέτες των μεγάλων βρετανικών κομμάτων στη Σκωτία ώστε να υποστηρίξουν την υπόθεση της Ένωσης.
Τα μέσα ενημέρωσης του Λονδίνου τα οποία κατά βάση τοποθετούνται με δηλητηριώδη τρόπο ενάντια στην ανεξαρτησία, ονόμασαν την παρουσία τους στην Σκωτία μεταφορικά ως «βόμβα αγάπης». Βέβαια μόλις γύρισαν πίσω στο Λονδίνο, ο βομβαρδισμός αγάπης έδωσε τη θέση του σε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με την επιχείρηση «σοκ και δέος». (το όνομα της στρατιωτικής βομβαρδιστικής επιχείρησης των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στον πόλεμο του Ιράκ).
Ο επιχειρηματικός κόσμος της Βρετανίας εξαπέλυσε ένα μπαράζ ιστοριών τρόμου οι οποίες απειλούσε ότι θα γίνουν πραγματικότητα στο βαθμό που οι ανίσχυροι Σκωτσέζοι τολμήσουν να ψηφίσουν υπέρ της ανεξαρτησίας. Οι κορυφαίοι παράγοντες των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ απείλησαν ότι α αυξήσουν τις τιμές στα τρόφιμα. Οι μεγάλες τράπεζες που βρίσκονται εγκατεστημένες στο Εδιμβούργο απείλησαν ότι πιθανόν να εγκαταλείψουν τη Σκωτία για χάρη του Λονδίνου, κάτι που θα οδηγούσε σε καταστροφική απώλεια θέσεων εργασίας.
Αυτή είναι μια υπενθύμιση ότι όταν τα πράγματα δεν πηγαίνει όπως τα θέλει, η κυρίαρχη τάξη αποδεικνύεται αδίστακτη, χρησιμοποιώντας κάθε όπλο που υπάρχει στο οπλοστάσιό τους ώστε να επιτύχει το επιθυμητό για αυτή αποτέλεσμα. Σε μια τέτοια περίπτωση η πιθανότητα μιας ανεξάρτητης Σκωτίας μόλις και μετά βίας συγκρίνεται με τη Βενεζουέλα του Chavez , ως αγκάθι στο πόδι του διεθνούς ιμπεριαλισμού (η σύγκριση δεν είναι του συγγραφέα αλλά της συντηρητικής εφημερίδας Daily Telegraph). Αλλά όταν ταράζονται οι κυβερνήτες μας δεν παίζουν με τους κανόνες του παιχνιδιού που απαιτούν από εμάς να τηρούμε.
Γιατί όμως αυτό το επίπεδο υστερίας; Ο ένας λόγος είναι ότι οι πολιτικοί, χρηματοπιστωτικοί, εταιρικοί και στρατιωτικοί ηγέτες είχαν εφησυχάσει ότι το αποτέλεσμα κινούνταν γύρω στο 60 – 40 υπέρ του ΟΧΙ, μου είπε ένας πρώην συντηρητικός υπουργός. Τίποτα δεν φανερώνει λοιπόν ότι αυτοί οι απόστολοι του νεοφιλελευθερισμού είχαν υπ’ όψιν τους έστω και ελάχιστα το κλίμα στους δρόμους της Σκωτίας ή οπουδήποτε αλλού υπήρχε σημασία. Το BBC πληροφόρησε ότι όλα βαίνουν καλώς, οι υπουργοί της κυβέρνησης επανέλαβαν ως ηχώ τα ίδια λόγια και το City του Λονδίνου έπεσε για ύπνο ευχαριστημένο, μόνο που ξαφνικά όλα πήγαν άσχημα.
Υπήρχε επίσης ακόμη κάτι παραπάνω από ένας μύθος, η ταξική αντιπαράθεση, επειδή οι δημοσκοπήσεις έδειχναν υποστήριξη στην ανεξαρτησία σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό εντός της εργατικής τάξης και ότι οι μεγάλες πόλεις (Γλασκώβη, Άμπερντιν, Νταντί) θα ψηφίσουν ΝΑΙ δημιουργώντας τον φόβο ότι οι πληβείοι μπορεί και να τίθενται εκτός ελέγχου.
Η Σκωτία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για τους κυρίαρχους βρετανικούς επιχειρηματικούς κύκλους. Ένα σημαντικό κομμάτι της βρίσκεται μάλιστα εκεί – ή όπως πρωθυπουργός David Cameron ψάχνει την οικογένειά της εκεί. Σε ένα πιο προσωπικό επίπεδο η βασίλισσα περνάει εκεί κάθε χρόνο το φθινόπωρό της στο βασιλικό κάστρο στα Cairngorm Mountains, ενώ ο ίδιος ο Cameron πηγαίνει για κυνήγι ελαφιού στο κτήμα του πατριού της γυναίκας του στο νησί Islay.
Είναι σημαντικό να ξέρει κανείς την ιστορία ανάμεσα στη Σκωτία και την Αγγλία. Η ένωση του σκωτσέζικου και του αγγλικού κοινοβουλίου έλαβε χώρα το 1707, κάτι το οποίο δημιούργησε στην ουσία το βρετανικό κράτος και έδωσε σε αυτό το νέο κράτος με κρίσιμο τρόπο τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε παγκόσμιο ηγεμόνα, μια θέση που κέρδισε έναντι του Ναπολέοντα στις θάλασσες και τη μάχη του Trafalgar το 1805 και μια δεκαετία αργότερα στη μάχη του Waterllo (Βατερλώ). Η Πράξη της Ένωση (Act of Union) έλαβε χώρα στο φόντο του μόνιμου πολέμου με τη Γαλλία.
Το νέο κράτος ήταν δυνατότερο από τους αντιπάλους του, ειδικά μετά από τότε που αναγκάστηκε να εξαλείψει την φεουδαρχία στη Σκωτία. Όταν μια μειοψηφία της παλιάς αριστοκρατίας επιχείρησε να αποκαταστήσει τον καθολικό Οίκο των Stewart στο μοναρχικό θρόνο. Η καπιταλιστική έκρηξη στη Σκωτία ήρθε με ξαφνικό τρόπο μετά από την ήττα των υποστηρικτών των Stewart στο Culloden το 1746. Το Εδιμβούργο μεταμορφώθηκε με την κατασκευή ενός κλασσικού τύπου αστικό κέντρο, έδρα του σκωτσέζικου Διαφωτισμού, ενώ σαράντα χιλιόμετρα μακριά στην απέναντι ακτή η Γλασκώβη έγινε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές πόλεις της Αυτοκρατορίας.
Η εκβιομηχάνιση ξεπήδησε μέσα από την δημιουργία της μεγαλύτερης αγοράς στον κόσμο, της Μεγάλης Βρετανίας και των αποικιών της. Η σκωτσέζικη άρχουσα τάξη έλαβε μέρος στην Αυτοκρατορία με κέφι, όχι ως ο φτωχός συγγενής των Άγγλων ξαδέρφων αλλά ως ηγέτιδα δύναμη συνεργασίας (όπως στην Ινδία για παράδειγμα). Ενώ ολοένα και περισσότεροι φτωχοί αγρότες σχημάτιζαν σκωτσέζικα συντάγματα πάνω στα οποία βασίστηκε η βρετανική στρατιωτική δύναμη.
Η θέση της Σκωτίας εντός της Βρετανίας ήταν πάντοτε ξεχωριστή βέβαια, με τα χώρα να διατηρεί διαφορετική κρατική θρησκεία, εκπαίδευση και νομικό σύστημα. Μέχρι το 1914 οι Σκωτσέζοι μπορούσαν να διατηρούν την ξεχωριστή εθνική τους ταυτότητα εντός της ευρύτερης βρετανικής. Η οποία βασιζόταν στον καλβινισμό, τον μιλιταρισμό και την υπεράσπιση της Αυτοκρατορίας.
Όταν τελείωσε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο σκωτσέζικος καπιταλισμός , με την έννοια του κεφαλαίου αμιγώς σκωτσέζικης καταγωγής, εξοντώθηκε. Οι αγγλικές τράπεζες και εταιρίες κατάπιαν τις αντίστοιχες, ομόλογες σκωτσέζικες. Και ακόμη και τότε η βρετανική οικονομία μόλις και μετά βίας βγήκε αλώβητη. Καθυστερούσε έναντι των αντιπάλων της ενώ οι παλιοί συνδετικοί της κρίκοι βρίσκονταν σε ανηλεή ανταγωνισμό.
Το σημερινό Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP), που σχηματίστηκε το 1934, στην πραγματικότητα ένωσε δύο ξεχωριστές ομάδες. Η πρώτη αποτελούνταν από υποστηρικτές του Εργατικού κόμματος, αποξενωμένους από την απόρριψη του κόμματος στη μακρόχρονη απαίτηση για ένα ξεχωριστό σκωτσέζικο κοινοβούλιο και τους συντηρητικούς της Γλασκώβης που ανησυχούσαν ότι οι σκωτσέζικες ανώτερες τάξεις θα πιέζονταν ασφυκτικά.
Μέχρι τη δεκαετία του 1960 το SNP παρέμενε σχετικά αδιάφορο. Αυτό που άλλαξε την πορεία του όταν η διαρκής και αδιάκοπη παρακμή της Βρετανίας που δεν θύμιζε πια την Αυτοκρατορία. Η Σκωτία που βασιζόταν ακόμη στις παλιές μεγάλες βιομηχανίες της υπέφερε αρκετά με υψηλά ποσοστά ανεργίας και μετανάστευσης.
Η κυβέρνηση των Εργατικών του 1945 – 1951 δημιούργησε το κράτος πρόνοιας και οι επόμενες κυβερνήσεις έδωσαν επιχορηγήσεις σε αμερικάνικες εταιρίες ώστε να κατασκευάσουν εργοστάσια στη Σκωτία, αλλά η αίσθηση της φθοράς, ειδικά στις βιομηχανικές περιοχές, ήταν ισχυρή. Το 1967 το SNP ποντάροντας στη δυσαρέσκεια προς το την κυβέρνηση των Εργατικών πέτυχε μια πρώτη νίκη στις βουλευτικές εκλογές.
Αλλά η αληθινή έκρηξη έγινε το 1974 εν μέσω της παγκόσμιας ύφεσης και της απώλειας της στήριξης σε Συντηρητικοί και Εργατικούς. Η ανακάλυψη του πετρελαίου στη Βόρεια Θάλασσα οδήγησε το SNP να δηλώσει ότι αυτό είναι «το πετρέλαιο της Σκωτίας » κερδίζοντας έντεκα κοινοβουλευτικές έδρες στο Westminster και ψηφοφόρους και των δύο κομμάτων.
Αυτή η επιτυχία πάντως φάνηκε να εξατμίζεται μετά το δημοψήφισμα του 1979 που αφορούσε τη δημιουργία σκωτσέζικου κοινοβουλίου και στο οποίο δεν υπήρξε η απαραίτητη θετική πλειοψηφία για να υπάρξει τέτοιος θεσμός. Η Margaret Thatcher ανέλαβε τα καθήκοντά της την ίδια χρονιά σηματοδοτώντας μια πλήρη αλλαγή πλεύσης στην Αγγλική πολιτική.
Η απάντηση στο γιατί η Σκωτία έφτασε πολύ κοντά αυτή τη φορά στο να κερδίσει την ανεξαρτησία της, οφείλεται εν πολλοίς στο ότι της έδωσε αυτό το δικαίωμα η ίδια η Βρετανία και η πολιτική της. Είναι η ίδια η Βρετανία που κινδυνεύει να χάσει τη Σκωτία και το πρώτο κεφάλαιο αυτής της ήττας αφορά τα όσα έγιναν στη θατσερική περίοδο. Το κόμμα της Thatcher τότε ήταν ισχνή μειοψηφία στη Σκωτία και συρρικνώνονταν διαρκώς κατά τη διάρκεια της θητείας της.
Η βρετανική εργατική τάξη αντιστάθηκε σθεναρά στην επίθεσή της αλλά ηττήθηκε. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1980, οι σκωτσέζοι εργάτες άρχισαν να υιοθετούν πιο σθεναρά τη σκωτσέζικη ταυτότητα ως ένδειξη αντίστασης στην κυριαρχία των συντηρητικών και επανήλθαν στην υποστήριξη του σκωτσέζικου κοινοβουλίου ως μια δυνατή ασπίδα ενάντια στις ακρότητες του θατσερισμού.
Το δεύτερο κεφάλαιο γράφτηκε στο φόντο της διακυβέρνησης του Tony Blair και των Νέων Εργατικών, που ξεκίνησε το 1997. Είναι δύσκολο να θυμηθούμε τις μεγάλες ελπίδες που συνόδευσαν αυτή την νίκη, επειδή θάφτηκαν τα επόμενα χρόνια από την αμείλικτη νεοφιλελεύθερη πολιτική και την καταστροφή του πολέμου στο Ιράκ.
Ο Blair όμως, όχι και στην καλύτερη απόφαση που έχει πάρει, όπως του καταλογίζουν, συμφώνησε στη δημιουργία ενός σκωτσέζικου κοινοβουλίου. Οι Σκωτσέζοι σε αυτή τη νέα βάση άρχισαν να βλέπουν το κοινοβούλιο σαν έναν τρόπο διαφυγής από το εθισμένο στις πολιτικές του πολέμου και της ελεύθερης αγοράς Ηνωμένο Βασίλειο. Προτιμούσαν την παλιά σοσιαλδημοκρατία από όλα όσα οι Νέοι Εργατικοί προωθούσαν.
Ο Neil Davidson έγραψε πρόσφατα σχετικά με την τρέχουσα εκστρατεία για το δημοψήφισμα, ότι κάποιος που ψηφίζει υπέρ της ανεξαρτησίας δεν το κάνει για εθνικιστικούς λόγους αλλά δίνοντας προτεραιότητα στην ευημερία έναντι της οικονομίας των αγορών, επιδιώκοντας ικανοποιητικές θέσεις εργασίας και προστασία των υπηρεσιών καθώς και την απομάκρυνση των πυραύλων Trident από τη σκωτσέζικη βάση τους.
Έτσι λοιπόν μπορούμε να επιστρέψουμε στο γιατί η Μεγάλη Βρετανία και οι διεθνείς σύμμαχοί τους όπως οι ΗΠΑ δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την ιδέα της ανεξάρτητης Σκωτίας.
«Η Βρετανία χρειάζεται τη Σκωτία» τονίζει ο συντηρητικός πρώην πρωθυπουργός John Major, σημειώνοντας ότι το Βασίλειο θα αποδυναμωθεί στη διεθνή σκηνή στο βαθμό που η Σκωτία πει ναι στην ανεξαρτησία. Κάθε μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών έχει πυρηνικά λέει ο Major, έτσι αν οι Βρετανοί χάσουν το δικό τους θα θέσουν σε κίνδυνο τη θέση τους. Και αυτή η θέση είναι ένα πολύ σημαντικό τοτέμ, ένα σύμβολο της συνεχιζόμενης βρετανικής κυριαρχίας για την άρχουσα τάξη της.
Αξίζει να εξετάσει κανείς τη θέση της Βρετανίας στον κόσμο. Παρά την αναπόφευκτη παρακμή της, εξακολουθεί να είναι μια ισχυρή δύναμη. Και το City του Λονδίνου αποτελεί μαζί με την Wall Street το παγκόσμιο οικονομικό κέντρο. Είναι δουλικά εθισμένο στην συμμαχία της με τις ΗΠΑ, ακολουθώντας τη με ζήλο από (στρατιωτική) περιπέτεια σε περιπέτεια. Όπως φαίνεται και από την GCHQ (Government Communications Headquarters, η υπηρεσία πληροφοριών της Βρετανίας που λειτουργεί συντονιστικά με τις υπόλοιπες υπηρεσίες JIC, ΜΙ6, MI5 και DI) που όπως αποκάλυψε ο Edward Snowden δουλεύει στενά σε συνεργασία με την αμερικάνικη NSA υποκλέπτοντας τηλεφωνικές κλήσεις, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, tweets μας, και πολλά άλλα. Την ίδια στιγμή ο Obama καλούσε για μια αρνητική ψήφο στο δημοψήφισμα, ενώ το Πεντάγωνο είχε εκφράσει σαφή ανησυχία για την Βρετανική εξουσία αν η Σκωτία ανεξαρτητοποιηθεί.
Ο επιχειρηματικός κόσμος της Βρετανίας δεν επιθυμεί την περαιτέρω αποδυνάμωση της βρετανικής κυριαρχίας. Αναπολεί με συγκίνηση το 1982 όταν η Thatcher διεκδίκησε τα Falkland από την Αργεντινή και κέρδισε. Η καπιταλιστική τάξη χρειάζεται το (ισχυρό) κράτος και η σκωτσέζικη ανεξαρτησία απειλεί να το αποδυναμώσει. Επίσης, δεν θέλει καμία απόκλιση από το νεοφιλελεύθερο πρότυπο και τη φιλο-αμερικανική εξωτερική πολιτική. Στη Σκωτία, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι δωρεάν, όπως και οι συνταγές για την υγεία. Ενώ οι σκωτσέζοι συνταξιούχοι παίρνουν καλύτερη σύνταξη από τους υπόλοιπους Βρετανούς ομολόγους τους. Το SNP τάχθηκε ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ (αλλά όχι και σε αυτόν στο Αφγανιστάν), και τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους υποστήριξε τους Παλαιστίνιους σε αντίθεση με την κυβέρνηση Κάμερον που στήριξε το Ισραήλ και την επίθεσή του στη Γάζα.
Τι μπορούν να σκεφτούν οι αντικαπιταλιστές του υπόλοιπου κόσμου για όλα αυτά; Ιστορικά δύσκολα μπορεί κάποιος να βρει κάποιο πρόβλημα ανά την υφήλιο στο οποίο να μην έχει μπλεχτεί η Βρετανία. Από το Cork μέχρι την Καλκούτα υπάρχουν πολλοί λίγοι που θα χύσουν έστω κι ένα δάκρυ πάνω από τη διάλυση του Βρετανικού κράτους. Υπό μία τέτοια έννοια η διάλυση της Βρετανίας θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός για ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Επιπλέον το θέαμα της επιχειρηματικής Βρετανίας κατά τη διάρκεια του αγώνα της, με απειλές και ταυτόχρονα καλοπιάσματα προς τους Σκωτσέζους ψηφοφόρους, όπως και η υποστήριξη που έλαβε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τη Goldman Sachs, την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τη Deutsche Bank, μπορεί να δείχνει αρκετά πειστικά ποια μεριά του ερωτήματος μπορεί να αναταράξει (ίσως ελάχιστα αλλά αισθητά) την παγκόσμια ελίτ.
Το δημοψήφισμα πάντως έγινε. Και ο κύβος ερίφθη. Το θέμα όμως δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί κλεισμένο. Κι αυτό όχι τόσο στη βάση των δηλώσεων που ο ηγέτης του σκωτσέζικου SNP, Alex Salmon, έσπευσε να κάνει αναγνωρίζοντας την ήττα στο δημοψήφισμα («ο λαός αποφάσισε στην παρούσα φάση να μην ανεξαρτητοποιηθεί η Σκωτία), αλλά περισσότερο γιατί οι πολιτικές λιτότητας στη Βρετανία φαίνεται να εντείνονται, τα σύννεφα του πολέμου να πυκνώνουν ( ο Κάμερον πρόσφατα δήλωνε ότι θα ήταν ανοιχτός σε αποστολή ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία) και αναπόφευκτα για τις βιομηχανικές περιοχές της Σκωτίας κομμάτι της απάντησης σε όλα αυτά θα παραμείνει και η πιθανότητα ενός νέου μικρότερου, απαλλαγμένου από τη Βρετανική κυριαρχία, κράτους…
Επιμέλεια – μετάφραση: Κώστας Φουρίκος
Όταν μία δημοσκόπηση έδωσε πρόβλεψη για ένα ισχνό προβάδισμα του ΝΑΙ δύο εβδομάδες πριν από τη ψηφοφορία, η αντίδραση στους κυρίαρχους κύκλους, ήταν αυτή του πανικού. Υπήρξαν παρεμβάσεις που ζητούσαν να βγει στο προσκήνιο της συζήτησης η βασίλισσα υπέρ της παραμονής της Ένωσης (νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα όντως «έσπασε τη σιωπή της» λέγοντας ότι ελπίζει οι ψηφοφόροι να σκεφτούν ιδιαιτέρως σοβαρά το μέλλον τους») αλλά και να προστρέξουν και οι τρεις ηγέτες των μεγάλων βρετανικών κομμάτων στη Σκωτία ώστε να υποστηρίξουν την υπόθεση της Ένωσης.
Τα μέσα ενημέρωσης του Λονδίνου τα οποία κατά βάση τοποθετούνται με δηλητηριώδη τρόπο ενάντια στην ανεξαρτησία, ονόμασαν την παρουσία τους στην Σκωτία μεταφορικά ως «βόμβα αγάπης». Βέβαια μόλις γύρισαν πίσω στο Λονδίνο, ο βομβαρδισμός αγάπης έδωσε τη θέση του σε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με την επιχείρηση «σοκ και δέος». (το όνομα της στρατιωτικής βομβαρδιστικής επιχείρησης των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στον πόλεμο του Ιράκ).
Ο επιχειρηματικός κόσμος της Βρετανίας εξαπέλυσε ένα μπαράζ ιστοριών τρόμου οι οποίες απειλούσε ότι θα γίνουν πραγματικότητα στο βαθμό που οι ανίσχυροι Σκωτσέζοι τολμήσουν να ψηφίσουν υπέρ της ανεξαρτησίας. Οι κορυφαίοι παράγοντες των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ απείλησαν ότι α αυξήσουν τις τιμές στα τρόφιμα. Οι μεγάλες τράπεζες που βρίσκονται εγκατεστημένες στο Εδιμβούργο απείλησαν ότι πιθανόν να εγκαταλείψουν τη Σκωτία για χάρη του Λονδίνου, κάτι που θα οδηγούσε σε καταστροφική απώλεια θέσεων εργασίας.
Αυτή είναι μια υπενθύμιση ότι όταν τα πράγματα δεν πηγαίνει όπως τα θέλει, η κυρίαρχη τάξη αποδεικνύεται αδίστακτη, χρησιμοποιώντας κάθε όπλο που υπάρχει στο οπλοστάσιό τους ώστε να επιτύχει το επιθυμητό για αυτή αποτέλεσμα. Σε μια τέτοια περίπτωση η πιθανότητα μιας ανεξάρτητης Σκωτίας μόλις και μετά βίας συγκρίνεται με τη Βενεζουέλα του Chavez , ως αγκάθι στο πόδι του διεθνούς ιμπεριαλισμού (η σύγκριση δεν είναι του συγγραφέα αλλά της συντηρητικής εφημερίδας Daily Telegraph). Αλλά όταν ταράζονται οι κυβερνήτες μας δεν παίζουν με τους κανόνες του παιχνιδιού που απαιτούν από εμάς να τηρούμε.
Γιατί όμως αυτό το επίπεδο υστερίας; Ο ένας λόγος είναι ότι οι πολιτικοί, χρηματοπιστωτικοί, εταιρικοί και στρατιωτικοί ηγέτες είχαν εφησυχάσει ότι το αποτέλεσμα κινούνταν γύρω στο 60 – 40 υπέρ του ΟΧΙ, μου είπε ένας πρώην συντηρητικός υπουργός. Τίποτα δεν φανερώνει λοιπόν ότι αυτοί οι απόστολοι του νεοφιλελευθερισμού είχαν υπ’ όψιν τους έστω και ελάχιστα το κλίμα στους δρόμους της Σκωτίας ή οπουδήποτε αλλού υπήρχε σημασία. Το BBC πληροφόρησε ότι όλα βαίνουν καλώς, οι υπουργοί της κυβέρνησης επανέλαβαν ως ηχώ τα ίδια λόγια και το City του Λονδίνου έπεσε για ύπνο ευχαριστημένο, μόνο που ξαφνικά όλα πήγαν άσχημα.
Υπήρχε επίσης ακόμη κάτι παραπάνω από ένας μύθος, η ταξική αντιπαράθεση, επειδή οι δημοσκοπήσεις έδειχναν υποστήριξη στην ανεξαρτησία σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό εντός της εργατικής τάξης και ότι οι μεγάλες πόλεις (Γλασκώβη, Άμπερντιν, Νταντί) θα ψηφίσουν ΝΑΙ δημιουργώντας τον φόβο ότι οι πληβείοι μπορεί και να τίθενται εκτός ελέγχου.
Η Σκωτία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο για τους κυρίαρχους βρετανικούς επιχειρηματικούς κύκλους. Ένα σημαντικό κομμάτι της βρίσκεται μάλιστα εκεί – ή όπως πρωθυπουργός David Cameron ψάχνει την οικογένειά της εκεί. Σε ένα πιο προσωπικό επίπεδο η βασίλισσα περνάει εκεί κάθε χρόνο το φθινόπωρό της στο βασιλικό κάστρο στα Cairngorm Mountains, ενώ ο ίδιος ο Cameron πηγαίνει για κυνήγι ελαφιού στο κτήμα του πατριού της γυναίκας του στο νησί Islay.
Είναι σημαντικό να ξέρει κανείς την ιστορία ανάμεσα στη Σκωτία και την Αγγλία. Η ένωση του σκωτσέζικου και του αγγλικού κοινοβουλίου έλαβε χώρα το 1707, κάτι το οποίο δημιούργησε στην ουσία το βρετανικό κράτος και έδωσε σε αυτό το νέο κράτος με κρίσιμο τρόπο τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε παγκόσμιο ηγεμόνα, μια θέση που κέρδισε έναντι του Ναπολέοντα στις θάλασσες και τη μάχη του Trafalgar το 1805 και μια δεκαετία αργότερα στη μάχη του Waterllo (Βατερλώ). Η Πράξη της Ένωση (Act of Union) έλαβε χώρα στο φόντο του μόνιμου πολέμου με τη Γαλλία.
Το νέο κράτος ήταν δυνατότερο από τους αντιπάλους του, ειδικά μετά από τότε που αναγκάστηκε να εξαλείψει την φεουδαρχία στη Σκωτία. Όταν μια μειοψηφία της παλιάς αριστοκρατίας επιχείρησε να αποκαταστήσει τον καθολικό Οίκο των Stewart στο μοναρχικό θρόνο. Η καπιταλιστική έκρηξη στη Σκωτία ήρθε με ξαφνικό τρόπο μετά από την ήττα των υποστηρικτών των Stewart στο Culloden το 1746. Το Εδιμβούργο μεταμορφώθηκε με την κατασκευή ενός κλασσικού τύπου αστικό κέντρο, έδρα του σκωτσέζικου Διαφωτισμού, ενώ σαράντα χιλιόμετρα μακριά στην απέναντι ακτή η Γλασκώβη έγινε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές πόλεις της Αυτοκρατορίας.
Η εκβιομηχάνιση ξεπήδησε μέσα από την δημιουργία της μεγαλύτερης αγοράς στον κόσμο, της Μεγάλης Βρετανίας και των αποικιών της. Η σκωτσέζικη άρχουσα τάξη έλαβε μέρος στην Αυτοκρατορία με κέφι, όχι ως ο φτωχός συγγενής των Άγγλων ξαδέρφων αλλά ως ηγέτιδα δύναμη συνεργασίας (όπως στην Ινδία για παράδειγμα). Ενώ ολοένα και περισσότεροι φτωχοί αγρότες σχημάτιζαν σκωτσέζικα συντάγματα πάνω στα οποία βασίστηκε η βρετανική στρατιωτική δύναμη.
Η θέση της Σκωτίας εντός της Βρετανίας ήταν πάντοτε ξεχωριστή βέβαια, με τα χώρα να διατηρεί διαφορετική κρατική θρησκεία, εκπαίδευση και νομικό σύστημα. Μέχρι το 1914 οι Σκωτσέζοι μπορούσαν να διατηρούν την ξεχωριστή εθνική τους ταυτότητα εντός της ευρύτερης βρετανικής. Η οποία βασιζόταν στον καλβινισμό, τον μιλιταρισμό και την υπεράσπιση της Αυτοκρατορίας.
Όταν τελείωσε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο σκωτσέζικος καπιταλισμός , με την έννοια του κεφαλαίου αμιγώς σκωτσέζικης καταγωγής, εξοντώθηκε. Οι αγγλικές τράπεζες και εταιρίες κατάπιαν τις αντίστοιχες, ομόλογες σκωτσέζικες. Και ακόμη και τότε η βρετανική οικονομία μόλις και μετά βίας βγήκε αλώβητη. Καθυστερούσε έναντι των αντιπάλων της ενώ οι παλιοί συνδετικοί της κρίκοι βρίσκονταν σε ανηλεή ανταγωνισμό.
Το σημερινό Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP), που σχηματίστηκε το 1934, στην πραγματικότητα ένωσε δύο ξεχωριστές ομάδες. Η πρώτη αποτελούνταν από υποστηρικτές του Εργατικού κόμματος, αποξενωμένους από την απόρριψη του κόμματος στη μακρόχρονη απαίτηση για ένα ξεχωριστό σκωτσέζικο κοινοβούλιο και τους συντηρητικούς της Γλασκώβης που ανησυχούσαν ότι οι σκωτσέζικες ανώτερες τάξεις θα πιέζονταν ασφυκτικά.
Μέχρι τη δεκαετία του 1960 το SNP παρέμενε σχετικά αδιάφορο. Αυτό που άλλαξε την πορεία του όταν η διαρκής και αδιάκοπη παρακμή της Βρετανίας που δεν θύμιζε πια την Αυτοκρατορία. Η Σκωτία που βασιζόταν ακόμη στις παλιές μεγάλες βιομηχανίες της υπέφερε αρκετά με υψηλά ποσοστά ανεργίας και μετανάστευσης.
Η κυβέρνηση των Εργατικών του 1945 – 1951 δημιούργησε το κράτος πρόνοιας και οι επόμενες κυβερνήσεις έδωσαν επιχορηγήσεις σε αμερικάνικες εταιρίες ώστε να κατασκευάσουν εργοστάσια στη Σκωτία, αλλά η αίσθηση της φθοράς, ειδικά στις βιομηχανικές περιοχές, ήταν ισχυρή. Το 1967 το SNP ποντάροντας στη δυσαρέσκεια προς το την κυβέρνηση των Εργατικών πέτυχε μια πρώτη νίκη στις βουλευτικές εκλογές.
Αλλά η αληθινή έκρηξη έγινε το 1974 εν μέσω της παγκόσμιας ύφεσης και της απώλειας της στήριξης σε Συντηρητικοί και Εργατικούς. Η ανακάλυψη του πετρελαίου στη Βόρεια Θάλασσα οδήγησε το SNP να δηλώσει ότι αυτό είναι «το πετρέλαιο της Σκωτίας » κερδίζοντας έντεκα κοινοβουλευτικές έδρες στο Westminster και ψηφοφόρους και των δύο κομμάτων.
Αυτή η επιτυχία πάντως φάνηκε να εξατμίζεται μετά το δημοψήφισμα του 1979 που αφορούσε τη δημιουργία σκωτσέζικου κοινοβουλίου και στο οποίο δεν υπήρξε η απαραίτητη θετική πλειοψηφία για να υπάρξει τέτοιος θεσμός. Η Margaret Thatcher ανέλαβε τα καθήκοντά της την ίδια χρονιά σηματοδοτώντας μια πλήρη αλλαγή πλεύσης στην Αγγλική πολιτική.
Η απάντηση στο γιατί η Σκωτία έφτασε πολύ κοντά αυτή τη φορά στο να κερδίσει την ανεξαρτησία της, οφείλεται εν πολλοίς στο ότι της έδωσε αυτό το δικαίωμα η ίδια η Βρετανία και η πολιτική της. Είναι η ίδια η Βρετανία που κινδυνεύει να χάσει τη Σκωτία και το πρώτο κεφάλαιο αυτής της ήττας αφορά τα όσα έγιναν στη θατσερική περίοδο. Το κόμμα της Thatcher τότε ήταν ισχνή μειοψηφία στη Σκωτία και συρρικνώνονταν διαρκώς κατά τη διάρκεια της θητείας της.
Η βρετανική εργατική τάξη αντιστάθηκε σθεναρά στην επίθεσή της αλλά ηττήθηκε. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1980, οι σκωτσέζοι εργάτες άρχισαν να υιοθετούν πιο σθεναρά τη σκωτσέζικη ταυτότητα ως ένδειξη αντίστασης στην κυριαρχία των συντηρητικών και επανήλθαν στην υποστήριξη του σκωτσέζικου κοινοβουλίου ως μια δυνατή ασπίδα ενάντια στις ακρότητες του θατσερισμού.
Το δεύτερο κεφάλαιο γράφτηκε στο φόντο της διακυβέρνησης του Tony Blair και των Νέων Εργατικών, που ξεκίνησε το 1997. Είναι δύσκολο να θυμηθούμε τις μεγάλες ελπίδες που συνόδευσαν αυτή την νίκη, επειδή θάφτηκαν τα επόμενα χρόνια από την αμείλικτη νεοφιλελεύθερη πολιτική και την καταστροφή του πολέμου στο Ιράκ.
Ο Blair όμως, όχι και στην καλύτερη απόφαση που έχει πάρει, όπως του καταλογίζουν, συμφώνησε στη δημιουργία ενός σκωτσέζικου κοινοβουλίου. Οι Σκωτσέζοι σε αυτή τη νέα βάση άρχισαν να βλέπουν το κοινοβούλιο σαν έναν τρόπο διαφυγής από το εθισμένο στις πολιτικές του πολέμου και της ελεύθερης αγοράς Ηνωμένο Βασίλειο. Προτιμούσαν την παλιά σοσιαλδημοκρατία από όλα όσα οι Νέοι Εργατικοί προωθούσαν.
Ο Neil Davidson έγραψε πρόσφατα σχετικά με την τρέχουσα εκστρατεία για το δημοψήφισμα, ότι κάποιος που ψηφίζει υπέρ της ανεξαρτησίας δεν το κάνει για εθνικιστικούς λόγους αλλά δίνοντας προτεραιότητα στην ευημερία έναντι της οικονομίας των αγορών, επιδιώκοντας ικανοποιητικές θέσεις εργασίας και προστασία των υπηρεσιών καθώς και την απομάκρυνση των πυραύλων Trident από τη σκωτσέζικη βάση τους.
Έτσι λοιπόν μπορούμε να επιστρέψουμε στο γιατί η Μεγάλη Βρετανία και οι διεθνείς σύμμαχοί τους όπως οι ΗΠΑ δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την ιδέα της ανεξάρτητης Σκωτίας.
«Η Βρετανία χρειάζεται τη Σκωτία» τονίζει ο συντηρητικός πρώην πρωθυπουργός John Major, σημειώνοντας ότι το Βασίλειο θα αποδυναμωθεί στη διεθνή σκηνή στο βαθμό που η Σκωτία πει ναι στην ανεξαρτησία. Κάθε μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών έχει πυρηνικά λέει ο Major, έτσι αν οι Βρετανοί χάσουν το δικό τους θα θέσουν σε κίνδυνο τη θέση τους. Και αυτή η θέση είναι ένα πολύ σημαντικό τοτέμ, ένα σύμβολο της συνεχιζόμενης βρετανικής κυριαρχίας για την άρχουσα τάξη της.
Αξίζει να εξετάσει κανείς τη θέση της Βρετανίας στον κόσμο. Παρά την αναπόφευκτη παρακμή της, εξακολουθεί να είναι μια ισχυρή δύναμη. Και το City του Λονδίνου αποτελεί μαζί με την Wall Street το παγκόσμιο οικονομικό κέντρο. Είναι δουλικά εθισμένο στην συμμαχία της με τις ΗΠΑ, ακολουθώντας τη με ζήλο από (στρατιωτική) περιπέτεια σε περιπέτεια. Όπως φαίνεται και από την GCHQ (Government Communications Headquarters, η υπηρεσία πληροφοριών της Βρετανίας που λειτουργεί συντονιστικά με τις υπόλοιπες υπηρεσίες JIC, ΜΙ6, MI5 και DI) που όπως αποκάλυψε ο Edward Snowden δουλεύει στενά σε συνεργασία με την αμερικάνικη NSA υποκλέπτοντας τηλεφωνικές κλήσεις, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, tweets μας, και πολλά άλλα. Την ίδια στιγμή ο Obama καλούσε για μια αρνητική ψήφο στο δημοψήφισμα, ενώ το Πεντάγωνο είχε εκφράσει σαφή ανησυχία για την Βρετανική εξουσία αν η Σκωτία ανεξαρτητοποιηθεί.
Ο επιχειρηματικός κόσμος της Βρετανίας δεν επιθυμεί την περαιτέρω αποδυνάμωση της βρετανικής κυριαρχίας. Αναπολεί με συγκίνηση το 1982 όταν η Thatcher διεκδίκησε τα Falkland από την Αργεντινή και κέρδισε. Η καπιταλιστική τάξη χρειάζεται το (ισχυρό) κράτος και η σκωτσέζικη ανεξαρτησία απειλεί να το αποδυναμώσει. Επίσης, δεν θέλει καμία απόκλιση από το νεοφιλελεύθερο πρότυπο και τη φιλο-αμερικανική εξωτερική πολιτική. Στη Σκωτία, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι δωρεάν, όπως και οι συνταγές για την υγεία. Ενώ οι σκωτσέζοι συνταξιούχοι παίρνουν καλύτερη σύνταξη από τους υπόλοιπους Βρετανούς ομολόγους τους. Το SNP τάχθηκε ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ (αλλά όχι και σε αυτόν στο Αφγανιστάν), και τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους υποστήριξε τους Παλαιστίνιους σε αντίθεση με την κυβέρνηση Κάμερον που στήριξε το Ισραήλ και την επίθεσή του στη Γάζα.
Τι μπορούν να σκεφτούν οι αντικαπιταλιστές του υπόλοιπου κόσμου για όλα αυτά; Ιστορικά δύσκολα μπορεί κάποιος να βρει κάποιο πρόβλημα ανά την υφήλιο στο οποίο να μην έχει μπλεχτεί η Βρετανία. Από το Cork μέχρι την Καλκούτα υπάρχουν πολλοί λίγοι που θα χύσουν έστω κι ένα δάκρυ πάνω από τη διάλυση του Βρετανικού κράτους. Υπό μία τέτοια έννοια η διάλυση της Βρετανίας θα μπορούσε να αποτελέσει ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός για ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Επιπλέον το θέαμα της επιχειρηματικής Βρετανίας κατά τη διάρκεια του αγώνα της, με απειλές και ταυτόχρονα καλοπιάσματα προς τους Σκωτσέζους ψηφοφόρους, όπως και η υποστήριξη που έλαβε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τη Goldman Sachs, την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τη Deutsche Bank, μπορεί να δείχνει αρκετά πειστικά ποια μεριά του ερωτήματος μπορεί να αναταράξει (ίσως ελάχιστα αλλά αισθητά) την παγκόσμια ελίτ.
Το δημοψήφισμα πάντως έγινε. Και ο κύβος ερίφθη. Το θέμα όμως δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί κλεισμένο. Κι αυτό όχι τόσο στη βάση των δηλώσεων που ο ηγέτης του σκωτσέζικου SNP, Alex Salmon, έσπευσε να κάνει αναγνωρίζοντας την ήττα στο δημοψήφισμα («ο λαός αποφάσισε στην παρούσα φάση να μην ανεξαρτητοποιηθεί η Σκωτία), αλλά περισσότερο γιατί οι πολιτικές λιτότητας στη Βρετανία φαίνεται να εντείνονται, τα σύννεφα του πολέμου να πυκνώνουν ( ο Κάμερον πρόσφατα δήλωνε ότι θα ήταν ανοιχτός σε αποστολή ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων στην Ουκρανία) και αναπόφευκτα για τις βιομηχανικές περιοχές της Σκωτίας κομμάτι της απάντησης σε όλα αυτά θα παραμείνει και η πιθανότητα ενός νέου μικρότερου, απαλλαγμένου από τη Βρετανική κυριαρχία, κράτους…
Επιμέλεια – μετάφραση: Κώστας Φουρίκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου