[το τραγικό της τέλος, όπως και της Μαυρογένους και όχι μόνο, παρά την προσφορά της στην Επανάσταση του 1821]
Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα(11/05/1771-22/05/1825). Μαζί με την Μαντώ Μαυρογένους, οι δύο κορυφαίες γυναικείες μορφές της Επανάστασης του ’21.
ΝΕΑΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ Η Λασκαρίνα Μπούμπουλη(το κανονικό της όνομα και Πινότση στο πατρικό) είχε καταγωγή από την Ύδρα. Κόρη του υδραίου πλοιάρχου Σταυριανού Πινότση και της επίσης Υδραίας Σκεύως Κοκκίνη, που καταγόταν από εφοπλιστική οικογένεια. Γεννήθηκε μέσα στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης(11/05/1771) όταν η μητέρα της Σκεύω επισκέφτηκε τον φυλακισμένο από τους Τούρκους και ετοιμοθάνατο άντρα της, Σταυριανό Πινότση. Μετά τον θάνατο του Πινότση στη φυλακή, μητέρα και κόρη επιστρέφουν στην Ύδρα. Αργότερα η μητέρα της Λασκαρίνας παντρεύεται για 2η φορά με τον Σπετσιώτη καπετάνιο Δημήτριο Λαζάρου ή Ορλώφ(το Ορλώφ παρατσούκλι της εποχής λόγω της συμμετοχής του στα Ορλωφικά) και έτσι η Λασκαρίνα εγκαταστάθηκε πλέον στις Σπέτσες. Η Λασκαρίνα έκανε 2 γάμους, τον 1ο στα 17 της χρόνια με τον Δημήτριο Γιάννουζα και τον 2ο στα 30 της με τον Δημήτριο Μπούμπουλη. Και οι 2 όμως σύζυγοί της, Σπετσιώτες καπεταναίοι, σκοτώθηκαν σε ναυμαχίες με πειρατές. Από τον Μπούμπουλη πήρε και το όνομα και έγινε γνωστή ως «Μπουμπουλίνα». Στα 17 της παντρεύτηκε τον σπετσιώτη πλοίαρχο Δημήτριο Γιάννουζα, από τον οποίο ονομάζετο και Δημητράκαινα. Ο σύζυγός της σκοτώθηκε(1797) σε συμπλοκή με αλγερινούς πειρατές και η Λασκαρίνα σε ηλικία 26 ετών μένει χήρα με 3 παιδιά, τον Ιωάννη, τον Γεώργιο και την Μαρία. Παντρεύτηκε(1801) σε 2ο γάμο τον Σπετσιώτη πάμπλουτο εφοπλιστή Δημήτριο Μπούμπουλη. Και ο 2ος σύζυγός της σκοτώθηκε σε σύγκρουση με Αλγερινούς πειρατές(1811), μεταξύ Μάλτας και Ισπανίας. Μαζί του απέκτησε 3 παιδιά, την Ελένη, την Σκεύω και τον Νικόλαο. ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ Όταν πέθανε ο 2ος σύζυγός της, η Μπουμπουλίνα ήταν 40 ετών πια(1811), χήρεψε για 2η φορά, είχε 7 παιδιά και τεράστια περιουσία την οποία είχε κληρονομήσει από τους συζύγους της, έχοντας υπό την κατοχή της πλοία, γη και χρήματα(τα μετρητά που είχε κληρονομήσει από τον Μπούμπουλη ήταν +300.000 τάλαρα). Κατάφερε να αυξήσει την περιουσία της με σωστή διαχείριση και εμπορικές δραστηριότητες. Αρχικά έγινε συνέταιρος σε αρκετά πλοία ενώ αργότερα κατασκεύασε 3 δικά της, το ένα από τα οποία με το όνομα Αγαμέμνων έγινε πασίγνωστο και ήταν το 1ο και μεγαλύτερο ελληνικό πολεμικό πλοίο κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μήκους 48 πήχεων και έχοντας 18 κανόνια, η ναυπήγηση του οποίου κόστισε 75.000 τάλαρα. Το όνομα αυτό το έδωσε στη ναυαρχίδα της από τον ομηρικό βασιλιά των Μυκηνών, Αγαμέμνονα, που οδήγησε τους Έλληνες στον Τρωικό πόλεμο. Αυτό δείχνει πόσο τιμούσε η Μπουμπουλίνα την ελληνική ιστορική της κληρονομιά και τι συμβόλιζε το όνομα του πλοίου της. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θέλησε(1816) να κατασχέσει την περιουσία της με τη δικαιολογία ότι τα πλοία του 2ου άντρα της, συμμετείχαν με τον ρωσικό στόλο στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1806), μετά από καταγγελίες συγγενών της, που εποφθαλμιούσαν την περιουσία της. Τότε η Μπουμπουλίνα πήγε στην Κωνσταντινούπολη με το πλοίο της Κανάκης, όπου συνάντησε τον Ρώσο, φιλέλληνα πρεσβευτή Strogonoff, από τον οποίο ζήτησε να την προστατέψει επικαλούμενη τις υπηρεσίες του συζύγου της στον ρωσικό στόλο και το γεγονός ότι τα πλοία της είχαν τότε ρωσική σημαία, βάση της Συνθήκης Κιουτσούκ-Καϊναρτζή μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας(1774). Τότε εκείνος για να την σώσει από την επικείμενη σύλληψή της από τους Τούρκους, την έστειλε στην Κριμαία της Ν Ουκρανίας(τότε Ρωσική Αυτοκρατορία), στη Μαύρη Θάλασσα, σε ένα κτήμα που της δόθηκε από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α’(1771-1825, τσάρος 1815-25). Πριν όμως πάει εκεί, κατάφερε να συναντήσει την μητέρα του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄(1785-1839, σουλτάνος 1808-39), την Βαλιντέ Σουλτάνα. Η Σουλτάνα εντυπωσιάστηκε από τον χαρακτήρα της Μπουμπουλίνας και έπεισε τον γιο της να υπογράψει φιρμάνι, με το οποίο δεν θα άγγιζε την περιουσία της και δεν θα την συνελάμβανε. Η Μπουμπουλίνα αφού έμεινε στην Κριμαία για περίπου 3 μήνες περιμένοντας να ηρεμήσει η κατάσταση, έφυγε για στις Σπέτσες όταν κατάλαβε ότι ο κίνδυνος είχε πλέον απομακρυνθεί. Η Μπουμπουλίνα, έχοντας γίνει ήδη μέλος της Φιλικής Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη, που προετοίμαζε την ελληνική επανάσταση, και όντας η μόνη γυναίκα που μυήθηκε σε αυτή, στον κατώτερο βαθμό μύησης αφού οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές, καθώς γυρνούσε στις Σπέτσες, αγόραζε μυστικά όπλα και πολεμοφόδια από τα ξένα λιμάνια, τα οποία μετά έκρυψε στο σπίτι της, ενώ ξεκίνησε την κατασκευή του πλοίου Αγαμέμνων, της ναυαρχίδας της, η οποία ολοκληρώθηκε το 1820. Η μύησή της στην Εταιρεία αμφισβητείται, επειδή ακριβώς δεν έκανε ποτέ μέλη της, γυναίκες. Για τη ναυπήγηση του Αγαμέμνονα καταγγέλθηκε στην Υψηλή Πύλη, ότι ναυπήγησε κρυφά πολεμικό πλοίο, αλλά η Μπουμπουλίνα κατάφερε να ολοκληρώσει την κατασκευή του δωροδοκώντας τον απεσταλμένο Τούρκο επιθεωρητή στις Σπέτσες και πετυχαίνοντας την εξορία αυτών που την κατήγγειλαν. Η Μπουμπουλίνα επισκέφθηκε και πάλι την Κωνσταντινούπολη(1819). Μόλις η Μπουμπουλίνα επέστρεψε στις Σπέτσες διέταξε τη ναυπήγηση του πλοίου «Αγαμέμνων», για το οποίο δαπάνησε 25.000 δίστηλα. Με μήκος 48 πήχεις (περίπου 34 μέτρα) και εξοπλισμένο με 18 κανόνια, ο «Αγαμέμνων» καθελκύστηκε το 1820 και ήταν το μεγαλύτερο πλοίο που έλαβε μέρος στην Επανάσταση. Ο Εθνικός Ξεσηκωμός βρήκε την Μπουμπουλίνα «πεντη- κοντούτιδα, ωραίαν, αρειμάνιον ως αμαζόνα, επιβλητικήν καπετάνισσαν, προ της οποίας ο άνανδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει», όπως τη σκιαγράφησε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων. Ξόδευε την περιουσία της, όχι μόνο για τη διατήρηση των πλοίων της, αλλά και για τα στρατεύματα στην ξηρά. Συμμετείχε με το πλοίο της «Αγαμέμνων» στον αποκλεισμό του Ναυπλίου και ανεφοδίασε με δικές της δαπάνες τους υπερασπιστές του Άργους. Σε μια έφοδο των Τούρκων υπό τον Κεχαγιάμπεη σκοτώθηκε ο γιος της Ιωάννης Γιάννουζας. Στη συνέχεια έλαβε μέρος στον αποκλεισμό της Μονεμβασίας, στην πολιορκία και την άλωση του Ναυπλίου και της Τριπόλεως, στην οποία εισήλθε πάνω σε λευκό ίππο και έσωσε τα χαρέμια του Χουρσίτ Πασά(-1822) από τη μήνη των πολιορκητών. ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Όταν ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση, είχε σχηματίσει δικό της εκστρατευτικό σώμα από Σπετσιώτες, τους οποίους αποκαλούσε «γενναία μου παλικάρια». Είχε αναλάβει να αρματώνει, να συντηρεί και να πληρώνει τον στρατό αυτό μόνη της όπως και με τα πλοία της και τα πληρώματά τους, κάτι που συνεχίστηκε επί σειρά ετών και την έκανε να ξοδέψει πολλά χρήματα για να καταφέρει να περικυκλώσει τα τουρκικά οχυρά, το Ναύπλιο και την Τρίπολη. Έτσι τα 2 πρώτα χρόνια της επανάστασης είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία. ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Έλληνες (30/11/1822), το νεοσύστατο κράτος της έδωσε κλήρο στην πόλη ως ανταμοιβή για την προσφορά της στο έθνος και η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε εκεί. Η Ελλάδα υποφέρει από τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο(τέλη 1824), όπου η Κυβέρνηση Κουντουριώτη(κυβέρνηση των Καπεταναίων των νησιών) υπερισχύει του συνασπισμού των Κοτζαμπάσηδων και των Στρατιωτικών της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα ο Πάνος Κολοκοτρώνης, που διατελούσε φρούραρχος Ναυπλίου, να δολοφονηθεί και ο Κολοκοτρώνης να συλληφθεί και να φυλακιστεί μαζί με άλλους οπλαρχηγούς σε ένα μοναστήρι της Ύδρας, τον Προφήτη Ηλία. Η Μπουμπουλίνα αντέδρασε και ζήτησε την αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη, λόγω του σεβασμού που έτρεφε προς αυτόν. Με τον Κολοκοτρώνη, είχε συγγενέψει, από το γάμο της κόρης της Ελένης με τον γιο του Πάνο. Τότε η ίδια κρίνεται επικίνδυνη από την Κυβέρνηση και συλλαμβάνεται 2 φορές από το Υπουργείο Αστυνομίας με εντολή να φυλακιστεί. Τελικά η Μπουμπουλίνα εξορίστηκε στις Σπέτσες χάνοντας τον κλήρο γης που το Κράτος της είχε παραχωρήσει στο Ναύπλιο. Ενώ η Μπουμπουλίνα ζούσε στις Σπέτσες, πικραμένη από τους πολιτικούς και την εξέλιξη του Αγώνα και έχοντας ξοδέψει όλη την περιουσία της στον πόλεμο, η Ελλάδα βρέθηκε ξανά σε μεγάλο κίνδυνο(1825). Ο Αιγύπτιος ναύαρχος Ιμπραήμ Πασάς με έναν τουρκοαιγυπτιακό στόλο, αποβιβάζεται(12/02) στο λιμάνι της Πύλου στην Πελοπόννησο με 4.400 άντρες, σε μια τελευταία προσπάθεια να σταματήσει την επανάσταση. Η Μπουμπουλίνα, παραμερίζοντας την δυσαρέσκειά της για τους πολιτικούς και καθοδηγούμενη μόνο από την φιλοπατρία της, άρχισε να προετοιμάζεται για νέες μάχες όταν έρχεται όμως τότε το άδοξο τέλος της(22/05/1825). Ο μικρότερος γιός της από τον 1ο της γάμο, ερωτεύεται την κόρη της πολύ πλούσιας οικογένειας των Κουτσαίων στις Σπέτσες, την Ευγενία Κούτση, κουνιάδα του ετεροθαλούς αδελφού της Μπουμπουλίνας, Λάζαρου Ορλώφ. Οι Κουτσαίοι ήταν πάρα πολύ πλούσια οικογένεια και πρόκριτοι των Σπετσών, οι οποίοι όμως δεν ήθελαν τον γάμο μεταξύ των 2 οικογενειών διότι η Μπουμπουλίνα είχε ξοδέψει πια την τεράστια περιουσία της και είχε παραπέσει οικονομικά. Υπάρχει και η εκδοχή ότι η κοπέλα αυτή, Ευγενία Κούτση, ήταν ήδη λογοδοσμένη να πάρει κάποιον άλλον πλουσιότερο Σπετσιώτη. Οι 2 νέοι όμως αγαπιούνται, κλέβονται και πάνε στο σπίτι του πρώτου άντρα της Μπουμπουλίνας, του Δημήτριου Γιάννουζα. Η Μπουμπουλίνα μαθαίνει το γεγονός και πάει και αυτή στο σπίτι να δει τι γίνεται, λίγο αργότερα καταφθάνουν και οι Κουτσαίοι πολύ εξαγριωμένοι με την απαγωγή, την οποία θεώρησαν μεγάλη προσβολή σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής. Κατά την διάρκεια μιας πάρα πολύ μεγάλης λογομαχίας μεταξύ Μπουμπουλίνας και Κουτσαίων, κάποιος από αυτούς την πυροβολεί στο μέτωπο-καθώς ήταν σκοτάδι η ταυτότητα του δράστη είναι μέχρι σήμερα άγνωστη- το βόλι την πετυχαίνει στο μέτωπο και την αφήνει αμέσως νεκρή. Δεν έχει διαλευκανθεί αν ήταν τυχαίο περιστατικό ή δολοφονία. Έτσι η Μπουμπουλίνα, που αφιέρωσε όλη της τη ζωή για την απελευθέρωση του έθνους σκοτώθηκε άδοξα σε μια συμπλοκή. Οι Ρώσοι μετά τον θάνατό της, της απένειμαν τον τίτλο της «Ναυάρχου», έναν τίτλο με παγκόσμια μοναδικότητα για γυναικεία μορφή. Τα οστά της εναποτέθηκαν στον ιδιόκτητο ναΐσκο του Αγίου Ιωάννου. Μεταθανάτια έλαβε τον τίτλο του ναυάρχου από τη Ρωσία, πρωτοφανής τιμή για γυναίκα. Οι απόγονοι της Μπουμπουλίνας δώρισαν το πλοίο «Αγαμέμνων» στο νεοσύστατο κράτος, το οποίο έγινε η ναυαρχίδα του Ελληνικού Στόλου με το όνομα «Σπέτσαι». Ανατινάχθηκε από τον Ανδρέα Μιαούλη στον Πόρο κατά τη διάρκεια των πολιτικών ταραχών της 29ης Ιουλίου 1831. Το αρχοντικό της Μπουμπουλίνας στις Σπέτσες είναι σήμερα Μουσείο. Περιλαμβάνει συλλογή όπλων, επιστολές και άλλα αρχεία, παλιά βιβλία, πορτραίτα της Μπουμπουλίνας, προσωπικά της αντικείμενα, έπιπλα και διακρίσεις που τις είχαν απονείμει κυρίως ξένες κυβερνήσεις.
Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα(11/05/1771-22/05/1825). Μαζί με την Μαντώ Μαυρογένους, οι δύο κορυφαίες γυναικείες μορφές της Επανάστασης του ’21.
ΝΕΑΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ Η Λασκαρίνα Μπούμπουλη(το κανονικό της όνομα και Πινότση στο πατρικό) είχε καταγωγή από την Ύδρα. Κόρη του υδραίου πλοιάρχου Σταυριανού Πινότση και της επίσης Υδραίας Σκεύως Κοκκίνη, που καταγόταν από εφοπλιστική οικογένεια. Γεννήθηκε μέσα στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης(11/05/1771) όταν η μητέρα της Σκεύω επισκέφτηκε τον φυλακισμένο από τους Τούρκους και ετοιμοθάνατο άντρα της, Σταυριανό Πινότση. Μετά τον θάνατο του Πινότση στη φυλακή, μητέρα και κόρη επιστρέφουν στην Ύδρα. Αργότερα η μητέρα της Λασκαρίνας παντρεύεται για 2η φορά με τον Σπετσιώτη καπετάνιο Δημήτριο Λαζάρου ή Ορλώφ(το Ορλώφ παρατσούκλι της εποχής λόγω της συμμετοχής του στα Ορλωφικά) και έτσι η Λασκαρίνα εγκαταστάθηκε πλέον στις Σπέτσες. Η Λασκαρίνα έκανε 2 γάμους, τον 1ο στα 17 της χρόνια με τον Δημήτριο Γιάννουζα και τον 2ο στα 30 της με τον Δημήτριο Μπούμπουλη. Και οι 2 όμως σύζυγοί της, Σπετσιώτες καπεταναίοι, σκοτώθηκαν σε ναυμαχίες με πειρατές. Από τον Μπούμπουλη πήρε και το όνομα και έγινε γνωστή ως «Μπουμπουλίνα». Στα 17 της παντρεύτηκε τον σπετσιώτη πλοίαρχο Δημήτριο Γιάννουζα, από τον οποίο ονομάζετο και Δημητράκαινα. Ο σύζυγός της σκοτώθηκε(1797) σε συμπλοκή με αλγερινούς πειρατές και η Λασκαρίνα σε ηλικία 26 ετών μένει χήρα με 3 παιδιά, τον Ιωάννη, τον Γεώργιο και την Μαρία. Παντρεύτηκε(1801) σε 2ο γάμο τον Σπετσιώτη πάμπλουτο εφοπλιστή Δημήτριο Μπούμπουλη. Και ο 2ος σύζυγός της σκοτώθηκε σε σύγκρουση με Αλγερινούς πειρατές(1811), μεταξύ Μάλτας και Ισπανίας. Μαζί του απέκτησε 3 παιδιά, την Ελένη, την Σκεύω και τον Νικόλαο. ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ Όταν πέθανε ο 2ος σύζυγός της, η Μπουμπουλίνα ήταν 40 ετών πια(1811), χήρεψε για 2η φορά, είχε 7 παιδιά και τεράστια περιουσία την οποία είχε κληρονομήσει από τους συζύγους της, έχοντας υπό την κατοχή της πλοία, γη και χρήματα(τα μετρητά που είχε κληρονομήσει από τον Μπούμπουλη ήταν +300.000 τάλαρα). Κατάφερε να αυξήσει την περιουσία της με σωστή διαχείριση και εμπορικές δραστηριότητες. Αρχικά έγινε συνέταιρος σε αρκετά πλοία ενώ αργότερα κατασκεύασε 3 δικά της, το ένα από τα οποία με το όνομα Αγαμέμνων έγινε πασίγνωστο και ήταν το 1ο και μεγαλύτερο ελληνικό πολεμικό πλοίο κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, μήκους 48 πήχεων και έχοντας 18 κανόνια, η ναυπήγηση του οποίου κόστισε 75.000 τάλαρα. Το όνομα αυτό το έδωσε στη ναυαρχίδα της από τον ομηρικό βασιλιά των Μυκηνών, Αγαμέμνονα, που οδήγησε τους Έλληνες στον Τρωικό πόλεμο. Αυτό δείχνει πόσο τιμούσε η Μπουμπουλίνα την ελληνική ιστορική της κληρονομιά και τι συμβόλιζε το όνομα του πλοίου της. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία θέλησε(1816) να κατασχέσει την περιουσία της με τη δικαιολογία ότι τα πλοία του 2ου άντρα της, συμμετείχαν με τον ρωσικό στόλο στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1806), μετά από καταγγελίες συγγενών της, που εποφθαλμιούσαν την περιουσία της. Τότε η Μπουμπουλίνα πήγε στην Κωνσταντινούπολη με το πλοίο της Κανάκης, όπου συνάντησε τον Ρώσο, φιλέλληνα πρεσβευτή Strogonoff, από τον οποίο ζήτησε να την προστατέψει επικαλούμενη τις υπηρεσίες του συζύγου της στον ρωσικό στόλο και το γεγονός ότι τα πλοία της είχαν τότε ρωσική σημαία, βάση της Συνθήκης Κιουτσούκ-Καϊναρτζή μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας(1774). Τότε εκείνος για να την σώσει από την επικείμενη σύλληψή της από τους Τούρκους, την έστειλε στην Κριμαία της Ν Ουκρανίας(τότε Ρωσική Αυτοκρατορία), στη Μαύρη Θάλασσα, σε ένα κτήμα που της δόθηκε από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α’(1771-1825, τσάρος 1815-25). Πριν όμως πάει εκεί, κατάφερε να συναντήσει την μητέρα του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄(1785-1839, σουλτάνος 1808-39), την Βαλιντέ Σουλτάνα. Η Σουλτάνα εντυπωσιάστηκε από τον χαρακτήρα της Μπουμπουλίνας και έπεισε τον γιο της να υπογράψει φιρμάνι, με το οποίο δεν θα άγγιζε την περιουσία της και δεν θα την συνελάμβανε. Η Μπουμπουλίνα αφού έμεινε στην Κριμαία για περίπου 3 μήνες περιμένοντας να ηρεμήσει η κατάσταση, έφυγε για στις Σπέτσες όταν κατάλαβε ότι ο κίνδυνος είχε πλέον απομακρυνθεί. Η Μπουμπουλίνα, έχοντας γίνει ήδη μέλος της Φιλικής Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη, που προετοίμαζε την ελληνική επανάσταση, και όντας η μόνη γυναίκα που μυήθηκε σε αυτή, στον κατώτερο βαθμό μύησης αφού οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές, καθώς γυρνούσε στις Σπέτσες, αγόραζε μυστικά όπλα και πολεμοφόδια από τα ξένα λιμάνια, τα οποία μετά έκρυψε στο σπίτι της, ενώ ξεκίνησε την κατασκευή του πλοίου Αγαμέμνων, της ναυαρχίδας της, η οποία ολοκληρώθηκε το 1820. Η μύησή της στην Εταιρεία αμφισβητείται, επειδή ακριβώς δεν έκανε ποτέ μέλη της, γυναίκες. Για τη ναυπήγηση του Αγαμέμνονα καταγγέλθηκε στην Υψηλή Πύλη, ότι ναυπήγησε κρυφά πολεμικό πλοίο, αλλά η Μπουμπουλίνα κατάφερε να ολοκληρώσει την κατασκευή του δωροδοκώντας τον απεσταλμένο Τούρκο επιθεωρητή στις Σπέτσες και πετυχαίνοντας την εξορία αυτών που την κατήγγειλαν. Η Μπουμπουλίνα επισκέφθηκε και πάλι την Κωνσταντινούπολη(1819). Μόλις η Μπουμπουλίνα επέστρεψε στις Σπέτσες διέταξε τη ναυπήγηση του πλοίου «Αγαμέμνων», για το οποίο δαπάνησε 25.000 δίστηλα. Με μήκος 48 πήχεις (περίπου 34 μέτρα) και εξοπλισμένο με 18 κανόνια, ο «Αγαμέμνων» καθελκύστηκε το 1820 και ήταν το μεγαλύτερο πλοίο που έλαβε μέρος στην Επανάσταση. Ο Εθνικός Ξεσηκωμός βρήκε την Μπουμπουλίνα «πεντη- κοντούτιδα, ωραίαν, αρειμάνιον ως αμαζόνα, επιβλητικήν καπετάνισσαν, προ της οποίας ο άνανδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει», όπως τη σκιαγράφησε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων. Ξόδευε την περιουσία της, όχι μόνο για τη διατήρηση των πλοίων της, αλλά και για τα στρατεύματα στην ξηρά. Συμμετείχε με το πλοίο της «Αγαμέμνων» στον αποκλεισμό του Ναυπλίου και ανεφοδίασε με δικές της δαπάνες τους υπερασπιστές του Άργους. Σε μια έφοδο των Τούρκων υπό τον Κεχαγιάμπεη σκοτώθηκε ο γιος της Ιωάννης Γιάννουζας. Στη συνέχεια έλαβε μέρος στον αποκλεισμό της Μονεμβασίας, στην πολιορκία και την άλωση του Ναυπλίου και της Τριπόλεως, στην οποία εισήλθε πάνω σε λευκό ίππο και έσωσε τα χαρέμια του Χουρσίτ Πασά(-1822) από τη μήνη των πολιορκητών. ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Όταν ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση, είχε σχηματίσει δικό της εκστρατευτικό σώμα από Σπετσιώτες, τους οποίους αποκαλούσε «γενναία μου παλικάρια». Είχε αναλάβει να αρματώνει, να συντηρεί και να πληρώνει τον στρατό αυτό μόνη της όπως και με τα πλοία της και τα πληρώματά τους, κάτι που συνεχίστηκε επί σειρά ετών και την έκανε να ξοδέψει πολλά χρήματα για να καταφέρει να περικυκλώσει τα τουρκικά οχυρά, το Ναύπλιο και την Τρίπολη. Έτσι τα 2 πρώτα χρόνια της επανάστασης είχε ξοδέψει όλη της την περιουσία. ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Έλληνες (30/11/1822), το νεοσύστατο κράτος της έδωσε κλήρο στην πόλη ως ανταμοιβή για την προσφορά της στο έθνος και η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε εκεί. Η Ελλάδα υποφέρει από τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο(τέλη 1824), όπου η Κυβέρνηση Κουντουριώτη(κυβέρνηση των Καπεταναίων των νησιών) υπερισχύει του συνασπισμού των Κοτζαμπάσηδων και των Στρατιωτικών της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα ο Πάνος Κολοκοτρώνης, που διατελούσε φρούραρχος Ναυπλίου, να δολοφονηθεί και ο Κολοκοτρώνης να συλληφθεί και να φυλακιστεί μαζί με άλλους οπλαρχηγούς σε ένα μοναστήρι της Ύδρας, τον Προφήτη Ηλία. Η Μπουμπουλίνα αντέδρασε και ζήτησε την αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη, λόγω του σεβασμού που έτρεφε προς αυτόν. Με τον Κολοκοτρώνη, είχε συγγενέψει, από το γάμο της κόρης της Ελένης με τον γιο του Πάνο. Τότε η ίδια κρίνεται επικίνδυνη από την Κυβέρνηση και συλλαμβάνεται 2 φορές από το Υπουργείο Αστυνομίας με εντολή να φυλακιστεί. Τελικά η Μπουμπουλίνα εξορίστηκε στις Σπέτσες χάνοντας τον κλήρο γης που το Κράτος της είχε παραχωρήσει στο Ναύπλιο. Ενώ η Μπουμπουλίνα ζούσε στις Σπέτσες, πικραμένη από τους πολιτικούς και την εξέλιξη του Αγώνα και έχοντας ξοδέψει όλη την περιουσία της στον πόλεμο, η Ελλάδα βρέθηκε ξανά σε μεγάλο κίνδυνο(1825). Ο Αιγύπτιος ναύαρχος Ιμπραήμ Πασάς με έναν τουρκοαιγυπτιακό στόλο, αποβιβάζεται(12/02) στο λιμάνι της Πύλου στην Πελοπόννησο με 4.400 άντρες, σε μια τελευταία προσπάθεια να σταματήσει την επανάσταση. Η Μπουμπουλίνα, παραμερίζοντας την δυσαρέσκειά της για τους πολιτικούς και καθοδηγούμενη μόνο από την φιλοπατρία της, άρχισε να προετοιμάζεται για νέες μάχες όταν έρχεται όμως τότε το άδοξο τέλος της(22/05/1825). Ο μικρότερος γιός της από τον 1ο της γάμο, ερωτεύεται την κόρη της πολύ πλούσιας οικογένειας των Κουτσαίων στις Σπέτσες, την Ευγενία Κούτση, κουνιάδα του ετεροθαλούς αδελφού της Μπουμπουλίνας, Λάζαρου Ορλώφ. Οι Κουτσαίοι ήταν πάρα πολύ πλούσια οικογένεια και πρόκριτοι των Σπετσών, οι οποίοι όμως δεν ήθελαν τον γάμο μεταξύ των 2 οικογενειών διότι η Μπουμπουλίνα είχε ξοδέψει πια την τεράστια περιουσία της και είχε παραπέσει οικονομικά. Υπάρχει και η εκδοχή ότι η κοπέλα αυτή, Ευγενία Κούτση, ήταν ήδη λογοδοσμένη να πάρει κάποιον άλλον πλουσιότερο Σπετσιώτη. Οι 2 νέοι όμως αγαπιούνται, κλέβονται και πάνε στο σπίτι του πρώτου άντρα της Μπουμπουλίνας, του Δημήτριου Γιάννουζα. Η Μπουμπουλίνα μαθαίνει το γεγονός και πάει και αυτή στο σπίτι να δει τι γίνεται, λίγο αργότερα καταφθάνουν και οι Κουτσαίοι πολύ εξαγριωμένοι με την απαγωγή, την οποία θεώρησαν μεγάλη προσβολή σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής. Κατά την διάρκεια μιας πάρα πολύ μεγάλης λογομαχίας μεταξύ Μπουμπουλίνας και Κουτσαίων, κάποιος από αυτούς την πυροβολεί στο μέτωπο-καθώς ήταν σκοτάδι η ταυτότητα του δράστη είναι μέχρι σήμερα άγνωστη- το βόλι την πετυχαίνει στο μέτωπο και την αφήνει αμέσως νεκρή. Δεν έχει διαλευκανθεί αν ήταν τυχαίο περιστατικό ή δολοφονία. Έτσι η Μπουμπουλίνα, που αφιέρωσε όλη της τη ζωή για την απελευθέρωση του έθνους σκοτώθηκε άδοξα σε μια συμπλοκή. Οι Ρώσοι μετά τον θάνατό της, της απένειμαν τον τίτλο της «Ναυάρχου», έναν τίτλο με παγκόσμια μοναδικότητα για γυναικεία μορφή. Τα οστά της εναποτέθηκαν στον ιδιόκτητο ναΐσκο του Αγίου Ιωάννου. Μεταθανάτια έλαβε τον τίτλο του ναυάρχου από τη Ρωσία, πρωτοφανής τιμή για γυναίκα. Οι απόγονοι της Μπουμπουλίνας δώρισαν το πλοίο «Αγαμέμνων» στο νεοσύστατο κράτος, το οποίο έγινε η ναυαρχίδα του Ελληνικού Στόλου με το όνομα «Σπέτσαι». Ανατινάχθηκε από τον Ανδρέα Μιαούλη στον Πόρο κατά τη διάρκεια των πολιτικών ταραχών της 29ης Ιουλίου 1831. Το αρχοντικό της Μπουμπουλίνας στις Σπέτσες είναι σήμερα Μουσείο. Περιλαμβάνει συλλογή όπλων, επιστολές και άλλα αρχεία, παλιά βιβλία, πορτραίτα της Μπουμπουλίνας, προσωπικά της αντικείμενα, έπιπλα και διακρίσεις που τις είχαν απονείμει κυρίως ξένες κυβερνήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου