Τρίτη, 15 Οκτωβρίου 2013
O «Βωμός του Δομίτιου Αηνοβάρδου» (περ. 42 π.Χ) |
του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Αν
και οι Καλές τέχνες στην Ρώμη αναπτύχθηκαν κάτω από την επίδραση των
Ελλήνων, εν τούτοις η αξία και η αυτοτέλεια της ρωμαϊκής τέχνης σήμερα
δεν αμφισβητείται πλέον. Στην αγαλματοποιϊα η εξάρτηση των Ρωμαίων από
τους Έλληνες είναι ολοφάνερη, γιατί οι Ρωμαίοι δεν κατάφεραν να
δημιουργήσουν νέους τύπους για τους θεούς και τη μυθολογία τους. Όμως
στην προσωπογραφία, στο ιστορικό ανάγλυφο και στην πλίνθινη
αρχιτεκτονική, υπάρχει η σφραγίδα του ρωμαϊκού πνεύματος. Το
σημαντικότερο ίσως επίτευγμα των Ρωμαίων ήταν τα δημόσια έργα, και η
οδοποιϊα, τα υδραγωγεία, τα δημόσια λουτρά και οι αψίδες θριάμβου. Το
πιο σπουδαίο στοιχείο της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής ήταν η χρήση των
αψίδων και η απαράμιλλη ικανότητα στην τεχνική της κατασκευής θολωτής
στέγης (Πάνθεον)[1].
«Σαρκοφάγος» του Βατικανού από τον τάφο των Σκιπιώνων |
Από τους Δημοκρατικούς χρόνους, που ξεκινούν από το 510 π.Χ, υπάρχει η πολύ ενδιαφέρουσα «Σαρκοφάγος»
του Βατικανού από τον τάφο των Σκιπιώνων, επί της Αππίας Οδού, που
διακρίνεται για την αριστοκρατική απλότητα και την αρχιτεκτονική
αντίληψη στην διακόσμηση. Από τα χαρακτηριστικότερα έργα του τέλους της
Δημοκρατικής εποχής, όπου μπορεί να πει κανείς, ότι διασταυρώνεται η
ελληνιστική επίδραση με την ρωμαϊκή δημιουργία. είναι ο «Βωμός του Δομίτιου Αηνοβάρδου»
(περ. 42 π.Χ) που παριστάνει τους γάμους του Ποσειδώνα με την
Αμφιτρίτη, θυσία κλπ. Περίφημο έργο της εποχής είναι επίσης η χάλκινη «Κεφαλή του Βρούτου».
Χάλκινη κεφαλή του Βρούτου |
Από τα αρχαιότερα και γνήσια ρωμαϊκά έργα είναι η χάλκινη «Λύκαινα»[2]
του Καπιτωλίου, που η τεχνική της έχει πολλά αρχαϊκά στοιχεία. Οι
προτομές στη Δημοκρατική εποχή διακρίνονται για τον ρεαλισμό τους, που
οφειλόταν στην πιστή μίμηση των ιερών νεκρικών προσωπείων, μασκών και
ομοιωμάτων, που λάτρευαν τόσο οι Ετρούσκοι, όσο και οι Ρωμαίοι. Ήταν
ανάγκη για τους Ρωμαίους να φτιάχνουν προτομές που να μοιάζουν απόλυτα
με το πρότυπό τους. Τέτοιες προτομές είχαν παίξει κάποιο λατρευτικό ρόλο
στην παλαιότερη θρησκεία των Ρωμαίων. Το έθιμο απαιτούσε τότε να
κρατούν στις κηδείες κέρινα ομοιώματα των προγόνων. Αυτά τα κέρινα
ομοιώματα των ευγενών προγόνων τα φύλαγαν στο άτριο (αίθουσα
υποδοχής) των σπιτιών τους. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτή η συνήθεια
είχε σχέση με τη δοξασία ότι το ομοίωμα διατηρεί την ψυχή, όπως πίστευαν
στην αρχαία Αίγυπτο. Αργότερα που η Ρώμη έγινε αυτοκρατορία, η προτομή
του αυτοκράτορα εξακολουθούσε να προκαλεί θρησκευτικό δέος. Κάθε Ρωμαίος
έπρεπε να καίει θυμίαμα μπροστά στην προτομή, σαν απόδειξη πίστης και
αφοσίωσης και ένας από τους λόγους που άρχισε ο διωγμός των χριστιανών
ήταν η άρνησή τους να συμμορφωθούν με αυτό το έθιμο.
Ο
Αύγουστος ήδη μετά το 29 π.Χ., εγκαινίασε ένα πρόγραμμα ανοικοδόμησης
και επισκευών όλων των κατεστραμμένων ναών και δημόσιων κτιρίων.
Ανανέωσε και επισκεύασε 82 ναούς και κατασκεύασε νέους[3]. Ο Αύγουστος με το δίκιο του καυχιόταν ότι παρέλαβε μια πλινθόκτιστη Ρώμη και την παρέδωσε μαρμάρινη και απαστράπτουσα[4]. Οι προσωπογραφίες[5]
της εποχής του Αυγούστου δε συνεχίζουν το ρεαλιστικό ύφος των
Δημοκρατικών χρόνων, αλλά είναι ιδεαλιστικές και με κάποια
αυτοπεποίθηση, που οφείλεται στη συναίσθηση του ρωμαϊκού μεγαλείου.
«Ο Βωμός της Ειρήνης» (Ara Pacis) |
Εκτός
όμως από την επίδραση της Ελληνικής τέχνης στις Ρωμαϊκές εικαστικές
τέχνες, καθοριστική επίδραση άσκησαν στο έργο των Ρωμαίων ποιητών οι
Έλληνες ομότεχνοι τους. Η επίδραση αυτή μεταφέρθηκε στην Λατινική
γραμματεία των μετέπειτα αιώνων και των μεσαιωνικών και αναγεννησιακών
χρόνων. Ο Πόπλιος Βιργίλιος συνέγραψε πολλά έργα μεταξύ των οποίων σπουδαιότερο θεωρείται η «Αινειάς»[6],
έργο στο οποίο είναι προφανής η καταλυτική επίδραση του Ομήρου. Το έργο
άσκησε μεγάλη επίδραση στους μεταγενέστερους ποιητές και λογίους της
Αναγέννησης, όπως στο έργο του Δάντη «Θεία Κωμωδία», όπου στην
κάθοδο του ποιητή στην «Κόλαση» ο Βιργίλιος ήταν ο οδηγός του. Ανάλογες
ελληνικές επιδράσεις βρίσκουμε στο έργο του ποιητή Οράτιου (65-8 π.Χ) και στον Οβίδιο Πόπλιο (43 π.Χ-18 μ.Χ) που στο σπουδαιότερο έργο του «Μεταμορφώσεις», που αποτελείται από 15 βιβλία αναφέρεται σε επεισόδια από την Ελληνική και την Λατινική μυθολογία.
Το "Πάνθεον¨στη Ρώμη |
Οι
δύο πρώτοι μετά Χριστό αιώνες της Ρωμαϊκής Ιστορίας, που διαδέχονται
την εποχή της δικτατορίας των Καισάρων, ταυτίζονται με την Αυτοκρατορική
περίοδο της διττής διακυβέρνησης από δύο φορείς, την σύγκλητο και τον
Αυτοκράτορα και θεωρείται περίοδος εξαιρετικής ακμής της Ρωμαϊκής
Αυτοκρατορίας. Ο διάδοχος του Αυγούστου Τιβέριος (14-37 μ.Χ) κατασκεύασε λίγα σχετικά έργα μεταξύ των οποίων η Αψίδα του Θριάμβου του. Πολλά νέα έργα όμως κατασκεύασε ο Νέρων[7]
(54-68 μ.Χ) ειδικά μετά από τη φοβερή πυρκαϊά του 64 μ.Χ, που
κατέστρεψε μεγάλο μέρος της Ρώμης. Όμως η γενεά των Φλαβίων ήταν εκείνη
που επιτέλεσε κυρίως πολλά νέα και σημαντικά έργα, για να αναπληρώσει τα
κενά που άφησε πίσω της η πυρκαϊά του Νέρωνα, αλλά και τις ζημιές από
μια άλλη ακόμη, που ξέσπασε το 80 μ.Χ και διήρκεσε τρία μερόνυχτα.
Πρώτος ο Βεσπασιανός (69-79μ.Χ) κατασκεύασε το «Φλάβιο Αμφιθέατρο» το περίφημο ως «Κολοσσαίο»
(80μ.Χ). Είναι το πιο ξακουστό από τα ρωμαϊκά κτίρια η πελώρια
παλαίστρα του οποίου έγινε γνωστή από τα αιματηρά θεάματα των μονομαχιών
και η χωρητικότητα του υπολογίζεται σε 45.000 θεατές. Τα έργα αυτά
εκφράζουν τις νέες μορφές, που είναι δημιουργήματα των αναγκών και του
πνεύματος της κοσμοκρατορίας[8].
«Φλάβιο Αμφιθέατρο» το περίφημο ως «Κολοσσαίο» (80μ.Χ) |
Ο Τίτος
(79-81 μ.Χ) δε μπόρεσε να ολοκληρώσει το Κολοσσαίο και το μόνο που
σώζεται είναι ένα μέρος της Αψίδας του Θριάμβου του. Έτσι το Αμφιθέατρο
περατώθηκε από τον Δομιτιανό (81-95 μ.Χ) ο οποίος έφτιαξε το στάδιο και άλλα έργα, μεταξύ των οποίων και έφιππος ανδριάντας του. Ο Τραϊανός
(98-107 μ.Χ) πάλι εφάρμοσε το σχέδιο της πόλης της Ρώμης, που είχε
προετοιμάσει ο Ιούλιος Καίσαρ, δηλαδή την ένωση της αγοράς μετά του
Πεδίου του Άρεως[9]. Το έργο του εξακολούθησε ο Αδριανός (117-138 μ.Χ) του οποίου περίφημη είναι η έπαυλις στο Τίβολι. Ο διάδοχος του Αντωνίνος ο Ευσεβής (138-161 μ.Χ) εφάρμοσε πρώτος την κατασκευή ναών για τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας.
Μάρκου Αυρηλίου (161-180 μ.Χ) Ο θριαμβικός κίονας |
Από τα έργα του Μάρκου Αυρηλίου
(161-180 μ.Χ) σώζεται ο θριαμβικός κίονας με τα ανάγλυφα των μαχών κατά
των Μαρκομάννων των Σαρματών κ.α., που παρίστανται σπειροειδώς. Το
ιστορικό ανάγλυφο είναι μια αναβιωμένη συνήθεια των Ρωμαίων γνωστή από
την αρχαία Ανατολή. Είναι μια τέχνη με έντονο το αφηγηματικό στοιχείο.
Όπως και οι Ασσύριοι έτσι και οι Ρωμαίοι, ήθελαν να διαλαλήσουν τις
νίκες τους και να εξιστορήσουν τις εκστρατείες τους. Σε αυτές τις
«πολεμικές ανταποκρίσεις» για τις νίκες των λεγεωναρίων,
χρησιμοποιήθηκαν από τους γλύπτες όλα τα επιτεύγματα της ελληνικής
τέχνης που είχαν κατακτηθεί κατά τη διάρκεια αιώνων. Η σημασία όμως που
έδιναν στην ακριβή απόδοση των λεπτομερειών, προκειμένου να
συνειδητοποιήσουν οι άμαχοι το μέγεθος των στρατιωτικών κατορθωμάτων,
άλλαξε σε ένα βαθμό το χαρακτήρα της τέχνης. Βασικός σκοπός δεν ήταν πια
η αρμονία, η ομορφιά ή η δραματική έκφραση, αλλά η σαφήνεια της
αφήγησης. Επί Κόμοδου, το 191 μ.Χ., ξέσπασε μια ακόμη τεράστια πυρκαϊά που κατέστρεψε πολλά έργα. Την απώλειά τους αναπλήρωσε ο Σεπτίμιος Σεβήρος (193-211 μ.Χ) που έφτιαξε μεγάλο σχεδιάγραμμα της πόλης. Ο διάδοχός του Καρακάλλας
(211-217 μ.Χ) έδωσε εντολή κατασκευής γιγαντιαίων Λουτρών (Θέρμες) όπου
βρέθηκαν πολλά και σπουδαία αγάλματα. Μετά από τα έργα αυτής της
περιόδου σταμάτησε ουσιαστικά κάθε αξιόλογη οικοδομική δράση, εκτός από
την κατασκευή ορισμένων Λουτρών από τους μεταγενέστερους αυτοκράτορες.
Η Αψίδα του Τιβέριου (14-37 μ.Χ) |
Μόνο ο Αυρηλιανός (270-275 μ.Χ) προχώρησε στην κατασκευή ενός σπουδαίου έργου. Ήταν το τείχος το οποίο περιτείχισε την έως τότε ατείχιστη Ρώμη[10]. Ο Διοκλητιανός,
παρόλο που ηγεμόνεψε για λίγο έχτισε θριαμβική Αψίδα, τεράστια Λουτρά
διπλάσια εκείνων του Καρακάλλα, ενώ αναμόρφωσε την Αγορά και πολλές
βασιλικές. Ο Μαξέντιος (306-310 μ.Χ) έχτισε τη Μεγάλη Βασιλική
που κάλυπτε επιφάνεια 6.000 τ.μ. και αποτέλεσε το μεγαλύτερο στεγασμένο
οικοδόμημα όλης της αρχαιότητας. Ο Μ. Κωνσταντίνος συμπλήρωσε
τέλος πολλά έργα του Διοκλητιανού και του Μαξεντίου, έφτιαξε δύο Αψίδες
Θριάμβου, βασιλικές, ναό στο Ρωμύλο, Λουτρά κ.α.
Η
μεταφορά της έδρας του κράτους στην Κωνσταντινούπολη αποτέλεσε μεγάλο
πλήγμα για την Ρώμη, που από τότε υποβαθμίστηκε σε μια επαρχιακή πόλη.
Το χρονικό διάστημα ανάμεσα στα 337-555 μ.Χ., είναι η περίοδος της
παρακμής και της πτώσης της Ρώμης. Στο διάστημα αυτό σταμάτησε κάθε
ουσιαστική οικοδομική ανανέωση και κατασκευάστηκαν μόνο λίγα έργα,
κάποιες γέφυρες και Αψίδες. Οι λεηλασίες των επιδρομέων βαρβάρων τον 5ο
και 6ο μ.Χ αι., και ένας καταστροφικός σεισμός στα 422 μ.Χ., κατέστρεψαν
κατά μεγάλο μέρος την αιώνια πόλη. Ελλείψει της παραγωγής μετάλλων
μέχρι το 670 μ.Χ, υπέστησαν μεγάλη καταστροφή τα μεταλλικά έργα τέχνης,
καθώς αναφέρονται ακόμα και αυτοκράτορες που τα έστελναν στο χωνευτήρι
προς εξοικονόμηση πρώτης ύλης. Ήδη από την εποχή του Σεπτίμιου Σεβήρου,
πριν την επικράτηση του Χριστιανισμού, τα μαρμάρινα έργα τέχνης
εχρησιμοποιούντο ως οικοδομική ύλη, από τη εποχή δε του Μ. Κωνσταντίνου
ερρίπτοντο σε καμίνια για την παραγωγή ασβέστη. Πολλά από αυτά
εντειχίζονταν στις χριστιανικές εκκλησίες της Ρώμης που κατά μεγάλο
μέρος σώζονται σήμερα.
San Stefano Rotondo |
Από
τα τελευταία χρόνια της ειδωλολατρικής Ρώμης και των αρχών του
Χριστιανισμού, εκτός από τον εξαιρετικό γλυπτικό διάκοσμο της Αψίδας του
Μ. Κωνσταντίνου, σώθηκαν και χαρακτηριστικά οικοδομήματα όπως, η
κυκλική εκκλησία του «Αγίου Στεφάνου» (San Stefano Rotondo), που χτίστηκε κατ΄αρχήν επί Νέρωνος και έγινε εκκλησία τον 5ο αι., και η κυκλική εκκλησία της «Αγίας Κωνσταντίας» (Santa Constanza)
με τα πολύ ενδιαφέροντα χριστιανικά μωσαϊκά στο θόλο του περιβόλου της.
Σπουδαιότατα μνημεία της παλαιοχριστιανικής τέχνης είναι και οι
τοιχογραφίες των κατακομβών της Ρώμης και ιδιαίτερα της «Αγ. Καλλίστης», της «Αγ. Δομιτίλλας», της «Αγ. Αγνής» κ.α.
Το
κείμενο αποτελεί μέρος της μελέτης μου: «ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ
ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΙΑ-Μια επισκόπηση της ανάπτυξης του πολιτισμού», Β΄
Μέρος: ΑΡΧΑΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, Κεφ. 4. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟ ΝΕΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ
ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ-Η κατάκτηση του μέτρου-Ο ελληνιστικός και
ρωμαϊκός κόσμος, παρ. 4.7. Η Ρωμαϊκή Τέχνη των προ και μετά Χριστό αιώνων
[1] Από τα αρχιτεκτονικά μνημεία της ίδιας εποχής χαρακτηριστικά είναι ο δωρικός ναός στην Κόρι, η τριγωνική αγορά της Πομπηϊας και το «Θέατρο του Μαρκέλλου» στην Ρώμη, χωρητικότητας 14.600 θέσεων.
[2]
Εκτός από τα δύο μικρά παιδιά που την θηλάζουν, τον Ρώμο και τον
Ρωμύλο, που προστέθηκαν στα χρόνια της Αναγέννησης από τον γλύπτη
Πολλαϊουόλο.
[3] Όπως το ναό του Απόλλωνα στο Παλατίνο, ενώ επέκτεινε το ναό του «Βροντησίου Διός» (Juppiter Tonans) στο Καπιτώλιο. Επίσης η «νέα αγορά» (Forum Augusti) και η αποπεράτωση του «Θεάτρου του Μαρκέλλου» έγιναν με δικά του έξοδα. Το σπουδαιότερο ίσως μνημείο της ρωμαϊκής γλυπτικής στους Αυτοκρατορικούς χρόνους είναι «Ο Βωμός της Ειρήνης» (Ara Pacis) στην Ρώμη, που κατασκευάστηκε από τον Αύγουστο το 9 ή 13 π.Χ. Αρχιτεκτονικά μνημεία της εποχής είναι το μεγαλειώδες «Υδραγωγείο του Αγρίππα» στη Νίμη και το «Πάνθεον» της Ρώμης (27 π.Χ).
[4] Αυτό το εξέφρασε πεθαίνοντας, με μια φράση την οποία διέσωσε ο Έλληνας ιστορικός Κάσιος Δίων: «Την Ρώμην γήϊνην παραλαβών λιθίνην υμίν καταλείπω».
[5] Χαρακτηριστικά έργα είναι οι κεφαλές της μητέρας του Αυγούστου «Λιβίας της Αγριππίνης», η χάλκινη «Κεφαλή του Αυγούστου» και από τα αγάλματα «Ο Αύγουστος της Prima Porta» στο μουσείο του Βατικανού, ενώ τα «ανάγλυφα του Γριμάνη» με γεωργικές σκηνές και τοπία, υποδηλώνουν την επίδραση ελληνιστικών προτύπων.
[6] Η «Αινειάδα»
αποτελείται από 12 βιβλία το καθένα από τα οποία περιέχει 800 στίχους,
δηλαδή ένα σύνολο 9.600 στίχων. Τα πρώτα έξι είναι απομίμηση της Ιλιάδας
και περιέχουν τους αγώνες του κεντρικού ήρωα Αινεία. Τα δε έξι δεύτερα
βιβλία αποτελούν απομίμηση της Οδύσσειας, καθώς περιγράφουν τις
περιπέτειες του Αινεία που μετά την άλωση της Τροίας περιπλανιέται, έως
ότου καταλήξει στην Ιταλία και γίνει ο μυθικός γενάρχης των Ρωμαίων.
[7] Ανάμεσα στα έργα του Νέρωνα είναι «Ο Χρυσούς Οίκος» (Domus aurea), το Γυμνάσιον κατά Ελληνικό πρότυπο, το «Μέγα Μακελλείον» ( Macellum Magnum), οι «Νερωνιαναί Θέρμαι», Λουτρά κ.α.
[8]
Κατά πληροφορίες, που βασίζονται σε περιγραφή του 394 μ.Χ., ο πληθυσμός
της Ρώμης κατά την περίοδο της μεγάλης ακμής τον 1ο και 2ο μ.Χ αι.,
έφτανε, κατά πάσα πιθανότητα, να υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο
κατοίκους. Για να αντιληφθεί κανείς το τεράστιο και μεγαλειώδες για την
εποχή εκείνη πολεοδομικό συγκρότημα της Ρώμης, αρκεί να φανταστεί πως
υπήρχαν πολυόροφες πολυκατοικίες που ξεπερνούσαν τα 20 μ. ύψος, ενώ τις δύο πλευρές του Τίβερη ένωναν στην αρχή 7 και αργότερα 9 γέφυρες.
[9] το «Forum Trajanus»
ήταν ένα αριστούργημα της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής έργο του Απολλόδωρου
του εκ Δαμασκού (107-113 μ.Χ). Ακόμα έστησε έναν θριαμβικό κίονα, μια
μεγάλη στήλη με παραστάσεις των πολέμων και των θριάμβων του στη Δακία
(σημερινή Ρουμανία) στη μορφή ενός χρονικού των σημαντικών γεγονότων.
[10] Το τείχος αυτό που περιέζωσε την πόλη της Ρώμης κάλυπτε εσωτερικά μια περιοχή 12,3 τ. χλμ. Το έργο περατώθη επί του Πρόβου, και είχε 380 πύργους και 14 μεγάλες πύλες που αντιστοιχούσαν στα 14 διαμερίσματα της πόλης.
You might also like:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου