Ετικέτες

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Κίνδυνος να δοθεί σε εταιρεία εκτός Κύπρου η ταυτοποίηση των λειψάνων αγνοουμένων


Κίνδυνος να δοθεί σε εταιρεία εκτός Κύπρου η ταυτοποίηση των λειψάνων αγνοουμένων




Ο γενικός εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Πέτρος Κληρίδης επιβεβαίωσε ότι έδωσε γνωμάτευση στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σχετικά με τη σοβαρή διαφορά μεταξύ της Διερευνητικής Επιτροπής Αγνοουμένων (ΔΕΑ) και του Ινστιτούτου Νευρολογίας Γενετικής Κύπρου (ΙΝΓΚ), με αποτέλεσμα να έχει περιέλθει εδώ και έναν χρόνο σε πλήρες αδιέξοδο το θέμα των εκταφών, ανθρωπολογικών εξετάσεων και ταυτοποιήσεων με την μέθοδο του DNA λειψάνων Ελληνοκυπρίων, Ελλήνων και Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων.

«Μου είχε ζητηθεί γνωμάτευση σε σχέση με το θέμα και απάντησα. Δεν βλέπω πώς έχει δημιουργηθεί αυτή η διαφορά ανάμεσα στα δύο μέρη» είπε ο κ. Κληρίδης, ο οποίος επισήμανε ότι τέτοιου είδους ζητήματα «δεν λύνονται με νομικές γνωματεύσεις, αλλά με προσπάθεια να βρεθούν πρακτικοί τρόποι, ώστε όσο το δυνατό πιο σύντομα να συνεχιστεί η ταυτοποίηση των λειψάνων».
Πάντως, ο κ. Κληρίδης τόνισε ότι τα λείψανα πρέπει να μείνουν στην Κύπρο και όχι να πάνε σε εργαστήρια του εξωτερικού. Αυτή, κατά τα φαινόμενα είναι η επιδίωξη της ΔΕΑ.


Σε ερώτηση για δημοσιεύματα της εφημερίδας «Καθημερινή» της Κύπρου, η οποία αποκάλυψε στοιχεία για υπερτιμολογήσεις μέχρι και 500% για χρησιμοποίηση εκσκαφέων σε εκταφές στα κατεχόμενα και στα οποία γίνεται αναφορά στον επίτροπο Προεδρίας Γιώργο Ιακώβου, στον τέως εκπρόσωπο της Ελληνοκυπριακής πλευράς στη ΔΕΑ, Ηλία Γεωργιάδη και στον οικονομικό διευθυντή του Προεδρικού, Τάκη Χριστοδούλου, ο κ. Κληρίδης είπε ότι δεν τα έχει δει και κάλεσε την εφημερίδα να προσκομίσει τα στοιχεία της στο γραφείο του για να τα εξετάσει.

Στο μεταξύ, προθεσμία 10 ημερών έδωσε ο εκπρόσωπος των Ηνωμένων Εθνών στη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων, κ. Ζιρόντ στο Ινστιτούτο Γενετικής για να υπογράψει το συμβόλαιο που του προτάθηκε- με βάση και τα διεθνή πρότυπα που ισχύουν- διαφορετικά θα κατακυρώσει τις προσφορές για ταυτοποίηση των λειψάνων σε ξένη εταιρεία.

Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει το πρόγραμμα ταυτοποίησης εκτός Κύπρου, το οποίο- θεωρητικά, τουλάχιστον- ουδείς επιθυμεί. Το πιο πάνω ζήτημα ξεκαθάρισε χθες στις επιτροπές αγνοουμένων και των δύο κοινοτήτων ο κ. Ζιρόντ, εκφράζοντας, ταυτόχρονα, τις ευχαριστίες του για τις θέσεις που υποστηρίζουν στο συγκεκριμένο ζήτημα. Ο κ. Ζιρόντ φέρεται να είπε ότι πρέπει να γίνει αντιληπτό πως «δεν υπάρχει επιστροφή», επειδή στην προκήρυξη των προσφορών τέθηκαν κάποια διεθνή πρότυπα και με βάση αυτά, υπεβλήθηκαν προσφορές για τις ταυτοποιήσεις και κατά συνέπεια ο ΟΗΕ δεν μπορεί να υπαναχωρήσει από αυτά. Παράλληλα, διαβεβαίωσε πως ο ΟΗΕ επιθυμεί πραγματικά να μείνει το πρόγραμμα ταυτοποιήσεων στην Κύπρο, επειδή αποτελεί και ένδειξη συνεργασίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων και επειδή είναι, ίσως, ο μοναδικός τομέας, στον οποίο υπάρχει τόσο αρμονική συνεργασία.

Πάντως, παρασκηνιακά και υπογείως, ο κ. Ζιρόντ υποσκάπτει τόσο το ΙΝΓΚ και τον υπεύθυνο για τις ταυτοποιήσεις δρ. Γλαύκο Καρόλου όσο και τον προιστάμενο της Υπηρεσίας Αγνοουμένων και βοηθό του Ελληνοκύπριου εκπροσώπου στη ΔΕΑ Ξενοφώντα Καλλή, ο οποίος, κατά γενική ομολογία, έχει δώσει τα πάντα για να εντοπιστούν τάφοι στις ελεύθερες και κατεχόμενες περιοχές. Το θλιβερό στην υπόθεση είναι ότι τον κ. Ζιρόντ φαίνεται να <<σιγοντάρει>> η Παγκύπρια Επιτροπή Συγγενών Αγνοουμένων και Αδηλώτων Αιχμαλώτων. (ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΥ. ΔΕΝ ΑΠΟΔΙΔΕΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ. ΘΑ ΠΑΡΑΜΕΙΝΕΙ;)
Απαντώντας σε ερωτήσεις συγγενών, ο κ. Ζιρόντ είπε πως το Ινστιτούτο Γενετικής μπορεί να ανταποκριθεί στα πρότυπα που ζητά ο ΟΗΕ. Ο κ. Ζιρόντ πρόσθεσε πως «τα Ηνωμένα Έθνη θέλουν να γίνεται διπλός έλεγχος, όπως συμβαίνει και σε άλλες περιπτώσεις ταυτοποιήσεων, διεθνώς, ώστε να αποτρέπονται λάθη». Επί του συγκεκριμένου, φέρεται να είπε, ρίχνοντας έμμεσα ευθύνη στο ΙΝΓΚ, πως στο παρελθόν αποφεύχθηκαν λάθη στις ταυτοποιήσεις στο παρά πέντε, γι' αυτό υπάρχει επιμονή στην υιοθέτηση αναβαθμισμένων προτύπων.

Ωστόσο, ο κ. Ζιρόντ αποφεύγει να απαντήσει τεκμηριωμένα για τη διαχείριση των κονδυλίων, που παίρνει η ΔΕΑ ως χορηγία από την ΕΕ και άλλες χώρες. Παρά τις δηλώσεις του περί απόλυτης διαφάνειας, τα στοιχεία αυτά, με εξαίρεση το 2008, δεν υπάρχουν στην ιστοσελίδα της ΔΕΑ.

Η διαχείριση των υπηρεσιών των αγνοουμένων

Ένα άλλο ζήτημα, που έχει να κάνει με τους αγνοούμενους, είναι αυτό για τη διαχείριση- ακίνητη και κινητή- των περιουσιών τους. Με βάση νόμο, που ψήφισε η Βουλή το 1979, συστάθηκε ειδική επιτροπή με πρόεδρο τον εκάστοτε γενικό εισαγγελέα ή εκπρόσωπό του και μέλη τον διευθυντή του Τμήματος Κοινωνικής Ευημερίας, τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Αγνοουμένων και τον αρχιπρωτοκολλητή ή εκπρόσωπό του. Την περιουσία του αγνοουμένου προσώπου διαχειρίζονται, σύμφωνα με τον νόμο, ο σύζυγος ή η σύζυγός του, ή σε περίπτωση αγάμου, ο πατέρας ή μητέρα του. Ακόμη, μπορούν να τη διαχειριστούν, αν ήταν έγγαμος, τα παιδιά του, ή άκομη άλλοι συγγενείς τους, εφόσον έχουν αποθάνει ή αδυνατούν οι πρώτοι. Από την κινητή περιουσία του αγνοουμένου, οι διαχειριστές καταβάλλουν στους εξαρτώμενους το ποσό, που θα έκρινε ως απαραίτητο η ειδική επιτροπή.

Η δικηγόρος της Νομικής Υπηρεσίας, Λαμπρινή Ουστά, η οποία τον τελευταίο χρόνο εκπροσωπεί στην επιτροπή τον γενικό εισαγγελέα, ανέφερε ότι, με βάση τον νόμο, κινητή ή ακίνητη περιουσία αγνοουμένου δεν μπορεί να πουληθεί, δωρηθεί, υποθηκευτεί, ενεχυριαστεί, ή επιβαρυνθεί παρά μόνο με όρους που θα εγκρίνει η ειδική επιτροπή.

Σύμφωνα με την κ. Ουστά, της οποίας ο πατέρας, αν και άμαχος, είναι ακόμη αγνοούμενος, ο αρχικός νόμος του 1979 τροποποιήθηκε το 2003 και προβλέπει ότι, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ένα αγνοούμενο πρόσωπο μπορεί να κηρυχθεί «άφαντο» για σκοπούς της περιουσίας του, με πιστοποιητικό υπογεγραμμένο από τον γενικό εισαγγελέα και τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Αγνοουμένων, που θα προσκομιστούν ως μαρτυρία στο Δικαστήριο, το οποίο ύστερα από αίτημα του γενικού εισαγγελέα ή του δικαιούχου, είναι το μόνο αρμόδιο να εκδώσει διάταγμα κήρυξης αφάνειας. Μετά από αυτό ορίζονται διαχειριστές για εκτίμηση της περιουσίας του αγνοουμένου και το μερίδιο του κάθε δικαιούχου ορίζεται με βάση τον περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμο. Η κ. Ουστά επισήμανε ότι για τους συγγενείς, που, λόγω οικονομικών δυσκολιών, επιχείρησαν αυτή την διαδικασία στο δικαστήριο, «η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα επώδυνη από ψυχολογικής άποψης».

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου