Ετικέτες

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

Ἡ συνθήκη τῆς Candia -Χάνδακα (6 ή 16 Σεπτεμβρίου 1669)



Μετά πό 21 τη πολέμου, Μοροζίνι παραδίδει τον Χάνδακα (ράκλειο) στούς τούρκους.
Μια άγνωστη επιστολή του Μοροζίνι για την παράδοση
Την παράδοση του Χάνδακα στους Τούρκους περιγράφει σε μια άγνωστη επιστολή του, την οποία φέρνομε στο φως για πρώτη φορά, ο αρχιστράτηγος των Ενετών Φραντζέσκο Μοροζίνι. Την επιστολή είχε συντάξει στις 6 Οκτωβρίου 1669 στην Ντία, όπου στάθμευσε μετά την αναχώρησή του από την κατακτημένη πόλη. Αποδέκτες της ήταν η Γαληνότατη Δημοκρατία αλλά και βασιλικές αυλές της Ευρώπης. Ο ίδιος ο Μοροζίνι ενημέρωνε τους προϊσταμένους του αλλά και τη χριστιανική Ευρώπη για το μοιραίο τέλος του πολύχρονου αγώνα.

Όπως έγραφε ο αρχιστράτηγος, «στις 27 Σεπτεμβρίου οι δυνάμεις μας βγήκαν από τον Χάνδακα και άφησαν την πόλη στους Τούρκους, σύμφωνα με τα άρθρα της συμφωνίας».
Ο Μοροζίνι με αυθεντικό τρόπο, ως αυτόπτης των γεγονότων, μας δίνει έγκυρες πληροφορίες για το τι έγινε εκείνη την ημέρα, αλλά και στις 4 Οκτωβρίου που ο Κιοπρουλή μπήκε στον Χάνδακα. «Την ίδια μέρα -έγραφε- τα κλειδιά της πόλης στάλθηκαν στο Βεζίρη, ο οποίος τα παρέλαβε με πολλές εκδηλώσεις ενθουσιασμού και αντάμειψε με ένα μεγάλο χρηματικό ποσό τον άνθρωπο που του τα έφερε. Εκείνος έστειλε αμέσως στην πόλη μεγάλο αριθμό ανθρώπων του να την απολυμάνουν και να βγάλουν τα νεκρά σώματα έξω από τις τέσσερις κυριότερες εκκλησίες, δηλαδή, του Αγίου Φραγκίσκου, του Αγίου Τίτου, του Αγίου Σαλβαδόρ και του Αγίου Πέτρου, τους οποίους προορίζει να μετατρέψει σε τζαμιά, εργασία στην οποία οι Τούρκοι δαπάνησαν ήδη πολλές ώρες.
Στις 4 Οκτωβρίου ο Μέγας Βεζίρης έκανε την επίσημη είσοδό του από την Πύλη του Αγίου Ανδρέα μαζί με όλο το στρατό του, ο οποίος ανέρχεται περίπου σε 15.000 στρατιώτες, με 10 ή 11.000 επίλεκτους, και άλλους απαραίτητους ακολούθους. Βρήκε την πόλη άδεια, χωρίς εμπορεύματα και προμήθειες. Απέμειναν πίσω μόλις δύο Έλληνες, τρεις Εβραίοι και οκτώ άλλοι φτωχοί ξένοι, τους οποίους ο Βεζίρης θα μπορούσε επίσης να απομακρύνει, αλλά αυτοί θεώρησαν προτιμότερο να αλλάξουν την πίστη τους παρά την πόλη τους και έγιναν Τούρκοι».
ΟΙ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΑΓΓΛΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Ένα συγκλονιστικό τμήμα, σαν ένα πραγματικό «ζωντανό» ρεπορτάζ, από ένα κείμενο που αναφέρεται στην πολιορκία και την πτώση του Χάνδακα, αναδημοσιεύομε στη συνέχεια. Το κείμενο είναι σύγχρονο των γεγονότων και για πρώτη φορά δημοσιεύτηκε το 1949 στα «Κρητικά Χρονικά» από τον Χ. Χιονίδη. Το συγκλονιστικό του στοιχείο εμφανίζεται στο σημείο των διαπραγματεύσεων για τη συνθηκολόγηση. Ο συγγραφέας του παραμένει ανώνυμος, αλλά μπορούμε να υποθέσομε ότι ήταν ο γραμματέας του διαπραγματευτή των Ενετών, ο άνθρωπος που κρατούσε για λογαριασμό του Μοροζίνι τα πρακτικά. Είναι τόσες οι λεπτομέρειες που αναφέρει ο συγγραφέας για την πρόοδο των διαπραγματεύσεων, ώστε δεν θα πρέπει να ήταν μόνο παρών σʼ αυτές, αλλά και να κρατούσε πρακτικά. Έτσι, μόνο ο νεαρός γραμματέας του εκπροσώπου του Μοροζίνι Σκωτσέζος συνταγματάρχης Ανάντης θα μπορούσε να είναι ο συντάκτης.
undefined
Στο ίδιο το κείμενο όμως αναφέρεται ότι το Σκωτσέζο συνταγματάρχη συνόδευε μόνο ένας νεαρός πρακτικογράφος. Είναι γνωστό όμως ότι στις διαπραγματεύσεις εκτός από τον Ανάντη συμμετείχε και ο Κρητικός ευγενής Στέφανος Σκορδίλης. Είναι άραγε ο Σκορδίλης ο νεαρός γραμματέας, που αναφέρει το υπόμνημα; Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι πιθανότατα και ο συγγραφέας του.
“… Την επομένην τα άρθρα διετυπώθησαν και τόσον πλήρως, ώστε κατά την υπόδειξιν του Ιμπραΐμ Πασά, ηδύναντο να δημοσιευθούν. ΟΑρχιστράτηγος και το Συμβούλιον τα εμελέτησαν τελείως και τα υπέγραψαν και ετέθη η σφραγίς του Αγ. Μάρκου; και ομοθύμως ανταπεκρίθησαν εις την υπό του ΜεγάλουΒεζύρου παρασχεθείσαν ευχέρειαν να μεταβούν και να δεχθούν, συμφώνως προς την επιθυμίαν των, εκείνα τα οποία προς τον αυτόν σκοπόν διετύπωσε, μεταφρασθέντα εις την τουρκικήν γλώσσαν υπό του Παναγιώτη (σ.σ. ο Παναγιώτης Νικούσιος διερμηνέας της Υψηλής Πύλης).Ητο τότε απόγευμα, όταν ο προμνημονευθείς Αχμέτ Πασάς τους ειδοποίησεν, ότι ο Μέγας Βεζύρης ανέμενε να εμφανισθούν προ αυτού. Τότε αυτός (ο Ανάντης) και ο μνημονευθείς νέος, ο οποίος τον συνώδευεν ως γραμματεύς της εξοχότητός του και ο οποίος παρευρέθη εις όλας τας συναντήσεις και εχρησιμοποιήθη ως σύνδεσμος μεταξύ του Ανάντου και της εξοχότητός του του Αρχιστρατήγου, οι δύο αυτοί, λέγω, ίππευσαν κατεσπευσμένως ομού και εσυνέχισαν τον δρόμον των; ο Πασάς εβάδιζεν εις απόστασιν 15 βημάτων προ ημών, με συνοδείαν 20 υπηρετών περιβαλλόντων τον ίππον του, και έξ βήματα όπισθεν αυτού ηκολούθει εις Υποπασάς των Γενιτσάρων έφιππος, με τον αυτόν αριθμόν υπηρετών όπισθέν του. Επειτα, 4 ή 5 βήματα όπισθεν ημών ήρχοντο έφιπποι ο γνωστός Αγάς, ο Chiagaia Βέης του Ιμπραΐμ Πασά και είς Τζορμπατζής τωνΓενιτσάρων με τους υπηρέτας των.Ολη συνοδεία αυτή εβάδιζε μεταξύ δύο στοίχων εκ 500 Γενιτσάρων, τόσον καλώς τεταγμένων, ώστε να φαίνεται εκάστη πλευρά ως είς τοίχος επεστρωμένος με τάπητας. Βαίνοντες ούτω προς τα οικήματα τουΠασά, επροχώρησαν 2 μίλια περίπου και έφθασαν εις την κοιλάδα του Γιόφυρου, όπου ίστατο έν περίπτερον μετρίως υψηλόν και ευρύχωρον, έχον τρία δωμάτια, με στρογγύλην σφαίραν εξ επιχρύσου ξύλου εις την κορυφήν του ενός μόνον εξ αυτών. Το περίπτερον περιεζώννυτο με πράσινον ύφασμα μιμούμενον τοίχον, ο οποίος ήτο υψηλότερος από έφιππον. Εντός του περιβόλου τούτου υπήρχον μερικά άλλα περίπτερα, άλλα χαμηλότερα κάπως. 
 
Οταν έφθασαν εις την πύλην του περιβόλου, ο Αγάς και η συνοδεία του αφίππευσαν με ελαφράν αβράν κίνησιν. Αφού έγινε τούτο, ωδηγήθησαν εις την αυλήν την άγουσαν εις το περίπτερον.Έξω των θυρών ήσαν τοποθετημένα τρία λάβαρα εξ επιχρύσου ξύλου, υψηλά όσον ξίφος ιππικού, με ορειχαλκίνην επίχρυσον σφαίραν εις την κορυφήν και, περίπου μίαν παλάμην κάτω ταύτης, ουράν ίππου κρεμαμένην. Εφθάσαμεν τότε εις μίαν άνοδον έξ βαθμίδων, κατεσκευασμένην άνω του εδάφους και επεστρωμένην με τάπητας, και διʼ αυτής ανήλθομεν εις το πρώτον δωμάτιον του περιπτέρου, τον προθάλαμον ή εντευκτήριον, το οποίον ακριβώς εις το μέσον εκαλύπτετο με χρυσούν ύφασμα. Παρά τους πόδας τούτου και επί του εδάφους υπήρχε μακρά σειρά προσκεφαλαίων με ερυθρόν περίβλημα, πλαισιούμενον με μεταξωτά και χρυσά κρόσια. Το έδαφος ήτο επενδεδυμένον με λεπτάς σανίδας και καλλιτεχνικώς επεστρωμένον. ΟΑνάντης εκάθησεν έναντι του “ουρανού” ή υφάσματος του Κράτους, επί θρανίου άνευ ερεισινώτου, κεκαλυμμένου με βελούδον πυρρού χρώματος, όπου μόλις είχε παραμείνει περί το τέταρτον της ώρας, ότε ο Αχμέτ Αγάς εισήλθε και του ένευσε να μεταβή εις το άλλο δωμάτιον, το δεύτερον του περιπτέρου, το οποίον είχεν ανάλογα παραπετάσματα και τάπητας του πρώτου, αλλά σκευήν νεωτέραν και ωραιοτέραν. ΟΜέγας Βεζύρης εκάθητο εις το έτερον άκρον επί μαλακών προσκεφαλαίων, που εφαίνοντο ως δυο μεγάλα στρώματα επενδεδυμένα με την πλέον έξοχον πορφύραν, και έχων 4 μεγάλα προσκεφάλαια τοποθετημένα εις σειράν δια να στηρίζεται, ενδεδυμένα με χρυσούν ύφασμα, ινδικόν έργον ερυθράς αποχρώσεως· πλησίον του υπήρχε προμετωπίς υφάσματος χρυσού κεντητού υψηλοτέρα λόγχης και πλατεία όσον το περίπτερον. Ολοι οι εκλεκτοί του στρατεύματος ίσταντο κύκλω του εις πυκνήν τάξιν προς αλλήλους και όλοι με πλουσίαν περιβολήν. Μόλις επλησίασαν τον Βεζύρην εις απόστασιν τριών μέτρων ή περίπου τόσον, ο διερμηνεύς Παναγιώτης τους εσταμάτησεν εκεί. Τότε απεκαλύφθησαν και υπεκλίθησαν, κάμνοντες μεταβολήν δια να καλυφθούν εκ νέου· εις τον χαιρετισμόν τούτον ο Μέγας Βεζύρης νεύων την κεφαλήν τούς ηυχήθη το καλώς ώρισαν. Και τότε ο Ανάντης ήρχισε την αγόρευσίν του:
«Τώρα,που ο Θεός μετά τόσον οχληρόν πόλεμον,απεκατέστησε την ειρήνην μεταξύ των δύο αυθεντιών, αι οποίαι πάντοτε υπήρξαν υπερήφανοι δια την διακεκριμένην και λίαν στενήν φιλίαν μεταξύ των, η αυτού εξοχότης ο Αρχιστράτηγος εις μαρτύριον τούτου τον απέστειλαν, ίνα δηλώση ενώπιον αυτού την φιλίαν του και να τον βεβαιώση δια τας καλάς σχέσεις μεταξύ της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας και της Οθωμανικής Πύλης, όπως είχον άλλοτε υπάρξει εις το παρελθόν, και από τα επακόλουθα δύναται να συναχθή, ότι η εξοχότης του έχει ως μόνον σχέδιον να παραμερίση και να εκμηδενίση παν μίσος και εχθρότητα μεταξύ αυτών».
ΟΜέγας Βεζύρης απήντησεν εις τα φιλοφρονήσεις αυτάς με λίαν επίσημον ύφος, λέγων ότι εδέχετο λίαν ευμενώς τους λόγους της εξοχότητός του του Αρχιστρατήγου, όστις κατηύθυνεν εαυτόν προς την αποκατάστασιν της ειρήνης ταύτης, όχι άνευ λόγου, διότι γνωρίζει πολύ καλώς πόσον μεγάλα ωφέλη θα εκπηγάσουν δια την Γαληνοτάτην Δημοκρατίαν από την στοργήν και την εύνοιαν του Σουλτάνου. ΟΑνάντης απήντησεν, ότι η Γαληνοτάτη Δημοκρατία κατέβαλε πάσαν προσπάθειαν με θερμόν ζήλον να καλλιεργήση την φιλίαν με την Οθωμανικήν Πύλην και δεν έλαβε τα όπλα παρά μόνο προς υπεράσπισιν εαυτής, όταν προέκυψεν η ανάγκη, πράγμα το οποίον επιτρέπει ο νόμος της φύσεως· δια τούτο δύναται να είναι βέβαιος, ότι θα δειχθούν εις το μέλλον επιμελέστεροι δια την διατήρησιν αυτής. ΟΜέγας Βεζύρης απεκρίθη, ότι η Γαληνοτάτη Δημοκρατία θα εύρη την αυτήν ανταπόκρισν ανά πάντα χρόνον εκ μέρους τουΣουλτάνου. Μετά ταύτα παρουσίασαν τα άρθρα της συνθήκης, υπογεγραμμένα και εσφραγισμένα, και ο Ανάντης τα παρέδωσεν εις χείρας του Βεζύρου, λέγων ότι, αφού ταύτα ηρμηνεύθησαν και αφωμοιώθησαν υπό των εντεταλμένων και ημών εν ονόματι του Αρχιστρατήγου, ήλθομεν τώρα ενώπιον των, ίνα λάβωμεν το αντίστοιχον εις τουρκικήν γλώσσαν, υπογεγραμμένον και εσφραγισμένον με την σφραγίδα σας, κατά τον συμφωνηθέντα τύπον και με τον όρκον να τηρηθή. Τα άρθρα ταύτα, εγχειρισθέντα εις τον μέγαν σφραγιδοφύλακα του Σουλτάνου, ο οποίος ίστατο πλησίον του Βεζύρου μετά του Chian Πασά, του αρχιγραμματέως και θαλαμηπόλου αυτού, παρεδόθησαν υπʼ αυτού εις τον Μέγαν Βεζύρην, όστις εθεώρησε την σφραγίδα και την υπογραφήν και τα έδωσεν εις τονΠαναγιώτην, παραγγέλλων να αναγνώση όνομα προς όνομα τους υπογραφομένους· αφού έγινε τούτο, έλαβε τουρκιστί συντεταγμένον το έγγραφον και το παρέδωσεν εις τον αρχισφραγιδοφύλακα, όστις το ενεχείρισεν εις τον Ανάντην· και ούτος μετʼ επιμελείας το εξήτασε και ιδίως την σφραγίδα· αφού ετελείωσε και αυτή η διατύπωσις, ο Μέγας Βεζύρης είπεν, ότι όλα ήσαν εν τάξει και ότι τώρα ήσαν καλοί φίλοι. Τότε ο Ανάντης εξεφώνησε βραχύν λόγον, επαινετικόν του Βεζύρου, όστις τον ήκουσεν ευχαρίστως και του είπεν, ότι επεθύμει να χαιρετίση εξ ονόματός του τον Αρχιστράτηγον. Ακολούθως ο Βεζύρης αντήλλαξε μίαν ή δύο λέξεις με τους θαλαμηπόλους του και του παρουσίασαν δύο περσικάς στολάς χρυσοκεντήτου υφάσματος και τας προσέφερεν εις αυτούς. 
 
Αφού εδόθη το δώρον τούτο, ανεχώρησαν και επέστρεψαν κατά τον αυτόν τρόπον και με την αυτήν συνοδείαν εις το διαμέρισμα του Πασά. Ενταύθα η μετάφρασις, παρατιθεμένη κάτω του κειμένου, παρεδόθη εις τον Ανάντην υπό του Παναγιώτη, γεγραμμένη δια χειρός του· διεξήλθε ταύτην και εύρεν ότι είχον παραλείψει εις το δεύτερον άρθρον τας εδαφικάς περιοχάς της Σούδας, Γραμβούσας και Σπιναλόγγας· διεμαρτυρήθη τότε κατά της διατυπώσεως των άρθρων, χαρακτηρίσας ταύτα ως ανίσχυρα και άκυρα, διότι ηλλοιώθησαν παρά την γενομένην συμφωνίαν. ΟΠαναγιώτης απήντησεν, ότι ήτο η θέλησις του Βεζύρου να παραλείψουν ταύτα, διότι τα φρούρια δεν δύνανται να έχουν εδαφικάς περιοχάς· αλλʼ ο Ανάντης επέμενεν επʼ αυτού και εδήλωσεν, ότι η παράλειψις αυτή ισοδυνάμει προς παραβίασιν του λόγου των, αφού κατά την γενομένην σύμβασιν έπρεπε να διατυπωθή τούτο ούτω. Είχε τα μέγιστα ταραχθή δια την απάτην και κατόπιν ειδοποίησε περί τούτου την εξοχότητά του, όστις του παρήγγειλε να επιστρέψη αμέσως εις τα διαμερίσματα του Πασά και να του είπη, ότι εσκόπευε να κηρύξη την συνθήκην άκυρον, αν δεν διωρθούτο το διαπραχθέν σφάλμα. Εξεπλάγη ούτος δια τας αποφασιστικάς αυτάς προτάσεις και έσπευσε να το δικαιολογήση λέγων, ότι τα φρούρια δεν είχον εδαφικάς περιοχάς. Αλλʼ ο Ανάντης τον έπεισε τελείως με το σημείωμα αυτού του Παναγιώτου, το οποίον τότε είχεν ανά χείρας, εις το οποίον περιείχετο τί είχε προηγουμένως αποδεχθή. Είπεν εις τον Ανάντην, ότι έπρεπε να επανέλθη την επομένην, διότι ήτο αργά, και του έδιδε τον λόγον του, ότι θα ετακτοποείει το χωρίον τούτο του άρθρου. Η απάντησις αύτη μετεδόθη εις την εξοχότητά του, όστις του ανέθεσε να μεταβή την επομένην εις τον Πασάν με εντολήν να ζητήση δήλωσιν επʼ αυτού, ανεξαρτήτως εκείνου που αυτός είχε κάμει. Αλλʼ ο Πασάς, ο οποίος δεν είχε διάθεσιν να κάμη άλλην δήλωσιν, είπεν, ότι θα διετύπωνον εκ νέου τα άρθρα εις την τουρκικήν γλώσσαν με την πρόσθετον αυτήν ειδικήν επεξήγησιν, ότι ως εδαφικαί περιοχαί των φρουρίων εννοούντο οι παρακείμενοι βράχοι, οι οποίοι ήσαν εντός της ακτίνος δράσεως των πυροβόλων εκάστου των φρουρίων τούτων, ώστε δεν εχρειάζετο να κάμουν νέα άλλα άρθρα, αφού τα παλαιά θα διωρθούντο. Η εξοχότης του ήτο απολύτως κατά της νέας αυτής διορθώσεως, υποστηρίζω, ότι δεν θα άφηνε πλέον τα άρθρα αυτά να εξέλθουν των χειρών του. ΟΠασάς απήντησεν, ότι δεν ηδύναντο να μείνουν έξω δύο φύλλα. ΟΑνάντης απήντησεν, ότι χθες, με βάσιν τον λόγον του και την πίστιν του, έκαμε να αναπετασθή η λευκή σημαία, και ότι, αν δεν ήθελε να τακτοποιηθούν τα πράγματα ικανοποιητικώς διʼ ημάς, ό,τι έγινε θα εθεωρείτο ως μη γενόμενον· ούτω βλέπων εις ποίον περίπλοκον σημείον έφθασαν τα πράγματα, εθεώρησεν οΠασάς πρέπον να συγκατανεύση εις την προτεινομένην δήλωσιν, όπερ εξετελέσθη εντίμως και εγένετο δεκτόν κατά την επιθυμίαν των”.
Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙ ΤΟΥ ΧΑΝΔΑΚΑ
undefined
Από το ίδιο αγγλικό υπόμνημα θα αναδημοσιεύσομε την πρόταση των Ενετών για την τελική συμφωνία, που έχει περίπου και τη μορφή της συνθήκης η οποία τελικά συμφωνήθηκε. Σημειώνομε ότι το κείμενο της οριστικής συμφωνίας που υπεγράφη δεν έχει δημοσιευθεί αυτούσιο. Ακόμη το υπόμνημα αναφέρει ως ημερομηνία της συμφωνίας την 6η Σεπτεμβρίου. Όπως προαναφέραμε, τόσο ο ιστορικός του 19ου αιώνα Βασίλειος Ψιλάκης όσο ο Νίκος Σταυρινίδης στη μελέτη του για την τελευταία φάση της πολιορκίας του Χάνδακα, αναφέρουν την ίδια ημερομηνία, ενώ ο κ. Θεοχάρης Δετοράκης στο επίτομο έργο του για την Ιστορία της Κρήτης κάνει αναφορά στην 16η του ίδιου μήνα. Πάντως αν η πραγματική ημερομηνία είναι η 6η Σεπτεμβρίου δεν «καλύπτεται» η προθεσμία των 12 ημερών στην οποία Ενετοί και Τούρκοι συμφώνησαν προκειμένου να αποχωρήσουν ο Μοροζίνι και οι δυνάμεις του, αφού αυτή είναι βέβαιο ότι συνέβη στις 26 ή ακόμη και στις 27 Σεπτεμβρίου, την ίδια ημέρα που αποχώρησαν οι Ενετοί, όπως αναφέρει ο ίδιος ο αρχιστράτηγος Μοροζίνι στην επιστολή που φέρνομε στο φως.
IV
Αντίγραφον των άρθρων τα οποία διεβιβάσθησαν και ευρίσκονται εις χείρας του Μεγάλου Βεζύρου
Τα άρθρα της Συνθήκης Ειρήνης, επί των οποίων επήλθε συμφωνία την 6ην Σεπτεμβρίου 1669
1) Προς τον σκοπόν να απολαύση η Δημοκρατία σταθεράν ειρήνην με την Πύλην, ως αύτη πάντοτε επεδίωξε, η πόλις του Χάνδακος με τα κανόνια και τα πολεμοφόδια τα ανήκοντα εις αυτήν θα παραδοθή εις χείρας αυτών που θα υποδειχθούν εκ μέρους του Μεγάλου Βεζύρου, υπό τους αμέσως κατωτέρω αναγραφομένους όρους.
2) Ότι τα φρούρια της Σούδας, Γραμβούσας και Σπιναλόγγας με τας εδαφικάς αυτών περιοχάς, το Φρούριον της Clissa με την εδαφικήν του περιοχήν, και αι άλλαι γενόμεναι κατά την διάρκειαν του τελευταίου πολέμου κτήσεις εις την Bossina, θα ευρίσκωνται ειρηνικώς εις την κατοχήν της Δημοκρατίας άνευ παρενοχλήσεως ή άλλου οιουδήποτε επιβαλλομένου όρου.
3) Ότι όλα τα μεγάλα και μικρά πυροβόλα της Αρμάδας, τα οποία απεβιβάσθησαν εις τον Χάνδακα, θα δύνανται να επανεπιβιβασθούν ελευθέρως.
4) Ότι 12 ημέραι αδείας κατά τα συμφωνηθέντα παρέχονται διά την επιβίβασιν και διαβίβασιν των ιερών και κοινών πραγμάτων, των κανονίων και πυρομαχικών, ανηκόντων εις την ως άνω Αρμάδαν, των ζωοτροφιών ή άλλων αγαθών και αποσκευών οιωνδήποτε, ως επίσης των τραματιών και ασθενών, όλων των απομενουσών στρατιωτικών δυνάμεων, των γαλεωτών και όλων εκείνων των εντοπίων και ξένων, οι οποίοι προτίθενται να επιβιβασθούν, ώστε να δύνανται να γίνη η μεταφορά αυτών δια γαλερών και λέμβων· προ δε της εκπνοής της προθεσμίας ταύτης δεν θα προβληθή κατʼ ουδένα λόγον αξίωσις περί παραδόσεως της πόλεως ή μέρους ταύτης.
5) Ότις εις περίπτωσιν καθʼ ην η ως άνω προθεσμία των 12 ημερών δεν θα είναι αρκετή δια την επιβίβασιν όλων των δυνάμεών των και των προμνημονευθέντων πραγμάτων των, ο Μέγας Βεζύρης αναλαμβάνει, αφού παραδοθή η πόλις εις αυτόν να χρησιμοποιήση ιδικάς του λέμβους προς μεταφοράν εκείνων που παρέμειναν εις τα ενετικά πλοία, τα οποία ευρίσκονται διά τον σκοπόν τούτον προς το μέρος της τάφρου.
undefined
6) Ότι διαρκούσης της προσδιορισθείσης προθεσμίας δια την επιβίβασιν, αμφότερα τα μέρη δέον να κρατήσουν τας θέσεις, τας οποίας τώρα κατέχουν, όρος ο οποίος θα τηρηθή με πάσαν δυνατήν ακρίβειαν και ευπρέπειαν, απαγορευμένου εις τους στρατιώτας να προχωρούν ή να διαλέγωνται προς αλλήλους, ίνα αποφευχθή η αταξία, που θα ήτο δυνατόν να προέλθη εκ τούτου και θα είναι καθήκον των αξιωματικών, να αναλάβουν να μεταχειρισθούν ως εχθρούς τους οπωσδήποτε παραβάτας του ενός ή του άλλου μέρους, χωρίς τούτο εκ τούτου να θεωρηθή ως παραβίασις της συνθήκης ειρήνης εκ μέρους εκατέρας μερίδος.
7) Ότι ευθύς μετά την υπογραφήν των άρθρων τούτων, με το συμφωνηθέν σήμα της λευκής σημαίας, πάσα εχθροπραξία και πολεμική εργασία επί και υπό την γην πρέπει να σταματήσουν· να υποδειχθούν όμηροι και να αποσταλούν εκατέρωθεν τέσσαρα άλλα πρόσωπα δια την επακριβή παρακολούθησιν της ως άνω καταπαύσεως των προμνημονευθέντων έργων.
8) Ότι προς εξασφάλισιν της εκπληρώσεως των άρθρων τούτων, θα δοθούν τρεις όμηροι εκατέρωθεν περιωπής και αντιστοίχου κοινωνικής θέσεως· προτείνομεν από την ιδικήν μας πλευράν τους τρεις ευγενείς Ενετούς, τον Faustin de Riva, Αντιναύαρχον της Αρμάδας, τον Gio Bacca Calbo, Στρατηγόν επί των Πολεμοφοδίων και Ζωοτροφιών, και τον Zaccharia Mocenigo, δούκα και τώρα ιδιωτεύοντα εν Χάνδακι· και εις ανταλλαγήν ζητούμεν τους Dabri Πασά, Βεηλέρβεην του Semesvar, Αχμέτ Πασάν, Αγάν των Γενιτσάρων και Gassit Βέην, Αρχιλογιστήν της Ρωμυλίας· και οι όμηροι ούτοι δεν θα επιστραφώσι, μέχρις ότου τελειώση η επιβίβασις.
9) Ότι προς εξασφάλισιν, εκ μέρους μας πάσα δυνατή φροντίς θα ληφθή κατά την επιβίβασιν και θα γίνουν δεκτοί δύο αντιπρόσωποι δια να παρακολουθήσουν την εκτέλεσιν. Πρέπει να είναι ναυτικοί, ίνα ομού με δύο εκ των ναυάρχων μας, επαγρυπνήσουν επί της προθεσμίας της παραχωρηθείσης δια την επιβίβασιν.
10) Ότι τα πλοία που θα χρησιμοποιηθούν κατά την επιβίβασίν μας, ίνα γίνη αύτη με την μεγαλυτέραν δυνατήν ταχύτητα, θα προσεγγίσουν όσον το δυνατόν πλησιέστερον προς τον λιμένα· και προς τον σκοπόν τούτον αι γαλέραι και τα άλλα πλοία να δύνανται να μετακινώνται προς τα εμπρός και προς τα οπίσω νύκτα και ημέραν, άνευ παρενοχλήσεως.
11) Ότι θα επιτραπή εις την ενετικήν Αρμάδαν να παραμείνη σταθμεύουσα, μέχρις ότου ετοιμασθή να αποπλεύση, και αμφότερα τα μέρη θα λάβουν επί τούτου επιμέλειαν ως καλοί φίλοι.
12) Ότι πάσα λεία πλοίων, γενομένη υπό της ενετικής Αρμάδας μετά την υπογραφήν της παρούσης ειρήνης, πρέπει μετʼ ακριβείας να επιστραφή και το αυτό ισχύει διʼ όσα πλοία έγιναν λεία του τουρκικού Στόλου· και επειδή υπάρχουν μεμονωμένα πλοία, πλην των προμνημονευθέντων, τα οποία εκτελούν καταδρομάς υπό την ενετικήν σημαίαν, όχι μόνον θα επιβληθή διʼ επισήμου διατάγματος εις το πλήρωμά των η υποστολή της σημαίας και θα αφαιρεθούν τα σχετικά προνομιακά έγγραφα, αλλά και οι παραβάται αμφοτέρων των μερών θα τιμωρώνται δια θανάτου μετά την παρέλευσιν τεσσαράκοντα ημερών (προθεσμίαν παρεχομένην μέχρι της ειδοποιήσεως των), μετά την πάροδον των οποίων οι συνεχίζοντες τας καταδρομάς θα θεωρώνται ως εχθροί υπʼ αμφοτέρων των μερών και η τιμωρία των δεν θα είναι δυνατόν να επιρριφθή εις εκάτερον μέρος ως παραβίασις της παρούσης συνθήκης.
13) Ότι οι σκλάβοι αμφοτέρων των πλευρών, οι κατεσπαρμένοι εις οιονδήποτε απόμερον μέρος, θα καθίστανται αμοιβαίως ελεύθεροι, όταν η Δημοκρατία αποστείλη τον πρεσβευτήν αυτής εις την Πύλην· τότε όχι μόνον οι συμπατριώται και οι υπήκοοι Ενετοί οιασδήποτε τάξεως, αλλά και πρόσωπα οιασδήποτε εθνικότητος, τα οποία συνελήφθησαν καθʼ ον χρόνον υπηρέτουν εις τον παρόντα πόλεμον, θα καθίστανται καλή τη πίστει ελεύθερα.
14) Ότι χάριν της συνθήκης ταύτης θα παραχωρηθή συγγνώμη εις τους υπηκόους αμφοτέρων των μερών, οίτινες υπό οιανδήποτε αυτών ιδιότητα υπηρέτησαν το αντίθετο μέρος.
15) Και δυνάμει της παρούσης ως άνω συνθήκης ειρήνης θεωρούνται τα άρθρα της άλλης τελευταίας ειρήνης ως αντιστοίχως επικυρωθέντα. Ούτε θα παρασχεθή οιαδήποτε εξ αυτής αφορμή ή αιτία διʼ οιανδήποτε αντίθετον αξίωσιν, πλην του να συνεχισθή εν ονόματι της προμνημονευθείσης τελευταίας συνθήκης η καταβολή επιχορηγήσεως δια την νήσον Ζακυνθον, η οποία εκ τούτου θα αρχίση καταβαλλομένη από τώρα και εις το εξής.
16) Πάντα τα ως άνω άρθρα της παρούσης συνθήκης ειρήνης οφείλουν να υπογραφούν και σφραγισθούν, γραφόμενα επί δύο φύλλων χάρτου, του ενός εις τουρκικήν γλώσσαν, υπογραφομένου υπό του Μεγάλου Βεζύρου και σφραγιζομένου με την επίσημον σφραγίδα και μέλλοντος να παραμείνη εις χείρας του Αρχιστρατήγου, του άλλου εις ιταλικήν γλώσσαν, υπογραφομένου υπό του Αρχιστρατήγου και του Συμβουλίου του και σφραγιζομένου με την σφραγίδα της Δημοκρατίας, μέλλοντος να παραμείνη εις χείρας του Μεγάλου Βεζύρου· έκαστον των φύλλων τούτων θα έχη προσηρτημένην την μετάφρασιν, υπογραφομένην υπό των δημοσίων του Κράτους λειτουργών, δηλ. το Τουρκικόν κείμενον εις ιταλικήν και το ιταλικόν εις τουρκικήν γλώσσαν, ίνα αμφότερα τα μέρη δύνανται να ίδουν, ότι δεν υπάρχει πρόθεσις δόλου και ότι όλα θα τηρηθούν απαραβίαστα με τον όρκον αμφοτέρων.
Ότι ο Μέγας Βεζύρης, λαβών υπʼ όψιν την τόσον μακράν, αποφασιστικήν και γενναίαν άμυναν, την οποίαν οι πολιορκούμενοι εκράτησαν με τόσην τιμήν, επέτρεψεν εις αυτούς να αποκομίσουν τέσσερα κανόνια εκ των πυροβολαρχιών του Φρουρίου.
Francesco Morosini, Αρχιστράτηγος.
Gieronimo Battaglia, Γενικός Προβλεπτής.
Lorenzo Cornero, Προβλεπτής της Αρμάδας.
Zorzi Benzon, Ναύαρχος του Κόλπου.
 
http://www.kairatos.com.gr/xandax.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου