Σε άρθρο του, το έγκυρο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, επιχειρεί να καταγράψει τις ρωσικές ενέργειες στον τομέα της επικοινωνίας – προπαγάνδας, καθώς οι εμπειρίες έχουν αποδείξει, ότι ακόμα και η πλέον συντριπτική στρατιωτική επικράτηση, μπορεί να αποδειχθεί «πύρρειος νίκη», εάν δεν συνοδεύεται και από την αποδοχή όσο μεγαλύτερου μέρους του διεθνούς και εσωτερικού ακροατηρίου είναι εφικτό.
Στο τέλος του κειμένου, μπορούν οι αναγνώστες να βρουν έναν… ελληνοκεντρικό σχολιασμό. Σε πολλά σημεία του δημοσιεύματος, παρά της εγκυρότητα του μέσου, είναι βέβαιο ότι θα μπορούσαν να εγερθούν σοβαρότατες ενστάσεις.
O Ιβάν Ροντιόνοφ είναι ένας Ρώσος δημοσιογράφος που ζει στο Βερολίνο. Καθισμένος στο γραφείο του στην πλατεία Πότσνταμ, κατηγορεί τα γερμανικά μέσα για τον τρόπο με τον οποίο κάλυψαν την ουκρανική κρίση, κρίση για την οποία ευθύνεται, κατά τον ίδιο, η ακροδεξιά αντίληψη του Κιέβου και όχι η Ρωσία. Ο Ροντιόνοφ υπεραμύνεται του προέδρου Πούτιν σε σημείο που ορισμένοι να τον θεωρούσαν εκπρόσωπο τύπου του Κρεμλίνου.
Πριν έναν χρόνο ίδρυσε το τηλεοπτικό πρακτορείο ειδήσεων Ruptly, με χρηματοδότηση της ρωσικής κυβέρνησης, ως θυγατρική εταιρεία του Russia Today. Φαίνεται πως το Κρεμλίνο δεν φείδεται χρημάτων για να περάσει την δική του άποψη στον υπόλοιπο κόσμο. Περίπου 110 εργαζόμενοι, από την Ισπανία, τη Βρετανία, τη Ρωσία και την Πολωνία εργάζονται στο πρακτορείο του Ροντιόνοφ.
Με την πρώτη ματιά δεν φαίνεται ότι το Ruptly είναι στην πραγματικότητα ένα δίκτυο του Κρεμλίνου. Πέραν των ομιλιών του Πούτιν, παρουσιάζει και διάφορα άλλα βίντεο. Από την ανατολική Ουκρανία όμως το Ruptly έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στην αναμετάδοση στιγμιότυπων από την Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ.
Ο Ροντιόνοφ πουλά τις εικόνες αυτές σε 14 ξένα δίκτυα, τα οποία καταβάλουν συνδρομή, ενώ έχει και άλλους 200 πελάτες, τηλεοπτικά δίκτυα από όλον τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και γερμανικά. Πουλά δε το προϊόν του σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Η σύγκρουση στην Ουκρανία διεξάγεται με σκληρές εκφράσεις, ολίγον από διπλωματία, πολύ από φυσικό αέριο, όπλα και μυστικές υπηρεσίες.
Ωστόσο το βασικότερο τελικά όπλο της Μόσχας φαίνεται πως είναι ένα φιλικά διακείμενο προς αυτή δίκτυο ΜΜΕ, διαδικτυακό, και τηλεοπτικό. Εκεί «ουδέτεροι» δημοσιογράφοι προπαγανδίζουν ανεξέλεγκτα τις θέσεις του Κρεμλίνου.
«Βρισκόμαστε στη δίνη ενός πολέμου προπαγάνδας», δηλώνει ο Άντριου Βάις, αντιπρόεδρος του αμερικανικού think tank «Carnegie Endowment for International Peace». Η προπαγάνδα, κατά τον Βάις αποτελεί βασικό εργαλείο άσκησης της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Η Μόσχα αναζητά τρόπους, μακρόπνοου, επηρεασμού της διεθνούς κοινής, ώστε να αποκτήσει πρόσβαση στις δυτικές κοινωνίες, όπως παραδέχεται η Μαργκαρίτα Σιμονιάν, αρχισυντάκτρια στο Russia Today.
Για τον σκοπό αυτό το Κρεμλίνο ξοδεύει κάθε χρόνο, περί τα 136 εκατ. δολάρια, χρηματοδοτώντας ΜΜΕ, ώστε να επηρεάσει την κοινή γνώμη στη Δύση (σ.σ. «defence-point.gr»: της Ελλάδας μη εξαιρουμένης). Έτσι εξηγείται και ο λόγος του Πούτιν προς τους Γερμανούς, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Στελέχη του Κρεμλίνου δεν κρύβουν τον ενθουσιασμό τους για την επιτυχή πολιτική «ενημέρωσης» του προέδρου Πούτιν. «Μπορεί να κερδίσαμε τον πόλεμο στη Γεωργία το 2008, όμως χάσαμε τη μάχη της προπαγάνδας κατά των ΗΠΑ και της Δύσης», δήλωσε Ρώσος αξιωματούχος. «Χάρη στο Russia Today και το διαδίκτυο αλλάζουμε τώρα τα δεδομένα».
Αν το Ruptly φιλοδοξεί να αποτελέσει πηγή εναλλακτικής ενημέρωσης έναντι του Reuters ή του Associated Press, το Russia Today έχει ήδη κατορθώσει, στα εννέα χρόνια λειτουργίας του, να ξεπεράσει ακόμα και το CNN, στην παρακολούθηση των βίντεο που «ανεβάζει» στο YouTube. Μόνο το ΒΒC αντέχει. Στη Βρετανία, αλλά και στις ΗΠΑ, το Russia Today παρακολουθείται από εκατοντάδες χιλιάδες θεατές. Με περισσότερους από 2.500 εργαζομένους, το Russia Today εκπέμπει στα ρωσικά, αγγλικά, ισπανικά και αραβικά ενώ επίκειται και η εκπομπή στα γερμανικά.
Το Ruptly και το Russia Today είναι τα πλέον εμφανή όργανα άσκησης προπαγάνδας από το Κρεμλίνο, το οποίο όμως χρησιμοποιεί και άλλες μεθόδους, λιγότερο προφανείς. Για παράδειγμα όταν στα γερμανικά ΜΜΕ καλούνται Ρώσοι ή συνεργαζόμενοι με ρωσικά μέσα δημοσιογράφοι για να μιλήσουν για την ουκρανική κρίση, οι καλεσμένοι είναι, πάντα, οι υποδεικνυόμενοι από το τμήμα προπαγάνδας του Κρεμλίνου.
Ρωσική οικονομική εφημερίδα, η οποία δεν υπάγεται στη ζώνη επιρροής του Κρεμλίνου, έγραψε ότι από την αρχή της ουκρανικής κρίσης το περιβάλλον του προέδρου Πούτιν αναζήτησε τρόπους επηρεασμού της κοινής γνώμης σε ΗΠΑ και Ευρώπη, μέσω του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Στη Γερμανία, σε καθημερινή βάση, Γερμανοί δημοσιογράφοι και διαχειριστές ιστοσελίδων πληροφόρησης, λαμβάνουν έναν όγκο πληροφοριών, προερχόμενο από ρωσικές πηγές.
Άλλες μορφές προπαγάνδας έχουν επίσης αναπτυχθεί, τελευταία. Μια από αυτές αφορά την παρουσίαση υποκλαπέντων συνομιλιών δυτικών διπλωματών ή Ουκρανών παραγόντων, οι οποίες παρουσιάζονται με τρόπο που εξυπηρετεί τα ρωσικά συμφέροντα. Είναι δεδομένο ότι οι υποκλαπείσες συνομιλίες δόθηκαν στα ρωσικά μέσα από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, ακριβώς για αυτόν τον σκοπό.
Το Κρεμλίνο επίσης εκμεταλλεύεται τα αντιαμερικανικά αισθήματα που υπάρχουν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, υποστηρίζοντας, για παράδειγμα, ότι Αμερικανοί μισθοφόροι και στρατιωτικοί σύμβουλοι έχουν αναπτυχθεί στην ανατολική Ουκρανία. Στο έργο του αυτό, το Κρεμλίνο, υποστηρίζεται, φιλότιμα, και από φωνές όπως του γερουσιαστή Μακέιν και άλλες παρόμοιες αστοχίες.
Το ότι η ρωσική προπαγάνδα αποδίδει, κατέστη εμφανές κατά την ομιλία του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Στάινμαγιερ, στο Βερολίνο, όταν δέχτηκε φραστικές επιθέσεις από αριστερούς ακτιβιστές, οι οποίοι του φώναζαν: «σταματήστε τους Ναζί στην Ουκρανία».
Η εκπορευόμενη από το Κρεμλίνο όμως προπαγάνδα δεν έχει ως μόνο στόχο την κοινή γνώμη της Δύσης, αλλά και της ίδια της Ρωσίας. Η μεγαλύτερη επιτυχία της προπαγάνδας του Πούτιν έγκειται στο γεγονός ότι έχει πείσει την πλειοψηφία των Ρώσων ότι στην Ουκρανία υπάρχουν μόνο φασίστες.
Παράλληλα οι δυτικοί, αλλά και οι Ρώσοι, μαθαίνουν ότι στην Ουκρανία συντελείται αυτή τη στιγμή «γενοκτονία», ενώ η φωτιά στην Οδησσό, που κατέκαψε ρωσόφιλους, χαρακτηρίζεται «νέο Άουσβιτς». Τα ρωσικά ΜΜΕ, αυτή τη στιγμή, ελέγχονται, σε ποσοστό 94 % από το Κρεμλίνο, άμεσα ή έμμεσα, μέσω της διοχέτευσης ελεγχόμενων ειδήσεων. Έτσι, πριν από δύο εβδομάδες, ολόκληρη η Ρωσία θρήνησε, παρακολουθώντας το βίντεο του θανάτου ενός ρωσόφωνου στην ανατολική Ουκρανία, ο οποίος όμως, στην πραγματικότητα, είχε σκοτωθεί, έναν χρόνο πριν στον Καύκασο.
Σχόλιο «defence-point.gr»:
Όσον αφορά την Ελλάδα, είναι εμφανές ότι αντίστοιχη προπαγάνδα ευημερεί, ηθελημένα ή ακόμα και αθέλητα. Ίσως η Ελλάδα να αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο, όπου η θεμιτή προσπάθεια μιας ξένης δύναμης να περάσει τις απόψεις της, έχει τέτοια διεισδυτικότητα και παρουσιάζεται από δεκάδες, στην κυριολεξία, κανάλια και ιστοχώρους, αναπαραγόμενη άκριτα, ενίοτε και όχι με αγαθό σκοπό.
Στην Ελλάδα, η ρωσική διείσδυση στηρίζεται και στον αντιαμερικανισμό που καλλιεργήθηκε έντονα τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά πέραν της γοητείας που ασκεί ο ρωσικός πολιτισμός και στο περίφημο «ομόδοξο», το οποίο, ιστορικά τεκμηριωμένα, ανασύρεται προς αξιοποίηση – υπενθύμιση όποτε εξυπηρετεί. Μέχρι και «προφητείες» επιστρατεύονται, συχνά πυκνά, για να «αποδείξουν», ότι η Ελλάδα θα σωθεί από το «ξανθό γένος».
Η Ρωσία πολύ καλά πράττει, αφού στόχος είναι η προώθηση των γεωστρατηγικών της συμφερόντων και όποιος την κατηγορεί με «ηθικά» επιχειρήματα είναι απλώς επικίνδυνα αφελής. Αυτό όμως παράλληλα, ίσως και να είναι το πραγματικό δράμα της Ελλάδας, ότι πάντα αναζητούσε σωτήρες, χωρίς να κοιτάζεται η ίδια στον καθρέπτη, αναγνωρίζοντας τα λάθη της και βαδίζοντας, με τις δικές της δυνάμεις και έντιμες συμμαχίες συγκλινόντων συμφερόντων σε τακτικό ή/και στρατηγικό επίπεδο, μπροστά.
mignatiou.com ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ via TWITTER
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου