Μαρτυρίες για τη μάχη του Στάλινγκραντ, μέσα από τα μάτια αυτών που συμμετείχαν στο κορυφαίο ιστορικό γεγονός,
που άλλαξε τον ρου του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
«Μετά το φαγητό, στις 23 Αυγούστου, άρχισε ο μαζικός
βομβαρδισμός της πόλης. Μέσα σε δύο ημέρες η πόλη είχε καταστραφεί.
Πρώτα καταστράφηκε το κέντρο της πόλης, όπου έμενα. Πήγαμε στο
καταφύγιο, τη δεύτερη μέρα το σπίτι μας δεν υπήρχε πλέον». (Από τις αναμνήσεις του κατοίκου του Στάλινγκραντ, Μπορίς Κριζανόβσκι).«23 Αυγούστου. Θαυμάσια νέα. Τα στρατεύματά μας έφτασαν στον Βόλγα και κατέλαβαν ένα τμήμα της πόλης. Οι Ρώσοι έχουν μόνο δύο επιλογές: Είτε να υποχωρήσουν προς τον Βόλγα, είτε να παραδοθούν. Στην πραγματικότητα συμβαίνει κάτι που δεν μπορούσε να φανταστεί κανείς. Στα βόρεια, ο στρατός μας καταλαμβάνει την πόλη και προχωρά προς τον Βόλγα, και νότια, οι καταδικασμένες μεραρχίες εξακολουθούν να αντιστέκονται με λύσσα. Φανατισμένοι…». (Από το ημερολόγιο του γερμανού στρατιώτη, Βίλχελμ Γκόφμαν).
«21 Σεπτεμβρίου. Χθες, δύο στρατιωτικοί ήρθαν για να πιούν, εμείς τους ρωτήσαμε: “Είναι κοντά το τέλος;”. Απάντησαν, πως δεν το γνωρίζουν, και πως καμιά πόλη δεν έχει αντέξει τόσο πολύ όσο το Στάλινγκραντ. Σήμερα, συμπληρώνονται 30 ημέρες από τον πρώτο βομβαρδισμό. 30 ημέρες που δεν έχουμε βγει από το καταφύγιο». (Από το ημερολόγιο της κατοίκου του Στάλινγκραντ, Σεραφίμα Βορόνινα).
«26 Σεπτεμβρίου. Αφ’ ότου καταλάβαμε τη σιταποθήκη, οι Ρώσοι δεν σταμάτησαν να μάχονται με το ίδιο πείσμα. Δεν φαίνονται πουθενά, έχουν εγκατασταθεί στα σπίτια και στα υπόγεια, πυροβολούν από εκεί προς κάθε κατεύθυνση, ακολουθούν μεθόδους κλεφτοπόλεμου. Οι Ρώσοι έχουν σταματήσει τελείως να παραδίνονται. Ακόμη και όταν καταφέρνουμε να πιάσουμε κάποιον αιχμάλωτο, αυτός είναι θανάσιμα τραυματισμένος και δεν μπορεί να μετακινηθεί. Το Στάλινγκραντ, είναι μια κόλαση. Τυχεροί όσοι απλώς έχουν τραυματιστεί, θα πάνε στα σπίτια τους και θα γιορτάσουν τη νίκη με τις οικογένειές τους…». (Από το ημερολόγιο του γερμανού στρατιώτη, Βίλχελμ Γκόφμαν).
«Θυμάμαι που
μου έλεγαν οι σύντροφοί μου στη Γαλλία: “Να λοιπόν που θα πάμε τώρα και
στη Ρωσία, θα δοκιμάσουμε το κρέας αρκούδας που έχουν εκεί, και τι δεν
έχουν αυτοί εκεί πέρα!”. Νόμιζαν ότι θα συνεχίσουμε να έχουμε τις ίδιες
επιτυχίες, όπως στη Γαλλία. Η τροπή όμως που πήραν τα πράγματα ήταν ένα
αληθινό σοκ για όλους μας». (Από τις αναμνήσεις του στρατιώτη πυροβολικού Χάιντς Χουν)
«25 Οκτωβρίου. Πολεμώ εδώ περισσότερο από ένα μήνα.
Εξοντώνουμε καθημερινά περί τους 100 ναζί. Θα κυνηγήσουμε τους φασίστες
ως το Στάλινγκραντ! Θα εκτελέσουμε τη διαταγή, θα υπερασπιστούμε τον
Καύκασο!».(Από γράμμα του πολιτικού μέλους, Νικολάι Ντανίλοφ).«30 Νοεμβρίου. Στέλνω κάποια σύντομα νέα μου. Η κατάστασή μας είναι πολύ σοβαρή. Οι Ρώσοι περικύκλωσαν το στρατιωτικό Σώμα, και βρισκόμαστε μέσα σε ένα τσουβάλι. Το Σάββατο δεχθήκαμε επίθεση, είχαμε πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Το αίμα έτρεχε ποτάμι. Η υποχώρηση ήταν φρικτή. Τραυματίστηκε βαριά ο διοικητής μας, δεν έχουμε πλέον ούτε έναν αξιωματικό».(Από γράμμα του υπαξιωματικού Γκέοργκ Κρίνγκερ).
«1 Δεκεμβρίου. Ο καιρός είναι απαίσιος, τα αεροπλάνα με τα εφόδια δεν πετούν, παρ’ όλα αυτά πιστεύω ότι θα πάρουμε το Στάλινγκραντ κι αν κρατήσουμε ως το Μάρτιο, τα πράγματα θα πάνε καλύτερα». (Από γράμμα γερμανού στρατιώτη).
«Ήρθε και είπε: “Αντίο λοιπόν, δεν νομίζω ότι θα μείνουμε ζωντανοί…”. Με αγκάλιασε. Κανένα φιλί. Δεν χωράνε φιλιά σε έναν αποχαιρετισμό όπως αυτός». (Από τις αναμνήσεις της ασυρματίστριας Μαρία Φαουστόβα).
«26 Δεκεμβρίου. Φάγαμε όλα τα άλογα. Θα έτρωγα και γάτα, λένε ότι το κρέας της γάτας είναι νόστιμο. Οι στρατιώτες μοιάζουν με πτώματα ή υπνοβάτες, καθώς ψάχνουν κάτι να βάλουν στο στόμα τους. Δεν προσπαθούν πλέον να φυλαχτούν από τις ρωσικές βόμβες, δεν έχουν δυνάμεις να μετακινηθούν ή να κρυφτούν». (Από το ημερολόγιο του γερμανού στρατιώτη Βίλχελμ Γκόφμαν).
«Σήμερα λόγω της γιορτής βράσαμε μια γάτα».(Από το σημειωματάριο του Βέρνερ Κλέι).
«19 Ιανουαρίου. Συνεχής είναι ο βρυχηθμός από τους κανονιοβολισμούς. Τη νύχτα 2.000 βγήκαν στους δρόμους του Στάλινγκραντ με τις ξιφολόγχες. Αποτελειώνουμε τα καθάρματα».(Από το ημερολόγιο του λοχαγού Κορνιένκο).
«24 Ιανουαρίου 1943. Αγαπητέ μου αδερφέ! Συγχώρεσέ με για τον κακό γραφικό χαρακτήρα, τα χέρια μου έχουν πάθει κρυοπαγήματα και το μυαλό μου βρίσκεται σε σύγχυση. Με ζεσταίνουν μονάχα οι αναμνήσεις της Γιούτα μου και της μικρής Μάργκο. Δεν θα καταφέρω να βγω από εδώ. Δεν θα διασπάσουμε τον κλοιό. Εδώ είμαστε ήδη όλοι νεκροί, και το γεγονός ότι δεν βρισκόμαστε ακόμη σε αποσύνθεση, οφείλεται μόνο στην παγωνιά της Ρωσίας».(Από το γράμμα του υπολοχαγού Χέλμουτ Κβαντ).
«Σου λέω “έχε γειά”, επειδή ύστερα από το σημερινό πρωινό τα πάντα θα ξεκαθαρίσουν. Δεν θα γράψω για την κατάσταση στο μέτωπο, είναι προφανές ότι αυτή βρίσκεται ολοκληρωτικά στα χέρια των Ρώσων. Το μόνο ερώτημα είναι πόσο καιρό θα αντέξουμε, ίσως μερικές ημέρες, αλλά ίσως και μερικές ώρες». (Από γράμμα γερμανού στρατιώτη).
«Πήγα στον Πάουλους, χαιρέτησα και ανέφερα ότι ήρθε τηλεγράφημα σύμφωνα με το οποίο του απονεμήθηκε ο τίτλος του στρατάρχη, και αυτός μου απάντησε: “Είμαι πλέον ο νεότερος στρατηγός στο στράτευμα και πρέπει να παραδοθώ”. Ομολογώ πως σάστισα επειδή σκεπτόμουν, όπως και ο Χίτλερ φυσικά, ότι πρόκειται να αυτοκτονήσει. Ο Πάουλους είπε: “Είμαι πιστός χριστιανός, καταδικάζω την αυτοκτονία”. Παρ’ όλο που 14 ημέρες πριν είχε πει ότι ένας αξιωματικός δεν έχει το δικαίωμα να πιαστεί αιχμάλωτος, τώρα λέει άλλα». (Από τα απομνημονεύματα του υπολοχαγού Γκέρχαρντ Χίντενλαγκ).
«2 Φεβρουαρίου 1943. Το Στάλινγκραντ έπεσε». (Από το ημερολόγιο του κροάτη λοχία Γιούριτς).
Πηγές: Kommersant, Moskovskie Novosti. / http://rbth.gr/arts/2013/02/18/edo_eimaste_idi_oloi_nekroi_20139.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου